Να προσεύχεσαι παντού και πάντοτε.

Ὁ Θεὸς δὲν νοιάζεται γιὰ τὸν τόπο. Ζητάει μόνο θερμότητα καρδιᾶς καὶ ἁγνότητα ψυχῆς.
Πολλοὶ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία, λένε διάφορες προσευχὲς καὶ βγαίνουν. Βγαίνουν, χωρὶς νὰ γνωρίζουν τί εἶπαν. Τὰ χείλη τους κινοῦνται, ἀλλὰ τ’ αὐτιά τους δὲν ἀκοῦνε. Ἐσὺ ὁ ἴδιος δὲν ἀκοῦς τὴν προσευχή σου, καὶ θέλεις νὰ τὴν ἀκούσει ὁ Θεός; “Γονάτισα”, λές. Γονάτισες, ἀλλά, ἐνῶ τὸ σῶμα σου ἦταν μέσα, ὁ νοῦς σου πετοῦσε ἔξω. Μὲ τὸ στόμα ἔλεγες τὴν προσευχὴ καὶ μὲ τὴ σκέψη λογαρίαζες τόκους, ἔκανες συμβόλαια, πουλοῦσες ἐμπορεύματα, ἀγόραζες κτήματα, συναντοῦσες τοὺς φίλους σου. Γιατί ὁ διάβολος, ποὺ εἶναι πονηρὸς καὶ γνωρίζει ὅτι στὸν καιρὸ τῆς προσευχῆς μεγάλα πράγματα κατορθώνουμε, τότε ἀκριβῶς ἔρχεται καὶ σπέρνει λογισμοὺς μέσα μας. Νά, πολλὲς φορὲς εἴμαστε ξαπλωμένοι στὸ κρεβάτι, καὶ τίποτα δὲν συλλογιζόμαστε• πᾶμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, καὶ τότε χίλιες σκέψεις περνοῦν ἀπὸ τὸ νοῦ μας. Ἔτσι χάνουμε τοὺς καρποὺς τῆς προσευχῆς, φεύγοντας ἀπὸ τὸ ναὸ μὲ ἄδεια χέρια. Τὸ ἴδιο, βέβαια, γίνεται καὶ ὅταν προσευχόμαστε στὸ σπίτι μας ἢ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ.
Κάθε φορά, λοιπόν, πού, καθὼς προσευχόμαστε, συνειδητοποιοῦμε ὅτι ὁ νοῦς μας ἔχει φύγει ἀπὸ τὸ Θεὸ κι ἔχει στραφεῖ σὲ βιοτικὰ πράγματα, ἂς τὸν φέρνουμε πίσω, ἀναγκάζοντάς τον νὰ μένει σταθερὰ καὶ προσεκτικὰ προσκολλημένος στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Ἂς ἐπαναλαμβάνουμε, μάλιστα, τὴν προσευχὴ ἀπὸ τὴν ἀρχή. Κι ἂν παθαίνουμε πάλι καὶ πάλι τὸ ἴδιο, ἂς τὴν ἐπαναλαμβάνουμε καὶ γιὰ τρίτη καὶ γιὰ τέταρτη φορά. Ἂς μὴ σταματᾶμε, πρὶν ποῦμε ὁλόκληρη τὴν προσευχή, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὥς τὸ τέλος, μὲ ἄγρυπνη διάνοια καὶ ἀδιατάρακτο λογισμό. Καὶ ὅταν ὁ διάβολος ἀντιληφθεῖ ὅτι δὲν καταθέτουμε τὰ ὄπλα, θὰ σταματήσει πιὰ κι αὐτὸς νὰ μᾶς πολεμάει.
Ὅταν παρουσιαζόμαστε γιὰ ὁποιοδήποτε ζήτημά μας σ’ ἕναν ἐπίγειο ἄρχοντα, εἴμαστε τόσο προσεκτικοὶ καὶ αὐτοσυγκεντρωμένοι, ὥστε δὲν βλέπουμε οὔτε ἐκείνους ποὺ βρίσκονται δίπλα μας. Μέσα στὸ νοῦ μας δὲν ὑπάρχουν παρὰ ὁ ἄνθρωπος, μπροστὰ στὸν ὁποῖο βρισκόμαστε, καὶ τὸ θέμα, γιὰ τὸ ὁποῖο θέλουμε νὰ τοῦ μιλήσουμε. Τὸ ἴδιο, πολὺ περισσότερο, δὲν πρέπει νὰ κάνουμε, ὅταν βρισκόμαστε μπροστὰ στὸν ὕψιστο Θεό, ἐμμένοντας σταθερὰ στὴν προσευχή μας καὶ μὴν περιφέροντας τὸ νοῦ ἐδῶ κι ἐκεῖ; Ἂν ἡ γλώσσα μας προφέρει προσευχητικὰ λόγια καὶ ἡ διάνοιά μας ὀνειροπολεῖ, τίποτα δὲν ἔχουμε νὰ ὠφεληθοῦμε. Ἀπεναντίας, θὰ κατακριθοῦμε, ἐπειδὴ ἀκριβῶς μὲ μεγαλύτερη ὑπομονὴ καὶ ἐντατικότερη προσοχὴ μιλᾶμε σὲ ἀνθρώπους παρὰ στὸν Κύριό μας. Στὸ κάτω-κάτω, κι ἂν ἀκόμα δὲν πάρουμε τίποτε ἀπ’ Αὐτόν, τὸ νὰ βρισκόμαστε σὲ διαρκῆ ἐπικοινωνία μαζί Του μικρὸ καλὸ εἶναι; Ἂν ὠφελούμαστε πολύ, ὅταν συζητᾶμε μ’ ἕναν ἐνάρετο ἄνθρωπο, πόσο θὰ ὠφεληθοῦμε, ἀλήθεια, συνομιλώντας μὲ τὸν Πλάστη, τὸν Εὐεργέτη, τὸ Σωτήρα μας, ἔστω κι ἂν δὲν μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητᾶμε;
Γιατί, ὅμως, δὲν μᾶς δίνει; Θὰ τὸ τονίσω γι’ ἄλλη μία φορά: Γιατί συνήθως Τοῦ ζητᾶμε πράγματα βλαβερά, νομίζοντας πὼς εἶναι καλὰ καὶ ὠφέλιμα. Δὲν γνωρίζεις, ἄνθρωπέ μου, τὸ συμφέρον σου. Ἐκεῖνος, ποὺ τὸ γνωρίζει, δὲν εἰσακούει τὴν παράκλησή σου, γιατί φροντίζει περισσότερο ἀπὸ σένα γιὰ τὴ σωτηρία σου. Ἂν οἱ γονεῖς δὲν δίνουν πάντα στὰ παιδιὰ τοὺς ὅ,τι τοὺς ζητοῦν, ὄχι βέβαια ἐπειδὴ τὰ μισοῦν, μὰ ἐπειδή, ἀπεναντίας, ὑπερβολικὰ τὰ ἀγαποῦν, πολὺ περισσότερο θὰ κάνει τὸ ἴδιο ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος καὶ περισσότερο ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας, μᾶς ἀγαπᾶ καὶ καλύτερα ἀπ’ ὅλους γνωρίζει ποιὸ εἶναι τὸ καλό μας.
Ὅταν, λοιπόν, ἀποκάνεις ἱκετεύοντας τὸν Κύριο, κι Ἐκεῖνος δὲν σοῦ δίνει σημασία, μὴν παραπονιέσαι. Ξεχνᾶς, ἄλλωστε, πόσες φορὲς ἐσὺ ἄκουσες κάποιον φτωχὸ νὰ σὲ παρακαλάει καὶ δὲν τοῦ ἔδωσες σημασία; Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανες ἀπὸ σκληρότητα, ἐνῶ ὁ Θεὸς τὸ κάνει ἀπὸ φιλανθρωπία. Ὡστόσο, ἐνῶ δὲν δέχεσαι νὰ κατηγορήσουν ἐσένα, ποὺ ἀπὸ σκληρότητα δὲν ἄκουσες τὸν συνάνθρωπό σου, κατηγορεῖς τὸ Θεό, ποὺ ἀπὸ φιλανθρωπία δὲν σὲ ἀκούει.
Εἶπα ὅμως προηγουμένως, ὅτι κι ὅταν ἀκόμα δὲν σὲ ἀκούει, ἡ ὠφέλειά σου ἀπὸ τὴν προσευχὴ εἶναι μεγάλη. Γιατί εἶναι ἀδύνατο ν’ ἁμαρτήσει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται πρόθυμα καὶ ἀδιάλειπτα, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ συντρίβει τὴν καρδιά του, ἀνεβάζει τὸ νοῦ του στὸν οὐρανὸ καὶ ὁμολογεῖ ταπεινὰ στὸν Κύριο τὰ ἁμαρτήματά του. Γιατί, ὕστερα ἀπὸ μία τέτοια προσευχή, πετάει μακριὰ κάθε φροντίδα γιὰ τὰ γήινα, ἀποκτάει φτερά, γίνεται ἀνώτερος ἀπὸ τ’ ἀνθρώπινα πάθη.
Τὰ δροσερὰ νερὰ δὲν δίνουν στὰ φυτὰ τόση θολερότητα, ὅση δίνουν τὰ δάκρυα στὸ δέντρο τῆς προσευχῆς, κάνοντάς το ν’ ἀνεβαίνει ψηλά, ὡς τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, μάλιστα, Ἐκεῖνος εἰσακούει τὴν προσευχή μας. Καὶ πῶς νὰ μὴν εἰσακούσει τὴν προσευχὴ μιᾶς ψυχῆς, ποῦ στέκεται μπροστά Του μὲ αὐτοσυγκέντρωση, μὲ κατάνυξη, μὲ ταπείνωση; Μιᾶς ψυχῆς ποὺ ἔχει μεταφερθεῖ νοερὰ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό; Μιᾶς ψυχῆς ποὺ ἔχει διώξει κάθε ἀνθρώπινο λογισμό, κάθε βιοτικὴ μέριμνα, κάθε ἐμπαθῆ προσκόλληση, κι ἔχει ἀφοσιωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ μυστικὴ καὶ πανευφρόσυνη κοινωνία μὲ τὸν Κύριό της;
Ναί, ἔτσι πρέπει νὰ προσεύχεται ὁ χριστιανός. Ἀφοῦ συγκεντρώσει καὶ ἐντείνει ὅλη του τὴ σκέψη, τότε νὰ ἱκετεύει τὸ Θεὸ ἔμπονα. Δὲν χρειάζεται νὰ λέει ἀτέλειωτα λόγια, φτάνουν τὰ λίγα καὶ ἁπλά. Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ Κυρίου στὴν προσευχὴ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν λόγων, ἀλλ’ ἀπὸ τὴ νήψη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς.

Ὅποιος προσεύχεται, λοιπόν, ἂς μὴ λέει περίσσια λόγια. Καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Παῦλος, ἄλλωστε, μᾶς σύστησαν νὰ προσευχόμαστε συχνά, ἀλλὰ μὲ συντομία καὶ μικρὰ διαλείμματα. Γιατί, μακραίνοντας τὴν προσευχή, εἶναι δυνατὸ νὰ χάσεις τὴν προσοχή. Κι ἔτσι δίνεις τὴν εὐκαιρία στὸ διάβολο νὰ σὲ πλησιάσει καὶ νὰ σοῦ ὑποβάλει τοὺς δικούς του λογισμούς. Ἄν, ὅμως, οἱ προσευχές σου εἶναι σύντομες καὶ συχνές, τότε θὰ μπορεῖς εὔκολα νὰ τὶς κάνεις μὲ προσοχὴ καὶ νήψη, καλύπτοντας μ’ αὐτὲς ὅλο τὸν διαθέσιμο χρόνο σου.

Καὶ μὴ μοῦ πεῖς, ὅτι, καθὼς εἶσαι συνέχεια ἀπασχολημένος μὲ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, δὲν μπορεῖς νὰ τρέχεις κάθε τόσο στὴν ἐκκλησία οὔτε νὰ προσεύχεσαι ὅλη μέρα. Στὴν ἐκκλησία, ἔστω, δὲν μπορεῖς νὰ πηγαίνεις. Ὅπου κι ἂν βρίσκεσαι, ὅμως, μπορεῖς νὰ στήσεις τὸ θυσιαστήριό σου. Οὔτε ὁ τόπος οὔτε ἡ ὥρα σὲ ἐμποδίζουν. Κι ἂν δὲν γονατίσεις, κι ἂν δὲν κλάψεις, κι ἂν δὲν ὑψώσεις τὰ χέρια σου στὸν οὐρανό, ἡ προσευχή σου θὰ εἶναι τέλεια, ἐφόσον θὰ ἔχεις διάνοια θερμή. Ἐσὺ ποὺ βαδίζεις στὸ δρόμο, ἐσὺ ποὺ βρίσκεσαι στὴν ἀγορά, ἐσὺ ποὺ ταξιδεύεις στὴ θάλασσα, ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸ ἐργαστήριό σου, ἐσὺ ποὺ μαγειρεύεις στὸ σπίτι σου, ἐσὺ ποὺ καλλιεργεῖς τὸ χωράφι σου κι ἐσὺ ποὺ σὲ κάποιαν ἄλλη ἐργασία καταγίνεσαι, ὅταν δὲν μπορεῖτε νὰ ἔρθετε στὴν ἐκκλησία, κάντε, ἐκεῖ ποὺ εἶστε, προσευχὴ ἐκτενῆ καὶ προσεκτική. Ὁ Θεὸς δὲν νοιάζεται γιὰ τὸν τόπο. Ζητάει μόνο θερμότητα καρδιᾶς καὶ ἁγνότητα ψυχῆς.

“Και τί θὰ λέω, ὅταν προσεύχομαι;”, θὰ μὲ ρωτήσεις. Θὰ λὲς ὅ,τι καὶ ἡ Χαναναία τοῦ Εὐαγγελίου. «Ἐλέησέ με, Κύριε!», παρακαλοῦσε ἐκείνη. «Ἡ θυγατέρα μου βασανίζεται ἀπὸ δαιμόνιο». “Ελέησέ με, Κύριε!”, θὰ παρακαλᾶς κι ἐσύ. “Η ψυχή μου βασανίζεται ἀπὸ δαιμόνιο”. Γιατί ἡ ἁμαρτία εἶναι μεγάλος δαίμονας. Ὁ δαιμονισμένος ἐλεεῖται, ἐνῶ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀποδοκιμάζεται. “Ελέησέ με!”. Μικρὴ εἶναι ἡ φράση. Καὶ ὅμως, γίνεται πέλαγος φιλανθρωπίας, καθώς, ὅπου ὑπάρχει ἔλεος, ἐκεῖ ὑπάρχουν ὅλα τὰ ἀγαθά.
Καὶ ὅταν βρίσκεσαι ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, φώναζε μυστικά: “Ἐλέησέ με!”. Φώναζε μὲ τὴ σκέψη σου, χωρὶς νὰ κινεῖς τὰ χείλη σου. Γιατί ὁ Θεὸς μᾶς ἀκούει καὶ ὅταν σωπαίνουμε. Δὲν ἀπαιτεῖται τόσο τόπος, ὅσο τρόπος προσευχῆς. Καὶ στὸ λουτρὸ ἂν εἶσαι, νὰ προσεύχεσαι. Ὅπου κι ἂν εἶσαι, νὰ προσεύχεσαι. Ὅλη ἡ κτίση εἶναι ναὸς τοῦ Θεοῦ. Ἐσὺ ὁ ἴδιος εἶσαι ναὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ψάχνεις τόπο γιὰ νὰ προσευχηθεῖς;

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

imverias.blogspot.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Θα μας δοθεί ό,τι πρέπει και όταν πρέπει.

Να μην εκβιάζουμε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύουμε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύουμε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνουμε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρουμε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένουμε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσουμε αυτό που θέλουμε, αλλά να τ’ αφήνουμε στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσουμε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει. Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για εμάς και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα. Όταν έχουμε με τον Χριστό σχέση απολύτου εμπιστοσύνης, είμαστε ευτυχισμένοι, έχουμε χαρά. Έχουμε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτό είναι το μυστικό. … «ότι ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν, εμφανίζεται δε τοις μη απιστούσιν Αυτώ». Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Το απλό και απαλό είναι ένας αγιότατος τρόπος της πνευματικής ζωής, αλλά δεν είναι δυνατό να το μάθεις έτσι απ’ έξω. Πρέπει μυστικά να μπει μέσα σου, ώστε η ψυχή σου να ενστερνίζεται τον τρόπο αυτόν με την χάρι του Θεού. … Όταν το θέλεις όταν εκβιάζεις το θείον δεν έρχεται. Θα έλθει «εν ημέρα ή ου προσδοκάς και εν ώρα ή ου γινώσκεις». Εδώ υπάρχει το μυστήριο· δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. Όταν χάνετε τη θεία χάρι να μην κάνετε τίποτα. Να συνεχίζετε τη ζωή σας και τον αγώνα σας απλά, απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έλθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό. Και τότε όλα πάνε καλά. Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε. Ένα μυστικό είναι η ακολουθίες. Να επιδίδεσθε σε αυτές και η χάρις του Θεού μυστικά θα έλθει. Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοικτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική τη μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να τη διδάξει, ούτε τα βιβλία, ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό είναι ρευστό είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ. δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι». Μόνο το Πνεύμα το Άγιον μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάσθε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεσθε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη «φόρμα», θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει τη θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεσθε σιγά σιγά απαλά απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά. Από το βιβλίο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου – Βίος και Λογος»

διαβάστε περισσότερα »

Φύγε – φύγε, παπᾶ, δὲν σᾶς ζήτησα καὶ δὲν σᾶς θέλω, δὲν ἔχω σχέσεις μὲ παπᾶ­δες.

  Κάποια μέρα έρχεται στο Νοσοκομείο, που υπηρετούσα ως νοσοκομειακός ιερέας, ένας γνωστός μου και μου λέει : «Πάτερ, στον τάδε θάλαμο νοσηλεύεται ο θείος μου ο Κώστας. θα ήθελα να τον επισκεφθείτε, μη τυχόν και τον καταφέρετε να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει. θα ήθελα όμως να σας πω και τούτο. Ο θείος μου είναι καλός άνθρωπος, αλλά δεν είχε καλές σχέσεις με την εκκλησία και τους ιερείς, δεν εκκλησιαζότανε, δεν έχει εξομολογηθεί ούτε και έχει κοινωνήσει ποτέ, όμως σας το ξαναλέω ότι είναι καλός άνθρωπος». Πράγματι την άλλη μέρα πήγα στον θάλαμο και, για να μη φανεί ότι πήγα ειδικά γι’ αυτόν, άρχισα πρώτα να συνομιλώ με τους άλλους ασθενείς. εν συνεχεία πήγα και στο δικό του το κρεβάτι. πριν καλά καλά τον χαιρετήσω αντέδρασε με όχι καλή συμπεριφορά και δεν ήθελε όχι να τον χαιρετήσω αλλ’ ούτε καν να τον πλησιάσω. «Φύγε φύγε, παπά, δεν σας ζήτησα και δεν σας θέλω, δεν έχω σχέσεις με παπάδες». Εγώ, πριν φύγω από κοντά του, του λέω ότι είμαι ο ιερέας του νοσοκομείου, βρίσκομαι όλο το εικοσιτετράωρο στο νοσοκομείο κι αν θέλει κάποια εξυπηρέτηση μπορώ να του την προσφέρω, και έτσι έφυγα άπρακτος. Μετά από δύο ημέρες σκέφθηκα και πάλι να τον επισκεφθώ. Όταν με είδε να τον πλησιάζω, ήθελε και μάλιστα πάλι με άσχημο τρόπο να απομακρυνθώ. με την σκέψη ότι είναι συγγενής του γνωστού μου και καλού εκείνου ανθρώπου, θέλησα μετά από λίγες ημέρες να προσπαθήσω για μια ακόμα φορά να τον πλησιάσω. Μπαίνοντας μέσα στο θάλαμο και βλέποντας τους άλλους ασθενείς τόλμησα και πάλι να τον πλησιάσω. η συμπεριφορά του απέναντί μου δεν περιγράφεται. Εγώ κάπως, να το πω, θυμωμένος από την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του, έφυγα και το περίεργο είναι ότι έφυγε και αυτός τελείως από το μυαλό μου. αν τον θυμόμουνα, ίσως και πάλι να τον επισκεπτόμουνα. Μετά από δέκα περίπου ημέρες, με ειδοποιούν να επισκεφθώ και να εξομολογήσω έναν ασθενή που νοσηλευόταν σε ένα άλλο κτήριο. Εγώ φεύγοντας από την εκκλησία του νοσοκομείου για να επισκεφθώ τον ασθενή που με περίμενε να εξομολογηθεί, χωρίς να το καταλάβω και ποτέ δεν μπόρεσα να το καταλάβω πως βρέθηκα στο θάλαμο εκείνου του αρρώστου, του κ. Κώστα, που δεν με ήθελε. αν τον βλέπατε, αδελφοί μου, σε τι κατάσταση βρισκότανε θα τον λυπόσασταν. Εκείνη τη στιγμή που μπήκα στο θάλαμο δεν υπήρχε άλλος ασθενής παρά ο κύριος Κώστας ο οποίος πάλευε με τους δαίμονες που πήγαν να πάρουν την ψυχή του. τον είδα τρομαγμένο και να σκεπάζεται με το σεντόνι του και να φωνάζει και να λέει στα πονηρά πνεύματα «Όχι, όχι, φύγετε. Νάτους ήρθανε, όχι, όχι, διώξτε τους» και άλλα που δεν θυμάμαι. Βλέποντας αυτή την κατάσταση, δεν σας κρύβω ότι προς στιγμή φοβήθηκα μη τυχόν φύγουν οι δαίμονες από τον κ. Κώστα και να ‘ρθουν σε μένα. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή βλέποντας τον κ. Κώστα σ αυτή την φοβερή κατάσταση, του λέω : «κύριε Κώστα, τι θέλεις ; ». «Νάτους, πάτερ, διώξε τους, διώξε τους, δεν τους θέλω» κλπ. Τότε εγώ του λέω : «για να φύγουν, κ. Κώστα, πρέπει να εξομολογηθείς». «ναι, πάτερ, να εξομολογηθώ». και άρχισε να εξομολογείται με ειλικρίνεια και καθαρότητα. Αφού τελείωσε και του διάβασα την συγχωρητική ευχή, του είπα : «Τώρα, κ. Κώστα, θα κοινωνήσουμε». «ναι, πάτερ, να κοινωνήσω». Πήγα στο εκκλησάκι του νοσοκομείου πήρα την Θεία Κοινωνία και τον κοινώνησα. το απόγευμα θέλησα να τον επισκεφθώ να δω πως είναι. η αδελφή νοσοκόμα μου είπε : «Μία ώρα περίπου μετά την θεία κοινωνία, πάτερ, κοιμήθηκε». ιερομ. ΚΟΣΜΑΣ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗΣ [απόσπασμα από το βιβλίο «Ότάν πεθάνει ο άνθρωπος, η ψυχή του που πηγαίνει ; » (εκδ. ι. μονής οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου Πυργετού, Λάρισσα 2023, σσ. 84-86)

διαβάστε περισσότερα »

Έστω και ένας καλός λογισμός αρκεί.

  ~ Κάποια μοναχή πολεμήθηκε με λογισμούς πορνείας. Κι επειδή δεν μπορούσε να υπομείνει τον πόλεμο, έφυγε από το μοναστήρι της και γύρισε στον κόσμο. Δεν άργησε να καταλήξει σε πορνείο. Έμεινε εκεί αρκετά χρόνια και πλούτισε πολύ , γιατί ήταν πολύ όμορφη. Ο φιλάνθρωπος Θεός όμως, που εργάζεται για την σωτηρία του κάθε ανθρώπου, έβαλε στο νού της τη μνήμη των οδυνηρών κολάσεων και την αρχική δόξα και τιμή, από την οποία είχε ξεπέσει. Και εκείνη αφού τα αναλογίστηκε όλα αυτά, εγκατέλειψε πλούτη και περιουσία, κι έτρεξε στο μοναστήρι της , σαν προβατίνα που γλύτωσε από το στόμα των λύκων. Μόλις όμως έφτασε στην πύλη της μονής, έπεσε κάτω και ξεψύχησε .Εκεί κοντά ζούσε κάποιος έγκλειστος μοναχός, που είδε σε όραμα την νύχτα εκείνη αγγέλους και δαίμονες έξω από το μοναστήρι. Φιλονικούσαν όλοι μπροστά στη νεκρή για την ψυχή της. -Εφόσον μετανόησε, είναι δική μας, έλεγαν οι άγγελοι. -Μέχρι τώρα δούλευε σε μας , διαμαρτύρονταν οι δαίμονες. Άλλωστε δεν πρόφτασε να μπει στο μοναστήρι να μετανοήσει. Ενώ έτσι φιλονικούσαν, ήρθε άλλος άγγελος από τον ουρανό. -Γιατί φιλονικείτε; Τους ρώτησε και ύστερα τους είπε ότι ο αγαθός Θεός, αφότου η μοναχή σκέφτηκε να μετανοήσει, από την ίδια εκείνη στιγμή δέχθηκε την μετάνοια της. Αμέσως συνήλθε ο μοναχός από το όραμα και έτρεξε να αναγγείλει στην ηγουμένη τα συμβάντα. Αφού περιποιήθηκαν το λείψανο, το έθαψαν στο κοιμητήριο και ευχαρίστησαν τον ελεήμονα Θεό, που και μόνο ένα καλό λογισμό τον δέχεται σαν μετάνοια. Από το Γεροντικό

διαβάστε περισσότερα »

Αφού παρακαλώ τον Θεό γιατί δεν με ακούει;

Πολλές φορές στην ζωή μας συναντούμε το φαινόμενο να προσπαθούμε να κάνουμε κάτι και να μην γίνεται και από την άλλη πλευρά πάλι να έρχονται στην ζωή μας πράγματα, να ανοίγει δηλαδή μια πόρτα, να ανοίγει ένας δρόμος μπροστά μας που δεν τον επιδιώξαμε δεν τον ζητήσαμε δεν τον είχαμε υπόψιν μας και όμως ανοίγει και προχωράει κανείς. Γιατί φαίνεται μέσα από αυτά και το θέλημα του Θεού, το οποίο βέβαια ζητούμε όλοι στην ζωή μας, όλοι μας λέμε καθημερινά γενηθήτω το θέλημα σου. Ζητούμε από τον Θεό να γίνει το θέλημα του. Η καρδιά μας η ύπαρξη μας ζητάει το θέλημα του Θεού, προκειμένου να σωθούμε, προκειμένου να έχουμε κοινωνία με τω Θεώ διότι το θέλημα του Θεού είναι ένα και μοναδικό, είναι η Σωτηρία μας! Ο Θεός λοιπόν τα πάντα κατευθύνει για την Σωτηρία μας χωρίς βέβαια να παραβιάζει την ελευθερία της υποστάσεως μας, της προσωπικότητας μας. Όταν έχουμε ένα θέμα είναι σημαντικό να έχουμε την Θεία βοήθεια, όταν ο Θεός είναι μαζί μας, τότε κανείς δεν μπορεί να είναι εναντίον μας. Όλοι μπορούν να είναι εναντίον μας, αλλά τελικά θα γίνει αυτό το οποίο ο Θεός ευλογεί να γίνει και όταν έχει κανείς τον Θεό μαζί του δεν φοβάται τίποτα γιατί δεν υπάρχει περίπτωση να αποτύχει κάποιος έχοντας μαζί του τον Θεό, και αυτό δεν είναι μόνο για τα έργα για τα οποία κάνουμε κάθε μέρα τα οποία εκείνα είναι και πως να πούμε δεν είναι και μάταια πολλές φορές δεν είναι αιώνια πράγματα, αλλά κυρίως αυτό πρέπει να το ξέρουμε, για την Σωτηρία μας. Μας έλεγε πάντοτε ο Γέροντας μας ο μακαριστός ότι: «Εάν ο Θεός βρε παιδιά δεν μας εγκατέλειψε όταν εμείς δεν τον γνωρίζαμε, όταν εμείς τον εβρίζαμε, με τα έργα μας με τα λόγια μας με την ζωή μας την εφάμαρτη και παρά ταύτα ο Θεός δεν μας εγκατέλειψε και όταν εμείς δεν τον θέλαμε και τον κλωτσούσαμε και τον απωθούσαμε Αυτός παρέμεινε πιστός, παρέμεινε κοντά μας, παρέμεινε δίπλα μας, προσκαλώντας μας και κάνοντας τα πάντα για να μας καλέσει κοντά του και να μας φέρει μέσα στην επίγνωση της αληθείας του. Τώρα που κουτσά στραβά τον γνωρίσαμε, λίγο πολύ τον μάθαμε, λίγο πολύ ζητούμε την σωτηρία μας έστω και εάν οι αμαρτίες μας είναι τόσες πολλές και δεν μας αφήνουν να αποδείξουμε ότι πράγματι θέλουμε την Σωτηρία μας αλλά λίγο πολύ, κάπως κάναμε ένα βήμα περισσότερο από ότι ήμασταν προηγουμένως. Είναι δυνατόν ο Θεός να μας αφήσει τώρα; Και αυτό το έλεγε ο Γέροντας προκειμένου να δώσει θάρρος και δύναμη σε κάθε αγωνιζόμενο άνθρωπο ο οποίος αγωνιζόμενος συχνά πυκνά μπορεί να συναντήσει αυτό το τοίχος της απογοήτευσης μπροστά του γιατί είναι και τα πάθη μας πολλές φορές που δεν μας αφήνουν και πολεμάει και ο εχθρός και ο άνθρωπος αισθάνεται ότι δεν προχωρά, αισθάνεται εγκαταλελειμμένος φοβάται μήπως αποτύχει μήπως καταποντιστεί και πρέπει να έχει δύναμη και υπομονή και πρέπει να έχει λογισμούς τέτοιους καλούς λογισμούς οι οποίοι λογισμοί να τον ενισχύουν ώστε να μην χαθεί και να λέει στον εαυτό του ότι αφού δεν με άφησε ο Θεός τότε θα με αφήσει ο Θεός τώρα; Δεν είναι δυνατόν να με αφήσει ο Θεός, και εφόσον ο Θεός είναι μαζί μου και ο Θεός θέλει την Σωτηρία μου έστω και εάν εγώ εβολοδέρνωμαι δεξιά αριστερά, ο Θεός θα νικήσει στο τέλος φτάνει εμείς να ζητούμε το έλεος του Θεού, φτάνει εμείς να μην εγκαταλείψουμε τον Θεό να μην εγκαταλείψουμε την θέση μας να μην παραδοθούμε στα χέρια του εχθρού μέσα στην απόγνωση και στην απελπισία. και όσες αμαρτίες και να έχουμε, όση διαστροφή και εάν έχουμε, όση κατάσταση τραγική και εάν έχουμε δεν υπάρχει για τον Θεό κάτι το οποίο είναι δύσκολο, δεν υπάρχει για τον Θεό κάτι το οποίο δεν μπορεί να γίνει όπως είπαμε πολλές φορές δεν είναι δυνατόν ο Θεός να πει ότι ξέρεις δεν μπορώ να κάνω τίποτα για αυτόν τον άνθρωπο έχει τόσες αμαρτίες είναι τόσο διεστραμμένος είναι τόσο ταλαίπωρος που δεν μπορώ να κάνω τίποτα, δεν είναι δυνατόν ο Θεός να πεί αυτό το πράγμα δεν υπάρχει περίπτωση ο Θεός να μην μπορεί να κάνει κάτι εμείς μπορεί να μην μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα αλλά για τον θεό δεν υπάρχει αδύνατον πράγμα φτάνει εμείς να ζητούμε την βοήθεια του Θεού, να παρακαλούμε τον Θεό να μας ελεήσει, να ζητούμε το έλεος του Θεού. Έχει ο Θεός τρόπους άπειρους, Θεός είναι δεν δεσμεύεται δεν έχει περιορισμούς ο Θεός στις ενέργειες του, είναι απεριόριστες οι δυνατότητες και οι δυνάμεις του Θεού αφού είναι Θεός. Λοιπόν Αυτός ο Θεός όταν ανοίγει κανένας δεν μπορεί να το κλείσει, ένα πράγμα το οποίο ο Θεός θέλει να το κάνει θα το κάνει και κανείς δεν μπορεί να το ματαιώσει και όταν ο Θεός κλείσει μια πόρτα ότι και να κάνεις δεν θα ανοίξει αυτή η πόρτα και όπως πάλι μας έλεγε ο Γέροντας μας Γιατί βάλε μέσα στο μυαλό σου και πες ότι μήπως, μήπως είναι για το καλό μου το ότι ο Θεός δεν ανοίγει αυτή την πόρτα, προσευχήθηκες έκανες τις ενέργειες σου έκανες τα πάντα έκανες ότι εξαρτάται από εσένα και βλέπεις δεν πάει αυτό το πράγμα μπροστά δεν πάει αυτή η υπόθεση αυτή η ενέργεια αυτή η προσπάθεια σου δεν πάει ας πούμε κάτσε και σκέψου αφού ζητώ το θέλημα του Θεού, αφού παρακαλώ τον Θεό να με βοηθήσει, αφού παρακαλώ τον Θεό να με ενισχύσει τι συμβαίνει και πάνε όλα πίσω και είναι όλα κλειστά μήπως τελικά αυτό είναι το δικό μου συμφέρον; Μήπως αυτό πρέπει να γίνει; και πολλές φορές πάρα πολλές φορές όλοι μας έχουμε πείρα ότι πράγματι αυτό που λέγανε και οι πρόγονοι μας οι παλιοί άνθρωποι κάθε εμπόδιο για καλό είναι γεγονός δηλαδή την ώρα που σε εμποδίζει ένα πράγμα λες τα ευλογημένα τώρα δεν μπορώ να κάνω την δουλειά μου δεν μπορώ να κάνω εκείνο δεν επέτυχα το ένα δεν επέτυχα το άλλο. Μπορεί όμως μετά από χρόνια, και από χρόνια μπορεί μετά να πεις ευτυχώς που τότε δεν μπόρεσα να το κάνω, ευτυχώς που δεν προχώρησε εκείνη η δουλειά ευτυχώς

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο