Μία διδακτική ιστορία που άλλαξε την ζωή ενός μοναχού

Η ιστορία έχει ως εξής. Ο π. Μελχισεδέκ πριν πάρει το μεγάλο σχήμα, λεγόταν ηγούμενος Μιχαήλ και όπως όλοι οι ιερείς λειτουργούσε στο μοναστήρι. Ήταν ξυλουργός, ικανός και επιμελής.

Στους ναούς και στα κελιά των αδελφών υπάρχουν μπαούλα, αναλόγια, σκαλιστά προσκυνητάρια. καθίσματα, ντουλάπες και πολλά άλλα χρηστικά έπιπλα βγαλμένα από τα χέρια του. Δούλευε μάλιστα από νωρίς το πρωί μέχρι την νύχτα, προς μεγάλη χαρά τής διοίκησης της μονής.

Κάποτε, τού έδωσαν ευλογία να εκτελέσει για τη μονή μια μεγάλη ξυλουργική εργασία. Δούλευε αρκετούς μήνες, χωρίς σχεδόν να βγαίνει από το ξυλουργείο. Κι όταν τελείωσε, ένιωσε τόσο άσχημα που, όπως λένε οι αυτόπτες μάρτυρες, σωριάστηκε και έμεινε στον τόπο.

Από τις φωνές των ανθρώπων που ήταν μπροστά έτρεξαν αρκετοί μοναχοί, ανάμεσα τους και ο π. Ιωάννης (Κρεστιάνκιν). 0 π. Μιχαήλ δεν έδινε κανένα σημείο ζωής. Όλοι ήταν σκυμμένοι από πάνω του περίλυποι. Ξαφνικά ο π. Ιωάννης είπε: «Όχι, δεν είναι μακαρίτης. Θα ζήσει ακόμα!». 

Και άρχισε να προσεύχεται. Ακίνητος, ο ξαπλωμένος μοναχύς, άνοιξε τα μάτια του και ζωντάνεψε. Όλοι αμέσως σκέφτηκαν ότι κάτι τον είχε συνταράξει βαθιά. Αφού σύντομα συνήλθε, ο π. Μιχαήλ άρχισε να εκλιπαρεί να του φωνάξουν τον προεστώτα. Όταν εν τέλει ήρθε ο προεστώς. ο άρρωστος άρχισε με δάκρυα να ζητεί να του δώσουν το μεγάλο σχήμα. 

Λένε ότι μόλις άκουσε αυτή την αυθαίρετη επιθυμία τού μοναχού, ο προεστώς τον νουθέτησε με τον δικό του ιδιαίτερο, τραχύ τρόπο, να σοβαρευτεί και να αναρρώσει σύντομα για να επιστρέψει στη δουλειά του, μια και δεν μπόρεσε να πεθάνει στ’ αλήθεια.

Το επόμενο πρωί όμως. όπως λέει η ίδια μοναστική παράδοση, ο ίδιος ο προεστώς εμφανίστηκε στο κελί του π. Μιχαήλ απρόσκλητος και τού ανακοίνωσε, εμφανώς συγκλονισμένος, ότι θα λάβει σύντομα το μεγάλο σχήμα.

Αυτή η συμπεριφορά δεν ήταν καθoλου συνηθισμένη για τον τρομερό π. Γαβριήλ και προκάλεσε στην αδελφότητα ίδια έκπληξη με την ανάσταση του κεκοιμημένου. Στο μοναστήρι κυκλοφορούσε η φήμη ότι είχε εμφανιστεί το βράδυ στον προεστώτα ο άγιος προστάτης της Μονής των Σπηλαίων του Πσκωφ, Ιερομάρτυρας Ηγούμενος Κορνήλιος (τον οποίο είχε αποκεφαλίσει με το ίδιο του το χέρι ο Ιβάν ο Τρομερός τον 16° αιώνα) και διέταξε αυστηρά τον προεστώτα να εκπληρώσει χωρίς καθυστέρηση την παράκληση του μοναχού που είχε επιστρέψει από τον άλλο κόσμο.

Αυτό όμως. ξαναλέω, ήταν μια φήμη που κυκλοφορούσε. Όπως και να χει πάντως, σύντομα ο π. Μιχαήλ πήρε το μεγάλο σχήμα και μετονομάστηκε σε Μελχισεδέκ.

Ο γέροντας προεστώς έδωσε στο νέο μεγαλόσχημο το πολύ σπάνιο αυτό όνομα, προς τιμήν ενός αρχαίου και μυστηριώδους βιβλικού προφήτη. Για ποιο λόγο ο προεστώς τον ονόμασε ειδικά έτσι, παραμένει επίσης ένα μεγάλο μυστήριο, δεδομένου ότι ο ίδιος ο π. Γαβριήλ, τόσο κατά την κουρά, όσο και στα χρόνια που ακολούθησαν, δεν μπόρεσε ούτε μία φορά να προφέρει σωστά το πανάρχαιο όνομα -όσο κι αν πάλευε, το διαστρέβλωνε ανηλεώς. Και εξαιτίας αυτού, μάλιστα, του χάλαγε κάθε φορά η διάθεση, τόσο που εμείς οι δόκιμοι φοβόμασταν μη μας έρθει καμιά αδέσποτη…

Στο μοναστήρι ήξεραν ότι όση ώρα ήταν ο π. Μελχισεδέκ νεκρός, έζησε κάποια εμπειρία που τον επανέφερε στη ζωή άλλον άνθρωπο. Σε μερικούς κοντινούς του συνασκητές και πνευματικά παιδιά είχε διηγηθεί τι έζησε τότε. Αλλά ακόμα και οι απηχήσεις αυτής της διήγησης ήταν υπερβολικά ασυνήθιστες. Γι’ αυτό και, τόσο εγώ, όσο και οι φίλοι μου, θέλαμε να μάθουμε το μυστικό από τον ίδιο τον π. Μελχισεδέκ.

Και να που εκείνη τη νύχτα στο ναό του Αγίου Λαζάρου, πήρα το θάρρος πρώτη φορά να απευθυνθώ στον μεγαλόσχημο ηγούμενο και να τον ρωτήσω ακριβώς αυτό: τι είδε εκεί απ’ όπου συνήθως κανείς δεν επιστρέφει;

Ο π. Μελχισεδέκ άκουσε την ερώτηση μου κι έσκυψε το κεφάλι μπροστά στην Ωραία Πύλη σιωπηλός για πολλή ώρα. Εγώ κοκάλωσα. Μετάνιωνα που το θράσος μου με έσπρωξε να κάνω κάτι τόσο ασυγχώρητο. Στο τέλος όμως, ο μεγαλόσχημος μοναχός, με την αδύναμη από την αχρησία φωνή του, άρχισε να μιλάει.

Διηγήθηκε ότι είδε τον εαυτό του στη μέση ενός τεράστιου πράσινου χωραφιού.

Περπάτησε στο χωράφι χωρίς να ξέρει για πού, μέχρι που του έκλεισε τον δρόμο ένα τεράστιο χαντάκι. Εκεί. μέσα σε λάσπες και χώματα, είδε πλήθος μπαούλα, αναλόγια, προσκυνητάρια. Και υπήρχαν και χαλασμένα τραπέζια, σπασμένες καρέκλες, ντουλάπια. Ο μοναχός έριξε μια ματιά και διαπίστωσε έντρομος ότι ήταν τα αντικείμενα που είχε φτιάξει με τα ίδια του τα χέρια. Στεκόταν με δέος μπροστά στους καρπούς της μοναστικής του ζωής. Και ξαφνικά, ένιωσε κάποιον δίπλα του. Σήκωσε τα μάτια και είδε την Παναγία. Κοίταζε κι αυτή μελαγχολικά τις πολυετείς εργασίες του καλόγερου.

Μετά του είπε:

«Εσύ είσαι μοναχός. Περιμέναμε από σένα τα σημαντικότερα: μετάνοια και προσευχή. Και εσύ έφερες μόνο αυτό…».

Το όραμα εξαφανίστηκε. Ο πεθαμένος ξύπνησε πάλι στο μοναστήρι.

Μετά από αυτό το περιστατικό, ο π. Μελχισεδέκ μεταμορφώθηκε ολοκληρωτικά. Κύριος σκοπός τής ζωής του έγινε αυτό που του είπε η Υπεραγία Θεοτόκος: μετάνοια και προσευχή. Και οι καρποί των πνευματικών του εργασιών δεν άργησαν να φανερωθούν στη βαθιά του ταπεινοφροσύνη, στα δάκρυα για τις αμαρτίες του. στην ειλικρινή αγάπη του για όλους, στην πλήρη αυταπάρνηση και στα ασκητικά κατορθώματα του, που ξεπερνούσαν τα ανθρώπινα μέτρα. 

Και κατόπιν, στη σπουδαία του διορατικότητα και στην ενεργή βοήθεια που προσέφερε στους ανθρώπους με την προσευχή του.

Εμείς οι δόκιμοι, βλέποντας πώς ασκούνταν, πλήρως αποξενωμένος από τον κόσμο σε αόρατες και ασύλληπτες για μας πνευματικές μάχες, τολμούσαμε να του απευθυνόμαστε μόνο στις πιο εξαιρετικές περιπτώσεις. Κι επιπλέον τον φοβόμασταν και λιγάκι: στο μοναστήρι ήξεραν ότι ο π. Μελχισεδέκ ήταν πολύ αυστηρός ως πνευματικός.

Και είχε αυτό το δικαίωμα. Η σθεναρή απαιτητικότητά του για καθαρότητα της ψυχής του κάθε χριστιανού τρεφόταν μόνο από τη μεγάλη του αγάπη για τους ανθρώπους, τη βαθιά γνώση των κανόνων τού πνευματικού κόσμου και τη συνειδητοποίηση τού πόσο απαραίτητη για τον άνθρωπο είναι η αδιάλλακτη πάλη με τις αμαρτίες.

Αυτός ο μεγαλόσχημος μοναχός ζούσε στον δικό του ύψιστο κόσμο, όπου δεν ανέχονται τους συμβιβασμούς. Και όταν ύμως ο π. Μελχισεδέκ έδινε απαντήσεις, τότε αυτές ήταν εντελώς ασυνήθιστες και σαν γεννημένες από κάποια ιδιαίτερη, πηγαία δύναμη.

Κάποτε, στο μοναστήρι, έπεσε πάνω μου μια χιονοστιβάδα άδικων και σκληρών, όπως μου φαίνονταν, δοκιμασιών. Και αποφάσισα τότε να πάω να συμβουλευτώ τον πιο αυστηρό μοναχό της μονής, τον μεγαλόσχημο ηγούμενο Μελχισεδέκ.

Χτύπησα την πόρτα κι έπειτα από το καθιερωμένο «δι’ ευχών», βγήκε στο κατώφλι τού κελιού ο π. Μελχισεδέκ. 

Ήταν με τον μοναχικό του μανδύα και το μεγάλο σχήμα -τον πέτυχα ενώ έκανε τον κανύνα τού μεγάλου σχήματος.

Του ανακοίνωσα τις δυσκολίες και τα άλυτα προβλήματα μου. Ο π. Μελχισεδέκ στεκόταν μπροστά μου ακίνητος και άκουγε προσεκτικά τα πάντα, με σκυμμένο το κεφάλι ως συνήθως. Κατόπιν, σήκωσε το βλέμμα του κι έβαλε έξαφνα τα κλάματα…

«Αδερφέ!», είπε με ανείπωτο πόνο και πικρία. «Τι με ρωτάς; Εγώ ο ίδιος χάνομαι!».

Ο μεγαλόσχημος γέροντας, εκείνος ο μεγαλειώδης ασκητής με την άγια ζωή, στεκόταν μπροστά μου και έκλαιγε με ειλικρινή θλίψη, ως ο χειρότερος και αμαρτωλότερος άνθρωπος πάνω στη γη! Κι άρχισα να καταλαβαίνω με όλο και περισσότερη σαφήνεια και χαρά ότι η πλειοψηφία των προβλημάτων μου. μαζί με τις δυσκολίες μου, δεν άξιζαν μία!

Και όχι μόνο αυτό, αλλά και τα ίδια τα προβληματα εξορίστηκαν την ίδια στιγμή από την ψυχή μου με τρόπο χειροπιαστό. Δεν είχα πλέον ανάγκη να ρωτήσω ή να ζητήσω κάτι από τον γέροντα. Έκανε για μένα ότι μπορούσε. Χαιρέτισα με ευγνωμοσύνη και έφυγα.

Όλα όσα μάς τυχαίνουν -τα απλά και τα σύνθετα, τα μικρά ανθρώπινα προβλήματα και το ταξίδι προς τον Θεό τα μυστικά τού τωρινοί) και του μελλοντικού αιώνα- όλα επιλύονται μόνο με ανεξήγητη, ακατανόητα υπέροχη και ισχυρή ταπεινοφροσύνη.

Και ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνουμε την αλήθεια και το νόημα της. ακόμα κι αν αποδεικνυόμαστε ανίκανοι γι’ αυτή τη μυστηριώδη και παντοδύναμη αρετή, αυτή μάς αποκαλύπτεται από μόνη της ταπεινά, μέσα από τέτοιους καταπληκτικούς ανθρώπους, που μπορούν να τη δεξιώνονται.

Από το βιβλίο: «Σχεδόν Άγιοι» π. Τύχων Σεβκούνωφ

theomitoros.blogspot

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Προσευχή τη νύχτα.

Πολύ ωφελεί να σηκώνεστε τη νύχτα για προσευχή. Καλύτερη είναι η προσευχή της νύχτας. Είναι μια συνήθεια, μόλις ξυπνήσεις, να πεταχτείς αμέσως όρθιος. Η νύχτα δεν δόθηκε για να κοιμόμαστε (να ξεκουραζόμαστε) και να τεμπελιάζουμε πάντοτε. Δόθηκε και για προσευχή… (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Γιατί ο ίδιος ο Χριστός, διανυκτέρευσε στο όρος; Ασφαλώς, για να είναι το πρότυπό μας. Τη νύχτα κυρίως αναπνέουν τα φυτά. Τότε κυρίως και η ψυχή, περισσότερο από τα δέντρα δροσίζεται (με την προσευχή). (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Πίστεψέ με, ότι δεν καθαρίζει συνήθως τόσο πολύ η φωτιά τη σκουριά, όσο η νυχτερινή προσευχή το δηλητήριο των αμαρτημάτων μας. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Όταν την νύχτα, που άλλοι αναπαύονται, εσύ με δάκρυα επιτελείς νυχτερική προσευχή (αγρυπνία), πιο πολύ σε σπλαχνίζεται ο Κύριος. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Πάντοτε βέβαια, αλλά κυρίως τότε πρέπει να θυμόμαστε το Θεό, όταν η σκέψη μας ησυχάζει. Κατά την διάρκεια της ημέρας, έρχονται στο νου και άλλες φροντίδες και θόρυβοι και απομακρύνουν τον Θεό από την σκέψη μας. Στη διάρκεια όμως της νύχτας, μπορούμε να Τον θυμόμαστε διαρκώς, τότε που η ψυχή γαληνεύει και αναπαύεται σαν σε ήρεμο λιμάνι. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Τα πάντα οι μιαροί και πονηροί άνθρωποι τα τελούν μέσα στην νύχτα, διαφεύγοντας την προσοχή όλων, τυλιγμένοι στο σκοτάδι. Πες μου, την νύχτα δεν παραφυλάει ο μοιχός; Δεν επιδιώκει την νύχτα ο κλέφτης; Δεν κάνει την δουλειά του την νύχτα ο τυμβωρύχος; (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Η νυχτερινή ήσυχη προσευχή πολύ βοηθάει με την ηρεμία της και είναι πιο αποτελεσματική και για την δική μας πνευματική ανάπτυξη, όπως και η νυχτερινή σιωπηλή βροχή πολύ ωφελεί στην ανάπτυξη των φυτών. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης) Όλη η προσευχή που θα κάνεις την νύχτα, να την θεωρείς ανώτερη από οποιαδήποτε εργασία που θα κάνεις την ημέρα. Διότι η γλυκύτητα που δοκιμάζουν οι ερημίτες κατά την ημέρα, προέρχεται από το πνευματικό φως της νυχτός. (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος) Πολύ ωφελεί να σηκώνεστε τη νύχτα για προσευχή. Καλύτερη είναι η προσευχή της νύχτας. Είναι μια συνήθεια, μόλις ξυπνήσεις, να πεταχτείς αμέσως όρθιος. Μπορεί βέβαια, να γυρίσεις απ’ την άλλη μεριά και να σε πάρει ο ύπνος μέχρι το μεσημέρι. Πολύ κακό! Γι’ αυτό μόλις ξυπνήσεις, αμέσως να σηκωθείς. Να διαλέγεις τις ώρες της νύχτας. Μπαίνεις ευκολότερα στην προσευχή. Αυτός που αγρυπνεί τη νύχτα στην προσευχή, την άλλη μέρα μπορεί να εργαστεί πιο καλά. Διότι τον χαριτώνει ο Θεός και ανανεώνεται ψυχικά. Αντίθετα, όποιος δεν έχει διάθεση να κάνει θυσίες για την αγάπη του Χριστού, ο ίδιος αποκλείει τον εαυτό του απ’ την Χάρη. Ακόμη και τυχαία να ξυπνήσεις τη νύχτα, μην ξανακοιμηθείς αμέσως. Είναι μια ευκαιρία που σου δίνει ο Θεός να προσευχηθείς όσο μπορείς μες στην ησυχία. (Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης) Όλη τη νύχτα προσεύχομαι και φωνάζω: Ή σώσε τους δούλους σου Κύριε ή και εμένα σβήσε! Δεν θέλω παράδεισο…! (Όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής) Την βραδινή προσευχή να μην την αμελής. Να προσεύχεσαι με διάθεση, όπως εκείνοι που πηγαίνουν σε συμπόσιο. Αυτοί είναι ξύπνιοι και αισθάνονται όλο χαρά. Έτσι και εσύ, αφού πρόκειται να ομιλήσεις με τον Νυμφίο σου να μην ακούς, όταν σου λέει ο πειρασμός διάφορα για να σε εμποδίσει, γιατί ξέρεις έχουμε ένα που ενδιαφέρεται πολύ για εμάς. (Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής)

διαβάστε περισσότερα »

Αντιμετωπίζοντας τον πόνο πνευματικά.

  Πολλές φορές, οι σωματικές οδύνες γεννούν τις πνευματικές παρηγοριές και γι’ αυτό πρέπει να τις αποδεχόμαστε με χαρά. Όταν ο άνθρωπος δεν αντιμετωπίσει πνευματικά τον πόνο, μπορεί να αγριέψει, αλλά και θα πονά 2 φορές. Αν καταλάβει τι θησαυρό αποταμιεύει από τον πόνο των δοκιμασιών, δεν θα γόγγυζε. Όταν τον αντιμετωπίσει πνευματικά, ηρεμεί και παρηγοριέται θεϊκά. Είναι πανηγύρι μετά η αρρώστια γιατί θα πάει με τους Ομολογητάς και τους Μάρτυρες. Οι Άγιοι Μάρτυρες ξεχνούσαν τον πόνο, γιατί η αγάπη τους προς τον Χριστό ήταν μεγαλύτερη από τον πόνο και τον εξουδετέρωνε. Αν δεν αντιμετωπίζεις σωστά τον πόνο, θα πονάς δύο φορές. Αν σκέφτεσαι τον πόνο, θα διπλασιάζεται ο πόνος. Ενώ με έναν καλό λογισμό, αν λ.χ. θυμάσαι αυτούς που πονούν πιο πολύ από σένα ή αν ψάλλεις λίγο, ο πόνος ξεχνιέται. Ή να λες: «Για την αγάπη Σου Χριστέ μου, θα υπομείνω». Όταν επισκέπτεται ο πόνος τον άνθρωπο, τότε του κάνει επίσκεψη ο Χριστός. Η καλοπέραση και όταν ο άνθρωπος δεν περνάει καμία δοκιμασία, είναι σαν μια εγκατάλειψη Θεού. Μιλάω βέβαια για έναν ο οποίος δεν θέλει την κακοπάθεια για την αγάπη του Χριστού. Σου λέει: «Έχω την υγεία μου, έχω την όρεξή μου, τρώω, περνάω μια χαρά, ήσυχα» και δεν λέει ένα «δόξα Σοι ο Θεός». Ο Ιησούς είναι γλυκύς και όποιος ακουμπήσει την πίκρα του πόνου του στον Χριστό, το πικρό μεταβάλλεται σε γλυκό σιρόπι… Ο υπερβολικός σωματικός πόνος σε εκείνον που έχει θείο έρωτα μετριάζεται, ενώ ο λίγος πόνος χάνεται… Η χαρά δεν διώχνει τον πόνο, έχεις τον πόνο και χαίρεσαι συγχρόνως, ενώ η Θεία Χάρις!… Μεγάλη υπόθεση! Δεν περιγράφεται! Το καλύτερο «χάπι» του πόνου είναι η ψαλμωδία μαζί με την ευχή. Την νύχτα οι πόνοι (σε έναν άρρωστο) δυναμώνουν, διότι «βαραίνει» τη νύχτα ο άνθρωπος. Ύστερα την ημέρα οι άρρωστοι, επειδή έχουν συντροφιά, συζητούν κ.λπ., ξεχνούν τον πόνο. Το βράδυ που είναι μόνοι τους, πάει ο νους τους στον πόνο και νομίζουν ότι πονούν περισσότερο. Να ζεις τον πόνο σου, σαν να μην υπάρχει. Ο Θεός σε όποιον πονάει πνευματικά και υποφέρει για τους άλλους, δίνει πολλή παρηγοριά, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να αντέξει. Ξέρετε πώς πικραίνομαι με τόσα γράμματα που παίρνω από ανθρώπους με ένα σωρό προβλήματα; Πίκρα, φαρμάκι είναι το στόμα μου και μετά δεν θέλω να φάω τίποτε. Απ’ αυτόν όμως τον πόνο, βγαίνει η πραγματική χαρά. Ανταμείβει ο Θεός με παρηγοριά, ανάλογη με τον πόνο. Παρηγορεί με τέτοια παρηγοριά, που δεν μπορείς να την αντέξεις. Και ενώ προηγουμένως πονούσες για τον άλλον και έκλαιγες, μετά νοιώθεις μια αγαλλίαση. Σαν να σου λέει ο Καλός Θεός: Μην στενοχωριέσαι παιδί μου, άκουσα το αίτημά σου. Ο πόνος ο δικός σου, σε βοηθάει να καταλάβεις τον πόνο των άλλων. Και όταν δέχεσαι με χαρά τον δικό σου πόνο, δίνεις στους πονεμένους παρηγοριά. Πολλές φορές, οι σωματικές οδύνες γεννούν τις πνευματικές παρηγοριές και γι’ αυτό πρέπει να τις αποδεχόμαστε με χαρά. Ανυπόφορο ονομάζω τον πόνο εκείνο, που κάνει να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια! Αυτά τα δάκρυα δεν είναι ούτε μετανοίας, ούτε αγαλλιάσεως. Είναι δάκρυα μαρτυρίου!… Τον ανυπόφορο πόνο τον αντιμετωπίζει κανείς αν είναι κοσμικός, με το τραγούδι και αν είναι πνευματικός άνθρωπος, με την ψαλμωδία… Ο πατέρας μου μία φορά είχε πυρετό και πολύ πονοκέφαλο. Τί κάνει λοιπόν; Παίρνει και τρώει μία αλμυρή σαρδέλα, πίνει και ένα ποτήρι κρασί και άρχισε να τραγουδάει το: «Ξύπνα, καημένε μου ραγιά» και άλλα τραγούδια της κλεφτουριάς και έγινε καλά! Έτσι και εμείς να ψέλνουμε, για να «διασκεδάζεται» ο πόνος! Και εγώ μία μέρα κρύωσα και είχα έναν πονοκέφαλο, που πήγαινε να σπάσει το κεφάλι μου. Άρχισα λοιπόν μία πολύ ωραία ψαλμωδία και μου έφυγε ο πονοκέφαλος. Πράγματι η ψαλμωδία μαζί με την ευχή πολύ βοηθάει σ’ αυτές τις περιπτώσεις· απαλύνει την ψυχή, την γλυκαίνει…  

διαβάστε περισσότερα »

Η εξουσία πολλές φορές μας παρασύρει.

Αν κάποιος προτού γίνει μαθητής, αμέσως γίνεται δάσκαλος, οπωσδήποτε θα φτάσει στην αλαζονεία. Η εξουσία πολλές φορές μας παρασύρει να πράττουμε πράγματα, τα οποία δεν θεωρούνται καλά από τον Θεό και χρειάζεται πραγματικά γενναία ψυχή, για να κάνουμε καλή χρήση της τιμής, της δόξας και της εξουσίας. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους για τα μεν δικά τους σφάλματα γίνονται συνήγοροι, κατηγορούν όμως τα σφάλματα των άλλων. Και πολλές φορές λένε, ότι τα πράγματα της πολιτείας δεν βαδίζουν καλώς και ότι αιτία του κακού, είναι η απερισκεψία των αρχόντων. Εγώ όμως λέω, ότι όχι η απερισκεψία των αρχόντων, αλλά τα δικά μας σφάλματα είναι η αιτία της αναταραχής και αυτά προκαλούν τις συμφορές που μας συμβαίνουν. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση. Εξάλλου το να εκλέγουμε τους άρχοντες σύμφωνα με τις επιθυμίες μας, τίποτε άλλο δεν είναι παρά, το ότι λόγω των προηγούμενων σφαλμάτων μας, τέτοιον άρχοντα αποκτήσαμε… Έναν άνθρωπο που συγκρατεί τον θυμό, τον φθόνο και τις ηδονές του και ο οποίος όλα τα υποτάσσει στους Νόμους του Θεού, έναν τέτοιον άνθρωπο θα ήθελα να έβλεπα με μεγάλη ευχαρίστηση να εξουσιάζει. Εκείνος που κυβερνιέται από τα πάθη του και δεν μπορεί να κυβερνήσει τον εαυτόν του, πώς θα μπορέσει να κυβερνήσει και τους άλλους, σύμφωνα με τους Νόμους του Θεού; Ούτε ο πολιτικός, ούτε ο πνευματικός ηγέτης μπορούν να διοικήσουν καλά, αν δεν κυβερνούν πρώτα τον εαυτόν τους όπως πρέπει, αν δεν τηρούν με κάθε λεπτομέρεια τους νόμους. Τί ωφελείσαι, όταν εξουσιάζεις ανθρώπους και εξουσιάζεσαι από τα πάθη σου; Είσαι σαν και εκείνον που στο σπίτι του δέρνεται από τους υπηρέτες του και στην αγορά εμφανίζεται καμαρωτός, επειδή έχει άλλους κάτω από την εξουσία του. Αν κάποιος προτού γίνει μαθητής, αμέσως γίνεται δάσκαλος, οπωσδήποτε θα φτάσει στην αλαζονεία. Και αν προτού μάθει να άρχεται γίνει άρχοντας, αμέσως θα φουσκώσει από υπερηφάνεια. Όσοι από χαμηλές τάξεις πάρουν υψηλά αξιώματα, ευκολότερα φουσκώνουν από υπερηφάνεια. Η εξουσία πολλές φορές μας παρασύρει να πράττουμε πράγματα, τα οποία δεν θεωρούνται καλά από τον Θεό και χρειάζεται πραγματικά γενναία ψυχή, για να κάνουμε καλή χρήση της τιμής, της δόξας και της εξουσίας. Διότι η εξουσία πολλούς κατέστησε υπερήφανους, τους διήγειρε το θυμό και αναίρεσε το χαλινό της γλώσσας τους, καταποντίζοντάς τους στον μεγαλύτερο βυθό των κακών. Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

διαβάστε περισσότερα »

Θεέ μου, συγχώρα με όταν κλαίγομαι…!

  Σήμερα σε ένα λεωφορείο, είδα μία όμορφη κοπέλα με χρυσαφένια μαλλιά. Τη ζήλεψα… Φαινόταν τόσο χαρούμενη… Καί ευχήθηκα να ήμουν και εγώ τόσο όμορφος. Όταν σηκώθηκε να κατέβει, την είδα να περπατάει κουτσαίνοντας στο διάδρομο, είχε ένα πόδι και περπατούσε με δεκανίκι. Αλλά καθώς περπατούσε…τι χαμόγελο! Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ έχω δύο πόδια. Ο κόσμος είναι δικός μου. Σταμάτησα να αγοράσω καραμέλες. Το παιδί που τις πουλούσε ήταν τόσο χαριτωμένο. Μίλησα μαζί του και ήταν πολύ χαρούμενο. Δεν είχε σημασία αν θα αργούσα στην δουλειά. Και καθώς έφευγα μου είπε: «Σας ευχαριστώ. Είστε τόσο ευγενικός. Μού αρέσει να μιλώ με ανθρώπους σαν εσάς. Βλέπετε…πρόσθεσε είμαι τυφλός». Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ έχω δύο μάτια. Ο κόσμος είναι δικός μου. Αργότερα καθώς περπατούσα στον δρόμο είδα ένα παιδί με γαλανά μάτια. Στεκόταν και κοίταζε τα άλλα παιδιά που έπαιζαν. Δεν ήξερε τι να κάνει. Σταμάτησα και του είπα: «Γιατί δεν πας να παίξεις κι εσύ;» Το παιδί συνέχισε να κοιτάζει μπροστά του χωρίς να μιλήσει και τότε κατάλαβα ότι δεν άκουγε. Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ ακούω. Ο κόσμος είναι δικός μου. Με πόδια να με πηγαίνουν όπου θέλω, με μάτια για να βλέπω το ηλιοβασίλεμα, με αυτιά για να ακούω τα πάντα. Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι. Είμαι πραγματικά ευλογημένος.

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο