Τίποτε, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε τυχαῖο στὸν κόσμο. Οὔτε μιὰ σταγόνα νεροῦ οὔτε ἕνα φύλλο ἀπὸ τὰ δέντρα δὲν πέφτει χωρὶς κάποια αἰτία. Κάθε πρᾶγμα ἢ γεγονὸς ἔχει τὴν αἰτία του. Οἱ ἄνθρωποι ἐρευνοῦν γιὰ νὰ βροῦν τὰ βαθύτερα αἴτια. Ἀξιέπαινη ἡ ἔρευνα τῆς ἐπιστήμης. Ἀλλ᾿ ὄχι σπάνια ἡ ἔρευνα γιὰ νὰ βρεθῇ ἡ αἰτία ἀποτυγχάνει· ὁ νοῦς τῶν ἐπιστημόνων πλανᾶται, λοξοδρομεῖ, πέφτει σὲ λαβύρινθο ἀμφιβολιῶν καὶ βγάζει σφαλερὰ συμπεράσματα, ποὺ δὲν δίνουν τὴν εἰκόνα τῆς πραγματικῆς αἰτίας τῶν γεγονότων. Ἔτσι καὶ προκειμένου γιὰ τὴν αἰτία τῆς πτώσεως τοῦ Βυζαντίου. * * * Ἀπὸ ὅσα μαρτυροῦν αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι βγαίνει τὸ συμπέρασμα, ὅτι «ἡ ἀπερίγραπτη ἐκείνη συμφορὰ δὲν ἐπῆλθε μόνη της· ἦταν ἀποτέλεσμα μιᾶς γενικῆς ἐξαχρειώσεως τοῦ ἔθνους, ὅτι κυρία αἰτία δὲν ἦταν τόσο ἡ δύναμι τοῦ κατακτητοῦ ὅσο οἱ ἁμαρτίες ποὺ πλημμύρισαν τὸν πολιτικό, κοινωνικὸ καὶ ἰδιωτικὸ βίο» (Νικηφόρος Καλογερᾶς μτφρ.). Πράγματι ἡ Πόλις καὶ μαζί της ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία ἔπεσε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῶν κατοίκων της. Μπορεῖ ὁ μαθητὴς τῆς σχολῆς τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ(σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία μόνο ὁ οἰκονομικὸς παράγων εἶνε ἐκεῖνος ποὺ ῥυθμίζει τὴν ἐξέλιξι τῶν κοινωνιῶν), νὰ μᾶς εἰρωνευθῇ γιὰ τὴν ἀφελῆ, κατ᾿ αὐτόν, ἑρμηνεία ποὺ δίνουμε. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀποκλείει ἀ πὸ τὴν ἱστορία τὴν ὕπαρξι ἠθικοῦ καὶ πνευ μα τικοῦ παράγοντος καὶ ἀποδίδει τὰ πάντα στὴ συστολὴ ἢ διαστολὴ τοῦ στομάχου καὶ Θεὸ ἔχει τὴν ὕλη, αὐτὸς μυωπάζει καὶ δὲν μπορεῖ νὰ δῇ τὰ ἀπώτερα αἴτια καὶ τοὺς παράγοντες ἐκείνους ποὺ ἡ ἐπίδρασί τους στὴν ἐξέλιξι τῶν ἀνθρωπίνων κοινωνιῶν εἶνε τεραστία. Πίσω ἀπὸ τὴν ὕλη κρύβεται τὸ πνεῦμα. Πίσω ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς νόμους ὑπάρχουν οἱ ἠθικοὶ νόμοι, ποὺ ἡ μὲν αὐστηρὴ τήρησί τους ἐπιφέρει τὴν κοινωνικὴ ἀκμὴ καὶ πρόοδο, ἐνῷ ἡ ἀσύστολη παράβασί τους ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες καὶ τὸ λαὸ ἐπιφέρει τὴν ἐξασθένησι, τὸν ἐκφυλισμὸ καὶ τὸν ὁλοκληρωτικὸ ὄλεθρο τῶν ἐθνῶν. Ἕνα μικρὸ ἔθνος, ποὺ οἱ πολῖτες του ζοῦν μὲ φόβο Θεοῦ κ᾽ εἶνε πρόθυμοι νὰ ἀκοῦνε καὶ γρήγοροι καὶ δραστήριοι στὸ νὰ ἐφαρμόζουν τοὺς ἠθικοὺς νόμους του, εἶνε ἀδύνατον νὰ νικηθῇ, ἔστω καὶ ἂν ὁ ἐχθρὸς ποὺ τοῦ ἐπιτίθεται διαθέτῃ δεκαπλάσιες καὶ εἰ κοσαπλάσιες δυνάμεις· διότι ἕνας πιστὸς δοῦλος τοῦ Θεοῦ θὰ καταδιώξῃ χίλιους ἀπίστους καὶ ἀσεβεῖς(Δευτ. 32,30. Ἰησ. Ναυῆ 23,10). Ἔχει μαζί του σύμμαχο τὸν Κύριο! Ποιός ἄλλος μεγαλύτερος σύμμαχος ὑπάρχει ἀπὸ αὐτόν; Ἀντιθέτως ἕνα μεγάλο ἔθνος, ποὺ οἱ πολῖτες του εἶνε καθημερινοὶ παραβάτες τῶν ἠθικῶν νόμων καὶ φρικτοὶ ὑβρισταὶ τῆς θείας μεγαλωσύνης τοῦ Δημιουργοῦ καὶ ζοῦν μιὰ ζωὴ ἁρπαγῆς καὶ ἀκολασίας, τὸ ἔθνος αὐτὸ θὰ καταρρεύσῃ. Τίποτε δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ τοῦ προσφέρῃ ὁ πιὸ ἰσχυρὸς ἐξοπλισμός, οἱ πλωτοὶ κολοσσοὶ στὴ θάλασσα, τὰ ὑπερφρούρια στὸν ἀέρα, τὰ τεχνητὰ τείχη στὴν ξηρά. Γιὰ ᾽κεῖνον ποὺ φοβᾶται τὸ Θεὸ ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης γίνεται φρούριο ἀπόρθητο, ἐνῶ γιὰ τὸν ἀσεβῆ, τὸν ἀναιδῆ περιφρονητὴ τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, θὰ ἔρθῃ στιγμὴ ποὺ καὶ τὰ χαλύβδινα τείχη ποὺ τὸν προστατεύουν θὰ γίνουν πιὸ ἀδύναμα κι ἀπὸ ἱστὸ ἀράχνης, ξερὴ καλαμιὰ ποὺ καίγεται μ᾽ ἕνα σπίρτο. Τίποτε δὲν πρόκειται νὰ σώσῃ τὸν ὑπερήφανο ἀσεβῆ, τὸν ἀμετανόητο λαό. Ὅπως λέει ὁ Κύριος μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτου Ὀβδιού, «Ἐὰν μετεωρισθῇς ὡς ἀετὸς καὶ ἐὰν ἀνὰ μέσον τῶν ἄστρων θῇς νοσσιάν σου, ἐκεῖθεν κατάξω σε», δηλαδή· Ἂν ὑψωθῇς σὰν ἀετὸς κι ἂν στήσῃς τὴ φωλιά σου ἀνάμεσα στὰ ἄστρα, ἀπὸ ᾽κεῖ θὰ σὲ κατεβάσω(Ὀβδ. 4). Ὁ Θεὸς δὲν στέκεται σὰν ἕνας ἀπαθὴς θεατὴς τῆς ἱστορίας τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Εἶνε ὁ δίκαιος Κριτής. Φαίνονται τὰ ἴχνη του διὰ μέσου τῶν σελίδων τῆς ἱστορίας. Διαβαίνει ἀμείβοντας τὴν ἀρετή, τιμωρώντας τὴν κακία, καὶ ἀπ᾽ τὸ πικρὸ ἡ ἄπειρη Σοφία του ξέρει νὰ βγάζῃ τὸ γλυκύ· ἀπ᾽ τὴν κοπριὰ τὰ εὐωδιαστὰ ἄνθη τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας καὶ ἱερᾶς κατανύξεως, κι ἀπὸ τὴ δουλεία τοῦ 1453 τὸ ἡρωικὸ 1821. * * * Κάθε χρόνο, ἀγαπητοί μου, μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπέτειο τοῦ θλιβεροῦ γεγονότος τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἂς μελετοῦμε σοβαρὰ τὴν ἱστορία καί, βλέποντας ὅτι ἡ κυρία αἰτία τῆς συμφορᾶς ἐκείνης ἦταν ἡ ἁμαρτία ποὺ ἐπλεόνασε, ἂς ἀν τλήσουμε πολύτιμα διδάγματα. Τὰ παθήματα τῶν προγόνων ἂς γί νουν μαθήματα γιὰ μᾶς. Τὸ ἕνα, ποὺ πρέπει νὰ ἑλκύσῃ ἀμέριστη τὴν προσοχὴ κλήρου καὶ λαοῦ, εἶνε τοῦτο· ὅλοι ἐμεῖς ποὺ κατοικοῦμε τὴ μαρτυρικὴ αὐτὴ γωνιὰ τοῦ κόσμου, «ποὺ φτάσαμε στὰ τέλη τῶν αἰώνων»(Α΄ Κορ. 10,11), ἂν ἀγαποῦμε τὸν Κύριο, ἂς τηροῦμε τὶς ἐντολές του, ἂς «ἀποστυγῶμεν τὸ πονηρόν» ἂς ἀπεχθανώμαστε δηλαδὴ τὸ κακό(῾Ρωμ. 12,9) ὁπουδήποτε κι ἂν τὸ συναντήσουμε· συγκεκριμένα δηλαδή, νὰ μισοῦμε δυνατὰ τὴ θεομπαιξία, τὴ σιμωνία, τὴ βλασφημία, τοὺς ὅρκους, τὴ φιλοδοξία, τὴν ἁρπαγή, τὴν ἀκολασία, τὴν κακὴ ἐπιθυμία, τὴ φιλαργυρία, «τὴν πλεονεξίαν, ἥ τις ἐστὶν εἰδωλολατρία»(Κολ. 3,5). Αὐτὰ τὰ πάθη ἔ γι ναν οἱ νεκροθάφτες τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτὰ στάθηκαν οἱ ἰσχυρότεροι σύμ μαχοι τοῦ κατακτητοῦ. Χωρὶς τὴ δική τους βοήθεια ποτέ ὁ Μωάμεθ ὁ Β΄ δὲν θὰ ἔμπαινε στὴν Πόλι, ἡ σημαία τοῦ σταυροῦ θὰ κυμάτιζε στὸν τροῦλλο τῆς Ἁγίας Σοφίας, καὶ διαφορετικὴ θὰ ἦταν ἡ ἐξέλιξι τῶν γεγονότων. * * * Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Μὲ πόνο ψυχῆς καὶ δάκρυα σᾶς προσφωνῶ κατὰ τὴ θλιβερὴ αὐτὴ ἐπέτειο. Ἂς βάλουμε τὸ χέρι στὴν καρδιὰ κι ἂς ρωτήσουμε καθένας τὸν ἑαυτό του κι ὁ ἕνας τὸν ἄλλο· Ζῇ μέσα μας ἡ ὀρθὴ πίστι, ἡ ἀνυπόκριτη ἀγάπη στὸν Κύριο καὶ τὸν πλησίον; Ἂν εἶνε μαζί μας ὁ Κύριος, τότε ἡ πατρίδα μας θὰ εἶνε ἀπόρθητο φρούριο. Ἂν ὅμως πλήθυνε ἡ ἀνομία, πάγωσε ἡ ἁγνὴ ἀγάπη, νεκρώθηκε ἡ Ὀρθόδοξος πίστις, ὑψώθηκαν ἀνάμεσά μας ξένοι βωμοί, νέα εἴδωλα τοῦ ψευτοπολιτισμοῦ, τότε νέα συμφορά, μεγαλύτερη σὲ βάθος καὶ ἔκτασι ἀπὸ τὴν ἅλωσι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, θὰ πέσῃ στὸ ταλαίπωρο ἔθνος μας. Ὁ «Θεὸς οὐ μυκτηρίζεται», δὲν ἐμπαίζεται (Γαλ. 6,7). Εἶνε «πῦρ καταναλίσκον», φωτιὰ ποὺ κατατρώει (Δευτ. 4,24· 9,3. Ἑβρ. 12,29). Κανένας ἔξυπνος οἰκονομικὸς συνδυασμός, καμμιά συμμαχία μὲ ξένα κράτη δὲ θὰ μᾶς σώσῃ, ἂν ἀπιστοῦμε καὶ νεοειδωλολατροῦμε καὶ βλασφημοῦμε καπηλικῶς τὰ θεῖα. Ἱστὸ ἀράχνης ὑφαίνουμε, ἕνα λεπτὸ καλάμι θὰ μᾶς διαλύσῃ. Ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Ἀπὸ μᾶς, ὅσο ὑπάρχει ἀκόμη καιρός, ἐξαρτᾶται ἡ ἀποτροπὴ μιᾶς νέας συμφορᾶς. Ἐμπρός μας σήμερα βρίσκονται «ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος»(βλ. Δευτ. 30,19. Σ. Σειρ. 15,17)· ἡ ζωὴ μαζὶ μὲ τὸ Χριστό, ὁ θάνατος μακριὰ ἀπὸ τὸ Χριστό. Ἂς ἐκλέξουμε τὴ Ζωὴ τὴν ἀθάνατη. Ἂς γευθοῦμε τὴν ἀθάνατη Ζωή, τὸ Χριστό, κοινωνώντας μαζί του μὲ λόγια, μὲ ἔργα καὶ μὲ τὰ μυστήρια. Ὁ Χριστὸς νὰ πηγαίνῃ μπροστὰ καὶ νὰ ὁ δηγῇ. Ὁ Χριστὸς ἂς βασιλεύσῃ μέσα στὴν καρδιά μας. Αὐτὸς ἂς ῥυθμίζῃ τὴν ἀτομική, τὴν οἰκογενειακὴ καὶ τὴν ἐθνική μας ζωή. Αὐτὸς καὶ μόνο νὰ εἶνε ὁ Θεός μας· τὸ ὄ νομά του ἔχουμε ἐπικαλεσθῆ· ἐκτὸς ἀπὸ αὐ τὸν δὲν ξέρουμε ἄλλον. Ἂν προσπέσουμε ἐμπρός του μὲ μετάνοια νινευϊτικὴ ζητώντας τὸ ἄπειρο ἔλεός του, τότε ὑπάρχει ἐλπίδα, ἐλπίδα ὄχι ἀπατηλή, ὅτι ἡ πατρίδα μας ἀπ᾽ τὸ σκοτάδι θὰ βγῇ σὲ νέο φῶς, θὰ δῇ καλύτερες ἡ μέρες, καὶ σὰν ὀρθρινὸ ἀστέρι θὰ λάμπῃ πάλι ἀνάμεσα στοὺς λαοὺς Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως! (†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος (ἀποσπάσματα ἄρθρου στὸ περιοδ. «Κιβωτός», τ. 17-18/Μάϊος 1953 του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)
Η Νηστεία των Χριστουγέννων και το Σαρανταλείτουργο.
Η Νηστεία των Χριστουγέννων και το Σαρανταλείτουργο. (15 Νοεμβρίου έως 24 Δεκεμβρίου). Στὶς 15 Νοεμβρίου ἀρχίζει ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων. Πρόκειται γιὰ μιὰ περίοδο ἔντονης πνευματικῆς ἐργασίας καὶ ψυχοσωματικῆς προετοιμασίας γιὰ τὸν ἑορτασμό τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Ἀπὸ τὶς 15 Νοεμβρίου ἕως τὶς 12 Δεκεμβρίου νηστεύουμε τὸ κρέας, τὰ γαλακτομικά καὶ τὰ αὐγά καὶ τρῶμε ψάρι (ἐκτὸς βεβαίως Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς, ποὺ νηστεύουμε αὐστηρά). Μετὰ τὶς 12 Δεκεμβρίου νηστεύουμε καὶ τὸ ψάρι. Ἡ νηστεία ὅμως κατὰ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου μας ἔχει νόημα, ὅταν συνδυάζεται μὲ προσευχὴ καὶ ἐλεημοσύνη. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν ἔναρξη τῆς νηστείας μᾶς προσκαλεῖ σὲ ἐντονότερη λειτουργικὴ ζωή καὶ ἀγαθοεργία. Ἔτσι, ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση προβλέπει γιὰ τὴν περίοδο αὐτὴ τὴν καθημερινὴ τέλεση τῆς θείας λειτουργίας, τὴν τέλεση δηλαδὴ σαρανταλείτουργου. Ἡ τέλεση τοῦ σαρανταλείτουργου ἀποτελεῖ πολὺ μεγάλη εὐλογία. Εἶναι μιὰ θαυμάσια εὐκαιρία γιὰ βίωση τὴς μυστηριακῆς καὶ λατρευτικῆς ζωῆς, γιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸν πλοῦτο τῆς ὑμνολογίας καὶ τῆς ἀκροάσεως τῶν θείων Γραφῶν, γιὰ συχνότερη θεία κοινωνία, γιὰ συχνότερη συγκρότηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος μᾶς λέει: «Προσπαθεῖστε μὲ σπουδὴ νὰ ἔρχεσθε ὅλοι μαζί στὴ Σύναξη τῆς Θείας Εὐχαριστίας (Θεία Λειτουργία), γιὰ νὰ εὐχαριστεῖτε τὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν δοξολογεῖτε. Διότι ὅταν συχνά ἔρχεσθε στὴ Σύναξη τῆς Θείας Εὐχαριστίας, συντρίβονται οι δυνάμεις του σατανᾶ καί λύεται κάθε ὀλέθρια ἐνέργεια του». Ἡ δύναμη τῆς Θείας Λειτουργίας δὲν εἶναι μαγική. Εἶναι ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας ἐν Χριστῷ. Ἡ Θεία Λειτουργία μᾶς μαθαίνει νὰ συγχωροῦμε, νὰ ἀγαποῦμε καὶ νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε προσφέρουμε τὰ Δῶρα μας στὸ Θεό, τὸν Ἄρτο καὶ τὸν Οἶνο, προσευχόμενοι γιὰ ζῶντες καὶ κεκοιμημένους ἀδελφούς μας. Ἡ μνημόνευση τῶν ὀνομάτων τῶν ζώντων καὶ κεκοιμημένων προσώπων εἶναι ἔργο πολὺ σημαντικὸ καὶ ἱερό, ποὺ θεσμοθετήθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ ἐπιτελεῖται ἀδιάλειπτα μέσα στοὺς αἰῶνες. Το Ιερό Σαρανταλείτουργο Το Ιερό Σαρανταλείτουργο, κατά την διάρκεια της νηστείας των Χριστουγέννων, υπέρ υγείας ζώντων και υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών μας. Και ό μακαριστός π. Παΐσιος, σχετικά με την ανάγκη προσευχής για τούς κεκοιμημένους, έλεγε: «…να αφήνετε μέρος τής προσευχής σας για τούς κεκοιμημένους. Οι πεθαμένοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για τούς εαυτούς τους. Οι ζωντανοί μπορούν… Να πηγαίνετε στην εκκλησία λειτουργία, δηλαδή πρόσφορο, και να δίνετε το όνομα τού κεκοιμημένου, να μνημονευθή από τον ιερέα στην προσκομιδή. Επίσης, να κάνετε μνημόσυνα και τρισάγια. Σκέτο το τρισάγιο, χωρίς Θεία Λειτουργία, είναι ελάχιστο. Το μέγιστο, πού μπορούμε να κάνουμε για κάποιον, είναι το Σαράντα Λείτουργο. Καλό θα είναι να συνοδευθεί και με ελεημοσύνη. Αν έχεις ένα νεκρό, ό όποιος έχει παρρησία στον Θεό, και τού ανάψεις ένα κερί, αυτός έχει υποχρέωση να προσευχηθεί για σένα στον Θεό. Αν πάλι, έχεις ένα νεκρό, ό όποιος νομίζεις ότι δεν έχει παρρησία στον Θεό, τότε, όταν τού ανάβεις ένα αγνό κερί, είναι σαν να δίνεις ένα αναψυκτικό σε κάποιον πού καίγεται από δίψα. 15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΟΝ ΑΡΧΕΤΑΙ Η ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΘΗΜΕΡΟΣ ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ.