Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση.

 

Ο άδικος, και γενικά κάθε ένοχος, όταν δεν ζητήσει συγχώρηση, ταλαιπωρείται από τη συνείδησή του και επιπλέον από την αγανάκτηση του αδικημένου.

Γιατί, όταν ο αδικημένος δεν τον συγχωρήσει και γογγύζει, τότε ο άδικος ταλαιπωρείται πολύ, βασανίζεται. Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Σαν να τον χτυπούν κύματα και τον φέρνουν σβούρα. Είναι μυστήριο πράγμα το πώς το πληροφορείται!

Όπως, όταν ένας αγαπά κάποιον και τον σκέφτεται με την καλή έννοια, εκείνος το πληροφορείται, έτσι και σ’ αυτήν την περίπτωση. Ω, ο γογγυσμός του άλλου τον κάνει άνω-κάτω! Και μακριά να είναι, τι στην Αυστραλία, τι στο Γιοχάνεσμπουργκ, δεν μπορεί να ησυχάσει, όταν είναι αγανακτισμένος ο άλλος εξαιτίας του.
– Αν είναι αναίσθητος;

– Οι αναίσθητοι λες ότι δεν υποφέρουν;

Το πολύ-πολύ να καταφύγουν σε καμιά ψυχαγωγία, για να ξεχασθούν. Μπορεί πάλι ο αδικημένος να τον συγχώρησε τον ένοχο, αλλά να έχει μείνει λίγη αγανάκτηση μέσα του. Τότε και ο ίδιος ταλαιπωρείται σε έναν βαθμό, αλλά ο ένοχος ταλαιπωρείται πολύ από την αγανάκτηση του άλλου.

Αν όμως ο ένοχος ζητήσει συγγνώμη και δεν του τη δώσει ο αδικημένος, τότε ταλαιπωρείται εκείνος. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φωτιά από το εσωτερικό κάψιμο της ψυχής από τη συνείδηση. Τη βασανίζει και την τρώει συνέχεια με το σαράκι σ’ ετούτη τη ζωή και πιο πολύ φυσικά θα την τρώει στην άλλη ζωή, την αιώνια, «ο ακοίμητος σκώληξ», αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος σ’ αυτήν την ζωή και δεν επιστρέψει τις αδικίες του στους συνανθρώπους του, έστω και με την αγαθή του προαίρεση, σε περίπτωση που δεν μπορεί με άλλον τρόπο.

Θυμάμαι ένας δικηγόρος, που έκανε πολλές αδικίες, πόσο βασανίσθηκε στο τέλος της ζωής του. Εξασκούσε το επάγγελμά του σε μία επαρχία που είχε πολλούς κτηνοτρόφους. Εκεί, φυσικά, γίνονταν και αγροζημιές και πολλοί βοσκοί έτρεχαν σ’ αυτόν τον δικηγόρο, γιατί με πονηρά επιχειρήματα έπειθε και τον αγρονόμο και τον ειρηνοδίκη.

Έτσι οι καημένοι γεωργοί πολλές φορές όχι μόνο δεν έβρισκαν το δίκαιο για τα σπαρτά που τους κατέστρεφαν τα κοπάδια, αλλά έβρισκαν και τον μπελά τους. Όλοι τον ήξεραν τον δικηγόρο αυτόν και κανείς τίμιος άνθρωπος δεν τον πλησίαζε. Ακόμη και ο Πνευματικός να δείτε τι συμβούλεψε έναν ευαίσθητο βοσκό.

Ο βοσκός αυτός είχε ένα μικρό κοπάδι και μία σκύλα. Μία φορά που η σκύλα είχε γεννήσει, έδωσε τα κουταβάκια σε άλλους και κράτησε μόνο τη μάνα. Εκείνο το διάστημα είχε χαθεί μία προβατίνα και είχε αφήσει το αρνάκι της που θήλαζε. Αυτό, επειδή δεν είχε μάνα, έτρεχε πίσω από τη σκύλα και θήλαζε από αυτή, η οποία ένιωθε και η ίδια ανακούφιση.

Έτσι τα δύο ζώα είχαν συνηθίσει και το ένα έβρισκε το άλλο. Ο καημένος ο βοσκός, όσο και να προσπαθούσε να τα ξεχωρίσει, εκείνα έσμιγαν. Επειδή ήταν ευαίσθητος ο βοσκός, σκέφθηκε να ρωτήσει τον Πνευματικό εάν τελικά τρώγεται το κρέας του αρνιού ή όχι

. Ο Πνευματικός, έχοντας υπ’ όψιν του και τη φτώχεια του βοσκού, σκέφτηκε λίγο και του είπε: «Το αρνί αυτό, παιδί μου, δεν τρώγεται, γιατί θήλασε από την σκύλα, αλλά ξέρεις τι να κάνεις; Επειδή όλοι οι άλλοι βοσκοί πηγαίνουν δώρα στον δικηγόρο τον δείνα αρνιά και τυριά, να του πας και συ αυτό το αρνί να το φάει. Μόνον αυτός έχει ευλογία να το φάει, γιατί όλος ο κόσμος ξέρει που είναι άδικος».

Όταν είχε γεράσει πια ο άδικος αυτός δικηγόρος και έπεσε στο κρεβάτι, υπέφερε χρόνια από εφιάλτες και δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Τον χτύπησε και ημιπληγία και δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει. Προσπάθησε ο Πνευματικός να τον κάνει τουλάχιστον να γράψει τις αμαρτίες του, αλλά είχε χάσει και τον έλεγχο, και αναγκαζόταν να του διαβάζει την ευχή των Επτά Παίδων, για να κλείσει λίγο τα μάτια του να κοιμηθεί.

Του διάβαζε και εξορκισμούς, για να γαληνέψει λίγο, μέχρι που αναπαύθηκε, και ας ευχηθούμε ο Θεός να τον αναπαύσει πραγματικά.

– Γέροντα, πολλοί πιστεύουν ότι τους έχουν κάνει μάγια. Πιάνουν τα μάγια;
– Εάν ο άνθρωπος έχει μετάνοια και εξομολογείται, δεν πιάνουν. Για να πιάσουν τα μάγια, θα έχει δώσει κάποιο δικαίωμα ο άνθρωπος. Θα αδίκησε κάποιον, θα κοροϊδεύει καμιά κοπέλα κ.λπ. Τότε θα πρέπει να μετανοήσει, να ζητήσει συγχώρηση, να εξομολογηθεί, να ταχτοποιηθεί και να επανορθώσει αυτό που έκανε.

Γιατί αλλιώς, και όλοι οι παπάδες να του διαβάσουν εξορκισμούς, δεν λύνονται τα μάγια. Αλλά και μάγια να μην του έκαναν, και μόνον το άχτι της αδικημένης ψυχής αρκεί για να τον βασανίζει.

Υπάρχουν δύο μορφές αδικίας, η υλική και η ηθική. Υλική αδικία είναι, όταν αδικεί κανείς τον άλλον σε υλικά πράγματα. Ηθική είναι, όταν λ.χ. κάποιος γελάσει μία κοπέλα, και αν μάλιστα είναι ορφανή, με πενταπλάσιο βάρος βαραίνει την ψυχή του.

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Με πόνο και αγάπη

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Τι σημαίνει η Ίνδικτος – Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

  Η Ίνδικτος προέρχεται από τη λατινική λέξη indictio η οποία σημαίνει ορισμός. Ο όρος προήλθε από τη συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν διά θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε ετών το ποσό του ετήσιου φόρου που εισέπρατταν αυτή την εποχή για τη συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκταση καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτίωνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια από τη γέννηση του Χριστού. Από τις αρχές, άλλωστε, του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Σεπτέμβριος καθιερώθηκε ως η αρχή του εκκλησιαστικού αλλά και του πολιτικού έτους, επειδή η 1η Σεπτεμβρίου συνέπιπτε με την αρχή της ινδικτιώνος. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να εορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου ως «αρχή της ινδίκτου». Όπως μας πληροφορεί η Μαρίνα Δετοράκη υπεύθυνη του ερευνητικού Εργαστηρίου Παλαιογραφίας και Αρχείου Μικροταινιών του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης: «Η λέξη ινδικτιών σημαίνει κατ’ αρχήν τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού που έπρεπε να καταβάλλουν οι Ρωμαίοι πολίτες ως φόρο. Συνεκδοχικά, πήρε τη σημασία της οικονομικής χρονιάς, και όταν οι φόροι ρυθμίζονταν με βάση μια περίοδο περισσοτέρων ετών, ινδικτιών ονομάστηκε το σύνολο αυτών των ετών… Κατέληξε έτσι να σημαίνει ένα θεσμοθετημένο κύκλο 15 ετών, συνεχώς επαναλαμβανόμενο (όπως η εβδομάδα ή ο μήνας), που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση πράξεων και γεγονότων… που τελικά παγιώθηκε ως το δημοφιλέστερο σύστημα χρονολόγησης για τους Βυζαντινούς, και η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή του έτους τους». Τι σημαίνει αρχή Ινδίκτου Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων «εις οσμήν ευωδίας Κυρίω» (Λευϊτ. 23,18). Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγη Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώση εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι, αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξη ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18). Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες «επί το αυτό», αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του. (Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Μακαρίου ιερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος) Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους; Τα περισσότερα ημερολόγια στην περιοχή της Ανατολής είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας. Επειδή, όμως, στις 23 Σεπτεμβρίου ήταν τα γενέθλια του Αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 του ίδιου μήνα, ημέρα η οποία καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, της περιόδου, δηλαδή, του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για δεκαπέντε χρόνια. Έτσι, Ίνδικτος κατέληξε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου η πρωτοχρονιά. Αυτή την πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της προσέδωσε χριστιανικό νόημα και περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σε αυτή την εορτή της σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής ιστορίας. Το 462 μ.Χ. για πρακτικούς λόγους αλλά και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μήνα, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου. Η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην ορθόδοξη ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια. Αξίζει να σημειώσουμε ότι λίγα χρόνια πριν, η Εκκλησία όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον. Η Ίνδικτος κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι). Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν

διαβάστε περισσότερα »

Ράσα και Ιερά άμφια.

Το ράσο, η ιδιαίτερη αυτή ενδυμασία των ορθοδόξων κληρικών, έχει την ιστορία του, μια ιστορία ζυμωμένη με δάκρυα και πόνο, μια ιστορία μακραίωνη. Το ράσο δεν αποτελεί δόγμα της πίστης μας. Η Εκκλησία μας στις μέρες της δοκιμασίας που ζούμε δεν έχει ανάγκη από εξωτερικές μεταρρυθμίσεις, αλλά από εσωτερικές αλλαγές. Έχει ανάγκη από αγίους και εμπνευσμένους κληρικούς, που θα φορέσουν και θα τιμήσουν το ράσο και θα το κάνουν λάβαρο των πιο ωραίων αγώνων για τη θρησκευτική, ηθική και εθνική αναγέννηση του Γένους μας. Δε φταίει το ράσο για τυχόν αστοχίες και σκάνδαλα των σημερινών κληρικών. Αυτά, ακόμα και αν αυτό καταργηθεί, δεν θα εκλείψουν. Η ενδυμασία αυτή από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρησιμεύει για να γίνεται διάκριση μεταξύ κληρικών και λαϊκών. Το ράσο αποτελεί ειδική περιβολή, η οποία συντελεί στη διατήρηση σεβασμού προς τους ιερείς. Σε καιρό διωγμών, (όπως ήταν οι διωγμοί των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού), οι κληρικοί δε φορούσαν ιδιαίτερη ενδυμασία, καθώς διέτρεχαν τον κίνδυνο να συλληφθούν και να θανατωθούν. Κανένας ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να τους διακρίνει από την εξωτερική τους περιβολή. Οι κληρικοί των πρώτων αιώνων ξεχώριζαν από το βίο τους. Το ράσο, όπως προαναφέραμε, ξεχωρίζει τον ιερέα από τους λαϊκούς. Προφυλάσσει τον ιερέα από δημόσιες εκτροπές. Για αυτό οι ιερείς που θέλουν να ζουν κοσμική ζωή και να απολαμβάνουν και αυτοί τις κοσμικές ηδονές, είναι συνήγοροι της κατάργησης του ράσου, του ράσου που δόξασαν αναρίθμητοι ευσεβείς κληρικοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και στους δικούς μας χρόνους σε μη Χριστιανικά κράτη απαγορεύουν την εμφάνιση των κληρικών με την ιδιαίτερη ενδυμασία τους και έτσι οι κληρικοί δε φορούν ράσο. Στην Τουρκία, όπου ο Χριστιανισμός είναι στο περιθώριο, (ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922), απαγορεύθηκε το ράσο, με εξαίρεση τους κληρικούς του Πατριαρχείου και τον Πατριάρχη, στον οποίο επετράπη να φοράει ράσο, όταν βγαίνει έξω από το Πατριαρχείο. Με τον τρόπο αυτό οι Τούρκοι φανέρωναν την άρνησή τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς γνωρίζουν πολύ καλά πως ο κλήρος ήταν εκείνος που διατήρησε 400 χρόνια και δεν άφησε να πεθάνει η εθνική συνείδηση όχι μονάχα της Ελλάδας, αλλά και των υπολοίπων βαλκανικών λαών. Επίσης στην Αμερική, στην Αυστραλία, αλλά και σε άλλες χώρες του κόσμου δε θέλουν τους ρασοφόρους και οι ιερείς συχνά γίνονται αποδέκτες ύβρεων. Ο ιερέας, ο ευλαβής ιερέας όταν πρόκειται να πάει στο ναό για να τελέσει μια ιεροτελεστία, πρέπει να προετοιμάσει τον εαυτό του ψυχολογικά. Πρέπει να αφήσει έξω από το ναό ό,τι ανθρώπινο και κοσμικό, να ξεχάσει τον εαυτό του και τα πάθη του και να θυμηθεί τίνος εκπρόσωπος είναι. Ο ιερέας όταν λειτουργεί πρέπει να είναι και να φαίνεται σαν άγγελος. Κι όπως οι άγγελοι στον ουρανό στέκονται με φόβο και με τρόμο μπροστά στο θρόνο του Θεού, έτσι πρέπει και οι ιερείς να στέκονται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αν όλοι οι ιερείς είχαν αυτό τον άγιο φόβο και λειτουργούσαν με ιερή κατάνυξη, όλος ο κόσμος θα άλλαζε. Αυτοί που διαθέτουν καλή προαίρεση αισθάνονται πως κάτι μεγάλο και υψηλό τελείται την ώρα που ο Ιερέας λειτουργεί. Αλλά ο ορθόδοξος ιερέας δε διακρίνεται μόνο από το ράσο. Διακρίνεται και από τα άμφια. Τα άμφια είναι η επίσημη στολή που φοράει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Τα άμφια έχουν τη δική τους γλώσσα. Συνοδεύονται από ρητά της Αγίας Γραφής και φωνάζουν στον ιερέα: «Πρόσεξε, απομάκρυνε από πάνω σου καθετί αμαρτωλό και κοσμικό, που είναι σαν ρούχο παλιό και ακάθαρτο. Ντύσου την αρετή, την αγιότητα, που είναι λαμπρή στολή της ψυχής. Ντύσου το Χριστό, κι έτσι φωτεινός και λαμπρός προχώρα στην τέλεση των ιερών μυστηρίων». Πολλά και διάφορα είναι τα άμφια που φορούν οι κληρικοί όταν λειτουργούν. Από τα άμφιά τους, διακρίνονται οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης. Αναφέρουμε εδώ τα κυριότερα. Ο διάκονος διακρίνεται από το άμφιο που λέγεται οράριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που από το ένα άκρο της κρέμεται από τον αριστερό ωμό προς τα πίσω, το δε άλλο άκρο της το κρατάει ο διάκονος με το δεξί του χέρι, όταν εκφωνεί τις δεήσεις. Στην παλιά εποχή πάνω στο οράριο ήταν γραμμένες οι λέξεις: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ». Το οράριο σημαίνει, πως ο διάκονος μιμούμενος τους αγγέλους πρέπει να προσεύχεται συνεχώς. Το οράριο θυμίζει το ρητό του αποστόλου Παύλου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Άλλο άμφιο του διακόνου είναι τα επιμάνικα. Όπως αναφέρουν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, τα επιμάνικα, που φορούν και οι διάκονοι και οι ιερείς και οι αρχιερείς σημαίνουν τα δεσμά με τα οποία έδεσαν το Χριστό. Ο κληρικός πρέπει να είναι έτοιμος, χάρη του Ευαγγελίου, να υποστεί το διωγμό, τη φυλακή και το μαρτύριο. Ο ιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Το επιτραχήλιο: Το πετραχήλι είναι το πιο σπουδαίο άμφιο του ιερέα. Χωρίς πετραχήλι καμιά ιεροτελεστία δεν μπορεί να κάνει ο ιερέας. Σημαίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πλούσια σαν ποτάμι τρέχει και ποτίζει τις ψυχές δια μέσου των ιερών μυστηρίων. Το πετραχήλι έχει στο κάτω άκρο τα λεγόμενα κρόσια. Σημαίνουν τις ψυχές που ο Θεός έχει εμπιστευτεί στον κάθε ιερέα. Ενώ ο λαϊκός θα δώσει λόγο για την ψυχή του, ο ιερέας θα δώσει λόγο και για τις ψυχές που ανήκουν στην ενορία του. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ιερεμία λέει: «Θα ζητήσω το αίμα των ανθρώπων εκείνων που εξαιτίας των ιερέων έχουν χαθεί». Άλλο άμφιο του ιερέα είναι η ζώνη. Η ζώνη δεν είναι μόνο για να συγκρατεί την ενδυμασία, αλλά και για να θυμίζει στον ιερέα πως πρέπει να συγκρατεί τις κακές επιθυμίες και να κυριαρχεί στα πάθη του. Ευπρεπής, εύζωνος και ταχύς στην οδό του Κυρίου. Άλλο άμφιο του ιερέα είναι το φελόνιο, το φελόνι, που φοριέται από το λαιμό και θυμίζει την κόκκινη χλαμύδα που έντυσαν τον Ιησού οι στρατιώτες στο πραιτόριο του Πιλάτου για να τον εμπαίξουν. Έτσι και ο ιερέας που βαδίζει στα ίχνη του Χριστού θα εμπαιχθεί από ανθρώπους που αντιστρατεύονται το Χριστό μας. Ο αρχιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Ωμοφόριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που ρίχνεται πάνω στους ώμους και τα άκρα της καταλήγουν μπροστά στο στήθος και θυμίζει την παραβολή του απολωλότος προβάτου. Άλλο άμφιο του αρχιερέα είναι ο σάκκος. Αντιστοιχεί προς το φελόνι του ιερέως, σημαίνει την κόκκινη χλαμύδα, έχει δε

διαβάστε περισσότερα »

Έχει ευθύνη η Εκκλησία για το κατάντημα της κοινωνίας;

  Μας ρωτήσατε το εξής: Είμαστε μια χώρα όπου το 90% είναι ορθόδοξοι, δεν είναι μια αποτυχία της εκκλησίας το γεγονός ότι έχει ευθύνες για μια τόσο εγωιστική κοινωνία όπως είναι η ελληνική; 1)Η ερώτησή σας από την αρχή είναι διατυπωμένη λάθος. Λέτε «εκκλησία». Τι είναι εκκλησία για εσάς; Δεν είναι κλήρος και λαός μαζί; Μάλλον με τον όρο «εκκλησία» εννοείται μόνο την διοικούσα εκκλησία, δηλαδή τους αρχιερείς και τους ιερείς και όχι τον λαό. Αυτό είναι λάθος. Ας πάρουμε όμως ως εκκλησία – σύμφωνα με το σκεπτικό σας- μόνο τον κλήρο. Τότε θα λέγαμε ότι σίγουρα υπάρχει κάποιο μέρος ευθύνης και σ’ αυτούς. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι ο κλήρος δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, αλλά πηγάζει μέσα από τον πιστό λαό. Ως άνθρωποι λοιπόν οι κληρικοί ίσως κάνουν λάθη. Όμως σίγουρα δεν μπορείς να τους κατηγορήσεις ότι ευθύνονται για το κατάντημα της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να μιλούμε με γενικότητες, δεν μπορούμε να κατηγορούμε το σύνολο του κλήρου για κάποια λάθη που έχουν γίνει από ένα μέρος του κλήρου. Όπως έλεγε ένας γέροντας, θέλετε καλούς ιερείς, κάντε τα παιδιά σας. Κατηγορούμε τους ιερείς ότι δεν είναι καλοί, ότι τα χωριά μας σε λίγα χρόνια δεν θα έχουν ιερέα. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό; Η διοικούσα εκκλησία; Φυσικά όχι. Την ευθύνη έχει ο λαός, την ευθύνη έχουν οι γονείς που θέλουν τα παιδιά τους να γίνουν οτιδήποτε άλλο, αλλά όχι ιερείς. Τί υποκρισία; Να κατηγορείς τον εκάστοτε αρχιερέα ότι δεν έστειλε ιερέα στο χωριό τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα (λες και το κάνει επίτηδες) και από τη άλλη ολόκληρο το χωριό εδώ και δεκαετίες να μην έχει ούτε έναν άνθρωπο που να θέλει να διακονήσει ως ιερέας στο χωριό του. Να περνούν οι γενιές των ανθρώπων και ούτε ένας!…ούτε ένας να μην θέλει να γίνει ιερέας. Ενώ από την άλλη όλοι να κατηγορούν την διοικούσα εκκλησία για αδιαφορία. Ποιος είναι τελικά ο αδιάφορος; 2)Έχει μέρος ευθύνης ο κλήρος για την τόσο εγωιστική κοινωνία; Έχει. Όπως έχει ευθύνη ένας δάσκαλος για την αποτυχία του μαθητή του. Όμως τελικά, ποιος ευθύνεται πιο πολύ; Ο δάσκαλος ή ο μαθητής; Μάλλον ο μαθητής για την αδιαφορία του. Μπορεί ο δάσκαλος να έκανε κάποια λάθη, όμως δεν ευθύνεται για την αποτυχία του μαθητή. Εάν υπήρχε ενδιαφέρον από το μαθητή θα άλλαζε διδάσκαλο, θα πήγαινε σε κάποιον άλλο που θα του μετέδιδε καλύτερα τις γνώσεις που επιζητούσε. 3) Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση μιλούμε για μια πνευματική αποτυχία. Ειδικά σε πνευματικά θέματα την ευθύνη τη φέρει κυρίως -αν όχι εξολοκλήρου- ο ίδιος ο άνθρωπος. Σίγουρα παίζουν ρόλο και οι δίπλα του αλλά την ευθύνη των πράξεων, των λόγων, της στάσης ζωής του την επιλέγει ελεύθερα ο ίδιος ο άνθρωπος. Με το σκεπτικό σας θα έπρεπε να κατηγορήσουμε και τον Θεό ότι απέτυχε για την παρακοή των πρωτοπλάστων, το Θείο Βρέφος για την σφαγή των νηπίων από τον μανιώδη Ηρώδη. Θα έπρεπε να κατηγορήσουμε τον Χριστό για τον Ιούδα και τους σταυρωτάς Του, τους Αποστόλους για τους διώκτες τους, τους Μάρτυρες για τους δημίους τους, τους Θεοφόρους Πατέρες για τους αιρεσιάρχες που πλάνεψαν και πλανούν εκατομμύρια ανθρώπων. Όμως κάτι τέτοιο θα είναι αναληθές. 4)Η πνευματική αναγέννηση και πρόοδος στηρίζεται στην ελευθερία, στηρίζεται στο αυτεξούσιο. Είναι πολύ βολικό να βρίσκουμε κουσούρια στους άλλους ώστε να δικαιολογούμε την δική μας ανεπάρκεια. Είναι εύκολο να λέμε «με έκοψε ο καθηγητής» από το να λέμε «κόπηκα γιατί δεν διάβασα». Από την άλλη μεριά λέμε «πέρασα το μάθημα» και όχι «με πέρασε ο καθηγητής». Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι το πρόβλημά μας είναι πολύ μεγάλο. Για όλα τα κακά κατηγορούμε τον Θεό, την Εκκλησία Του, τους ιερείς, τους πολιτικούς, τους άλλους…βάζουμε ταμπέλες σε όλους και όλα, και το κυριότερο βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω. 5) Η πραγματική αποτυχία είναι να αντιμετωπίζεις την αποτυχία του συνόλου ως ευκαιρία για κατάκριση των άλλων και όχι ως αφορμή για αυτοκριτική. Αποτυχία είναι να σηκώνεις τα χέρια σου και να μουτζώνεις, να βρίζεις, να γιουχάρεις τους άλλους χωρίς να σκέφτεσαι τα δικά σου λάθη και σφάλματα. Αποτυχία είναι να θέλουμε να βρούμε παντού και πάντοτε κάποιον Ηρώδη για να κατηγορήσουμε αφήνοντας τον Ηρώδη που κρύβουμε μέσα μας να μεγαλουργεί… Αποτυχία είναι να θεωρούμε Εκκλησία μόνο τους ιερείς και όχι τον εαυτό μου, τον δίπλα μου, την οικογένειά μου… Όταν η μετάνοια και η ταπείνωση έρθει στην ζωή μας, τότε και μόνο τότε θα αντιληφθούμε το κακό που έχουμε προκαλέσει εμείς οι ίδιοι στην κοινωνία παύοντας να κατηγορούμε τους άλλους. Διότι τελικά οι άλλοι είμαστε εμείς κι ας μην θέλουμε να το παραδεχτούμε… αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

διαβάστε περισσότερα »

Ο αχάριστος είναι πάντα λυπημένος.

  -Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι, ενώ τα έχουν όλα, νιώθουν άγχος και στενοχώρια; -Όταν βλέπετε έναν άνθρωπο να έχει μεγάλο άγχος, στενοχώρια και λύπη, ενώ τίποτε δεν του λείπει, να ξέρετε ότι του λείπει ο Θεός. Όποιος τα έχει όλα, και υλικά αγαθά και υγεία, και, αντί να ευγνωμοσύνη τον Θεό , έχει παράλογες απαιτήσεις και γκρινιάζει, είναι για την κόλαση με τα παπούτσια. Ο άνθρωπος, όταν έχει ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος. Σκέφτεται τι του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα. Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάει την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει …; Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης. -Γέροντα, τι θέλετε να πείτε μ’ αυτό; -Θέλω να πω ότι, αν δεν αναγνωρίζουμε τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και γκρινιάζουμε, έρχονται οι δοκιμασίες και μαζευόμαστε κουβάρι. Όχι, αλήθεια σας λέω, όποιος έχει αυτό το τυπικό , την συνήθεια της γκρίνιας, να ξέρει ότι θα του έρθει σκαμπιλάκι από τον Θεό, για να ξοφλήσει τουλάχιστον λίγο σ’ αυτήν την ζωή. Και αν δεν του έρθει σκαμπιλάκι, αυτό θα είναι χειρότερο, γιατί τότε θα τα πληρώσει όλα μία και καλή στην άλλη ζωή. -Δηλαδή , Γέροντα, η γκρίνια μπορεί να είναι συνήθεια; -Γίνεται συνήθεια, γιατί η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ, όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώσει ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει. Γι’ αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του. Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία, την οποία ήλεγξε ο Χριστός. «Ούχ οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα που», είπε στον λεπρό που επέστρεψε να Τον ευχαριστήσει . Ο Χριστός ζήτησε την ευγνωμοσύνη από τους δέκα λεπρούς όχι για τον εαυτό Του αλλά για τους ίδιους, γιατί η ευγνωμοσύνη εκείνους θα ωφελούσε. Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο