Το νόημα τῶν Χριστουγέννων και ἡ συσκότησή του

Μέ τήν ἐνανθρώπηση καὶ τὴ γέννησή Του ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστὸς πραγματοποιεῖ τὸ σκοπὸ τῆς πλάσεως τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ἐμφάνιση τοῦ Θεανθρώπου στὴν Ἱστορία. Τὴν ἕνωση τοῦ κτιστοῦ πλάσματος μὲ τὸν Ἄκτιστο Πλάστη. Ὁ σκοπὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. «Ἄνθρωπος γίνεται Θεός, ἵνα Θεὸν τὸν Ἀδὰμ ἀπεργάσηται» (τροπάριο Χριστουγέννων). «Αὐτὸς ἐνηνθρώπησεν, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν» (Μ. Ἀθανάσιος). «Ἄνθρωπος γὰρ ἐγένετο ὁ Θεὸς καὶ Θεὸς ὁ ἄνθρωπος» (Ἅγ. Ἰ. Χρυσόστομος). Στὴ λογικὴ ἑνὸς ἠθικιστοῦ ὁ ὅρος «θεοποιηθῶμεν», ποὺ χρησιμοποιοῦν Πατέρες, ὅπως ὁ Μ. Ἀθανάσιος, εἶναι σκάνδαλο. Γι᾽ αὐτὸ μιλοῦν γιὰ «ἠθικὴ θέωση».

Διότι φοβοῦνται νὰ δεχθοῦν ὅτι μὲ τὴ θέωση μεταβάλλεται «κατὰ χάριν», αὐτὸ ποὺ ὁ Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι «κατὰ φύσιν» (ἄκτιστος, ἄναρχος, ἀθάνατος). Τὰ Χριστούγεννα εἶναι, γι᾽ αὐτό, ἄμεσα συνδεδεμένα καὶ μὲ τὴ Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάσταση, ἀλλὰ καὶ τὴν Ἀνάληψη καὶ τὴν Πεντηκοστή. Ὁ Χριστός – Θεάνθρωπος χαράζει τὸ δρόμο, ποὺ καλεῖται νὰ βαδίσει κάθε σωζόμενος ἄνθρωπος, ἑνούμενος μαζί Του. Ὁ Εὐαγγελισμὸς καὶ τὰ Χριστούγεννα ὁδηγοῦν στὴν Πεντηκοστή, τὸ γεγονὸς... τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἐν Χριστῷ, μέσα δηλαδὴ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἂν τὰ Χριστούγεννα εἶναι ἡ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου, ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἡ τελείωση τοῦ ἀνθρώπου ὡς Θεοῦ κατὰ χάριν. Μὲ τὸ βάπτισμά μας μετέχουμε στὴ σάρκωση, τὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ζοῦμε καὶ μεῖς τὰ «Χριστούγεννά μας», τὴν ἀνάπλασή μας. Οἱ Ἅγιοι δέ, ποὺ φθάνουν στὴν ἕνωση μὲ τὸ Χριστό, τὴ θέωση, μετέχουν στὴν Πεντηκοστὴ καὶ φθάνουν ἔτσι στὴ τελείωση καὶ ὁλοκλήρωση τοῦ ἀναγεννημένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου.

Αὐτὸ σημαίνει ἐκκλησιαστικὰ πραγμάτωση τοῦ ἀνθρώπου, ἐκπλήρωση δηλαδὴ τοῦ σκοποῦ τῆς ὑπάρξεώς του. Ὅσο καὶ ἂν εἶναι κουραστικὸς ὁ θεολογικὸς λόγος, καὶ μάλιστα στὸν ἀμύητο θεολογικὰ σύγχρονο ἄνθρωπο, δὲν ἐκφράζει παρὰ τὴν πραγματικότητα τῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων μας. Μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία καὶ μόνο μποροῦν νὰ κατανοηθοῦν ἐκκλησιαστικά, δηλαδὴ Χριστοκεντρικά, τὰ Χριστούγεννα. Ἀντίθετα, ἡ ἀδυναμία τοῦ μὴ ἀναγεννημένου ἐν Χριστῷ ἀνθρώπου νὰ νοηματοδοτήσει τὰ Χριστούγεννα ἔχει ὁδηγήσει σὲ κάποιους γύρω ἀπ᾽ αὐτὰ μύθους. Οἱ ἄγευστοι τῆς ἁγιοπνευματικῆς ζωῆς, μὴ μπορώντας νὰ ζήσουν τὰ Χριστούγεννα, μυθολογοῦν γι᾽ αὐτά, στὰ ὅρια τῆς φαντασίας καὶ μυθοπλασίας, χάνοντας τὸ ἀληθινὸ νόημά τους. Ὅπως μάλιστα θὰ δοῦμε, ὁ ἀποπροσανατολισμὸς αὐτὸς δὲν συνδέεται πάντοτε μὲ τὴν ἄρνηση τοῦ μυστηρίου, ἀλλὰ μὲ ἀδυναμία βιώσεώς του, ποὺ ὁδηγεῖ ἀναπόφευκτα στὴν παρερμηνεία του.

Μια πρώτη μυθολογικὴ ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα τῶν Χριστουγέννων δίνεται ἀπὸ τὴν αἵρεση, τὴ στοχαστικὴ καὶ ἀνέρειστη –ἀνεμπειρικὴ δηλαδὴ– θεολόγηση. Ὁ δοκητισμός, ἡ φοβερότερη αἵρεση ὅλων τῶν αἰώνων, δέχθηκε κατὰ φαντασίαν σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου (δοκεῖν – φαίνεσθαι). Φαινομενική, δηλαδή, παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ἐνδοκοσμικὴ πραγματικότητα. Γιὰ ποιὸ λόγο, θὰ μποροῦσε νὰ ἐρωτήσει κανείς. Οἱ Δοκῆται ἢ Δοκηταὶ κάθε ἐποχῆς δὲν μποροῦν νὰ ἀνεχθοῦν, στὰ ὅρια τῆς λογικῆς τους, τὴ σάρκωση καὶ τὴ γέννηση τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου. Μεταβαλλόμενοι σὲ αὐτόκλητους ὑπερασπιστὲς τοῦ κύρους τοῦ Θεοῦ, ντρέπονται νὰ δεχθοῦν κάτι, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἐπέλεξε γιὰ τὴ σωτηρία μας. Τὸ δρόμο τῆς μητρότητας. Νὰ γεννηθεῖ δηλαδὴ ἀπὸ μία Μάνα, ἔστω καὶ ἂν αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸ καθαρότερο πλάσμα ὅλης τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, τὴν Παναγία Παρθένο. 

Ὅλοι αὐτοὶ μποροῦν νὰ καταταχθοῦν στοὺς «ὑπεράγαν» Ὀρθοδόξους (κατὰ τὸν Ἅγ. Γρηγόριο τὸ Θεολόγο). Γιατί ὁ Δοκητισμὸς ὁδήγησε στὸ Μονοφυσιτισμό, στὴν ἄρνηση τῆς ἀνθρωπότητας τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι οἱ συντηρητικοί, οἱ τυποκράτες, οἱ εὐσκανδάλιστοι. Γι᾽ αὐτοὺς ὅλους εἶναι σκάνδαλο ἡ ἀλήθεια, ἡ πραγματικότητα, ἡ ἱστορικότητα. Ἐνῶ ἄλλοι ἀπορρίπτουν τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ ἀρνοῦνται τὴν ἀνθρωπότητά Του. Καὶ ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία ὡς Χριστιανισμὸς στὴν αὐθεντικότητά του, εἶναι ἡ «ἱστορικότερη θρησκεία», κατὰ τὸν ἀείμνηστο π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ. Ζεῖ στὴν πραγματικότητα τῶν ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ τὶς δέχεται μὲ τὸ ρεαλισμὸ τῆς Θεοτόκου: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμα σου» (Λουκ. 1, 38)! «Καὶ ὁ Πιλάτος στὸ Σύμβολο» λέγει μία ὡραία σερβικὴ παροιμία. Διότι ὁ Πιλάτος, ὁ πιὸ ἄβουλος ἀξιωματοῦχος τῆς ἱστορίας, ὡς ὑπαρκτὸ ἱστορικὸ πρόσωπο, βεβαιώνει τὴν ἱστορικότητα τοῦ Εὐαγγελίου. Εἰς πεῖσμα ὅμως τῶν Δοκητῶν ὁ Θεὸς – Λόγος «σὰρξ ἐγένετο –δηλαδὴ ἄνθρωπος– καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ (τὸ ἄκτιστο φῶς τῆς θεότητάς Του)» (Ἰωάν. 1, 14). Διότι «ἐν αὐτῷ κατοικεῖ πᾶν τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος σωματικῶς»(Κολ. 2, 9), εἶναι δηλαδὴ τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος.

Η σάρκωση καὶ γέννηση τοῦ Θεανθρώπου εἶναι σκάνδαλο γιὰ τὴν ἀνθρώπινη σοφία, ποὺ αὐτοκαταργούμενη καὶ αὐτοαναιρούμενη σπεύδει νὰ χαρακτηρίσει «μωρία» τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, ποὺ κορυφώνεται στὸν σταυρικό Του θάνατο (Α´ Κορ. 1, 23). Εἶναι δυνατὸν ὁ Θεὸς νὰ φθάσει σὲ τέτοιο ὅριο κενώσεως, ὥστε νὰ πεθάνει πάνω στὸ Σταυρὸ ὡς Θεάνθρωπος; Αὐτὸ εἶναι τὸ σκάνδαλο γιὰ τοὺς σοφοὺς τοῦ κόσμου. Γι᾽ αὐτοὺς οἱ «θεοὶ» τοῦ κόσμου τούτου συνήθως θυσιάζουν τοὺς ἀνθρώπους γι᾽ αὐτούς, δὲν θυσιάζονται αὐτοὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. 

Πῶς θὰ δεχθοῦν τὸ μυστήριο τῆς Θείας Ἀνιδιοτέλειας; «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν (θυσίασε)… ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι᾽ αὐτοῦ» (Ἰωαν. 3, 16. 17). Στὰ ὅρια τῆς «λογικῆς» ἢ «φυσικῆς» θεολογήσεως χάνεται τελικὰ τὸ θεῖο στοιχεῖο στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ μένει τὸ ἀνθρώπινο, παρανοημένο καὶ αὐτὸ καὶ παρερμηνευόμενο. Διότι δὲν ὑπάρχει ἱστορικὰ ἄνθρωπος – Χριστός, ἀλλὰ Θεάνθρωπος. Ἡ ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου στὸ πρόσωπο Θεοῦ – Λόγου εἶναι «ἀσύγχυτη» μέν, ἀλλὰ καὶ «ἀδιαίρετη». Οἱ «λογικὲς» ἑρμηνεῖες τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ ἀποδεικνύονται παράλογες, διότι ἀδυνατοῦν νὰ συλλάβουν μὲ τὴ λογικὴ τὸ «ὑπέρλογο».

Η νομική – δικανικὴ συνείδηση ζεῖ καὶ αὐτὴ στὸ Χριστὸ τὸ σκάνδαλό της. Ἀναζητεῖ σκοπιμότητα κοινωνικὴ στὴ Σάρκωση καὶ καταλήγει καὶ αὐτὴ στὸ μύθο, ὅταν δὲν αὐτοπαραδίδεται στὸν Θεῖο Λόγο. Οἱ Φράγκοι κατασκεύασαν, μέσῳ τοῦ διακεκριμένου σχολαστικοῦ τους Ἀνσέλμου (11ος αἰ.), τὸ μύθο τῆς «ἱκανοποιήσεως τῆς θείας δικαιοσύνης». Ὁ Θεός – Λόγος σαρκοῦται, διὰ νὰ σταυρωθεῖ – θυσιασθεῖ καὶ δώσει ἔτσι ἱκανοποίηση στὴν προσβολή, ποὺ προξένησε στὸ Θεὸ ἡ ἀνθρώπινη ἁμαρτία! Τὰ κρατοῦντα τότε στὴ φραγκικὴ φεουδαρχικὴ κοινωνία προβάλλονται (μυθολογικὰ) στὸ Θεό, ποὺ παίρνει τὴ θέση στὴ φραγκογερμανικὴ φαντασία ἑνὸς ὑπεραυτοκράτορα. Ἂς φωνάζει ὁ Ἰωάννης: «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν…» (3,16), ἢ ὁ Παῦλος: «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην πρὸς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν, Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανεν» (Ρωμ. 5, 8). Ὄχι! «Γιὰ νὰ πάρει ἐκδίκηση» καὶ «ζητώντας ἱκανοποίηση» θὰ μάθει νὰ φωνάζει ὁ δυτικὸς (ἢ δυτικοποιημένος) ἄνθρωπος.

Τοῦ μακαριστοῦ πρωτοπρεσβυτέρου πατρός Γεωργίου Μεταλληνοῦ

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Με την προσευχή δείχνουμε την αγάπη μας και τον θείο έρωτά μας στον Θεό.

Δεν θα έχουμε αιώνια ζωή στον Παράδεισο και στην ουράνια Βασιλεία του Θεού, τόσο στην επίγεια βιοτή μας, όσο και στην ουράνια ζωή μας, διότι δεν αναζητήσαμε και δεν φροντίσαμε να αγαπήσουμε τον Άγιο Τριαδικό Θεό. Με την προσευχή πρώτα απ’ όλα δείχνουμε την αγάπη μας και τον θείο έρωτά μας στον Κύριο Ιησού Χριστό. Ασφαλώς, όταν η καθημερινή φροντίδα μας είναι να έχουμε αγαπητική σχέση με την γλυκύτατη συνομιλία μας με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Τότε, με θέρμη, το Άγιο Όνομά Του είναι διαρκώς στα χείλη μας με την μονολόγιστη ευχή: “Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με”. Αδελφοί μου, ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, στο λόγο του περί νήψεως και προσευχής, λέει τα εξής: «Νίκησε τους εχθρούς (τον εμπαθή εαυτό σου) στο μυαλό σου με το όνομα του Ιησού. Δεν θα εύρεις άλλο όπλο δυνατότερο απ’ αυτό! Ομοίως και τα πάθη σου θα κατασιγάσεις μέσα σου και θα τα εξαλείψεις με την προσευχή»!… «Μείζων ο εν ημίν η ο εν τω κόσμω», λέει η Αγία Γραφή. «Υμείς εκ του Θεού εστε, τεκνία, και νενικήκατε αυτούς, ότι μείζων εστίν ο εν υμίν η ο εν τω κόσμω». “Σείς, παιδάκια μου, είσθε από το Θεό και έχετε νικήσει αυτούς, διότι Αυτός (ο Θεός), που είναι σε σας, είναι ισχυρότερος απ’ αυτόν (τον Σατανά), που είναι στον κόσμο”. (Α΄ Ιωάν. 4, 4) Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης Ιερομόναχος – Πνευματικές νουθεσίες Περί Νοεράς Προσευχής, Δακρύων και Χάριτος.

διαβάστε περισσότερα »

Μεγάλος Κανόνας: Τι είναι, πότε ψάλλεται και γιατί ονομάστηκε έτσι;

  Στην αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής, στο μεγάλο απόδειπνο των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών διαβάζεται χωρισμένος σε τέσσερα μέρη ο Μεγάλος Κανόνας και ολόκληρος την Πέμπτη της Ε’ εβδομάδας των Νηστειών. Ψάλλεται σε ήχο πλ. β’ που είναι ιδιαίτερα κατανυκτικός, εκφραστικός του πένθους και της συντριβής της καρδιάς. Μπορούμε να περιγράψουμε το κανόνα αυτό σαν ένα θρήνο μετάνοιας που μας μεταφέρει στο βάθος και στο πεδίο δράσης της αμαρτίας, κλονίζοντας τη ψυχή μας με την απόγνωση, τη μετάνοια και την ελπίδα. Με μιά μοναδική τέχνη ο Άγιος Ανδρέας συνυφαίνει τα μεγάλα βιβλικά θέματα: Αδάμ και Εύα, Παράδεισος και Πτώση, Πατριάρχες, Νώε και κατακλυσμός, Δαβίδ, Χώρα της Επαγγελίας και τελικά Χριστός και Εκκλησία, ομολογία των αμαρτιών και μετάνοια. Τα γεγονότα της ιερής ιστορίας παρουσιάζονται σαν γεγονότα της ζωής μου. Οι ενέργειες του Θεού στο παρελθόν αποβλέπουν σε μένα και στη σωτηρία μου, η τραγωδία της αμαρτίας και η προδοσία παρουσιάζονται σαν προσωπικά δική μου τραγωδία. Η ζωή μου παρουσιάζεται σαν ένα κομμάτι της μεγάλης πάλης ανάμεσα στο Θεό και τις δυνάμεις του σκότους που επαναστατούν εναντίον του. Η πνευματική ιστορία του κόσμου είναι επίσης και δική μου ιστορία. Γίνονται για μένα μια πρόκληση με τα αποφασιστικά γεγονότα και τις πράξεις από το παρελθόν, που το νόημά τους και η δύναμή τους είναι αιώνια, γιατί κάθε ανθρώπινη ψυχή – μοναδική και ανεπανάληπτη – συγκινείται από το ίδιο δράμα, αντιμετωπίζει την ίδια τελικά εκλογή, ανακαλύπτει την ίδια πραγματικότητα. Το έργο και ο σκοπός του Μεγάλου Κανόνα είναι να ξεσκεπάσει την αμαρτία και έτσι να μας οδηγήσει στη μετάνοια. Η αποκάλυψη αυτή, δεν γίνεται με ορισμούς και απαριθμήσεις, αλλά με μια βαθειά ενατένηση στη μεγάλη βιβλική ιστορία που είναι η ίδια η ιστορία της αμαρτίας, της μετάνοιας και της συγγνώμης. Καταλαβαίνουμε ότι αμαρτία είναι, πρώτα απ’ όλα, η άρνηση ότι η ζωή είναι προσφορά ή θυσία στο Θεό, με άλλα λόγια δηλαδή, η άρνηση ότι η ζωή έχει θεϊκό προσανατολισμό, ότι η αμαρτία, επομένως, είναι από τις ρίζες της, η παρέκκλιση της αγάπης μας από τον τελικό σκοπό της. Για να καταλάβουμε σωστά τον Μεγάλο Κανόνα θα πρέπει να ξέρουμε την Αγία Γραφή και να έχουμε την ικανότητα να μεταφέρουμε τα νοήματά του στη ζωή μας. «Κανόνες» στην εκκλησιαστική υμνογραφία λέγονται ύμνοι μεγάλοι, αποτελούμενοι από μικρότερες ενότητες, που ονομάζονται «Ωδές». Κάθε «Ωδή» (σημαίνει άσμα θρησκευτικό, από το ρήμα άδω) αποτελείται από τον «ειρμό», που είναι η πρώτη στροφή κάθε Ωδής και χρησιμεύει σαν υπόδειγμα και βάση των στροφών που ακολουθούν, τα λεγόμενα τροπάρια (τρέπονται σύμφωνα με τον ειρμό). Μέγας ονομάσθηκε για την έκτασή του, αποτελείται από εννέα ωδές, έντεκα ειρμούς (η β’ και η γ’ ωδή έχουν από δύο ειρμούς) και 250 τροπάρια (25 η α’ ωδή, 41 η β’, 28 η γ’, 29 η δ’, 23 η ε’, 33 η στ’, 22 η ζ’, 22 η η’ και 27 η θ’). Συντάχθηκε από τον Άγιο Ανδρέα αρχιεπίσκοπο Κρήτης, ο οποίος γεννήθηκε γύρω στα 660 στη Δαμασκό. Έγινε μοναχός στα Ιεροσόλυμα και κληρικός στη Κωνσταντινούπολη. Ψηφίσθηκε μετά το 710 αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Άφησε πλούσιο συγγραφικό έργο, κυρίως υμνογραφικό και ομιλητικό. Την Πέμπτη της Ε’ εβδομάδας των Νηστειών, ψάλλεται ολόκληρος στους ενοριακούς ναούς το βράδυ της Τετάρτης μαζί με το μικρό απόδειπνο, της ίδιας εβδομάδας. Το θέμα και το σκοπό του Κανόνα περιγράφει το συναξάρι της Ε’ Εβδομάδας των Νηστειών: «Ο ποιητής, με πλήθος αγιογραφικών ιστορημάτων και παραδειγμάτων, θετικών και αρνητικών, από την πλάση και τη πτώση του Αδάμ ως την Ανάληψη του Χριστού και τον ευαγγελισμό της ανθρωπότητος από τους Αποστόλους, παρακινεί κάθε ψυχή να μιμείται τις καλές πράξεις, ν’ αποφεύγει τις φαύλες και να καταφεύγει πάντα στο Θεό με μετάνοια, δάκρυα, εξομολόγηση και κάθε ευαρέστηση.» Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες. Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων θα προστεθούν δυο νέες μεγάλες ακολουθίες· Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος. Κανονικά το αποκορύφωμα αυτό θα έπρεπε να αναζητηθεί στην επόμενη, στην Έκτη εβδομάδα των Νηστειών, που είναι και η τελευταία της περιόδου αυτής. Αλλά όλα στη λατρεία μας έχουν τακτοποιηθεί από τους πατέρες με πολλή μελέτη και περίσκεψη. Με «διάκριση» κατά την εκκλησιαστική έκφραση. Μετά από την τελευταία εβδομάδα ακολουθεί η Μ. Εβδομάδα, με πυκνές και μακρές ακολουθίες, ανάλογες προς τα μεγάλα εορτολογικά θέματα. Μεταξύ αυτής και του αποκορυφώματος της Τεσσαρακοστής έπρεπε να μεσολαβήσει μια περίοδος σχετικής αναπαύσεως, μια μικρή ανάπαυλα. Το τόσο λοιπόν ανθρώπινα αναγκαίο μεσοδιάστημα είναι η τελευταία εβδομάδα και την έξαρση του τέλους βαστάζει η προτελευταία. 2. Πότε ψάλλεται ο Μ. Κανόνας; Ο Μ. Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε’ εβδομάδας. Στις ενορίες συνήθως ψάλλεται ανεξάρτητα από τον όρθρο, σαν μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου. Έτσι διευκολύνονται περισσότερο οι χριστιανοί στην παρακολούθησή του. Μπορεί να τον βρει κανείς μέσα στο λειτουργικό βιβλίο που περιέχει τις ακολουθίες της Τεσσαρακοστής, το Τριώδιο, καθώς και σε μικρά αυτοτελή φυλλάδια. Η παρακολούθηση του Κανόνα αυτού κατά την ώρα της ψαλμωδίας του είναι αρκετά δύσκολη, γιατί τα νοήματα είναι πυκνά και ο ρυθμός της ψαλμωδίας γρήγορος. Για τους λόγους αυτούς τα εγκόλπια αυτά είναι ιδιαίτερα απαραίτητα για όσους θέλουν να γνωρίσουν καλύτερα τον ύμνο αυτό. Τα παρακάτω ας αποτελέσουν μια σύντομη εισαγωγή και βοήθεια για την κατανόησή του και μια παρακίνηση για την παρακολούθηση της ψαλμωδίας του εκλεκτού αυτού λειτουργικού κειμένου. 3. Ποιός ο ποιητής – δημιουργός του Μ. Κανόνα; Τον Μ. Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσόλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Αν και το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα έγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για

διαβάστε περισσότερα »

Δεν είμαστε άξιοι να κρίνουμε κανέναν, ούτε τους κακούς!

Γέροντα, λέγονται κάποιες φορές ιστορίες δυσάρεστες για μερικούς μοναχούς στο Άγιον Όρος. Τι γνώμη έχεις; – Παιδί μου, οι μοναχοί είναι άνθρωποι. Υπάρχουν και καλοί και κακοί. Εμείς θα έχουμε πυξίδα στη ζωή μας τους καλούς, σαν τον Γέροντα Παΐσιο, τον Γέροντα Πορφύριο, τον Γέροντα Ιάκωβο. Δεν είμαστε άξιοι να κρίνουμε κανέναν, ούτε τους κακούς. Μπορεί ένας αμαρτωλός να πει αύριο ένα «ήμαρτον» και να τον συγχωρήσει ο Θεός και να πάει πιο γρήγορα στον Παράδεισο από σένα. Γι’ αυτό, μην κρίνεις

διαβάστε περισσότερα »

Η ζωή στο σπίτι στη διάρκεια της Σαρακοστής.

  Στις Σαρακοστές καλό είναι να γνωρίζεις μόνο εκκλησία και σπίτι, τίποτα άλλο. Φτάνεις, λοιπόν, στο σπίτι. Τί θα κάνεις εκεί; Θα αγωνιστείς μ’ όλη σου τη δύναμη να διατηρήσεις την προσήλωση του νου και της καρδιάς στον Κύριο. Αμέσως μετά την εκκλησία, τρέξε στο δωμάτιό σου και κάνε αρκετές μετάνοιες, ζητώντας ευλαβικά από τον Θεό να σε βοηθήσει, ώστε να αξιοποιήσεις το χρόνο της παραμονής σου στο σπίτι με τρόπο ωφέλιμο για την ψυχή σου. Ύστερα κάθισε και ξεκουράσου για λίγο. Αλλά και τότε μην αφήνεις τους λογισμούς σου να ξεστρατίζουν. Διώχνοντας κάθε σκέψη, επαναλάμβανε νοερά την ευχή : «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με! Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με!». Αφού ξεκουραστείς πρέπει ν’ ασχοληθείς με κάτι, είτε προσευχή είτε εργόχειρο. Τί εργόχειρο θα κάνεις δεν έχει σημασία, ξέρεις ήδη τί σου αρέσει. Είναι, βλέπεις, αδύνατο να ασχολείσαι όλη την ώρα με πνευματικά πράγματα, χρειάζεται να έχεις και κάποιο ευχάριστο εργόχειρο. Μ’ αυτό θα καταπιάνεσαι, όταν η ψυχή σου είναι κουρασμένη, όταν δεν έχεις τη δύναμη να διαβάσεις ή να προσευχηθείς. Αν, βέβαια, οι πνευματικές σου ενασχολήσεις πηγαίνουν καλά, το εργόχειρο δεν είναι απαραίτητο. Εκπληρώνει μόνο την ανάγκη αξιοποιήσεως του χρόνου, που αλλιώς θα σπαταλιόταν σε απραξία. Και η απραξία είναι πάντα ολέθρια, πολύ περισσότερο όμως στον καιρό της νηστείας. Πώς πρέπει να προσεύχεται κανείς στο σπίτι; Σωστά σκέφθηκες ότι τη Σαρακοστή οφείλουμε να προσθέτουμε κάτι στον συνηθισμένο κανόνα προσευχής. Νομίζω, ωστόσο, πως αντί να διαβάζεις περισσότερες προσευχές από το Προσευχητάρι, είναι καλύτερο ν’ αυξήσεις τη διάρκεια της άμεσης επικοινωνίας σου με τον Κύριο. Κάθε μέρα, πριν αρχίσεις και αφού τελειώσεις την ορθρινή και βραδινή ακολουθία, να απευθύνεσαι με δικά σου λόγια στον Κύριο, την Υπεραγία Θεοτόκο και τον φύλακα άγγελό σου, ευχαριστώντας τους για την προστασία τους και παρακαλώντας τους για την ικανοποίηση των πνευματικών σου αναγκών. Ζήτα τους, ακόμα, να γεμίσουν την καρδιά σου με το αίσθημα της ταπεινώσεως και της συντριβής. Η ταπείνωση είναι η πιο ευάρεστη στον Θεό θυσία. Έτσι να προσεύχεσαι. Μην επιβάλεις, όμως, στον εαυτό σου έναν προσευχητικό κανόνα μακρύ και βαρύ, έναν κανόνα που θα υπερβαίνει τα μέτρα των ψυχοσωματικών σου δυνάμεων και θα σε καταβάλλει. Καλύτερα είναι να προσεύχεσαι συχνότερα στη διάρκεια της ημέρας και, όταν ασχολείσαι μ’ οποιαδήποτε άλλη εργασία, να έχεις το νου σου στο Θεό. Μετά την προσευχή, διάβαζε για λίγο με αυτοσυγκέντρωση. Η μελέτη δεν αποσκοπεί στο φόρτωμα του μυαλού σου με διάφορες πληροφορίες και γνώσεις, αλλά στην ψυχική σου ωφέλεια και εποικοδομή. Γι’ αυτό δεν χρειάζεται να διαβάζεις πολλά. Διάβαζε όμως με προσοχή μεγάλη και με καρδιακή συμμετοχή. «Τί να διαβάζω;», θα με ρωτήσεις. Μόνο πνευματικά βιβλία, φυσικά. Η προσεκτική ανάγνωση τέτοιων βιβλίων εμπνέει την ψυχή περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο. Αν πάντως, στη διάρκεια της μελέτης γεννιέται ο πόθος της προσευχής, ν’ αφήνεις το βιβλίο και να προσεύχεσαι. Θα διαβάζεις, λοιπόν, θα προσεύχεσαι, θα κάνεις μετάνοιες. Και μ’ όλα αυτά, ωστόσο, δεν θα μπορέσεις να κρατήσεις το νου και την καρδιά σου σε κατάσταση συνεχούς και έντονου αγώνα. Είναι αναπόφευκτο να μην κουράζεσαι. Τότε θα ασχολείσαι με κάποια πρακτική εργασία. Πρέπει να έχεις δυνάμεις, για να στέκεσαι στην εκκλησία και για ν’ αγωνίζεσαι στο σπίτι. Και με τις συζητήσεις τί θα γίνει; Τη Σαρακοστή τουλάχιστον, οι συζητήσεις με τους άλλους ας περιοριστούν σε πνευματικά θέματα. Κατάλληλοι γι’ αυτό τον σκοπό είναι οι Βίοι των Αγίων.» Ζήτα τους να σε βοηθήσουν, ώστε, πρώτα απ’ όλα να γνωρίσεις τον εαυτό σου, να αποκτήσεις αυτογνωσία και, όταν την αποκτήσεις, να σου χαρίσουν ζήλο και δύναμη, ώστε να θεραπεύσεις τις πληγές της ψυχής σου. Από το βιβλίο του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου «Ο δρόμος της ζωής» Ι.Μ.Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο