Γ΄ Στάση των Χαιρετισμών. Κείμενο – Μετάφραση



Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις· ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες·
Μετάφραση: Νέα (πνευματικὴ) κτίση φανέρωσε ὁ Κτίστης σ᾿ ἐμᾶς ποὺ γίναμε ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀφοῦ βλάστησε χωρὶς σπορὰ ἀπὸ παρθενικὴ κοιλιὰ καὶ τὴν διαφύλαξε ὅπως ἦταν ἄφθορη. Ὣστε βλέποντας ἐμεῖς τὸ θαῦμα, μὲ ὕμνους νὰ φωνάζουμε πρὸς αὐτή·

Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, στεφάνι τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα· χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς δίνεις εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς φανερώνεις τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί· χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, δέντρο ποὺ παράγεις καρποὺς γευστικοὺς καὶ καλούς, ἀπ᾿ τοὺς ὁποίους τρέφονται οἱ πιστοί· χαῖρε, ξύλο (δέντρο) πυκνόφυλλο, κάτω ἀπ᾿ τὸ ὁποῖο σκεπάζονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις· χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ κυοφόρησες ὁδηγὸ γιὰ τοὺς πλανωμένους, χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γέννησες Λυτρωτὴ γιὰ τοὺς αἰχμαλώτους.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις· χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καθικετεύεις τὸν δίκαιο Κριτή, χαῖρε ἐσὺ ποὺ (μὲ τὴ μεσιτεία σου) παρέχεις συγχώρηση στοὺς ἁμαρτωλούς.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι στολὴ γιὰ τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ πνευματικὴ παρρησία (πρὸς τὸ Θεό)· χαῖρε στοργὴ ποὺ νικᾶς κάθε πόθο.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.
Μετάφραση: Ἀφοῦ γνωρίσαμε τὴν παράδοξη γέννηση (τοῦ Χριστοῦ), ἂς ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸν κόσμο, μεταφέροντας τὸ νοῦ μας στὸν οὐρανό. Γιὰ τοῦτο ὁ ὑψηλὸς Θεὸς φανερώθηκε στὴ γῆ ὡς ἕνας ταπεινὸς ἄνθρωπος· γιατὶ ἤθελε νὰ τραβήξει πρὸς τὸ δικό Του ὕψος αὐτοὺς ποὺ τοῦ φωνάζουν. Ἀλληλούϊα. (αἰνεῖτε τὸν Θεό).  

Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·
Μετάφραση: Ὁλόκληρος βρισκόταν κάτω στὴ γῆ, κι ὡστόσο δὲν ἀπουσίαζε ἀπὸ τὰ ἄνω (τὸν οὐρανὸ) ὁ ἀπερίγραπτος Υἱὸς καὶ Λόγος (τοῦ Θεοῦ). Κι αὐτὸ ἔγινε μὲ θεϊκὴ συγκατάβαση κι ὄχι μὲ τοπικὴ μετακίνηση· κι ἔτσι συντελέστηκε ἡ γέννηση ἀπὸ Παρθένο ἀφιερωμένη στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἀκούει αὐτά·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, χώρα ποὺ χώρεσες τὸν ἀχώρητο Θεό· χαῖρε, θύρα τοῦ σεπτοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα· χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς ἀπίστους εἶσαι ἀμφίβολο ἄκουσμα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς πιστοὺς εἶσαι ἀναμφίβολο καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιο (τοῦ Χριστοῦ) ποὺ κάθεται πάνω στὰ Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα ὑπερτέλειο Ἐκείνου ποὺ κάθεται στὰ Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἕνωσες μεταξύ τους τὰ ἀντίθετα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ συνδύασες τὴν παρθενία μὲ τὴ μητρότητα.
Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐλύθη παράβασις! χαῖρε δι᾿ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.
Χαῖρε, ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία καταλύθηκε ἡ παράβαση, χαῖρε, ἐσὺ χάρη στὴν ὁποία ἀνοίχτηκε ὁ Παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας· χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ᾿σαι τὸ κλειδὶ τῆς βασιλείας (τοῦ Χριστοῦ)· χαῖρε, ἐσὺ ἡ ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε. 

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον· ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.
Μετάφραση: Κάθε φύση Ἀγγέλων κατεπλάγη γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ἐνανθρωπήσεὼς Σου· γιατὶ ἔβλεπε τὸν ἀπρόσιτο Θεό, νὰ γίνεται προσιτὸς σὲ ὅλους ἄνθρωπος, νὰ συναναστρέφεται μαζί μας καὶ νὰ ἀκούει ἀπὸ ὅλους τὸ Ἀλληλούϊα (αἰνεῖτε τὸν Θεό). 

Ῥήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τό, πῶς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυσας· ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν·
Μετάφραση: Τοὺς ἐπιδέξιους ρήτορες, τοὺς βλέπουμε σὰν ψάρια ἄφωνα νὰ στέκονται μπροστὰ στὸ μυστήριό σου Θεοτόκε· γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν πῶς καὶ Παρθένος ἔμεινες καὶ μπόρεσες νὰ γεννήσεις. Ἐμεῖς ὅμως θαυμάζοντας τὸ μυστήριο, σοῦ φωνάζουμε μὲ πίστη.

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, δοχεῖο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, χαῖρε ταμεῖο τῆς πρόνοιάς Του.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα· χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀποδείχνεις ἄσοφους τοὺς φιλοσόφους· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἐλέγχεις ὡς ἄμυαλους τοὺς τεχνολόγους.
Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί· χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἀποδείχτηκαν ἀνόητοι οἱ διαβόητοι συζητητές· χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἐξαφανίστηκαν οἱ μυθοπλάστες.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ διαλύεις τοὺς περίπλοκους συλλογισμοὺς καὶ σοφίες τῶν Ἀθηναίων· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γεμίζεις (μὲ ἀνθρώπινες ψυχὲς) τὰ δίχτυα τῶν πνευματικῶν ψαράδων.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα· χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀνασύρεις ἀπὸ τὸ βυθὸ τῆς ἄγνοιας, χαῖρε ἐσὺ ποὺ φωτίζεις πολλοὺς μὲ θεία γνώση.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι· χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, πλοῖο αὐτῶν ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦνε, χαῖρε, λιμάνι αὐτῶν ποὺ ταξιδεύουν στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.
Μετάφραση: Θέλοντας νὰ σώσει τὸν κόσμο Ἐκεῖνος ποὺ γιὰ χάρη μας τὸν κόσμησε, ἦλθε πρὸς αὐτὸν μὲ δική του πρωτοβουλία. Καὶ ὄντας Ποιμένας, ὡς Θεός, γιὰ χάρη μας φάνηκε ὅμοιος μὲ μᾶς ἄνθρωπος, καὶ κάλεσε ἔτσι (στὴ σωτηρία) τοὺς ὅμοιους μὲ Αὐτόν, ποὺ ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα (αἰνεῖτε τὸν Θεό).
 

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Τρέξε όσο πιο γρήγορα γίνεται στον πνευματικό σου.

Αν βλέπεις με το νου σου δαιμόνια (λογισμούς κακίας, πονηρίας, εμπάθειας, αισχρότητας), ταπεινώσου και προσπάθησε να μη βλέπεις και τρέξε όσο πιο γρήγορα γίνεται στον πνευματικό σου γέροντα, στον οποίο παραδόθηκες. Πες του τα όλα, και τότε ο Κύριος θα σε ελεήσει και θα σωθείς από την πλάνη. Αν, όμως, νομίζεις ότι εσύ γνωρίζεις περισσότερα για την πνευματική ζωή από τον πνευματικό και πάψεις να του λες τι σου συμβαίνει, εξαιτίας αυτής της υπερηφανείας, θα παραχωρηθεί αναπόφευκτα κάποιος πειρασμός, για να σε συνετίσει. Πέφτουμε στην πλάνη, όταν νομίζουμε ότι είμαστε πιο φρόνιμοι και έμπειροι από τους άλλους, ακόμη και από τον πνευματικό μας πατέρα. Έτσι σκέφτηκα κι εγώ με την απειρία μου και γι’ αυτό υπέφερα. Κι ευχαριστώ από την καρδιά μου τον Θεό, γιατί με τον τρόπο αυτό με ταπείνωσε και με νουθέτησε και δεν απέσυρε το έλεός Του από μένα. Και τώρα σκέφτομαι ότι, χωρίς εξομολόγηση στον πνευματικό δεν είναι δυνατόν να απαλλαγούμε από την πλάνη, γιατί στον πνευματικό έδωσε ο Θεός τη χάρη του δεσμείν και λύειν. Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης  

διαβάστε περισσότερα »

Τους πονείς τους φτωχούς;

  Αργά τα άνοιξε τα μάτια του ο πλούσιος! Τότε που είδε στην αγκαλιά του Αβραάμ τον Λάζαρο! Τον άνθρωπο, που δεν καταδεχόταν ούτε να του ρίξει μια ματιά, όταν τον εύρισκε να περιμένει έξω από την πόρτα του! Και τότε το κατάλαβε καλά, τι σημαίνει εκείνο, που λίγο πριν ποτέ δεν θέλησε να το καταλάβει. Στην κόλαση βρέθηκε υποχρεωμένος, θέλοντας και μη, να κάμει έναν απολογισμό. Εκεί, αναγκάσθηκε να ψάξει να ιδεί, τι του είχε γίνει αφορμή να χάσει, η κακή του εκείνη διάθεση, που δεν τον άφηνε να ιδεί στο πρόσωπο του φτωχού Λαζάρου τον «πλησίον» του: δηλ. έναν συνάνθρωπο, που έπρεπε να τον περιμένει ότι μπορούσε κάποτε να βρεθεί και ο ίδιος στην θέση του και είχε γι’ αυτό χρέος να τον συμπονάει. Ας ρίξουμε μια ματιά στην άθλια κατάσταση, που είχε βρεθεί τότε ο πλούσιος. Τώρα είχε φθάσει στο άκρο αντίθετο! Τότε είχε μεγάλη αφθονία. Τότε γλεντούσε, όσο πιο καλά μπορούσε. Τώρα τα είχε χάσει όλα. Και όσο πιο πολύ σκεπτόταν την μεγάλη αντίθεση, τόσο πιο πολύ τον έτσουζε. Και γι’ αυτό είπε: «Πατέρα, Αβραάμ, λυπήσου με. Και στείλε τον Λάζαρο, να «βουτήξει» έστω και ένα δάχτυλό του σε νερό, να μου δροσίσει λίγο την γλώσσα γιατί υποφέρω πολύ μέσα σε αυτές τις φλόγες» (Λουκ. 16,24). Από τα λόγια αυτά, ασφαλώς δεν πρέπει να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι αρκεί μια σταγόνα νερό, για να ανακουφίσει και να δροσίσει. Τα λόγια αυτά μας λένε μόνο, ότι εκείνοι που έχουν πολλές αμαρτίες, εκεί θα υποφέρουν πολύ, εκεί θα ταλαιπωρηθούν πολύ, από την φοβερή εκείνη φωτιά, από την αίσθηση του βάρους της αμαρτίας τους. Από τα λόγια αυτά του πλουσίου, μαθαίνουμε μόνο ότι: Στην τελική κρίση του Κυρίου η ποινή θα είναι κάτι το ανάλογο με την εσωτερική μας αθλιότητα. Ο πλούσιος, σπρωγμένος από την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόταν, αναγκάστηκε να ζητήσει μια σταγόνα νερό! Εδώ στην γη, σπρωγμένος από την φιλαργυρία και ασπλαχνία του, είχε καταντήσει να μη δίνει ούτε μια σταγόνα νερό! Άραγε μπορούσε ποτέ, να βρεθεί γι’ αυτόν κατάσταση πιο δίκαιη, μέχρι τις τελευταίες της λεπτομέρειες και ταυτόχρονα πιο οδυνηρή; Ζητάει μια σταγόνα νερό! Ποιος; Εκείνος, που στον φτωχό δεν έδινε ούτε ψίχουλο ψωμί. Τον έκαμε ο Θεός, να ποθήσει σταγόνα νερό! Για να τον κάμει να καταλάβει, τι φοβερό πράγμα είναι η φτώχεια. Και πόσο χρειάζεται να είμαστε πονετικοί στην φτώχεια. Απόδοση: Αρχιμ. Α.Μ. Από το περιοδικό Λυχνία, της Ι. Μητρ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, τεύχος Νοεμβρίου 2004

διαβάστε περισσότερα »

Η προσευχή της Μεγάλης Τεσσαροκοστής.

Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δώς. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τώ σώ δούλω. Ναι, Κύριε Βασιλεύ,δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα,καί μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου, ότι ευλογητός εί εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.» Ερμηνευτική απόδοση “Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μην επιτρέψεις να με κυριεύσει το πνεύμα της αργίας, τής περιέργειας, της φιλαρχίας, και της αργολογίας. Χάρισε Εσύ σε μένα, τον τιποτένιο δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης. Ναι, Κύριε, και Βασιλιά μου, δός μου το χάρισμα να βλέπω μόνο τις δικές μου αμαρτίες και τα λάθη και να μη κατακρίνω τον αδελφό μου. Για Σένα που είσαι άξιος κάθε τιμής και δοξολογίας στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.” Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μία σύντομη προσευχή μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σ’ έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον άγιο Εφραίμ το Σύρο… Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και ποιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μία μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μία τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής. Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μία τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετανοίας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στον Θεό. Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον, παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό ν’ αλλάξουμε και επομένως δεν χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μία απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην ποιο βαθιά της πηγή. Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η λιποψυχία. Είναι μία κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό η θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μία δαιμονική δύναμη μέσα μας, γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για τον Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να τα επιθυμήσει. Πνεύμα φιλαρχίας! φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντάς την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μία ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου ικανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μία αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους. Έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία. Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της Θείας εικόνας στον άνθρωπο, γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος (Ιωάν. 1,1). Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει, ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μία βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μία τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος, δηλαδή, δημιουργεί θετικά η αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη Θεία καταγωγή και το Θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας. Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετανοίας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μία κραυγή από τα βάθη της καρδίας του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετανοίας που πάλι είναι τέσσερις. Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε – πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται – την έννοια

διαβάστε περισσότερα »

Μπορεί να σωθεί ένας αιρετικός;

Ένας νέος καταλαμβανόμενος από τη σκέψη, ότι και οι αιρετικοί με τα καλά έργα θα σωθούν, πήγε μετά την απόλυση της θείας Λειτουργίας στο κελί του λεγόμενου Διδασκάλου και τον ρώτησε: «Πανοσιότατε πατέρα, σήμερα μεγάλη εντύπωση μου προξένησε ο λόγος σας, αλλά επειδή ακόμα με διστάζει ο λογισμός μου, γι’ αυτό θα σας κάνω την εξής ερώτηση. Αν δύο σώφρονες και ανεπτυγμένοι άνθρωποι, ο ένας είναι τέκνο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και ο άλλος υποτάσσεται στις αιρέσεις που υπάρχουν, αν αυτοί -λέω- κάνουν έργα θεοφιλή και θεάρεστα, είναι ελεήμονες, αμνησίκακοι, σώφρονες, περιφρουρούν τη δικαιοσύνη και κάθε άλλη αρετή, αυτοί όταν πεθάνουν, θα σωθούν εξίσου;». Σε απάντηση ο Διδάσκαλος, βγάζοντας από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόμισμα αξίας εκατό φράγκων, είπε: «Αυτό το χαρτί τι αξίζει;». Ο νέος απάντησε: «Εκατό φράγκα». Τότε του παρουσιάζει και ένα άλλο χαρτί επίχρυσο, το οποίο συνήθως χρησιμοποιούν σε διαφημίσεις, και του λέει: «Αυτό πόσο αξίζει;». Ο νέος τότε είπε: «Αυτό το χαρτί δεν αξίζει ούτε δύο λεπτά». «Και πώς -του είπε ο Διδάσκαλος- δεν αξίζει, ενώ είναι παρόμοιο με το άλλο και μάλιστα φαίνεται πιο ωραίο;». Τότε ο νέος του λέει: «Το πρώτο έχει την αξία του, γιατί έχει τη βασιλική σφραγίδα, ενώ το δεύτερο είναι άχρηστο, γιατί του λείπει αυτή η σφραγίδα». «Να, παιδί μου -του είπε ο Διδάσκαλος- με αυτό το παράδειγμα λύθηκε η απορία σου. Καθώς το πρώτο χαρτί ανήκει στον ορθόδοξο Χριστιανό, του οποίου τα θεάρεστα έργα είναι επικυρωμένα με τη βασιλική σφραγίδα του Χριστού και θα καταταγούν στο βασιλικό ταμείο, ενώ το άλλο χαρτί μη έχοντας αυτή τη σφραγίδα θα αποβληθεί έξω». Αφού άκουσε αυτά ο νέος και συγκινήθηκε πολύ, έπεσε στα πόδια εκείνου του πνευματικού πατέρα και με δάκρυα εξέφρασε τις ευχαριστίες του, διότι τον απάλλαξε από την εσφαλμένη εκείνη άποψη. (Γράφτηκε στα Κατουνάκια του Αγίου Όρους, στις 6 Οκτωβρίου 1910, από τον ελάχιστο Δανιήλ Μοναχό Κατουνακιώτη)

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο