Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις· ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες· Μετάφραση: Νέα (πνευματικὴ) κτίση φανέρωσε ὁ Κτίστης σ᾿ ἐμᾶς ποὺ γίναμε ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀφοῦ βλάστησε χωρὶς σπορὰ ἀπὸ παρθενικὴ κοιλιὰ καὶ τὴν διαφύλαξε ὅπως ἦταν ἄφθορη. Ὣστε βλέποντας ἐμεῖς τὸ θαῦμα, μὲ ὕμνους νὰ φωνάζουμε πρὸς αὐτή· Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας. Χαῖρε, ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, στεφάνι τῆς ἐγκρατείας. Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα· χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς δίνεις εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς φανερώνεις τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων. Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί· χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί. Χαῖρε, δέντρο ποὺ παράγεις καρποὺς γευστικοὺς καὶ καλούς, ἀπ᾿ τοὺς ὁποίους τρέφονται οἱ πιστοί· χαῖρε, ξύλο (δέντρο) πυκνόφυλλο, κάτω ἀπ᾿ τὸ ὁποῖο σκεπάζονται πολλοί. Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις· χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ κυοφόρησες ὁδηγὸ γιὰ τοὺς πλανωμένους, χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γέννησες Λυτρωτὴ γιὰ τοὺς αἰχμαλώτους. Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις· χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καθικετεύεις τὸν δίκαιο Κριτή, χαῖρε ἐσὺ ποὺ (μὲ τὴ μεσιτεία σου) παρέχεις συγχώρηση στοὺς ἁμαρτωλούς. Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι στολὴ γιὰ τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ πνευματικὴ παρρησία (πρὸς τὸ Θεό)· χαῖρε στοργὴ ποὺ νικᾶς κάθε πόθο. Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε. Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα. Μετάφραση: Ἀφοῦ γνωρίσαμε τὴν παράδοξη γέννηση (τοῦ Χριστοῦ), ἂς ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸν κόσμο, μεταφέροντας τὸ νοῦ μας στὸν οὐρανό. Γιὰ τοῦτο ὁ ὑψηλὸς Θεὸς φανερώθηκε στὴ γῆ ὡς ἕνας ταπεινὸς ἄνθρωπος· γιατὶ ἤθελε νὰ τραβήξει πρὸς τὸ δικό Του ὕψος αὐτοὺς ποὺ τοῦ φωνάζουν. Ἀλληλούϊα. (αἰνεῖτε τὸν Θεό). Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα· Μετάφραση: Ὁλόκληρος βρισκόταν κάτω στὴ γῆ, κι ὡστόσο δὲν ἀπουσίαζε ἀπὸ τὰ ἄνω (τὸν οὐρανὸ) ὁ ἀπερίγραπτος Υἱὸς καὶ Λόγος (τοῦ Θεοῦ). Κι αὐτὸ ἔγινε μὲ θεϊκὴ συγκατάβαση κι ὄχι μὲ τοπικὴ μετακίνηση· κι ἔτσι συντελέστηκε ἡ γέννηση ἀπὸ Παρθένο ἀφιερωμένη στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἀκούει αὐτά· Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα. Χαῖρε, χώρα ποὺ χώρεσες τὸν ἀχώρητο Θεό· χαῖρε, θύρα τοῦ σεπτοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας. Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα· χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς ἀπίστους εἶσαι ἀμφίβολο ἄκουσμα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς πιστοὺς εἶσαι ἀναμφίβολο καύχημα. Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ. Χαῖρε, ὄχημα πανάγιο (τοῦ Χριστοῦ) ποὺ κάθεται πάνω στὰ Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα ὑπερτέλειο Ἐκείνου ποὺ κάθεται στὰ Σεραφείμ. Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἕνωσες μεταξύ τους τὰ ἀντίθετα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ συνδύασες τὴν παρθενία μὲ τὴ μητρότητα. Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐλύθη παράβασις! χαῖρε δι᾿ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος. Χαῖρε, ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία καταλύθηκε ἡ παράβαση, χαῖρε, ἐσὺ χάρη στὴν ὁποία ἀνοίχτηκε ὁ Παράδεισος. Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας· χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ᾿σαι τὸ κλειδὶ τῆς βασιλείας (τοῦ Χριστοῦ)· χαῖρε, ἐσὺ ἡ ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν. Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε. Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον· ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα. Μετάφραση: Κάθε φύση Ἀγγέλων κατεπλάγη γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ἐνανθρωπήσεὼς Σου· γιατὶ ἔβλεπε τὸν ἀπρόσιτο Θεό, νὰ γίνεται προσιτὸς σὲ ὅλους ἄνθρωπος, νὰ συναναστρέφεται μαζί μας καὶ νὰ ἀκούει ἀπὸ ὅλους τὸ Ἀλληλούϊα (αἰνεῖτε τὸν Θεό). Ῥήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τό, πῶς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυσας· ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν· Μετάφραση: Τοὺς ἐπιδέξιους ρήτορες, τοὺς βλέπουμε σὰν ψάρια ἄφωνα νὰ στέκονται μπροστὰ στὸ μυστήριό σου Θεοτόκε· γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν πῶς καὶ Παρθένος ἔμεινες καὶ μπόρεσες νὰ γεννήσεις. Ἐμεῖς ὅμως θαυμάζοντας τὸ μυστήριο, σοῦ φωνάζουμε μὲ πίστη. Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον. Χαῖρε, δοχεῖο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, χαῖρε ταμεῖο τῆς πρόνοιάς Του. Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα· χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀποδείχνεις ἄσοφους τοὺς φιλοσόφους· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἐλέγχεις ὡς ἄμυαλους τοὺς τεχνολόγους. Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί· χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί. Χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἀποδείχτηκαν ἀνόητοι οἱ διαβόητοι συζητητές· χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἐξαφανίστηκαν οἱ μυθοπλάστες. Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ διαλύεις τοὺς περίπλοκους συλλογισμοὺς καὶ σοφίες τῶν Ἀθηναίων· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γεμίζεις (μὲ ἀνθρώπινες ψυχὲς) τὰ δίχτυα τῶν πνευματικῶν ψαράδων. Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα· χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀνασύρεις ἀπὸ τὸ βυθὸ τῆς ἄγνοιας, χαῖρε ἐσὺ ποὺ φωτίζεις πολλοὺς μὲ θεία γνώση. Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι· χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων. Χαῖρε, πλοῖο αὐτῶν ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦνε, χαῖρε, λιμάνι αὐτῶν ποὺ ταξιδεύουν στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς. Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε. Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα. Μετάφραση: Θέλοντας νὰ σώσει τὸν κόσμο Ἐκεῖνος ποὺ γιὰ χάρη μας τὸν κόσμησε, ἦλθε πρὸς αὐτὸν μὲ δική του πρωτοβουλία. Καὶ ὄντας Ποιμένας, ὡς Θεός, γιὰ χάρη μας φάνηκε ὅμοιος μὲ μᾶς ἄνθρωπος, καὶ κάλεσε ἔτσι (στὴ σωτηρία) τοὺς ὅμοιους μὲ Αὐτόν, ποὺ ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα (αἰνεῖτε τὸν Θεό).
Ράσα και Ιερά άμφια.
Το ράσο, η ιδιαίτερη αυτή ενδυμασία των ορθοδόξων κληρικών, έχει την ιστορία του, μια ιστορία ζυμωμένη με δάκρυα και πόνο, μια ιστορία μακραίωνη. Το ράσο δεν αποτελεί δόγμα της πίστης μας. Η Εκκλησία μας στις μέρες της δοκιμασίας που ζούμε δεν έχει ανάγκη από εξωτερικές μεταρρυθμίσεις, αλλά από εσωτερικές αλλαγές. Έχει ανάγκη από αγίους και εμπνευσμένους κληρικούς, που θα φορέσουν και θα τιμήσουν το ράσο και θα το κάνουν λάβαρο των πιο ωραίων αγώνων για τη θρησκευτική, ηθική και εθνική αναγέννηση του Γένους μας. Δε φταίει το ράσο για τυχόν αστοχίες και σκάνδαλα των σημερινών κληρικών. Αυτά, ακόμα και αν αυτό καταργηθεί, δεν θα εκλείψουν. Η ενδυμασία αυτή από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρησιμεύει για να γίνεται διάκριση μεταξύ κληρικών και λαϊκών. Το ράσο αποτελεί ειδική περιβολή, η οποία συντελεί στη διατήρηση σεβασμού προς τους ιερείς. Σε καιρό διωγμών, (όπως ήταν οι διωγμοί των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού), οι κληρικοί δε φορούσαν ιδιαίτερη ενδυμασία, καθώς διέτρεχαν τον κίνδυνο να συλληφθούν και να θανατωθούν. Κανένας ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να τους διακρίνει από την εξωτερική τους περιβολή. Οι κληρικοί των πρώτων αιώνων ξεχώριζαν από το βίο τους. Το ράσο, όπως προαναφέραμε, ξεχωρίζει τον ιερέα από τους λαϊκούς. Προφυλάσσει τον ιερέα από δημόσιες εκτροπές. Για αυτό οι ιερείς που θέλουν να ζουν κοσμική ζωή και να απολαμβάνουν και αυτοί τις κοσμικές ηδονές, είναι συνήγοροι της κατάργησης του ράσου, του ράσου που δόξασαν αναρίθμητοι ευσεβείς κληρικοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και στους δικούς μας χρόνους σε μη Χριστιανικά κράτη απαγορεύουν την εμφάνιση των κληρικών με την ιδιαίτερη ενδυμασία τους και έτσι οι κληρικοί δε φορούν ράσο. Στην Τουρκία, όπου ο Χριστιανισμός είναι στο περιθώριο, (ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922), απαγορεύθηκε το ράσο, με εξαίρεση τους κληρικούς του Πατριαρχείου και τον Πατριάρχη, στον οποίο επετράπη να φοράει ράσο, όταν βγαίνει έξω από το Πατριαρχείο. Με τον τρόπο αυτό οι Τούρκοι φανέρωναν την άρνησή τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς γνωρίζουν πολύ καλά πως ο κλήρος ήταν εκείνος που διατήρησε 400 χρόνια και δεν άφησε να πεθάνει η εθνική συνείδηση όχι μονάχα της Ελλάδας, αλλά και των υπολοίπων βαλκανικών λαών. Επίσης στην Αμερική, στην Αυστραλία, αλλά και σε άλλες χώρες του κόσμου δε θέλουν τους ρασοφόρους και οι ιερείς συχνά γίνονται αποδέκτες ύβρεων. Ο ιερέας, ο ευλαβής ιερέας όταν πρόκειται να πάει στο ναό για να τελέσει μια ιεροτελεστία, πρέπει να προετοιμάσει τον εαυτό του ψυχολογικά. Πρέπει να αφήσει έξω από το ναό ό,τι ανθρώπινο και κοσμικό, να ξεχάσει τον εαυτό του και τα πάθη του και να θυμηθεί τίνος εκπρόσωπος είναι. Ο ιερέας όταν λειτουργεί πρέπει να είναι και να φαίνεται σαν άγγελος. Κι όπως οι άγγελοι στον ουρανό στέκονται με φόβο και με τρόμο μπροστά στο θρόνο του Θεού, έτσι πρέπει και οι ιερείς να στέκονται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αν όλοι οι ιερείς είχαν αυτό τον άγιο φόβο και λειτουργούσαν με ιερή κατάνυξη, όλος ο κόσμος θα άλλαζε. Αυτοί που διαθέτουν καλή προαίρεση αισθάνονται πως κάτι μεγάλο και υψηλό τελείται την ώρα που ο Ιερέας λειτουργεί. Αλλά ο ορθόδοξος ιερέας δε διακρίνεται μόνο από το ράσο. Διακρίνεται και από τα άμφια. Τα άμφια είναι η επίσημη στολή που φοράει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Τα άμφια έχουν τη δική τους γλώσσα. Συνοδεύονται από ρητά της Αγίας Γραφής και φωνάζουν στον ιερέα: «Πρόσεξε, απομάκρυνε από πάνω σου καθετί αμαρτωλό και κοσμικό, που είναι σαν ρούχο παλιό και ακάθαρτο. Ντύσου την αρετή, την αγιότητα, που είναι λαμπρή στολή της ψυχής. Ντύσου το Χριστό, κι έτσι φωτεινός και λαμπρός προχώρα στην τέλεση των ιερών μυστηρίων». Πολλά και διάφορα είναι τα άμφια που φορούν οι κληρικοί όταν λειτουργούν. Από τα άμφιά τους, διακρίνονται οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης. Αναφέρουμε εδώ τα κυριότερα. Ο διάκονος διακρίνεται από το άμφιο που λέγεται οράριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που από το ένα άκρο της κρέμεται από τον αριστερό ωμό προς τα πίσω, το δε άλλο άκρο της το κρατάει ο διάκονος με το δεξί του χέρι, όταν εκφωνεί τις δεήσεις. Στην παλιά εποχή πάνω στο οράριο ήταν γραμμένες οι λέξεις: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ». Το οράριο σημαίνει, πως ο διάκονος μιμούμενος τους αγγέλους πρέπει να προσεύχεται συνεχώς. Το οράριο θυμίζει το ρητό του αποστόλου Παύλου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Άλλο άμφιο του διακόνου είναι τα επιμάνικα. Όπως αναφέρουν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, τα επιμάνικα, που φορούν και οι διάκονοι και οι ιερείς και οι αρχιερείς σημαίνουν τα δεσμά με τα οποία έδεσαν το Χριστό. Ο κληρικός πρέπει να είναι έτοιμος, χάρη του Ευαγγελίου, να υποστεί το διωγμό, τη φυλακή και το μαρτύριο. Ο ιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Το επιτραχήλιο: Το πετραχήλι είναι το πιο σπουδαίο άμφιο του ιερέα. Χωρίς πετραχήλι καμιά ιεροτελεστία δεν μπορεί να κάνει ο ιερέας. Σημαίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πλούσια σαν ποτάμι τρέχει και ποτίζει τις ψυχές δια μέσου των ιερών μυστηρίων. Το πετραχήλι έχει στο κάτω άκρο τα λεγόμενα κρόσια. Σημαίνουν τις ψυχές που ο Θεός έχει εμπιστευτεί στον κάθε ιερέα. Ενώ ο λαϊκός θα δώσει λόγο για την ψυχή του, ο ιερέας θα δώσει λόγο και για τις ψυχές που ανήκουν στην ενορία του. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ιερεμία λέει: «Θα ζητήσω το αίμα των ανθρώπων εκείνων που εξαιτίας των ιερέων έχουν χαθεί». Άλλο άμφιο του ιερέα είναι η ζώνη. Η ζώνη δεν είναι μόνο για να συγκρατεί την ενδυμασία, αλλά και για να θυμίζει στον ιερέα πως πρέπει να συγκρατεί τις κακές επιθυμίες και να κυριαρχεί στα πάθη του. Ευπρεπής, εύζωνος και ταχύς στην οδό του Κυρίου. Άλλο άμφιο του ιερέα είναι το φελόνιο, το φελόνι, που φοριέται από το λαιμό και θυμίζει την κόκκινη χλαμύδα που έντυσαν τον Ιησού οι στρατιώτες στο πραιτόριο του Πιλάτου για να τον εμπαίξουν. Έτσι και ο ιερέας που βαδίζει στα ίχνη του Χριστού θα εμπαιχθεί από ανθρώπους που αντιστρατεύονται το Χριστό μας. Ο αρχιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Ωμοφόριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που ρίχνεται πάνω στους ώμους και τα άκρα της καταλήγουν μπροστά στο στήθος και θυμίζει την παραβολή του απολωλότος προβάτου. Άλλο άμφιο του αρχιερέα είναι ο σάκκος. Αντιστοιχεί προς το φελόνι του ιερέως, σημαίνει την κόκκινη χλαμύδα, έχει δε