Πῶς βρέθηκε καὶ ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς;

Δύο φορὲς τὸν χρόνο ἑορτάζει πανηγυρικὰ ἡ Ἐκκλησία μας τὸν Τίμιον Σταυρόν. Μία γιὰ τὴν ἀνεύρεσή του τὴν 6ην Μαρτίου τοῦ 326 μ.Χ. καὶ μία κατὰ τὴν Ὕψωσή του τὴν 14ην Σεπτεμβρίου, στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα.

Τὸ σημαντικόν, καὶ ὄχι πολὺ γνωστόν, στὸν διπλὸν αὐτὸν ἑορτασμὸν εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποκαλύπτεται ἄλλο ἕνα μέγα μυστήριον τῆς ἀπερίγραπτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα κατὰ τὴν θεία λατρεία, ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐκφράζει ἐπιγραμματικὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἐκπεσμένου ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον παίρνει ἀπὸ τὴν Κόλαση τῆς πτώσεώς του καὶ τὸν θρονιάζει πάλι μέσα στὸ Παράδεισο τῆς αἰώνιας ἀγάπης.

Πιὸ συγκεκριμένα, παίρνει μὲ τὴν σταυρική του θυσία τὸν προδότη Ἰούδα τὸν Ἰσκαριώτη, ποὺ ἀντιπροσωπεύει ὅλην τὴν προδοσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγνωμοσύνη του ἔναντι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἄλλον Ἰούδα, ἐπίσης Ἑβραῖον, ποὺ ἔγινε ὁδηγὸς στὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ φανερώνει τὴν μεταστροφὴ καὶ τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πορεία του στὴν ἁγιότητα. Ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε καὶ μὲ τὸν δεύτερον αὐτὸν Ἰούδα, ποὺ πίστεψε, μετανόησε καὶ ἔγινε Χριστιανὸς μὲ τὸ ὄνομα Κυριακός. Ἀργότερα ἔγινε κληρικὸς καὶ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, μετὰ τὸν Πατριάρχην Μακάριον, καὶ ἀφοῦ μαρτύρησε, μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Ἄννα, μπῆκε στὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐτήσια μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 28ην Ὀκτωβρίου.

Τὸ «Συναξάρι» τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀναφέρει: «Τῇ αὐτῇ ἡμερᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κυριακοῦ τοῦ φανερώσαντος τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἐπὶ τῆς Βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καὶ Ἑλένης τῆς αὐτοῦ μητρός». Καὶ γιὰ τὴν μητέρα του Ἄννα, ποὺ γιορτάζει τὴν ἴδια μέρα:

«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ μήτηρ τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ Ἄννα, λαμπάσι φλεχθεῖσα καὶ ξεσθεῖσα ἐτελειώθη».

Καὶ λίγα γιὰ τὸν βίον του: «Ὁ Ἅγιος Κυριακός, πρώην Ἰούδας, μετὰ τὴν φανέρωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπίστευσε, ἐβαπτίσθη Χριστιανὸς καὶ ἔγινε, ὅπως προαναφέραμε, Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ ἔζησε ὡς τὶς ἡμέρες τοῦ εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Αὐτὸς ὅταν ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα, μετὰ τὴν ἐκστρατεία του κατὰ τῶν Περσῶν, ἔμαθε γιὰ τὸν Ἅγιον Κυριακὸν τί ἦταν καὶ τί ἔγινε καὶ τὸν διέταξε αὐστηρὰ νὰ θυσιάση στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ ἤλεγξε μὲ τόλμην τὴν εἰδωλολατρία τοῦ Ἰουλιανοῦ. Τότε ἐκεῖνος διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὸ δεξί του χέρι, διότι καθὼς εἶπε: «Πολλὲς ἐπιστολὲς ἔχει γράψει τὸ χέρι αὐτό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπομακρυνθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὰ εἴδωλα τοῦ Δωδεκαθέου». Ὕστερα διέταξε νὰ ρίξουν λιωμένο μολύβι μέσα στὸ στόμα τοῦ Ἁγίου, ποὺ ὁμολογοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Χριστὸν καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔβαλαν οἱ δήμιοι μπρούμυτα σὲ πυρακτωμένη σιδερένια κλίνη, ποὺ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ὄργανα βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν.
Ὅταν ἦλθε ἡ μητέρα του, ποὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὴ πιστὴ Χριστιανή, στὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου τοῦ παιδιοῦ της, ὁ Ἰουλιανὸς διέταξε νὰ τὴν κρεμάσουν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ νὰ σκίζουν τὸ κορμί της μὲ σιδερένια νύχια, ποὺ ἦταν κι αὐτὸ ἄλλο ἕνα ἐργαλεῖο βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν, καὶ ἀφοῦ τὴν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριον.

Ὕστερα ἔρριξαν τὸν Ἅγιον Κυριακόν, σὲ ἕνα μεγάλο καμίνι, τὸν ἐθανάτωσαν μὲ ξίφος, κόβοντας τὸ κεφάλι του».

Ἡ ἀνεύρεση καὶ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶναι ἡ σημαία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔγινε μὲ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ὑπερθαύμαστον ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Ἑλένην τὴν Ἰσαπόστολον, ποὺ εἶχε μεταβῆ γιὰ προσκύνηση στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ μὲ τὴν ρητὴν ἐντολὴν τοῦ γιοῦ της αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου νὰ βρῆ τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸν ὁποῖον εἶχαν ἐξαφανίσει οἱ ἀντίχριστοι Ἑβραῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες.

Εἶχαν ρίξει καὶ τοὺς τρεῖς σταυροὺς σὲ ἕναν βαθὺ λάκκον καὶ τὸν σκέπασαν μὲ χώματα καὶ πέτρες καὶ πολλὰ σκουπίδια. Ἐκεῖ ἔμεινε ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριακόσια χρόνια.
Ὅταν ἡ Ἁγία Ἑλένη μὲ τοὺς συνοδοὺς της ἄρχισε τὶς ἔρευνες, μία νεαρὴ Ἑβραιοπούλα ὁδήγησε τὴν Βασιλομήτορα στὸν Ἰούδα, ποὺ ἔμενε στὰ Ἱεροσόλυμα, διότι ἐκεῖνος ἐγνώριζε ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους τὴν τοποθεσία, ὅπου εἶχαν ρίξει τοὺς τρεῖς σταυρούς. Ἐκεῖ μάλιστα φύτρωνε κάθε χρόνον μόνο του καὶ τὸ εὐωδιαστὸ «βασιλικὸ χόρτο», αὐτό, ποὺ λέγεται καὶ σήμερα βασιλικός.

Πῆγε, λοιπόν, ἡ Ἁγ. Ἑλένη στὴν τοποθεσία αὐτὴ καὶ πρὶν δώση ἐντολὴ νὰ ἀρχίσουν οἱ ἀνασκαφές, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Χριστόν. Μόλις ὅμως σηκώθηκε στὰ πόδια της καὶ πρὶν νὰ πεῖ μία λέξη, ἔγινε μέγας σεισμός, μόνον στὸ σημεῖον αὐτό, καὶ τὸ ἔδαφος σχίστηκε σὲ μεγάλο βάθος.

Τότε ἄρχισαν ἀμέσως οἱ ἀνασκαφὲς καὶ σὲ λίγη ὥρα βρέθηκαν καὶ οἱ τρεῖς σταυροί, πρὸς γενικὴν κατάπληξιν ὅλων τῶν παρισταμένων.

Ὅλοι ἔκλαιγαν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἄλλοι δόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ προσεύχονταν. Ἡ στιγμὴ ἦταν μοναδικὴ καὶ πανίερη. Καθάρισαν τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἀπὸ τὰ χώματα, μολονότι, βρέθηκαν σὲ ἕνα κοίλωμα τῆς γῆς καὶ ἦταν καλὰ προστατευμένοι. Δὲν ἤξεραν ὅμως ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἦταν ὁ Σταυρὸς ἐπάνω στὸν ὅποιον σταυρώθηκε ὁ Χριστός. Ἐκεῖ κοντὰ βρισκόταν σὲ μία καλύβα μία ἑτοιμοθάνατη γυναίκα, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ χρόνια ἀσθένεια. Ἡ Ἄγ. Ἑλένη σκέφθηκε ἀμέσως ὅτι ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὴν γυναίκα, ἐὰν τῆς ἔβαζαν πάνω της τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου. Ἔτσι ἔβαλαν διαδοχικά τοὺς δύο πρώτους σταυρούς, ἀλλὰ χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Μόλις ὅμως ἔβαλαν στὸ σῶμα της τὸν τρίτον Σταυρόν, ἡ ἑτοιμοθάνατη γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλὰ καὶ σηκώθηκε στὰ πόδια της.

Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρός. Καὶ ὅπως γράφει καὶ ὁ Εὐθύμιος Ζυγαβηνὸς στὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου ὑπῆρχε καὶ ἡ μικρὴ σανίδα μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεὺς Ἰουδαίων), ποὺ εἶχε βάλει ὁ Πόντιος Πιλάτος.

Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ Ἄγ. Ἑλένη, ἔχτισε (στὸν Γολγοθὰ τὸν Ναὸν τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν συνέχεια τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως στὸ Σπήλαιον τῆς Βηθλεὲμ καὶ τὸν Ναὸν τοῦ Ὅρους τῶν Ἐλαίων. Καὶ ὅταν ὁ Πατριάρχης Μακάριος ἔστησε τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὸν ναὸν τοῦ Πατριαρχείου γιὰ προσκύνηση ἀπὸ τὸν πιστὸν λαόν, ἦταν ἡ 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 326 καὶ γι’ αὐτὸ καθιερώθηκε ἀπὸ τότε νὰ ἑορτάζεται τὸ γεγονὸς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τὴν ἡμέραν αὐτήν.

Τὴν ἴδιαν ἡμέρα ἑορτάζεται καὶ ἡ δεύτερη Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἡράκλειον (628 μ.Χ.), ὅταν ἐνίκησε τοὺς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κλέψει τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Σήμερα τὸ μεγαλύτερον τεμάχιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ διασώζεται στὸν Ἅγιον Ὅρος, στὴν Ί. Μονὴ Ξηροποτάμου.

Ἡ ἀνεύρεση καὶ ἡ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀσφαλῶς μέγα γεγονὸς τῆς παγκοσμίας ἱστορίας, διότι ἀφορᾶ στὸ σύνολον τῆς ἀνθρωπότητας, ἀνεξαρτήτως ἂν δὲν ἔχουν ἀκόμα ἀποδεχθῆ τὴν Χριστιανικὴ Πίστη καὶ δὲν γνωρίζουν ὅλοι τὴν ἀλλαγὴ πορείας τῆς ἱστορίας.

Ἰδιαίτερα, ὅμως, εἶναι κορυφαῖον γεγονὸς στὴν Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, διότι ἐπιβεβαιώνει καὶ ἐπισφραγίζει τὴν δωρεὰν τῆς σωτηρίας σὲ ὅλον τὸν κόσμον καὶ καλεῖ ἀδιαλείπτως κάθε ἄνθρωπον νὰ ἐπιστρέψη στὴν ἀληθινὴν πατρίδα τοῦ Παραδείσου. Δὲν εἶναι ἁπλῶς συμβολικὴ καὶ ἐνδεικτικὴ ἡ μεταστροφὴ τοῦ Ἰούδα, ποὺ ἔγινε Χριστιανὸς καὶ Ἅγιος Μάρτυς τῆς Ἐκκλησίας, ὡσὰν νὰ ἀποπλύνη τὴν προδοσία τοῦ ἄλλου Ἰούδα τοῦ Ἰσκαριώτη, ποὺ παρέδωσε τὸν Θεάνθρωπον στοὺς σταυρωτές του. Καὶ εἶναι τοῦτο μέγα δίδαγμα γιὰ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ὅσον καὶ ἂν ἔχει πέσει στὸ ἔσχατον ἄκρον τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ὁ Ἰσκαριώτης, μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ διανύση τὴν ἀπόσταση μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ σωτηρίας, μεταξὺ προδοσίας καὶ μετανοίας, ποὺ δὲν ἔκανε ὁ πρῶτος Ἰούδας, ἀλλὰ ἀγχονίσθηκε μέσα στὴν ἀπελπισία του. Αὐτὴ ἡ μέγιστη μεταστροφὴ τοῦ δεύτερου Ἰούδα εἶναι ὁ αἰώνιος καὶ ἐμπράγματος ἀντίλαλος τῆς προσευχῆς τοῦ Θεανθρώπου τὴν ὥρα τῆς θυσίας του, ὅταν παρεκάλεσε τὸν Θεὸν Πατέρα καὶ εἶπε γιὰ τοὺς σταυρωτές του τὸν λόγον τῆς ὕψιστης συγνώμης γιὰ ὅλους τους ἀρνητές του, ἄρα καὶ τοῦ Ἰούδα:

— «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. ΚΓ’ 34).

Κλείνοντας τὶς λίγες αὐτὲς γραμμὲς γιὰ τὸν ἑορτασμὸν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, θὰ θέλαμε νὰ ἀναφέρουμε τὸν σχετικὸν λόγον ἑνὸς μακαριστοῦ Γέροντος, ποὺ ἔλεγε:

— «Ἡ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, παιδιά μου, δὲν γίνεται μόνον κατὰ τὴν ἑορτὴν τῆς 14ης Σεπτεμβρίου, ἀλλὰ κάθε φορά, ποὺ μετανοεῖ μία ψυχὴ καὶ πηγαίνει κοντὰ στὸν Χριστόν. Μᾶς τὸ εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος: «Λέγω δὲ ὑμῖν, ὅτι οὕτω χαρὰ ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοούντι» (Λουκ. ΙΕ’ 7). Γιατί ἡ Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ φανερώνει τὸν θρίαμβον τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης καὶ αὐτὸς ὁ θρίαμβος ἀποτελεῖ μεγάλη χαρὰ στὸν οὐρανὸν τοῦ Θεοῦ καὶ γίνεται κάθε φορά, ποὺ μετανοεῖ ἀληθινὰ ἕνας ἄνθρωπος. Γι’ αὐτὸ ἂς μετανοοῦμε ὅλοι μας συνεχῶς καὶ ἀληθινά, γιὰ νὰ κυρίαρχη πάντοτε ἡ χαρὰ καὶ στὴν γῆ καὶ στὸν οὐρανόν. Ἀμήν».

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Mείζων εν γεννητοίς γυναικών ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος.

Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ανήκει στη χωρία των μεγάλων προφητών και ομολογητών της πίστεώς μας. Ο Ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός τον χαρακτήρισε ως το μέγιστο άνθρωπο που φάνηκε στον κόσμο: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ.11,11). Η αγία μας Εκκλησία τον έθεσε σε τιμή μετά τη Θεοτόκο, μάλιστα στην εικονογραφία παριστάνεται μαζί με την Παναγία μας να ικετεύει για τη σωτηρία του κόσμου. Είναι η γνωστή εικονογράφηση της «δεήσεως». Ο μεγάλος αυτός άνδρας πάνω απ’ όλα είναι ο πρόδρομος της εμφανίσεως του Χριστού στον κόσμο, αυτός που άνοιξε το δρόμο να περάσει ο Λυτρωτής μας. Είναι ο μεγάλος αγγελιοφόρος της πιο χαρμόσυνης και ελπιδοφόρας αγγελίας όλων των εποχών: της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Είναι ο κομιστής και ο διαπρύσιος κήρυκας της μετάνοιας και ο άτεγκτος ελεγκτής της ανομίας και της αμαρτίας. Σύμφωνα με τις αγιογραφικές μαρτυρίες ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος υπήρξε κορυφαίο όργανο της θείας πρόνοιας και του έργου της σωτηρίας του κόσμου, διαδραματίζοντας πρωτεύοντα ρόλο. Μεγάλοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης είχαν προφητεύσει για το πρόσωπό του και τη δράση του. Ο προφήτης Μαλαχίας προανήγγειλε τη βουλή του Θεού για την εμφάνιση του Τιμίου Προδρόμου: «Ιδού εγώ εξαποστέλλω τον άγγελόν μου, και επιβλέψεται οδόν προ προσώπου μου, και έξαίφνης ήξει εις ναόν εαυτού Κύριος, όν υμείς ζητείτε, και ο άγγελος της διαθήκης, όν υμείς θέλετε. Ιδού έρχομαι, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Μαλ.3,1). Η γέννησή του υπήρξε θαυμαστό γεγονός, διότι γεννήθηκε από μητέρα στείρα. Ήταν γιος του ευσεβή ιερέα Ζαχαρία, από την εφημερία Αβιά (Α΄Βασιλ.24,10) και της Ελισάβετ (Λουκ.1,7) η οποία καταγόταν από τον ιερατικό οίκο «Ααρών» (Λουκ.1,5). Ο αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάστηκε στο Ζαχαρία την ώρα που θυμίαζε στο ναό, για να του αναγγείλει τη γέννηση του παιδιού του. Για την καλόπιστη απιστία του έμεινε άλαλος ως τη γέννησή του. Ο Ιωάννης ήταν εκλεγμένος από το Θεό «εκ κοιλίας μητρός», διότι όταν επισκέφτηκε η Θεοτόκος τη συγγενή Της Ελισάβετ, ούσες έγγειοι και οι δύο άγιες γυναίκες, «εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ.1,41). Με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος έγνωσε ο Πρόδρομος, ως βρέφος αγέννητο ακόμη, τον ερχομό του Κυρίου και χάρηκε! Το όνομά του σημαίνει δώρο Θεού (Θεοχάρης για την ακρίβεια), και ήταν επιλογή του ιδίου του Ζαχαρία, διότι πίστευε ακράδαντα ότι το παιδί αυτό ήταν χάρισμα του Θεού, για τον ίδιο και για όλη την ανθρωπότητα. Αυτό αποδεικνύεται από τις προφητικές ρήσεις του αγίου ιερέα, μετά τη «λύση» της γλώσσας του. Μεγάλωσε μέσα σε περιβάλλον ευσέβειας, πίστεως στο Θεό και εναγώνιας αναμονής του Μεσσία. Οι άγιοι γονείς του γέμισαν την ψυχή του με την βεβαία προσμονή του Λυτρωτή του κόσμου. Τον έμαθαν να κλείνει ερμητικά τα αφτιά του στην κοσμική σαπίλα και να αποστρέφεται την αμαρτία, διότι έπρεπε να τους βρει ο Μεσσίας καθαρούς, όσο γινόταν, ώστε να σχηματιστεί ο αρχικός πυρήνας των συνεργατών Του. Σε ηλικία τριάντα ετών αποσύρθηκε στην έρημο της Ιουδαίας για να ζήσει βίο ασκητικό, για την προσωπική του κάθαρση. Αυτό έκαναν και άλλοι ευσεβείς Ιουδαίοι της εποχής του, όπως οι Εσσαίοι, οι οποίοι είχαν δημιουργήσει ολόκληρες κοινότητες ασκητών στην περιοχή της Νεκράς Θαλάσσης. Ο Ιωάννης πιθανότατα δεν ανήκε σε αυτές τις ομάδες, διότι η ιδέα του περί του αναμενόμενου Μεσσία είναι ριζικά διάφορη από εκείνη των Εσσαίων, οι οποίοι περίμεναν δύο Μεσσίες. Ζούσε με προσευχή και νηστεία. Ως ένδυμα είχε τρίχες καμήλας και έτρωγε ακρίδες (βλαστάρια φυτών της ερήμου) και μέλι από αγριομέλισσες. Δεν αρκούνταν μόνο στην προσωπική του άσκηση, αλλά εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα, ως «ρήμα Θεού» (Λουκ.3,2), φώναζε με γοερή φωνή πάνω από τους γυμνούς βράχους της ερήμου, για να ακουστεί όσο το δυνατό μακρύτερα: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ.3,3). Κήρυσσε «βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Μαρκ.1,4), και βάπτιζε τα πλήθη στα νερά του Ιορδάνη, «εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών» (Ματθ.3,6), αφού «εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται» (Μάρκ.1,5). Ταυτόχρονα δίδασκε τους πολυάριθμους επισκέπτες του, την ευσέβεια και τη δικαιοσύνη και στηλίτευε την ασέβεια και την αδικία, αλλά και «πολλά μεν ουν έτερα παρακαλών ευηγγελίζετο τον λαόν» (Λουκ.3,18). Η συνάντησή του με το Χριστό και η βάπτισή Του από τον Πρόδρομο υπήρξε η κορυφαία στιγμή για το θεοφόρο άνδρα. Πληρωμένος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος προανάγγειλε την έλευση του Σωτήρα: «ο οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν. Ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματά βαστάσαι. Αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί. Ου το πτύον εν τη χειρί αυτού, και διακαθαριεί την άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω» (Ματ.3,11-12). Από μακριά διέκρινε το Χριστό και ομολόγησε: «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος εστιν περί ου εγώ είπον» (Ιωάν.1,29). Η ομολογία; Του και η μαρτυρία του υπήρξε καταλυτικός παράγων για τα παραβρισκόμενα πλήθη. Είναι η πρώτη μεγάλη δημόσια αναγνώριση του ερχομού του Μεσσία. Επίσης συγκλονιστικό γεγονός υπήρξε και η τελετή της βαπτίσεως του Κυρίου από τα χέρια του Ιωάννη, την οποία επισφράγισε η φανέρωση της Αγία Τριάδος. Το αξιοσημείωτο στη βάπτιση του Κυρίου είναι η άρνηση του Προδρόμου να βαπτίσει το Χριστό, διότι ο θεοφόρος άνδρας διέγνωσε την απόλυτη αναμαρτησία Του και είχε τη συναίσθηση της τυπικότητας του βαπτίσματος του δικού του, το οποίο ήταν τύπος του αγίου Βαπτίσματος της Εκκλησίας του Χριστού, ως το μόνο που μπορεί να αναγεννήσει τον άνθρωπο. Στόχος του Τιμίου Προδρόμου υπήρξε κυρίως η πολιτική και πνευματική εξουσία της εποχής του, η οποία είχε φτάσει σε έσχατα σημεία κατάπτωσης και ηθικής σήψης. Πυρωμένος από θείο ζήλο, αλλά και αγανάκτηση ο ιερός άνδρας μύδρους κατά των δυναστών του λαού. Ήταν κυριολεκτικά ασυμβίβαστος και ασκούσε κριτική προς κάθε κατεύθυνση, χωρίς να λογαριάζει τις συνέπειες της παρουσίας του. Καταφέρθηκε εναντίον των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων, οι οποίοι στο όνομα του Θεού και της υποκριτικής τους ευσέβειας καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν αφόρητα το λαό. Τους χαρακτήριζε δημόσια ως «γεννήματα εχιδνών» και τους προειδοποιούσε ότι αν δεν μετανοήσουν δε θα ξεφύγουν «από της μελλούσης οργής» (Ματθ.3,8). Με παραστατικότατο τρόπο τους ανάγγειλε πως ήδη, με τον ερχομό του

διαβάστε περισσότερα »

Περισσότερη σημασία δίδεται στο διάβασμα της Φανουρόπιτας, παρά στην Θεία Λειτουργία που τελείται.

Ο Άγιος Φανούριος έζησε επί ρωμαϊκής εποχής. Πολλά στοιχεία για τη ζωή του δεν έχουμε. Πληροφορίες γι’ αυτήν μας δίδει εικόνα που βρέθηκε στο νησί της Ρόδου τον 15ο αιώνα όπου απεικονίζεται ο Άγιος Φανούριος και 12 παραστάσεις από τα διάφορα μαρτύρια που υποβλήθηκε, υποκύπτοντας εν τέλει στον διά πυράς θάνατο εξαιτίας της αντίστασής του στον κόσμο των ειδώλων. Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του  την 27η Αυγούστου. Στη μνήμη του έχει καθιερωθεί  οι πιστοί να προσφέρουν την γνωστή Φανουρόπιτα. Η προσφορά της Φανουρόπιτας  ξεκίνησε με κίνητρα αγνά και ευλαβή στην αρχή. Την έφτιαχναν οι γυναίκες και την πρόσφεραν στους πιστούς με την ευχή “ο Θεός να συγχωρέσει τη μάνα του Αγίου Φανουρίου”, η οποία λέει η παράδοση, ότι ήταν μια πολύ αμαρτωλή γυναίκα και διακρινόταν για την σκληρότητά της προς τους φτωχούς. Στην όλη προσπάθεια που έκανε ο Άγιος γιος της, για να την σώσει από τα δεινά της κολάσεως μεταξύ άλλων αναφέρει η παράδοση, ότι ζήτησε να μην φτιάχνουν κάτι γι’ αυτόν, αλλά μια πίτα για την μητέρα του και να την μοιράζουν στους φτωχούς για συγχώρηση της ψυχής της. Επειδή το όνομα του Αγίου Φανουρίου παραπέμπει στο ρήμα φανερώνω έγινε αιτία να αποδοθούν στον Άγιο ιδιότητες που σχετίζονται με την φανέρωση προσώπων και πραγμάτων. Με την πάροδο του χρόνου οι ιδιότητες αυτές άρχισαν στην λογική του κόσμου, να αποκτούν μαγική δύναμη. Κι έτσι παρατηρείται το φαινόμενο να φτιάχνονται και να προσφέρονται Φανουρόπιτες  για πράγματα απίθανα που πολλές φορές το λιγότερο δημιουργούν θυμηδία. Άνθρωποι που έχουν από χλιαρή έως ανύπαρκτη σχέση με την Εκκλησία, εμφανίζονται προσφέροντες Φανουρόπιτα με αιτήματα απίθανα και σαφέστατα υλιστικά. Μέχρι και για το φανέρωμα γαμπρού ή νύφης προσφέρονται Φανουρόπιτες. Είναι κρίμα και αποτελεί παραλογισμό να απομακρυνόμαστε από την ευσεβή παράδοση, που αφορά στην προσφορά της Φανουρόπιτας  και να της προσδίδουμε μαγικές ιδιότητες. Ο Μεγαλομάρτυρας Φανούριος είναι Άγιος της Εκκλησίας μας και όχι κάποιος μάγος, που μπορεί να βρίσκει απολεσθέντα με τρόπο μαγικό. Θα πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο ότι, η προσφορά της Φανουρόπιτας γίνεται προς τιμή του Αγίου και αποτελεί ευλογία για εκείνον που την προσφέρει, όπως γίνεται και με τους άρτους. Δεν γνωρίζω κατά πόσο συμβάλουμε κι εμείς οι κληρικοί στην διαιώνιση αυτής της διαστρέβλωσης. Κατά την ημέρα της εορτής του Αγίου από πολλούς, περισσότερη σημασία δίδεται στο διάβασμα της Φανουρόπιτας, παρά στην Θεία Λειτουργία που τελείται, αν τελεσθεί φυσικά στην μνήμη του. Ανακοινώνονται ωράρια ευλογίας της Φανουρόπιτας κατά την διάρκεια της ημέρας, χωρίς να γίνεται αναφορά στην τέλεση Θείας Λειτουργίας. Από την μια η αγωνία των πιστών για το αβέβαιο μέλλον σε συνδυασμό με την αφέλεια κάποιων θρησκόληπτων οι οποίοι διακατέχονται από διάφορες προλήψεις και προκαταλήψεις και από την άλλη τα οποιαδήποτε οφέλη κυρίως υλικά και οικονομικά μπορούν να προκύψουν από την εκμετάλλευση αυτών των τάσεων, δυστυχώς προκαλούν στον κόσμο των Χριστιανών φαινόμενα τα οποία θα τα ζήλευαν και οι πιο ακραιφνείς ειδωλολάτρες. Το άσχημο είναι ότι αυτές τις δοξασίες τις ντύνουν με μανδύα Χριστιανικό και μάλιστα Ορθόδοξο. Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο, Ορθόδοξοι να βάζουν δίπλα στον κρεμαστό σταυρό το ζώδιο ή την μπλε χάντρα, μαζί με την εικόνα που τοποθετούν ως φυλαχτό στα μωρά, να συνυπάρχει και το γαλάζιο ματάκι και άλλα παρόμοια. Ορθόδοξοι επίσης επισκέπτονται μέντιουμ, αστρολόγους, χαρτομάντεις, καφεμάντεις, χειρομάντεις και όλους γενικώς τους μελλοντολόγους. Ορθόδοξοι επίσης κάνουν χρήση του φένγκ σούι και άλλων πρακτικών που χρησιμοποιούνται από διάφορες ειδωλολατρικές θρησκείες. Τελευταία έχει γίνει πολύ της μόδας η ύπαρξη ομοιωμάτων του Βούδα σε όλο σχεδόν τον λεγόμενο δυτικό κόσμο και κατά συνέπεια και στους χώρους των Ορθοδόξων. Σε καταστήματα και σπίτια δεσπόζει όλο και κάποιο αγαλματίδιο του Βούδα. Όμως μην πάμε μακριά. Οι μαγικές προλήψεις δίνουν και παίρνουν μεταξύ των Ορθοδόξων. Θεωρούν ως παράγοντες αρνητικών επιδράσεων, αν συμπέσει Τρίτη και 13 του μήνα, τη συνάντηση με μαύρη γάτα, το σπασμένο καθρέφτη, αποτρέπουν γάμους αδελφών την ίδια χρονιά ή δεν κάνουν γάμο σε δίσεκτα χρόνια, οι νεόνυμφοι δεν πάνε σε κηδεία, όσοι πενθούν για μεγάλο διάστημα δεν εκκλησιάζονται και διάφορα άλλα. Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι κάποιες φορές κι εμείς οι ιερείς καλλιεργούμε με την συμπεριφορά μας την αντίληψη στον κόσμο ότι είμαστε κάτι σαν «γκουρού» που μπορούμε με τρόπο μαγικό να λύνουμε προβλήματα. Με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Φανουρίου ας μην βοηθούμε με την λάθος στάση μας να δημιουργείται η ψευδαίσθηση, ότι με μια πίτα μπορούμε να δωροδοκήσουμε ή να καλοπιάσουμε ή να εξαναγκάσουμε τον Άγιο, για να βρούμε κάτι χαμένο ή να μας φανερώσει γαμβρό ή νύφη, ζώα, πράγματα, τιμαλφή ή εργασία. Αυτό όχι τιμή δεν περιποιεί στον Άγιο Φανούριο, αλλ’ αντιθέτως αποτελεί ύβρη. Ας ενημερώσουμε σωστά τον κόσμο και ας λιγοστέψουν οι Φανουρόπιτες. Τουλάχιστον αυτές που θα προσφέρονται, να προσφέρονται προς τιμήν του Αγίου, την μεσιτεία του οποίου ας παρακαλέσουμε να έχουμε με την ευκαιρία της εορτής του. Του Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη Αννόβερο Γερμανίας

διαβάστε περισσότερα »

Ο κυριευμένος από υλικά πράγματα είναι κυριευμένος πάντα από στενοχώρια και άγχος.

  Οι κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αυτοί που ζουν στα παλάτια και έχουν όλες τις ευκολίες». Αλλ’ όμως μακάριοι είναι αυτοί που κατόρθωσαν να απλοποιήσουν την ζωή τους και ελευθερώθηκαν από την θηλειά της κοσμικής αυτής εξελίξεως των πολλών ευκολιών, των πολλών δυσκολιών και απαλλάχθηκαν από τον φοβερό άγχος της σημερινής εποχής μας. Αν δεν απλοποιήσει την ζωή του ο άνθρωπος, βασανίζεται. Ενώ, αν την απλοποιήσει, δεν θα έχει αυτό το άγχος. Ένας Γερμανός μία φορά στο Σινά είπε σε ένα Βεδουινάκι που ήταν πανέξυπνο: «Εσύ είσαι έξυπνο, μπορείς να μάθεις γράμματα». «Και μετά;», τον ρωτάει εκείνο. «Με­τά θα γίνεις μηχανικός». «Και μετά;». «Μετά θ’ ανοίξεις ένα συνεργείο αυτοκινήτων». «Και μετά;». «Μετά θα το μεγαλώσεις». «Και μετά;». «Μετά θα πάρεις και άλλους να δουλεύουν και θα έχεις πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, του λέει, να έχω έναν πονοκέφαλο, να βάλω άλλον έναν πονοκέφαλο και μετά να βάλω και έναν άλλον; Δεν είναι καλύτερα τώρα που έχω ήσυχο το κεφάλι μου;». Ο περισσότερος πονοκέφαλος είναι από αυτές τις σκέψεις, να κάνουμε αυτό, να κάνουμε εκείνο. Αν ήταν πνευματικές οι σκέψεις, θα ένιωθε κανείς πνευματική παρηγοριά και δεν θα είχε πονοκέφαλο. Τώρα και στους κοσμικούς τονίζω πολύ την απλότητα. Γιατί πολλά από αυτά που κάνουν, δεν χρειάζονται και τους τρώει το άγχος. Τους μιλάω για την λιτότητα και την ασκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Απλοποιήστε την ζωή σας, για να φύγει το άγχος». Και τα περισσότερα διαζύγια από ‘κει ξεκινούν. Πολλές δουλειές, πολλά πράγματα έχουν να κάνουν οι άνθρωποι και ζαλίζονται. Δουλεύουν και οι δύο, πατέρας και μάνα, αφήνουν και τα παιδιά εγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεύρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγάς – αυτόματο διαζύγιο μετά, εκεί φθάνουν. Αν απλοποιούσαν όμως την ζωή τους, θα ήταν και ξεκούραστοι και χαρούμενοι. Αυτό το άγχος είναι καταστροφή! Μία φορά βρέθηκα σε ένα σπίτι που ήταν όλο πολυτέλεια και, καθώς συζητούσαμε, μου είπαν: «Ζούμε στον Παράδεισο, ενώ άλλοι άνθρωποι στερούνται». «Ζείτε στην κόλαση, τους λέω. «Άφρον, ταύτη τη νυκτί», είπε ο Θεός στον πλούσιο. Αν ο Χριστός με ρωτούσε: «Που θέλεις να σε βάλουμε, σε μία φυλακή ή σε ένα σπίτι σαν αυτό;», θα έλεγα: «Σε μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί η φυλακή θα με βοηθούσε. Θα μου θύμιζε τον Χριστό, θα μου θύμιζε τους αγίους Μάρτυρες, θα μου θύμιζε τους ασκητές που ήταν στις οπές της γης, θα μου θύμιζε καλογερική. Η φυλακή θα ομοίαζε και λίγο με το κελλί μου και θα χαιρόμουν. Αυτό το δικό σας τι θα μου θύμιζε και σε τι θα με βοηθούσε; Γι’ αυτό οι φυλακές με αναπαύουν καλύτερα όχι μόνον από ένα σαλόνι κοσμικό αλλά και από ένα ωραίο κελλί μοναχού. Χίλιες φορές στην φυλακή παρά σε ένα τέτοιο σπίτι». Κάποτε που είχα φιλοξενηθεί στην Αθήνα σ’ έναν φίλο μου, με παρακάλεσε να δεχθώ έναν οικογενειάρχη πριν φωτίσει, γιατί άλλη ώρα δεν ευκαιρούσε. Ήρθε λοιπόν χαρούμενος και συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό. Είχε και πολλή ταπείνωση και απλότητα και με παρακαλούσε να εύχομαι για την οικογένειά του. Ο αδελφός αυτός ήταν περίπου τριάντα οκτώ ετών και είχε επτά παιδιά. Δυό το ανδρόγυνο και άλλοι δυό οι γονείς του, εν όλω έντεκα ψυχές, και έμεναν όλοι σε ένα δωμάτιο. Μου έλεγε με την απλότητα που είχε: «Όρθιους μας χωράει το δωμάτιο, αλλά, όταν ξαπλώνουμε, δεν μας παίρνει, είναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τω Θεώ, τώρα κάναμε ένα υπόστεγο για κουζίνα και βολευτήκαμε. Εμείς έχουμε και στέγη. Πάτερ μου, ενώ είναι άλλοι που μένουν στο ύπαιθρο». Η εργασία του ήταν σιδερωτής. Έμενε στην Αθήνα και έφευγε πριν φωτίσει, για να βρεθεί εγκαίρως στον Πειραιά όπου εργαζόταν. Από την ορθοστασία και τις πολλές υπερωρίες τα πόδια του είχαν κιρσούς και τον ενοχλούσαν, αλλά η πολλή αγάπη του προς την οικογένειά του τον έκανε να ξεχνάει τους πόνους και τις ενοχλήσεις. Ελεεινολογούσε μάλιστα τον εαυτό του συνέχεια και έλεγε ότι δεν έχει αγάπη, γιατί δεν κάνει καλοσύνες σαν Χριστιανός, και επαινούσε την γυναίκα του ότι εκείνη κάνει καλοσύνες, γιατί εκτός από τα παιδιά και τα πεθερικά της που φρόντιζε, πήγαινε και έπαιρνε τα ρούχα από τους γέρους της γειτονιάς, τα έπλενε, τους συγύριζε και τα σπίτια, τους έφτιαχνε και καμμιά σούπα. Έβλεπε κανείς στο πρόσωπο του καλού αυτού οικογενειάρχη ζωγραφισμένη την θεία Χάρη. Είχε μέσα του τον Χριστό και ήταν γεμά­τος χαρά και το δωμάτιό του γεμάτο από παραδεισένια χαρά. Ενώ αυτοί που δεν έχουν μέσα τους τον Χριστό, είναι γεμάτοι από άγχος, και δυό άνθρωποι να είναι, δεν χωράνε μέσα σε έντεκα δωμάτια. Ενώ οι έντεκα αυτοί άνθρωποι με τον Χριστό, χωρούσαν μέσα σ’ ένα δωμάτιο. Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι, όσους χώρους και να έχουν, βλέπεις να μη χωρούν, γιατί μέσα τους δεν έχει χωρέσει ο Χριστός ολόκληρος. Αν οι γυναίκες που ζούσαν στα Φάρασα έβλεπαν την πολυτέλεια που υπάρχει σήμερα, ακόμη και σε πολλά Μοναστήρια, θα έλεγαν: «Θα ρίξει ο Θεός φωτιά να μας κάψει! Εγκατάλειψη Θεού!». Εκείνες μάζευαν τις δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί έπρεπε να βγάλουν τα γίδια, μετά να συμμαζέψουν το σπίτι. Ύστερα πήγαιναν στα εξωκκλήσια ή μαζεύονταν στις σπηλιές, και μία που ήξερε λίγα γράμματα διάβαζε το Συναξάρι του Αγίου της ημέρας. Μετά δωσ’ του μετάνοιες, έλεγαν και την ευχή. Και δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα έπρεπε να ξέρει να ράβει όλα τα ρούχα του σπιτιού. Και τα έραβαν με το χέρι. Μηχανές του χεριού λίγες είχαν σε καμμιά πόλη, στα χωριά δεν είχαν. Αν υπήρχε στα Φάρασα όλο και όλο μία μηχανή του χεριού. Έρραβαν ακόμη και του άνδρα τα ρούχα και ήταν πιο άνετα, και τις κάλτες τις έπλεκαν στο χέρι. Είχαν γούστο, μεράκι, αλλά τους περίσσευε και χρόνος, γιατί τα είχαν όλα απλά. Οι Φαρασιώτες δεν κοιτούσαν λεπτομέρειες. Ζούσαν την χαρά της καλογερικής. Και αν, για παράδειγμα, η κουβέρτα δεν ήταν καλά στρωμένη και κρεμόταν λίγο από την μία μεριά και έλεγες: «Σιάξε την κουβέρτα», θα σου έλεγαν: «Σε εμποδίζει στην προσευχή σου;». Να συλλάβει κανείς το βαθύτερο νόημα της ζωής. «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού…». Από εκεί ξεκινά η απλότητα και κάθε σωστή αντιμετώπιση. Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

διαβάστε περισσότερα »

Η Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Ιερό Ναό μας. (Φωτογραφίες)

Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖςπρεσβείαις ταῖςσαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Από την Θεία Λειτουργία επί τη Θεομητορική Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο