Η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού είναι μία από τις σημαντικότερες γιορτές της Ορθοδοξίας. Είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Το 326 μ.Χ. η Αγία Ελένη πήγε στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει τους Αγίους Τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό για τους θριάμβους του γιου της Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ο θείος ζήλος όμως, έκανε την Άγια Ελένη να αρχίσει έρευνες για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού. Επάνω στο Γολγοθά υπήρχε ειδωλολατρικός ναός της θεάς Αφροδίτης, τον οποίο γκρέμισε και άρχισε τις ανασκαφές. Σε κάποιο σημείο, βρέθηκαν τρεις σταυροί. Η συγκίνηση υπήρξε μεγάλη, αλλά ποιος από τους τρεις ήταν του Κυρίου; Τότε ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Μακάριος με αρκετούς Ιερείς, αφού έκανε δέηση, άγγιξε στους σταυρούς το σώμα μιας ευσεβέστατης κυρίας που είχε πεθάνει.
Όταν ήλθε η σειρά και άγγιξε τον τρίτο σταυρό, που ήταν πραγματικά του Κυρίου, η γυναίκα αμέσως αναστήθηκε. Η είδηση διαδόθηκε σαν αστραπή σε όλα τα μέρη της Ιερουσαλήμ. Πλήθη πιστών άρχισαν να συρρέουν για να αγγίξουν το τίμιο ξύλο. Επειδή, όμως, συνέβησαν πολλά δυστυχήματα από το συνωστισμό, ύψωσαν τον Τίμιο Σταυρό μέσα στο ναό σε μέρος υψηλό, για να μπορέσουν να τον δουν και να τον προσκυνήσουν όλοι.
Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η Aγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηράκλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη.
Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε “Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον”… Αυτή, λοιπόν, την ύψωση καθιέρωσαν οι Άγιοι Πατέρες, να γιορτάζουμε στις 14 Σεπτεμβρίου, για να μπορέσουμε κι εμείς να υψώσουμε μέσα στις ψυχές μας το Σταυρό του Κυρίου μας.
Γιατί νηστεύουμε ακόμη και το λάδι
Για την Ανάμνηση λοιπόν της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού νηστεύουμε στις 14 Σεπτεμβρίου, επειδή ο Σταυρός είναι Ανάμνηση του Πάθους του Χριστού. Διότι όπως ο κάθε άνθρωπος που κάνει την ανακομιδή (εκταφή) των λειψάνων ενός συγγενή του (για παράδειγμα του πατέρα του, της μητέρας του και άλλων), λυπάται ενθυμούμενος το πρόσωπο αυτό, έτσι και εμείς οι Χριστιανοί βλέποντες τον Σταυρό και αναλογιζόμενοι ότι ο Χριστός Σταυρώθηκε για εμάς τους αμαρτωλούς και ως Άνθρωπος Έπαθε, ταπεινωνόμαστε και δείχνουμε Συντριβή καρδιάς νηστεύοντες.
Οι μεν Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, επισημαίνουν ότι “η Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι Ισότιμη με την Μεγάλη Παρασκευή”, αφού και τις δύο αυτές Ημέρες τιμούμε εξίσου τα Πάθη και την Σταύρωση του Κυρίου.
Η Νηστεία κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, “δεν γίνεται για το Πάσχα, ούτε για τον Σταυρό, αλλά για τις αμαρτίες μας… επειδή το Πάσχα δεν είναι υπόθεση Νηστείας και πένθους, αλλά ευφροσύνης και χαράς. Για τον λόγο αυτό δεν πρέπει να λέμε ότι πενθούμε για τον Σταυρό. Ούτε για εκείνον πενθούμε. Αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα”. Επίσης νηστεύουμε για να μιμηθούμε τον Κύριο, ο Οποίος ενήστευσε για σαράντα ημερόνυχτα επάνω στο Σαραντάριον Όρος.
Έθιμα & παραδόσεις
Βασιλικός: Στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού συνηθίζεται να μοιράζεται στις εκκλησίες βασιλικός ο οποίος δίνεται γιατί όταν η Αγία Ελένη επιθεωρούσε τα κτήματα και τα χωράφια της περιοχής, οδηγήθηκε τυχαία σε ένα αρωματικό φυτό το οποίο όταν το μύρισε αισθάνθηκε ότι εκεί κάτω βρισκόταν ο Τίμιος Σταυρός και έβαλε τους εργάτες να σκάψουν. Σκάβοντας τελικά βρήκαν τον Σταυρό του Θεανθρώπου. Έτσι και η Αγία Ελένη ονόμασε το φυτό βασιλικό. Τον βασιλικό που μοιράζει η εκκλησία στους πιστούς τον παίρνουν οι γυναίκες και τον σταυρώνουν στο προζύμι που έφτιαχναν και ύστερα τον έβαζαν σε ένα ποτήρι με νερό ελπίζοντας ότι θα έβγαζε ρίζες και έτσι θα τον φύτευαν ξανά.
Αγιασμός: Τον αγιασμό τον έδινε η εκκλησία στους πιστούς για να αγιάσουν το σπίτι τους και για να φτιάξουν το προζύμι της χρονιάς το οποίο ήταν γλυκό και δεν μούχλιαζε.
Την ημέρα του της Ύψωσης του Τίμιου Σταυρού οι ναυτικοί συνήθιζαν να δένουν τα καράβια τους και και να μην ταξιδεύουν επειδή υπήρχε μια παροιμία που έλεγε “Του Σταυρού, σταύρωνε και δένε”.
Οι αγρότες έφερναν ένα μείγμα από τα δημητριακά που θα έσπερναν μέσα στην εκκλησία για να δεχτούν την ευλογία του πρεσβυτέρου “Βλαστήσαι την γην, και δούναι σπέρμα το σπείροντι, και άρτον εις βρώσιν”.