Να μην το μάθει κανείς!

Αυτή τη στιγμή μου έρχεται στη μνήμη μου το παράδειγμα μιας πολύ απλής γυναίκας του λαού, που είχα συναντήσει στο εξομολογητάριο, πριν από πολλά χρόνια.

Δεν την γνώριζα, ούτε την γνωρίζω· ούτε αν τη δω στο δρόμο θα τη θυμηθώ. Θα πλησίαζε τα 70. Ίσως να την έχει καλέσει ο Θεός τώρα.

Αφού εξομολογήθηκε, δεν θυμάμαι πώς, ήλθε το θέμα γιατί αυτό δεν είχε σχέση με αμαρτίες, τη ρώτησα αν εργάζεται.

– Όχι, πάτερ μου, σταμάτησα· δεν μπορώ πιά άλλο να εργάζομαι.

– Και πως ζεις; Έχεις σύνταξη;

– Όχι, ούτε σύνταξη έχω.

Με κοίταξε λίγο έτσι καχύποπτα, αγράμματη η καημένη και μου λέει:

– Πνευματικός είσαι, θα στο πω. Αλλά δεν θα το πεις πουθενά! Η ενορία μας έκτισε ένα νέο ναό, μεγάλο και ωραίο. Έγιναν πάρα πολλά έργα μέσα στο ναό· είχε μείνει το τέμπλο. Οι ιερείς είπαν, και μία και δυό και τρείς φορές, ότι τώρα θα αρχίσουμε τον έρανο για να φτιάξουμε το τέμπλο ξυλόγλυπτο.

Εγώ από μικρή κοπέλα, όλη μου τη ζωή, εργαζόμουνα «υπηρέτρια» και με τα χρήματα που έπαιρνα έφτιαξα ένα σπίτι. Έμενα σ΄ ένα δωματιάκι και τα υπόλοιπα τα νοίκιαζα και έτσι ζούσα. Πάω, βρίσκω τον προϊστάμενο του ναού και του λέω: «Πάτερ μου, πόσο θέλει να γίνει το τέμπλο;». Μου είπε, ενάμισι εκατομμύριο – της εποχής εκείνης βέβαια, (σημερινά χρήματα είκοσι – εικοσιπέντε εκατομμύρια).

– «Πάτερ μου, άκουσε, του λέω. Έχω ένα σπίτι· τα πιάνει αυτά τα χρήματα, αλλά αναλαμβάνει το εκκλησιαστικό συμβούλιο να μου δίνει ενάμισι χιλιάρικο το μήνα που παίρνω από τα ενοίκια για να ζώ; Όσο ζώ. Μετά δεν θα δώσει τίποτα στους κληρονόμους μου».

– «Το αναλαμβάνει και με το παραπάνω και περισσότερα».

– «Αλλά, άκουσε – του λέω -, δεν θα το ξέρει κανείς. Εγώ και σύ».

– «Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, διότι για να το αποφασίσει το εκκλησιαστικό συμβούλιο, πρέπει να το μάθει. Πως θα πάρει τέτοια απόφαση; Επομένως δεν μπορώ να το κρατήσω τελείως μυστικό».

– «Καλά, θα πάρεις, όμως, τους εκκλησιαστικούς συμβούλους έναν – έναν μπροστά στην εικόνα του Χριστού να σου υποσχεθούν ότι δεν θα το πουν σε κανένα. Να μη το μάθει κανείς στην ενορία!».

– «Εν τάξει, αυτό στο υπόσχομαι».

Πράγματι, πουλήθηκε το σπιτάκι, και έγινε το τέμπλο. Κι εγώ πνευματικέ μου, ζώ μ΄ αυτά που μου δίνει το συμβούλιο. Ά, μου είπαν μερικοί του εκκλησιαστικού συμβουλίου, που το ήξεραν: «Αί, καημένη τώρα, το έφτιαξες που το έφτιαξες, δεν αφήνεις να βάλουμε και τ΄ όνομά σου». «Όχι, όχι – τους λέω – γιατί θα χάσω το μισθό (!) μου, άμα θα κάνετε αυτό το πράγμα».

Τώρα πάω στην Εκκλησία και το βλέπω και το τέμπλο και κλαίω από τη χαρά μου και λέω: Σ΄ ευχαριστώ, Χριστέ μου, διότι αξίωσες εμένα, μια φτωχή γυναίκα, μία υπηρέτρια, που δεν αξίζω τίποτε, ένα σκουπίδι, να κάνω ένα τέτοιο ωραίο πράγμα στο Ναό Σου. Και το βλέπω και αγαλλιάζεται η ψυχή μου. Άι, και πιστεύω να πάω στη βασιλεία του Θεού να παρουσιάσω αυτό, δεν έχω τίποτε άλλο στη ζωή μου· «Κύριέ μου, εγώ τους κόπους μου τους έδωσα να φτιάξω ένα έργο στο Ναό Σου· δεν έχω τίποτε άλλο».

Τόσο πολύ με συγκλόνισε το παράδειγμα αυτής της γυναίκας, που είπα: Εν ημέρα Κρίσεως πόσους θα κρίνει η γριούλα αυτή από εμάς τους κληρικούς, που πολλές φορές βάζουμε φαρδύ – πλατύ το όνομά μας και γράφουμε «το τέμπλο ή ο Ναός εγένετο επί τάδε, επί τάδε, επί τάδε» και από κάτω αρχίζουν οι λίστες των δωρητών.

Αυτή η απλή γυναίκα, χωρίς να έχει προχωρήσει πολύ πνευματικά, έκανε μία τέτοια σκέψη, την οποία ούτε εμείς οι τάχα προηγμένοι πνευματικώς δεν κάνουμε. Κολακευόμεθα να γίνεται γνωστό, ότι δώσαμε αυτό ή εκείνο ή το άλλο. Επαναλαμβάνω, μερικές τέτοιες ψυχούλες, καθαρές ψυχές, «ών ουκ ήν άξιος ο κόσμος», την ημέρα της Κρίσεως θα μας κρίνουν!

π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Θεέ μου, συγχώρα με όταν κλαίγομαι…!

  Σήμερα σε ένα λεωφορείο, είδα μία όμορφη κοπέλα με χρυσαφένια μαλλιά. Τη ζήλεψα… Φαινόταν τόσο χαρούμενη… Καί ευχήθηκα να ήμουν και εγώ τόσο όμορφος. Όταν σηκώθηκε να κατέβει, την είδα να περπατάει κουτσαίνοντας στο διάδρομο, είχε ένα πόδι και περπατούσε με δεκανίκι. Αλλά καθώς περπατούσε…τι χαμόγελο! Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ έχω δύο πόδια. Ο κόσμος είναι δικός μου. Σταμάτησα να αγοράσω καραμέλες. Το παιδί που τις πουλούσε ήταν τόσο χαριτωμένο. Μίλησα μαζί του και ήταν πολύ χαρούμενο. Δεν είχε σημασία αν θα αργούσα στην δουλειά. Και καθώς έφευγα μου είπε: «Σας ευχαριστώ. Είστε τόσο ευγενικός. Μού αρέσει να μιλώ με ανθρώπους σαν εσάς. Βλέπετε…πρόσθεσε είμαι τυφλός». Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ έχω δύο μάτια. Ο κόσμος είναι δικός μου. Αργότερα καθώς περπατούσα στον δρόμο είδα ένα παιδί με γαλανά μάτια. Στεκόταν και κοίταζε τα άλλα παιδιά που έπαιζαν. Δεν ήξερε τι να κάνει. Σταμάτησα και του είπα: «Γιατί δεν πας να παίξεις κι εσύ;» Το παιδί συνέχισε να κοιτάζει μπροστά του χωρίς να μιλήσει και τότε κατάλαβα ότι δεν άκουγε. Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι, εγώ ακούω. Ο κόσμος είναι δικός μου. Με πόδια να με πηγαίνουν όπου θέλω, με μάτια για να βλέπω το ηλιοβασίλεμα, με αυτιά για να ακούω τα πάντα. Θεέ μου συγχώρεσε με όταν κλαίγομαι. Είμαι πραγματικά ευλογημένος.

διαβάστε περισσότερα »

Ο ένας έφυγε θυμωμένος, ο άλλος χαμογελαστός.

Ένα άτομο που έφυγε θυμωμένος μπορεί να επιστρέψει ξανά, αλλά αυτός που έφυγε χαμογελαστός δεν θα είναι ποτέ ξανά εκεί. Όταν κάποιος φεύγει θυμωμένος, είναι συχνά επειδή νιώθει καταβεβλημένος, πληγωμένος ή απογοητευμένος. Mπορεί να ενεργούν παρορμητικά, χωρίς να σκέφτονται πλήρως τις συνέπειες των πράξεών τους. Mπορεί να παρακινούνται από την επιθυμία να βλάψουν ή να τιμωρήσουν το άλλο άτομο ή να αποδείξουν κάτι. Σε αυτή την περίπτωση, το άτομο που έφυγε θυμωμένος μπορεί πράγματι να επιστρέψει ξανά. Mπορεί να ηρεμήσουν, να προβληματιστούν τις πράξεις τους και να συνειδητοποιήσουν ότι αντέδρασαν υπερβολικά ή ότι έκαναν λάθος. Mπορεί να ζητήσουν συγγνώμη, να επανορθώσουν και να εργαστούν για να ξαναχτίσουν τη σχέση. Αλλά όταν κάποιος φεύγει με ένα χαμόγελο, είναι συχνά μια πολύ διαφορετική ιστορία. Aυτό το άτομο συνήθως έχει φτάσει σε ένα μέρος αποδοχής, κλεισίματος και οριστικότητας. Πήραν την απόφαση να προχωρήσουν, και δεν κοιτάνε πίσω. Το χαμόγελο μπορεί να είναι σημάδι ανακούφισης, ελευθερίας ή ενθουσιασμού για το νέο κεφάλαιο που βρίσκεται μπροστά μας. Σε αυτή την περίπτωση, το άτομο που έφυγε χαμογελαστός είναι απίθανο να επιστρέψει ξανά. Έκλεισαν την πόρτα, γύρισαν το κλειδί και έφυγαν. Δεν επενδύονται στην αναζωπύρωση του παρελθόντος, ή στην αναμάσηση παλιών επιχειρημάτων, ή στην αναδιάρθρωση άλυτων ζητημάτων. Έτσι, αν κάποιος σε έχει αφήσει με θυμό, μην απελπίζεσαι. Μπορεί να επιστρέψουν ξανά και ίσως μπορέσεις να τα βρεις. Αλλά αν κάποιος σε άφησε με ένα χαμόγελο, μάλλον ήρθε η ώρα να αποδεχτείς ότι έφυγε για τα καλά και να εστιάσεις στη δική σου θεραπεία, ανάπτυξη και ευτυχία.

διαβάστε περισσότερα »

Νηστεία Δεκαπενταυγούστου.

ΝΗΣΤΕΙΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ: Η διάρκεια της συγκεκριμένης νηστείας είναι από την 01 Αυγούστου έως και τις 14 Αυγούστου. Τα είδη που νηστεύουμε είναι: 1. Κρέας 2. Γαλακτοκομικά 3. Ψάρι (με εξαίρεση την γιορτή του Σωτήρος στις 06 Αυγούστου) 4. Λάδι (επιτρέπεται μόνο το Σάββατο και την Κυριακή) 5. Αλκοόλ (ισχύει ότι και για το λάδι) Εάν η 15 Αυγούστου πέφτει Τετάρτη ή Παρασκευή επιτρέπεται το ψάρι αλλά όχι το κρέας. Την 6η Αυγούστου (Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού) τρώμε πάντοτε ψάρι. Τις ημέρες που τρώμε τουλάχιστον το λάδι, μπορούμε να φάμε και τα θαλασσινά τρόφιμα χωρίς αίμα. Η Νηστεία αυτή γίνεται προς τιμήν της Θεοτόκου, η Οποία και Εκείνη ενήστευσε πριν από την Κοίμησή Της. Κατά την παράδοση, μόλις η Παναγία πληροφορήθηκε τον επικείμενο θάνατό της, προσευχήθηκε στο Όρος των Ελαιών, ετοιμάστηκε και ενημέρωσε και τους Αποστόλους. Κατά την ημέρα της Κοίμησης επειδή δεν ήταν όλοι οι Απόστολοι στα Ιεροσόλυμα, μια νεφέλη τους άρπαξε και τους έφερε κοντά της. Την τοποθέτησαν στο μνήμα της Γεσθημανής και μετά από τρεις μέρες ο τάφος ήταν άδειο, καθώς η Παναγία ανελήφθη στους ουρανούς

διαβάστε περισσότερα »

Με το «Δι’ ευχών» δεν τελειώνει η Θεία Λειτουργία και τα «θρησκευτικά μας καθήκοντα». Χριστιανοί δεν είμαστε μόνο στην εκκλησία.

Με το «δι’ ευχών» δεν τελειώνει η θεία Λειτουργία και τα «θρησκευτικά μας καθήκοντα». Χριστιανοί δεν είμαστε μόνο στην εκκλησία. Η εκκλησία θα πρέπει να επεκταθεί στο σπίτι μας. Να υπάρχει εκεί το προσευχητάρι, όχι μόνο για τις δύσκολες ώρες, αλλά καθημερινά. Εκεί ν’ αρχίζει και να τελειώνει η ημέρα. Μακάρι να είναι όλη μαζί η οικογένεια. Αν είναι δύσκολο κι ένας ένας. Τι ωραίο να συνδεθεί κανείς από μικρός με την προσευχή. Δεν θάχει ποτέ μοναξιά. Θάχει ανοικτό μόνιμο δίαυλο με τον Θεό. Αν κανείς παραπονείται από έλλειψη χρόνου, μπορεί να προσεύχεται και στον δρόμο, και στο αυτοκίνητο και στο γραφείο. Δεν χρειάζονται βιβλία και γνώσεις» κι ένα «Κύριε ελέησον» εγκάρδιο, είναι ωραία προσευχή. Αρκεί να λέγεται με συναίσθηση, με ταπείνωση. Οι μητέρες, οι νοικοκυρές, οι δασκάλες, οι νοσοκόμες, όλες οι γυναίκες, οι άνδρες, στα κτήματα, στις οικοδομές, στις τράπεζες, στα ταξίδια» τα παιδιά και στο παιχνίδι και στο σχολείο και στο δωμάτιό τους μπορούν να λένε μία μικρή προσευχή μόνο πέντε μικρών λέξεων: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με!» Μοναχός Μωυσής ο αγιορείτης

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο