Τά σημάδια τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό.

Ἄς δοῦμε ποιά εἶναι τά σημάδια τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Θεό, γιά νά μήν ἔχουμε ψεύτικη ἰδέα γιά τήν ἀγάπη αὐτή. Γιατί σέ τίποτε ἄλλο δέν ἀπατᾶται ὁ ἄνθρωπος, ὅσο στό θέμα τῆς ἀγάπης. Τά σημάδια τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης εἶναι τά ἑξῆς:
Ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν Του

Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος καθορίζει καί λέει: «Ὁ ἔχων τάς ἐντολάς Μου καί τηρῶν αὐτἀς, ἐκεῖνος ἐστιν ὁ ἀγαπῶν Με» (Ἰω. 14, 21). Ὅποιος ἀγαπάει εἰλικρινά τόν Θεό, προσπαθεῖ νά φυλάγεται ἀπ’ ὅσα δέν ἀρέσουν σ’ Ἐκεῖνον καί ἀγωνίζεται νά ἐφαρμόζει ὅσα
Ἐκεῖνος ἀγαπάει. Γι’ αὐτό ἐκτελεῖ τίς ἅγιες ἐντολές τοῦ Κυρίου. Ἑπόμενο εἶναι λοιπόν νά μήν ἔχουν ἀγάπη πρός τόν Θεό ὅσοι χριστιανοί δέν δείχνουν ἐνδιαφέρον γιά τίς ἐντολές Του. Σ’ αὐτούς συγκαταλέγονται καί οἱ κακοποιοί, ὅσοι βλάπτουν τούς ἄλλους μέ ποικίλους τρόπους, οἱ ἄσωτοι, οἱ μοιχοί, οἱ αἰσχροί, οἱ κλέφτες, οἱ ἅρπαγες, οἱ ληστές, οἱ ἄδικοι…

Σ’ αὐτούς συγκαταλέγονται οἱ πονηροί, οἱ δόλιοι, οἱ γόητες, οἱ ἀπατεῶνες καί οἱ ὑποκριτές. Σ’αὐτούς συγκαταλεγονται ἀκόμα οἱ μάγοι κι’ ἐκεῖνοι πού τούς φωνάζουν στά σπίτια  τους καί γενικά ὅλοι οἱ παράνομοι. Αὐτοί, ὅπως δέν ἀγαποῦν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ, ἔτσι δέν ἀγαποῦν κι’ Αὐτόν τόν Ἴδιο. Αὐτοί ἀγαποῦν τόν ἑαυτό τους καί τά πάθη τους, καί ὄχι τόν Θεό καί τόν ἅγιο νόμο Του.
Ἡ πνευματική χαρά
Φανερό δεῖγμα τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Θεό εἶναι καί ἡ χαρά τῆς καρδιᾶς μας. Γιατί εἶναι φυσικό νά αἰσθανόμαστε χαρά γιά ὅ,τι ἀγαπᾶμε. Ἔτσι καί ἡ ἀγάπη μας πρός τόν Θεό, χωρίς τή χαρά δέν μπορεῖ νά νοηθεῖ. Ὅσες φορές ὁ ἄνθρωπος νιώθει στήν καρδιά του τή γλυκύτητα τῆς ἀγάπης γιά τόν Θεό, τόσες φορές καί πλημμυρίζει ἀπό χαρά.
Ὅπως τό μέλι εὐφραίνει τή γεύση μας, ἔτσι καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χαροποιεῖ τήν καρδιά μας, γιατί γευόμαστε καί βλέπουμε «ὅτι χρηστός ὁ Κύριος» (ψαλμ. 33, 9). Αὐτή ἡ χαρά γιά τόν Θεό φαίνεται σέ πολλά σημεῖα τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί πολύ περισσότερο στούς ἱερούς ψαλμούς. Αὐτή ἡ πνευματική, ἡ οὐράνια χαρά εἶναι ἡ πρόγευση τῆς χαρᾶς πού θ΄ ἀπολαύσουμε στήν αἰώνια ζωή.
Ἡ ἀποταγή τοῦ κόσμου
Ὁποῖος ἀγαπάει ἀληθινά τόν Θεό μόνο πρός Αὐτόν στρέφεται, καί ἀποστρέφεται τόν κόσμο καί ὅλα τά τοῦ κόσμου. Τήν τιμή, τήν δόξα, τόν πλοῦτο καί ὅλες τίς ἀναπαύσεις του, πού τά ἐπιζητοῦν οἱ «υἱοί τοῦ αἰῶνος τούτου», τά λογαριάζει γιά ἕνα μηδενικό.
Αὐτόν τόν ἱκανοποιεῖ ὁ Ἕνας, ὁ Θεός, τό ἄκτιστο ἀγαπημένο Του Ἀγαθό. Μόνο στόν Θεό βρίσκει ἀπόλυτη τιμή, δόξα, πλοῦτο καί ἀνάπαυση. Γι’ αὐτόν ὁ Θεός εἶναι ὁ πολυτιμότερος μαργαρίτης, μπροστά στόν Ὁποῖο ὅλα τά ἄλλα ἔχουν μικρή ἀξία.
Αὐτός τίποτα δέν ἐπιθυμεῖ, οὔτε στόν οὐρανό οὔτε στή γῆ, παρά μόνο τόν Θεό. Τέτοιου εἴδους ἀγάπη ἐκφράζουν τά λόγια τοῦ ψαλμοῦ: «Τί γάρ μοι ὑπάρχει ἐν τῷ οὐρανῷ καί παρά Σοῦ τί ἠθέλησα ἐπί τῆς γῆς; Ἐξέλιπεν ἡ καρδία μου καί ἡ σάρξ μου, ὁ Θεός τῆς καρδίας μου καί ἡ μερίς μου ὁ Θεός εἰς τόν αἰῶνα» (Ψαλμ. 72, 25-26). Τήν τροφή, τό ποτό, τά ροῦχα τά χρησιμοποιεῖ γιά τίς ἀνάγκες του μόνο καί ὄχι γιά ἡδονή.
Ὁποῖος ἀγαπάει τόν κόσμο δέν ἀγαπάει τό Θεό, σύμφωνα μέ τή μαρτυρία τοῦ Ἀποστόλου: «Ἐάν τίς ἀγαπᾶ τόν κόσμον, οὐκ ἐστιν ἡ ἀγάπη τοῦ Πατρός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰω. 2, 15). Τέτοιοι εἶναι ὅσοι θέλουν νά ζοῦν στή ζωή αὐτή μέ πολυτέλεια, νά κατοικοῦν σέ βίλες, νά περνοῦν μέ πλούσιες ἅμαξες, νά ντύνονται μέ βαρύτιμα ροῦχα, νά δοξάζονται καί νά τιμοῦνται ἀπ’ ὅλους. Αὐτοί ἔχουν σαρκικό φρόνιμα, φιλοδοξία καί ἐγωισμό, δηλαδή ὅ,τι  ἐχθρεύεται ὁ Θεός.
Ἡ μνήμη Θεοῦ
Ὁποῖος ἀγαπάει πραγματικά τόν Θεό, Τόν ἔχει ἀδιάκοπα στή μνήμη του· Αὐτόν, τήν ἀγάπη Του καί τίς εὐεργεσίες Του. Τό βλέπουμε καί στήν ἀγάπη μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Τόν ἄνθρωπο πού ἀγαπᾶμε, τόν σκεφτόμαστε συχνά. Παρόμοια συμβαίνει καί μέ τήν ἀγάπη μας πρός τόν Θεό. Ὅποιος Τόν ἀγαπάει, Τόν σκέφτεται συχνά, ἀναπαύεται κοντά Του καί σ’ Αὐτόν στρέφεται μέ θαυμασμό. Γιατί ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός του, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδία του (Ματθ. 6, 21). Γι’ αὐτόν ὁ ἀτίμητος καί πολυαγαπημένος του θησαυρός εἶναι ὁ Θεός. Ἔτσι καί ἡ καρδιά του βρίσκεται πάντα κοντά στόν Κύριο. Καί ἡ καρδιά, πού εἶναι ξέχειλη ἀπό ἀγάπη πρός τόν Θεό, φανερώνει καί ἐξωτερικά τά σημεῖα τῆς ἀγάπης της. Ὅσοι ξεχνοῦν τόν Θεό, δέν Τόν ἀγαποῦν. Ἡ λησμοσύνη εἶναι φανερή ἀπόδειξη ὅτι λείπει ἡ ἀγάπη. Ὅποιος ἀγαπάει, δέν μπορεῖ νά ξεχάσει αὐτόν πού ἀγαπάει.
Τό μαρτυρικό πνεῦμα
Δύο πρόσωπα πού ἀγαπιοῦνται, θέλουν νά βρίσκονται παντοτινά ἀχώριστα. Πολλοί βέβαια χριστιανοί ἐπιθυμοῦν νά εἶναι μαζί μέ τόν Χριστό δοξασμένοι, ἀλλά δέν θέλουν νά εἶναι μαζί Του καί στήν ἀτίμωση καί στό σταυρό. Προσεύχονται νά κληρονομήσουν τή βασιλειά Του, ἀλλά δέν θέλουν νά ὑποφέρουν μαζί Του. Ἔτσι φανερώνουν ὅτι ἡ καρδιά τους δέν εἶναι εἰλικρινής καί ὅτι δέν ἀγαποῦν ἀληθινά τόν Χριστό. Καί, γιά νά ποῦμε τήν ἀλήθεια, ἀγαποῦν περισσότερο τόν ἑαυτό τους παρά τόν Χριστό. Γι’ αὐτό ὁ Κύριος λέει: «Καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω Μου οὐκ ἐστι Μου ἄξιος» (Ματθ. 10, 38). Ὁ πραγματικός φίλος μας φαίνεται στή δυστυχία μας. Ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος πού ἀγαπάει πραγματικά τό Χριστό: Στόν κόσμο αὐτό συμπορεύεται μέ τό Χριστό. Ἡ καρδιά του προσκολλᾶται σ’ Αὐτόν. Ὑπομένει μαζί Του ἀγόγγυστα τά πάθη καί τό σταυρό. Καί θά εἶναι στήν αἰωνιότητα ἀχώριστα πιά κοντά Του. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός λέει ἀπ’ τήν καρδιά του: «Ἐμοί δέ τό προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι» (ψαλμ. 72, 28).
Ἡ ἀγάπη στόν πλησίον
Δεῖγμα τῆς ἀγάπης μας πρός τόν Θεό εἶναι ἡ ἀγάπη μας πρός τόν πλησίον. Ὅποιος ἀγαπάει εἰλικρινά τόν Θεό, αὐτός ἀγαπάει καί τόν πλησίον του. Ὅποιος ἀγαπάει πολύ ἕνα πρόσωπο, ἀγαπάει καί ἐκεῖνον πού συνδέεται μ’ αὐτό. Ἡ πηγή τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τό Θεό. Καί ἀντίστροφα, ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό φαίνεται ἀπό τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Εἶναι φανερό λοιπόν ὅτι ὅποιος δέν ἀγαπάει τόν πλησίον του, δέν ἀγαπάει καί τόν Θεό, ὅπως διδάσκει ὁ Ἀπόστολος: «Ἐάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπῶ τόν Θεόν, καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ μισεῖ, ψεύστης ἐστιν· ὁ γάρ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ὅν ἑώρακε, τόν Θεόν, Ὅν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν; Καί ταύτην τήν ἐντολήν ἔχομεν ἀπ’ Αὐτοῦ, ἵνα ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν ἀγαπᾶ καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ» (Α΄ Ἰω. 4, 20-21).
 Αὐτά εἶναι τά σημάδια τῆς ἀγάπης μας πρός τό Θεό.
Ἀγαπητοί χριστιανοί, ἄς ἀποστραφοῦμε τή ματαιότητα τοῦ κόσμου. Ἄς καθαρίσουμε τήν καρδιά μας μέ τή μετάνοια καί τή συντριβή, γιά νά κατοικήσει μέσα μας ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

«Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστι, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α’ Ἰω. 4, 16).
 Ὁ Θεός εἶναι τό ὕψιστο Ἀγαθό, ἀπό τό ὁποῖο πηγάζουν ὅλα τά ἀγαθά καί ἡ μακαριότητα.
 Χωρίς τόν Θεό κάθε εὐτυχία εἶναι καταραμένη καί φτωχή, ἡ ζωή θάνατος, ἡ χαρά καί ἡ γλυκύτητα πίκρα. Μέ τόν Θεό καί ἡ δυστυχία εἶναι εὐτυχία, ἡ φτώχεια πλοῦτος, ἡ ἀδοξία δόξα, ἡ ἀτιμία τιμή, οἱ δοκιμασίες γεμάτες παρηγοριά. Χωρίς τόν Θεό δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπάρξει ἀληθινή ἀνάπαυση, εἰρήνη καί παρηγοριά.
 Γι’ αὐτό, νά Τόν ἀγαπᾶς σάν τό πιό μεγάλο σου ἀγαθό καί τήν πραγματική σου μακαριότητα.
Νά Τόν ἀγαπᾶς πάνω ἀπό κάθε δημιούργημα. Περισσότερο ἀπό τόν πατέρα σου καί τή μητέρα σου, τή γυναίκα καί τά παιδιά σου. Πάνω καί ἀπό τόν ἴδιο τόν ἑαυτό σου. Σ’ Αὐτόν καί μόνο νά δώσεις τήν καρδιά σου, καί πιό πολύ ἀπό κάθε τί, Αὐτόν μόνο νά ἐπιθυμεῖς καί νά ποθεῖς. Γιατί ὁ Θεός εἶναι ἡ αἰώνια εὐτυχία σου, τό αἰώνιο ἀγαθό σου. Χωρίς Αὐτόν οὔτε στόν παρόντα κόσμο οὔτε στό μέλλοντα ὑπάρχει ζωή καί εὐτυχία.
 Κάθε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ εἶναι καλό, ἀλλά ὁ Δημιουργός εἶναι ἀσύγκριτα καλύτερος. Ἀγάπα λοιπόν καί ζήτα αὐτό τό ἴδιο Ἀγαθό, τό μόνο αὐθύπαρκτο, ἄναρχο, αἰώνιο, πανταχοῦ παρόν καί ἀναλλοίωτο, ἀπό τό ὁποῖο πλάστηκαν ἀριστοτεχνικά ὅλα τά δημιουργήματα.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!


ΑΓΑΠΑΣ ΤΟΝ ΘΕΟ;
Ἀπό τό βιβλίο «Πορεία πρός τόν οὐρανό»
Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζάντονσκ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος.

  Οι κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αυτοί που ζουν στα παλάτια και έχουν όλες τις ευκολίες». Αλλ’ όμως μακάριοι είναι αυτοί που κατόρθωσαν να απλοποιήσουν την ζωή τους και ελευθερώθηκαν από την θηλειά της κοσμικής αυτής εξελίξεως των πολλών ευκολιών, των πολλών δυσκολιών και απαλλάχθηκαν από τον φοβερό άγχος της σημερινής εποχής μας. Αν δεν απλοποιήσει την ζωή του ο άνθρωπος, βασανίζεται. Ενώ, αν την απλοποιήσει, δεν θα έχει αυτό το άγχος. Ένας Γερμανός μία φορά στο Σινά είπε σε ένα Βεδουινάκι που ήταν πανέξυπνο: «Εσύ είσαι έξυπνο, μπορείς να μάθεις γράμματα». «Και μετά;», τον ρωτάει εκείνο. «Με­τά θα γίνεις μηχανικός». «Και μετά;». «Μετά θ’ ανοίξεις ένα συνεργείο αυτοκινήτων». «Και μετά;». «Μετά θα το μεγαλώσεις». «Και μετά;». «Μετά θα πάρεις και άλλους να δουλεύουν και θα έχεις πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, του λέει, να έχω έναν πονοκέφαλο, να βάλω άλλον έναν πονοκέφαλο και μετά να βάλω και έναν άλλον; Δεν είναι καλύτερα τώρα που έχω ήσυχο το κεφάλι μου;». Ο περισσότερος πονοκέφαλος είναι από αυτές τις σκέψεις, να κάνουμε αυτό, να κάνουμε εκείνο. Αν ήταν πνευματικές οι σκέψεις, θα ένιωθε κανείς πνευματική παρηγοριά και δεν θα είχε πονοκέφαλο. Τώρα και στους κοσμικούς τονίζω πολύ την απλότητα. Γιατί πολλά από αυτά που κάνουν, δεν χρειάζονται και τους τρώει το άγχος. Τους μιλάω για την λιτότητα και την ασκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Απλοποιήστε την ζωή σας, για να φύγει το άγχος». Και τα περισσότερα διαζύγια από ‘κει ξεκινούν. Πολλές δουλειές, πολλά πράγματα έχουν να κάνουν οι άνθρωποι και ζαλίζονται. Δουλεύουν και οι δύο, πατέρας και μάνα, αφήνουν και τα παιδιά εγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεύρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγάς – αυτόματο διαζύγιο μετά, εκεί φθάνουν. Αν απλοποιούσαν όμως την ζωή τους, θα ήταν και ξεκούραστοι και χαρούμενοι. Αυτό το άγχος είναι καταστροφή! Μία φορά βρέθηκα σε ένα σπίτι που ήταν όλο πολυτέλεια και, καθώς συζητούσαμε, μου είπαν: «Ζούμε στον Παράδεισο, ενώ άλλοι άνθρωποι στερούνται». «Ζείτε στην κόλαση, τους λέω. «Άφρον, ταύτη τη νυκτί», είπε ο Θεός στον πλούσιο. Αν ο Χριστός με ρωτούσε: «Που θέλεις να σε βάλουμε, σε μία φυλακή ή σε ένα σπίτι σαν αυτό;», θα έλεγα: «Σε μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί η φυλακή θα με βοηθούσε. Θα μου θύμιζε τον Χριστό, θα μου θύμιζε τους αγίους Μάρτυρες, θα μου θύμιζε τους ασκητές που ήταν στις οπές της γης, θα μου θύμιζε καλογερική. Η φυλακή θα ομοίαζε και λίγο με το κελλί μου και θα χαιρόμουν. Αυτό το δικό σας τι θα μου θύμιζε και σε τι θα με βοηθούσε; Γι’ αυτό οι φυλακές με αναπαύουν καλύτερα όχι μόνον από ένα σαλόνι κοσμικό αλλά και από ένα ωραίο κελλί μοναχού. Χίλιες φορές στην φυλακή παρά σε ένα τέτοιο σπίτι». Κάποτε που είχα φιλοξενηθεί στην Αθήνα σ’ έναν φίλο μου, με παρακάλεσε να δεχθώ έναν οικογενειάρχη πριν φωτίσει, γιατί άλλη ώρα δεν ευκαιρούσε. Ήρθε λοιπόν χαρούμενος και συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό. Είχε και πολλή ταπείνωση και απλότητα και με παρακαλούσε να εύχομαι για την οικογένειά του. Ο αδελφός αυτός ήταν περίπου τριάντα οκτώ ετών και είχε επτά παιδιά. Δυό το ανδρόγυνο και άλλοι δυό οι γονείς του, εν όλω έντεκα ψυχές, και έμεναν όλοι σε ένα δωμάτιο. Μου έλεγε με την απλότητα που είχε: «Όρθιους μας χωράει το δωμάτιο, αλλά, όταν ξαπλώνουμε, δεν μας παίρνει, είναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τω Θεώ, τώρα κάναμε ένα υπόστεγο για κουζίνα και βολευτήκαμε. Εμείς έχουμε και στέγη. Πάτερ μου, ενώ είναι άλλοι που μένουν στο ύπαιθρο». Η εργασία του ήταν σιδερωτής. Έμενε στην Αθήνα και έφευγε πριν φωτίσει, για να βρεθεί εγκαίρως στον Πειραιά όπου εργαζόταν. Από την ορθοστασία και τις πολλές υπερωρίες τα πόδια του είχαν κιρσούς και τον ενοχλούσαν, αλλά η πολλή αγάπη του προς την οικογένειά του τον έκανε να ξεχνάει τους πόνους και τις ενοχλήσεις. Ελεεινολογούσε μάλιστα τον εαυτό του συνέχεια και έλεγε ότι δεν έχει αγάπη, γιατί δεν κάνει καλοσύνες σαν Χριστιανός, και επαινούσε την γυναίκα του ότι εκείνη κάνει καλοσύνες, γιατί εκτός από τα παιδιά και τα πεθερικά της που φρόντιζε, πήγαινε και έπαιρνε τα ρούχα από τους γέρους της γειτονιάς, τα έπλενε, τους συγύριζε και τα σπίτια, τους έφτιαχνε και καμμιά σούπα. Έβλεπε κανείς στο πρόσωπο του καλού αυτού οικογενειάρχη ζωγραφισμένη την θεία Χάρη. Είχε μέσα του τον Χριστό και ήταν γεμά­τος χαρά και το δωμάτιό του γεμάτο από παραδεισένια χαρά. Ενώ αυτοί που δεν έχουν μέσα τους τον Χριστό, είναι γεμάτοι από άγχος, και δυό άνθρωποι να είναι, δεν χωράνε μέσα σε έντεκα δωμάτια. Ενώ οι έντεκα αυτοί άνθρωποι με τον Χριστό, χωρούσαν μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι, όσους χώρους και να έχουν, βλέπεις να μη χωρούν, γιατί μέσα τους δεν έχει χωρέσει ο Χριστός ολόκληρος. Αν οι γυναίκες που ζούσαν στα Φάρασα έβλεπαν την πολυτέλεια που υπάρχει σήμερα, ακόμη και σε πολλά Μοναστήρια, θα έλεγαν: «Θα ρίξει ο Θεός φωτιά να μας κάψει! Εγκατάλειψη Θεού!». Εκείνες μάζευαν τις δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί έπρεπε να βγάλουν τα γίδια, μετά να συμμαζέψουν το σπίτι. Ύστερα πήγαιναν στα εξωκκλήσια ή μαζεύονταν στις σπηλιές, και μία που ήξερε λίγα γράμματα διάβαζε το Συναξάρι του Αγίου της ημέρας. Μετά δωσ’ του μετάνοιες, έλεγαν και την ευχή. Και δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα έπρεπε να ξέρει να ράβει όλα τα ρούχα του σπιτιού. Και τα έραβαν με το χέρι. Μηχανές του χεριού λίγες είχαν σε καμμιά πόλη, στα χωριά δεν είχαν. Αν υπήρχε στα Φάρασα όλο και όλο μία μηχανή του χεριού. Έρραβαν ακόμη και του άνδρα τα ρούχα και ήταν πιο άνετα, και τις κάλτες τις έπλεκαν στο χέρι. Είχαν γούστο, μεράκι, αλλά τους περίσσευε και χρόνος, γιατί τα είχαν όλα απλά. Οι Φαρασιώτες δεν κοιτούσαν λεπτομέρειες. Ζούσαν την χαρά της καλογερικής. Και αν, για παράδειγμα, η κουβέρτα δεν ήταν καλά στρωμένη και κρεμόταν λίγο από την μία μεριά και έλεγες: «Σιάξε την κουβέρτα», θα σου έλεγαν: «Σε εμποδίζει στην προσευχή σου;». Να συλλάβει κανείς το βαθύτερο νόημα της ζωής. «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…». Από εκεί ξεκινά η απλότητα και κάθε σωστή αντιμετώπιση. Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

διαβάστε περισσότερα »

Η Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Ιερό Ναό μας. (Φωτογραφίες)

Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖςπρεσβείαις ταῖςσαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Από την Θεία Λειτουργία επί τη Θεομητορική Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

διαβάστε περισσότερα »

Η Εορτή της Μεταμορφώσεως στον Ιερό Ναό μας. (Φωτογραφίες)

Μετεμορφώθης ἐν τῷ ὄρει Χριστὲ ὁ Θεός, δείξας τοῖς Μαθηταῖς σου τὴν δόξαν σου, καθὼς ἠδυναντο. Λάμψον καὶ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, τὸ φῶς σου τὸ ἀΐδιον, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, φωτοδότα δόξα σοι. Από την Θεία Λειτουργία επί τη Δεσποτική Εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.

διαβάστε περισσότερα »

”Τι πρέπει να κάνουμε, όταν είμαστε πληγωμένοι..”

Όταν βρίσκεσαι πληγωμένος, επειδή έπεσες σε κάποιο αμάρτημα λόγω αδυναμίας σου ή καμιά φορά με τη θέλησή σου μη δειλιάσεις· ούτε να ταραχθείς γι’ αυτό, αλλά αφού επιστρέψεις αμέσως στον Θεό, μίλησε έτσι: «Βλέπε, Κύριέ μου· έκανα τέτοια πράγματα, σαν τέτοιος που είμαι· ούτε ήταν δυνατό να περίμενες και τίποτε άλλο από εμένα τον τόσο κακοπροαίρετο και αδύνατο, παρά ξεπεσμό και γκρέμισμα». Και ευχαρίστησέ τον και αγάπησέ τον περισσότερο παρά ποτέ, θαυμάζοντας την τόσο μεγάλη ευσπλαχνία του, διότι μολονότι λυπήθηκε από σένα, πάλι σου δίνει το δεξί του χέρι και σε βοηθάει, για να μη ξαναπέσεις στην αμαρτία· τελευταία, πες με μεγάλο θάρρος στη μεγάλη ευσπλαχνία του: «Εσύ, Κύριέ μου, συγχώρησέ με και μην επιτρέψεις στο εξής να ζω χωρισμένος από σένα, ούτε να απομακρυνθώ ποτέ, ούτε να σε λυπήσω πλέον». Και κάνοντας έτσι, μη σκεφτείς αν σε συγχώρεσε, διότι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερηφάνεια, ενόχληση του νου, χάσιμο του καιρού και απάτη του διαβόλου, χρωματισμένη με διάφορες καλές προφάσεις. Γι’ αυτό, αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο στα ελεήμονα χέρια του Θεού, ακολούθησε την άσκησή σου, σαν να μην είχες πέσει. Και αν συμβεί εξ’ αιτίας της αδυναμίας σου να αμαρτήσεις πολλές φορές την ημέρα, κάνε αυτό που σου είπα όλες τις φορές, όχι με μικρότερη ελπίδα στον Θεό. Και κατηγορώντας περισσότερο τον εαυτό σου και μισώντας την αμαρτία περισσότερο, αγωνίσου να ζεις με μεγαλύτερη προφύλαξη. Αυτή η εκγύμναση δεν αρέσει στον διάβολο· γιατί βλέπει πως αρέσει πολύ στον Θεό, επειδή και μένει ντροπιασμένος ο αντίπαλος, βλέποντας ότι νικήθηκε από εκείνον, που αυτός είχε πριν νικήσει. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους για να μας εμποδίσει, να μην το κάνουμε. Και πολλές φορές πετυχαίνει το σκοπό του εξ’ αιτίας της αμέλειάς μας και της μικρής φροντίδας που έχουμε στον εαυτό μας.[…] Ο τρόπος λοιπόν, για να αποκτήσεις την ειρήνη, είναι ο εξής· να ξεχάσεις τελείως την πτώση και την αμαρτία σου και να παραδοθείς στη σκέψη της μεγάλης αγαθότητας του Θεού· και ότι, αυτός μένει πολύ πρόθυμος και επιθυμεί να συγχωρέσει κάθε αμαρτία, όσο και αν είναι βαριά, προσκαλώντας τον αμαρτωλό με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορους δρόμους, για να έλθει σε συναίσθηση και να ενωθεί μαζί του σε αυτήν τη ζωή με την χάρι του· στην δε άλλη να τον αγιάσει με τη δόξα του και να τον κάνει αιώνια μακάριο. Κατόπιν, όταν έλθει η ώρα της εξομολογήσεως, την οποία σε προτρέπω να κάνεις πολύ συχνά, θυμήσου όλες σου τις αμαρτίες, και με νέο πόνο και λύπη, φανέρωσέ τες όλες στον Πνευματικό σου και κάνε με προθυμία τον κανόνα που θα σου ορίσει. Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο