Day: 2 Ιουλίου, 2020

”Τω πνεύματι ζέοντες”

  Όταν τελείται η Θεία Λειτουργία και γίνεται η ένωσις του Αγίου Σώματος και του Αγίου Αίματος ο Διάκονος του Ιερού Μυστηρίου ρίχνει στο Άγιο Ποτήριο ζεστό νερό λέγοντας την εξής φράση: «Ζέσις Πνεύματος Αγίου». Όλα μέσα στη Θεία Λειτουργία υπογραμμίζουν την επιδημία του Παρακλήτου Πνεύματος, όπως και όλα στη ζωή μας γίνονται με την παρουσία και τη χάρη του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος. Γράφει χαρακτηριστικά ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας: «Αυτό το ζεστό νερό, επειδή και νερό είναι και έχει μέσα του και φωτιά λόγω του βρασμού, φανερώνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο και νερό λέγεται και ως πυρ εμφανίσθηκε να πέφτει στους μαθητές του Χριστού». Όταν, λοιπόν, εμείς πλησιάζουμε το Άγιο Ποτήριο κατάλληλα προετοιμασμένοι, πλησιάζουμε την πηγή του Πνεύματος και το στόμα μας, όταν κοινωνούμε, γεμίζει από πυρ πνευματικό. Έτσι μας θέλει ο Θεός, να είμαστε ζεστοί και όχι χλιαροί· να είναι θερμό το πνεύμα μας και να βρισκόμαστε σε μία συνεχή άνοδο για τη δόξα του Θεού, τη σωτηρία των συνανθρώπων μας, από την οποία θα εξαρτηθεί και η σωτηρία η δική μας. «Όρα πώς πανταχού τας επιτάσεις ζητεί» θα παρατηρήσει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το χωρίου του Αποστόλου Παύλου «τω πνεύματι ζέοντες». «Δεν είπε απλώς να δίδετε κάτι, αλλά με αφθονία. Δεν είπε απλώς να είστε προϊστάμενοι, αλλά με ζήλο. Δεν είπε απλώς να ελεείτε, αλλά με χαρά. Όχι να τιμάτε, αλλά να ξεπερνάτε τους άλλους. Ούτε να αγαπάτε απλώς, αλλά χωρίς υποκρισία. Να μην απέχετε από τα κακά, αλλά κυρίως να τα μισείτε … Δεν είπε απλώς να αγαπάτε, αλλά φιλόστοργα. Να ενδιαφέρεσθε, αλλά όχι με οκνηρία. Να έχετε πνεύμα, αλλά αυτό να είναι θερμό». Πρώτον. «Τω πνεύματι ζέοντες». Ο στίχος αυτός μας φανερώνει, αφ΄ ενός μεν το μέτρο της αγάπης και αφ΄ ετέρου το πρόθυμο του χαρακτήρος των Χριστιανών. Ο μαθητής του Χριστού πρέπει να βρίσκεται, σε συνεχή εγρήγορση, ώστε να ενδιαφέρεται για το γεγονός της σωτηρίας του, δηλαδή τήν κάθαρση, το φωτισμό και τη θέωση, που είναι και ο αποκλειστικός στόχος της ζωής του · να είναι σε εγρήγορση, ώστε με τη ζωή του και τα έργα του να δοξάζεται ο Θεός, αφού Αυτός μας προσέφερε κινούμενος από πολλή αγάπη τη σωτηρία του κόσμου που είναι ο Χριστός. Γι΄ αυτό ο Ἀπόστολος Παύλος θα γράψει στους Εφεσίους της εποχής του και θα υπενθυμίσει σε όλους μας: «διά την πολλήν αγάπην αυτού ην ηγάπησεν ημάς». Οι Χριστιανοί πρέπει να έχουν πάντοτε προ οφθαλμών τους το μυστήριο της σωτηρίας, το μυστήριο της αγάπης, αλλά και το μυστήριο της ζωντανής παρουσίας του Θεού και “ζέοντες τω πνεύματι” να αντιμετωπίζουν πάντοτε τις καθημερινές δυσκολίες «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν». Δεύτερον. «Τω πνεύματι ζέοντες». Πρόκειται για ένα σταυρικό λόγο του Αποστόλου Παύλου. Μας θυμίζει το πολίτευμα της Εκκλησίας και την καθέδρα της θεολογίας, που είναι ο σταυρός. Οι δύο κεραίες του μας φανερώνουν τα δύο κέντρα που πρέπει να αποτελούν το στόχο της ζωής μας. Το πρώτο είναι η αγάπη πρός το Θεό και το δεύτερο είναι η αγάπη προς τον άνθρωπο. Ό,τι κάνουμε στη γη για το πρόσωπο του άλλου, βρίσκει πλήρη ανταπόκριση στη Βασιλεία των Ουρανών. «Όσα κάνεις στον αδελφό σου, λογίζονται ότι τα κάνεις στον Κύριό σου. Και ο Κύριος ευεργετούμενος τρόπον τινά αμέσως σου λογαριάζει το μισθό». Στη Βασιλεία των Ουρανών δεν θα έχουν μέρος και κλήρο μετά πάντων των Αγίων αυτοί που σ΄ αυτή τη ζωή πορεύθηκαν χωρίς την παρουσία του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο με την ψυχρότητα προς το Θεό, αλλά συγχρόνως και με τη χλιαρότητα. Γι΄ αυτό και ο λόγος του υψιπέτου αετού της Αποκαλύψεως είναι χαρακτηριστικός και αποκαλυπτικός: «Ξέρω τα έργα σου· ούτε κρύος είσαι, ούτε ζεστός· … επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ζεστός ούτε κρύος, θα σε ξεράσω από το στόμα μου». «Τω πνεύματι ζέοντες». Ενωμένοι με το Θεό, έχοντας μέσα στο χώρο της καρδιάς μας «ενιδρυμένον εν εαυτώ τον Θεόν» κατά την έκφραση του Μεγάλου Βασιλείου. Όλα για το Θεό. Όλα για την εκπλήρωση των στόχων μας, που είναι η δόξα του Θεού και η σωτηρία της ψυχής μας. «Ο νικών, δώσω αυτώ καθίσαι μετ΄ εμού εν τω θρόνω μου, ως καγώ ενίκησα και εκάθισα μετά του πατρός μου εν τω θρόνω αυτού» Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ .

Οι φλύαροι είναι οι πιο απομονωμένοι άνθρωποι.

  Όταν βλέπετε κάποιον να κουβεντιάζει συνεχώς, να ξέρετε ότι είναι διαλυμένος εξ ολοκλήρου μέσα του και θέλει με τη συζήτηση να κρύψει τη διάλυση του εαυτού του. Αντί να συγκεντρωθεί για να ενωθεί, με τη συζήτηση διασπάται τελείως και δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Γι’ αυτό αληθινή κοινωνία είναι η κοινωνία εν τη εργασία, εν τη σιωπή, και ιδιαίτερα εν τη λατρεία. Αυτή η κοινωνία αποδεικνύει τον άνθρωπο σοφό. Όταν είμαι στη λατρεία, εκεί είναι ο Θεός, οι άγιοι, όλη η κτίση, διότι και η κτίση δεν λείπει από την βασιλεία του Θεού. Όταν κανείς ζει τη ζεστασιά αυτής της λατρείας, είναι αδύνατον να θέλει εξωτερικές διαχύσεις. Έχει όλη τη βίωση τής ενότητας της Εκκλησίας και της συνύπαρξής του με τους άλλους. Γι αυτό και οι πλέον φλύαροι είναι οι πιο απομονωμένοι άνθρωποι. Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης Λόγοι ασκητικοί, ερμηνεία στον αββά Ησαΐα

Οἱ «Ἄρχοντες» ἐνεργοῦν ἀπερίσκεπτα.

  Ημέρες πονηρές, ημέρες αποστασίας, ημέρες βασιλείας της αμαρτίας, υπήρχαν ανέκαθεν αν και σήμερα πληθύνθηκαν, αφού ζούμε σε ημέρες όπου βασιλεύει το κακό, η διαστροφή, η αμαρτία, και αυτό λόγω άγνοιας της καλοσύνης και απορρίψεως της ηθικής και της αρετής. Ψάχνουμε για αρχηγούς, μπροστάρηδες, καπεταναίους, αλλά δεν βλέπουμε Άνδρες με «ελεύθερο χριστιανικό πνεύμα» και καταλήγουμε σε Δεββώρες, για να θυμηθούμε την «Αγία Γραφή, όπου στο βιβλίο των Κριτών γράφει: «Διά το μη είναι άνδρα εβασίλευσε Δεββώρα» (Κριτ. 4΄ 9). Προσόν της σύγχρονης κοινωνίας είναι η αμαρτία. Αυτή κυριαρχεί και επιβάλλεται. Προβάλλεται από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως και εξελίσσονται πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά, όσοι νοιώθουν υπερήφανοι για αυτήν. Η κατάπτωση λογίζεται ελευθερία. Διαστρέφεται η έννοια του καλού, του ηθικού, του ωραίου και προβάλλεται το κακό, το ανήθικο, το άσχημο. Η κοινωνία μας παραβλέπει τον έμφυτο ηθικό νόμο και μεταβάλλει την αίσθηση του ωραίου ανάλογα με τους ιδιοτελείς σκοπούς της. Που, λοιπόν, πορευόμαστε; Τα μάτια μας, ψυχικά και σωματικά, έπαψαν να βλέπουν καθαρά, αφού ο καταρράκτης της αμαρτίας εμποδίζει την καθαρή όραση. Έτσι, όλοι μας βαδίζουμε προς το χάος, αφού, «τυφλός τυφλόν εάν οδηγεί αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται» (Ματθ. ιε΄ 14). Που είναι η απόλυτη προσοχή μας και η αδιάλειπτη προσευχή μας τώρα, όπου τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, ηθικά και εθνικά προβλήματα είναι αυξημένα με άγνωστη την επιταχυνόμενη επιδείνωσή τους; Που είναι οι αρετές αυτές που αποτελούν τις πνευματικές αντιστάσεις του λαού στις ενέργειες των κρατούντων; Τις βλέπουμε ισχνές, αν όχι ανύπαρκτες, με αποτέλεσμα οι «Άρχοντες» να ενεργούν πολλές φορές απερίσκεπτα και να αλλοιώνουν τον πολιτισμό μας, την ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας υπονομεύοντας ταυτόχρονα θεσμούς καταξιωμένους μέσα στην ιστορία, όπως ο γάμος και η οικογένεια. Αλλοιώνοντας, όμως, τις πατροπαράδοτες παραδόσεις δημιουργούν προβλήματα στο ίδιο το Γένος μας με προεκτάσεις για δυσοίωνο μέλλον. Σε αυτές τις πονηρές ημέρες, όπου το ήθος θεωρείται παρωχημένο, η πίστη περιγελάται, η σωφροσύνη χλευάζεται και η πονηράδα λογίζεται εξυπνάδα, έρχεται ο Απόστολος Παύλος να μας πει: «Βλέπετε πως ακριβώς περιπατείτε, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν» (Εφεσ. ε΄ 15). Δεν έφθασε, όμως, στις ημέρες μας μόνο η αποστασία μας. Είναι και η διαστροφή! Το άσπρο το λέμε μαύρο, το κακό καλό, το άσχημο όμορφο. Την δουλεία στην αμαρτία ονομάζουμε ελευθερία και την εμμονή στην εφάμαρτη ζωή προσόν επιτυχίας και ανελίξεως στην κοινωνική και πολιτική σκακιέρα. Η κακία προβάλλεται ως αρετή και η αρετή ως αμαρτία. Δεν υπάρχει λόγος μετανοίας. Γιατί να μετανιώσει κανείς, αφού δεν υπάρχει επίγνωση αμαρτίας; Και αυτή είναι η εσχάτη πλάνη. Βλασφημούμε, δηλαδή, με την ζωή μας το Πανάγιο Πνεύμα και αρνούμαστε κάθε θεϊκή βοήθεια αυτονομούμενοι και νομίζοντας ότι ελεύθεροι όντες εξουσιάζουμε τα πάντα και ιδίως τον εαυτό μας. Ο Θεός μας είναι περιττός. Και χωρίς Αυτόν φθάσαμε στην νομιμοποίηση της αμαρτίας. Φθάσαμε στην παγκοσμιοποίηση και απολαμβάνουμε τους καρπούς της, την κρίση, το έγκλημα, την ανεργία, την φτώχεια και την διαστροφή, την οποία ονομάζουμε κανονικότητα. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι μας έχει υπνωτίσει ο πονηρός και δεν υπάρχει, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, αντίδραση. Και αν τολμήσει κάποιος να αντιδράσει περιθωριοποιείται, γίνεται καταγέλαστος και υποκείμενο κοροϊδίας. Ζούμε σε μια κοσμογονική εποχή, όπου κυριαρχεί το παγκόσμιο πνεύμα της αποστασίας, του πλεονασμού της αμαρτίας, του ψεύδους, της καταπτώσεως των ηθικών αξιών, της τροφοδοσίας μας με τα ξυλοκέρατα που μας προσφέρουν για φαγητό τα μέσα ενημερώσεως, οι τηλεοράσεις, τα περιοδικά, το διαδίκτυο. Ζούμε την αποχαλίνωση των πάντων στην εποχή της «πληθύνσεως της γνώσεως» (Δαν. ιβ΄ 1,2,4). Η γνώση των ανθρώπων αυξάνεται συνεχώς, η επιστήμη προοδεύει. Αλλά τι με αυτό; Έγραφε κάποιες δεκαετίες πριν, τότε που η αποστασία δεν είχε ολοκληρωθεί, όπως σήμερα, ο αγωνιστής Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αυγουστίνος Καντιώτης, ότι «ο κόσμος σήμερα καυχάται για τα επιτεύγματά του. Επληθύνθη η γνώσις και η επιστήμη. Και όμως ο κόσμος σήμερα είναι δυστυχέστερος. Μια προφητεία λέει, ότι θ’ αραιώσει ο κόσμος τόσο, που θα περπατάς 100 χιλιόμετρα και άνθρωπο δεν θα βλέπεις». Η αποστασία μας σήμερα βρίσκεται στο αποκορύφωμά της. Μαζί με αυτήν βλέπουμε και σημεία στον ουρανό. Σημεία εσχατολογικά, ακαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, εγκλήματα, που δείχνουν ότι «έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας» (Κολ. γ΄ 6). Τα βλέπουμε, όμως, και με τα μάτια της ψυχής μας η τα παραβλέπουμε; Συνειδητοποιούμε τους τρόπους καταργήσεως της θρησκείας μας με τα μέτρα αποχριστιανοποιήσεως, απαρθοδοξοποιήσεως, αφελληνισμού; Βλέπουμε τον πολιτικό γάμο, την πολιτική κηδεία, τα αβάπτιστα παιδιά με ονοματοδοσία στα ληξιαρχεία, την καύση των νεκρών μας; Βλέπουμε την κατάργηση του Σταυρού από την σημαία μας, την αποκαθήλωση των εικόνων μας από τα σχολεία και τα δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε την μείωση των γεννήσεων, την αύξηση των διαζυγίων, την ελευθερία στις εκτρώσεις, τον κιναιδισμό που ονομάζουν «προσωπική ιδιαιτερότητα» και, αλλοίμονο, αν τολμήσει κάποιος να θίξει τους δυστυχείς αυτούς συνανθρώπους μας; Βλέπουμε την λατρεία του διαβόλου η την προβολή της πανθρησκείας και της οικουμενικότητος; Οι κράχτες της ελευθερίας και της δημοκρατίας, δυστυχώς, είναι άνθρωποι δούλοι των παθών τους χωρίς πνευματική ωριμότητα. Αύξηση της πνευματικής ωριμότητας του ανθρώπου σημαίνει σπάσιμο των δεσμών της δουλείας και άνοιγμα των πτερύγων της καρδιάς τους για πέταγμα στον ουρανό της ελευθερίας. Ας θυμηθούμε και την ηρωΐδα μας Μαντώ Μαυρογένους, η οποία πάνω από τον σαρκικό έρωτα έβαζε τον έρωτα προς την σκλαβωμένη τότε πατρίδα. Δεν έβλεπε στους νέους, που την περιτριγύριζαν, την φλόγα του πατριωτισμού να φλέγει να σωθικά τους και να οπλίζει να χέρια τους, για να αντιταχθούν στις παρατάξεις του εχθρού και αυτό την λυπούσε αφάνταστα. «Δεν θα νυμφευθώ, έλεγε, μόνο άνδρα ελεύθερο»! Όταν έχουμε ελεύθερο φρόνημα, δηλαδή, φρόνημα Χριστού, και το προβάλλουμε στην κοινωνία μας, τότε δεν θα αναζητούμε «Δεββώρες», για να βασιλεύουν. Και πιστεύω ότι υπάρχουν ακόμη «Άνδρες» με Άλφα κεφαλαίο, όπως τους θέλει ο Χριστός μας και όπως τους ήθελε η μεγάλη μας Μαντώ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας

Χρονολογικό αρχείο

Πρόσφατα άρθρα

Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει αδιαφορία και για όλα τα άλλα.

  Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει αδιαφορία και για όλα τα άλλα, φέρνει αποσύνθεση. Η πίστη στον Θεό είναι μεγάλη υπόθεση. Λατρεύει ο άνθρωπος τον Θεό και ύστερα αγαπάει και τους γονείς του, το σπίτι του, τους συγγενείς του, τη δουλειά του, το χωριό του, τον Νομό του, το Κράτος του, την Πατρίδα του. Χρειάζεται να μπει κανείς στο νόημα, να αισθανθεί το καλό ως ανάγκη, αλλιώς είναι ένα ρέμπελο πράγμα. Άντε τώρα να βάλεις κάποιον αγγαρεία να πάει να πολεμήσει. Θα κοιτάει να φύγει από δω, να γλυτώσει από κει. Όταν καταλάβει όμως τι κακό θα κάνει ο εχθρός πάει μετά εθελοντής. Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης.

διαβάστε περισσότερα »

Day: 2 Ιουλίου, 2020

Η Κατάθεση της τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου

Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, ἀγαπητοί ἀδελφοί, τελεῖ τήν ἀνάμνηση τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας στίς Βλαχέρνες. Πρόκειται γιά μία ἑορτή ἑνός γεγονότος πού ἀναφέρεται στήν Παναγία μας καί ἀφορᾶ ἕνα ἔνδυμά της πού εἶναι τό «ἐπανωφόριόν» της. Σύμφωνα μέ τόν Συναξαριστή τῆς ἡμέρας, δύο Πατρίκιοι, ὁ Γάλβιος καί ὁ Κάνδιδος, ἐπί τῆς ἐποχῆς τοῦ Βασιλέως Λέοντος τοῦ Μεγάλου, στήν πορεία τους πρός τά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσουν τούς Ἁγίους Τόπους, ὅταν ἔφθασαν στήν Γαλατία, βρῆκαν μία εὐσεβεστάτη Ἑβραία, πού εἶχε μέσα στήν οἰκία της τήν ἁγία Ἐσθήτα, τό ἐπανωφόριον τῆς Παναγίας. Ἡ γυναίκα αὐτή προσευχόταν μέρα καί νύκτα μιμούμενη τήν προφήτιδα Ἄννα πού βρισκόταν στόν Ναό καί ἀξιώθηκε νά δῆ τόν Χριστό, ὅταν Τόν πῆγε ἐκεῖ ἡ Παναγία τεσσαράκοντα ἡμερῶν. Οἱ δύο Πατρίκιοι, μετά ἀπό ἕνα τέχνασμα, κατόρθωσαν νά λάβουν τόν πολύτιμον αὐτό θησαυρό καί νά τόν φέρουν στήν Κωνσταντινούπολη, τόν ἐτοποθέτησαν στό κτῆμα τους, πού ὀνομαζόταν Βλαχέρναι, καί ἐκεῖ ἔκτισαν Ναό τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Μάρκου. Ἀργότερα ὁ Βασιλεύς Λέων ὁ Μέγας, ὅταν πληροφορήθηκε αὐτό τό γεγονός, ἔκτισε Ναό τῆς Κυρίας Θεοτόκου, στόν ὁποῖο τοποθέτησε τήν θήκη ὅπου ἦταν ἀποθησαυρισμένη ἡ τιμία Ἐσθήτα, τήν ὁποία προσκυνοῦσαν οἱ Χριστιανοί καί ἔβλεπαν διάφορα θαύματα. Ὁ ἱερός ὑμνογράφος ὀνομάζει τήν ἁγίαν Ἐσθήτα «ἱεράν περιβολήν, φυλακτήριον ἄσυλον (τῆς Κωνσταντινουπόλεως), δῶρον τίμιον, ἀναφαίρετον πλοῦτον ἰαμάτων, ποταμόν πεπληρωμένον τῶν χαρισμάτων τοῦ πνεύματος». Μέ τήν εὐκαιρία τοῦ γεγονότος τῆς καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς Παναγίας, ἡ Ἐκκλησία μας ὑπενθυμίζει τό μεγάλο πρόσωπο τῆς Παναγίας, πού ἔγινε ἡ χαρά τῆς οἰκουμένης, γιατί ἦταν ἐκεῖνο τό πρόσωπο διά τοῦ ὁποίου εἰσῆλθε στόν κόσμο ὁ Χριστός πού ἐλευθέρωσε τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο καί τόν θάνατο. Ὅλα τά τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, ξεκινώντας ἀπό τήν τιμία Ἐσθήτα, ὑμνοῦν τό πρόσωπο τῆς Παναγίας. Τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ἀναφέρεται στήν Παναγία καί μεταξύ τῶν ἄλλων γράφει: «Ἐπί σοὶ γάρ καί φύσις καινοτομεῖται καί χρόνος», δηλαδή στήν Παναγία γίνεται κανούργια καί ἡ φύση καί ὁ χρόνος. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ φύση καί ὁ χρόνος, πού πολλές φορές βασανίζουν τόν ἄνθρωπο, ἀποκτοῦν ἄλλο νόημα, ὑπερβαίνονται ἐν Χάριτι Θεοῦ. Στήν Παναγία, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, διατηρήθηκε ἡ παρθενία της, ἔγινε μητέρα χωρίς νά χάση τήν παρθενία της, καί παραμένει ζωντανή στούς αἰώνας, ἀφοῦ κατά τήν παράδοση καί αὐτό τό σῶμα της μετέστη πρός τόν οὐρανό. Ἀλλά στήν σημερινή ἑορτή βλέπουμε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἁγίασε τό σῶμα τῆς Παναγίας πέρασε καί στά ροῦχα πού φοροῦσε. Πράγματι, κατά τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἡ θεία Χάρη διά τῆς ψυχῆς διαπορθμεύεται στό σῶμα καί ἀπό ἐκεῖ προχέεται καί στά ροῦχα καί γενικά στήν ἄλογη φύση. Μέ αὐτόν τόν τρόπο δέν εἴμαστε εἰδωλολάτρες καί κτισματολάτρες, ἀλλά τιμοῦμε τήν ὕλη πού ἔχει τήν ἁγιοποιό ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι οἱ πιστοί, κατά τόν ἱερόν ὑμνογράφο, κατασπάζονται μέ πίστη τήν ἁγία Ἐσθήτα τῆς Παναγίας καί λαμβάνουν τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἐνοικεῖ σέ αὐτήν. Μέ τήν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς θά πρέπη νά προσευχηθοῦμε νά μᾶς βάλη ἡ Παναγία μας κάτω ἀπό τήν ἁγία της Ἐσθήτα, τό ἁγιασμένο ἐπανωφόριό της, καί νά μᾶς προστατεύη ἀπό κάθε κακό. Ἱερόθεος Βλάχος (Μητροπολίτης Ναυπάκτου) agiazoni.gr

διαβάστε περισσότερα »

Να προσεύχεσαι παντού και πάντοτε.

Ὁ Θεὸς δὲν νοιάζεται γιὰ τὸν τόπο. Ζητάει μόνο θερμότητα καρδιᾶς καὶ ἁγνότητα ψυχῆς.Πολλοὶ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία, λένε διάφορες προσευχὲς καὶ βγαίνουν. Βγαίνουν, χωρὶς νὰ γνωρίζουν τί εἶπαν. Τὰ χείλη τους κινοῦνται, ἀλλὰ τ’ αὐτιά τους δὲν ἀκοῦνε. Ἐσὺ ὁ ἴδιος δὲν ἀκοῦς τὴν προσευχή σου, καὶ θέλεις νὰ τὴν ἀκούσει ὁ Θεός; “Γονάτισα”, λές. Γονάτισες, ἀλλά, ἐνῶ τὸ σῶμα σου ἦταν μέσα, ὁ νοῦς σου πετοῦσε ἔξω. Μὲ τὸ στόμα ἔλεγες τὴν προσευχὴ καὶ μὲ τὴ σκέψη λογαρίαζες τόκους, ἔκανες συμβόλαια, πουλοῦσες ἐμπορεύματα, ἀγόραζες κτήματα, συναντοῦσες τοὺς φίλους σου. Γιατί ὁ διάβολος, ποὺ εἶναι πονηρὸς καὶ γνωρίζει ὅτι στὸν καιρὸ τῆς προσευχῆς μεγάλα πράγματα κατορθώνουμε, τότε ἀκριβῶς ἔρχεται καὶ σπέρνει λογισμοὺς μέσα μας. Νά, πολλὲς φορὲς εἴμαστε ξαπλωμένοι στὸ κρεβάτι, καὶ τίποτα δὲν συλλογιζόμαστε• πᾶμε στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ προσευχηθοῦμε, καὶ τότε χίλιες σκέψεις περνοῦν ἀπὸ τὸ νοῦ μας. Ἔτσι χάνουμε τοὺς καρποὺς τῆς προσευχῆς, φεύγοντας ἀπὸ τὸ ναὸ μὲ ἄδεια χέρια. Τὸ ἴδιο, βέβαια, γίνεται καὶ ὅταν προσευχόμαστε στὸ σπίτι μας ἢ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ.Κάθε φορά, λοιπόν, πού, καθὼς προσευχόμαστε, συνειδητοποιοῦμε ὅτι ὁ νοῦς μας ἔχει φύγει ἀπὸ τὸ Θεὸ κι ἔχει στραφεῖ σὲ βιοτικὰ πράγματα, ἂς τὸν φέρνουμε πίσω, ἀναγκάζοντάς τον νὰ μένει σταθερὰ καὶ προσεκτικὰ προσκολλημένος στὰ νοήματα τῆς προσευχῆς. Ἂς ἐπαναλαμβάνουμε, μάλιστα, τὴν προσευχὴ ἀπὸ τὴν ἀρχή. Κι ἂν παθαίνουμε πάλι καὶ πάλι τὸ ἴδιο, ἂς τὴν ἐπαναλαμβάνουμε καὶ γιὰ τρίτη καὶ γιὰ τέταρτη φορά. Ἂς μὴ σταματᾶμε, πρὶν ποῦμε ὁλόκληρη τὴν προσευχή, ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ὥς τὸ τέλος, μὲ ἄγρυπνη διάνοια καὶ ἀδιατάρακτο λογισμό. Καὶ ὅταν ὁ διάβολος ἀντιληφθεῖ ὅτι δὲν καταθέτουμε τὰ ὄπλα, θὰ σταματήσει πιὰ κι αὐτὸς νὰ μᾶς πολεμάει.Ὅταν παρουσιαζόμαστε γιὰ ὁποιοδήποτε ζήτημά μας σ’ ἕναν ἐπίγειο ἄρχοντα, εἴμαστε τόσο προσεκτικοὶ καὶ αὐτοσυγκεντρωμένοι, ὥστε δὲν βλέπουμε οὔτε ἐκείνους ποὺ βρίσκονται δίπλα μας. Μέσα στὸ νοῦ μας δὲν ὑπάρχουν παρὰ ὁ ἄνθρωπος, μπροστὰ στὸν ὁποῖο βρισκόμαστε, καὶ τὸ θέμα, γιὰ τὸ ὁποῖο θέλουμε νὰ τοῦ μιλήσουμε. Τὸ ἴδιο, πολὺ περισσότερο, δὲν πρέπει νὰ κάνουμε, ὅταν βρισκόμαστε μπροστὰ στὸν ὕψιστο Θεό, ἐμμένοντας σταθερὰ στὴν προσευχή μας καὶ μὴν περιφέροντας τὸ νοῦ ἐδῶ κι ἐκεῖ; Ἂν ἡ γλώσσα μας προφέρει προσευχητικὰ λόγια καὶ ἡ διάνοιά μας ὀνειροπολεῖ, τίποτα δὲν ἔχουμε νὰ ὠφεληθοῦμε. Ἀπεναντίας, θὰ κατακριθοῦμε, ἐπειδὴ ἀκριβῶς μὲ μεγαλύτερη ὑπομονὴ καὶ ἐντατικότερη προσοχὴ μιλᾶμε σὲ ἀνθρώπους παρὰ στὸν Κύριό μας. Στὸ κάτω-κάτω, κι ἂν ἀκόμα δὲν πάρουμε τίποτε ἀπ’ Αὐτόν, τὸ νὰ βρισκόμαστε σὲ διαρκῆ ἐπικοινωνία μαζί Του μικρὸ καλὸ εἶναι; Ἂν ὠφελούμαστε πολύ, ὅταν συζητᾶμε μ’ ἕναν ἐνάρετο ἄνθρωπο, πόσο θὰ ὠφεληθοῦμε, ἀλήθεια, συνομιλώντας μὲ τὸν Πλάστη, τὸν Εὐεργέτη, τὸ Σωτήρα μας, ἔστω κι ἂν δὲν μᾶς δίνει ὅ,τι Τοῦ ζητᾶμε;Γιατί, ὅμως, δὲν μᾶς δίνει; Θὰ τὸ τονίσω γι’ ἄλλη μία φορά: Γιατί συνήθως Τοῦ ζητᾶμε πράγματα βλαβερά, νομίζοντας πὼς εἶναι καλὰ καὶ ὠφέλιμα. Δὲν γνωρίζεις, ἄνθρωπέ μου, τὸ συμφέρον σου. Ἐκεῖνος, ποὺ τὸ γνωρίζει, δὲν εἰσακούει τὴν παράκλησή σου, γιατί φροντίζει περισσότερο ἀπὸ σένα γιὰ τὴ σωτηρία σου. Ἂν οἱ γονεῖς δὲν δίνουν πάντα στὰ παιδιὰ τοὺς ὅ,τι τοὺς ζητοῦν, ὄχι βέβαια ἐπειδὴ τὰ μισοῦν, μὰ ἐπειδή, ἀπεναντίας, ὑπερβολικὰ τὰ ἀγαποῦν, πολὺ περισσότερο θὰ κάνει τὸ ἴδιο ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος καὶ περισσότερο ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας, μᾶς ἀγαπᾶ καὶ καλύτερα ἀπ’ ὅλους γνωρίζει ποιὸ εἶναι τὸ καλό μας.Ὅταν, λοιπόν, ἀποκάνεις ἱκετεύοντας τὸν Κύριο, κι Ἐκεῖνος δὲν σοῦ δίνει σημασία, μὴν παραπονιέσαι. Ξεχνᾶς, ἄλλωστε, πόσες φορὲς ἐσὺ ἄκουσες κάποιον φτωχὸ νὰ σὲ παρακαλάει καὶ δὲν τοῦ ἔδωσες σημασία; Καὶ αὐτὸ τὸ ἔκανες ἀπὸ σκληρότητα, ἐνῶ ὁ Θεὸς τὸ κάνει ἀπὸ φιλανθρωπία. Ὡστόσο, ἐνῶ δὲν δέχεσαι νὰ κατηγορήσουν ἐσένα, ποὺ ἀπὸ σκληρότητα δὲν ἄκουσες τὸν συνάνθρωπό σου, κατηγορεῖς τὸ Θεό, ποὺ ἀπὸ φιλανθρωπία δὲν σὲ ἀκούει.Εἶπα ὅμως προηγουμένως, ὅτι κι ὅταν ἀκόμα δὲν σὲ ἀκούει, ἡ ὠφέλειά σου ἀπὸ τὴν προσευχὴ εἶναι μεγάλη. Γιατί εἶναι ἀδύνατο ν’ ἁμαρτήσει ἕνας ἄνθρωπος ποὺ προσεύχεται πρόθυμα καὶ ἀδιάλειπτα, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ συντρίβει τὴν καρδιά του, ἀνεβάζει τὸ νοῦ του στὸν οὐρανὸ καὶ ὁμολογεῖ ταπεινὰ στὸν Κύριο τὰ ἁμαρτήματά του. Γιατί, ὕστερα ἀπὸ μία τέτοια προσευχή, πετάει μακριὰ κάθε φροντίδα γιὰ τὰ γήινα, ἀποκτάει φτερά, γίνεται ἀνώτερος ἀπὸ τ’ ἀνθρώπινα πάθη.Τὰ δροσερὰ νερὰ δὲν δίνουν στὰ φυτὰ τόση θολερότητα, ὅση δίνουν τὰ δάκρυα στὸ δέντρο τῆς προσευχῆς, κάνοντάς το ν’ ἀνεβαίνει ψηλά, ὡς τὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, μάλιστα, Ἐκεῖνος εἰσακούει τὴν προσευχή μας. Καὶ πῶς νὰ μὴν εἰσακούσει τὴν προσευχὴ μιᾶς ψυχῆς, ποῦ στέκεται μπροστά Του μὲ αὐτοσυγκέντρωση, μὲ κατάνυξη, μὲ ταπείνωση; Μιᾶς ψυχῆς ποὺ ἔχει μεταφερθεῖ νοερὰ ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό; Μιᾶς ψυχῆς ποὺ ἔχει διώξει κάθε ἀνθρώπινο λογισμό, κάθε βιοτικὴ μέριμνα, κάθε ἐμπαθῆ προσκόλληση, κι ἔχει ἀφοσιωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ μυστικὴ καὶ πανευφρόσυνη κοινωνία μὲ τὸν Κύριό της;Ναί, ἔτσι πρέπει νὰ προσεύχεται ὁ χριστιανός. Ἀφοῦ συγκεντρώσει καὶ ἐντείνει ὅλη του τὴ σκέψη, τότε νὰ ἱκετεύει τὸ Θεὸ ἔμπονα. Δὲν χρειάζεται νὰ λέει ἀτέλειωτα λόγια, φτάνουν τὰ λίγα καὶ ἁπλά. Ἡ ἀνταπόκριση τοῦ Κυρίου στὴν προσευχὴ δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν λόγων, ἀλλ’ ἀπὸ τὴ νήψη τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς. Ὅποιος προσεύχεται, λοιπόν, ἂς μὴ λέει περίσσια λόγια. Καὶ ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Παῦλος, ἄλλωστε, μᾶς σύστησαν νὰ προσευχόμαστε συχνά, ἀλλὰ μὲ συντομία καὶ μικρὰ διαλείμματα. Γιατί, μακραίνοντας τὴν προσευχή, εἶναι δυνατὸ νὰ χάσεις τὴν προσοχή. Κι ἔτσι δίνεις τὴν εὐκαιρία στὸ διάβολο νὰ σὲ πλησιάσει καὶ νὰ σοῦ ὑποβάλει τοὺς δικούς του λογισμούς. Ἄν, ὅμως, οἱ προσευχές σου εἶναι σύντομες καὶ συχνές, τότε θὰ μπορεῖς εὔκολα νὰ τὶς κάνεις μὲ προσοχὴ καὶ νήψη, καλύπτοντας μ’ αὐτὲς ὅλο τὸν διαθέσιμο χρόνο σου. Καὶ μὴ μοῦ πεῖς, ὅτι, καθὼς εἶσαι συνέχεια ἀπασχολημένος μὲ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, δὲν μπορεῖς νὰ τρέχεις κάθε τόσο στὴν ἐκκλησία οὔτε νὰ προσεύχεσαι ὅλη μέρα. Στὴν ἐκκλησία, ἔστω, δὲν μπορεῖς νὰ πηγαίνεις. Ὅπου κι ἂν βρίσκεσαι, ὅμως, μπορεῖς νὰ στήσεις τὸ θυσιαστήριό σου. Οὔτε ὁ τόπος οὔτε ἡ ὥρα σὲ ἐμποδίζουν. Κι ἂν δὲν γονατίσεις, κι ἂν δὲν κλάψεις, κι ἂν δὲν ὑψώσεις τὰ χέρια σου στὸν οὐρανό, ἡ προσευχή σου θὰ εἶναι τέλεια, ἐφόσον θὰ ἔχεις διάνοια θερμή. Ἐσὺ ποὺ βαδίζεις στὸ δρόμο, ἐσὺ ποὺ βρίσκεσαι στὴν ἀγορά, ἐσὺ ποὺ ταξιδεύεις στὴ θάλασσα, ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸ ἐργαστήριό σου, ἐσὺ ποὺ μαγειρεύεις στὸ σπίτι σου, ἐσὺ ποὺ καλλιεργεῖς

διαβάστε περισσότερα »

Πρόσφατα άρθρα

Θα μας δοθεί ό,τι πρέπει και όταν πρέπει.

Να μην εκβιάζουμε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύουμε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύουμε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνουμε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρουμε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένουμε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσουμε αυτό που θέλουμε, αλλά να τ’ αφήνουμε στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσουμε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει. Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για εμάς και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα. Όταν έχουμε με τον Χριστό σχέση απολύτου εμπιστοσύνης, είμαστε ευτυχισμένοι, έχουμε χαρά. Έχουμε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτό είναι το μυστικό. … «ότι ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν, εμφανίζεται δε τοις μη απιστούσιν Αυτώ». Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Το απλό και απαλό είναι ένας αγιότατος τρόπος της πνευματικής ζωής, αλλά δεν είναι δυνατό να το μάθεις έτσι απ’ έξω. Πρέπει μυστικά να μπει μέσα σου, ώστε η ψυχή σου να ενστερνίζεται τον τρόπο αυτόν με την χάρι του Θεού. … Όταν το θέλεις όταν εκβιάζεις το θείον δεν έρχεται. Θα έλθει «εν ημέρα ή ου προσδοκάς και εν ώρα ή ου γινώσκεις». Εδώ υπάρχει το μυστήριο· δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. Όταν χάνετε τη θεία χάρι να μην κάνετε τίποτα. Να συνεχίζετε τη ζωή σας και τον αγώνα σας απλά, απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έλθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό. Και τότε όλα πάνε καλά. Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε. Ένα μυστικό είναι η ακολουθίες. Να επιδίδεσθε σε αυτές και η χάρις του Θεού μυστικά θα έλθει. Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοικτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική τη μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να τη διδάξει, ούτε τα βιβλία, ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό είναι ρευστό είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ. δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι». Μόνο το Πνεύμα το Άγιον μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάσθε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεσθε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη «φόρμα», θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει τη θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεσθε σιγά σιγά απαλά απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά. Από το βιβλίο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου – Βίος και Λογος»

διαβάστε περισσότερα »

Φύγε – φύγε, παπᾶ, δὲν σᾶς ζήτησα καὶ δὲν σᾶς θέλω, δὲν ἔχω σχέσεις μὲ παπᾶ­δες.

  Κάποια μέρα έρχεται στο Νοσοκομείο, που υπηρετούσα ως νοσοκομειακός ιερέας, ένας γνωστός μου και μου λέει : «Πάτερ, στον τάδε θάλαμο νοσηλεύεται ο θείος μου ο Κώστας. θα ήθελα να τον επισκεφθείτε, μη τυχόν και τον καταφέρετε να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει. θα ήθελα όμως να σας πω και τούτο. Ο θείος μου είναι καλός άνθρωπος, αλλά δεν είχε καλές σχέσεις με την εκκλησία και τους ιερείς, δεν εκκλησιαζότανε, δεν έχει εξομολογηθεί ούτε και έχει κοινωνήσει ποτέ, όμως σας το ξαναλέω ότι είναι καλός άνθρωπος». Πράγματι την άλλη μέρα πήγα στον θάλαμο και, για να μη φανεί ότι πήγα ειδικά γι’ αυτόν, άρχισα πρώτα να συνομιλώ με τους άλλους ασθενείς. εν συνεχεία πήγα και στο δικό του το κρεβάτι. πριν καλά καλά τον χαιρετήσω αντέδρασε με όχι καλή συμπεριφορά και δεν ήθελε όχι να τον χαιρετήσω αλλ’ ούτε καν να τον πλησιάσω. «Φύγε φύγε, παπά, δεν σας ζήτησα και δεν σας θέλω, δεν έχω σχέσεις με παπάδες». Εγώ, πριν φύγω από κοντά του, του λέω ότι είμαι ο ιερέας του νοσοκομείου, βρίσκομαι όλο το εικοσιτετράωρο στο νοσοκομείο κι αν θέλει κάποια εξυπηρέτηση μπορώ να του την προσφέρω, και έτσι έφυγα άπρακτος. Μετά από δύο ημέρες σκέφθηκα και πάλι να τον επισκεφθώ. Όταν με είδε να τον πλησιάζω, ήθελε και μάλιστα πάλι με άσχημο τρόπο να απομακρυνθώ. με την σκέψη ότι είναι συγγενής του γνωστού μου και καλού εκείνου ανθρώπου, θέλησα μετά από λίγες ημέρες να προσπαθήσω για μια ακόμα φορά να τον πλησιάσω. Μπαίνοντας μέσα στο θάλαμο και βλέποντας τους άλλους ασθενείς τόλμησα και πάλι να τον πλησιάσω. η συμπεριφορά του απέναντί μου δεν περιγράφεται. Εγώ κάπως, να το πω, θυμωμένος από την αχαρακτήριστη συμπεριφορά του, έφυγα και το περίεργο είναι ότι έφυγε και αυτός τελείως από το μυαλό μου. αν τον θυμόμουνα, ίσως και πάλι να τον επισκεπτόμουνα. Μετά από δέκα περίπου ημέρες, με ειδοποιούν να επισκεφθώ και να εξομολογήσω έναν ασθενή που νοσηλευόταν σε ένα άλλο κτήριο. Εγώ φεύγοντας από την εκκλησία του νοσοκομείου για να επισκεφθώ τον ασθενή που με περίμενε να εξομολογηθεί, χωρίς να το καταλάβω και ποτέ δεν μπόρεσα να το καταλάβω πως βρέθηκα στο θάλαμο εκείνου του αρρώστου, του κ. Κώστα, που δεν με ήθελε. αν τον βλέπατε, αδελφοί μου, σε τι κατάσταση βρισκότανε θα τον λυπόσασταν. Εκείνη τη στιγμή που μπήκα στο θάλαμο δεν υπήρχε άλλος ασθενής παρά ο κύριος Κώστας ο οποίος πάλευε με τους δαίμονες που πήγαν να πάρουν την ψυχή του. τον είδα τρομαγμένο και να σκεπάζεται με το σεντόνι του και να φωνάζει και να λέει στα πονηρά πνεύματα «Όχι, όχι, φύγετε. Νάτους ήρθανε, όχι, όχι, διώξτε τους» και άλλα που δεν θυμάμαι. Βλέποντας αυτή την κατάσταση, δεν σας κρύβω ότι προς στιγμή φοβήθηκα μη τυχόν φύγουν οι δαίμονες από τον κ. Κώστα και να ‘ρθουν σε μένα. Εκείνη λοιπόν τη στιγμή βλέποντας τον κ. Κώστα σ αυτή την φοβερή κατάσταση, του λέω : «κύριε Κώστα, τι θέλεις ; ». «Νάτους, πάτερ, διώξε τους, διώξε τους, δεν τους θέλω» κλπ. Τότε εγώ του λέω : «για να φύγουν, κ. Κώστα, πρέπει να εξομολογηθείς». «ναι, πάτερ, να εξομολογηθώ». και άρχισε να εξομολογείται με ειλικρίνεια και καθαρότητα. Αφού τελείωσε και του διάβασα την συγχωρητική ευχή, του είπα : «Τώρα, κ. Κώστα, θα κοινωνήσουμε». «ναι, πάτερ, να κοινωνήσω». Πήγα στο εκκλησάκι του νοσοκομείου πήρα την Θεία Κοινωνία και τον κοινώνησα. το απόγευμα θέλησα να τον επισκεφθώ να δω πως είναι. η αδελφή νοσοκόμα μου είπε : «Μία ώρα περίπου μετά την θεία κοινωνία, πάτερ, κοιμήθηκε». ιερομ. ΚΟΣΜΑΣ ΔΟΧΕΙΑΡΙΤΗΣ [απόσπασμα από το βιβλίο «Ότάν πεθάνει ο άνθρωπος, η ψυχή του που πηγαίνει ; » (εκδ. ι. μονής οσ. Νικοδήμου Αγιορείτου Πυργετού, Λάρισσα 2023, σσ. 84-86)

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο