Τι σημαίνει μεταμορφώθηκε;

Αλλά όταν έφθασε η ογδόη, όπως έχει λεχθεί, ο Κύριος παραλαμβάνοντας τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί διότι πάντοτε, ή από όλους, και τους Αποστόλους ακόμη, απομακρυνόμενος προσευχόταν, όπως, όταν έθρεψε με πέντε άρτους και δύο ψάρια τους πέντε χιλιάδες άνδρες μαζί με γυναίκες και παιδιά, αμέσως τους απέλυσε όλους και ανάγκασε όλους τους μαθητάς να εμβούν στο πλοίο, και αυτός ανέβηκε στο όρος για να προσευχηθεί ή παίρνοντας μαζί του λίγους, εκείνους που υπερείχαν από τους άλλους πράγματι και όταν επλησίαζε το σωτηριώδες πάθος, στους μεν άλλους μαθητάς λέγει, καθήσατε εδώ, έως ότου προσευχηθώ παίρνει δε μαζί του τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη. Αυτούς λοιπόν, αφού παρέλαβε κι εδώ μόνους, τους ανεβάζει ιδιαιτέρως σε όρος υψηλό και μεταμορφώθηκε εμπρός τους, δηλαδή ενώ αυτοί έβλεπαν.

Τι σημαίνει μεταμορφώθηκε; Λέγει ο Χρυσόστομος θεολόγος άνοιξε, όπως ευδόκησε, ολίγο από τη θεότητα κι έδειξε στους μύστες τον ένοικο Θεό. «Διότι, ενώ προσευχόταν», όπως λέγει ο Λουκάς, «το είδος του έγινε διαφορετικό», «έλαμψε σαν ήλιος», όπως γράφει ο Ματθαίος είπε δε «σαν ήλιος», όχι για να εκλάβει κανείς ως αισθητό το φως εκείνο, μακριά από τη νοητική αβλεψία εκείνων που δεν μπορούν να εννοήσουν τίποτε υψηλότερο από τα κατ’ αίσθηση φαινόμενα, αλλά για να γνωρίσωμε ότι εκείνο που για τους ζώντας κατ’ αίσθηση και βλέποντας δια της αισθήσεως είναι ο ήλιος, τούτο για τους ζώντας κατά πνεύμα και βλέποντας δια του Πνεύματος είναι ο Χριστός ως Θεός, και δεν υπάρχει ανάγκη άλλου φωτός για τους θεοειδείς κατά την θεοπτία διότι για τους αϊδίους αυτός είναι φως και όχι άλλο τι χρειάζεται δεύτερο φως σ’ εκείνους που έχουν το μέγιστο;

Όταν δε προσευχόταν έτσι, έλαμψε το απόρρητο εκείνο φως κι εφανέρωσε απορρήτως στους προκρίτους των μαθητών, ενώ ήσαν παρόντες οι κορυφαίοι προφήτες, για να δείξει ότι πρόξενος της μακαρίας εκείνης θέας είναι η προσευχή και να μάθωμε ότι δια του πλησιάσματος προς τον Θεό κατά την αρετή και της κατά τον νου ενώσεως προς αυτόν, προκαλείται και αναφαίνεται εκείνη η λαμπρότης, διδομένη σε όλους και βλεπομένη από όλους τους αδιαλείπτως υψουμένους δι’ ακριβούς αγαθοεργίας και ειλικρινούς προσευχής. Διότι, λέγει, κάλλος αληθινό και ερασμιώτατο, που θεωρείται μόνο από τον καθαρμένο στον νου, είναι το σχετικό με τη θεία και μακαρία φύση, με τις μαρμαρυγές και τις χάριτες του οποίου όποιος το αντικρύσει, μεταλαμβάνει κάτι από αυτό, σαν να ξαναχρωματίζεται στο πρόσωπό του με μια χαριτωμένη λάμψη. Γι’ αυτό και ο Μωυσής, όταν συνομιλούσε με τον Θεό εδοξάσθηκε στο πρόσωπο.

Βλέπετε ότι και ο Μωυσής μεταμορφώθηκε αφού ανέβηκε στο όρος, κι έτσι είδε τη δόξα του Κυρίου. Αλλά υπέστη τη μεταμόρφωση, δεν την ενήργησε, συμφώνως προς τον λέγοντα ότι, σ’ αυτό με φέρει το μέτριο φέγγος της αληθείας, να ιδώ και να πάθω την λαμπρότητα του Θεού. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός όμως είχε μόνος του τη λαμπρότητα εκείνη γι’ αυτό αυτός δεν εχρειαζόταν ούτε προσευχή που λαμπρύνει το σώμα με θείο φως, αλλά υπεδείκνυε από που θα προσγίνει στους αγίους η λαμπρότης του Θεού και πώς θα ιδωθεί από αυτούς• διότι θα λάμψουν και οι δίκαιοι σαν ήλιος στη βασιλεία του Πατρός των κι έτσι γινόμενοι ολόκληροι θείο φως, ως γεννήματα θείου φωτός, θα ιδούν απορρήτως τον θείο υπερλάμποντα Χριστό, από του οποίου τη θεότητα προερχομένη φυσικώς η δόξα εφάνηκε κοινή και στο σώμα τους επί του Θαβώρ εξ αιτίας του ενιαίου της υποστάσεως.

Έτσι και δια μέσου τοιούτου φωτός έλαμψε το πρόσωπό του σαν ο ήλιος. Εκείνοι δε που στην εποχή μας προβάλλουν την ελληνική παιδεία και τη σοφία του Κόσμου τούτου και έχουν προτιμήσει να μη υπακούουν καθόλου στους πνευματικούς άνδρες επί των ζητημάτων του Πνεύματος, αλλά και ν’ αντιλέγουν, ακούοντας για φως της μεταμορφώσεως του Κυρίου επάνω στο όρος, για το φως που εθεάθηκε από τους αποστολικούς οφθαλμούς, κατέρχονται αμέσως στο αισθητό και κτιστό φως κατεβάζουν σ’ αυτό εκείνο το άυλο και ανέσπερο και αΐδιο που είναι όχι μόνο επάνω από την αίσθηση αλλά και επάνω από τον νου, επειδή αυτοί ευρίσκονται κάτω και δεν μπορούν να καταλάβουν τίποτε επάνω από τα γήινα. Και όμως αυτός που έλαμψε κατά τούτο, απέδειξε από πριν ότι αυτό είναι άκτιστο, αφού το εκάλεσε βασιλεία του Θεού διότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι δούλη και κτιστή, αλλά αυτή μόνη από όλες είναι ανυπότακτη και αήττητη, και πέρα από κάθε χρόνο και αιώνα, και δεν είναι σωστό, λέγει, ότι έχει αρχίσει ή ότι φθάνεται από αιώνες και χρόνους η βασιλεία του Θεού. Αυτή πιστεύομε ότι είναι η κληρονομία των σωζομένων.

Επειδή δε ο Κύριος, όταν μεταμορφώθηκε, έλαμψε κι έδειξε τη δόξα και τη λαμπρότητα και το φως εκείνο, και θα έλθει πάλι όπως ειδώθηκε από τους μαθητάς στο όρος, άρα προσέλαβε και θα έχει στους αιώνες κάποιο φως που δεν είχε προηγουμένως; Μακριά από αυτή τη βλασφημία διότι όποιος λέγει τούτο, θα δεχθεί τρεις φύσεις στον Χριστό, τη θεία, την ανθρωπίνη και την εκείνου του φωτός επομένως δεν εφανέρωσε άλλη λαμπρότητα, αλλ’ εκείνην που είχε αφανώς. Είχε δε κρυμμένην κάτω από τη σάρκα τη λαμπρότητα της θείας φύσεως. Επομένως το φως εκείνο είναι της θεότητος και είναι άκτιστο επειδή, κατά τους θεολόγους, ο Χριστός μεταμορφώθηκε, όχι προσλαμβάνοντας ό,τι δεν ήταν ούτε μεταβαλλόμενος σε κάτι που δεν ήταν, αλλά φανερώνοντας στους μαθητάς του ό,τι ήταν, αφού τους άνοιξε τα μάτια και από τυφλούς τους κατέστησε βλέποντας. Βλέπεις ότι οι κατά φύση βλέποντες οφθαλμοί είναι τυφλοί προς το φως εκείνο;

Επομένως ούτε εκείνο το φως είναι αισθητό ούτε οι βλέποντες έβλεπαν απλώς με αισθητικούς οφθαλμούς, αλλά με οφθαλμούς που είχαν μετασκευασθεί δια της δυνάμεως του θείου Πνεύματος.
Εναλλάχθηκαν λοιπόν, κι έτσι είδαν την εναλλαγή, την οποία δεν έλαβε προσφάτως το φύραμά μας, αλλά από τη στιγμή της προσλήψεως, οπότε εθεώθηκε δια της ενώσεως με τον Λόγο του Θεού. Γι’ αυτό και εκείνη που συνέλαβε παρθενικώς και εγέννησε παραδόξως ανεγνώρισε τον από αυτήν τεχθέντα ως σαρκοφόρο Θεό, καθώς και ο Συμεών που τον επήρε στα χέρια του ως βρέφος και η πρεσβύτις Άννα που τον συναπήντησε διότι η θεία δύναμις διακρινόταν από τους έχοντας καθαρούς τους οφθαλμούς της καρδίας, σαν να διέλαμπε ανάμεσα από υαλίνους υμένες.

Γιατί δεν παίρνει από τους άλλους τους κορυφαίους και τους ανεβάζει, και μάλιστα ιδιαιτέρως μόνους αυτούς; Οπωσδήποτε για να υποδείξει κάτι μεγάλο και μυστικό. Πώς λοιπόν θα ήταν μεγάλο και μυστικό η θέα του αισθητού φωτός, την οποία είχαν οι ίδιοι οι επίλεκτοι πριν ανεβασθούν και μαζί με αυτούς οι απομείναντες κάτω; Και ποια ανάγκη της δυνάμεως του Πνεύματος και της ενισχύσεως δι’ αυτής ή της εναλλαγής οφθαλμών για τη θέα του φωτός εκείνου θα είχαν αυτοί, αν τούτο ήταν αισθητό και κτιστό;
Πώς δε μπορεί να είναι δόξα και βασιλεία του Πατρός και του Πνεύματος το αισθητό φως;

Πώς δε σε τέτοια δόξα και βασιλεία θα έλθει ο Χριστός κατά τον μέλλοντα αιώνα, οπότε δεν θα υπάρχει ανάγκη ούτε αέρος ούτε φωτός ούτε τόπου ούτε άλλων παρομοίων στοιχείων, αλλά σύμφωνα με τον απόστολο αντί όλων θα είναι για μας ο Θεός; Εάν δε θα είναι αντί όλων, θα είναι οπωσδήποτε και αντί του φωτός. Από αυτά αποδεικνύεται πάλι ότι το φως εκείνο είναι της θεότητος, επειδή και ο θεολογικώτατος από τους ευαγγελιστάς Ιωάννης, δια του βιβλίου της Αποκαλύψεως δηλώνει ότι η μέλλουσα και μένουσα εκείνη πόλις «δεν έχει χρεία του ηλίου ούτε της σελήνης, για να φέγγουν σ’ αυτήν• διότι την εφώτισε η δόξα του Θεού και ο λύχνος της, το αρνί».

Άρα δεν μας υπέδειξε στο σημείο αυτό τον Ιησού που τώρα μεταμορφώθηκε θείως στο Θαβώριο, ο οποίος έχει μεν ως λύχνο το σώμα, αντί για φως δε έχει τη δόξα της θεότητος που εφανερώθηκε επάνω στο όρος στους συνοδούς που ανέβηκαν μαζί του; Αλλά και για τους κατοικούντας σ’ εκείνη την πόλη λέγει ο ίδιος ότι «δεν θα έχουν ανάγκη φωτός του λύχνου αλλά φωτός του ηλίου, διότι θα φωτίσει σ’ αυτούς ο Κύριος ο Θεός, και δεν θα υπάρχει πλέον νύκτα». Τι είναι λοιπόν το φως τούτο, στο οποίο δεν υπάρχει παραλλαγή ούτε σκιώδης μετατροπή; Τι είναι το αμετάτρεπτο και ανέσπερο τούτο φως; Δεν είναι της θεότητος;

Αλλά και ο Μωυσής και ο Ηλίας, και μάλιστα ο Μωυσής, που ήταν ψυχή μη ενσώματη, πως φάνηκαν κι εδοξάσθηκαν δι’ αισθητού φωτός; Διότι και αυτοί, που εφάνηκαν τότε ενδόξως, έλεγαν ποιο τέλος θα είχε στην Ιερουσαλήμ. Πώς δε και οι Απόστολοι ανεγνώρισαν εκείνους που δεν είχαν δει προηγουμένως, αν όχι δια της αποκαλυπτικής δυνάμεως του φωτός εκείνου; Αλλά, για να μην ταλαιπωρούμε πολλή ώρα τη διάνοιά σας, τα μεν υπόλοιπα των ευαγγελικών λόγων θα επιφυλάξωμε για την ώρα της πανίερης και θείας λειτουργίας. Πιστεύοντας δε, όπως εδιδαχθήκαμε από τους φωτισθέντας από τον Χριστό, που μόνοι γνωρίζουν ακριβώς (διότι τα μυστήριά μου, λέγει ο Θεός δια του προφήτου, είναι για μένα και για τους ιδικούς μου) καλώς λοιπόν πιστεύοντας, όπως εδιδαχθήκαμε, και κατανοώντας το μυστήριο της μεταμορφώσεως του Κυρίου, ας βαδίσουμε προς τη λάμψη εκείνου του φωτός και, αφού αγαπήσωμε το κάλλος της αναλλοίωτης δόξας, ας εκκαθαρίσωμε το όμμα της διανοίας από τους γηΐνους μολυσμούς, περιφρονώντας κάθε τερπνό και ωραίο, που δεν είναι μόνιμο το οποίο, και αν ακόμη είναι γλυκύ, προξενεί την αιώνια οδύνη, και αν φέρει ομορφιά στο σώμα, αλλά ενδύει την ψυχή μ’ εκείνον τον δυσειδή χιτώνα της αμαρτίας, εξ αιτίας του οποίου, αφού εδέθηκε χειροπόδαρα αυτός που δεν είχε το ένδυμα της άφθαρτης συναφείας εξάγεται σ’ εκείνο το πυρ και το σκότος το εξώτερο.

Από αυτό είθε να λυτρωθούμε όλοι με την έλλαμψη κι επίγνωση του αΰλου και αϊδίου φωτός της μεταμορφώσεως του Κυρίου, σε δόξα αυτού και του ανάρχου Πατρός του και του ζωοποιού Πνεύματος, των οποίων μία και η αυτή είναι η λαμπρότης και θεότης και δόξα και βασιλεία και δύναμις, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Γένοιτο.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Όσοι ομιλούν για “ένωση Εκκλησιών”, δεν γνωρίζουν.

”Η διδασκαλία της Εκκλησίας, που έλαβε την τελική της μορφή από τις Οικουμενικές Συνόδους, δεν επιδέχεται καμιά αλλαγή… Όλη η μετέπειτα επιστημονική εργασία, πρέπει απαραίτητα να συμφωνεί μέ ότι δόθηκε στη Θεία αποκάλυψη, και διατυπώθηκε στη διδαχή των Οικουμενικών Συνόδων της Εκκλησίας… Το ίδιο ισχύει και για τη χάρη. Το πλήρωμα της χάριτος μπορεί να κατέχει μόνο η Μία και μοναδική Εκκλησία…” Μὲ τὸν τρόπο ποὺ προσεύχονται οἱ Δυτικοὶ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν τὶς πολύωρες προσευχὲς τῶν Ὀρθοδόξων Μοναχῶν. Αὐτοὶ μὲ μισῆ ὥρα προσευχὴ κουράζονται, γιατί προσεύχονται μὲ τὸ μυαλό, διανοητικά. Οἱ Ὀρθόδοξοι προσευχόμαστε μὲ τὸν νοῦ (καρδιακά). Οἱ Ἰουδαῖοι προσεύχονταν μὲ τὴν λογική τους. Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς δόθηκε στοὺς Ἀποστόλους τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ὡς πύρινες γλῶσσες καὶ κατάλαβαν ἕνα ἄλλο εἶδος προσευχῆς, τὴν καρδιακὴ προσευχή. Πρώτη φορὰ προσεύχονταν μὲ τὴν καρδιά τους. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως. Ἕνας Δυτικὸς ποὺ βαπτίζεται Ὀρθόδοξος, θὰ περάσει πολλὰ χρόνια μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μὲ καθοδήγηση ἐμπείρου πνευματικοῦ ὁδηγοῦ γιὰ νὰ ἀποκτήσει καθαρὸ Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ ἦθος… Αὐτὸς εἶναι ο λόγος ποὺ ΔΕΝ μπορεῖ νὰ γίνει «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν»… Ἡ «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν» εἶναι δύσκολη, ἕως ἀδύνατη! Ὅσοι ὁμιλοῦν γιὰ «ἕνωση Ἐκκλησιῶν» δὲν γνωρίζουν οὔτε τὴν νοοτροπία τῶν ἑτεροδόξων οὔτε τὸ ὕψος τῆς Ὀρθοδοξίας! Δὲν ἐπιθυμῶ νὰ γίνει, τουλάχιστον τώρα, ἡ «Ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν», διότι οἱ Ρωμαῖοι (Λατίνοι) δὲν θὰ ἀλλάξουν, ἀλλὰ καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι θὰ διαφθαροῦν… Νὰ κρατοῦμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη! Καί, ἐπειδὴ ζοῦμε σὲ δύσκολους καιρούς, θὰ λάβουμε μισθὸ περισσότερο ἀπὸ ἄλλους ἀνθρώπους ποὺ ἔζησαν τὶς παλαιότερες ἐποχὲς καὶ κράτησαν τὴν πίστη… ~ Όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

διαβάστε περισσότερα »

Τι πρέπει να κάνουμε, όταν είμαστε πληγωμένοι.

  Όταν βρίσκεσαι πληγωμένος, επειδή έπεσες σε κάποιο αμάρτημα λόγω αδυναμίας σου ή καμιά φορά με τη θέλησή σου μη δειλιάσεις· ούτε να ταραχθείς γι’ αυτό, αλλά αφού επιστρέψεις αμέσως στον Θεό, μίλησε έτσι: «Βλέπε, Κύριέ μου· έκανα τέτοια πράγματα, σαν τέτοιος που είμαι· ούτε ήταν δυνατό να περίμενες και τίποτε άλλο από εμένα τον τόσο κακοπροαίρετο και αδύνατο, παρά ξεπεσμό και γκρέμισμα». Και ευχαρίστησέ τον και αγάπησέ τον περισσότερο παρά ποτέ, θαυμάζοντας την τόσο μεγάλη ευσπλαχνία του, διότι μολονότι λυπήθηκε από σένα, πάλι σου δίνει το δεξί του χέρι και σε βοηθάει, για να μη ξαναπέσεις στην αμαρτία· τελευταία, πες με μεγάλο θάρρος στη μεγάλη ευσπλαχνία του: «Εσύ, Κύριέ μου, συγχώρησέ με και μην επιτρέψεις στο εξής να ζω χωρισμένος από σένα, ούτε να απομακρυνθώ ποτέ, ούτε να σε λυπήσω πλέον». Και κάνοντας έτσι, μη σκεφτείς αν σε συγχώρεσε, διότι αυτό δεν είναι τίποτε άλλο, παρά υπερηφάνεια, ενόχληση του νου, χάσιμο του καιρού και απάτη του διαβόλου, χρωματισμένη με διάφορες καλές προφάσεις. Γι’ αυτό, αφήνοντας τον εαυτό σου ελεύθερο στα ελεήμονα χέρια του Θεού, ακολούθησε την άσκησή σου, σαν να μην είχες πέσει. Και αν συμβεί εξ’ αιτίας της αδυναμίας σου να αμαρτήσεις πολλές φορές την ημέρα, κάνε αυτό που σου είπα όλες τις φορές, όχι με μικρότερη ελπίδα στον Θεό. Και κατηγορώντας περισσότερο τον εαυτό σου και μισώντας την αμαρτία περισσότερο, αγωνίσου να ζεις με μεγαλύτερη προφύλαξη. Αυτή η εκγύμναση δεν αρέσει στον διάβολο· γιατί βλέπει πως αρέσει πολύ στον Θεό, επειδή και μένει ντροπιασμένος ο αντίπαλος, βλέποντας ότι νικήθηκε από εκείνον, που αυτός είχε πριν νικήσει. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί διαφορετικούς τρόπους για να μας εμποδίσει, να μην το κάνουμε. Και πολλές φορές πετυχαίνει το σκοπό του εξ’ αιτίας της αμέλειάς μας και της μικρής φροντίδας που έχουμε στον εαυτό μας.[…] Ο τρόπος λοιπόν, για να αποκτήσεις την ειρήνη, είναι ο εξής· να ξεχάσεις τελείως την πτώση και την αμαρτία σου και να παραδοθείς στη σκέψη της μεγάλης αγαθότητας του Θεού· και ότι, αυτός μένει πολύ πρόθυμος και επιθυμεί να συγχωρέσει κάθε αμαρτία, όσο και αν είναι βαριά, προσκαλώντας τον αμαρτωλό με διάφορους τρόπους και μέσα από διάφορους δρόμους, για να έλθει σε συναίσθηση και να ενωθεί μαζί του σε αυτήν τη ζωή με την χάρι του· στην δε άλλη να τον αγιάσει με τη δόξα του και να τον κάνει αιώνια μακάριο. Κατόπιν, όταν έλθει η ώρα της εξομολογήσεως, την οποία σε προτρέπω να κάνεις πολύ συχνά, θυμήσου όλες σου τις αμαρτίες, και με νέο πόνο και λύπη, φανέρωσέ τες όλες στον Πνευματικό σου και κάνε με προθυμία τον κανόνα που θα σου ορίσει. (“Αόρατος Πόλεμος” – Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

διαβάστε περισσότερα »

Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση.

  Ο άδικος, και γενικά κάθε ένοχος, όταν δεν ζητήσει συγχώρηση, ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επιπλέον από την αγανάκτηση του αδικημένου. Γιατί, όταν ο αδικημένος δεν τον συγχωρήσει και γογγύζει, τότε ο άδικος ταλαιπωρείται πολύ, βασανίζεται. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον χτυπούν κύματα και τον φέρνουν σβούρα. Είναι μυστήριο πράγμα το πώς το πληροφορείται! Όπως, όταν ένας αγαπά κάποιον και τον σκέφτεται με την καλή έννοια, εκείνος το πληροφορείται, έτσι και σ’ αυτήν την περίπτωση. Ω, ο γογγυσμός του άλλου τον κάνει άνω-κάτω! Και μακριά να είναι, τι στην Αυστραλία, τι στο Γιοχάνεσμπουργκ, δεν μπορεί να ησυχάσει, όταν είναι αγανακτισμένος ο άλλος εξαιτίας του. – Αν είναι αναίσθητος; – Οι αναίσθητοι λες ότι δεν υποφέρουν; Το πολύ-πολύ να καταφύγουν σε καμιά ψυχαγωγία, για να ξεχασθούν. Μπορεί πάλι ο αδικημένος να τον συγχώρησε τον ένοχο, αλλά να έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του. Τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε έναν βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου. Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση. Τη βασανίζει και την τρώει συνέχεια με το σαράκι σ’ ετούτη τη ζωή και πιο πολύ φυσικά θα την τρώει στην άλλη ζωή, την αιώνια, «ο ακοίμητος σκώληξ», αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος σ’ αυτήν την ζωή και δεν επιστρέψει τις αδικίες του στους συνανθρώπους του, έστω και με την αγαθή του προαίρεση, σε περίπτωση που δεν μπορεί με άλλον τρόπο. Θυμάμαι ένας δικηγόρος, που έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμά του σε μία επαρχία που είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημιές και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ’ αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη. Έτσι οι καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά που τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. Όλοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ο Πνευματικός να δείτε τι συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό. Ο βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι και μία σκύλα. Μία φορά που η σκύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνο τη μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μία προβατίνα και είχε αφήσει το αρνάκι της που θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από τη σκύλα και θήλαζε από αυτή, η οποία ένιωθε και η ίδια ανακούφιση. Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ο καημένος ο βοσκός, όσο και να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ο βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήσει τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι . Ο Πνευματικός, έχοντας υπ’ όψιν του και τη φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τι να κάνεις; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πας και συ αυτό το αρνί να το φάει. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάει, γιατί όλος ο κόσμος ξέρει που είναι άδικος». Όταν είχε γεράσει πια ο άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεβάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε ο Πνευματικός να τον κάνει τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί. Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι που αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει πραγματικά. – Γέροντα, πολλοί πιστεύουν ότι τους έχουν κάνει μάγια. Πιάνουν τα μάγια; – Εάν ο άνθρωπος έχει μετάνοια και εξομολογείται, δεν πιάνουν. Για να πιάσουν τα μάγια, θα έχει δώσει κάποιο δικαίωμα ο άνθρωπος. Θα αδίκησε κάποιον, θα κοροϊδεύει καμιά κοπέλα κ.λπ. Τότε θα πρέπει να μετανοήσει, να ζητήσει συγχώρηση, να εξομολογηθεί, να ταχτοποιηθεί και να επανορθώσει αυτό που έκανε. Γιατί αλλιώς, και όλοι οι παπάδες να του διαβάσουν εξορκισμούς, δεν λύνονται τα μάγια. Αλλά και μάγια να μην του έκαναν, και μόνον το άχτι της αδικημένης ψυχής αρκεί για να τον βασανίζει. Υπάρχουν δύο μορφές αδικίας, η υλική και η ηθική. Υλική αδικία είναι, όταν αδικεί κανείς τον άλλον σε υλικά πράγματα. Ηθική είναι, όταν λ.χ. κάποιος γελάσει μία κοπέλα, και αν μάλιστα είναι ορφανή, με πενταπλάσιο βάρος βαραίνει την ψυχή του. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Με πόνο και αγάπη

διαβάστε περισσότερα »

Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του!

Πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν την οδό της σωτηρίας. Μπήκαν στο σκοτάδι και δεν βλέπουν το Φως της Αλήθειας. Εκείνος, όμως, ήταν, είναι και θα είναι ελεήμων και καλεί από ευσπλαχνία όλους κοντά Του: «Ελάτε σ’ Εμένα όλοι οι “κοπιώντες και πεφορτισμένοι”, γνωρίστε Με και εγώ θα δώσω σε σας την ανάπαυση και την ελευθερία». Να η αληθινή ελευθερία –όταν βρισκόμαστε εν τω Θεώ. Κι εγώ δεν το γνώριζα αυτό προηγουμένως. Ως την ηλικία των εικοσιεπτά ετών πίστευα μόνο ότι ο Θεός υπάρχει αλλά δεν Τον γνώριζα. Αφότου, όμως, Τον γνώρισα εν Πνεύματι Αγίω, η ψυχή μου ορμά με πάθος προς Αυτόν και Τον ζητώ διακαώς ημέρα και νύχτα. Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Σε αυτό έγκειται η ελευθερία: στην αγάπη για τον Θεό και για τον πλησίον. Εδώ βρίσκεται και η ελευθερία και η ισότητα. Στην κοσμική τάξη είναι αδύνατον να υπάρξει ισότητα –αυτό, όμως, δεν έχει σημασία για την ψυχή. Δεν μπορεί να είναι ο καθένας βασιλιάς η άρχοντας, πατριάρχης, η ηγούμενος, η διοικητής. Μπορείς, όμως, όπου και να ανήκεις, να αγαπάς τον Θεό και είσαι ευάρεστος σε Αυτόν- και αυτό είναι σπουδαίο. Και όσοι αγαπούν περισσότερο τον Θεό στη γη, θα έχουν μεγαλύτερη δόξα στη Βασιλεία και θα είναι πιο κοντά στον Κύριο. Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του. Η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει εντελώς τον άνθρωπο, και τον διδάσκει να αγαπά απόλυτα τον Θεό. Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους Έμαθα ότι η αγάπη ποικίλλει ως προς την έντασή της. Όποιος φοβάται τον Θεό, φοβάται να Τον λυπήσει με κάτι· αυτός είναι ο πρώτος βαθμός. Όποιος έχει το νου του καθαρό από εμπαθείς λογισμούς, αυτός είναι ο δεύτερος βαθμός, μεγαλύτερος από τον πρώτο. Όποιος αισθητά έχει τη χάρη στη ψυχή του, αυτός είναι ο τρίτος βαθμός της αγάπης, ακόμη μεγαλύτερος. Η τέταρτη βαθμίδα, η τελεία αγάπη για τον Θεό, είναι όταν έχει κάποιος τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος και στην ψυχή και στο σώμα. Τα σώματα των ανθρώπων αυτών αγιάζουν και μετά τον θάνατό τους γίνονται άγια λείψανα. Αυτό γίνεται με τα σώματα των αγίων μαρτύρων, των προφητών, των οσίων ανδρών. Όποιος βρίσκεται σε αυτό το μέτρο, δεν προσβάλλεται από τη σαρκική επιθυμία, και θα μπορούσε να κοιμηθεί με νέα γυναίκα, χωρίς καμμιά επιθυμία γι’ αυτήν. Η αγάπη του Θεού είναι ισχυρότερη από την αγάπη της γυναίκας, προς την οποία ελκύονται όλοι, εκτός από αυτούς που έχουν το πλήρωμα της χάριτος του Θεού, γιατί η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει εντελώς τον άνθρωπο, και τον διδάσκει να αγαπά απόλυτα τον Θεό. Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους. Η ψυχή λησμονεί όλα τα επίγεια από τη μεγάλη αγάπη της για τον Θεό. Η δυστυχία μας έγκειται στο ότι δεν στεκόμαστε ακλόνητοι, εξαιτίας της υπερηφάνειάς μας, στη χάρη αυτή, και η χάρη μας εγκαταλείπει, και τότε η ψυχή την αναζητεί με θρήνους και οδυρμούς και λέει: «Διψά η ψυχή μου τον Κύριο». Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο