Ο όρος παγανισμός προέρχεται από τη λατινική λέξη pagani που σημαίνει χωρικοί. Η ονομασία αυτή δόθηκε τα πρωτοβυζαντινά χρόνια στους εναπομείναντες ειδωλολάτρες της εποχής εκείνης που αντιδρούσαν στο ευαγγελικό μήνυμα της σωτηρίας και έμειναν προσηλωμένοι, λόγω αμάθειας και τυφλού φανατισμού, στις πρωτόγονες ειδωλολατρικές δοξασίες του παρελθόντος. Η προσηγορία «παγανιστής» την εποχή αυτή ήταν σκωπτική ύβρις.
Ας σημειωθεί πως λείψανα της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας συναντάμε ως τον ζ’ αιώνα στα νησιά της Ιταλίας και ως τον Θ περίπου αιώνα στις απομονωμένες περιοχές της Μάνης της Πελοποννήσου (Βλ. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Φοίνιξ, τόμ. Ιθ’, σελ. 318).
Ο παγανισμός είναι ουσιαστικά ειδωλολατρία. Τόσο η αρχαιοελληνική θρησκεία, όσο και οι θρησκείες των άλλων προχριστιανικών λαών ήταν σαφώς ειδωλολατρικές. Η έννοια του θείου σε αυτές, συγκρινόμενη με την σύγχρονη μονοθεϊστική αντίληψη, έχει όλα τα γνωρίσματα της ειδωλολατρίας. Η λατρεία αψύχων αντικειμένων και φανταστικών θείων οντοτήτων είναι καθαρή ειδωλολατρία.
Η ειδωλολατρία από την άποψη της χριστιανικής διδασκαλίας είναι η χειρότερη συνέπεια της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους. Είναι η κυριότερη έκφραση αποστασίας του ανθρώπου από το Θεό. Ο άνθρωπος, σκοτισμένος από τις συνεχείς πτώσεις του, λησμόνησε τον αληθινό θεό και τον υποκατέστησε, σταδιακά, με είδωλα του περιβάλλοντος του (ζώα, δένδρα, ποταμούς, λίθους, άστρα, φυσικά φαινόμενα, κοσμικές δυνάμεις, κ.λπ.). Οι μεταπτωτικοί άνθρωποι, συμφωνά με τον απόστολο Παύλο «μετήλλαξαν την αλήθεια του Θεού εν τω ψεύδει και έσεβάσθησαν και λάτρευσαν τη κτίσει παρά τον κτίσαντα» (Ρωμ. 1:25), «φάσκοντες είναι σοφοί έμωράνθησαν και ήλλαξαν την δόξα του άφθαρτου Θεού εν όμοιώματι εικόνος φθαρτού ανθρώπου και πετεινών και τετραπόδων και ερπετών» (Ρωμ. 1:22). Παράλληλα συνεπαρμένοι από την πνευματική και ηθική τους σκοτοδίνη, έπλεξαν «γραώδεις μύθους» για τους ψεύτικους Θεούς τους. Έτσι προέκυψαν, με την πάροδο του χρόνου, οι διάφορες ειδωλολατρικές θρησκείες.
Η θρησκεία του κάθε λαού είναι ανάλογη με την πνευματική του εξέλιξη. Στους αρχαίους, αλλά και σε ορισμένους σύγχρονους λαούς, συναντούμε θρησκείες, άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο ειδωλολατρικές. Οι πιο πρωτόγονες μορφές ειδωλολατρίας είναι ο φετιχισμός και ο τοτεμισμός, οι οποίες είναι λατρεία αψύχων αντικειμένων και εμψύχων όντων. Η πιο εξευγενισμένη ειδωλολατρία είναι η ανθρωπομορφική ειδωλολατρία και ιδιαίτερα η ιδεατή ειδωλολατρία. Στις κατηγορίες αυτές μπορεί να ενταχθεί η εξελιγμένη αρχαιοελληνική θρησκεία, τουλάχιστον όπως τη βίωσαν οι διανοούμενοι, οι φιλόσοφοι και οι μορφωμένοι προγονοί μας. Αντίθετα οι αμαθείς μάζες και οι αμόρφωτοι χωρικοί βίωναν την πιο πρωτόγονη μορφή της. Αυτό το ομολογεί και σύγχρονος «αρχαιολάτρης» συγγραφέας (περ. «Απολλώνειον Φως», Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1998, σελ. 9).