Ὅταν ἕνα σκάνδαλο εἶναι συνεχές, πρέπει νὰ τὸ ἀνεχόμαστε; Τὰ μάτια μας καὶ τὰ αὐτιά μας νὰ μὴ λειτουργοῦν; Μέχρι πότε; Πρέπει νὰ φανερώνουμε τὴν ἐνόχλησή μας καὶ τὴ διαφωνία μας, ἤ πρέπει νὰ ἀφήνουμε νὰ ἐπιληφθεῖ τοῦ σκανδάλου κάποιος ἄλλος ἐκτὸς ἀπὸ μᾶς; Προτοῦ νὰ ἀπαντήσουμε στὰ ἐρωτήματα αὐτά, εἶναι ἀνάγκη νὰ διευκρινίσουμε ὅτι ἄλλο εἶναι τὸ σκάνδαλο καὶ ἄλλο εἶναι ἕνα προσωπικὸ ἁμάρτημα. Τὸ πρῶτο εἶναι δημόσια περιφρόνηση κάποιας ἐντολῆς, ποὺ διαρκεῖ, ἐνοχλεῖ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ὁδηγεῖ σὲ γενικεύσεις καὶ ἄδικα συμπεράσματα. Ὑπάρχει δὲ πάντα ὁ κίνδυνος νὰ ἀποτελέσει παράδειγμα πρὸς μίμηση σὲ πολλούς, οἱ ὁποῖοι ἔχουν χαλαρὴ συνείδηση καὶ δὲν τὸ καταδικάζουν. Τὸ δεύτερο δὲν εἶναι εὐρέως γνωστὸ καὶ ἐπειδὴ στὴν ἐποχή μας πλεονάζει ἡ ἁμαρτία, οἱ περισσότεροι μένουν ἀπαθεῖς. Μόνο... ὅταν τὸ πρόσωπο εἶναι γνωστὸ ἀπὸ κάποιο χάρισμα ποὺ ἔχει ἤ ἀπὸ τὸ ἀξίωμα ποὺ κατέχει ἤ ἀπὸ κάποιες ἐπαγγελματικὲς ἐπιτυχίες του, προκαλεῖ ἐφήμερο ἐνδιαφέρον, περισσότερο γιὰ διασκέδαση, παρὰ γιὰ διόρθωση τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Τὸ συνεχὲς σκάνδαλο πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ ἐλέγχεται, στὴν ἀρχὴ κατ’ ἰδίαν καὶ μετὰ δημοσίως. Ὁ σκοπὸς δὲν εἶναι νὰ ἐξουθενωθεῖ ὁ σκανδαλοποιός, ἀλλὰ νὰ περιοριστεῖ καὶ τελικὰ νὰ ἐξαλειφθεῖ τὸ σκάνδαλο. Τὴν κύρια εὐθύνη τὴν ἔχουν οἱ ἁρμόδιοι, οἱ ὁποῖοι συχνὰ μὲ τὴν ἀνοχή τους γίνονται συνυπεύθυνοι! Περιφρονοῦν τὸ λαὸ ποὺ ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὴ σκληρότητα καὶ πονηρία τοῦ σκανδαλοποιοῦ. Ὅταν ἐκεῖνοι ἀδιαφοροῦν, οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, ποὺ βλέπουν καὶ ἀκοῦν, πρέπει νὰ ἐκφράζονται ἐλεύθερα, ὄχι γιατὶ αὐτὸ τοὺς εὐχαριστεῖ, ἀλλὰ ἀπὸ πόνο γιὰ τὸ κακὸ ποὺ συμβαίνει. Ὑπάρχουν βέβαια κι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἐμπάθεια γιὰ κάποιους ἀνθρώπους καὶ ἀπέχθεια γιὰ θεσμοὺς καὶ ἀρέσκονται νὰ κρίνουν τὰ σκάνδαλα καὶ νὰ καταδικάζουν ὅσους ἐκεῖνοι ἐπιθυμοῦν. Οἱ προθέσεις τους εἶναι κακές. Προφανῶς δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν οἱ δύο αὐτὲς περιπτώσεις οὔτε καὶ νὰ ταυτιστοῦν. Ἄλλοι οἱ κρίνοντες ποὺ πονοῦν καὶ ἄλλοι οἱ κρίνοντες ποὺ χαίρονται. Οἱ πρῶτοι προσπαθοῦν νὰ οἰκοδομήσουν καὶ οἱ δεύτεροι νὰ κατεδαφίσουν καὶ νὰ ἐκθεμελιώσουν. Τὰ σκάνδαλα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας προβάλλονται καὶ σχολιάζονται μὲ ὑπερβολικὸ τρόπο ἀπὸ τὰ μέσα ἐνημέρωσης, γιατὶ ἔτσι πιστεύουν οἱ ὑπεύθυνοι ὅτι θὰ κτυπήσουν τὴν Ἐκκλησία, δημιουργώντας ἐντυπώσεις εἰς βάρος της, ἀλλὰ καὶ ἀπαξιώνοντας τοὺς κληρικούς της. Ἡ εὐαισθησία τῶν συνειδητῶν χριστιανῶν ἀπέναντι στὰ ἐκκλησιαστικὰ σκάνδαλα πρέπει νὰ εἶναι μεγάλη καὶ πάντα νὰ θυμοῦνται τὸ λόγο τοῦ Κυρίου μας: «Ὅποιος γίνει ἀφορμὴ νὰ κλονιστεῖ ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς μικρούς, ποὺ πιστεύει σὲ μένα, εἶναι προτιμότερο γι’ αὐτὸν νὰ κρεμάσει μιὰ μυλόπετρα στὸ λαιμὸ του καὶ νὰ καταποντιστεῖ στὴ θάλασσα». Καὶ συνεχίζει: «Ἀλίμονο στὸν ἄνθρωπο ποὺ προκαλεῖ τὸ σκάνδαλο». Βαρὺς καὶ σκληρὸς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου μας γιὰ τοὺς σκανδαλοποιούς, γιατὶ μὲ τὶς ἀπερίσκεπτες καὶ ἁμαρτωλές τους ἐπιλογὲς προξενοῦν μεγάλη πνευματικὴ βλάβη στοὺς πιστούς. Πολλές φορὲς οἱ σκανδαλώδεις συμπεριφορὲς καλύπτονται μὲ τὴν ὑποκρισία, ἡ ὁποία ὅμως κάποια στιγμὴ δὲν μπορεῖ νὰ τὶς κρατήσει μυστικὲς καὶ τότε ἡ κατακραυγὴ τοῦ λαοῦ εἰς βάρος τῶν σκανδαλοποιῶν εἶναι μεγάλη. Μερικοὶ πνευματικοὶ συμβουλεύουν ὅτι τὰ σκάνδαλα δὲν πρέπει νὰ τὰ ἐλέγχουμε, ἀλλὰ νὰ τὰ κρύβουμε γιὰ νὰ μὴ προκαλεῖται μεγαλύτερος σκανδαλισμός. Ὅμως ἀδιαφοροῦν, ὅταν συνεχίζονται καὶ μάλιστα μὲ μεγαλύτερη ἔνταση, χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἡ παραμικρὴ ἐλπίδα ὅτι κάτι θὰ ἀλλάξει. Καὶ διερωτᾶται ἕνας λογικὸς ἄνθρωπος, θὰ ἀφήσουμε τοὺς σκανδαλοποιοὺς νὰ μᾶς πνίξουν πνευματικά; Εἶναι ἡ ἀνοχὴ τρόπος ἀποτελεσματικῆς ἀντιμετώπισης; Προφανῶς καὶ δὲν εἶναι. Οἱ σκανδαλοποιοὶ μόνοι τους δὲν κρεμοῦν μυλόπετρα στὸ λαιμό τους. Οὔτε ἐμεῖς θὰ τὴν κρεμάσουμε, γιὰ νὰ πνιγοῦν στὴ θάλασσα. Ὅμως πρέπει νὰ ἀνησυχοῦμε, νὰ μὴ ἀλλάζουμε γνώμη, νὰ μὴν ἐθελοτυφλοῦμε καὶ νὰ μὴν εἴμαστε ἀρνητικοὶ στὴν ἀποκάλυψη τῶν σκανδάλων καὶ στὸν ἔλεγχο. Ἡ ἁμαρτωλὴ πραγματικότητα πρέπει νὰ ἐλέγχεται, ὅταν γίνεται ἄθλιο κατεστημένο, γιατὶ βλάπτει τοὺς πιστοὺς καὶ ὑποβαθμίζει τὴν Ἐκκλησία στὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ. Εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ σημειώσουμε περιπτώσεις σκανδαλισμοῦ, τὶς ὁποῖες πολλὲς φορὲς παραβλέπουμε, εἴτε ἑκουσίως εἴτε ἀκουσίως. Τὶς ἀναφέρει ὁ Μέγας Βασίλειος. «Σκανδαλίζει κανείς, ὅταν παραβαίνει τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ μὲ λόγια ἤ μὲ ἔργα καὶ ὁδηγεῖ καὶ ἄλλον στὴν παράβαση τοῦ θείου νόμου, ὅπως παρέσυρε τὸ φίδι τὴν Εὔα καὶ ἡ Εὔα τὸν Ἀδάμ». «Σκανδαλίζει κανείς, ὅταν ἐμποδίζει κάποιον νὰ ἐκτελέσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὁ Πέτρος τὸν Κύριο, ὅταν εἶπε: «Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυλάξει, Κύριε· δὲν πρέπει νὰ σοῦ συμβοῦν αὐτὰ τὰ φοβερὰ ποὺ μᾶς εἶπες». Ὁπότε ἄκουσε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Κυρίου: «Φύγε ἀπὸ μπροστά μου, Σατανά, μοῦ εἶσαι ἐμπόδιο στὸ ἀπολυτρωτικό μου ἔργο, γιατὶ δὲν φρονεῖς ὅσα ἀρέσουν στὸν Θεό, ἀλλὰ ὅσα ἀρέσουν στοὺς ἀνθρώπους”». «Σκανδαλοποιὸς εἶναι κι ἐκεῖνος ποὺ ἐνθαρρύνει τοὺς ἀνθρώπους μὲ ἀσθενῆ πίστη, σὲ κάτι ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἀπαγορεύει ὁ θεῖος νόμος». «Σκανδαλίζει ὁ λιποτάκτης μοναχὸς μὲ τὸ νὰ ἐπανέλθει στὴν κοσμικὴ ζωή, μὲ καταδικασμένη τὴν ψυχή του, κάτι ποὺ θὰ προκαλέσει σὲ ὅλους τὴν προκατάληψη καὶ τὴν ὑπόνοια ὅτι ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ συμπεριφορὰ εἶναι ἀδύνατη». Σκανδαλισμὸ ἐπίσης προκαλοῦν καὶ μερικοὶ γνωστοὶ εὐσεβεῖς, ὅταν ἀπὸ ἀδυναμίες καὶ ἰδιοτελεῖς σκοπιμότητες, ἀκολουθοῦν δρόμους, ποὺ εἶναι ἀντίθετοι μὲ τὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου καὶ διαψεύδουν τὴν ἐντύπωση ὅτι εἶναι συνεπεῖς στὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Οἱ σκανδαλοποιοὶ πάντα ἐπιζητοῦν καὶ βρίσκουν συνεργάτες καὶ συνηγόρους. Θέλουν νὰ κρύψουν τὰ φανερὰ «κατορθώματά» τους! Ἐμφανίζονται ὡς θύματα συκοφαντῶν, ἐνῶ ἔχουν φόβο Θεοῦ καὶ ἐργάζονται μὲ ἀφοσίωση καὶ ἱεραποστολικὴ διάθεση στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας! Κι ἐνῶ προσπαθοῦν νὰ διαψεύσουν τὶς διαδόσεις γιὰ τὰ ἔργα τους, συνεχίζουν μὲ καινούργια σκάνδαλα, χωρὶς ντροπὴ καὶ στοιχειώδη συναίσθηση. Τὰ μάτια τους εἶναι στεγνά. Δὲν ἔχουν οὔτε ἕνα δάκρυ μετάνοιας! Ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται στὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζει ὁ χριστιανὸς ἐκεῖνον, ποὺ τὸν πληγώνει μὲ τὸν σκανδαλώδη βίο του. Συμβουλεύει σχετικά: «Ἄν σφάλλει ἀπέναντί σου ὁ ἀδελφός σου, πήγαινε καὶ ἐπίπληξέ τον χωρὶς νὰ εἶναι ἄλλος μπροστά. Ἄν σὲ ἀκούσει, κέρδισες τὸν ἀδελφό σου. Ἄν ὅμως δὲν σὲ ἀκούσει, πάρε μαζί σου ἀκόμα ἕνα ἤ δύο ἄλλους, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ἀποδειχθεῖ ἐκεῖνο, ποὺ θὰ εἰπωθεῖ, ἀφοῦ θὰ τὸ διαβεβαιώνουν δύο ἤ τρεῖς μάρτυρες. Ἄν καὶ αὐτοὺς δὲν τοὺς ἀκούσει, πές το στὴ συνάθροιση τῆς ἐκκλησίας· κι ἄν παρακούσει καὶ τὴν ἐκκλησία, τότε πιὰ θὰ εἶναι γιὰ σένα, ὅπως ὁ εἰδωλολάτρης ἤ ὁ τελώνης (μισητὸς καὶ ἁμαρτωλός)». Ἡ ἔνοχη σιωπὴ ἀπέναντι στὰ σκάνδαλα διαιωνίζει φοβερὲς καταστάσεις στὸ ἱερὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὥρα ποὺ ὁ Κύριός μας ἀνησυχεῖ καὶ γιὰ τὴ σωτηρία ἑνὸς ἀνθρώπου. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ παραβολή του γιὰ τὸ χαμένο πρόβατο: «Τί νομίζετε; ἄν κάποιος ἔχει ἑκατὸ πρόβατα καὶ τοῦ χαθεῖ ἀπ’ αὐτὰ τὸ ἕνα, δὲν θὰ ἀφήσει τὰ ἐνενῆντα ἐννιὰ στὰ βουνά, γιὰ νὰ πάει νὰ ζητήσει τὸ χαμένο; Κι ὅταν τὸ βρεῖ, σᾶς βεβαιώνω πὼς χαίρεται πιὸ πολὺ γι’ αὐτὸ παρὰ γιὰ τὰ ἐνενῆντα ἐννιά, ποὺ δὲν χάθηκαν. Ἔτσι ὁ οὐράνιος Πατέρας μου δὲν θέλει νὰ χαθεῖ οὔτε ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς μικρούς». Ἡ στάση τοῦ χριστιανοῦ ἀπέναντι στὰ σκάνδαλα πρέπει νὰ εἶναι πνευματική. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέει ὅτι τὰ σκάνδαλα εἶναι ἐμπόδιο στὸ ὀρθὸ δρόμο τῆς ζωῆς. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὰ παρακολουθεῖ ἀνησυχεῖ καὶ τὸν κάνουν πιὸ προσεκτικὸ στὴν ζωή του καὶ ἄν εὔκολα παρασύρεται τὸν βοηθοῦν γρήγορα νὰ σηκωθεῖ. «Γιατὶ τὸν καθιστοῦν περισσότερο ἀσφαλῆ καὶ τὸν κάνουν πιὸ δυσκολοκίνητο. Ὥστε, ἄν ἐπαγρυπνοῦμε, δὲν εἶναι μικρὸ τὸ κέρδος, ποὺ καρπωνόμαστε ἀπ’ αὐτά, δηλαδὴ τὸ ὅτι εἴμαστε σὲ διαρκῆ ἐγρήγορση καὶ ἑτοιμότητα». Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Όποιος θάβει τα δικά του χαρίσματα, ζηλεύει τα χαρίσματα των άλλων.
– Γέροντα, πώς θα βοηθηθεί κάποιος που ζηλεύει να ξεπεράσει τη ζήλεια; – Αν γνωρίσει τα χαρίσματα με τα όποια τον έχει προικίσει ο Θεός και τα αξιοποιήσει, τότε δεν θα ζηλεύει και η ζωή του θα είναι Παράδεισος. Πολλοί δεν βλέπουν τα δικά τους χαρίσματα· βλέπουν μόνον τα χαρίσματα των άλλων και τους πιάνει η ζήλεια. Θεωρούν τον εαυτό τους αδικημένο, μειωμένο, κι έτσι βασανίζονται και κάνουν τη ζωή τους μαύρη. «Γιατί αυτός να έχει αυτά τα χαρίσματα κι εγώ να μην τα έχω;», λένε. Μα εσύ έχεις άλλα χαρίσματα, εκείνος άλλα. Θυμάστε τον Κάιν και τον Άβελ; Δεν έψαξε ο Κάιν να βρει τα δικά του χαρίσματα, αλλά κοιτούσε τα χαρίσματα του Άβελ· οπότε καλλιέργησε τον φθόνο προς τον αδελφό του, μετά τα έβαλε και με τον Θεό και τελικά από τον φθόνο έφθασε στον φόνο. Και μπορεί αυτός να είχε περισσότερα και μεγαλύτερα χαρίσματα από τον Άβελ. – Γέροντα, πώς μπορεί κανείς, όταν βλέπει τα χαρίσματα των άλλων, να μη ζηλεύει, αλλά να χαίρεται; – Αν αξιοποιεί τα δικά του χαρίσματα και δεν τα θάβει, τότε θα χαίρεται με τα χαρίσματα των άλλων. Χρόνια τώρα βλέπω εδώ μια αδελφή τι φωνή έχει, τι ευλάβεια, και όμως δεν πάει να ψάλει. Και επειδή το δικό της χάρισμα το θάβει και δεν ψάλλει, μαραζώνει, όταν ακούει την άλλη που δεν έχει και τόσο καλή φωνή να ψάλλει. Δεν σκέφτεται ότι σ’ αυτήν έδωσε ο Θεός καλύτερη φωνή, αλλά δεν την καλλιεργεί. Γι’ αυτό, λέω, ο καθένας να ψάξει να δει μήπως το χάρισμα που βλέπει στον άλλον και το ζηλεύει το έχει και αυτός, αλλά δεν το καλλιεργεί, ή μήπως ο Θεός του έδωσε άλλο χάρισμα. Γιατί ο Θεός δεν αδικεί κανέναν, στον καθέναν έχει δώσει ένα διαφορετικό χάρισμα που θα τον βοηθήσει στην πνευματική του πρόοδο. Όπως ο ένας άνθρωπος δεν μοιάζει με τον άλλο, έτσι και το χάρισμα του ενός δεν μοιάζει με του άλλου. Προσέξατε καμμιά φορά τα αγριομπίζελα που έχετε εκεί κάτω στον φράχτη; Όλα είναι από μία ρίζα, αλλά έχουν διαφορετικά χρώματα και το ένα είναι πιο όμορφο από το άλλο. Και όμως το ένα δεν ζηλεύει το άλλο… Το καθένα χαίρεται με το χρώμα που έχει. Βλέπετε και τα πουλιά; Το καθένα έχει τη χάρη του, το δικό του κελάηδημα. Ας βρει λοιπόν ο καθένας τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός, ας δοξάζει τον Καλό Θεό, όχι εγωιστικά, φαρισαϊκά, αλλά ταπεινά, αναγνωρίζοντας ότι δεν έχει ανταποκριθεί στις δωρεές του Θεού, και ας τα αξιοποιήσει στο εξής. – Γέροντα, ζηλεύω μερικές αδελφές, γιατί έχουν ορισμένα χαρίσματα που εγώ δεν τα έχω. – Σ’ εσένα ο Θεός έδωσε τόσα χαρίσματα κι εσύ ζηλεύεις τα χαρίσματα των άλλων; Μου θυμίζεις την κόρη ενός ζαχαροπλάστη που είχαμε στην Κόνιτσα. Ο πατέρας της της έδινε κάθε μέρα ένα μικρό κομμάτι ραβανί, για να μην την πειράξει το μεγάλο, και αυτή έβλεπε τα παιδιά στο σχολείο που έτρωγαν μεγάλο κομμάτι μπομπότα [1] και τα ζήλευε. «Τι μεγάλο κομμάτι τρώνε αυτά! έλεγε. Έμενα ο πατέρας μου μικρό μου δίνει». Ζήλευε την μπομπότα που έτρωγαν τα άλλα παιδιά, ενώ αύτη είχε ολόκληρο ζαχαροπλαστείο και έτρωγε ραβανί! Θέλω να πω, κι εσύ δεν εκτιμάς τα μεγάλα χαρίσματα που σου έδωσε ο Θεός, αλλά βλέπεις τα χαρίσματα των άλλων και ζηλεύεις. Ας μην είμαστε αχάριστοι προς τον Καλό Πατέρα μας Θεό, ο Όποιος έχει προικίσει όλα τα πλάσματά Του με χαρίσματα διάφορα, γιατί Αυτός γνωρίζει τι χρειάζεται ο καθένας μας, ώστε να μη βλαφθούμε. Εμείς όμως πολλές φορές κάνουμε σαν τα μικρά παιδιά και παραπονιόμαστε, γιατί δεν έδωσε και σ’ εμάς ο Πατέρας ένα φράγκο ή ένα δίφραγκο [2], όπως έδωσε στα αδέλφια μας, ενώ σ’ εμάς έχει δώσει ολόκληρο εκατοστάρικο. Νομίζουμε ότι αυτό που έδωσε σ’ εμάς δεν είναι τίποτε, γιατί περνάμε το εκατοστάρικο για χαρτί, και μας συγκινεί το φράγκο ή το δίφραγκο που έδωσε στα αδέλφια μας και κλαίμε και αγανακτούμε με τον Καλό Πατέρα μας! Γέροντας Παΐσιος