Στα αναπάντητα «γιατί» του πόνου

Ευλογημένα «γιατί»! Τα καθαγίασε ο Ίδιος ο Χριστός στο σταυρό: «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τί με εγκατέλιπες;». Θεέ μου, γιατί μου το έκανες αυτό; Τι σου έκανα; Δεν είμαι ο Υιός σου;

Το ίδιο ακριβώς ερώτημα με το δικό μου και έμεινε και αυτό αναπάντητο. Έμεινε αναπάντητο στα φαινόμενα. Τα γεγονότα όμως φανέρωσαν την απάντηση. Τέτοια πολλά «γιατί» βγήκαν και από το στόμα του πολύαθλου Ιώβ ή τη γραφίδα του τραυματισμένου Δαυίδ, δύο ανθρώπων που οι τραγικοί θάνατοι των παιδιών τους σφράγισαν το πέρασμά τους από την ιστορία και που μας παρουσιάζονται συχνά ως τα μοναδικά πρότυπα πίστης, εγκαρτέρησης και υπομονής. Το ερώτημα αυτό το απευθύνουμε στο Θεό, το λέμε στον εαυτό μας, το επαναλαμβάνουμε στους ανθρώπους που νιώθουμε ότι ιδιαίτερα μας αγαπούν. Το λέμε κυρίως για να εκφράσουμε το μέσα μας, το λέμε όμως και προσδοκώντας το χάδι μιας απάντησης. Ποιος όμως μπορεί να δώσει μια απάντηση; Ακόμη κι αν την ξέρει, ποιος μπορεί να μας την πει;

Λέγει ο Μέγας Βασίλειος προς πενθούντα πατέρα ότι ο πόνος κάνει τον άνθρωπο τόσο ευαίσθητο, ώστε μοιάζει με το μάτι που δεν ανέχεται ούτε το φτερό. Και η πιο τρυφερή κίνηση αυξάνει τον πόνο του πονεμένου. Και η πιο διακριτική αναλογία δεν αντέχεται. Ο λόγος που εκφέρεται ως λογικό επιχείρημα ενοχλεί αβάσταχτα. Μόνο το δάκρυ, η κοινωνία της απορίας, η σιωπή, η εσωτερική προσευχή θα μπορούσαν να ανακουφίσουν τον πόνο, να φωτίσουν το σκοτάδι ή να γεννήσουν μια μικρή ελπίδα.

Ο πόνος γεννά αλήθεια, συμπόνια, κοινωνία. Ο πόνος γεννά αλήθεια, συμπόνια, κοινωνία Ο πόνος δεν ξυπνάει μόνο εμάς, αλλά γεννάει και την αγάπη στους γύρω μας. Προσπαθούν να μπουν στη θέση μας. Αγωνίζονται στον καιρό της ασφάλειάς τους να μοιρασθούν τα πιο ανεπιθύμητα γιʼ αυτούς δικά μας αισθήματα. Και το κάνουν. Ο πόνος γεννά την υπομονή μας, ταυτόχρονα όμως γεννά και τον εξ αγάπης σύνδεσμο με τους αδελφούς μας. Ο πόνος γεννά την αλήθεια. Η συμπόνια των άλλων τη φυτεύει στη δική μας καρδιά. Εκεί διακριτικά κρύβεται και η απάντηση. Έτσι γεννιέται στην καρδιά η παρηγοριά, της οποίας η γλύκα και η ανακούφιση είναι πολύ εντονότερες ως εμπειρίες από το βάρος του πόνου.

Η απάντηση γεννιέται μέσα μας Δυο γονείς, μας λέγουν οι επιστήμονες, μπορούν να κάνουν άπειρα διαφορετικά παιδιά. Όσο διαφέρουν οι φυσιογνωμίες μας, άλλο τόσο και παραπάνω ποικίλουν οι εκφράσεις του εσωτερικού κόσμου μας. Το ίδιο και οι απαντήσεις στα μεγάλα αυτά ερωτήματα. Αν ένας τρίτος μας δώσει
τη μία «σωστή» δήθεν απάντησή του, θα καταστρέψει την ποικιλία και την προσωπικότητα των δικών μας απαντήσεων- των ιερών απαντήσεων που για τον καθένα μας επιφυλάσσει ο Θεός. Η υποτιθέμενη σοφία του όποιου σοφού θα συντρίψει την αλήθεια και την ελευθερία του Θεού μέσα μας. Το μεγάλο λάθος είναι να περιμένουμε την απάντηση απʼ έξω μας, από τους άλλους. Ποιος σοφός; Ποιος φιλόσοφος; Ποιος ασφαλισμένος στην ορθότητα των επιχειρημάτων του ιερέας γνωρίζει την απάντηση των τόσο προσωπικών μας «γιατί»; Η απάντηση μπορεί να ανιχνευθεί μόνο μέσα μας. Όχι στις ανάλογες δήθεν περιπτώσεις, ούτε σε βαρύγδουπα βιβλία, ούτε σε συνταγές παρηγοριάς και σοφίας. Η απάντηση δεν υπάρχει κάπου, δεν την ξέρει κάποιος.

Η απάντηση γεννιέται μέσα μας. Η δική μας απάντηση είναι το δώρο του Θεού. Ο πόνος μάς βγάζει από τα ανθρώπινα μέτρα Τελικά αυτά τα «γιατί» δεν έχουν τις απαντήσεις που η φτώχεια και η αδυναμία μας περιμένει. Στη λογική αυτή συνήθως παραμένουν αναπάντητα. Γιʼ αυτό και ο Χριστός για τον θάνατο δεν είπε παρά ελάχιστα. Απλά ο Ίδιος τον επέλεξε και πόνεσε όσο κανένας άλλος. Και όταν αναστήθηκε, το στόμα Του έβγαλε περισσότερη πνοή και λιγότερα λόγια. Δεν είπε τίποτε για τη ζωή και θάνατο -μόνο προφήτευσε το μαρτύριο του Πέτρου.

Ο πόνος δεν απαντιέται με επιχειρήματα. Ούτε η αδικία και ο θάνατος αντιμετωπίζονται με τη λογική. Τα προβλήματα αυτά λύνονται με το εμφύσημα και την πνοή που μόνο ο Θεός δίνει. Λύνονται με το Άγιο Πνεύμα. Ξεπερνιούνται με την ταπεινή αποδοχή του θελήματος του Θεού, που είναι τόσο αληθινό αλλά συνήθως και τόσο ακατανόητο. Στο διάβα της, η δοκιμασία συνοδεύεται από το σφυροκόπημα των αναπάντητων ερωτημάτων. Κι εμείς, γαντζωμένοι στα «μήπως», στα «γιατί», στα «αν», συντηρούμε τις ελπίδες και αντέχουμε την επιβίωση σε αυτό τον κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ή κάτι σταθερό. Αυτό όμως συνήθως δεν εντοπίζεται στην προτεινόμενη από μας λύση, αλλά επικεντρώνεται στην απροσδόκητη, υπέρλογη θεϊκή παρηγοριά. Κάθε προσπάθεια αντικατάστασής της με ανθρώπινα υποκατάστατα αδικεί εμάς τους ίδιους. Κάθε περιορισμός στην ασφυκτική θηλιά των ορθολογιστικών απαντήσεων μας παγιδεύει βαθύτερα στο δράμα μας. Στον διάλογο με τον πόνο, την αδικία και το θάνατο είμαστε υποχρεωμένοι να βγούμε από τα ανθρώπινα μέτρα. Αυτή είναι όχι μόνο η έξοδος από τη δοκιμασία αλλά και η ευεργεσία της.

Μητροπολίτης Μεσογαίας κ. Λαυρεωτικής Νικόλαος, Άνθρωπος μεθόριος: Από τα αναπάντητα διλήμματα στα περάσματα της «άλλης λογικής», εκδ. «Εν πλω», σ. 27-33

faneromenihol.gr

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Φύγε – φύγε, παπᾶ, δὲν σᾶς ζήτησα καὶ δὲν σᾶς θέλω, δὲν ἔχω σχέσεις μὲ παπᾶ­δες.

  Κάποια μέρα έρχεται στο Νοσοκομείο, που υπηρετούσα ως νοσοκομειακός ιερέας, ένας γνωστός μου και μου λέει : «Πάτερ, στον τάδε θάλαμο νοσηλεύεται ο θείος μου ο Κώστας. θα ήθελα να τον επισκεφθείτε, μη τυχόν και τον καταφέρετε να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει. θα ήθελα όμως να σας πω και τούτο. Ο θείος μου είναι καλός άνθρωπος, αλλά δεν είχε καλές σχέσεις με την εκκλησία και τους ιερείς, δεν εκκλησιαζότανε, δεν έχει εξομολογηθεί ούτε και έχει κοινωνήσει ποτέ, όμως σας το ξαναλέω ότι είναι καλός άνθρωπος». Πράγματι την άλλη μέρα πήγα στον θάλαμο και, για να μη φανεί ότι πήγα ειδικά γι’ αυτόν, άρχισα πρώτα να συνομιλώ με τους άλλους ασθενείς. εν συνεχεία πήγα και στο δικό του το κρεβάτι. πριν καλά καλά τον χαιρετήσω αντέδρασε με όχι καλή συμπεριφορά και δεν ήθελε όχι να τον χαιρετήσω αλλ’ ούτε καν να τον πλησιάσω. «Φύγε φύγε, παπά, δεν σας ζήτησα και δεν σας θέλω, δεν έχω σχέσεις με παπάδες». Εγώ, πριν φύγω από κοντά του, του λέω ότι είμαι ο ιερέας του νοσοκομείου, βρίσκομαι όλο το εικοσιτετράωρο στο νοσοκομείο κι αν θέλει κάποια εξυπηρέτηση μπορώ να του την προσφέρω, και έτσι έφυγα άπρακτος. Μετά από δύο ημέρες σκέφθηκα και πάλι να τον επισκεφθώ. Όταν με είδε να τον πλησιάζω, ήθελε και μάλιστα πάλι με άσχημο τρόπο να απομακρυνθώ. με την σκέψη ότι είναι συγγενής του γνωστού μου και καλού εκείνου ανθρώπου, θέλησα μετά από λίγες ημέρες να προσπαθήσω για μια ακόμα φορά να τον πλησιάσω. Μπαίνοντας μέσα στο θάλαμο και βλέποντας τους άλλους ασθενείς τόλμησα και πάλι να τον πλησιάσω. η συμπεριφορά του απέναντί μου δεν περιγράφεται. Εγώ κάπως, να το πω, θυμωμένος από την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του, έφυγα και το περίεργο είναι ότι έφυγε και αυτός τελείως από το μυαλό μου. αν τον θυμόμουνα, ίσως και πάλι να τον επισκεπτόμουνα. Μετά από δέκα περίπου ημέρες, με ειδοποιούν να επισκεφθώ και να εξομολογήσω έναν ασθενή που νοσηλευόταν σε ένα άλλο κτήριο. Εγώ φεύγοντας από την εκκλησία του νοσοκομείου για να επισκεφθώ τον ασθενή που με περίμενε να εξομολογηθεί, χωρίς να το καταλάβω και ποτέ δεν μπόρεσα να το καταλάβω πως βρέθηκα στο θάλαμο εκείνου του αρρώστου, του κ. Κώστα, που δεν με ήθελε. αν τον βλέπατε, αδελφοί μου, σε τι κατάσταση βρισκότανε θα τον λυπόσασταν. Εκείνη τη στιγμή που μπήκα στο θάλαμο δεν υπήρχε άλλος ασθενής παρά ο κύριος Κώστας ο οποίος πάλευε με τους δαίμονες που πήγαν να πάρουν την ψυχή του. τον είδα τρομαγμένο και να σκεπάζεται με το σεντόνι του και να φωνάζει και να λέει στα πονηρά πνεύματα «Όχι, όχι, φύγετε. Νάτους ήρθανε, όχι, όχι, διώξτε τους» και άλλα που δεν θυμάμαι. Βλέποντας αυτή την κατάσταση, δεν σας κρύβω ότι προς στιγμή φοβήθηκα μη τυχόν φύγουν οι δαίμονες από τον κ. Κώστα και να ‘ρθουν σε μένα. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή βλέποντας τον κ. Κώστα σ αυτή την φοβερή κατάσταση, του λέω : «κύριε Κώστα, τι θέλεις ; ». «Νάτους, πάτερ, διώξε τους, διώξε τους, δεν τους θέλω» κλπ. Τότε εγώ του λέω : «για να φύγουν, κ. Κώστα, πρέπει να εξομολογηθείς». «ναι, πάτερ, να εξομολογηθώ». και άρχισε να εξομολογείται με ειλικρίνεια και καθαρότητα. Αφού τελείωσε και του διάβασα την συγχωρητική ευχή, του είπα : «Τώρα, κ. Κώστα, θα κοινωνήσουμε». «ναι, πάτερ, να κοινωνήσω». Πήγα στο εκκλησάκι του νοσοκομείου πήρα την Θεία Κοινωνία και τον κοινώνησα. το απόγευμα θέλησα να τον επισκεφθώ να δω πως είναι. η αδελφή νοσοκόμα μου είπε : «Μία ώρα περίπου μετά την θεία κοινωνία, πάτερ, κοιμήθηκε». ιερομ. ΚΟΣΜΑΣ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗΣ [απόσπασμα από το βιβλίο «Ότάν πεθάνει ο άνθρωπος, η ψυχή του που πηγαίνει ; » (εκδ. ι. μονής οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου Πυργετού, Λάρισσα 2023, σσ. 84-86)

διαβάστε περισσότερα »

Έστω και ένας καλός λογισμός αρκεί.

  ~ Κάποια μοναχή πολεμήθηκε με λογισμούς πορνείας. Κι επειδή δεν μπορούσε να υπομείνει τον πόλεμο, έφυγε από το μοναστήρι της και γύρισε στον κόσμο. Δεν άργησε να καταλήξει σε πορνείο. Έμεινε εκεί αρκετά χρόνια και πλούτισε πολύ , γιατί ήταν πολύ όμορφη. Ο φιλάνθρωπος Θεός όμως, που εργάζεται για την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, έβαλε στο νού της τη μνήμη των οδυνηρών κολάσεων και την αρχική δόξα και τιμή, από την οποία είχε ξεπέσει. Και εκείνη αφού τα αναλογίστηκε όλα αυτά, εγκατέλειψε πλούτη και περιουσία, κι έτρεξε στο μοναστήρι της , σαν προβατίνα που γλύτωσε από το στόμα των λύκων. Μόλις όμως έφτασε στην πύλη της μονής, έπεσε κάτω και ξεψύχησε .Εκεί κοντά ζούσε κάποιος έγκλειστος μοναχός, που είδε σε όραμα την νύχτα εκείνη αγγέλους και δαίμονες έξω από το μοναστήρι. Φιλονικούσαν όλοι μπροστά στη νεκρή για την ψυχή της. -Εφόσον μετανόησε, είναι δική μας, έλεγαν οι άγγελοι. -Μέχρι τώρα δούλευε σε μας , διαμαρτύρονταν οι δαίμονες. Άλλωστε δεν πρόφτασε να μπει στο μοναστήρι να μετανοήσει. Ενώ έτσι φιλονικούσαν, ήρθε άλλος άγγελος από τον ουρανό. -Γιατί φιλονικείτε; Τους ρώτησε και ύστερα τους είπε ότι ο αγαθός Θεός, αφότου η μοναχή σκέφτηκε να μετανοήσει, από την ίδια εκείνη στιγμή δέχθηκε την μετάνοια της. Αμέσως συνήλθε ο μοναχός από το όραμα και έτρεξε να αναγγείλει στην ηγουμένη τα συμβάντα. Αφού περιποιήθηκαν το λείψανο, το έθαψαν στο κοιμητήριο και ευχαρίστησαν τον ελεήμονα Θεό, που και μόνο ένα καλό λογισμό τον δέχεται σαν μετάνοια. Από το Γεροντικό

διαβάστε περισσότερα »

Αφού παρακαλώ τον Θεό γιατί δεν με ακούει;

Πολλές φορές στην ζωή μας συναντούμε το φαινόμενο να προσπαθούμε να κάνουμε κάτι και να μην γίνεται και από την άλλη πλευρά πάλι να έρχονται στην ζωή μας πράγματα, να ανοίγει δηλαδή μια πόρτα, να ανοίγει ένας δρόμος μπροστά μας που δεν τον επιδιώξαμε δεν τον ζητήσαμε δεν τον είχαμε υπόψιν μας και όμως ανοίγει και προχωράει κανείς. Γιατί φαίνεται μέσα από αυτά και το θέλημα του Θεού, το οποίο βέβαια ζητούμε όλοι στην ζωή μας, όλοι μας λέμε καθημερινά γενηθήτω το θέλημα σου. Ζητούμε από τον Θεό να γίνει το θέλημα του. Η καρδιά μας η ύπαρξη μας ζητάει το θέλημα του Θεού, προκειμένου να σωθούμε, προκειμένου να έχουμε κοινωνία με τω Θεώ διότι το θέλημα του Θεού είναι ένα και μοναδικό, είναι η Σωτηρία μας! Ο Θεός λοιπόν τα πάντα κατευθύνει για την Σωτηρία μας χωρίς βέβαια να παραβιάζει την ελευθερία της υποστάσεως μας, της προσωπικότητας μας. Όταν έχουμε ένα θέμα είναι σημαντικό να έχουμε την Θεία βοήθεια, όταν ο Θεός είναι μαζί μας, τότε κανείς δεν μπορεί να είναι εναντίον μας. Όλοι μπορούν να είναι εναντίον μας, αλλά τελικά θα γίνει αυτό το οποίο ο Θεός ευλογεί να γίνει και όταν έχει κανείς τον Θεό μαζί του δεν φοβάται τίποτα γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να αποτύχει κάποιος έχοντας μαζί του τον Θεό, και αυτό δεν είναι μόνο για τα έργα για τα οποία κάνουμε κάθε μέρα τα οποία εκείνα είναι και πως να πούμε δεν είναι και μάταια πολλές φορές δεν είναι αιώνια πράγματα, αλλά κυρίως αυτό πρέπει να το ξέρουμε, για την Σωτηρία μας. Μας έλεγε πάντοτε ο Γέροντας μας ο μακαριστός ότι: «Εάν ο Θεός βρε παιδιά δεν μας εγκατέλειψε όταν εμείς δεν τον γνωρίζαμε, όταν εμείς τον εβρίζαμε, με τα έργα μας με τα λόγια μας με την ζωή μας την εφάμαρτη και παρά ταύτα ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε και όταν εμείς δεν τον θέλαμε και τον κλωτσούσαμε και τον απωθούσαμε Αυτός παρέμεινε πιστός, παρέμεινε κοντά μας, παρέμεινε δίπλα μας, προσκαλώντας μας και κάνοντας τα πάντα για να μας καλέσει κοντά του και να μας φέρει μέσα στην επίγνωση της αληθείας του. Τώρα που κουτσά στραβά τον γνωρίσαμε, λίγο πολύ τον μάθαμε, λίγο πολύ ζητούμε την σωτηρία μας έστω και εάν οι αμαρτίες μας είναι τόσες πολλές και δεν μας αφήνουν να αποδείξουμε ότι πράγματι θέλουμε την Σωτηρία μας αλλά λίγο πολύ, κάπως κάναμε ένα βήμα περισσότερο από ότι ήμασταν προηγουμένως. Είναι δυνατόν ο Θεός να μας αφήσει τώρα; Και αυτό το έλεγε ο Γέροντας προκειμένου να δώσει θάρρος και δύναμη σε κάθε αγωνιζόμενο άνθρωπο ο οποίος αγωνιζόμενος συχνά πυκνά μπορεί να συναντήσει αυτό το τοίχος της απογοήτευσης μπροστά του γιατί είναι και τα πάθη μας πολλές φορές που δεν μας αφήνουν και πολεμάει και ο εχθρός και ο άνθρωπος αισθάνεται ότι δεν προχωρά, αισθάνεται εγκαταλελειμμένος φοβάται μήπως αποτύχει μήπως καταποντιστεί και πρέπει να έχει δύναμη και υπομονή και πρέπει να έχει λογισμούς τέτοιους καλούς λογισμούς οι οποίοι λογισμοί να τον ενισχύουν ώστε να μην χαθεί και να λέει στον εαυτό του ότι αφού δεν με άφησε ο Θεός τότε θα με αφήσει ο Θεός τώρα; Δεν είναι δυνατόν να με αφήσει ο Θεός, και εφόσον ο Θεός είναι μαζί μου και ο Θεός θέλει την Σωτηρία μου έστω και εάν εγώ εβολοδέρνωμαι δεξιά αριστερά, ο Θεός θα νικήσει στο τέλος φτάνει εμείς να ζητούμε το έλεος του Θεού, φτάνει εμείς να μην εγκαταλείψουμε τον Θεό να μην εγκαταλείψουμε την θέση μας να μην παραδοθούμε στα χέρια του εχθρού μέσα στην απόγνωση και στην απελπισία. και όσες αμαρτίες και να έχουμε, όση διαστροφή και εάν έχουμε, όση κατάσταση τραγική και εάν έχουμε δεν υπάρχει για τον Θεό κάτι το οποίο είναι δύσκολο, δεν υπάρχει για τον Θεό κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει όπως είπαμε πολλές φορές δεν είναι δυνατόν ο Θεός να πει ότι ξέρεις δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτόν τον άνθρωπο έχει τόσες αμαρτίες είναι τόσο διεστραμμένος είναι τόσο ταλαίπωρος που δεν μπορώ να κάνω τίποτα, δεν είναι δυνατόν ο Θεός να πεί αυτό το πράγμα δεν υπάρχει περίπτωση ο Θεός να μην μπορεί να κάνει κάτι εμείς μπορεί να μην μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα αλλά για τον θεό δεν υπάρχει αδύνατον πράγμα φτάνει εμείς να ζητούμε την βοήθεια του Θεού, να παρακαλούμε τον Θεό να μας ελεήσει, να ζητούμε το έλεος του Θεού. Έχει ο Θεός τρόπους άπειρους, Θεός είναι δεν δεσμεύεται δεν έχει περιορισμούς ο Θεός στις ενέργειες του, είναι απεριόριστες οι δυνατότητες και οι δυνάμεις του Θεού αφού είναι Θεός. Λοιπόν Αυτός ο Θεός όταν ανοίγει κανένας δεν μπορεί να το κλείσει, ένα πράγμα το οποίο ο Θεός θέλει να το κάνει θα το κάνει και κανείς δεν μπορεί να το ματαιώσει και όταν ο Θεός κλείσει μια πόρτα ότι και να κάνεις δεν θα ανοίξει αυτή η πόρτα και όπως πάλι μας έλεγε ο Γέροντας μας Γιατί βάλε μέσα στο μυαλό σου και πες ότι μήπως, μήπως είναι για το καλό μου το ότι ο Θεός δεν ανοίγει αυτή την πόρτα, προσευχήθηκες έκανες τις ενέργειες σου έκανες τα πάντα έκανες ότι εξαρτάται από εσένα και βλέπεις δεν πάει αυτό το πράγμα μπροστά δεν πάει αυτή η υπόθεση αυτή η ενέργεια αυτή η προσπάθεια σου δεν πάει ας πούμε κάτσε και σκέψου αφού ζητώ το θέλημα του Θεού, αφού παρακαλώ τον Θεό να με βοηθήσει, αφού παρακαλώ τον Θεό να με ενισχύσει τι συμβαίνει και πάνε όλα πίσω και είναι όλα κλειστά μήπως τελικά αυτό είναι το δικό μου συμφέρον; Μήπως αυτό πρέπει να γίνει; και πολλές φορές πάρα πολλές φορές όλοι μας έχουμε πείρα ότι πράγματι αυτό που λέγανε και οι πρόγονοι μας οι παλιοί άνθρωποι κάθε εμπόδιο για καλό είναι γεγονός δηλαδή την ώρα που σε εμποδίζει ένα πράγμα λες τα ευλογημένα τώρα δεν μπορώ να κάνω την δουλειά μου δεν μπορώ να κάνω εκείνο δεν επέτυχα το ένα δεν επέτυχα το άλλο. Μπορεί όμως μετά από χρόνια, και από χρόνια μπορεί μετά να πεις ευτυχώς που τότε δεν μπόρεσα να το κάνω, ευτυχώς που δεν προχώρησε εκείνη η δουλειά ευτυχώς

διαβάστε περισσότερα »

Το βλέμμα που έχει αγάπη ανήκει στα πνευματικά.

“Παλιά στην πατρίδα μου, στα Φάρασα, έλεγαν: «Αν έχεις καμμιά δουλειά, μην την αφήνεις για αύριο. Αν έχεις καλό φαγητό, άσʹ το για αύριο, μήπως έρθει κανένας μουσαφίρης». Τώρα σκέφτονται: «Να αφήσουμε την δουλειά, μήπως έρθει κανείς αύριο και μας βοηθήσει. Το καλό φαγητό, ας το φάμε εμείς απόψε!». Οι περισσότεροι σήμερα γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους. Μόνον τον εαυτό τους σκέφτονται. Ας υποθέσουμε ότι βρέχει, γίνεται κατακλυσμός. Θα δείτε, οι περισσότερες [ο όσιος Παΐσιος μιλούσε με μοναχές] από σας θα σκεφθούν μήπως έχουν ρούχα απλωμένα, να πάνε να τα μαζέψουν. Κακό δεν είναι αυτό, αλλά δεν θα πάνε πιο πέρα. Τα ρούχα και να βραχούν, πάλι θα στεγνώσουν. Αυτοί όμως που αλωνίζουν τι θα γίνουν; Πονάτε γιʹ αυτούς, για να κάνετε καμιά ευχή; Ή πέφτουν κεραυνοί· ζήτημα πέντε‐έξι ψυχές να θυμηθούν τους καημένους τους γεωργούς η αυτούς που έχουν θερμοκήπια. Δεν σκέφτεται δηλαδή τον άλλον ο άνθρωπος, δεν βγαίνει από τον εαυτό του, αλλά γυρίζει συνέχεια γύρω από τον εαυτό του. Όταν όμως γυρίζει γύρω από τον εαυτό του, κέντρο έχει τον εαυτό του· δεν έχει τον Χριστό. Είναι έξω από τον άξονα που είναι ο Χριστός. Για να φθάσει να σκέφτεται τον άλλον, πρέπει ο νους του πρώτα να είναι στον Χριστό. Τότε σκέφτεται και τον πλησίον και μετά σκέφτεται και τα ζώα και όλη την φύση. Έχει τον σταθμό του ανοιχτό και, μόλις πάρει το μήνυμα, τρέχει να βοηθήσει. Αν ο νους του δεν είναι στον Χριστό, δεν δουλεύει η καρδιά του, γι ̓ αυτό δεν αγαπάει ούτε τον Χριστό ούτε τον συνάνθρωπό του, πόσο μάλλον την φύση, τα ζώα, τα δένδρα, τα φυτά. Έτσι όπως κινείστε, πού να φθάσετε στο σημείο να έχετε επικοινωνία με τα ζώα, με τα πουλιά! Αν πέσει κανένα πουλί από την σκεπή, θα το ταΐσετε. Αν δεν πέσει από την σκεπή, δεν σκέπτεσθε να το ταΐσετε. Εγώ βλέπω τα πουλιά· λέω «θέλουν τάισμα, τα καημένα»· ρίχνω ψίχουλα κ.λπ., βάζω και νεράκι να πιούν. Βλέπω άρρωστα κλαδιά στα δένδρα· αμέσως σκέφτομαι να τα κόψω, για να μην κολλήσουν και τα άλλα. Ή χτυπάει μια πόρτα, ένα παράθυρο, πάει εκεί ο νους μου. Θα ξεχάσω τον εαυτό μου, αν μου χρειάζεται κάτι, αλλά θα κοιτάξω την πόρτα, το παράθυρο, να μη σπάσει, να μη γίνει καμιά ζημιά. Παρεμπιπτόντως σκέφτομαι για μένα. Και αν κανείς σκέφτεται και πονάει για τα δημιουργήματα, πόσο μάλλον θα σκέφτεται τον Δημιουργό τους! Αν δεν κινείται έτσι ο άνθρωπος, πώς να συντονισθεί με τον Θεό; Έπειτα, και όταν βγαίνετε έξω, ρίξτε καμιά ματιά γύρω. Μπορεί κάποιος έστω και από απροσεξία ή από κακότητα – εύχομαι κανείς να μην κάνη κακό – κάτι να πετάξει και να βάλει φωτιά· γιʹ αυτό ρίξτε μια ματιά. Και αυτό στα πνευματικά ανήκει, γιατί και αυτό το βλέμμα έχει αγάπη. Εγώ βγαίνω έξω από το Καλύβι, ρίχνω μια ματιά προς τα κάτω, μια ματιά προς την σκεπή, να δω μήπως μυρίζει καμένο. Άλλο αν έχεις τέτοια πίστη πως, αν πιάσει φωτιά και κάνης προσευχή, θα σβήσει η φωτιά. Διαφορετικά, πρέπει να ενεργήσεις. Ή, όταν ακούω κρότο, προσέχω να δω τι είναι· πυροβόλο; άσκηση κάνουν; φουρνέλλο; Ένα και ένα ο νους μου πηγαίνει εκεί, για να κάνω κομποσχοίνι. Όποιος αδιαφορεί για τον εαυτό του, από αγάπη προς τους άλλους, το μεγάλο ενδιαφέρον του Θεού βρίσκεται μαζί του, και όλοι οι άνθρωποι ενδιαφέρονται γιʹ αυτόν. Αλλά η σημερινή γενιά είναι η γενιά της αδιαφορίας! Οι περισσότεροι μόνο για παρελάσεις είναι! Μην τους πεις, αν συμβεί κάτι, να αμυνθούν! Τώρα όμως και παρελάσεις δεν θέλουν! Παλιότερα πήγαιναν στις παρελάσεις, άκουγαν και ένα εμβατήριο, κάτι μέσα τους σκιρτούσε! Σήμερα υπάρχει ένα ρεμπελιό σε μας τους Έλληνες. Βέβαια άλλοι λαοί είναι ακόμη χειρότερα, γιατί δεν έχουν ιδανικά. Βλέπεις, οι Έλληνες μπορεί να έχουν ένα σωρό κουσούρια, αλλά έχουν και ένα δώρο από τον Θεό, το φιλότιμο και την λεβεντιά· όλα τα πανηγυρίζουν. Οι άλλοι λαοί ούτε στα λεξικά τους δεν έχουν αυτές τις λέξεις.” … Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, «Πνευματική Αφύπνιση» Λόγοι Β’, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο