Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

 

Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

Η σημερινή Κυριακή εἶναι ἀφιερωμένη στον άσωτο υἱό. Καί ἐάν ἐρωτήσωμε, ποιός εἶναι ὁ ἄσωτος υἱός, θα εἰσπράξωμε τήν ἀπάντησιν ὅτι εἶναι αὐτός πού απήτησεν ἀπό τόν πατέρα του το μερίδιο της περιουσίας του και, αφοῦ ἔφαγεν ὅ,τι ἐδικαιοῦτο, με τους φίλους του και τις κακές γυναῖκες, ἐπέστρεψε μετανοιωμένος στον πατέρα του, ζητῶν νά τόν συγχωρήση.

Το ερώτημα που δημιουργείται είναι: Ὑπό ποία ἔννοια εἶναι ἄσωτος ὁ μικρός υἱός; Τί εἴδους ασωτεία είχε; Ας ἐξετάσωμε λοιπόν τοῦτο, στηριζόμενοι στις δύο βασικές ἔννοιες τῆς λέξεως ἄσωτος, στο πλαίσιο τῆς σημερινής Εὐαγγελικῆς Παραβολής.

Κατά μία έννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ ἀκόλαστος, ὁ ἀνήθικος, ὁ ἄνθρωπος που κατασπαταλά το «βιός» του στις ἐφήμερες ἀπολαύσεις. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ὄντως ἄσωτος υἱός εἶναι ὁ μικρός, ὁ νεώτερος υἱός, διότι κατεσπατάλησε την περιουσία του σε γλεντοκοπήματα καί ἐφήμερη ζωή.

Κατά μία ἄλλη ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ να σωθῆ ἢ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δεν συμβάλλει, ἀλλἀ ἀντιθέτως ἐμποδίζει την σωτηρία κάποιου ἄλλου. Υπό αὐτήν τήν ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ μεγάλος υἱός τῆς Παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν ἀπρεπέστατο χαρακτῆρα καί ἀήθη διαγωγή στην ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Εάν προσεγγίσωμε τα στοιχεία αὐτῆς τῆς Παραβολής, θα διαπιστώσωμεν ὅτι ὁ Χριστός ανέφερεν αὐτήν, ἐπειδή Τον κατηγόρουν οἱ Γραμματείς και Φαρισαῖοι ὅτι συνέτρωγε μετά ἁμαρτωλῶν, καί πολλές φορές συνανεστρέφετο με αὐτούς. Προφανῶς δεν εἶχαν ἀντιληφθῆ ὅτι ἔρχεται στιγμή που ὁ ἁμαρτωλός ἀποτινάσσει την ἁμαρτωλότητά του καί ἐλευθερώνεται ἀπ’ αὐτῆς· καί σέ αὐτό βεβαίως βοηθεῖ ὁ Χριστός.

Πληροφορούμεθα λοιπόν σήμερον ὅτι μπορεῖ κάποιος να πέση στην ἐσχάτη βαθμίδα τῆς ἁμαρτίας, όμως στην συνέχεια να συνέλθη και να επιστρέψη μετανοιωμένος. Πληροφορούμεθα επίσης για την φιλανθρωπία τοῦ πατρός πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Χριστό ἀλλα καί γιά τήν μέ εὐχαρίστησιν ἀποδοχή τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ ἁμαρτήσαντος και μετανοήσαντος μικροῦ υἱοῦ του.

Ἐδῶ συνεπῶς δέν ἔχομε πρόβλημα, καθόσον ἔχομε καθαράν τήν ἔννοια της μετανοίας ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί τήν σωτηρία του. Το πρόβλημα είναι στον μεγάλο υἱό, ὁ ὁποῖος εἶναι σαφέστατα ἡ εἰκόνα τῶν Γραμματέων και Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ἐγόγγυζαν ὅταν ἔβλεπαν τον Ἰησοῦ Χριστό να συγχωρή τους ἁμαρτωλούς και να τους βάζη στην μερίδα τῶν δικαίων. Αὐτό ουδόλως τό ἤθελαν οἱ Φαρισαίοι. Οι Φαρισαῖοι ἤθελαν νά ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτωλοί για να φαίνεται ὅτι αὐτοί μόνον εἶναι δίκαιοι καί καλοί· γι’ αὐτό καί ἡγωνίζοντο να ἐμποδίσουν την σωτηρία τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ο μεγάλος λοιπόν υἱός, ὡς ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ἀντιδρᾶ στό ἄκουσμα ότι ὁ πατέρας του ἐδέχθη μέ χαρά τόν ἐπιστρέψαντα νεώτερο ἀδελφό του, και μάλιστα ὅτι ἐθυσίασε τόν μόσχο τον σιτευτόν. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα φαίνεται καθαρῶς ὅτι ἡ ἐπίθεσίς του ἐστρέφετο ἐμμέσως μέν πρός τόν μικρό του αδελφό, ἀμέσως δέ πρός τόν πατέρα του.

Σέ ἐκεῖνον ἐπέρριψε τήν εὐθύνη πού ὁ μικρός ξαναευρίσκετο στο σπίτι. Δηλαδή ἐκείνη τήν στιγμή ὁ μεγάλος υἱός ἐφανέρωσεν ἀκριβῶς τό μίσος που ἔτρεφαν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι στον Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή εδέχετο την μετάνοια των ἁμαρτωλῶν και τους ὡδήγει στην οδό τῆς σωτηρίας.

Διεμαρτύρετο προς τον πατέρα του σαν δίκαιος, απαριθμῶν τα καλά του στοιχεία, ότι δηλαδή «ουδέποτε έντολήν του παρέβη καί ὅτι οὐδέποτε διεσκέδασε με τους φίλους του κλπ. Καί μόνον αὐτή ἡ διαμαρτυρία προς τον πατέρα του δειχνύει ὅτι δέν ἦτο κατά αλήθειαν δίκαιος, ἀλλά καί ὅτι δέν προσεπάθει νά γίνη δίκαιος, καθότι αυτοί πού ζοῦν ἐπί τῆς γῆς ἀγωνίζονται για να αναγνωρισθοῦν δίκαιοι ὄχι στην γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους αλλά στον οὐρανό ἀπό τόν Θεό.

Ποιός πραγματικός δίκαιος καυχάται και διατυμπανίζει ὅτι ὑπηρέτησε πολλά ἔτη τον Θεό, Ποιός ἀληθῆς δίκαιος ἐξελέγχει και καταδικάζει ἕνα ἁμαρττωλό; Δεν ἦτο λοιπόν δίκαιος, διότι ὁ δίκαιος δέν ἀντιδρά στην σωτηρία ἑνός ἁμαρτωλοῦ καί μάλιστα ὅταν αὐτός ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ὁ ἀδελφός του. Ὁ δίκαιος χαίρεται μαζί μέ τούς ἀγγέλους, καθότι «χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15,7).

Δεν ὑπάρχει καμμία αμφιβολία ὅτι ὁ μικρός υἱός ἦταν ἄσωτος· ἀλλά εἶχε κοινωνική ασωτεία. Δέν ἐχρησιμοποίησε το μυαλό του για κάτι δημιουργικό· εὗρεν ἕτοιμη περιουσία καί, ἀντί νά τήν αὐξήση, τήν ἐσκόρπισε στους πέντε ἀνέμους. Δέν έχρησιμοποίησε την ικμάδα τῆς νεότητός του  για να οἰκοδομήση στην Κοινωνία μία προσωπικότητα ἐπαινετή καί ἀξιοσέβαστη, ἀλλά τήν ἔρριψε στον βούρκο τῆς ἀθλιότητος καί τοῦ εὐτελισμοῦ. Ὅμως συνῆλθε, μετένόησε καί ἐπέστρεψε· εὗρε δηλαδή τόν ἑαυτόν του, ἔστω καί ὀλίγον καθυστερημένα. Είχε λοιπόν κοινωνική ἀσωτεία, ἀλλά μέ τήν μετάνοιά του ήλευθερώθη.

Αντιθέτως, ὁ μεγάλος υἱός είχε ψυχική ασωτεία. Εἰχεν ὕπουλο εὐσεβισμό, ἐπικίνδυνο εγωισμό καί ἄκρατο μίσος ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων που Τον ήκολούθουν καί πού δέν ἀνῆκαν στην φαρισαϊκή τάξιν. Είχε ψυχική διαστροφή γι’ αὐτό καί δέν ἐλύγισε στα παρακάλια τοῦ πατρός του να χαρή γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Αὐτή ἡ ἀσωτεία εἶναι ὅ,τι ἐπικινδυνότερο υπάρχει στόν ἄνθρωπο, διότι εἶναι ἀσωτεία χωρίς γυρισμό, χωρἷς ἐπιστροφή. Ὁ μικρός υἱός ἀσώτευσε κοινωνικῶς, ἀλλά μετενόησε καί ἐσώθη· ὁ μεγάλος υἱός εἶχε τήν ἀσωτεία φωλιασμένη στην ψυχή του· δέν μετενόησε, γι’ αυτό και ἐχάθη. Γι’ αὐτό καί ἡ Εὐαγγελική περικοπή τελειώνει με την ἀπογοητευτική παρατήρησιν τοῦ πατρός του πρός αὐτόν, ὅτι ἔπρεπε νά εὐχαριστηθῆ καί νά χαρῆ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ψυχρός καί ἀμετανόητος. Ἄρα, το βάθος τοῦ νοήματος τῆς ἀσωτείας ἐγγίζει τόν μεγάλο αδελφό, ὁ ὁποῖος μέ τήν φαρισαϊκή συμπεριφορά του ἔχασε την σωτηρία παρέμεινε ἄσωτος.

Ας προσευχώμεθα λοιπόν, καί ἡ ἁγία μας Εκκλησία ᾶς εὔχεται να μᾶς προστατεύη ὁ Θεός καί ἀπό τίς δύο ἀσωτείες: Ἀπό τήν πρώτη, ἐκ τοῦ φόβου μήπως δεν μετανοήσωμε και χαθοῦμε μέσα στον συναγελασμό μας μέ ἀθλίους ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν δευτέρα, ἐκ τοῦ φόβου μήπως περιπέσωμε στην φαρισαϊκή καί ὑποκριτική ἀσωτεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ὕπουλη ἀπομάκρυνσις ἀπό τοῦ Θεοῦ καί ἡ βεβαία ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.

Χαράλαμπος Σωτηρόπουλος Θεολόγος και Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (Λουκ. ιε´ 11-32) 
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲἐ λθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ᾿Αναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. 
῎Ετι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 
῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ᾿Ωργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ῾Ο οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ῾Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις.

  Είπα σε κάποιους γιατρούς, που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει». Η αναισθησία του διαβόλου είναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά η στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιεί, χωρίς να αντιδράσουν. Ο διάβολος, όταν θέλει να πολεμήσει έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνει τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο και μετά πηγαίνει ο ίδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει. Αλλά προηγείται ο «αναισθησιολόγος». Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «ὑβρισθῆναι, χλευασθῆναι κ.λπ.», και τελικά, ο πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε και αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σας έχω πει παραδείγματα; Παλιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν, λοιπόν, μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ένα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένεια του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάει στα Γιάννενα, να πάρει δάνειο, για να αγοράσει ένα άλογο, να οργώνει τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβει με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε. Τον έβλεπε ο ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!». Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ο Εβραίος να κατεβάζει τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Παρ’ το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω πιο φθηνό». Έφευγε από τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα. -του έλεγε ο Εβραίος- Θα σου το δώσω πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ο καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο. Σου λέει: «Τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε…». Έδωσε λοιπόν τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο. Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνει; Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί, έπαιρνε όσο του χρειαζόταν. Τελικά, γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Άλλα τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνει να σκάβει με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώσει το δάνειο! Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβει με την τσάπα! Άλλα για να χαζεύει στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε; Έτσι κάνει και ο διάβολος, σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από εδώ, σε τραβάει από εκεί, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξεις. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.  

διαβάστε περισσότερα »

Χωρίς τον Θεό δεν είναι δυνατό να υπάρξει αληθινή ανάπαυση, ειρήνη και παρηγοριά!

  Πάντοτε να θυμάσαι με αγάπη τον Θεό και την αγάπη Του για μας. Όλα όσα βλέπεις στον ουρανό και στη γη, στον τόπο της κατοικίας σου, σε ξυπνούν για να θυμάσαι τον Κύριο και την αγάπη Του, που μέσα της κλείνει και εμάς. Κάθε πλάσμα του Θεού φανερώνει την αγάπη Του σ’ εμάς. Βλέποντας, λοιπόν, και απολαμβάνοντας τα δημιουργήματά Του, λέγε μέσα σου: «Αυτό είναι έργο των χεριών του Θεού μου και έχει δημιουργηθεί για χάρη μου. Αυτά τα φωτεινά ουράνια σώματα, ο ήλιος, το φεγγάρι και τα άλλα αστέρια, είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου, για να φωτίζουν όλη την οικουμένη και εμένα. Αυτή η γη που πάνω της ζω και που δίνει τους καρπούς της σ’ εμένα και στα ζώα μου, αυτή, μαζί με ό,τι έχει, είναι δημιούργημα του Κυρίου μου. Αυτό το νεράκι που ξεδιψά εμένα και τα ζώα μου, είναι αγαθό του Κυρίου μου. Αυτά τα ζώα που μου δουλεύουν, είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου, και Εκείνος τα έθεσε στην υπηρεσία μου. Αυτό το σπίτι, όπου κατοικώ, είναι δώρο του Θεού, και Εκείνος μου το έδωσε για την ανάπαυσή μου. Αυτή η τροφή που τρώω, είναι αγαθό του Θεού, και Εκείνος μου τη δίνει για την ενίσχυση και την παρηγόρηση των αδυναμιών του σώματός μου. Αυτό το ρούχο που φοράω, μου το έδωσε ο Κύριος και Θεός μου για να καλύψω το γυμνό μου σώμα». Φανερό δείγμα της αγάπης μας προς τον Θεό είναι και η χαρά της καρδιάς μας. Γιατί είναι φυσικό να αισθανόμαστε χαρά για ό,τι αγαπάμε. Έτσι και η αγάπη μας προς τον Θεό, χωρίς τη χαρά δεν μπορεί να νοηθεί. Όσες φορές ο άνθρωπος νιώθει στην καρδιά του τη γλυκύτητα της αγάπης προς τον Θεό, τόσες φορές και πλημμυρίζει από χαρά. Όπως το μέλι ευφραίνει τη γεύση μας, έτσι και η αγάπη του Θεού χαροποιεί την καρδιά μας, γιατί «δοκιμάζουμε και βεβαιωνόμαστε πόσο καλός είναι ο Κύριος» (Ψαλ. 33, 9). Όποιος αγαπά τον κόσμο δεν αγαπά τον Θεό, σύμφωνα με τη μαρτυρία του αποστόλου: «Αν κάποιος αγαπά τον κόσμο, δεν έχει μέσα του την αγάπη προς τον Πατέρα» (Α΄ Ιω. 2, 15). Τέτοιοι είναι όσοι θέλουν να ζουν στη ζωή αυτή με πολυτέλεια, να κατοικούν σε βίλες, να κυκλοφορούν με πλούσιες άμαξες, να ντύνονται με βαρύτιμα ρούχα, να δοξάζονται και να τιμώνται από όλους. Αυτοί έχουν σαρκικό φρόνημα, φιλοδοξία και εγωισμό, δηλαδή ό,τι εχθρεύεται ο Θεός. Τον άνθρωπο που αγαπάμε, τον σκεφτόμαστε συχνά. Παρόμοια συμβαίνει και με την αγάπη μας προς τον Θεό. Όποιος Τον αγαπά, Τον σκέφτεται συχνά, αναπαύεται κοντά Του και στρέφεται σ’ Αυτόν με θαυμασμό. Χωρίς τον Θεό η ευτυχία είναι καταραμένη και φτωχή, η ζωή είναι θάνατος, η χαρά είναι λύπη, η γλυκύτητα είναι πίκρα. Με τον Θεό και η δυστυχία είναι ευτυχία, και η φτώχεια είναι πλούτος, και η αφάνεια είναι δόξα, και η ατίμωση είναι τιμή, και οι δοκιμασίες είναι γεμάτες παρηγοριά. Χωρίς τον Θεό δεν είναι δυνατό να υπάρξει αληθινή ανάπαυση, ειρήνη και παρηγοριά.

διαβάστε περισσότερα »

Η γκρίνια έχει κατάρα!

Γέροντα, που οφείλεται η γκρίνια και πως μπορείς να την αποφύγης; – Στην κακομοιριά οφείλεται και με την δοξολογία την κάνει κανείς πέρα. Η γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία. Όταν δεν γκρινιάζη κανείς για μια δυσκολία που τον βρίσκει, αλλά δοξάζη τον Θεό, τότε σκάζει ο διάβολος και πάει σε άλλον που γκρινιάζει, για να του τα φέρη όλα ανάποδα. Γιατί, όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει. Μερικές φορές μας κλέβει το ταγκαλάκι και μας κάνει να μη μας ευχαριστή τίποτε, ενώ μπορεί κανείς όλα να τα γλεντάη πνευματικά με δοξολογία και να έχει την ευλογία του Θεού. Να, ξέρω κάποιον εκεί στο Όρος που, αν βρέξη και του πης «πάλι βρέχει», αρχίζει: «Ναι, όλο βρέχει, θα σαπίσουμε από την πολλή υγρασία».Αν μετά από λίγο σταματήση η βροχή και του πης «ε, δεν έβρεξε και πολύ», λέει: «Ναι, βροχή ήταν αυτή; Θα ξεραθή ο τόπος…;». Και δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν είναι καλά στο μυαλό, αλλά συνήθισε να γκρινιάζη. Να είναι λογικός και να σκέφτεται παράλογα! Η γκρίνια έχει κατάρα. Είναι σαν να καταριέται ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του, οπότε μετά έρχεται η οργή του Θεού. Στην Ήπειρο γνώριζα δύο γεωργούς. Ο ένας ήταν οικογενειάρχης και είχε ένα-δυό χωραφάκια και εμπιστευόταν τα πάντα στον Θεό. Εργαζόταν όσο μπορούσε, χωρίς άγχος. «Θα κάνω ό,τι προλάβω, έλεγε. Μερικές φορές άλλα δεμάτια σάπιζαν από την βροχή, γιατί δεν προλάβαινε να τα μαζέψη, άλλα του τα σκόρπιζε ο αέρας, και όμως για όλα έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός» και όλα του πήγαιναν καλά. Ο άλλος είχε πολλά κτήματα, αγελάδες κ.λ.π., δεν είχε και παιδιά.Αν τον ρωτούσες «πώς τα πας;», «άστα, μην τα ρωτάς», απαντούσε. Ποτέ δεν έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός», όλο γκρίνια ήταν. Και να δήτε, άλλοτε του ψοφούσε η αγελάδα, άλλοτε του συνέβαινε το ένα, άλλοτε το άλλο. Όλα τα είχε, αλλά προκοπή δεν έκανε. Για αυτό λέω, η δοξολογία είναι μεγάλη υπόθεση. Από μας εξαρτάται, αν γευθούμε ή όχι τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός. Πως όμως να τις γευθούμε, αφού ο Θεός μας δίνει λ.χ. μπανάνα και εμείς σκεφτόμαστε τι καλύτερο τρώει ο τάδε εφοπλιστής; Πόσοι άνθρωποι τρώνε μόνον ξερό παξιμάδι, αλλά μέρα-νύχτα δοξολογούν τον Θεό και τρέφονται με ουράνια γλυκύτητα! Αυτοί οι άνθρωποι αποκτούν μια πνευματική ευαισθησία και γνωρίζουν τα χάδια του Θεού. Εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε, γιατί η καρδιά μας έχει πιάσει γλίτσα και δεν ικανοποιούμαστε με τίποτε. Δεν καταλαβαίνουμε ότι η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα και όχι στην ματαιότητα.

διαβάστε περισσότερα »

Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός της Αγίας Φωτεινής πολιούχου της Ενορίας μας.

Ξεκίνησαν οι διήμερες εορταστικές και λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της Μεγαλομάρτυρος και Ισαποστόλου Φωτεινής της Σαμαρείτιδος προστάτιδος της Ενορίας μας. Σήμερα παραμονή της εορτής τελέστηκε ο Αναστάσιμος Πανηγυρικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος υπό του Πανοσιολογιότατου Αρχιμανδρίτου π. Αναστασίου Τασοπούλου, Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεώς μας. Αύριο, το πρωί θα τελεστεί ο Όρθρος και η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. ΔΑΝΙΗΛ. Το απόγευμα και ώρα 7 θα τελεσθεί ο Μεθέορτος Εσπερινός και η Ιερά Παράκληση στην Αγία Φωτεινή την Σαμαρείτιδα και στην συνέχεια η Λιτάνευση η Ιερά Εικόνα της Ισαποστόλου στους δρόμους της Ενορίας μας, προς αγιασμό, ευλογία και ενίσχυση των πιστών Ενοριτών. Στα σχολεία στην οδό Προύσης θα γίνει ειδική δέηση υπέρ των διαγωνιζομένων μαθητών και μαθητριών. Ώρα 8:30. Διαδρομή Λιτανείας τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος διά τῶν ὁδῶν: Ἁγίας Φωτεινῆς – Ἀμαλθείας – Προύσσης – Ἀϊδινίου – Εὐαγγελιστρίας – Ἱερός Ναός.    

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο