Δοξάζω άπειρες φορές τον ύψιστο Θεό, ο οποίος ποτέ δεν παύει να παιδεύει αυτούς που απολαμβάνουν τα συμπόσια, αλλά από τη μια επιτρέπει να πλακωθούν οι υιοί του Ιώβ μέσα στο σπίτι τους, ενώ βρίσκονταν σε συμπόσιο και από την άλλη κατακρημνίζει το παλάτι με τη βοήθεια του Σαμψών, στο οποίο οι αλλόφυλοι έτρωγαν και ευφραίνονταν˙ και από την μία συνταράσσει το συμπόσιο του Βαλτάσαρ με εκείνο το φοβερό χέρι που έγραφε στον τοίχο και από την άλλη προξενεί μεγάλη λύπη στις καρδιές των συμποσιαστών του τετράρχη Ηρώδη, με την αποκοπή της κεφαλής του Προδρόμου˙ βλέπεις, αδελφέ, πόσο μισητό πράγμα είναι η τρυφή ενώπιον των οφθαλμών του Θεού;
Και με ποιες πληγές συνηθίζει να τιμωρεί τους εργάτες της; Γι’ αυτό και ο προφήτης Αμώς, ελεεινολογώντας τους τρυφηλούς έλεγε: «Αλλοίμονο σε σας που τρώτε μικρά και εκλεκτά ερίφια από τα ποίμνια και μικρά μοσχάρια γάλακτος από τις αγέλες των βοδιών˙ τα θεωρήσατε όλα αυτά μόνιμα και όχι πρόσκαιρα» (Αμώς 6, 4 – 5). Εκείνα τα οποία είπα μέχρι τώρα για τα πολυτελή φαγητά, τα ίδια λέω και για τα αρωματικά κρασιά, γιατί και αυτά πρέπει να τα απωθείς. Και έτσι αφ’ ενός μεν λέει ο θείος Αμώς: «Αλλοίμονο σε αυτούς που πίνουν τον αποσταγμένο οίνο» (Αμώς 6,6)˙ και αφ’ ετέρου ο Θεολόγος: «Να μην τιμήσουμε τα μυρωδάτα κρασιά» (Λόγ. εις τα Γενέθ).
Ας παρατηρείται όμως και η ποσότητα, δηλαδή μέχρι δύο ή τρία ποτήρια˙ και περισσότερο στους νέους. Κάποτε ρωτήθηκε ο αββάς Σισώης: «Πάτερ, είναι πολύ να πιει κάποιος τρία ποτήρια;» Και απάντησε: «Εάν δεν είναι σατανάς, δεν είναι πολύ». Αλλά και ο Λεωτυχίδης ο Σπαρτιάτης, όταν ρωτήθηκε για ποιο λόγο οι Σπαρτιάτες δεν έπιναν κρασί, απάντησε: «Για να μην αποφασίζουν άλλοι για μας». Και απάντησε σωστά, γιατί το κρασί συσκοτίζει το νου και δεν τον αφήνει να γνωρίσει την αλήθεια και την ορθή και συμφέρουσα συμβουλή. Όταν μάλιστα έχει πιει κάποιος πολύ, τότε σκοτίζεται τελείως ο νους, όπως το περιττό λάδι σβήνει τις λαμπάδες και τότε χρειάζεται άλλον νηφάλιο άνθρωπο για να αποφασίσει γι’ αυτόν.
Τι πρέπει να λέει κάποιος για να εμποδίζει την πολυφαγία˙ και περί κατακρίσεως. Πάντα λοιπόν και όταν τρως και όταν πίνεις να θυμάσαι εκείνον τον ψαλμό που λέει˙ «Ποιά ωφέλεια θα έχω αν χυθεί το αίμα μου ή αν υποπέσω στη διαφθορά;» (Ψαλμ. 29, 11) και συνεχώς να τον λες, όπως σε συμβουλεύει ο μέγας Βασίλειος, για να εμποδίζεις με αυτόν την πολυφαγία και την υπερβολική οινοποσία˙ και ερμηνεύοντας αυτό το ρητό ο θείος Πατέρας λέει: «Ποιά ανάγκη, λέγει, να έχει απόλαυση το σώμα μου και πλήθος αίματος, εφ’ όσον ύστερα από λίγο πρόκειται να παραδοθεί το σώμα στην κοινή διάλυση; «Αλλά υποπιάζω μου το σώμα, και δουλαγωγώ» (Α’ Κορ. 9, 27), μήπως, επειδή βρίσκομαι σε πλήρη υγεία και θα θερμαίνεται το αίμα μου, γίνει αφορμή η πολυσαρκία για να αμαρτήσω.
Μη περιποιείσαι την σάρκα σου με ύπνους και λουτρά και μαλακά στρώματα πάντοτε αναλογιζόμενος αυτό το ρητό˙ «Τίς ωφέλεια εν τω αίματί μου, εν τω καταβαίνειν με εις διαφθοράν;» Γιατί περιποιείσαι αυτό που ύστερα από λίγο θα καταστραφή; Γιατί παραπαχαίνεις τον εαυτό σου και τον γεμίζεις με σάρκες; Ή δεν γνωρίζεις ότι όσο κάνεις παχύτερη την σάρκα σου, τόσο βαρύτερη προετοιμάζεις την φυλακή για την ψυχή σου;». Σε αυτό το αισθητήριο αναφέρονται και όσα αμαρτήματα ενεργούνται με τη γλώσσα. Οι κατηγορίες, οι συκοφαντίες,1 οι λοιδορίες, οι ύβρεις, οι παράλογοι αφορισμοί, οι κατάρες, οι επιτιμήσεις, οι αισχρολογίες και όλα τα άλλα μέχρι τα ανώφελα λόγια. Από όλα αυτά πρέπει να φυλάγεσαι όσο μπορείς˙ γιατί γνωρίζεις ότι και για τον ανώφελο λόγο ο κάθε ένας θα λογοδοτήσει σύμφωνα με τη θεία φωνή (Ματθ. 12, 36). Και φρόντιζε ο λόγος σου να είναι πάντα αρτυμένος με το αλάτι της χάριτος, όπως παραγγέλλει ο Παύλος, (Κολασ’. 4, 6) ώστε αυτοί που ακούν τη χάρη των λόγων σου και αισθάνονται την ευωδία των ρημάτων σου, να λένε όσα έλεγε και η ψάλλουσα νύμφη Εκκλησία προς τον νυμφίο της: «Οι σιαγόνες σου μοιάζουν με φιάλες αρώματος.
Τα χείλη σου σαν κρίνα, από όπου στάζει ευωδιαστή και ανόθευτη σμύρνα» (Άσμα 5,13). Γιατί γνωρίζεις ότι η γλυκειά γλώσσα ξεπερνά τη γλυκύτητα των αυλών και των ψαλτηρίων, όπως λέει ο Σειράχ: «Η φλογέρα και το ψαλτήρι παράγουν γλυκείς ήχους σαν μέλι˙ περισσότερο όμως και από τα δύο η γλυκειά γλώσσα» (Σοφ. Σειρ. 40, 21). Γι’ αυτό και εκείνος ο κοσμικός Σωκράτης συμβούλευε τους νέους να έχουν τρία πράγματα˙ απλότητα στην καρδιά, σιωπή στο στόμα και αίσθημα ντροπής και σεβασμού στην όψι˙ ενώ τους γέροντες τους συμβούλευε να έχουν τρία άλλα˙ σοβαρότητα στην όψι, γλυκύτητα στους λόγους και σύνεσι στην καρδιά.
Υποσημείωση
1. Είναι πολύ ορθός ο συλλογισμός, τον οποίο κάνουν οι ηθικοί κατά της συκοφαντίας. Η τιμή, λένε, είναι ανώτερη από τη ζωή. Αλλά επειδή, ο φόνος θανατώνει τη ζωή του ανθρώπου, η συκοφαντία θανατώνει την τιμή, άρα η συκοφαντία είναι χειρότερη από τον φόνο. Και στ’ αλήθεια είναι μεγαλύτερη κακία το να φονεύη κανείς με τη γλώσσα, παρά με το ξίφος και το να πληγώνη με το λόγο, παρά με το βέλος. Γιατί ο φονιάς θανατώνει μόνο τους ζωντανούς, με κίνδυνο της ζωής του, ενώ ο συκοφάντης επί πλέον και τους νεκρούς και μάλιστα εκ του ασφαλούς.
Από το βιβλίο: Συμβουλευτικό Εγχειρίδιο ή περί φυλακής των πέντε αισθήσεων, του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου.
Εκδότης: Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Νέα Σκήτη, Αγίου Ορους. Μάιος 2013. Επιμέλεια: Ιερομόναχος Βενέδικτος (Αγιορείτης).
Η/Υ επιμέλεια: Σοφίας Μερκούρη.