Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

 

Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

Η σημερινή Κυριακή εἶναι ἀφιερωμένη στον άσωτο υἱό. Καί ἐάν ἐρωτήσωμε, ποιός εἶναι ὁ ἄσωτος υἱός, θα εἰσπράξωμε τήν ἀπάντησιν ὅτι εἶναι αὐτός πού απήτησεν ἀπό τόν πατέρα του το μερίδιο της περιουσίας του και, αφοῦ ἔφαγεν ὅ,τι ἐδικαιοῦτο, με τους φίλους του και τις κακές γυναῖκες, ἐπέστρεψε μετανοιωμένος στον πατέρα του, ζητῶν νά τόν συγχωρήση.

Το ερώτημα που δημιουργείται είναι: Ὑπό ποία ἔννοια εἶναι ἄσωτος ὁ μικρός υἱός; Τί εἴδους ασωτεία είχε; Ας ἐξετάσωμε λοιπόν τοῦτο, στηριζόμενοι στις δύο βασικές ἔννοιες τῆς λέξεως ἄσωτος, στο πλαίσιο τῆς σημερινής Εὐαγγελικῆς Παραβολής.

Κατά μία έννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ ἀκόλαστος, ὁ ἀνήθικος, ὁ ἄνθρωπος που κατασπαταλά το «βιός» του στις ἐφήμερες ἀπολαύσεις. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ὄντως ἄσωτος υἱός εἶναι ὁ μικρός, ὁ νεώτερος υἱός, διότι κατεσπατάλησε την περιουσία του σε γλεντοκοπήματα καί ἐφήμερη ζωή.

Κατά μία ἄλλη ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ να σωθῆ ἢ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δεν συμβάλλει, ἀλλἀ ἀντιθέτως ἐμποδίζει την σωτηρία κάποιου ἄλλου. Υπό αὐτήν τήν ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ μεγάλος υἱός τῆς Παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν ἀπρεπέστατο χαρακτῆρα καί ἀήθη διαγωγή στην ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Εάν προσεγγίσωμε τα στοιχεία αὐτῆς τῆς Παραβολής, θα διαπιστώσωμεν ὅτι ὁ Χριστός ανέφερεν αὐτήν, ἐπειδή Τον κατηγόρουν οἱ Γραμματείς και Φαρισαῖοι ὅτι συνέτρωγε μετά ἁμαρτωλῶν, καί πολλές φορές συνανεστρέφετο με αὐτούς. Προφανῶς δεν εἶχαν ἀντιληφθῆ ὅτι ἔρχεται στιγμή που ὁ ἁμαρτωλός ἀποτινάσσει την ἁμαρτωλότητά του καί ἐλευθερώνεται ἀπ’ αὐτῆς· καί σέ αὐτό βεβαίως βοηθεῖ ὁ Χριστός.

Πληροφορούμεθα λοιπόν σήμερον ὅτι μπορεῖ κάποιος να πέση στην ἐσχάτη βαθμίδα τῆς ἁμαρτίας, όμως στην συνέχεια να συνέλθη και να επιστρέψη μετανοιωμένος. Πληροφορούμεθα επίσης για την φιλανθρωπία τοῦ πατρός πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Χριστό ἀλλα καί γιά τήν μέ εὐχαρίστησιν ἀποδοχή τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ ἁμαρτήσαντος και μετανοήσαντος μικροῦ υἱοῦ του.

Ἐδῶ συνεπῶς δέν ἔχομε πρόβλημα, καθόσον ἔχομε καθαράν τήν ἔννοια της μετανοίας ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί τήν σωτηρία του. Το πρόβλημα είναι στον μεγάλο υἱό, ὁ ὁποῖος εἶναι σαφέστατα ἡ εἰκόνα τῶν Γραμματέων και Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ἐγόγγυζαν ὅταν ἔβλεπαν τον Ἰησοῦ Χριστό να συγχωρή τους ἁμαρτωλούς και να τους βάζη στην μερίδα τῶν δικαίων. Αὐτό ουδόλως τό ἤθελαν οἱ Φαρισαίοι. Οι Φαρισαῖοι ἤθελαν νά ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτωλοί για να φαίνεται ὅτι αὐτοί μόνον εἶναι δίκαιοι καί καλοί· γι’ αὐτό καί ἡγωνίζοντο να ἐμποδίσουν την σωτηρία τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ο μεγάλος λοιπόν υἱός, ὡς ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ἀντιδρᾶ στό ἄκουσμα ότι ὁ πατέρας του ἐδέχθη μέ χαρά τόν ἐπιστρέψαντα νεώτερο ἀδελφό του, και μάλιστα ὅτι ἐθυσίασε τόν μόσχο τον σιτευτόν. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα φαίνεται καθαρῶς ὅτι ἡ ἐπίθεσίς του ἐστρέφετο ἐμμέσως μέν πρός τόν μικρό του αδελφό, ἀμέσως δέ πρός τόν πατέρα του.

Σέ ἐκεῖνον ἐπέρριψε τήν εὐθύνη πού ὁ μικρός ξαναευρίσκετο στο σπίτι. Δηλαδή ἐκείνη τήν στιγμή ὁ μεγάλος υἱός ἐφανέρωσεν ἀκριβῶς τό μίσος που ἔτρεφαν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι στον Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή εδέχετο την μετάνοια των ἁμαρτωλῶν και τους ὡδήγει στην οδό τῆς σωτηρίας.

Διεμαρτύρετο προς τον πατέρα του σαν δίκαιος, απαριθμῶν τα καλά του στοιχεία, ότι δηλαδή «ουδέποτε έντολήν του παρέβη καί ὅτι οὐδέποτε διεσκέδασε με τους φίλους του κλπ. Καί μόνον αὐτή ἡ διαμαρτυρία προς τον πατέρα του δειχνύει ὅτι δέν ἦτο κατά αλήθειαν δίκαιος, ἀλλά καί ὅτι δέν προσεπάθει νά γίνη δίκαιος, καθότι αυτοί πού ζοῦν ἐπί τῆς γῆς ἀγωνίζονται για να αναγνωρισθοῦν δίκαιοι ὄχι στην γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους αλλά στον οὐρανό ἀπό τόν Θεό.

Ποιός πραγματικός δίκαιος καυχάται και διατυμπανίζει ὅτι ὑπηρέτησε πολλά ἔτη τον Θεό, Ποιός ἀληθῆς δίκαιος ἐξελέγχει και καταδικάζει ἕνα ἁμαρττωλό; Δεν ἦτο λοιπόν δίκαιος, διότι ὁ δίκαιος δέν ἀντιδρά στην σωτηρία ἑνός ἁμαρτωλοῦ καί μάλιστα ὅταν αὐτός ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ὁ ἀδελφός του. Ὁ δίκαιος χαίρεται μαζί μέ τούς ἀγγέλους, καθότι «χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15,7).

Δεν ὑπάρχει καμμία αμφιβολία ὅτι ὁ μικρός υἱός ἦταν ἄσωτος· ἀλλά εἶχε κοινωνική ασωτεία. Δέν ἐχρησιμοποίησε το μυαλό του για κάτι δημιουργικό· εὗρεν ἕτοιμη περιουσία καί, ἀντί νά τήν αὐξήση, τήν ἐσκόρπισε στους πέντε ἀνέμους. Δέν έχρησιμοποίησε την ικμάδα τῆς νεότητός του  για να οἰκοδομήση στην Κοινωνία μία προσωπικότητα ἐπαινετή καί ἀξιοσέβαστη, ἀλλά τήν ἔρριψε στον βούρκο τῆς ἀθλιότητος καί τοῦ εὐτελισμοῦ. Ὅμως συνῆλθε, μετένόησε καί ἐπέστρεψε· εὗρε δηλαδή τόν ἑαυτόν του, ἔστω καί ὀλίγον καθυστερημένα. Είχε λοιπόν κοινωνική ἀσωτεία, ἀλλά μέ τήν μετάνοιά του ήλευθερώθη.

Αντιθέτως, ὁ μεγάλος υἱός είχε ψυχική ασωτεία. Εἰχεν ὕπουλο εὐσεβισμό, ἐπικίνδυνο εγωισμό καί ἄκρατο μίσος ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων που Τον ήκολούθουν καί πού δέν ἀνῆκαν στην φαρισαϊκή τάξιν. Είχε ψυχική διαστροφή γι’ αὐτό καί δέν ἐλύγισε στα παρακάλια τοῦ πατρός του να χαρή γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Αὐτή ἡ ἀσωτεία εἶναι ὅ,τι ἐπικινδυνότερο υπάρχει στόν ἄνθρωπο, διότι εἶναι ἀσωτεία χωρίς γυρισμό, χωρἷς ἐπιστροφή. Ὁ μικρός υἱός ἀσώτευσε κοινωνικῶς, ἀλλά μετενόησε καί ἐσώθη· ὁ μεγάλος υἱός εἶχε τήν ἀσωτεία φωλιασμένη στην ψυχή του· δέν μετενόησε, γι’ αυτό και ἐχάθη. Γι’ αὐτό καί ἡ Εὐαγγελική περικοπή τελειώνει με την ἀπογοητευτική παρατήρησιν τοῦ πατρός του πρός αὐτόν, ὅτι ἔπρεπε νά εὐχαριστηθῆ καί νά χαρῆ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ψυχρός καί ἀμετανόητος. Ἄρα, το βάθος τοῦ νοήματος τῆς ἀσωτείας ἐγγίζει τόν μεγάλο αδελφό, ὁ ὁποῖος μέ τήν φαρισαϊκή συμπεριφορά του ἔχασε την σωτηρία παρέμεινε ἄσωτος.

Ας προσευχώμεθα λοιπόν, καί ἡ ἁγία μας Εκκλησία ᾶς εὔχεται να μᾶς προστατεύη ὁ Θεός καί ἀπό τίς δύο ἀσωτείες: Ἀπό τήν πρώτη, ἐκ τοῦ φόβου μήπως δεν μετανοήσωμε και χαθοῦμε μέσα στον συναγελασμό μας μέ ἀθλίους ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν δευτέρα, ἐκ τοῦ φόβου μήπως περιπέσωμε στην φαρισαϊκή καί ὑποκριτική ἀσωτεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ὕπουλη ἀπομάκρυνσις ἀπό τοῦ Θεοῦ καί ἡ βεβαία ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.

Χαράλαμπος Σωτηρόπουλος Θεολόγος και Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (Λουκ. ιε´ 11-32) 
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲἐ λθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ᾿Αναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. 
῎Ετι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 
῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ᾿Ωργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ῾Ο οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ῾Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Μάθε το παιδί σου να προσεύχεται.

  «Είναι ώρα για ύπνο και πρέπει να προσευχηθείς» ή «ο Θεός είναι καλός, ευχαρίστησε Τον για το φαγητό που σου έδωσε» είναι μερικές από τις πιο συνηθισμένες εκφράσεις των γονέων προς τα παιδιά τους. Δυστυχώς όμως πάρα πολύ συχνά διαπιστώνουμε τη δυσκολία των παιδιών να πουν τις μικρές παιδικές τους προσευχές. Για το λόγο αυτό αισθανόμαστε απογοητευμένοι και προβληματισμένοι επειδή ενώ πολλές φορές έχουμε διδάξει τα παιδιά μας να προσεύχονται, το αποτέλεσμα δεν είναι ικανοποιητικό. Αυτό συμβαίνει γιατί οι γονείς και οι μεγαλύτεροι, γιαγιάδες και παππούδες, ξεχνούν μια μεγάλη αλήθεια: Τα παιδιά μιμούνται και παιδαγωγούνται σύμφωνα με αυτό που βλέπουν από τους μεγαλύτερους. Πως θέλουμε τα παιδιά μας να προσεύχονται στο Θεό, όταν αυτά δεν έχουν δει ποτέ εμάς να προσευχόμαστε; Πως θα μάθουν να ευχαριστούν το Θεό για την τροφή ή την υγεία, εάν πρώτα δεν δουν εμάς να βρισκόμαστε στα γόνατα και να ευχαριστούμε το Δημιουργό για την ημέρα που πέρασε, για το φαγητό που προμήθευσε, για την υγεία μας, για την προστασία Του, για την οδηγία μέσα στη ζωή μας; Παρακάτω, σάς δίνω, μερικές απλές συμβουλές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά να κατανοήσουν την σπουδαιότητα της προσευχής: Οι γονείς πρέπει να ξέρουν πως το παιδί τους θα ακολουθήσει το παράδειγμά τους και όχι τη συμβουλή τους. Αφήστε τα παιδιά σας να σας δουν: Τα παιδιά μαθαίνουν από το παράδειγμα. Τα παιδιά και τα εγγόνια μας πρέπει να δουν την ημέρα μας κάτω από την προσευχή και τη μελέτη της Βίβλου. Γίνε το παράδειγμα στα παιδιά σου μέσα από τη δική σου ζωή. Συμμεριστείτε το πρόβλημα μαζί τους. Τις περισσότερες φορές όταν προκύπτει κάποιο πρόβλημα στην οικογένεια, οι γονείς προσεύχονται στο Θεό να δώσει λύση χωρίς να συμμετέχουν στην προσευχή και τα παιδιά. Προσευχηθείτε μαζί τους και δώστε τους την ευκαιρία να εκθέσουν τον πρόβλημα της οικογένειας και αυτά στο Θεό με το δικό τους τρόπο. Η επίκληση θα πρέπει να έχει περισσότερο χρόνο από ότι μια προσευχή πριν την ώρα του φαγητού. Συνοδεύστε τα παιδιά σας με μια προσευχή. Καθημερινά έχουμε την ευκαιρία να διδάξουμε την προσευχή στα παιδιά μας με απλό και σύντομο τρόπο: Προσευχηθείτε μαζί τους πριν αυτά φύγουν για το σχολείο ή την εκδρομή τους, ζητώντας την προστασία και την καθοδήγησή τους από το Θεό. Ζητείστε από τα παιδιά να κάνουν το ίδιο. Πολλές φορές τα λόγια της προσευχής έρχονται να τους υπενθυμίσουν για αυτό που προσευχήθηκαν κατά τη διάρκεια των σχολικών μαθημάτων τους και να συμπεριφερθούν κόσμια και χριστιανικά σε καθημερινές περιστάσεις. ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ

διαβάστε περισσότερα »

Βοήθεια στις αρχές του πνευματικού αγώνα.

  – Γέροντα, ο Θεός βοηθάει τον άνθρωπο πιο πολύ στις αρχές τού πνευματικού του αγώνα; – Ναι, στα πρώτα βήματα της πνευματικής ζωής ο Θεός βοηθάει πολύ τον άνθρωπο, όπως οι γονείς προστατεύουν τα παιδιά πιο πολύ, όταν είναι μικρά. Όσο μεγαλώνουν, δεν τα προστατεύουν τόσο, γιατί τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν το μυαλό τους. ο άνθρωπος στην αρχή του αγώνα του νιώθει έντονα την Χάρη τού Θεού. Ύστερα ο Θεός τον αφήνει λίγο, για να αγωνισθεί και να ανδρωθεί. Εγώ φύτεψα λίγες ντοματιές. Στην αρχή τις πότιζα κάθε ήμερα, μετά τις άφησα. Όταν έφθασαν να κιτρινίζουν τα φύλλα τους, τότε τις πότισα. Όσο έμεναν απότιστες, ζορίστηκαν και αναγκάσθηκαν να ρίξουν βαθιά τις ρίζες τους, για να βρουν υγρασία, και έδεσαν και καρπό. Άν τις πότιζα συνέχεια, μόνο θα ψήλωναν και οι ρίζες τους θα έμεναν στην επιφάνεια. – Είπατε, Γέροντα, ότι ο άνθρωπος στην αρχή τού αγώνα του αισθάνεται την Χάρη του Θεού και υστέρα τον εγκαταλείπει λίγο η θεία Χάρις. – Ναί, παίρνει την Χάρη Του ο Θεός, για να ταπεινωθεί ο άνθρωπος και για να καταλάβει την βοήθεια του Θεού. – Αυτή η αλλαγή δεν είναι λίγο οδυνηρή; – Όχι, γιατί δεν τον εγκαταλείπει τελείως ο Θεός. Όταν αρχίζει ο άνθρωπος να δουλεύει πνευματικά, του δίνει ο Θεός π.χ. καμμιά… σοκολάτα. Αρχίζει έτσι σιγά-σιγά και μαθαίνει να δουλεύει τρώγοντας και καμμιά… σοκολάτα. Αλλά, όταν δεν του δίνει ο Θεός σοκολάτα και αυτός σταματάει να δουλεύει και λέει «πρώτα έτρωγα σοκολάτες, τώρα δεν τρώω καμμία, ώχ τί έπαθα!», δεν κάνει προκοπή. Πρέπει δηλαδή να το χαίρεται αυτό ο άνθρωπος, να μην θέλουμε εύκολα να μας βοηθάει ο Χριστός, να μην ζητάμε οικονομίες, γιατί τότε θα είμαστε αδόκιμοι, ανεκπαίδευτοι. Και στον στρατό, όσοι εκπαιδεύονται καλά, αυτοί δεν σκοτώνονται. Όταν ο άνθρωπος βοηθιέται συνέχεια, τελικά δεν βοηθιέται. Εμένα με συγκινεί που δεν βοηθάει συνέχεια ο Χριστός. Νιώθω σαν να είμαι μαθητής και οι καθηγητές έχουν από τους μαθητές απαιτήσεις. Και για να περάσει κανείς στις πνευματικές εξετάσεις, είναι δύσκολο, χρειάζεται συνεχή παρακολούθηση του εαυτού του και βία, αλλά έτσι προοδεύει πνευματικά. Μήπως είναι δύσκολο στον Θεό να βοηθάει συνέχεια τον κάθε άνθρωπο; Αλλά δεν βοηθιέται με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος. Ένα παιδί κακομαθημένο, που του δίνουν οι γονείς του συνέχεια σοκολάτες και θέλει όλο να του δίνουν, θα γίνει τεμπέλικο, κακορρίζικο, κακομοίρικο. το ίδιο και ο άνθρωπος. Αν δέχεται συνέχεια την βοήθεια του Θεού, χωρίς να κοπιάζει ο ίδιος, δεν θα ωριμάσει ποτέ πνευματικά. Γι’ αυτό, ενώ στην αρχή της πνευματικής ζωής ο Θεός βοηθάει τον άνθρωπο, μετά σιγά-σιγά τραβιέται, για να καταλάβει ο άνθρωπος ότι πρέπει και ο ίδιος να κάνη ό,τι μπορεί. Να, το μικρό παιδάκι δεν το κρατούν συνέχεια οι γονείς από το χεράκι, για να περπατήσει, το αφήνουν και λίγο να περπατήσει μόνο του Και, μόλις πάει να πέσει, τάκ, το πιάνουν. Μετά καταλαβαίνει το παιδί ότι οι δικές του δυνάμεις αρκούν μόνο για να περπατάει πιασμένο από την κουπαστή! Αν το παιδάκι περπατάει, μόνον όταν το κρατάνε από το χέρι, Και, όταν το αφήνουν, δεν πιάνεται από την κουπαστή, για να περπατήσει Και σιγά-σιγά να δυναμώσει, αλλά κάθεται κάτω, τότε δεν θα μάθει ποτέ να περπατάει, γιατί δεν έκανε αυτό που μπορούσε. – Αισθάνεται ο άνθρωπος ότι πρώτα είχε την θεία βοήθεια Και υστέρα δεν την έχει; – Αν δεν παρακολουθεί ο άνθρωπος τον εαυτό του, τίποτε δεν αισθάνεται. Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση. Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.

διαβάστε περισσότερα »

Η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής.

Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μια σύντομη προσευχή μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο. Να το κείμενο της προσευχής: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δώς. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τώ σώ δούλω. Ναι, Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα, και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου, ότι ευλογητός εί εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και πιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μια μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής. Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μ. Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και όλα τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μ. Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό. Η βασική μας ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατὸ ν’ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματικὴ πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μια απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή. Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η λιποψυχία. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μια δαιμονικὴ δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικὰ ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να το επιθυμήσει. Πνεύμα φιλαρχίας ! Φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντάς την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς το Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους άλλους. Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους· έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία. Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος. Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει· ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας. Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας που πάλι είναι τέσσερις. Η Σωφροσύνη ! Αν δεν περιορίσουμε- πράγμα που συχνά πολύ λαθεμένα γίνεται- την έννοια της λέξης «σωφροσύνη»μόνο στη σαρκική σημασία της θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν το θετικό αντίστοιχο της λέξης “αργία”. «Αργία», πρώτα απ’ όλα, είναι η αδράνεια, το σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητάς μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια. Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη απὸ τη σαρκική διαφθορά, είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά αλλού δεν φαίνεται καλύτερα παρά

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο