2 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ – ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

                                                                  
ΣΗΜΕΙΟΝ ΑΝΤΙΛΕΓΟΜΕΝΟΝ

«Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». (Λουκ. β΄ 34)

Μὲ συγκίνησιν πολλὴν ὁ δίκαιος Συμεὼν κρατεῖ εἰς τὰς ἀγκάλας του τὸ θεῖον βρέφος. Η καρδία του εἶναι πλημμύρισμένη ἀπὸ ἀγαλλίασιν. Ἔχει ἐστραμμένον τὸ βλέμμα πρὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὰ χείλη του κινοῦνται εὐλαβικά, διὰ νὰ προφέρουν θερμὴν εὐχήν, τὴν ὁποίαν ἡ μακαρία ἐκείνη στιγμὴ ἔφερεν εἰς τὸ στόμα του· «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα...» Ο τρισευτυχισμένος ἐκεῖνος πρεσβύτης στρέφεται κατόπιν πρὸς τὴν Παναγίαν, διὰ νὰ τῆς εἴπῃ βαρυσημάντους λόγους. Μὲ σοβαρότητα, ἡ ὁποία χαρακτηρίζει προφήτην φωτισμένον ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτοντα τὰς βουλὰς τοῦ Ὑψίστου, λέγει: «ἰδού οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Λόγοι ἀληθῶς προφητικοί, τοὺς ὁποίους ἡ Παναγία ἀκούει, ὄχι ἁπλῶς μὲ συγκίνησιν, ἀλλὰ μὲ δέος. Διότι προφητεύουν γεγονότα θλιβερὰ καὶ δυσάρεστα, ἐφ' ὅσον μάλιστα συνεχίζονται μὲ τὴν διαβεβοίωσιν: «καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία», τ.ἔ. καὶ τὴν ἰδικήν σου μητρικὴν καρδίαν θὰ διατρυπήσῃ δίστομος μάχαιρα. Αἱ τελευταῖαι λέξεις τῆς προφητείας αὐτῆς ἀναφέρονται εἰς τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θὰ ἐσπαράσσετο ἡ μητρικὴ καρδία. Τὰ προηγούμενα ὅμως προφητικὰ λόγια «ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» εἶχον καὶ ἔχουν τὴν πραγματοποίησίν πᾶσαν ἐποχήν.

1. «Σημεῖον ἀντιλεγόμενον». ᾿Αφ᾿ ὅπου ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἔγινε τὸ σοβαρώτερον σημεῖον τῆς ἀντιλογίας τῶν ἀνθρώπων. Ἡ προσωπικότης Του καὶ ἡ διδασκαλία Του ὑψώνονται ὡς στήλη φωτεινὴ ποὺ ἑλκύει ὁπωσδήποτε τὴν προσοχὴν ὅλων, ἀλλὰ καὶ καλεῖ ὅλους νὰ λάβουν θέσιν ἀπέναντί της. ᾿Αναλόγως δὲ πρὸς τὴν στάσιν ποὺ παίρνουν ἀπέναντι τοῦ Χριστοῦ, χωρίζονται πάντοτε εἰς δύο παρατάξεις οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ὅλη ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος κινεῖται περὶ ἄξονα τὸν Χριστόν. Τὸ βαθύτερον νόημα τῶν ἱστορικῶν γεγονότων κάθε ἐποχῆς δὲν εἶναι -ὅπως ἠθέλησαν αὐθαιρέτως νὰ ὑποστηρίξουν μερικοὶ- ἐπαύγασμα ὑλικῶν (καὶ δὴ οικονομικῶν) παραγόντων, ἀλλ᾽ εἶναι ἔκφρασις, καὶ ἐκδήλωσις τῆς στάσεως ποὺ λαμβάνουν ἑκάστοτε οἱ λαοὶ ἀπέναντι τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Νόμου Του. Αὐτὸς εἶναι τὸ «ἀντιλεγόμενον σημεῖον». ῎Αλλοι Τὸν δέχονται καὶ ἄλλοι Τὸν ἀρνοῦνται. ῎Αλλοι τάσσονται ὑπὸ τὴν σημαίαν Του, πιστοὶ στρατιῶται τῆς βασιλείας Του, καὶ ἄλλοι πολεμοῦν τὰ ἰδανικά ποὺ Ἐκεῖνος ἔγραψε μὲ τὸ Αἷμα τῆς θυσίας Του. Καὶ ἡ μετὰ Χριστὸν Ἱστορία, διὰ μέσου ποικίλων γεγονότων, δεικνύει τὴν κίνησιν καὶ τὴν πορείαν ποὺ ἀκολουθεῖ ἡ καμπύλη τῆς χριστιανικότητος ἢ μὴ τῆς ζωῆς τῶν ἀτόμων καὶ τῶν κοινωνιῶν. Πράγματι! ῎Ατομα καὶ οἰκογένειαι ποὺ Τὸν δέχονται καὶ συμμορφώνονται πρὸς τὸ θέλημά Του έχουν μίαν ἐξέλιξιν «εἰς ἀνάστασιν» τ. ἔ. ἐξέλιξη εὐτυχῆ, παρ' ὅλας τὰς τυχὸν δοκιμασίας των. Αντιθέτως, ἐκεῖνοι ποὺ παίρνουν ἠρνητικὴν στάσιν καὶ δὲν δέχονται ὑποταγὴν εἰς τὸ θεῖόν Του θέλημα, ἐξελίσσονται κατὰ τρόπον ποὺ ὁδηγεῖ «εἰς πτῶσιν», δηλ. ἐπακολουθεῖ εἰς αὐτοὺς κατάπτωσις καὶ καταστροφή· «σύντριμμα καὶ ταλαιπωρία ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν, καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ ἔγνωσαν» (Ρωμ. γ 16-17), διότι τὸ εἶπε πρὸ αἰώνων πολλῶν ὁ προφήτης «οι μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἀπολοῦνται». (Ψαλμ. β΄ 27) Καὶ κοινωνίαι ὁλόκληροι ὁδηγοῦνται «εἰς ἀνάστασιν» ἢ «εἰς πτῶσιν», ἀναλόγως τῆς ἐπικρατήσεως εἰς αὐτὰς χριστιανικοῦ ἢ ἀντιχριστιανικοῦ πνεύματος. Ὑπάρχει καὶ τοῦ πολιτισμοῦ πτῶσις καὶ ἀνάστασις (ἄνοδος), ἀναλόγως πρὸς τὸ κλῖμα καὶ τὰ ρεύματα ποὺ ἐπικρατοῦν. Μὲ τὴν χριστιανικὴν πνοὴν προάγεται ὁ πολιτισμός· καὶ χωρὶς αὐτὴν φθάνει γρήγορα εἰς τὴν παρακμὴν καὶ τὴν δύσιν του. Εἶναι ἀδιάψευστος ἡ προφητεία, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς «κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν... καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον».

2. Ἤδη ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Κυρίου ἐτέθη αὐτὸ τὸ δίλημμα εἰς τοὺς ἀνθρώπους· καὶ παρουσιάζετο ἡ Προσωπικότης Του καὶ τὸ κήρυγμά Του ὡς «σημεῖον ἀντίλεγόμενον» ὑπὸ διπλῆν ἔννοιαν. Πρῶτον μὲν πολλοὶ διηρωτῶντο: «Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν;» (Μάρκ. δ΄ 41). Μήπως ἄλλωστε καὶ ὁ Κύριος δὲν ἠρώτησε τοὺς μαθητάς Του διὰ νὰ ἀκουσθῇ ἡ ἀπήχησις τῆς κοινῆς γνώμης, «τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;» (Ματθ. ιστ΄ 13). Καὶ ἡ ἀπάντησις, ἐκ μέρους τῶν μαθητῶν, ἦτο: «οἱ μὲν Ἰωάννην τόν Βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν». Αλλὰ καὶ πάλιν ἐρωτᾷ ὁ Κύριος: «Ὑμεῖς δὲ τίνα μὲ λέγετε εἶναι;» Καί, ἐξ ὀνόματός των, ὁ Πέτρος ἐκφράζει τὸ ἀληθὲς φρόνημα περὶ τοῦ Χριστοῦ, καὶ πανηγυρικῶς ὁμολογεῖ: «σύ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». (αὐτ. 14-16). Έκτοτε, διὰ μέσου τῶν αἰώνων και τῶν γενεῶν, ὅλοι οἱ σοβαρῶς σκεπτόμενοι ἄνθρωποι ἀντιμετωπίζουν τὸ ἐρώτημα τοῦτο: «τίς ἄρα οὗτός ἐστιν»; Ποῖος εἶναι λοιπὸν Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος παρουσιάζεται ὡς θεία μορφή, ὡς προσωπικότης ἀγιωτάτη καὶ ὡς διδάσκαλος ὑψηλοτάτων ἀληθειῶν;
῎Αλλοι μὲν εὐλαβῶς ὑποκλίνονται ἐνώπιον τῆς ἁγίας Του προσωπικότητος καὶ εὐλαβῶς ὑπακούουν εἰς τὸ θεῖόν Του θέλημα. Καὶ σοφοὶ τοῦ κόσμου καὶ ἁπλοϊκοὶ τοῦ λαοῦ. Ὑπὸ τὴν σημαίαν τοῦ Κυρίου καὶ ἐπὶ τῶν γραμμῶν τοῦ Εὐαγγελίου Του συναντῶνται ὅσοι ὁμολογοῦν πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν εἰς Αὐτόν, λατρεύοντες τὴν θεότητα Του. ῎Αλλοι ὅμως ἔχουν τὰς ἐπιφυλάξεις των. Τὸν θεωροῦν ἁπλῶς ὡς μίαν ὑπέροχον φυσιογνωμίαν, ἀλλὰ προβάλλουν τὰς ἀμφιβολίας τῶν ἐν σχέσει πρὸς τὴν Θεότητά Του.

Δὲν εἶναι ὅμως ὁ Κύριος μόνον ἐπὶ τοῦ πεδίου τῆς πίστεως «σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ηθικολογικοῦ πεδίου. Διὰ τοῦτο κυρίως «σχίσμα ἐγένετο ἐν τῷ ὄχλῳ δι' αὐτόν» (Ἰω. ζ'. 43) Διότι ὁ Κύριος δὲν προβάλλει μόνον ὡς διδάσκαλος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀπαίτησιν τῆς συμμορφώσεως τῆς ζωῆς μας σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλίαν Του. Διχάζονται λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ἄλλοι μέν, κατανοοῦντες ὅτι ἡ διδασκαλία αὐτὴ εἶναι ἡ ὑψίστη ἠθικὴ διδασκαλία, τὴν ἀποδέχονται καὶ συμμορφώνονται πρὸς αὐτὴν· ἄλλοι ὅμως ἐπαναλαμβάνουν «σκληρὸς ἐστιν οὗτος ο λόγος τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;» (Ἰω. στ΄ 60). Σκληραὶ δηλ. αἱ ἀπαιτήσεις τῆς διδασκαλίας αὐτῆς· ποῖος μπορεῖ νὰ τὴν ἀκούῃ καὶ νὰ τὴν ἀποδέχεται; Στρέφουν λοιπὸν τὰ νῶτα καὶ ἐγκαταλείπουν τὴν γραμμὴν τοῦ Κυρίου, καθ᾿ ὅν χρόνο, ἄλλοι, συνετώτεροι καὶ μὲ εἰλικρινεστέραν διάθεσιν, ἐπαναλαμβάνουν διὰ μέσου τῶν αἰώνων: «Κύριε, πρὸς τίνα ἀπέλευσόμεθα; ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις». (αὐτ. 68) Ποῦ ἀλλοῦ νὰ καταφύγωμεν ἐκτὸς ἀπὸ Σένα; Σὺ δίδεις τὴν ὀρθὴν κατεύθυνσιν τοῦ βίου καὶ ἐξασφάλισιν ζωῆς αἰωνίου.

3. Ἐνῷ ὅμως ὁ Κύριος, κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον, παρουσιάζεται ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» καὶ «κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν», ἀναλόγως τῆς στάσεως ἑνὸς ἑκάστου, μένει πραγματικότης ἀνεπίδεκτος ἀμφισβητήσεως, ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος ἐξάπαντος θὰ πάρει θέσιν ἢ μετὰ τοῦ Χριστοῦ, ἢ κατὰ τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον φαντάζονται πολλοί, ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει, νὰ λάβουν δηλαδὴ μίαν στάσιν ἀδιάφορον, καὶ οὔτε ἔνθερμον ἀποδοχὴν τῆς χριστιανικῆς πίστεως νὰ ἔχουν, ἀλλὰ οὔτε καὶ πολεμικὴν, εἶναι αὐταπάτη. Διότι «ὁ μὴ ὤν μετ’ ἐμοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστιν» (Ματθ. ιβ΄30) εἶπεν ὁ Κύριος. Ἐκείνη ἡ δῆθεν οὐδετερότης, ἡ ὁποία καὶ εἰς τὰ ἐπίμαχα διεθνῆ ζητήματα δίδει τὴν ἐντύπωσιν ὅτι πρόκειται περὶ ἀρνήσεως καὶ ἀπροθυμίας διὰ σύμπραξιν καὶ βοήθειαν, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχῃ εἰς τὰς σχέσεις μας ἀπέναντι τοῦ Κυρίου. Διότι ὁ θέλων νὰ ἐμφανίζεται ὅτι εἶναι ἀδιάφορος καὶ οὐδέτερος, εἰς τὴν πραγματικότητα εἶναι ἀρνητής. Εἶναι δὲ καὶ ἔνοχος, ὡς σύμμαχος τοῦ κακοῦ, καὶ ὑπολογίζεται εἰς τὴν παράταξιν τῶν ἀρνουμένων τὸν Κύριον καὶ τὸ θέλημά Του. Μεγάλη, δυστυχῶς, μερὶς τῶν ἀνθρώπων δὲν εἶναι οὔτε θερμοὶ οὔτε ψυχροί. Εἶναι χλιαροί. Καὶ ὁ Κύριος λέγει, ὅτι τὸ χλιαρὸν, ὅταν τίθεται εἰς τὸ στόμα, προκαλεῖ τὸν ἔμετον, (εἶναι φράσις τῆς ᾿Αποκαλύψεως τοῦ Κυρίου γ΄ 16), διὰ νὰ δηλώσει ὅτι μᾶς θέλει θερμοὺς καὶ αφωσιωμένους εἰς Αὐτόν· μὲ ἀγωνιστικὴν προσπάθειαν καὶ θέλησιν νὰ ἐφαρμόσωμεν τὴν γραμμὴν τῆς διδασκαλίας Του εἰς τὸν βίον μας. ῎Αν εἴμεθα χλιαροί, δὲν μᾶς θεωρεῖ ὅτι εἴμεθα μαζί Του. ᾿Αντιθέτως θεωρεῖ ὅτι οἱ χλιαροὶ εἶναι πραγματικῶς ψυχροὶ καὶ σύμμαχοι εἰς τὸ κακόν.
Ἰδοὺ ποῖαι ἀπόψεις, ἄξιαι πολλῆς προσοχῆς, ἀνακύπτουν ἀπὸ τὴν προφητείαν τοῦ δικαίου Συμεών, ποὺ ἐλέχθει κατὰ τὴν Ὑπαπαντὴν τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποίαν σήμερον ἑορτάζομεν. Ας εἶναι αἱ σκέψεις αὐταὶ ἀφορμή, διὰ νὰ συνειδητοποιήσει ὁ καθένας ἐξ ἡμῶν τὴν θέσιν τὴν ὁποίαν ἔλαβεν, ἢ θὰ λάβῃ, ἀπέναντι τοῦ Κυρίου. Καὶ εἴθε ἡ κατανόησις αὐτὴ νὰ μᾶς ὁδηγήσει εἰς ὁριστικὴν ἀπόφασιν νὰ μείνωμεν πολίται και κληρονόμοι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ εἰς τοὺς αἰῶνας.

+ Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Όσοι ομιλούν για “ένωση Εκκλησιών”, δεν γνωρίζουν.

”Η διδασκαλία της Εκκλησίας, που έλαβε την τελική της μορφή από τις Οικουμενικές Συνόδους, δεν επιδέχεται καμιά αλλαγή… Όλη η μετέπειτα επιστημονική εργασία, πρέπει απαραίτητα να συμφωνεί μέ ότι δόθηκε στη Θεία αποκάλυψη, και διατυπώθηκε στη διδαχή των Οικουμενικών Συνόδων της Εκκλησίας… Το ίδιο ισχύει και για τη χάρη. Το πλήρωμα της χάριτος μπορεί να κατέχει μόνο η Μία και μοναδική Εκκλησία…” Μὲ τὸν τρόπο ποὺ προσεύχονται οἱ Δυτικοὶ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν τὶς πολύωρες προσευχὲς τῶν Ὀρθοδόξων Μοναχῶν. Αὐτοὶ μὲ μισῆ ὥρα προσευχὴ κουράζονται, γιατί προσεύχονται μὲ τὸ μυαλό, διανοητικά. Οἱ Ὀρθόδοξοι προσευχόμαστε μὲ τὸν νοῦ (καρδιακά). Οἱ Ἰουδαῖοι προσεύχονταν μὲ τὴν λογική τους. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δόθηκε στοὺς Ἀποστόλους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὡς πύρινες γλῶσσες καὶ κατάλαβαν ἕνα ἄλλο εἶδος προσευχῆς, τὴν καρδιακὴ προσευχή. Πρώτη φορὰ προσεύχονταν μὲ τὴν καρδιά τους. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως. Ἕνας Δυτικὸς ποὺ βαπτίζεται Ὀρθόδοξος, θὰ περάσει πολλὰ χρόνια μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μὲ καθοδήγηση ἐμπείρου πνευματικοῦ ὁδηγοῦ γιὰ νὰ ἀποκτήσει καθαρὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ ἦθος… Αὐτὸς εἶναι ο λόγος ποὺ ΔΕΝ μπορεῖ νὰ γίνει «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν»… Ἡ «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν» εἶναι δύσκολη, ἕως ἀδύνατη! Ὅσοι ὁμιλοῦν γιὰ «ἕνωση Ἐκκλησιῶν» δὲν γνωρίζουν οὔτε τὴν νοοτροπία τῶν ἑτεροδόξων οὔτε τὸ ὕψος τῆς Ὀρθοδοξίας! Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ γίνει, τουλάχιστον τώρα, ἡ «Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», διότι οἱ Ρωμαῖοι (Λατίνοι) δὲν θὰ ἀλλάξουν, ἀλλὰ καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ διαφθαροῦν… Νὰ κρατοῦμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη! Καί, ἐπειδὴ ζοῦμε σὲ δύσκολους καιρούς, θὰ λάβουμε μισθὸ περισσότερο ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους ποὺ ἔζησαν τὶς παλαιότερες ἐποχὲς καὶ κράτησαν τὴν πίστη… ~ Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

διαβάστε περισσότερα »

Τι πρέπει να κάνουμε, όταν είμαστε πληγωμένοι.

  Όταν βρίσκεσαι πληγωμένος, επειδή έπεσες σε κάποιο αμάρτημα λόγω αδυναμίας σου ή καμιά φορά με τη θέλησή σου μη δειλιάσεις· ούτε να ταραχθείς γι’ αυτό, αλλά αφού επιστρέψεις αμέσως στον Θεό, μίλησε έτσι: «Βλέπε, Κύριέ μου· έκανα τέτοια πράγματα, σαν τέτοιος που είμαι· ούτε ήταν δυνατό να περίμενες και τίποτε άλλο από εμένα τον τόσο κακοπροαίρετο και αδύνατο, παρά ξεπεσμό και γκρέμισμα». Και ευχαρίστησέ τον και αγάπησέ τον περισσότερο παρά ποτέ, θαυμάζοντας την τόσο μεγάλη ευσπλαχνία του, διότι μολονότι λυπήθηκε από σένα, πάλι σου δίνει το δεξί του χέρι και σε βοηθάει, για να μη ξαναπέσεις στην αμαρτία· τελευταία, πες με μεγάλο θάρρος στη μεγάλη ευσπλαχνία του: «Εσύ, Κύριέ μου, συγχώρησέ με και μην επιτρέψεις στο εξής να ζω χωρισμένος από σένα, ούτε να απομακρυνθώ ποτέ, ούτε να σε λυπήσω πλέον». Και κάνοντας έτσι, μη σκεφτείς αν σε συγχώρεσε, διότι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερηφάνεια, ενόχληση του νου, χάσιμο του καιρού και απάτη του διαβόλου, χρωματισμένη με διάφορες καλές προφάσεις. Γι’ αυτό, αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο στα ελεήμονα χέρια του Θεού, ακολούθησε την άσκησή σου, σαν να μην είχες πέσει. Και αν συμβεί εξ’ αιτίας της αδυναμίας σου να αμαρτήσεις πολλές φορές την ημέρα, κάνε αυτό που σου είπα όλες τις φορές, όχι με μικρότερη ελπίδα στον Θεό. Και κατηγορώντας περισσότερο τον εαυτό σου και μισώντας την αμαρτία περισσότερο, αγωνίσου να ζεις με μεγαλύτερη προφύλαξη. Αυτή η εκγύμναση δεν αρέσει στον διάβολο· γιατί βλέπει πως αρέσει πολύ στον Θεό, επειδή και μένει ντροπιασμένος ο αντίπαλος, βλέποντας ότι νικήθηκε από εκείνον, που αυτός είχε πριν νικήσει. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους για να μας εμποδίσει, να μην το κάνουμε. Και πολλές φορές πετυχαίνει το σκοπό του εξ’ αιτίας της αμέλειάς μας και της μικρής φροντίδας που έχουμε στον εαυτό μας.[…] Ο τρόπος λοιπόν, για να αποκτήσεις την ειρήνη, είναι ο εξής· να ξεχάσεις τελείως την πτώση και την αμαρτία σου και να παραδοθείς στη σκέψη της μεγάλης αγαθότητας του Θεού· και ότι, αυτός μένει πολύ πρόθυμος και επιθυμεί να συγχωρέσει κάθε αμαρτία, όσο και αν είναι βαριά, προσκαλώντας τον αμαρτωλό με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορους δρόμους, για να έλθει σε συναίσθηση και να ενωθεί μαζί του σε αυτήν τη ζωή με την χάρι του· στην δε άλλη να τον αγιάσει με τη δόξα του και να τον κάνει αιώνια μακάριο. Κατόπιν, όταν έλθει η ώρα της εξομολογήσεως, την οποία σε προτρέπω να κάνεις πολύ συχνά, θυμήσου όλες σου τις αμαρτίες, και με νέο πόνο και λύπη, φανέρωσέ τες όλες στον Πνευματικό σου και κάνε με προθυμία τον κανόνα που θα σου ορίσει. (“Αόρατος Πόλεμος” – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

διαβάστε περισσότερα »

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση.

  Ο άδικος, και γενικά κάθε ένοχος, όταν δεν ζητήσει συγχώρηση, ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επιπλέον από την αγανάκτηση του αδικημένου. Γιατί, όταν ο αδικημένος δεν τον συγχωρήσει και γογγύζει, τότε ο άδικος ταλαιπωρείται πολύ, βασανίζεται. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον χτυπούν κύματα και τον φέρνουν σβούρα. Είναι μυστήριο πράγμα το πώς το πληροφορείται! Όπως, όταν ένας αγαπά κάποιον και τον σκέφτεται με την καλή έννοια, εκείνος το πληροφορείται, έτσι και σ’ αυτήν την περίπτωση. Ω, ο γογγυσμός του άλλου τον κάνει άνω-κάτω! Και μακριά να είναι, τι στην Αυστραλία, τι στο Γιοχάνεσμπουργκ, δεν μπορεί να ησυχάσει, όταν είναι αγανακτισμένος ο άλλος εξαιτίας του. – Αν είναι αναίσθητος; – Οι αναίσθητοι λες ότι δεν υποφέρουν; Το πολύ-πολύ να καταφύγουν σε καμιά ψυχαγωγία, για να ξεχασθούν. Μπορεί πάλι ο αδικημένος να τον συγχώρησε τον ένοχο, αλλά να έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του. Τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε έναν βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου. Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση. Τη βασανίζει και την τρώει συνέχεια με το σαράκι σ’ ετούτη τη ζωή και πιο πολύ φυσικά θα την τρώει στην άλλη ζωή, την αιώνια, «ο ακοίμητος σκώληξ», αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος σ’ αυτήν την ζωή και δεν επιστρέψει τις αδικίες του στους συνανθρώπους του, έστω και με την αγαθή του προαίρεση, σε περίπτωση που δεν μπορεί με άλλον τρόπο. Θυμάμαι ένας δικηγόρος, που έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμά του σε μία επαρχία που είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημιές και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ’ αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οι καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά που τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. Όλοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ο Πνευματικός να δείτε τι συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό. Ο βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι και μία σκύλα. Μία φορά που η σκύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνο τη μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μία προβατίνα και είχε αφήσει το αρνάκι της που θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από τη σκύλα και θήλαζε από αυτή, η οποία ένιωθε και η ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ο καημένος ο βοσκός, όσο και να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ο βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήσει τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι . Ο Πνευματικός, έχοντας υπ’ όψιν του και τη φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τι να κάνεις; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πας και συ αυτό το αρνί να το φάει. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάει, γιατί όλος ο κόσμος ξέρει που είναι άδικος». Όταν είχε γεράσει πια ο άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεβάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε ο Πνευματικός να τον κάνει τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί. Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι που αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει πραγματικά. – Γέροντα, πολλοί πιστεύουν ότι τους έχουν κάνει μάγια. Πιάνουν τα μάγια; – Εάν ο άνθρωπος έχει μετάνοια και εξομολογείται, δεν πιάνουν. Για να πιάσουν τα μάγια, θα έχει δώσει κάποιο δικαίωμα ο άνθρωπος. Θα αδίκησε κάποιον, θα κοροϊδεύει καμιά κοπέλα κ.λπ. Τότε θα πρέπει να μετανοήσει, να ζητήσει συγχώρηση, να εξομολογηθεί, να ταχτοποιηθεί και να επανορθώσει αυτό που έκανε. Γιατί αλλιώς, και όλοι οι παπάδες να του διαβάσουν εξορκισμούς, δεν λύνονται τα μάγια. Αλλά και μάγια να μην του έκαναν, και μόνον το άχτι της αδικημένης ψυχής αρκεί για να τον βασανίζει. Υπάρχουν δύο μορφές αδικίας, η υλική και η ηθική. Υλική αδικία είναι, όταν αδικεί κανείς τον άλλον σε υλικά πράγματα. Ηθική είναι, όταν λ.χ. κάποιος γελάσει μία κοπέλα, και αν μάλιστα είναι ορφανή, με πενταπλάσιο βάρος βαραίνει την ψυχή του. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Με πόνο και αγάπη

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο