Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος.

 

Οι κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αυτοί που ζουν στα παλάτια και έχουν όλες τις ευκολίες».

Αλλ’ όμως μακάριοι είναι αυτοί που κατόρθωσαν να απλοποιήσουν την ζωή τους και ελευθερώθηκαν από την θηλειά της κοσμικής αυτής εξελίξεως των πολλών ευκολιών, των πολλών δυσκολιών και απαλλάχθηκαν από τον φοβερό άγχος της σημερινής εποχής μας. Αν δεν απλοποιήσει την ζωή του ο άνθρωπος, βασανίζεται. Ενώ, αν την απλοποιήσει, δεν θα έχει αυτό το άγχος.

Ένας Γερμανός μία φορά στο Σινά είπε σε ένα Βεδουινάκι που ήταν πανέξυπνο: «Εσύ είσαι έξυπνο, μπορείς να μάθεις γράμματα». «Και μετά;», τον ρωτάει εκείνο. «Με­τά θα γίνεις μηχανικός». «Και μετά;». «Μετά θ’ ανοίξεις ένα συνεργείο αυτοκινήτων». «Και μετά;». «Μετά θα το μεγαλώσεις». «Και μετά;». «Μετά θα πάρεις και άλλους να δουλεύουν και θα έχεις πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, του λέει, να έχω έναν πονοκέφαλο, να βάλω άλλον έναν πονοκέφαλο και μετά να βάλω και έναν άλλον; Δεν είναι καλύτερα τώρα που έχω ήσυχο το κεφάλι μου;». Ο περισσότερος πονοκέφαλος είναι από αυτές τις σκέψεις, να κάνουμε αυτό, να κάνουμε εκείνο. Αν ήταν πνευματικές οι σκέψεις, θα ένιωθε κανείς πνευματική παρηγοριά και δεν θα είχε πονοκέφαλο.

Τώρα και στους κοσμικούς τονίζω πολύ την απλότητα. Γιατί πολλά από αυτά που κάνουν, δεν χρειάζονται και τους τρώει το άγχος. Τους μιλάω για την λιτότητα και την ασκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Απλοποιήστε την ζωή σας, για να φύγει το άγχος». Και τα περισσότερα διαζύγια από ‘κει ξεκινούν. Πολλές δουλειές, πολλά πράγματα έχουν να κάνουν οι άνθρωποι και ζαλίζονται. Δουλεύουν και οι δύο, πατέρας και μάνα, αφήνουν και τα παιδιά εγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεύρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγάς – αυτόματο διαζύγιο μετά, εκεί φθάνουν. Αν απλοποιούσαν όμως την ζωή τους, θα ήταν και ξεκούραστοι και χαρούμενοι. Αυτό το άγχος είναι καταστροφή!

Μία φορά βρέθηκα σε ένα σπίτι που ήταν όλο πολυτέλεια και, καθώς συζητούσαμε, μου είπαν: «Ζούμε στον Παράδεισο, ενώ άλλοι άνθρωποι στερούνται». «Ζείτε στην κόλαση, τους λέω. «Άφρον, ταύτη τη νυκτί», είπε ο Θεός στον πλούσιο. Αν ο Χριστός με ρωτούσε: «Που θέλεις να σε βάλουμε, σε μία φυλακή ή σε ένα σπίτι σαν αυτό;», θα έλεγα: «Σε μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί η φυλακή θα με βοηθούσε. Θα μου θύμιζε τον Χριστό, θα μου θύμιζε τους αγίους Μάρτυρες, θα μου θύμιζε τους ασκητές που ήταν στις οπές της γης, θα μου θύμιζε καλογερική. Η φυλακή θα ομοίαζε και λίγο με το κελλί μου και θα χαιρόμουν. Αυτό το δικό σας τι θα μου θύμιζε και σε τι θα με βοηθούσε; Γι’ αυτό οι φυλακές με αναπαύουν καλύτερα όχι μόνον από ένα σαλόνι κοσμικό αλλά και από ένα ωραίο κελλί μοναχού. Χίλιες φορές στην φυλακή παρά σε ένα τέτοιο σπίτι».

Κάποτε που είχα φιλοξενηθεί στην Αθήνα σ’ έναν φίλο μου, με παρακάλεσε να δεχθώ έναν οικογενειάρχη πριν φωτίσει, γιατί άλλη ώρα δεν ευκαιρούσε. Ήρθε λοιπόν χαρούμενος και συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό. Είχε και πολλή ταπείνωση και απλότητα και με παρακαλούσε να εύχομαι για την οικογένειά του. Ο αδελφός αυτός ήταν περίπου τριάντα οκτώ ετών και είχε επτά παιδιά. Δυό το ανδρόγυνο και άλλοι δυό οι γονείς του, εν όλω έντεκα ψυχές, και έμεναν όλοι σε ένα δωμάτιο. Μου έλεγε με την απλότητα που είχε: «Όρθιους μας χωράει το δωμάτιο, αλλά, όταν ξαπλώνουμε, δεν μας παίρνει, είναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τω Θεώ, τώρα κάναμε ένα υπόστεγο για κουζίνα και βολευτήκαμε. Εμείς έχουμε και στέγη. Πάτερ μου, ενώ είναι άλλοι που μένουν στο ύπαιθρο».

Η εργασία του ήταν σιδερωτής. Έμενε στην Αθήνα και έφευγε πριν φωτίσει, για να βρεθεί εγκαίρως στον Πειραιά όπου εργαζόταν. Από την ορθοστασία και τις πολλές υπερωρίες τα πόδια του είχαν κιρσούς και τον ενοχλούσαν, αλλά η πολλή αγάπη του προς την οικογένειά του τον έκανε να ξεχνάει τους πόνους και τις ενοχλήσεις. Ελεεινολογούσε μάλιστα τον εαυτό του συνέχεια και έλεγε ότι δεν έχει αγάπη, γιατί δεν κάνει καλοσύνες σαν Χριστιανός, και επαινούσε την γυναίκα του ότι εκείνη κάνει καλοσύνες, γιατί εκτός από τα παιδιά και τα πεθερικά της που φρόντιζε, πήγαινε και έπαιρνε τα ρούχα από τους γέρους της γειτονιάς, τα έπλενε, τους συγύριζε και τα σπίτια, τους έφτιαχνε και καμμιά σούπα.

Έβλεπε κανείς στο πρόσωπο του καλού αυτού οικογενειάρχη ζωγραφισμένη την θεία Χάρη. Είχε μέσα του τον Χριστό και ήταν γεμά­τος χαρά και το δωμάτιό του γεμάτο από παραδεισένια χαρά. Ενώ αυτοί που δεν έχουν μέσα τους τον Χριστό, είναι γεμάτοι από άγχος, και δυό άνθρωποι να είναι, δεν χωράνε μέσα σε έντεκα δωμάτια. Ενώ οι έντεκα αυτοί άνθρωποι με τον Χριστό, χωρούσαν μέσα σ’ ένα δωμάτιο.

Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι, όσους χώρους και να έχουν, βλέπεις να μη χωρούν, γιατί μέσα τους δεν έχει χωρέσει ο Χριστός ολόκληρος. Αν οι γυναίκες που ζούσαν στα Φάρασα έβλεπαν την πολυτέλεια που υπάρχει σήμερα, ακόμη και σε πολλά Μοναστήρια, θα έλεγαν: «Θα ρίξει ο Θεός φωτιά να μας κάψει! Εγκατάλειψη Θεού!». Εκείνες μάζευαν τις δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί έπρεπε να βγάλουν τα γίδια, μετά να συμμαζέψουν το σπίτι. Ύστερα πήγαιναν στα εξωκκλήσια ή μαζεύονταν στις σπηλιές, και μία που ήξερε λίγα γράμματα διάβαζε το Συναξάρι του Αγίου της ημέρας. Μετά δωσ’ του μετάνοιες, έλεγαν και την ευχή. Και δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα έπρεπε να ξέρει να ράβει όλα τα ρούχα του σπιτιού.

Και τα έραβαν με το χέρι. Μηχανές του χεριού λίγες είχαν σε καμμιά πόλη, στα χωριά δεν είχαν. Αν υπήρχε στα Φάρασα όλο και όλο μία μηχανή του χεριού. Έρραβαν ακόμη και του άνδρα τα ρούχα και ήταν πιο άνετα, και τις κάλτες τις έπλεκαν στο χέρι. Είχαν γούστο, μεράκι, αλλά τους περίσσευε και χρόνος, γιατί τα είχαν όλα απλά. Οι Φαρασιώτες δεν κοιτούσαν λεπτομέρειες. Ζούσαν την χαρά της καλογερικής. Και αν, για παράδειγμα, η κουβέρτα δεν ήταν καλά στρωμένη και κρεμόταν λίγο από την μία μεριά και έλεγες: «Σιάξε την κουβέρτα», θα σου έλεγαν: «Σε εμποδίζει στην προσευχή σου;».

Να συλλάβει κανείς το βαθύτερο νόημα της ζωής. «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…». Από εκεί ξεκινά η απλότητα και κάθε σωστή αντιμετώπιση.

Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Μάθε το παιδί σου να προσεύχεται.

  «Είναι ώρα για ύπνο και πρέπει να προσευχηθείς» ή «ο Θεός είναι καλός, ευχαρίστησε Τον για το φαγητό που σου έδωσε» είναι μερικές από τις πιο συνηθισμένες εκφράσεις των γονέων προς τα παιδιά τους. Δυστυχώς όμως πάρα πολύ συχνά διαπιστώνουμε τη δυσκολία των παιδιών να πουν τις μικρές παιδικές τους προσευχές. Για το λόγο αυτό αισθανόμαστε απογοητευμένοι και προβληματισμένοι επειδή ενώ πολλές φορές έχουμε διδάξει τα παιδιά μας να προσεύχονται, το αποτέλεσμα δεν είναι ικανοποιητικό. Αυτό συμβαίνει γιατί οι γονείς και οι μεγαλύτεροι, γιαγιάδες και παππούδες, ξεχνούν μια μεγάλη αλήθεια: Τα παιδιά μιμούνται και παιδαγωγούνται σύμφωνα με αυτό που βλέπουν από τους μεγαλύτερους. Πως θέλουμε τα παιδιά μας να προσεύχονται στο Θεό, όταν αυτά δεν έχουν δει ποτέ εμάς να προσευχόμαστε; Πως θα μάθουν να ευχαριστούν το Θεό για την τροφή ή την υγεία, εάν πρώτα δεν δουν εμάς να βρισκόμαστε στα γόνατα και να ευχαριστούμε το Δημιουργό για την ημέρα που πέρασε, για το φαγητό που προμήθευσε, για την υγεία μας, για την προστασία Του, για την οδηγία μέσα στη ζωή μας; Παρακάτω, σάς δίνω, μερικές απλές συμβουλές που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά να κατανοήσουν την σπουδαιότητα της προσευχής: Οι γονείς πρέπει να ξέρουν πως το παιδί τους θα ακολουθήσει το παράδειγμά τους και όχι τη συμβουλή τους. Αφήστε τα παιδιά σας να σας δουν: Τα παιδιά μαθαίνουν από το παράδειγμα. Τα παιδιά και τα εγγόνια μας πρέπει να δουν την ημέρα μας κάτω από την προσευχή και τη μελέτη της Βίβλου. Γίνε το παράδειγμα στα παιδιά σου μέσα από τη δική σου ζωή. Συμμεριστείτε το πρόβλημα μαζί τους. Τις περισσότερες φορές όταν προκύπτει κάποιο πρόβλημα στην οικογένεια, οι γονείς προσεύχονται στο Θεό να δώσει λύση χωρίς να συμμετέχουν στην προσευχή και τα παιδιά. Προσευχηθείτε μαζί τους και δώστε τους την ευκαιρία να εκθέσουν τον πρόβλημα της οικογένειας και αυτά στο Θεό με το δικό τους τρόπο. Η επίκληση θα πρέπει να έχει περισσότερο χρόνο από ότι μια προσευχή πριν την ώρα του φαγητού. Συνοδεύστε τα παιδιά σας με μια προσευχή. Καθημερινά έχουμε την ευκαιρία να διδάξουμε την προσευχή στα παιδιά μας με απλό και σύντομο τρόπο: Προσευχηθείτε μαζί τους πριν αυτά φύγουν για το σχολείο ή την εκδρομή τους, ζητώντας την προστασία και την καθοδήγησή τους από το Θεό. Ζητείστε από τα παιδιά να κάνουν το ίδιο. Πολλές φορές τα λόγια της προσευχής έρχονται να τους υπενθυμίσουν για αυτό που προσευχήθηκαν κατά τη διάρκεια των σχολικών μαθημάτων τους και να συμπεριφερθούν κόσμια και χριστιανικά σε καθημερινές περιστάσεις. ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ

διαβάστε περισσότερα »

Βοήθεια στις αρχές του πνευματικού αγώνα.

  – Γέροντα, ο Θεός βοηθάει τον άνθρωπο πιο πολύ στις αρχές τού πνευματικού του αγώνα; – Ναι, στα πρώτα βήματα της πνευματικής ζωής ο Θεός βοηθάει πολύ τον άνθρωπο, όπως οι γονείς προστατεύουν τα παιδιά πιο πολύ, όταν είναι μικρά. Όσο μεγαλώνουν, δεν τα προστατεύουν τόσο, γιατί τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν το μυαλό τους. ο άνθρωπος στην αρχή του αγώνα του νιώθει έντονα την Χάρη τού Θεού. Ύστερα ο Θεός τον αφήνει λίγο, για να αγωνισθεί και να ανδρωθεί. Εγώ φύτεψα λίγες ντοματιές. Στην αρχή τις πότιζα κάθε ήμερα, μετά τις άφησα. Όταν έφθασαν να κιτρινίζουν τα φύλλα τους, τότε τις πότισα. Όσο έμεναν απότιστες, ζορίστηκαν και αναγκάσθηκαν να ρίξουν βαθιά τις ρίζες τους, για να βρουν υγρασία, και έδεσαν και καρπό. Άν τις πότιζα συνέχεια, μόνο θα ψήλωναν και οι ρίζες τους θα έμεναν στην επιφάνεια. – Είπατε, Γέροντα, ότι ο άνθρωπος στην αρχή τού αγώνα του αισθάνεται την Χάρη του Θεού και υστέρα τον εγκαταλείπει λίγο η θεία Χάρις. – Ναί, παίρνει την Χάρη Του ο Θεός, για να ταπεινωθεί ο άνθρωπος και για να καταλάβει την βοήθεια του Θεού. – Αυτή η αλλαγή δεν είναι λίγο οδυνηρή; – Όχι, γιατί δεν τον εγκαταλείπει τελείως ο Θεός. Όταν αρχίζει ο άνθρωπος να δουλεύει πνευματικά, του δίνει ο Θεός π.χ. καμμιά… σοκολάτα. Αρχίζει έτσι σιγά-σιγά και μαθαίνει να δουλεύει τρώγοντας και καμμιά… σοκολάτα. Αλλά, όταν δεν του δίνει ο Θεός σοκολάτα και αυτός σταματάει να δουλεύει και λέει «πρώτα έτρωγα σοκολάτες, τώρα δεν τρώω καμμία, ώχ τί έπαθα!», δεν κάνει προκοπή. Πρέπει δηλαδή να το χαίρεται αυτό ο άνθρωπος, να μην θέλουμε εύκολα να μας βοηθάει ο Χριστός, να μην ζητάμε οικονομίες, γιατί τότε θα είμαστε αδόκιμοι, ανεκπαίδευτοι. Και στον στρατό, όσοι εκπαιδεύονται καλά, αυτοί δεν σκοτώνονται. Όταν ο άνθρωπος βοηθιέται συνέχεια, τελικά δεν βοηθιέται. Εμένα με συγκινεί που δεν βοηθάει συνέχεια ο Χριστός. Νιώθω σαν να είμαι μαθητής και οι καθηγητές έχουν από τους μαθητές απαιτήσεις. Και για να περάσει κανείς στις πνευματικές εξετάσεις, είναι δύσκολο, χρειάζεται συνεχή παρακολούθηση του εαυτού του και βία, αλλά έτσι προοδεύει πνευματικά. Μήπως είναι δύσκολο στον Θεό να βοηθάει συνέχεια τον κάθε άνθρωπο; Αλλά δεν βοηθιέται με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος. Ένα παιδί κακομαθημένο, που του δίνουν οι γονείς του συνέχεια σοκολάτες και θέλει όλο να του δίνουν, θα γίνει τεμπέλικο, κακορρίζικο, κακομοίρικο. το ίδιο και ο άνθρωπος. Αν δέχεται συνέχεια την βοήθεια του Θεού, χωρίς να κοπιάζει ο ίδιος, δεν θα ωριμάσει ποτέ πνευματικά. Γι’ αυτό, ενώ στην αρχή της πνευματικής ζωής ο Θεός βοηθάει τον άνθρωπο, μετά σιγά-σιγά τραβιέται, για να καταλάβει ο άνθρωπος ότι πρέπει και ο ίδιος να κάνη ό,τι μπορεί. Να, το μικρό παιδάκι δεν το κρατούν συνέχεια οι γονείς από το χεράκι, για να περπατήσει, το αφήνουν και λίγο να περπατήσει μόνο του Και, μόλις πάει να πέσει, τάκ, το πιάνουν. Μετά καταλαβαίνει το παιδί ότι οι δικές του δυνάμεις αρκούν μόνο για να περπατάει πιασμένο από την κουπαστή! Αν το παιδάκι περπατάει, μόνον όταν το κρατάνε από το χέρι, Και, όταν το αφήνουν, δεν πιάνεται από την κουπαστή, για να περπατήσει Και σιγά-σιγά να δυναμώσει, αλλά κάθεται κάτω, τότε δεν θα μάθει ποτέ να περπατάει, γιατί δεν έκανε αυτό που μπορούσε. – Αισθάνεται ο άνθρωπος ότι πρώτα είχε την θεία βοήθεια Και υστέρα δεν την έχει; – Αν δεν παρακολουθεί ο άνθρωπος τον εαυτό του, τίποτε δεν αισθάνεται. Από το βιβλίο: Λόγοι του Γέροντος Παισίου Β’. Πνευματική αφύπνιση. Έκδοση: Ιερόν Ησυχαστήριον Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος. Σουρωτή Θεσσαλονίκης. 1999.

διαβάστε περισσότερα »

Η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής.

Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μια σύντομη προσευχή μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σε έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον Άγιο Εφραίμ το Σύρο. Να το κείμενο της προσευχής: «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δώς. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τώ σώ δούλω. Ναι, Κύριε Βασιλεύ, δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα, και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου, ότι ευλογητός εί εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν». Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Τεσσαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και πιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μια μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μια τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής. Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μια τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μ. Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και όλα τα θετικά στοιχεία της μετάνοιας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μ. Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στο Θεό. Η βασική μας ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατὸ ν’ αλλάξουμε και επομένως δε χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματικὴ πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μια απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην πιο βαθιά της πηγή. Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η λιποψυχία. Είναι μια κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν το μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό ή θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μια δαιμονικὴ δύναμη μέσα μας γιατί ο Σατανάς είναι βασικὰ ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για το Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να το επιθυμήσει. Πνεύμα φιλαρχίας ! Φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντάς την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μια ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς το Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου αυτοϊκανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μια αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους άλλους. Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους· έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία. Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της θείας εικόνας στον άνθρωπο γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος. Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, έτσι είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει· ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μια βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μια τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος δηλαδή δημιουργεί θετικά ή αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη θεία καταγωγή και το θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας. Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετάνοιας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μια κραυγή από τα βάθη της καρδιάς του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετάνοιας που πάλι είναι τέσσερις. Η Σωφροσύνη ! Αν δεν περιορίσουμε- πράγμα που συχνά πολύ λαθεμένα γίνεται- την έννοια της λέξης «σωφροσύνη»μόνο στη σαρκική σημασία της θα μπορούσε να γίνει κατανοητή σαν το θετικό αντίστοιχο της λέξης “αργία”. «Αργία», πρώτα απ’ όλα, είναι η αδράνεια, το σπάσιμο της διορατικότητας και της ενεργητικότητάς μας, η ανικανότητα να βλέπουμε καθολικά, σφαιρικά. Επομένως αυτή η ολότητα είναι το εντελώς αντίθετο από την αδράνεια. Αν συνηθίζουμε με τη λέξη σωφροσύνη να εννοούμε την αρετή την αντίθετη απὸ τη σαρκική διαφθορά, είναι γιατί ο διχασμένος χαρακτήρας μας, πουθενά αλλού δεν φαίνεται καλύτερα παρά

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο