Οἱ δέκα ὀφθαλμοί τοῦ ἀνθρώπου

Γίνεται κατανοητό, ὅτι τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα δὲν εἶναι ἕνα αὐτόματο καὶ νεκρὸ μηχάνημα, μὲ τὸ ὁποῖο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ καὶ πράττει, ἀλλὰ ζωντανὸς συνεργάτης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὲ τὴν ἐπίδραση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅλος ὁ ἄνθρωπος μετατρέπεται σὲ «πράξη», «ἐνέργεια».

Καὶ μὲ τὴν βοήθεια τῶν ἁγίων ἀρετῶν μετατρέπει τὶς «Θεοκεχαριτωμένες» δυνάμεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σὲ δικές του δυνάμεις. Τὶς μεταφέρει σὲ κάθε «συστατικό» της ὑπάρξεώς του, τὶς ἐκχέει σ’ ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό του καὶ αὐτὲς συμμετέχουν σὲ ὅλες τὶς σκέψεις τοῦ (τοῦ ἀνθρώπου δηλ.), σὲ ὅλα τὰ αἰσθήματά του, στὶς θελήσεις του, στὶς ἐνέργειές του καὶ σὲ ὅλους τοὺς λόγους του. Μὲ μία λέξη, στὴν ὁλόπλευρη ζωή του.
Γι’ αὐτὸ μὲ τὴν εὐλογία, μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ ἄνθρωπος καθαρίζει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ἀνανεώνει, ἀνακαινουργώνει, ἁγιάζει, ἁγιοποιεῖ, μεταμορφώνει ὅλα τὰ ὄργανα τοῦ πνεύματός του, ὄργανα ἐπίγνωσης καὶ αἰσθήσεως: καρδιά, νοῦ, ψυχή, θέλημα, ἔτσι ὥστε αὐτὰ μποροῦν πλέον νὰ μὴ ὑποκύπτουν στὴν ἁμαρτία, νὰ ἐξουδετερώνουν τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, μποροῦν πλέον νὰ μὴ ναρκώνονται ἀπὸ τὴν παράλυση τοῦ -οἱουδήποτε-πάθους, ἀπὸ τὴν παράλυση τῶν παθῶν καὶ νὰ προσβλέπουν σὲ ὅλα τὰ θεϊκὰ ἀγαθά, τὰ ὁποία προσφέρει, δίνει σὲ μᾶς ὁ φιλάνθρωπος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.

Αὐτὸ τὸ μυστήριο μᾶς ἀποκαλύπτει ὁ «περίφροντις» (αὐτὸς ποὺ φροντίζει πολὺ ) γιὰ τὴν σωτηρία μας Ἀπόστολος, προσευχόμενος στὸν Θεὸ γιὰ τοὺς χριστιανούς, γιὰ καθαρὴ καρδιά, γιὰ καρδιὰ «ἀποκαθαρμένη», «ἐξαγιασμένη» καὶ «πεφωτισμένη» μὲ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. «Πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας ὑμῶν, εἰς τὸ εἰδέναι ὑμᾶς τὶς ἐστίν, ἡ ἐλπὶς τῆς κλήσεως αὐτοῦ, καὶ τὶς ὁ πλούτος τῆς δόξης τῆς κληρονομίας αὐτοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις, καὶ τί τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ».

Ὀφθαλμοὶ τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ πίστη. Γιατί ἡ πίστη γίνεται τὸ «βλέμμα» τῆς ψυχῆς μας. «Βλέμμα» τὸ ὁποῖο βλέπει τὸν «μὴ ὁρώμενον» καὶ τὸ «μὴ δρώμενο». Βλέπει τὸν ἀόρατο Θεὸ στὸν ὁρατὸ ἄνθρωπο Ἰησοῦ, βλέπει τὶς ἀναρίθμητες «ἀόρατες» κεχαριτωμένες δυνάμεις Του, οἱ ὁποῖες μὲ τὴν ἐκκλησία οἰκοδομοῦν τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, τοῦ κόσμου, τῶν δημιουργημάτων: καὶ τὴν δική μου σωτηρία καὶ τὴν δική σου καὶ ὅλων τῶν δικαίων, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν ἁμαρτωλῶν (ποὺ ἔχουν καλὴ προαίρεση καὶ τὴν ἐκφράζουν μὲ τὴν μετάνοια).

Γι’ αὐτὸ καὶ ἐμεῖς, διαμέσου αὐτοῦ τοῦ γήινου κόσμου καὶ διαμέσου ὅλων «τῶν κόσμων» γενικά, «διὰ πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους» (Β΄ Κορινθ. 5,7), «διὰ πίστεως», ἡ ὁποία εἶναι τὸ «βλέμμα» τῆς ψυχῆς μας, τῆς «κεχαριτωμένης», τῆς «ἐξαγιασμένης», τῆς «μεταμορφωμένης» ψυχῆς μας.

Σὲ μᾶς ἡ χριστιανικὴ πίστη εἶναι κάτι τὸ μοναδικό, εἶναι ὁ πρῶτος ἀθάνατος καὶ ὁ «πανὁρῶν» ὀφθαλμὸς τῆς «ἐν χάριτι» εὑρισκομένης ψυχῆς μας, ἡ ἀγάπη εἶναι ὁ δεύτερος ὀφθαλμός, ἡ προσευχὴ ὁ τρίτος, ἡ ἐλπίδα ὁ τέταρτος, ἡ νηστεία ὁ πέμπτος ὀφθαλμός, ἡ ταπείνωση ὁ ἕκτος, ἡ πραότης ὁ ἕβδομος, ἡ ὑπομονὴ ὁ ὄγδοος, ἡ Ἁγία Κοινωνία ὁ ἔνατος καὶ ἡ Ἁγία Μετάνοια ὁ δέκατος ὀφθαλμὸς καὶ μὲ τὴν σειρὰ αὐτή, ὅλα τὰ ἅγια μυστήρια καὶ οἱ ἅγιες ἀρετὲς εἶναι ὁ ἀναρίθμητος ἀριθμὸς «ὀφθαλμῶν» μας, ὀφθαλμῶν ποὺ βλέπουν τὰ πάντα, ὀφθαλμῶν ποὺ προσβλέπουν στὸν οὐρανό, ὀφθαλμῶν ποὺ βλέπουν καὶ γνωρίζουν τὴν ἀλήθεια.

Καὶ αὐτοὶ οἱ «ἅγιοι ὀφθαλμοὶ» ἔγιναν τὸ βλέμμα μας, μὲ τὸ ὁποῖο διακρίνουμε ποιὰ εἶναι «ἡ ἐλπίδα τῆς κλήσεως» τοῦ Χριστοῦ, ἐλπίδα μας, ποὺ εἶναι ἡ υἱοθεσία ἀπὸ τὸν «Θεὸν» διὰ «Ἰησοῦ Χρίστου», ποὺ εἶναι ἡ κληρονομιὰ τῆς οὐράνιας βασιλείας, ἡ αἰώνια ζωὴ στὴν μακαριότητα τοῦ Αἰωνίου, Τρισηλίου Θεοῦ καὶ Κυρίου. Καὶ ἀκόμη, αὐτοὶ «οἱ ὀφθαλμοὶ» εἶναι τὸ «βλέμμα» μας, μὲ τὸ ὁποῖο διακρίνουμε καὶ ποιὸς εἶναι «ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τῆς κληρονομιᾶς αὐτοῦ», ποιὰ εἶναι ἡ «κληρονομιά μας ἐν Χριστῷ».

Εἶναι ἡ ἔνθεη ζωή, ἡ αἰώνια ζωὴ καὶ αἰώνια δόξα, διαμέσου τῆς αἰώνιας ἀλήθειας, τῆς αἰώνιας δικαιοσύνης, τῆς αἰώνιας ἀγάπης, τῆς αἰώνιας χαρᾶς, τῆς αἰώνιας μακαριότητας. Καὶ ἀκόμη οἱ ἅγιοί μας ὀφθαλμοὶ βλέπουν «τὸ ὑπερβάλλον μέγεθος τῆς δυνάμεως αὐτοῦ εἰς ἡμᾶς τοὺς πιστεύοντας κατὰ τὴν ἐνέργειαν τοῦ κράτους τῆς ἰσχύος αὐτοῦ». Τῆς «ἰσχύος Αὐτοῦ», τῆς ἔνθεης, θεϊκῆς «ἰσχύος», ποὺ μὲ τὴν πίστη μας νικᾶ ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας, ὅλους τοὺς θανάτους, ὅλους τοὺς διαβόλους (ποὺ ἐκφράζουν τὰ διάφορα πάθη), ὅλες τὶς κολάσεις καὶ μᾶς «δωρίζει» σωτηρία, ἐξαγιασμό, ἀγαθοδωρεά, θέωση, Ἐνχριστοποίηση, Ἐντριαδοποίηση, παράδεισο, τὸν παν-παράδεισο.

Ἀπὸ μᾶς εἶναι ἡ πίστη, καὶ ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ ἡ δύναμη τῆς πίστεως. «Μέσῳ» τῶν ἱερῶν μυστηρίων καὶ τῶν ἁγίων ἀρετῶν ἡ πίστη μας αὐξάνει ἀπὸ δύναμη σὲ δύναμη, ἀπὸ ἀθανασία σὲ ἀθανασία, ἀπὸ παράδεισο σὲ παράδεισο, ἀπὸ χαρὰ σὲ χαρά, ἀπὸ ἀλήθεια σὲ ἀλήθεια, ἀπὸ δικαιοσύνη σὲ δικαιοσύνη, ἀπὸ καλὸ σὲ καλό, ἀπὸ σοφία σὲ σοφία. Αὐξάνει ἡ πίστη μας σὲ ὅλα τὰ «ἀγαθὰ» τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, προσβλέπουσα σ’ αὐτὰ «μὲ πεφωτισμένους τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς καρδίας».


Στὸν δρόμο αὐτὸν τῆς πίστεως ἀναρίθμητα εἶναι τὰ ἐμπόδια καὶ τὰ μαρτύρια, οἱ πειρασμοί, οἱ πόνοι καὶ οἱ παντοειδεῖς θλίψεις. Ἀλλὰ καὶ τὸ πιὸ μεγάλο μαρτύριο γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι τίποτε, ὅταν, στὴν καρδιὰ τοῦ πιστεύοντα, ὑπάρχει ἡ μεγάλη πλημμυρίδα τῆς Θεϊκῆς δύναμης. Ἔτσι μόνο, μπορεῖ νὰ ἐξηγηθεῖ ἡ ὑπομονὴ ποὺ ἔδειξαν καὶ ἡ χαρὰ ποὺ ἐξεδήλωσαν, οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ ὁμολογητὲς τῆς πίστεως, στὰ διάφορα μαρτύρια καὶ βασανιστήρια, ποὺ ὑπέμειναν, γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ.


Ἔτσι μόνο, μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν καὶ νὰ κατανοηθοῦν ὅλοι οἱ ὑπεράνθρωποι ἀγῶνες τῶν ἁγίων ἀναχωρητῶν τῆς ἐρήμου καὶ ὅλα τὰ καλοπροαίρετα καὶ ἄθελα βασανιστήρια καὶ μαρτύρια καὶ οἱ κακουχίες ὅλων τῶν δικαίων χριστιανῶν, ὅλων τῶν χριστοευσεβῶν ἀγωνιστῶν, ὅλων τῶν Θεοαγαπώντων πιστῶν, ὅλων τῶν ἀκούραστων εὐαγγελιστῶν.


Ἔτσι μόνο ἐξηγεῖται ἡ ἀντοχὴ καὶ καρτερία στοὺς πόνους ὅλων ἐκείνων ποὺ ἦσαν ἁμαρτωλοὶ καὶ μετανόησαν, ἦσαν ἅρπαγες, ἄσωτοι, ἀγαποῦσαν ἀσήμαντα πράγματα καὶ μετανόησαν, ἦσαν φιλήδονοι, ὑπερήφανοι, φίλαυτοι, ἐγωιστὲς καὶ ἔδειξαν ἀληθινὴ μετάνοια, ἦσαν φιλάργυροι, δολοφόνοι, κλέφτες, διαφθορεῖς, πότες καὶ μετανόησαν εἰλικρινά, ἦσαν ἀπελπισμένοι καὶ ὁδηγήθηκαν μὲ τὴν μετάνοια στὸν Χριστὸ (ποὺ εἶναι ἡ ἐλπίδα τῶν Χριστιανῶν).


Ὅλα αὐτὰ δείχνουν ὅτι ἡ πίστη μας, ἡ πίστη ὅλων, τῶν μεγάλων καὶ τῶν μικρῶν, τῶν δυνατῶν, καὶ τῶν ἀδυνάτων, τῶν βασιλέων καὶ τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων, τῶν σοφῶν καὶ τῶν ἄσοφων, ἡ πίστη αὐτὴ ὅταν ὑπάρχει, μὲ τὴν μεγάλη δύναμη τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ἐνέργεια καὶ πράξη αὐτῆς τῆς δύναμης στὶς καρδιές μας, στὶς συνειδήσεις μας, στὴ ζωή μας, κάνει ὥστε, ὅλα σὲ μᾶς νὰ ἀνατρέπονται «ἐκ βάθρων» καὶ «ὅλως πανσόφως» χωρὶς δυσκολίες, νὰ κτίζονται καινούργια πράγματα, θεϊκὰ καὶ αἰώνια.


Καὶ ἐμεῖς ἐνῶ βρισκόμαστε ἀκόμη ἐδῶ στὴ γῆ, ἀρχίζουμε νὰ ζοῦμε τὴν αἰώνια ζωή, καὶ ἐνῶ ἡ γῆ εἶναι κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μας, μετατρέπεται σὲ ἕνα ἀπροσπέλαστο οὐρανό. Ὅταν ὑπάρχει ἡ πίστη, δὲν ἔχει ἄλλον, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ σὲ Αὐτὸν βρίσκεται ὁ παράδεισός μας, ἡ χαρά μας καὶ ἡ αἰωνιότητά μας. Ναί, ἡ πίστη μας στηρίζεται στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, «ἐν δυνάμει Θεοῦ», «ἐν ἀποδείξει πνεύματος καὶ δυνάμεως» (Α’ Κορινθ. 2, 5,4).



Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

agiazoni.gr

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Όσοι ομιλούν για “ένωση Εκκλησιών”, δεν γνωρίζουν.

”Η διδασκαλία της Εκκλησίας, που έλαβε την τελική της μορφή από τις Οικουμενικές Συνόδους, δεν επιδέχεται καμιά αλλαγή… Όλη η μετέπειτα επιστημονική εργασία, πρέπει απαραίτητα να συμφωνεί μέ ότι δόθηκε στη Θεία αποκάλυψη, και διατυπώθηκε στη διδαχή των Οικουμενικών Συνόδων της Εκκλησίας… Το ίδιο ισχύει και για τη χάρη. Το πλήρωμα της χάριτος μπορεί να κατέχει μόνο η Μία και μοναδική Εκκλησία…” Μὲ τὸν τρόπο ποὺ προσεύχονται οἱ Δυτικοὶ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν τὶς πολύωρες προσευχὲς τῶν Ὀρθοδόξων Μοναχῶν. Αὐτοὶ μὲ μισῆ ὥρα προσευχὴ κουράζονται, γιατί προσεύχονται μὲ τὸ μυαλό, διανοητικά. Οἱ Ὀρθόδοξοι προσευχόμαστε μὲ τὸν νοῦ (καρδιακά). Οἱ Ἰουδαῖοι προσεύχονταν μὲ τὴν λογική τους. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δόθηκε στοὺς Ἀποστόλους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὡς πύρινες γλῶσσες καὶ κατάλαβαν ἕνα ἄλλο εἶδος προσευχῆς, τὴν καρδιακὴ προσευχή. Πρώτη φορὰ προσεύχονταν μὲ τὴν καρδιά τους. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως. Ἕνας Δυτικὸς ποὺ βαπτίζεται Ὀρθόδοξος, θὰ περάσει πολλὰ χρόνια μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μὲ καθοδήγηση ἐμπείρου πνευματικοῦ ὁδηγοῦ γιὰ νὰ ἀποκτήσει καθαρὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ ἦθος… Αὐτὸς εἶναι ο λόγος ποὺ ΔΕΝ μπορεῖ νὰ γίνει «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν»… Ἡ «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν» εἶναι δύσκολη, ἕως ἀδύνατη! Ὅσοι ὁμιλοῦν γιὰ «ἕνωση Ἐκκλησιῶν» δὲν γνωρίζουν οὔτε τὴν νοοτροπία τῶν ἑτεροδόξων οὔτε τὸ ὕψος τῆς Ὀρθοδοξίας! Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ γίνει, τουλάχιστον τώρα, ἡ «Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», διότι οἱ Ρωμαῖοι (Λατίνοι) δὲν θὰ ἀλλάξουν, ἀλλὰ καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ διαφθαροῦν… Νὰ κρατοῦμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη! Καί, ἐπειδὴ ζοῦμε σὲ δύσκολους καιρούς, θὰ λάβουμε μισθὸ περισσότερο ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους ποὺ ἔζησαν τὶς παλαιότερες ἐποχὲς καὶ κράτησαν τὴν πίστη… ~ Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

διαβάστε περισσότερα »

Τι πρέπει να κάνουμε, όταν είμαστε πληγωμένοι.

  Όταν βρίσκεσαι πληγωμένος, επειδή έπεσες σε κάποιο αμάρτημα λόγω αδυναμίας σου ή καμιά φορά με τη θέλησή σου μη δειλιάσεις· ούτε να ταραχθείς γι’ αυτό, αλλά αφού επιστρέψεις αμέσως στον Θεό, μίλησε έτσι: «Βλέπε, Κύριέ μου· έκανα τέτοια πράγματα, σαν τέτοιος που είμαι· ούτε ήταν δυνατό να περίμενες και τίποτε άλλο από εμένα τον τόσο κακοπροαίρετο και αδύνατο, παρά ξεπεσμό και γκρέμισμα». Και ευχαρίστησέ τον και αγάπησέ τον περισσότερο παρά ποτέ, θαυμάζοντας την τόσο μεγάλη ευσπλαχνία του, διότι μολονότι λυπήθηκε από σένα, πάλι σου δίνει το δεξί του χέρι και σε βοηθάει, για να μη ξαναπέσεις στην αμαρτία· τελευταία, πες με μεγάλο θάρρος στη μεγάλη ευσπλαχνία του: «Εσύ, Κύριέ μου, συγχώρησέ με και μην επιτρέψεις στο εξής να ζω χωρισμένος από σένα, ούτε να απομακρυνθώ ποτέ, ούτε να σε λυπήσω πλέον». Και κάνοντας έτσι, μη σκεφτείς αν σε συγχώρεσε, διότι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερηφάνεια, ενόχληση του νου, χάσιμο του καιρού και απάτη του διαβόλου, χρωματισμένη με διάφορες καλές προφάσεις. Γι’ αυτό, αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο στα ελεήμονα χέρια του Θεού, ακολούθησε την άσκησή σου, σαν να μην είχες πέσει. Και αν συμβεί εξ’ αιτίας της αδυναμίας σου να αμαρτήσεις πολλές φορές την ημέρα, κάνε αυτό που σου είπα όλες τις φορές, όχι με μικρότερη ελπίδα στον Θεό. Και κατηγορώντας περισσότερο τον εαυτό σου και μισώντας την αμαρτία περισσότερο, αγωνίσου να ζεις με μεγαλύτερη προφύλαξη. Αυτή η εκγύμναση δεν αρέσει στον διάβολο· γιατί βλέπει πως αρέσει πολύ στον Θεό, επειδή και μένει ντροπιασμένος ο αντίπαλος, βλέποντας ότι νικήθηκε από εκείνον, που αυτός είχε πριν νικήσει. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους για να μας εμποδίσει, να μην το κάνουμε. Και πολλές φορές πετυχαίνει το σκοπό του εξ’ αιτίας της αμέλειάς μας και της μικρής φροντίδας που έχουμε στον εαυτό μας.[…] Ο τρόπος λοιπόν, για να αποκτήσεις την ειρήνη, είναι ο εξής· να ξεχάσεις τελείως την πτώση και την αμαρτία σου και να παραδοθείς στη σκέψη της μεγάλης αγαθότητας του Θεού· και ότι, αυτός μένει πολύ πρόθυμος και επιθυμεί να συγχωρέσει κάθε αμαρτία, όσο και αν είναι βαριά, προσκαλώντας τον αμαρτωλό με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορους δρόμους, για να έλθει σε συναίσθηση και να ενωθεί μαζί του σε αυτήν τη ζωή με την χάρι του· στην δε άλλη να τον αγιάσει με τη δόξα του και να τον κάνει αιώνια μακάριο. Κατόπιν, όταν έλθει η ώρα της εξομολογήσεως, την οποία σε προτρέπω να κάνεις πολύ συχνά, θυμήσου όλες σου τις αμαρτίες, και με νέο πόνο και λύπη, φανέρωσέ τες όλες στον Πνευματικό σου και κάνε με προθυμία τον κανόνα που θα σου ορίσει. (“Αόρατος Πόλεμος” – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

διαβάστε περισσότερα »

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση.

  Ο άδικος, και γενικά κάθε ένοχος, όταν δεν ζητήσει συγχώρηση, ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επιπλέον από την αγανάκτηση του αδικημένου. Γιατί, όταν ο αδικημένος δεν τον συγχωρήσει και γογγύζει, τότε ο άδικος ταλαιπωρείται πολύ, βασανίζεται. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον χτυπούν κύματα και τον φέρνουν σβούρα. Είναι μυστήριο πράγμα το πώς το πληροφορείται! Όπως, όταν ένας αγαπά κάποιον και τον σκέφτεται με την καλή έννοια, εκείνος το πληροφορείται, έτσι και σ’ αυτήν την περίπτωση. Ω, ο γογγυσμός του άλλου τον κάνει άνω-κάτω! Και μακριά να είναι, τι στην Αυστραλία, τι στο Γιοχάνεσμπουργκ, δεν μπορεί να ησυχάσει, όταν είναι αγανακτισμένος ο άλλος εξαιτίας του. – Αν είναι αναίσθητος; – Οι αναίσθητοι λες ότι δεν υποφέρουν; Το πολύ-πολύ να καταφύγουν σε καμιά ψυχαγωγία, για να ξεχασθούν. Μπορεί πάλι ο αδικημένος να τον συγχώρησε τον ένοχο, αλλά να έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του. Τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε έναν βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου. Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση. Τη βασανίζει και την τρώει συνέχεια με το σαράκι σ’ ετούτη τη ζωή και πιο πολύ φυσικά θα την τρώει στην άλλη ζωή, την αιώνια, «ο ακοίμητος σκώληξ», αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος σ’ αυτήν την ζωή και δεν επιστρέψει τις αδικίες του στους συνανθρώπους του, έστω και με την αγαθή του προαίρεση, σε περίπτωση που δεν μπορεί με άλλον τρόπο. Θυμάμαι ένας δικηγόρος, που έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμά του σε μία επαρχία που είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημιές και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ’ αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οι καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά που τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. Όλοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ο Πνευματικός να δείτε τι συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό. Ο βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι και μία σκύλα. Μία φορά που η σκύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνο τη μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μία προβατίνα και είχε αφήσει το αρνάκι της που θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από τη σκύλα και θήλαζε από αυτή, η οποία ένιωθε και η ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ο καημένος ο βοσκός, όσο και να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ο βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήσει τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι . Ο Πνευματικός, έχοντας υπ’ όψιν του και τη φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τι να κάνεις; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πας και συ αυτό το αρνί να το φάει. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάει, γιατί όλος ο κόσμος ξέρει που είναι άδικος». Όταν είχε γεράσει πια ο άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεβάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε ο Πνευματικός να τον κάνει τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί. Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι που αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει πραγματικά. – Γέροντα, πολλοί πιστεύουν ότι τους έχουν κάνει μάγια. Πιάνουν τα μάγια; – Εάν ο άνθρωπος έχει μετάνοια και εξομολογείται, δεν πιάνουν. Για να πιάσουν τα μάγια, θα έχει δώσει κάποιο δικαίωμα ο άνθρωπος. Θα αδίκησε κάποιον, θα κοροϊδεύει καμιά κοπέλα κ.λπ. Τότε θα πρέπει να μετανοήσει, να ζητήσει συγχώρηση, να εξομολογηθεί, να ταχτοποιηθεί και να επανορθώσει αυτό που έκανε. Γιατί αλλιώς, και όλοι οι παπάδες να του διαβάσουν εξορκισμούς, δεν λύνονται τα μάγια. Αλλά και μάγια να μην του έκαναν, και μόνον το άχτι της αδικημένης ψυχής αρκεί για να τον βασανίζει. Υπάρχουν δύο μορφές αδικίας, η υλική και η ηθική. Υλική αδικία είναι, όταν αδικεί κανείς τον άλλον σε υλικά πράγματα. Ηθική είναι, όταν λ.χ. κάποιος γελάσει μία κοπέλα, και αν μάλιστα είναι ορφανή, με πενταπλάσιο βάρος βαραίνει την ψυχή του. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Με πόνο και αγάπη

διαβάστε περισσότερα »

Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του!

Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν την οδό της σωτηρίας. Μπήκαν στο σκοτάδι και δεν βλέπουν το Φως της Αλήθειας. Εκείνος, όμως, ήταν, είναι και θα είναι ελεήμων και καλεί από ευσπλαχνία όλους κοντά Του: «Ελάτε σ’ Εμένα όλοι οι “κοπιώντες και πεφορτισμένοι”, γνωρίστε Με και εγώ θα δώσω σε σας την ανάπαυση και την ελευθερία». Να η αληθινή ελευθερία –όταν βρισκόμαστε εν τω Θεώ. Κι εγώ δεν το γνώριζα αυτό προηγουμένως. Ως την ηλικία των εικοσιεπτά ετών πίστευα μόνο ότι ο Θεός υπάρχει αλλά δεν Τον γνώριζα. Αφότου, όμως, Τον γνώρισα εν Πνεύματι Αγίω, η ψυχή μου ορμά με πάθος προς Αυτόν και Τον ζητώ διακαώς ημέρα και νύχτα. Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Σε αυτό έγκειται η ελευθερία: στην αγάπη για τον Θεό και για τον πλησίον. Εδώ βρίσκεται και η ελευθερία και η ισότητα. Στην κοσμική τάξη είναι αδύνατον να υπάρξει ισότητα –αυτό, όμως, δεν έχει σημασία για την ψυχή. Δεν μπορεί να είναι ο καθένας βασιλιάς η άρχοντας, πατριάρχης, η ηγούμενος, η διοικητής. Μπορείς, όμως, όπου και να ανήκεις, να αγαπάς τον Θεό και είσαι ευάρεστος σε Αυτόν- και αυτό είναι σπουδαίο. Και όσοι αγαπούν περισσότερο τον Θεό στη γη, θα έχουν μεγαλύτερη δόξα στη Βασιλεία και θα είναι πιο κοντά στον Κύριο. Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του. Η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει εντελώς τον άνθρωπο, και τον διδάσκει να αγαπά απόλυτα τον Θεό. Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους Έμαθα ότι η αγάπη ποικίλλει ως προς την έντασή της. Όποιος φοβάται τον Θεό, φοβάται να Τον λυπήσει με κάτι· αυτός είναι ο πρώτος βαθμός. Όποιος έχει το νου του καθαρό από εμπαθείς λογισμούς, αυτός είναι ο δεύτερος βαθμός, μεγαλύτερος από τον πρώτο. Όποιος αισθητά έχει τη χάρη στη ψυχή του, αυτός είναι ο τρίτος βαθμός της αγάπης, ακόμη μεγαλύτερος. Η τέταρτη βαθμίδα, η τελεία αγάπη για τον Θεό, είναι όταν έχει κάποιος τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος και στην ψυχή και στο σώμα. Τα σώματα των ανθρώπων αυτών αγιάζουν και μετά τον θάνατό τους γίνονται άγια λείψανα. Αυτό γίνεται με τα σώματα των αγίων μαρτύρων, των προφητών, των οσίων ανδρών. Όποιος βρίσκεται σε αυτό το μέτρο, δεν προσβάλλεται από τη σαρκική επιθυμία, και θα μπορούσε να κοιμηθεί με νέα γυναίκα, χωρίς καμμιά επιθυμία γι’ αυτήν. Η αγάπη του Θεού είναι ισχυρότερη από την αγάπη της γυναίκας, προς την οποία ελκύονται όλοι, εκτός από αυτούς που έχουν το πλήρωμα της χάριτος του Θεού, γιατί η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει εντελώς τον άνθρωπο, και τον διδάσκει να αγαπά απόλυτα τον Θεό. Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους. Η ψυχή λησμονεί όλα τα επίγεια από τη μεγάλη αγάπη της για τον Θεό. Η δυστυχία μας έγκειται στο ότι δεν στεκόμαστε ακλόνητοι, εξαιτίας της υπερηφάνειάς μας, στη χάρη αυτή, και η χάρη μας εγκαταλείπει, και τότε η ψυχή την αναζητεί με θρήνους και οδυρμούς και λέει: «Διψά η ψυχή μου τον Κύριο». Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο