Ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στό Μεγάλο Ἁγιασμό πού τελεῖται τήν παραμονή και ανήμερα τῶν Θεοφανείων;

 

1. Ὑπάρχει διαφορά ἀνάμεσα στό Μεγάλο Ἁγιασμό πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἐκεῖνον τῆς κύριας ἡμέρας τῆς ἑορτῆς;

Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός πού τελεῖται τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων καί ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος. Ἐσφαλμένα κάποιοι θεωροῦν ὅτι δῆθεν τελεῖται τήν παραμονή ὁ «μικρός Ἁγιασμός» καί τήν ἑπόμενη ὁ «Μέγας». Καί στίς δύο περιπτώσεις τελεῖται ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός.

Μικρός Ἁγιασμός τελεῖται τήν πρώτη μέρα κάθε μήνα, καθώς καί ἐκτάκτως ὅταν τό ζητοῦν οἱ χριστιανοί σέ διάφορες περιστάσεις (ἐγκαίνια οἰκιῶν, καταστημάτων καί ἱδρυμάτων, σέ θεμελίωση κτισμάτων κ.λπ.). Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός τελεῖται μόνο δύο φορές τό χρόνο (τήν 5η καί 6η Ἰανουαρίου) στό Ναό.

2. Ποῦ φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός καί γιά ποιό λόγο;

Ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός φυλάσσεται ὅλο τό χρόνο στό Ναό. Φυλάσσεται ὄχι ἄνευ λόγου. Καί ὁ λόγος δέν εἶναι ἄλλος, παρά γιά νά «μεταλαμβάνεται» ἀπό τούς πιστούς ὑπό ὁρισμένες συνθῆκες καί προϋποθέσεις. Συνηθισμένη εἶναι η περίπτωση πού ἀφορᾶ στούς διατελοῦντες ὑπό ἐπιτίμιο τοῦ Πνευματικοῦ, πού ἐμποδίζει τή συμμετοχή τους στη θεία Κοινωνία, γιά ὁρισμένο καιρό, καί εἴθισται νά δίδεται σέ αὐτούς, γιά εὐλογία καί παρηγοριά τους, Μέγας Ἁγιασμός. Κανένα κώλυμα δέν ὑφίσταται πρός τοῦτο, ἐφ’ ὅσον μάλιστα βρίσκονται «ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει».

Ἀπαραίτητα ὅμως πρέπει νά συνειδητοποιοῦν ὅτι ὁ Μέγας Ἁγιασμός δέν ὑποκαθιστᾶ οὔτε ἀντικαθιστᾶ τή θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ὀφείλουν μέ τή μετάνοια νά προετοιμάζονται, γιά νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τά κωλύματα τῆς ἁμαρτίας, ὥστε νά ἀξιωθοῦν νά κοινωνήσουν τό ταχύτερο.

3. Μπορεῖ ὁ Μέγας Ἁγιασμός νά φυλάσσεται στό σπίτι καί νά πίνουν ἀπ’ αὐτόν σέ καιρό ἀσθένειας ἤ γιά ἀποτροπή βασκανίας καί κάθε σατανικῆς ἐνέργειας;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι θετική. Παρέχεται ἀπ’ αὐτό τοῦτο τό ἱερό κείμενο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ, πού προβλέπει «ἵνα πάντες οἱ ἀρυόμενοι καί μεταλαμβάνοντες ἔχοιεν αὐτό (τό ἡγιασμένον ὕδωρ…) πρός ἰατρείαν παθῶν, πρός ἁγιασμόν οἴκων, πρός πᾶσαν ὠφέλειαν ἐπιτήδειον», καί δή καί «δαίμοσιν ὀλέθριον, ταῖς ἐναντίαις δυνάμεσιν ἀπρόσιτον» (πρβλ. καί τή συναφή εὐχή σέ βασκανία• «φυγάδευσαν καί ἀπέλασαν πᾶσαν διαβολικήν ἐνέργειαν, πᾶσαν σατανικήν ἔφοδον καί πᾶσαν ἐπιβουλήν… καί ὀφθαλμῶν βασκανίαν τῶν κακοποιῶν ἀνθρώπων»).

Ἀναντίρρητα χειραγωγεῖται μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ πιστός νά ἀποφεύγει ἄλλες διεξόδους («ξόρκια», μαγεῖες καί ἄλλες μεθοδεῖες τοῦ πονηροῦ), καί νά καταφεύγει στά ἔγκυρα «ἁγιάσματα» τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως εἶναι ὁ Μέγας Ἁγιασμός, ἀλλά καί ὁ «μικρός» λεγόμενος Ἁγιασμός, ὡς συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ταμειούχου τῆς θείας χάριτος, καί μέτοχος τῶν ἁγιαστικῶν της μέσων.

Προϋποτίθεται βέβαια ὅτι στίς οἰκίες ὅπου φυλάσσεται ὁ Μέγας Ἁγιασμός, καί τό καντήλι θά ἀνάβει καί θά καίει ἐπιμελῶς, καί ἡ εὐλάβεια θά ὑπάρχει στά μέλη τῆς οἰκογενείας, τούς συζύγους καί τά παιδιά, καί θά ἀποφεύγεται κάθε αἰτία πού ἀποδιώχνει τή θεία χάρη (ὅπως βλασφημίες ἤ ἄλλες ἀσχημοσύνες).

4. Ποιά ἡ σχέση νηστείας καί Μεγάλου Ἁγιασμοῦ;

Ἡ ἱστορική ἀρχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ εἶναι ἡ ἑξῆς: Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων -ὅπως τήν παραμονή τοῦ Πάσχα καί τῆς Πεντηκοστῆς- γινόταν ἡ βάπτιση τῶν Κατηχουμένων, δηλ. τῶν νέων χριστιανῶν. Τά μεσάνυχτα τελοῦνταν ὁ ἁγιασμός τοῦ ὕδατος γιά τήν τελετή τοῦ Βαπτίσματος· τότε εἰσήχθη ἡ συνήθεια -ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος- οἱ χριστιανοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό καί νά πίνουν ἤ νά τό μεταφέρουν στά σπίτια τους γιά εὐλογία καί νά τό διατηροῦν ὁλόκληρο τό χρόνο· «Διά τοῦτο καί ἐν μεσονυκτίῳ κατά τήν ἑορτήν ταύτην ἅπαντες ὑδρευσάμενοι, οἴκαδε τά νάματα ἀποτίθενται, καί εἰς ἐνιαυτόν ὁλόκληρον φυλάττουσιν» (Λόγος εἰς τό ἅγιον βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος· ΡG 49, 366).

Ἀργότερα ὅμως, σέ καιρούς λειτουργικῆς παρακμῆς, ἡ ἀκολουθία τοῦ Ἁγιασμοῦ ἀπομονώθηκε ἀπό αὐτή τοῦ Βαπτίσματος, παρόλο πού διατήρησε πολλά στοιχεῖα του. Παρέμεινε ἡ συνήθεια ὥστε οἱ πιστοί νά παίρνουν ἀπό τό ἁγιασμένο νερό «πρός ἁγιασμόν οἴκων», ὅπως ἀναφέρει ἡ καθαγιαστική εὐχή τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ.

Νωρίς ἐπίσης ἐπικράτησε ἡ συνήθεια τῆς νηστείας πρίν ἀπό τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων, γιά δύο λόγους: Πρῶτο, οἱ δύο μεγάλες ἑορτές τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων στήν ἀρχαία Ἐκκλησία ἦταν ἑνωμένες σέ μία, αὐτή τῶν Θεοφανείων ἤ Ἐπιφανείων, πού τελοῦταν τήν 6η Ἰανουαρίου (συνήθεια πού διατηρεῖται στήν Ἀρμενική Ἐκκλησία μέχρι σήμερα)· ὅμως ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (4ος αἰ.) χώρισε τίς δύο γιορτές καί ὅρισε ἡ μέν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ νά γιορτάζεται τήν 25η Δεκεμβρίου, ἡ δέ Βάπτιση καί φανέρωση τῆς ἁγίας Τριάδας τήν 6η Ἰανουαρίου. Πρίν ἀπό κάθε Δεσποτική ἑορτή προηγοῦνταν νηστεία γιά τήν ψυχική καί σωματική κάθαρση τῶν πιστῶν. Ἄς θυμηθοῦμε πώς ἡ νηστεία ἔχει μέσα της τό στοιχεῖο τοῦ πένθους γιά τίς ἁμαρτίες. Ἔτσι ὅταν χώρισαν οἱ δύο ἑορτές, ἡ νηστεία πού προηγοῦνταν ἀκολούθησε τήν ἑορτή τῶν Χριστουγέννων· γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία ὅρισε νά νηστεύουμε μόνο τήν παραμονή τῶν Θεοφανείων σάν προετοιμασία γιά τήν ἑορτή, καί ὄχι περισσότερες ἡμέρες, γιατί βρισκόμαστε σέ ἑορταστική περίοδο, τό ἅγιο Δωδεκαήμερο.

Καί δεύτερο· ἀρχαία συνήθεια ἦταν ἐπίσης αὐτοί πού θά βαπτίζονταν νά νηστεύουν καί μαζί μέ αὐτούς οἱ Ἀνάδοχοι, οἱ συγγενεῖς, ἀλλά καί ἄλλοι χριστιανοί οἱ ὁποῖοι τηροῦσαν ἐθελοντικά νηστεία «ὑπέρ τῶν βαπτιζομένων». Δέν ἦταν λοιπόν δύσκολο στή συνείδηση τῶν χριστιανῶν νά συνδεθοῦν ἡ πόση τοῦ ἁγιασμοῦ καί ἡ νηστεία, χωρίς νά ὑπάρχει αἰτιώδης σχέση μεταξύ αὐτῶν.

Ἔτσι λοιπόν, μεταφέροντας τό ζήτημα στή σημερινή ἐποχή μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι οἱ τακτικῶς μεταλαμβάνοντες τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τηροῦντες τίς νηστεῖες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως καί τῆς 5ης Ἰανουαρίου, εἶναι ἤδη ἕτοιμοι ὥστε νά πιοῦν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό τῆς 5ης καί 6ηςἸανουαρίου. Σέ ἄλλη περίπτωση, ἐνδείκνυται νά τελοῦν σχετική νηστεία, ὅπως ὁρίζει σ’ αὐτούς ὁ Πνευματικός τους.

Τέλος ὅσοι ἐκτάκτως πίνουν ἀπό τό Μεγάλο Ἁγιασμό πού φυλάσσουν στό σπίτι τους, σέ ὧρες ἀσθενειῶν καί κινδύνων κ.λπ., μετά ἤ ἄνευ νηστείας, ἄς μήν ὑστεροῦν στήν πνευματική νηστεία ἀπέχοντες «ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός τε καί πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Β΄ Κορ. 7,1).

(+) Μητροπολίτης Πατρῶν Νικόδημος Βαλληνδρᾶς

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις.

  Είπα σε κάποιους γιατρούς, που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει». Η αναισθησία του διαβόλου είναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά η στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιεί, χωρίς να αντιδράσουν. Ο διάβολος, όταν θέλει να πολεμήσει έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνει τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο και μετά πηγαίνει ο ίδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει. Αλλά προηγείται ο «αναισθησιολόγος». Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «ὑβρισθῆναι, χλευασθῆναι κ.λπ.», και τελικά, ο πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε και αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σας έχω πει παραδείγματα; Παλιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν, λοιπόν, μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ένα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένεια του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάει στα Γιάννενα, να πάρει δάνειο, για να αγοράσει ένα άλογο, να οργώνει τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβει με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε. Τον έβλεπε ο ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!». Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ο Εβραίος να κατεβάζει τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Παρ’ το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω πιο φθηνό». Έφευγε από τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα. -του έλεγε ο Εβραίος- Θα σου το δώσω πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ο καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο. Σου λέει: «Τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε…». Έδωσε λοιπόν τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο. Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνει; Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί, έπαιρνε όσο του χρειαζόταν. Τελικά, γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Άλλα τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνει να σκάβει με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώσει το δάνειο! Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβει με την τσάπα! Άλλα για να χαζεύει στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε; Έτσι κάνει και ο διάβολος, σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από εδώ, σε τραβάει από εκεί, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξεις. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.  

διαβάστε περισσότερα »

Χωρίς τον Θεό δεν είναι δυνατό να υπάρξει αληθινή ανάπαυση, ειρήνη και παρηγοριά!

  Πάντοτε να θυμάσαι με αγάπη τον Θεό και την αγάπη Του για μας. Όλα όσα βλέπεις στον ουρανό και στη γη, στον τόπο της κατοικίας σου, σε ξυπνούν για να θυμάσαι τον Κύριο και την αγάπη Του, που μέσα της κλείνει και εμάς. Κάθε πλάσμα του Θεού φανερώνει την αγάπη Του σ’ εμάς. Βλέποντας, λοιπόν, και απολαμβάνοντας τα δημιουργήματά Του, λέγε μέσα σου: «Αυτό είναι έργο των χεριών του Θεού μου και έχει δημιουργηθεί για χάρη μου. Αυτά τα φωτεινά ουράνια σώματα, ο ήλιος, το φεγγάρι και τα άλλα αστέρια, είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου, για να φωτίζουν όλη την οικουμένη και εμένα. Αυτή η γη που πάνω της ζω και που δίνει τους καρπούς της σ’ εμένα και στα ζώα μου, αυτή, μαζί με ό,τι έχει, είναι δημιούργημα του Κυρίου μου. Αυτό το νεράκι που ξεδιψά εμένα και τα ζώα μου, είναι αγαθό του Κυρίου μου. Αυτά τα ζώα που μου δουλεύουν, είναι δημιουργήματα του Κυρίου μου, και Εκείνος τα έθεσε στην υπηρεσία μου. Αυτό το σπίτι, όπου κατοικώ, είναι δώρο του Θεού, και Εκείνος μου το έδωσε για την ανάπαυσή μου. Αυτή η τροφή που τρώω, είναι αγαθό του Θεού, και Εκείνος μου τη δίνει για την ενίσχυση και την παρηγόρηση των αδυναμιών του σώματός μου. Αυτό το ρούχο που φοράω, μου το έδωσε ο Κύριος και Θεός μου για να καλύψω το γυμνό μου σώμα». Φανερό δείγμα της αγάπης μας προς τον Θεό είναι και η χαρά της καρδιάς μας. Γιατί είναι φυσικό να αισθανόμαστε χαρά για ό,τι αγαπάμε. Έτσι και η αγάπη μας προς τον Θεό, χωρίς τη χαρά δεν μπορεί να νοηθεί. Όσες φορές ο άνθρωπος νιώθει στην καρδιά του τη γλυκύτητα της αγάπης προς τον Θεό, τόσες φορές και πλημμυρίζει από χαρά. Όπως το μέλι ευφραίνει τη γεύση μας, έτσι και η αγάπη του Θεού χαροποιεί την καρδιά μας, γιατί «δοκιμάζουμε και βεβαιωνόμαστε πόσο καλός είναι ο Κύριος» (Ψαλ. 33, 9). Όποιος αγαπά τον κόσμο δεν αγαπά τον Θεό, σύμφωνα με τη μαρτυρία του αποστόλου: «Αν κάποιος αγαπά τον κόσμο, δεν έχει μέσα του την αγάπη προς τον Πατέρα» (Α΄ Ιω. 2, 15). Τέτοιοι είναι όσοι θέλουν να ζουν στη ζωή αυτή με πολυτέλεια, να κατοικούν σε βίλες, να κυκλοφορούν με πλούσιες άμαξες, να ντύνονται με βαρύτιμα ρούχα, να δοξάζονται και να τιμώνται από όλους. Αυτοί έχουν σαρκικό φρόνημα, φιλοδοξία και εγωισμό, δηλαδή ό,τι εχθρεύεται ο Θεός. Τον άνθρωπο που αγαπάμε, τον σκεφτόμαστε συχνά. Παρόμοια συμβαίνει και με την αγάπη μας προς τον Θεό. Όποιος Τον αγαπά, Τον σκέφτεται συχνά, αναπαύεται κοντά Του και στρέφεται σ’ Αυτόν με θαυμασμό. Χωρίς τον Θεό η ευτυχία είναι καταραμένη και φτωχή, η ζωή είναι θάνατος, η χαρά είναι λύπη, η γλυκύτητα είναι πίκρα. Με τον Θεό και η δυστυχία είναι ευτυχία, και η φτώχεια είναι πλούτος, και η αφάνεια είναι δόξα, και η ατίμωση είναι τιμή, και οι δοκιμασίες είναι γεμάτες παρηγοριά. Χωρίς τον Θεό δεν είναι δυνατό να υπάρξει αληθινή ανάπαυση, ειρήνη και παρηγοριά.

διαβάστε περισσότερα »

Η γκρίνια έχει κατάρα!

Γέροντα, που οφείλεται η γκρίνια και πως μπορείς να την αποφύγης; – Στην κακομοιριά οφείλεται και με την δοξολογία την κάνει κανείς πέρα. Η γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία. Όταν δεν γκρινιάζη κανείς για μια δυσκολία που τον βρίσκει, αλλά δοξάζη τον Θεό, τότε σκάζει ο διάβολος και πάει σε άλλον που γκρινιάζει, για να του τα φέρη όλα ανάποδα. Γιατί, όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει. Μερικές φορές μας κλέβει το ταγκαλάκι και μας κάνει να μη μας ευχαριστή τίποτε, ενώ μπορεί κανείς όλα να τα γλεντάη πνευματικά με δοξολογία και να έχει την ευλογία του Θεού. Να, ξέρω κάποιον εκεί στο Όρος που, αν βρέξη και του πης «πάλι βρέχει», αρχίζει: «Ναι, όλο βρέχει, θα σαπίσουμε από την πολλή υγρασία».Αν μετά από λίγο σταματήση η βροχή και του πης «ε, δεν έβρεξε και πολύ», λέει: «Ναι, βροχή ήταν αυτή; Θα ξεραθή ο τόπος…;». Και δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν είναι καλά στο μυαλό, αλλά συνήθισε να γκρινιάζη. Να είναι λογικός και να σκέφτεται παράλογα! Η γκρίνια έχει κατάρα. Είναι σαν να καταριέται ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του, οπότε μετά έρχεται η οργή του Θεού. Στην Ήπειρο γνώριζα δύο γεωργούς. Ο ένας ήταν οικογενειάρχης και είχε ένα-δυό χωραφάκια και εμπιστευόταν τα πάντα στον Θεό. Εργαζόταν όσο μπορούσε, χωρίς άγχος. «Θα κάνω ό,τι προλάβω, έλεγε. Μερικές φορές άλλα δεμάτια σάπιζαν από την βροχή, γιατί δεν προλάβαινε να τα μαζέψη, άλλα του τα σκόρπιζε ο αέρας, και όμως για όλα έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός» και όλα του πήγαιναν καλά. Ο άλλος είχε πολλά κτήματα, αγελάδες κ.λ.π., δεν είχε και παιδιά.Αν τον ρωτούσες «πώς τα πας;», «άστα, μην τα ρωτάς», απαντούσε. Ποτέ δεν έλεγε «δόξα Σοι ο Θεός», όλο γκρίνια ήταν. Και να δήτε, άλλοτε του ψοφούσε η αγελάδα, άλλοτε του συνέβαινε το ένα, άλλοτε το άλλο. Όλα τα είχε, αλλά προκοπή δεν έκανε. Για αυτό λέω, η δοξολογία είναι μεγάλη υπόθεση. Από μας εξαρτάται, αν γευθούμε ή όχι τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός. Πως όμως να τις γευθούμε, αφού ο Θεός μας δίνει λ.χ. μπανάνα και εμείς σκεφτόμαστε τι καλύτερο τρώει ο τάδε εφοπλιστής; Πόσοι άνθρωποι τρώνε μόνον ξερό παξιμάδι, αλλά μέρα-νύχτα δοξολογούν τον Θεό και τρέφονται με ουράνια γλυκύτητα! Αυτοί οι άνθρωποι αποκτούν μια πνευματική ευαισθησία και γνωρίζουν τα χάδια του Θεού. Εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε, γιατί η καρδιά μας έχει πιάσει γλίτσα και δεν ικανοποιούμαστε με τίποτε. Δεν καταλαβαίνουμε ότι η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα και όχι στην ματαιότητα.

διαβάστε περισσότερα »

Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός της Αγίας Φωτεινής πολιούχου της Ενορίας μας.

Ξεκίνησαν οι διήμερες εορταστικές και λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της Μεγαλομάρτυρος και Ισαποστόλου Φωτεινής της Σαμαρείτιδος προστάτιδος της Ενορίας μας. Σήμερα παραμονή της εορτής τελέστηκε ο Αναστάσιμος Πανηγυρικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος υπό του Πανοσιολογιότατου Αρχιμανδρίτου π. Αναστασίου Τασοπούλου, Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεώς μας. Αύριο, το πρωί θα τελεστεί ο Όρθρος και η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. ΔΑΝΙΗΛ. Το απόγευμα και ώρα 7 θα τελεσθεί ο Μεθέορτος Εσπερινός και η Ιερά Παράκληση στην Αγία Φωτεινή την Σαμαρείτιδα και στην συνέχεια η Λιτάνευση η Ιερά Εικόνα της Ισαποστόλου στους δρόμους της Ενορίας μας, προς αγιασμό, ευλογία και ενίσχυση των πιστών Ενοριτών. Στα σχολεία στην οδό Προύσης θα γίνει ειδική δέηση υπέρ των διαγωνιζομένων μαθητών και μαθητριών. Ώρα 8:30. Διαδρομή Λιτανείας τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος διά τῶν ὁδῶν: Ἁγίας Φωτεινῆς – Ἀμαλθείας – Προύσσης – Ἀϊδινίου – Εὐαγγελιστρίας – Ἱερός Ναός.    

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο