Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

 

Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

Η σημερινή Κυριακή εἶναι ἀφιερωμένη στον άσωτο υἱό. Καί ἐάν ἐρωτήσωμε, ποιός εἶναι ὁ ἄσωτος υἱός, θα εἰσπράξωμε τήν ἀπάντησιν ὅτι εἶναι αὐτός πού απήτησεν ἀπό τόν πατέρα του το μερίδιο της περιουσίας του και, αφοῦ ἔφαγεν ὅ,τι ἐδικαιοῦτο, με τους φίλους του και τις κακές γυναῖκες, ἐπέστρεψε μετανοιωμένος στον πατέρα του, ζητῶν νά τόν συγχωρήση.

Το ερώτημα που δημιουργείται είναι: Ὑπό ποία ἔννοια εἶναι ἄσωτος ὁ μικρός υἱός; Τί εἴδους ασωτεία είχε; Ας ἐξετάσωμε λοιπόν τοῦτο, στηριζόμενοι στις δύο βασικές ἔννοιες τῆς λέξεως ἄσωτος, στο πλαίσιο τῆς σημερινής Εὐαγγελικῆς Παραβολής.

Κατά μία έννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ ἀκόλαστος, ὁ ἀνήθικος, ὁ ἄνθρωπος που κατασπαταλά το «βιός» του στις ἐφήμερες ἀπολαύσεις. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ὄντως ἄσωτος υἱός εἶναι ὁ μικρός, ὁ νεώτερος υἱός, διότι κατεσπατάλησε την περιουσία του σε γλεντοκοπήματα καί ἐφήμερη ζωή.

Κατά μία ἄλλη ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ να σωθῆ ἢ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δεν συμβάλλει, ἀλλἀ ἀντιθέτως ἐμποδίζει την σωτηρία κάποιου ἄλλου. Υπό αὐτήν τήν ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ μεγάλος υἱός τῆς Παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν ἀπρεπέστατο χαρακτῆρα καί ἀήθη διαγωγή στην ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Εάν προσεγγίσωμε τα στοιχεία αὐτῆς τῆς Παραβολής, θα διαπιστώσωμεν ὅτι ὁ Χριστός ανέφερεν αὐτήν, ἐπειδή Τον κατηγόρουν οἱ Γραμματείς και Φαρισαῖοι ὅτι συνέτρωγε μετά ἁμαρτωλῶν, καί πολλές φορές συνανεστρέφετο με αὐτούς. Προφανῶς δεν εἶχαν ἀντιληφθῆ ὅτι ἔρχεται στιγμή που ὁ ἁμαρτωλός ἀποτινάσσει την ἁμαρτωλότητά του καί ἐλευθερώνεται ἀπ’ αὐτῆς· καί σέ αὐτό βεβαίως βοηθεῖ ὁ Χριστός.

Πληροφορούμεθα λοιπόν σήμερον ὅτι μπορεῖ κάποιος να πέση στην ἐσχάτη βαθμίδα τῆς ἁμαρτίας, όμως στην συνέχεια να συνέλθη και να επιστρέψη μετανοιωμένος. Πληροφορούμεθα επίσης για την φιλανθρωπία τοῦ πατρός πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Χριστό ἀλλα καί γιά τήν μέ εὐχαρίστησιν ἀποδοχή τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ ἁμαρτήσαντος και μετανοήσαντος μικροῦ υἱοῦ του.

Ἐδῶ συνεπῶς δέν ἔχομε πρόβλημα, καθόσον ἔχομε καθαράν τήν ἔννοια της μετανοίας ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί τήν σωτηρία του. Το πρόβλημα είναι στον μεγάλο υἱό, ὁ ὁποῖος εἶναι σαφέστατα ἡ εἰκόνα τῶν Γραμματέων και Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ἐγόγγυζαν ὅταν ἔβλεπαν τον Ἰησοῦ Χριστό να συγχωρή τους ἁμαρτωλούς και να τους βάζη στην μερίδα τῶν δικαίων. Αὐτό ουδόλως τό ἤθελαν οἱ Φαρισαίοι. Οι Φαρισαῖοι ἤθελαν νά ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτωλοί για να φαίνεται ὅτι αὐτοί μόνον εἶναι δίκαιοι καί καλοί· γι’ αὐτό καί ἡγωνίζοντο να ἐμποδίσουν την σωτηρία τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ο μεγάλος λοιπόν υἱός, ὡς ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ἀντιδρᾶ στό ἄκουσμα ότι ὁ πατέρας του ἐδέχθη μέ χαρά τόν ἐπιστρέψαντα νεώτερο ἀδελφό του, και μάλιστα ὅτι ἐθυσίασε τόν μόσχο τον σιτευτόν. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα φαίνεται καθαρῶς ὅτι ἡ ἐπίθεσίς του ἐστρέφετο ἐμμέσως μέν πρός τόν μικρό του αδελφό, ἀμέσως δέ πρός τόν πατέρα του.

Σέ ἐκεῖνον ἐπέρριψε τήν εὐθύνη πού ὁ μικρός ξαναευρίσκετο στο σπίτι. Δηλαδή ἐκείνη τήν στιγμή ὁ μεγάλος υἱός ἐφανέρωσεν ἀκριβῶς τό μίσος που ἔτρεφαν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι στον Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή εδέχετο την μετάνοια των ἁμαρτωλῶν και τους ὡδήγει στην οδό τῆς σωτηρίας.

Διεμαρτύρετο προς τον πατέρα του σαν δίκαιος, απαριθμῶν τα καλά του στοιχεία, ότι δηλαδή «ουδέποτε έντολήν του παρέβη καί ὅτι οὐδέποτε διεσκέδασε με τους φίλους του κλπ. Καί μόνον αὐτή ἡ διαμαρτυρία προς τον πατέρα του δειχνύει ὅτι δέν ἦτο κατά αλήθειαν δίκαιος, ἀλλά καί ὅτι δέν προσεπάθει νά γίνη δίκαιος, καθότι αυτοί πού ζοῦν ἐπί τῆς γῆς ἀγωνίζονται για να αναγνωρισθοῦν δίκαιοι ὄχι στην γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους αλλά στον οὐρανό ἀπό τόν Θεό.

Ποιός πραγματικός δίκαιος καυχάται και διατυμπανίζει ὅτι ὑπηρέτησε πολλά ἔτη τον Θεό, Ποιός ἀληθῆς δίκαιος ἐξελέγχει και καταδικάζει ἕνα ἁμαρττωλό; Δεν ἦτο λοιπόν δίκαιος, διότι ὁ δίκαιος δέν ἀντιδρά στην σωτηρία ἑνός ἁμαρτωλοῦ καί μάλιστα ὅταν αὐτός ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ὁ ἀδελφός του. Ὁ δίκαιος χαίρεται μαζί μέ τούς ἀγγέλους, καθότι «χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15,7).

Δεν ὑπάρχει καμμία αμφιβολία ὅτι ὁ μικρός υἱός ἦταν ἄσωτος· ἀλλά εἶχε κοινωνική ασωτεία. Δέν ἐχρησιμοποίησε το μυαλό του για κάτι δημιουργικό· εὗρεν ἕτοιμη περιουσία καί, ἀντί νά τήν αὐξήση, τήν ἐσκόρπισε στους πέντε ἀνέμους. Δέν έχρησιμοποίησε την ικμάδα τῆς νεότητός του  για να οἰκοδομήση στην Κοινωνία μία προσωπικότητα ἐπαινετή καί ἀξιοσέβαστη, ἀλλά τήν ἔρριψε στον βούρκο τῆς ἀθλιότητος καί τοῦ εὐτελισμοῦ. Ὅμως συνῆλθε, μετένόησε καί ἐπέστρεψε· εὗρε δηλαδή τόν ἑαυτόν του, ἔστω καί ὀλίγον καθυστερημένα. Είχε λοιπόν κοινωνική ἀσωτεία, ἀλλά μέ τήν μετάνοιά του ήλευθερώθη.

Αντιθέτως, ὁ μεγάλος υἱός είχε ψυχική ασωτεία. Εἰχεν ὕπουλο εὐσεβισμό, ἐπικίνδυνο εγωισμό καί ἄκρατο μίσος ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων που Τον ήκολούθουν καί πού δέν ἀνῆκαν στην φαρισαϊκή τάξιν. Είχε ψυχική διαστροφή γι’ αὐτό καί δέν ἐλύγισε στα παρακάλια τοῦ πατρός του να χαρή γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Αὐτή ἡ ἀσωτεία εἶναι ὅ,τι ἐπικινδυνότερο υπάρχει στόν ἄνθρωπο, διότι εἶναι ἀσωτεία χωρίς γυρισμό, χωρἷς ἐπιστροφή. Ὁ μικρός υἱός ἀσώτευσε κοινωνικῶς, ἀλλά μετενόησε καί ἐσώθη· ὁ μεγάλος υἱός εἶχε τήν ἀσωτεία φωλιασμένη στην ψυχή του· δέν μετενόησε, γι’ αυτό και ἐχάθη. Γι’ αὐτό καί ἡ Εὐαγγελική περικοπή τελειώνει με την ἀπογοητευτική παρατήρησιν τοῦ πατρός του πρός αὐτόν, ὅτι ἔπρεπε νά εὐχαριστηθῆ καί νά χαρῆ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ψυχρός καί ἀμετανόητος. Ἄρα, το βάθος τοῦ νοήματος τῆς ἀσωτείας ἐγγίζει τόν μεγάλο αδελφό, ὁ ὁποῖος μέ τήν φαρισαϊκή συμπεριφορά του ἔχασε την σωτηρία παρέμεινε ἄσωτος.

Ας προσευχώμεθα λοιπόν, καί ἡ ἁγία μας Εκκλησία ᾶς εὔχεται να μᾶς προστατεύη ὁ Θεός καί ἀπό τίς δύο ἀσωτείες: Ἀπό τήν πρώτη, ἐκ τοῦ φόβου μήπως δεν μετανοήσωμε και χαθοῦμε μέσα στον συναγελασμό μας μέ ἀθλίους ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν δευτέρα, ἐκ τοῦ φόβου μήπως περιπέσωμε στην φαρισαϊκή καί ὑποκριτική ἀσωτεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ὕπουλη ἀπομάκρυνσις ἀπό τοῦ Θεοῦ καί ἡ βεβαία ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.

Χαράλαμπος Σωτηρόπουλος Θεολόγος και Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (Λουκ. ιε´ 11-32) 
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲἐ λθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ᾿Αναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. 
῎Ετι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 
῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ᾿Ωργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ῾Ο οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ῾Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Οι φλύαροι είναι οι πιο απομονωμένοι άνθρωποι.

  Όταν βλέπετε κάποιον να κουβεντιάζει συνεχώς, να ξέρετε ότι είναι διαλυμένος εξ ολοκλήρου μέσα του και θέλει με τη συζήτηση να κρύψει τη διάλυση του εαυτού του. Αντί να συγκεντρωθεί για να ενωθεί, με τη συζήτηση διασπάται τελείως και δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Γι’ αυτό αληθινή κοινωνία είναι η κοινωνία εν τη εργασία, εν τη σιωπή, και ιδιαίτερα εν τη λατρεία. Αυτή η κοινωνία αποδεικνύει τον άνθρωπο σοφό. Όταν είμαι στη λατρεία, εκεί είναι ο Θεός, οι άγιοι, όλη η κτίση, διότι και η κτίση δεν λείπει από την βασιλεία του Θεού. Όταν κανείς ζει τη ζεστασιά αυτής της λατρείας, είναι αδύνατον να θέλει εξωτερικές διαχύσεις. Έχει όλη τη βίωση τής ενότητας της Εκκλησίας και της συνύπαρξής του με τους άλλους. Γι αυτό και οι πλέον φλύαροι είναι οι πιο απομονωμένοι άνθρωποι. Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης Λόγοι ασκητικοί, ερμηνεία στον αββά Ησαΐα

διαβάστε περισσότερα »

Οἱ «Ἄρχοντες» ἐνεργοῦν ἀπερίσκεπτα.

  Ημέρες πονηρές, ημέρες αποστασίας, ημέρες βασιλείας της αμαρτίας, υπήρχαν ανέκαθεν αν και σήμερα πληθύνθηκαν, αφού ζούμε σε ημέρες όπου βασιλεύει το κακό, η διαστροφή, η αμαρτία, και αυτό λόγω άγνοιας της καλοσύνης και απορρίψεως της ηθικής και της αρετής. Ψάχνουμε για αρχηγούς, μπροστάρηδες, καπεταναίους, αλλά δεν βλέπουμε Άνδρες με «ελεύθερο χριστιανικό πνεύμα» και καταλήγουμε σε Δεββώρες, για να θυμηθούμε την «Αγία Γραφή, όπου στο βιβλίο των Κριτών γράφει: «Διά το μη είναι άνδρα εβασίλευσε Δεββώρα» (Κριτ. 4΄ 9). Προσόν της σύγχρονης κοινωνίας είναι η αμαρτία. Αυτή κυριαρχεί και επιβάλλεται. Προβάλλεται από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως και εξελίσσονται πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά, όσοι νοιώθουν υπερήφανοι για αυτήν. Η κατάπτωση λογίζεται ελευθερία. Διαστρέφεται η έννοια του καλού, του ηθικού, του ωραίου και προβάλλεται το κακό, το ανήθικο, το άσχημο. Η κοινωνία μας παραβλέπει τον έμφυτο ηθικό νόμο και μεταβάλλει την αίσθηση του ωραίου ανάλογα με τους ιδιοτελείς σκοπούς της. Που, λοιπόν, πορευόμαστε; Τα μάτια μας, ψυχικά και σωματικά, έπαψαν να βλέπουν καθαρά, αφού ο καταρράκτης της αμαρτίας εμποδίζει την καθαρή όραση. Έτσι, όλοι μας βαδίζουμε προς το χάος, αφού, «τυφλός τυφλόν εάν οδηγεί αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται» (Ματθ. ιε΄ 14). Που είναι η απόλυτη προσοχή μας και η αδιάλειπτη προσευχή μας τώρα, όπου τα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτιστικά, ηθικά και εθνικά προβλήματα είναι αυξημένα με άγνωστη την επιταχυνόμενη επιδείνωσή τους; Που είναι οι αρετές αυτές που αποτελούν τις πνευματικές αντιστάσεις του λαού στις ενέργειες των κρατούντων; Τις βλέπουμε ισχνές, αν όχι ανύπαρκτες, με αποτέλεσμα οι «Άρχοντες» να ενεργούν πολλές φορές απερίσκεπτα και να αλλοιώνουν τον πολιτισμό μας, την ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας υπονομεύοντας ταυτόχρονα θεσμούς καταξιωμένους μέσα στην ιστορία, όπως ο γάμος και η οικογένεια. Αλλοιώνοντας, όμως, τις πατροπαράδοτες παραδόσεις δημιουργούν προβλήματα στο ίδιο το Γένος μας με προεκτάσεις για δυσοίωνο μέλλον. Σε αυτές τις πονηρές ημέρες, όπου το ήθος θεωρείται παρωχημένο, η πίστη περιγελάται, η σωφροσύνη χλευάζεται και η πονηράδα λογίζεται εξυπνάδα, έρχεται ο Απόστολος Παύλος να μας πει: «Βλέπετε πως ακριβώς περιπατείτε, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν» (Εφεσ. ε΄ 15). Δεν έφθασε, όμως, στις ημέρες μας μόνο η αποστασία μας. Είναι και η διαστροφή! Το άσπρο το λέμε μαύρο, το κακό καλό, το άσχημο όμορφο. Την δουλεία στην αμαρτία ονομάζουμε ελευθερία και την εμμονή στην εφάμαρτη ζωή προσόν επιτυχίας και ανελίξεως στην κοινωνική και πολιτική σκακιέρα. Η κακία προβάλλεται ως αρετή και η αρετή ως αμαρτία. Δεν υπάρχει λόγος μετανοίας. Γιατί να μετανιώσει κανείς, αφού δεν υπάρχει επίγνωση αμαρτίας; Και αυτή είναι η εσχάτη πλάνη. Βλασφημούμε, δηλαδή, με την ζωή μας το Πανάγιο Πνεύμα και αρνούμαστε κάθε θεϊκή βοήθεια αυτονομούμενοι και νομίζοντας ότι ελεύθεροι όντες εξουσιάζουμε τα πάντα και ιδίως τον εαυτό μας. Ο Θεός μας είναι περιττός. Και χωρίς Αυτόν φθάσαμε στην νομιμοποίηση της αμαρτίας. Φθάσαμε στην παγκοσμιοποίηση και απολαμβάνουμε τους καρπούς της, την κρίση, το έγκλημα, την ανεργία, την φτώχεια και την διαστροφή, την οποία ονομάζουμε κανονικότητα. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι μας έχει υπνωτίσει ο πονηρός και δεν υπάρχει, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, αντίδραση. Και αν τολμήσει κάποιος να αντιδράσει περιθωριοποιείται, γίνεται καταγέλαστος και υποκείμενο κοροϊδίας. Ζούμε σε μια κοσμογονική εποχή, όπου κυριαρχεί το παγκόσμιο πνεύμα της αποστασίας, του πλεονασμού της αμαρτίας, του ψεύδους, της καταπτώσεως των ηθικών αξιών, της τροφοδοσίας μας με τα ξυλοκέρατα που μας προσφέρουν για φαγητό τα μέσα ενημερώσεως, οι τηλεοράσεις, τα περιοδικά, το διαδίκτυο. Ζούμε την αποχαλίνωση των πάντων στην εποχή της «πληθύνσεως της γνώσεως» (Δαν. ιβ΄ 1,2,4). Η γνώση των ανθρώπων αυξάνεται συνεχώς, η επιστήμη προοδεύει. Αλλά τι με αυτό; Έγραφε κάποιες δεκαετίες πριν, τότε που η αποστασία δεν είχε ολοκληρωθεί, όπως σήμερα, ο αγωνιστής Μητροπολίτης Φλωρίνης, π. Αυγουστίνος Καντιώτης, ότι «ο κόσμος σήμερα καυχάται για τα επιτεύγματά του. Επληθύνθη η γνώσις και η επιστήμη. Και όμως ο κόσμος σήμερα είναι δυστυχέστερος. Μια προφητεία λέει, ότι θ’ αραιώσει ο κόσμος τόσο, που θα περπατάς 100 χιλιόμετρα και άνθρωπο δεν θα βλέπεις». Η αποστασία μας σήμερα βρίσκεται στο αποκορύφωμά της. Μαζί με αυτήν βλέπουμε και σημεία στον ουρανό. Σημεία εσχατολογικά, ακαταστασίες, σεισμούς, πολέμους, καταστροφές, εγκλήματα, που δείχνουν ότι «έρχεται η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας» (Κολ. γ΄ 6). Τα βλέπουμε, όμως, και με τα μάτια της ψυχής μας η τα παραβλέπουμε; Συνειδητοποιούμε τους τρόπους καταργήσεως της θρησκείας μας με τα μέτρα αποχριστιανοποιήσεως, απαρθοδοξοποιήσεως, αφελληνισμού; Βλέπουμε τον πολιτικό γάμο, την πολιτική κηδεία, τα αβάπτιστα παιδιά με ονοματοδοσία στα ληξιαρχεία, την καύση των νεκρών μας; Βλέπουμε την κατάργηση του Σταυρού από την σημαία μας, την αποκαθήλωση των εικόνων μας από τα σχολεία και τα δημόσια καταστήματα; Βλέπουμε την μείωση των γεννήσεων, την αύξηση των διαζυγίων, την ελευθερία στις εκτρώσεις, τον κιναιδισμό που ονομάζουν «προσωπική ιδιαιτερότητα» και, αλλοίμονο, αν τολμήσει κάποιος να θίξει τους δυστυχείς αυτούς συνανθρώπους μας; Βλέπουμε την λατρεία του διαβόλου η την προβολή της πανθρησκείας και της οικουμενικότητος; Οι κράχτες της ελευθερίας και της δημοκρατίας, δυστυχώς, είναι άνθρωποι δούλοι των παθών τους χωρίς πνευματική ωριμότητα. Αύξηση της πνευματικής ωριμότητας του ανθρώπου σημαίνει σπάσιμο των δεσμών της δουλείας και άνοιγμα των πτερύγων της καρδιάς τους για πέταγμα στον ουρανό της ελευθερίας. Ας θυμηθούμε και την ηρωΐδα μας Μαντώ Μαυρογένους, η οποία πάνω από τον σαρκικό έρωτα έβαζε τον έρωτα προς την σκλαβωμένη τότε πατρίδα. Δεν έβλεπε στους νέους, που την περιτριγύριζαν, την φλόγα του πατριωτισμού να φλέγει να σωθικά τους και να οπλίζει να χέρια τους, για να αντιταχθούν στις παρατάξεις του εχθρού και αυτό την λυπούσε αφάνταστα. «Δεν θα νυμφευθώ, έλεγε, μόνο άνδρα ελεύθερο»! Όταν έχουμε ελεύθερο φρόνημα, δηλαδή, φρόνημα Χριστού, και το προβάλλουμε στην κοινωνία μας, τότε δεν θα αναζητούμε «Δεββώρες», για να βασιλεύουν. Και πιστεύω ότι υπάρχουν ακόμη «Άνδρες» με Άλφα κεφαλαίο, όπως τους θέλει ο Χριστός μας και όπως τους ήθελε η μεγάλη μας Μαντώ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας

διαβάστε περισσότερα »

Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει αδιαφορία και για όλα τα άλλα.

  Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει αδιαφορία και για όλα τα άλλα, φέρνει αποσύνθεση. Η πίστη στον Θεό είναι μεγάλη υπόθεση. Λατρεύει ο άνθρωπος τον Θεό και ύστερα αγαπάει και τους γονείς του, το σπίτι του, τους συγγενείς του, τη δουλειά του, το χωριό του, τον Νομό του, το Κράτος του, την Πατρίδα του. Χρειάζεται να μπει κανείς στο νόημα, να αισθανθεί το καλό ως ανάγκη, αλλιώς είναι ένα ρέμπελο πράγμα. Άντε τώρα να βάλεις κάποιον αγγαρεία να πάει να πολεμήσει. Θα κοιτάει να φύγει από δω, να γλυτώσει από κει. Όταν καταλάβει όμως τι κακό θα κάνει ο εχθρός πάει μετά εθελοντής. Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης.

διαβάστε περισσότερα »

Θα μας δοθεί ό,τι πρέπει και όταν πρέπει.

Να μην εκβιάζουμε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύουμε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύουμε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνουμε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρουμε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένουμε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσουμε αυτό που θέλουμε, αλλά να τ’ αφήνουμε στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσουμε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει. Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για εμάς και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα. Όταν έχουμε με τον Χριστό σχέση απολύτου εμπιστοσύνης, είμαστε ευτυχισμένοι, έχουμε χαρά. Έχουμε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτό είναι το μυστικό. … «ότι ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν, εμφανίζεται δε τοις μη απιστούσιν Αυτώ». Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Το απλό και απαλό είναι ένας αγιότατος τρόπος της πνευματικής ζωής, αλλά δεν είναι δυνατό να το μάθεις έτσι απ’ έξω. Πρέπει μυστικά να μπει μέσα σου, ώστε η ψυχή σου να ενστερνίζεται τον τρόπο αυτόν με την χάρι του Θεού. … Όταν το θέλεις όταν εκβιάζεις το θείον δεν έρχεται. Θα έλθει «εν ημέρα ή ου προσδοκάς και εν ώρα ή ου γινώσκεις». Εδώ υπάρχει το μυστήριο· δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. Όταν χάνετε τη θεία χάρι να μην κάνετε τίποτα. Να συνεχίζετε τη ζωή σας και τον αγώνα σας απλά, απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έλθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό. Και τότε όλα πάνε καλά. Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε. Ένα μυστικό είναι η ακολουθίες. Να επιδίδεσθε σε αυτές και η χάρις του Θεού μυστικά θα έλθει. Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοικτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική τη μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να τη διδάξει, ούτε τα βιβλία, ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό είναι ρευστό είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ. δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι». Μόνο το Πνεύμα το Άγιον μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάσθε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεσθε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη «φόρμα», θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει τη θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεσθε σιγά σιγά απαλά απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά. Από το βιβλίο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου – Βίος και Λογος»

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο