Ποιοι είναι οι ηθικοί αυτουργοί της αποχαλίνωσης;

Όταν κάποτε οι αδηφάγες κάμερες της τηλεόρασης στράφηκαν στο πρόσωπο ενός νεαρού εγκληματία, που έβγαινε σιδηροδέσμιος από ανακριτικά γραφεία, κάποιος δημοσιογράφος τον ρώτησε:

–  «Εσύ έκανες το έγκλημα;»

–  «Όχι, εσείς», αποκρίθηκε ο νεαρός.

Η απάντηση συνοψίζει το πρόβλημα και έχει πολλούς αποδέκτες, κυρίως τρεις. ΜΜΕ (εξαθλίωσης), σχολείο, οικογένεια. Αυτό το αδυσώπητο “εσείς” στρέφεται πρωτίστως στην πανίσχυρη τηλεοπτική εξουσία. Υπολογίστηκε ότι κατά μέσο όρο ένα παιδί, μέχρι να τελειώσει το Λύκειο έχει αφιερώσει στην «λατρεία» της μικρής οθόνης και του διαδικτύου 28.000 ώρες, που σημαίνει 1100 μέρες ή, χονδρικά, 3 περίπου χρόνια τηλεοπτικής αιχμαλωσίας.

Ακόμη στην Αμερική σύμφωνα με έρευνες,  ένα παιδί «μετέχει», παρακολουθεί, ετησίως περίπου 3.000 και πάνω φόνους στην τηλεόραση ή, χειρότερα, μέσω των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, «διαπράττει» το ίδιο, εκατοντάδες φόνους.

Η φράση δείχνει και την οικογένεια. Παραθέτω κάτι από τον άγιο Χρυσόστομο, επικαιρότατο. Στηλιτεύει ο άγιος την αδικαιολόγητη ανοχή των γονέων στα παραπτώματα των παιδιών. «Πολλοί γονείς», γράφει, «επειδή δεν θέλουν να μαλώσουν ή να λυπήσουν τα παιδιά τους, για την άτακτη ή απρεπή συμπεριφορά τους, τα είδαν αργότερα πολλές φορές να συλλαμβάνονται, επειδή υπέπεσαν σε μεγάλα εγκλήματα».

Δυστυχώς σήμερα οι πιο πολλές οικογένειες έχουν σαν κέντρο της ζωής τους τις επιθυμίες και τα κέφια του παιδιού. Ικανοποιούν κάθε του επιθυμία. Γίνεται το παιδί ένας κακομαθημένος, αχαλίνωτος τυραννίσκος, γιατί δεν το παιδαγωγούν οι γονείς του. Αλλά παιδεία θα ειπεί γλώσσα. Και η ελληνική γλώσσα είναι πρώτα δουλειά της μάνας. Οι μαστοί της είναι τρεις. Οι δύο για το γάλα και ο τρίτος το στόμα της, η λαλιά της, η γνήσια και άδολη πηγή της γλώσσας. Ποια μάνα σήμερα μεταβιβάζει με το στόμα της, στο παιδί της, την μακραίωνη παράδοση του λαού μας; Ποια το νανουρίζει; (Τα τρισάθλια βιβλία Γλώσσας, όπως έχω γράψει, ζητούν από τα παιδιά να γράψουν ένα νανούρισμα για χταπόδια, στο Ανθολόγιο Γ’-Δ’ Δημοτικού).

Πριν ανοίξουμε τα πορτοπαράθυρα των σπιτιών μας και εισβάλλουν οι αναθυμιάσεις του ευρωπαϊκού, «δυτικού μοντέλου αγωγής», οι μάνες κατηχούσαν τα παιδιά τους στο σπίτι. Τους πρόσφεραν μαθήματα πατριδογνωσίας και αγωγή αγιότητας. Σε κείμενό της η πολύ σπουδαία, μακαριστή πια, Γαλάτεια Σουρέλη, έγραφε. (Συμβουλεύω να αγοράζουν οι γονείς τα βιβλία της, είναι το καλύτερο δώρο για τα παιδιά τους, ν’ αφήσουν τα «κινητά» δηλητήρια).

«…Αγωγή αγιότητας γινόταν και με τον λαϊκό κατηχητικό λόγο, που μάθαιναν οι μανάδες στα παιδιά τους: Ένας είναι ο Κύριος, δεύτερη είναι η Παναγιά, τρίτος είναι ο Πρόδρομος, τέσσερα τα Ευαγγέλια, πέντε οι Παρθένες, έξι τα εξαπτέρυγα, επτά είναι τα μυστήρια, οκτώ το οκτωήχι, εννιά είναι τα τάγματα, δέκα είναι οι εντολές, έντεκα τα εωθινά, δώδεκα οι Απόστολοι. Όλα αυτά τα μάθαιναν οι μανάδες στα παιδιά τους ψέλνοντάς τα. Και το παιδομάνι-τότε οι άνθρωποι κάνανε πολλά παιδιά-κατέβαζε αυτήν την πρόσθεση και την έκανε αφαίρεση: Δώδεκα οι Απόστολοι, έντεκα τα εωθινά, δέκα είναι οι εντολές…. ένας είναι ο Κύριος! Αγωγή, ακόμα, γινόταν και με το νανούρισμα: Στο πάπλωμα σου κέντησα αετούς να σε στολίζουν/σου κέντησα μια Παναγιά, στ’ αχνό προσκέφαλό σου/κι ακόμα την Αγιά-Σοφιά να’ χεις στο μάγουλό σου. Αγωγή γινόταν και με την ευχή: Η Παναγιά μαζί σου, που περιέχει ολόκληρη την ορθόδοξη παράδοση! Ποιο παιδί φεύγει σήμερα για το σχολείο του και κάποιος βρίσκεται πίσω του να το σταυρώσει και να του πει: να ‘χεις την ευχή μου, η Παναγιά μαζί σου; Ακόμα και από την ευχή μας έχουμε στερήσει τα παιδιά μας». («Αγιότητα, ένα λησμονημένο όραμα», συλλογικό έργο, σελ. 218, εκδ. «Ακρίτας»).

Η φράση «εσείς το κάνατε το έγκλημα» δείχνει και το τωρινό σχολείο- παιδομάζωμα. Λέει ένας σπουδαίος ποιητικός λόγος: «Πάρε τις λέξεις μου, δωσ’ μου το χέρι σου». Τα παιδιά δεν έχουν λέξεις, δεν μπορούν να εκφραστούν, γιατί δεν διδάσκονται την γλώσσα και στα σχολεία. Και γλώσσα σημαίνει λογοτεχνία, ποίηση, πράγματα προγραμμένα από τα εν χρήσει σχολικά τάχα και βιβλία Γλώσσας.
Μία από τις σοβαρότερες και σημαντικότερες συνέπειες αυτού του γλωσσικού υποσιτισμού είναι ότι προτρέπονται, καταφεύγουν οι νέοι σε πράξεις βίας, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν με τον λόγο. Πολλά παιδιά φτάνουν στην εξαλλοσύνη και την απελπισία, γιατί δεν μπορούν να συν-εννοηθούν.

Να πω κάτι και από την εμπειρία μου στην τάξη. Δίδαξα πριν από ενάμιση μήνες στους μαθητές -Στ’ Δημοτικού- τον γνωστό, διδακτικότατο μύθο του Αισώπου, «παις κλέπτης και μήτηρ». Ρώτησα τις προάλλες τα παιδιά. Θυμόταν τα πάντα, σχεδόν όλο το κείμενο. (Βεβαίως το διδάσκω και στην αρχαία ελληνική). Όταν δεν διδάσκεις, τις τιμαλφείς αξίες, στην αρτιμελή γλώσσα του Γένους μας, τότε οι καρδιές σκληραίνουν και, κάποιες φορές, τα χέρια οπλίζονται.

Να παραθέσω και τον προαναφερόμενο μύθο του Αισώπου, που περιγράφει στις ολέθριες συνέπειες της ατιμωρησίας. Τα παιδιά επειδή είναι έξυπνα και δεν πάσχουν από τη λοιμική νόσο του «ξερόλα», τον κατάλαβαν και συμφώνησαν. Αν πας στους «μεγάλους», ιδίως τους ανίατα προοδευμένους, θα χαρακτηρίσουν και τον Αίσωπο οπισθοδρομικό και άσχετο, διότι δεν είχε γνώση των σύγχρονων ρευμάτων της… Παιδαγωγικής. (Συζητώντας με νεαρά δασκάλα για την αξία των μύθων μου αντέτεινε το ακαταμάχητο επιχείρημα «μα ζούμε στον 21ο αιώνα…». Μάλιστα. Δηλαδή, κατά την κρανιοκενή αυτή κοινοτοπία, τους προηγούμενους αιώνες ο λαός μας ζούσε στην βαρβαρότητα. Οι μανάδες και οι γιαγιάδες μας, φτωχές αλλά με αρχοντιά και φιλότιμο, που κεντούσαν αριστουργήματα ή έφτιαχναν γλυκά κουταλιού «χάδια της κοιλιάς» που θα έλεγε και ο Παπαδιαμάντης, ήταν απολίτιστες κι εμείς τα απολειφάδια της ιστορίας ξεχειλίζουμε από πολιτισμό; Ένα απλό κουλουράκι για τα παιδιά τους στο σχολείο δεν ξέρουν οι μεταμοντέρνες να φτιάξουν και τον καφέ τους έτοιμο τον παίρνουν, γι’ αυτό γεμίσαμε «ταχυκαφεπωλεία». Μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας- πιάνεις την μύτη σου από την ευτέλεια και την αδιαντροπιά – άλλο φανερώνει. Ο παλιμβαρβαρισμός είναι ορατός).

Ο μύθος. (Και «μύθος εστί λόγος ψευδής εικονίζων την αλήθειαν», ο μύθος περιγράφει μια αληθινή κατάσταση.

« Ήταν μια φορά ένα σχολιαρόπαιδο που έκλεψε την πλάκα του συμμαθητή του στο σχολείο και την έφερε στη μάνα του. Εκείνη, όχι μόνο δεν τον μάλωσε, αλλά του είπε και μπράβο. Την επόμενη φορά, λοιπόν, ο κλέφτης άρπαξε και της πήγε ένα πανωφόρι. Το καλοδέχτηκε και αυτό η μάνα με ακόμη μεγαλύτερους επαίνους. Έτσι, καθώς το παιδί μεγάλωνε, άρχισε πλέον να καταπιάνεται με πιο χοντρές κλοπές. Όμως  μια μέρα τον έπιασαν επ’ αυτοφώρω. Αμέσως τότε του δέσανε τα χέρια πισθάγκωνα και τον πήγαιναν κατευθείαν για κρεμάλα. Όσο για τη μάνα, αυτή ακολουθούσε από πίσω του και βαρούσε τα στήθια της θρηνώντας. Σε κάποια στιγμή, λοιπόν, ο νεαρός τής φώναξε πως ήθελε να της ψιθυρίσει κάτι στο αυτί. Μόλις τον πλησίασε εκείνη, αυτός γράπωσε με τα δόντια του το αυτί της, το δάγκωσε με όλη του τη δύναμη και της το ξερίζωσε. Η γυναίκα, φυσικά, ξέσπασε σε δριμύ κατηγορητήριο: -Ξεδιάντροπε! Σαν να μη σου έφταναν τα εγκλήματα που έχεις διαπράξει! Τη μάνα σου τόλμησες να σακατέψεις;. Όμως ο γιος της έκραξε: -Γιατί δεν με μάλωσες τότε που έκανα την πρώτη μου κλεψιά και σου έφερα εκείνη την πλάκα; Άμα το είχες κάνει, δεν θα είχα καταντήσει έτσι, να με σέρνουν για εκτέλεση.
Το δίδαγμα του μύθου:  Άμα δεν τιμωρήσεις το κακό από την αρχή, μετά δεν συμμαζεύεται». « Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι τὸ κατ’ ἀρχὰς κολαζόμενον ἐπὶ μεῖζον αὔξεται». Ποιος διαφωνεί;

(αποχαλίνωση= η εξάλειψη κάθε ηθικού φραγμού που οδηγεί στην ασυδοσία)

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Πῶς βρέθηκε καὶ ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς;

Δύο φορὲς τὸν χρόνο ἑορτάζει πανηγυρικὰ ἡ Ἐκκλησία μας τὸν Τίμιον Σταυρόν. Μία γιὰ τὴν ἀνεύρεσή του τὴν 6ην Μαρτίου τοῦ 326 μ.Χ. καὶ μία κατὰ τὴν Ὕψωσή του τὴν 14ην Σεπτεμβρίου, στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Τὸ σημαντικόν, καὶ ὄχι πολὺ γνωστόν, στὸν διπλὸν αὐτὸν ἑορτασμὸν εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποκαλύπτεται ἄλλο ἕνα μέγα μυστήριον τῆς ἀπερίγραπτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα κατὰ τὴν θεία λατρεία, ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐκφράζει ἐπιγραμματικὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἐκπεσμένου ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον παίρνει ἀπὸ τὴν Κόλαση τῆς πτώσεώς του καὶ τὸν θρονιάζει πάλι μέσα στὸ Παράδεισο τῆς αἰώνιας ἀγάπης. Πιὸ συγκεκριμένα, παίρνει μὲ τὴν σταυρική του θυσία τὸν προδότη Ἰούδα τὸν Ἰσκαριώτη, ποὺ ἀντιπροσωπεύει ὅλην τὴν προδοσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγνωμοσύνη του ἔναντι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἄλλον Ἰούδα, ἐπίσης Ἑβραῖον, ποὺ ἔγινε ὁδηγὸς στὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ φανερώνει τὴν μεταστροφὴ καὶ τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πορεία του στὴν ἁγιότητα. Ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε καὶ μὲ τὸν δεύτερον αὐτὸν Ἰούδα, ποὺ πίστεψε, μετανόησε καὶ ἔγινε Χριστιανὸς μὲ τὸ ὄνομα Κυριακός. Ἀργότερα ἔγινε κληρικὸς καὶ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, μετὰ τὸν Πατριάρχην Μακάριον, καὶ ἀφοῦ μαρτύρησε, μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Ἄννα, μπῆκε στὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐτήσια μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 28ην Ὀκτωβρίου. Τὸ «Συναξάρι» τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀναφέρει: «Τῇ αὐτῇ ἡμερᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κυριακοῦ τοῦ φανερώσαντος τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἐπὶ τῆς Βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καὶ Ἑλένης τῆς αὐτοῦ μητρός». Καὶ γιὰ τὴν μητέρα του Ἄννα, ποὺ γιορτάζει τὴν ἴδια μέρα: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ μήτηρ τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ Ἄννα, λαμπάσι φλεχθεῖσα καὶ ξεσθεῖσα ἐτελειώθη». Καὶ λίγα γιὰ τὸν βίον του: «Ὁ Ἅγιος Κυριακός, πρώην Ἰούδας, μετὰ τὴν φανέρωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπίστευσε, ἐβαπτίσθη Χριστιανὸς καὶ ἔγινε, ὅπως προαναφέραμε, Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ ἔζησε ὡς τὶς ἡμέρες τοῦ εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Αὐτὸς ὅταν ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα, μετὰ τὴν ἐκστρατεία του κατὰ τῶν Περσῶν, ἔμαθε γιὰ τὸν Ἅγιον Κυριακὸν τί ἦταν καὶ τί ἔγινε καὶ τὸν διέταξε αὐστηρὰ νὰ θυσιάση στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ ἤλεγξε μὲ τόλμην τὴν εἰδωλολατρία τοῦ Ἰουλιανοῦ. Τότε ἐκεῖνος διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὸ δεξί του χέρι, διότι καθὼς εἶπε: «Πολλὲς ἐπιστολὲς ἔχει γράψει τὸ χέρι αὐτό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπομακρυνθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὰ εἴδωλα τοῦ Δωδεκαθέου». Ὕστερα διέταξε νὰ ρίξουν λιωμένο μολύβι μέσα στὸ στόμα τοῦ Ἁγίου, ποὺ ὁμολογοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Χριστὸν καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔβαλαν οἱ δήμιοι μπρούμυτα σὲ πυρακτωμένη σιδερένια κλίνη, ποὺ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ὄργανα βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν. Ὅταν ἦλθε ἡ μητέρα του, ποὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὴ πιστὴ Χριστιανή, στὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου τοῦ παιδιοῦ της, ὁ Ἰουλιανὸς διέταξε νὰ τὴν κρεμάσουν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ νὰ σκίζουν τὸ κορμί της μὲ σιδερένια νύχια, ποὺ ἦταν κι αὐτὸ ἄλλο ἕνα ἐργαλεῖο βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν, καὶ ἀφοῦ τὴν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριον. Ὕστερα ἔρριξαν τὸν Ἅγιον Κυριακόν, σὲ ἕνα μεγάλο καμίνι, τὸν ἐθανάτωσαν μὲ ξίφος, κόβοντας τὸ κεφάλι του». Ἡ ἀνεύρεση καὶ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶναι ἡ σημαία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔγινε μὲ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ὑπερθαύμαστον ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Ἑλένην τὴν Ἰσαπόστολον, ποὺ εἶχε μεταβῆ γιὰ προσκύνηση στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ μὲ τὴν ρητὴν ἐντολὴν τοῦ γιοῦ της αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου νὰ βρῆ τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸν ὁποῖον εἶχαν ἐξαφανίσει οἱ ἀντίχριστοι Ἑβραῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες. Εἶχαν ρίξει καὶ τοὺς τρεῖς σταυροὺς σὲ ἕναν βαθὺ λάκκον καὶ τὸν σκέπασαν μὲ χώματα καὶ πέτρες καὶ πολλὰ σκουπίδια. Ἐκεῖ ἔμεινε ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριακόσια χρόνια. Ὅταν ἡ Ἁγία Ἑλένη μὲ τοὺς συνοδοὺς της ἄρχισε τὶς ἔρευνες, μία νεαρὴ Ἑβραιοπούλα ὁδήγησε τὴν Βασιλομήτορα στὸν Ἰούδα, ποὺ ἔμενε στὰ Ἱεροσόλυμα, διότι ἐκεῖνος ἐγνώριζε ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους τὴν τοποθεσία, ὅπου εἶχαν ρίξει τοὺς τρεῖς σταυρούς. Ἐκεῖ μάλιστα φύτρωνε κάθε χρόνον μόνο του καὶ τὸ εὐωδιαστὸ «βασιλικὸ χόρτο», αὐτό, ποὺ λέγεται καὶ σήμερα βασιλικός. Πῆγε, λοιπόν, ἡ Ἁγ. Ἑλένη στὴν τοποθεσία αὐτὴ καὶ πρὶν δώση ἐντολὴ νὰ ἀρχίσουν οἱ ἀνασκαφές, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Χριστόν. Μόλις ὅμως σηκώθηκε στὰ πόδια της καὶ πρὶν νὰ πεῖ μία λέξη, ἔγινε μέγας σεισμός, μόνον στὸ σημεῖον αὐτό, καὶ τὸ ἔδαφος σχίστηκε σὲ μεγάλο βάθος. Τότε ἄρχισαν ἀμέσως οἱ ἀνασκαφὲς καὶ σὲ λίγη ὥρα βρέθηκαν καὶ οἱ τρεῖς σταυροί, πρὸς γενικὴν κατάπληξιν ὅλων τῶν παρισταμένων. Ὅλοι ἔκλαιγαν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἄλλοι δόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ προσεύχονταν. Ἡ στιγμὴ ἦταν μοναδικὴ καὶ πανίερη. Καθάρισαν τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἀπὸ τὰ χώματα, μολονότι, βρέθηκαν σὲ ἕνα κοίλωμα τῆς γῆς καὶ ἦταν καλὰ προστατευμένοι. Δὲν ἤξεραν ὅμως ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἦταν ὁ Σταυρὸς ἐπάνω στὸν ὅποιον σταυρώθηκε ὁ Χριστός. Ἐκεῖ κοντὰ βρισκόταν σὲ μία καλύβα μία ἑτοιμοθάνατη γυναίκα, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ χρόνια ἀσθένεια. Ἡ Ἄγ. Ἑλένη σκέφθηκε ἀμέσως ὅτι ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὴν γυναίκα, ἐὰν τῆς ἔβαζαν πάνω της τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου. Ἔτσι ἔβαλαν διαδοχικά τοὺς δύο πρώτους σταυρούς, ἀλλὰ χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Μόλις ὅμως ἔβαλαν στὸ σῶμα της τὸν τρίτον Σταυρόν, ἡ ἑτοιμοθάνατη γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλὰ καὶ σηκώθηκε στὰ πόδια της. Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρός. Καὶ ὅπως γράφει καὶ ὁ Εὐθύμιος Ζυγαβηνὸς στὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου ὑπῆρχε καὶ ἡ μικρὴ σανίδα μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεὺς Ἰουδαίων), ποὺ εἶχε βάλει ὁ Πόντιος Πιλάτος. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ Ἄγ. Ἑλένη, ἔχτισε (στὸν Γολγοθὰ τὸν Ναὸν τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν συνέχεια τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως στὸ Σπήλαιον τῆς Βηθλεὲμ καὶ τὸν Ναὸν τοῦ Ὅρους τῶν Ἐλαίων. Καὶ ὅταν ὁ Πατριάρχης Μακάριος ἔστησε τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὸν ναὸν τοῦ Πατριαρχείου γιὰ προσκύνηση ἀπὸ τὸν πιστὸν λαόν, ἦταν ἡ 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 326 καὶ γι’ αὐτὸ καθιερώθηκε ἀπὸ τότε νὰ ἑορτάζεται τὸ γεγονὸς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τὴν ἡμέραν αὐτήν. Τὴν ἴδιαν ἡμέρα ἑορτάζεται καὶ ἡ δεύτερη Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἡράκλειον (628 μ.Χ.), ὅταν ἐνίκησε τοὺς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κλέψει τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Σήμερα τὸ μεγαλύτερον τεμάχιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ

διαβάστε περισσότερα »

Τι σημαίνει η Ίνδικτος – Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

  Η Ίνδικτος προέρχεται από τη λατινική λέξη indictio η οποία σημαίνει ορισμός. Ο όρος προήλθε από τη συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν διά θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε ετών το ποσό του ετήσιου φόρου που εισέπρατταν αυτή την εποχή για τη συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκταση καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτίωνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια από τη γέννηση του Χριστού. Από τις αρχές, άλλωστε, του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Σεπτέμβριος καθιερώθηκε ως η αρχή του εκκλησιαστικού αλλά και του πολιτικού έτους, επειδή η 1η Σεπτεμβρίου συνέπιπτε με την αρχή της ινδικτιώνος. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να εορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου ως «αρχή της ινδίκτου». Όπως μας πληροφορεί η Μαρίνα Δετοράκη υπεύθυνη του ερευνητικού Εργαστηρίου Παλαιογραφίας και Αρχείου Μικροταινιών του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης: «Η λέξη ινδικτιών σημαίνει κατ’ αρχήν τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού που έπρεπε να καταβάλλουν οι Ρωμαίοι πολίτες ως φόρο. Συνεκδοχικά, πήρε τη σημασία της οικονομικής χρονιάς, και όταν οι φόροι ρυθμίζονταν με βάση μια περίοδο περισσοτέρων ετών, ινδικτιών ονομάστηκε το σύνολο αυτών των ετών… Κατέληξε έτσι να σημαίνει ένα θεσμοθετημένο κύκλο 15 ετών, συνεχώς επαναλαμβανόμενο (όπως η εβδομάδα ή ο μήνας), που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση πράξεων και γεγονότων… που τελικά παγιώθηκε ως το δημοφιλέστερο σύστημα χρονολόγησης για τους Βυζαντινούς, και η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή του έτους τους». Τι σημαίνει αρχή Ινδίκτου Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων «εις οσμήν ευωδίας Κυρίω» (Λευϊτ. 23,18). Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγη Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώση εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι, αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξη ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18). Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες «επί το αυτό», αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του. (Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Μακαρίου ιερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος) Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους; Τα περισσότερα ημερολόγια στην περιοχή της Ανατολής είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας. Επειδή, όμως, στις 23 Σεπτεμβρίου ήταν τα γενέθλια του Αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 του ίδιου μήνα, ημέρα η οποία καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, της περιόδου, δηλαδή, του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για δεκαπέντε χρόνια. Έτσι, Ίνδικτος κατέληξε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου η πρωτοχρονιά. Αυτή την πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της προσέδωσε χριστιανικό νόημα και περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σε αυτή την εορτή της σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής ιστορίας. Το 462 μ.Χ. για πρακτικούς λόγους αλλά και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μήνα, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου. Η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην ορθόδοξη ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια. Αξίζει να σημειώσουμε ότι λίγα χρόνια πριν, η Εκκλησία όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον. Η Ίνδικτος κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι). Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν

διαβάστε περισσότερα »

Ράσα και Ιερά άμφια.

Το ράσο, η ιδιαίτερη αυτή ενδυμασία των ορθοδόξων κληρικών, έχει την ιστορία του, μια ιστορία ζυμωμένη με δάκρυα και πόνο, μια ιστορία μακραίωνη. Το ράσο δεν αποτελεί δόγμα της πίστης μας. Η Εκκλησία μας στις μέρες της δοκιμασίας που ζούμε δεν έχει ανάγκη από εξωτερικές μεταρρυθμίσεις, αλλά από εσωτερικές αλλαγές. Έχει ανάγκη από αγίους και εμπνευσμένους κληρικούς, που θα φορέσουν και θα τιμήσουν το ράσο και θα το κάνουν λάβαρο των πιο ωραίων αγώνων για τη θρησκευτική, ηθική και εθνική αναγέννηση του Γένους μας. Δε φταίει το ράσο για τυχόν αστοχίες και σκάνδαλα των σημερινών κληρικών. Αυτά, ακόμα και αν αυτό καταργηθεί, δεν θα εκλείψουν. Η ενδυμασία αυτή από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρησιμεύει για να γίνεται διάκριση μεταξύ κληρικών και λαϊκών. Το ράσο αποτελεί ειδική περιβολή, η οποία συντελεί στη διατήρηση σεβασμού προς τους ιερείς. Σε καιρό διωγμών, (όπως ήταν οι διωγμοί των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού), οι κληρικοί δε φορούσαν ιδιαίτερη ενδυμασία, καθώς διέτρεχαν τον κίνδυνο να συλληφθούν και να θανατωθούν. Κανένας ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να τους διακρίνει από την εξωτερική τους περιβολή. Οι κληρικοί των πρώτων αιώνων ξεχώριζαν από το βίο τους. Το ράσο, όπως προαναφέραμε, ξεχωρίζει τον ιερέα από τους λαϊκούς. Προφυλάσσει τον ιερέα από δημόσιες εκτροπές. Για αυτό οι ιερείς που θέλουν να ζουν κοσμική ζωή και να απολαμβάνουν και αυτοί τις κοσμικές ηδονές, είναι συνήγοροι της κατάργησης του ράσου, του ράσου που δόξασαν αναρίθμητοι ευσεβείς κληρικοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και στους δικούς μας χρόνους σε μη Χριστιανικά κράτη απαγορεύουν την εμφάνιση των κληρικών με την ιδιαίτερη ενδυμασία τους και έτσι οι κληρικοί δε φορούν ράσο. Στην Τουρκία, όπου ο Χριστιανισμός είναι στο περιθώριο, (ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922), απαγορεύθηκε το ράσο, με εξαίρεση τους κληρικούς του Πατριαρχείου και τον Πατριάρχη, στον οποίο επετράπη να φοράει ράσο, όταν βγαίνει έξω από το Πατριαρχείο. Με τον τρόπο αυτό οι Τούρκοι φανέρωναν την άρνησή τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς γνωρίζουν πολύ καλά πως ο κλήρος ήταν εκείνος που διατήρησε 400 χρόνια και δεν άφησε να πεθάνει η εθνική συνείδηση όχι μονάχα της Ελλάδας, αλλά και των υπολοίπων βαλκανικών λαών. Επίσης στην Αμερική, στην Αυστραλία, αλλά και σε άλλες χώρες του κόσμου δε θέλουν τους ρασοφόρους και οι ιερείς συχνά γίνονται αποδέκτες ύβρεων. Ο ιερέας, ο ευλαβής ιερέας όταν πρόκειται να πάει στο ναό για να τελέσει μια ιεροτελεστία, πρέπει να προετοιμάσει τον εαυτό του ψυχολογικά. Πρέπει να αφήσει έξω από το ναό ό,τι ανθρώπινο και κοσμικό, να ξεχάσει τον εαυτό του και τα πάθη του και να θυμηθεί τίνος εκπρόσωπος είναι. Ο ιερέας όταν λειτουργεί πρέπει να είναι και να φαίνεται σαν άγγελος. Κι όπως οι άγγελοι στον ουρανό στέκονται με φόβο και με τρόμο μπροστά στο θρόνο του Θεού, έτσι πρέπει και οι ιερείς να στέκονται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αν όλοι οι ιερείς είχαν αυτό τον άγιο φόβο και λειτουργούσαν με ιερή κατάνυξη, όλος ο κόσμος θα άλλαζε. Αυτοί που διαθέτουν καλή προαίρεση αισθάνονται πως κάτι μεγάλο και υψηλό τελείται την ώρα που ο Ιερέας λειτουργεί. Αλλά ο ορθόδοξος ιερέας δε διακρίνεται μόνο από το ράσο. Διακρίνεται και από τα άμφια. Τα άμφια είναι η επίσημη στολή που φοράει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Τα άμφια έχουν τη δική τους γλώσσα. Συνοδεύονται από ρητά της Αγίας Γραφής και φωνάζουν στον ιερέα: «Πρόσεξε, απομάκρυνε από πάνω σου καθετί αμαρτωλό και κοσμικό, που είναι σαν ρούχο παλιό και ακάθαρτο. Ντύσου την αρετή, την αγιότητα, που είναι λαμπρή στολή της ψυχής. Ντύσου το Χριστό, κι έτσι φωτεινός και λαμπρός προχώρα στην τέλεση των ιερών μυστηρίων». Πολλά και διάφορα είναι τα άμφια που φορούν οι κληρικοί όταν λειτουργούν. Από τα άμφιά τους, διακρίνονται οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης. Αναφέρουμε εδώ τα κυριότερα. Ο διάκονος διακρίνεται από το άμφιο που λέγεται οράριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που από το ένα άκρο της κρέμεται από τον αριστερό ωμό προς τα πίσω, το δε άλλο άκρο της το κρατάει ο διάκονος με το δεξί του χέρι, όταν εκφωνεί τις δεήσεις. Στην παλιά εποχή πάνω στο οράριο ήταν γραμμένες οι λέξεις: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ». Το οράριο σημαίνει, πως ο διάκονος μιμούμενος τους αγγέλους πρέπει να προσεύχεται συνεχώς. Το οράριο θυμίζει το ρητό του αποστόλου Παύλου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Άλλο άμφιο του διακόνου είναι τα επιμάνικα. Όπως αναφέρουν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, τα επιμάνικα, που φορούν και οι διάκονοι και οι ιερείς και οι αρχιερείς σημαίνουν τα δεσμά με τα οποία έδεσαν το Χριστό. Ο κληρικός πρέπει να είναι έτοιμος, χάρη του Ευαγγελίου, να υποστεί το διωγμό, τη φυλακή και το μαρτύριο. Ο ιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Το επιτραχήλιο: Το πετραχήλι είναι το πιο σπουδαίο άμφιο του ιερέα. Χωρίς πετραχήλι καμιά ιεροτελεστία δεν μπορεί να κάνει ο ιερέας. Σημαίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πλούσια σαν ποτάμι τρέχει και ποτίζει τις ψυχές δια μέσου των ιερών μυστηρίων. Το πετραχήλι έχει στο κάτω άκρο τα λεγόμενα κρόσια. Σημαίνουν τις ψυχές που ο Θεός έχει εμπιστευτεί στον κάθε ιερέα. Ενώ ο λαϊκός θα δώσει λόγο για την ψυχή του, ο ιερέας θα δώσει λόγο και για τις ψυχές που ανήκουν στην ενορία του. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ιερεμία λέει: «Θα ζητήσω το αίμα των ανθρώπων εκείνων που εξαιτίας των ιερέων έχουν χαθεί». Άλλο άμφιο του ιερέα είναι η ζώνη. Η ζώνη δεν είναι μόνο για να συγκρατεί την ενδυμασία, αλλά και για να θυμίζει στον ιερέα πως πρέπει να συγκρατεί τις κακές επιθυμίες και να κυριαρχεί στα πάθη του. Ευπρεπής, εύζωνος και ταχύς στην οδό του Κυρίου. Άλλο άμφιο του ιερέα είναι το φελόνιο, το φελόνι, που φοριέται από το λαιμό και θυμίζει την κόκκινη χλαμύδα που έντυσαν τον Ιησού οι στρατιώτες στο πραιτόριο του Πιλάτου για να τον εμπαίξουν. Έτσι και ο ιερέας που βαδίζει στα ίχνη του Χριστού θα εμπαιχθεί από ανθρώπους που αντιστρατεύονται το Χριστό μας. Ο αρχιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Ωμοφόριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που ρίχνεται πάνω στους ώμους και τα άκρα της καταλήγουν μπροστά στο στήθος και θυμίζει την παραβολή του απολωλότος προβάτου. Άλλο άμφιο του αρχιερέα είναι ο σάκκος. Αντιστοιχεί προς το φελόνι του ιερέως, σημαίνει την κόκκινη χλαμύδα, έχει δε

διαβάστε περισσότερα »

Έχει ευθύνη η Εκκλησία για το κατάντημα της κοινωνίας;

  Μας ρωτήσατε το εξής: Είμαστε μια χώρα όπου το 90% είναι ορθόδοξοι, δεν είναι μια αποτυχία της εκκλησίας το γεγονός ότι έχει ευθύνες για μια τόσο εγωιστική κοινωνία όπως είναι η ελληνική; 1)Η ερώτησή σας από την αρχή είναι διατυπωμένη λάθος. Λέτε «εκκλησία». Τι είναι εκκλησία για εσάς; Δεν είναι κλήρος και λαός μαζί; Μάλλον με τον όρο «εκκλησία» εννοείται μόνο την διοικούσα εκκλησία, δηλαδή τους αρχιερείς και τους ιερείς και όχι τον λαό. Αυτό είναι λάθος. Ας πάρουμε όμως ως εκκλησία – σύμφωνα με το σκεπτικό σας- μόνο τον κλήρο. Τότε θα λέγαμε ότι σίγουρα υπάρχει κάποιο μέρος ευθύνης και σ’ αυτούς. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι ο κλήρος δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, αλλά πηγάζει μέσα από τον πιστό λαό. Ως άνθρωποι λοιπόν οι κληρικοί ίσως κάνουν λάθη. Όμως σίγουρα δεν μπορείς να τους κατηγορήσεις ότι ευθύνονται για το κατάντημα της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να μιλούμε με γενικότητες, δεν μπορούμε να κατηγορούμε το σύνολο του κλήρου για κάποια λάθη που έχουν γίνει από ένα μέρος του κλήρου. Όπως έλεγε ένας γέροντας, θέλετε καλούς ιερείς, κάντε τα παιδιά σας. Κατηγορούμε τους ιερείς ότι δεν είναι καλοί, ότι τα χωριά μας σε λίγα χρόνια δεν θα έχουν ιερέα. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό; Η διοικούσα εκκλησία; Φυσικά όχι. Την ευθύνη έχει ο λαός, την ευθύνη έχουν οι γονείς που θέλουν τα παιδιά τους να γίνουν οτιδήποτε άλλο, αλλά όχι ιερείς. Τί υποκρισία; Να κατηγορείς τον εκάστοτε αρχιερέα ότι δεν έστειλε ιερέα στο χωριό τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα (λες και το κάνει επίτηδες) και από τη άλλη ολόκληρο το χωριό εδώ και δεκαετίες να μην έχει ούτε έναν άνθρωπο που να θέλει να διακονήσει ως ιερέας στο χωριό του. Να περνούν οι γενιές των ανθρώπων και ούτε ένας!…ούτε ένας να μην θέλει να γίνει ιερέας. Ενώ από την άλλη όλοι να κατηγορούν την διοικούσα εκκλησία για αδιαφορία. Ποιος είναι τελικά ο αδιάφορος; 2)Έχει μέρος ευθύνης ο κλήρος για την τόσο εγωιστική κοινωνία; Έχει. Όπως έχει ευθύνη ένας δάσκαλος για την αποτυχία του μαθητή του. Όμως τελικά, ποιος ευθύνεται πιο πολύ; Ο δάσκαλος ή ο μαθητής; Μάλλον ο μαθητής για την αδιαφορία του. Μπορεί ο δάσκαλος να έκανε κάποια λάθη, όμως δεν ευθύνεται για την αποτυχία του μαθητή. Εάν υπήρχε ενδιαφέρον από το μαθητή θα άλλαζε διδάσκαλο, θα πήγαινε σε κάποιον άλλο που θα του μετέδιδε καλύτερα τις γνώσεις που επιζητούσε. 3) Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση μιλούμε για μια πνευματική αποτυχία. Ειδικά σε πνευματικά θέματα την ευθύνη τη φέρει κυρίως -αν όχι εξολοκλήρου- ο ίδιος ο άνθρωπος. Σίγουρα παίζουν ρόλο και οι δίπλα του αλλά την ευθύνη των πράξεων, των λόγων, της στάσης ζωής του την επιλέγει ελεύθερα ο ίδιος ο άνθρωπος. Με το σκεπτικό σας θα έπρεπε να κατηγορήσουμε και τον Θεό ότι απέτυχε για την παρακοή των πρωτοπλάστων, το Θείο Βρέφος για την σφαγή των νηπίων από τον μανιώδη Ηρώδη. Θα έπρεπε να κατηγορήσουμε τον Χριστό για τον Ιούδα και τους σταυρωτάς Του, τους Αποστόλους για τους διώκτες τους, τους Μάρτυρες για τους δημίους τους, τους Θεοφόρους Πατέρες για τους αιρεσιάρχες που πλάνεψαν και πλανούν εκατομμύρια ανθρώπων. Όμως κάτι τέτοιο θα είναι αναληθές. 4)Η πνευματική αναγέννηση και πρόοδος στηρίζεται στην ελευθερία, στηρίζεται στο αυτεξούσιο. Είναι πολύ βολικό να βρίσκουμε κουσούρια στους άλλους ώστε να δικαιολογούμε την δική μας ανεπάρκεια. Είναι εύκολο να λέμε «με έκοψε ο καθηγητής» από το να λέμε «κόπηκα γιατί δεν διάβασα». Από την άλλη μεριά λέμε «πέρασα το μάθημα» και όχι «με πέρασε ο καθηγητής». Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι το πρόβλημά μας είναι πολύ μεγάλο. Για όλα τα κακά κατηγορούμε τον Θεό, την Εκκλησία Του, τους ιερείς, τους πολιτικούς, τους άλλους…βάζουμε ταμπέλες σε όλους και όλα, και το κυριότερο βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω. 5) Η πραγματική αποτυχία είναι να αντιμετωπίζεις την αποτυχία του συνόλου ως ευκαιρία για κατάκριση των άλλων και όχι ως αφορμή για αυτοκριτική. Αποτυχία είναι να σηκώνεις τα χέρια σου και να μουτζώνεις, να βρίζεις, να γιουχάρεις τους άλλους χωρίς να σκέφτεσαι τα δικά σου λάθη και σφάλματα. Αποτυχία είναι να θέλουμε να βρούμε παντού και πάντοτε κάποιον Ηρώδη για να κατηγορήσουμε αφήνοντας τον Ηρώδη που κρύβουμε μέσα μας να μεγαλουργεί… Αποτυχία είναι να θεωρούμε Εκκλησία μόνο τους ιερείς και όχι τον εαυτό μου, τον δίπλα μου, την οικογένειά μου… Όταν η μετάνοια και η ταπείνωση έρθει στην ζωή μας, τότε και μόνο τότε θα αντιληφθούμε το κακό που έχουμε προκαλέσει εμείς οι ίδιοι στην κοινωνία παύοντας να κατηγορούμε τους άλλους. Διότι τελικά οι άλλοι είμαστε εμείς κι ας μην θέλουμε να το παραδεχτούμε… αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο