Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

 

Ποιός εἶναι ὁ πραγματικός Ἄσωτος;

Η σημερινή Κυριακή εἶναι ἀφιερωμένη στον άσωτο υἱό. Καί ἐάν ἐρωτήσωμε, ποιός εἶναι ὁ ἄσωτος υἱός, θα εἰσπράξωμε τήν ἀπάντησιν ὅτι εἶναι αὐτός πού απήτησεν ἀπό τόν πατέρα του το μερίδιο της περιουσίας του και, αφοῦ ἔφαγεν ὅ,τι ἐδικαιοῦτο, με τους φίλους του και τις κακές γυναῖκες, ἐπέστρεψε μετανοιωμένος στον πατέρα του, ζητῶν νά τόν συγχωρήση.

Το ερώτημα που δημιουργείται είναι: Ὑπό ποία ἔννοια εἶναι ἄσωτος ὁ μικρός υἱός; Τί εἴδους ασωτεία είχε; Ας ἐξετάσωμε λοιπόν τοῦτο, στηριζόμενοι στις δύο βασικές ἔννοιες τῆς λέξεως ἄσωτος, στο πλαίσιο τῆς σημερινής Εὐαγγελικῆς Παραβολής.

Κατά μία έννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ ἀκόλαστος, ὁ ἀνήθικος, ὁ ἄνθρωπος που κατασπαταλά το «βιός» του στις ἐφήμερες ἀπολαύσεις. Ὑπό αὐτήν τήν ἔννοια ὄντως ἄσωτος υἱός εἶναι ὁ μικρός, ὁ νεώτερος υἱός, διότι κατεσπατάλησε την περιουσία του σε γλεντοκοπήματα καί ἐφήμερη ζωή.

Κατά μία ἄλλη ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος δέν μπορεῖ να σωθῆ ἢ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος δεν συμβάλλει, ἀλλἀ ἀντιθέτως ἐμποδίζει την σωτηρία κάποιου ἄλλου. Υπό αὐτήν τήν ἔννοια, ἄσωτος εἶναι ὁ μεγάλος υἱός τῆς Παραβολῆς, ὁ ὁποῖος ἔδειξεν ἀπρεπέστατο χαρακτῆρα καί ἀήθη διαγωγή στην ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Εάν προσεγγίσωμε τα στοιχεία αὐτῆς τῆς Παραβολής, θα διαπιστώσωμεν ὅτι ὁ Χριστός ανέφερεν αὐτήν, ἐπειδή Τον κατηγόρουν οἱ Γραμματείς και Φαρισαῖοι ὅτι συνέτρωγε μετά ἁμαρτωλῶν, καί πολλές φορές συνανεστρέφετο με αὐτούς. Προφανῶς δεν εἶχαν ἀντιληφθῆ ὅτι ἔρχεται στιγμή που ὁ ἁμαρτωλός ἀποτινάσσει την ἁμαρτωλότητά του καί ἐλευθερώνεται ἀπ’ αὐτῆς· καί σέ αὐτό βεβαίως βοηθεῖ ὁ Χριστός.

Πληροφορούμεθα λοιπόν σήμερον ὅτι μπορεῖ κάποιος να πέση στην ἐσχάτη βαθμίδα τῆς ἁμαρτίας, όμως στην συνέχεια να συνέλθη και να επιστρέψη μετανοιωμένος. Πληροφορούμεθα επίσης για την φιλανθρωπία τοῦ πατρός πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν Χριστό ἀλλα καί γιά τήν μέ εὐχαρίστησιν ἀποδοχή τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ ἁμαρτήσαντος και μετανοήσαντος μικροῦ υἱοῦ του.

Ἐδῶ συνεπῶς δέν ἔχομε πρόβλημα, καθόσον ἔχομε καθαράν τήν ἔννοια της μετανοίας ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί τήν σωτηρία του. Το πρόβλημα είναι στον μεγάλο υἱό, ὁ ὁποῖος εἶναι σαφέστατα ἡ εἰκόνα τῶν Γραμματέων και Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι ἐγόγγυζαν ὅταν ἔβλεπαν τον Ἰησοῦ Χριστό να συγχωρή τους ἁμαρτωλούς και να τους βάζη στην μερίδα τῶν δικαίων. Αὐτό ουδόλως τό ἤθελαν οἱ Φαρισαίοι. Οι Φαρισαῖοι ἤθελαν νά ὑπάρχουν οἱ ἁμαρτωλοί για να φαίνεται ὅτι αὐτοί μόνον εἶναι δίκαιοι καί καλοί· γι’ αὐτό καί ἡγωνίζοντο να ἐμποδίσουν την σωτηρία τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ο μεγάλος λοιπόν υἱός, ὡς ἐκφραστής τοῦ πνεύματος τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ἀντιδρᾶ στό ἄκουσμα ότι ὁ πατέρας του ἐδέχθη μέ χαρά τόν ἐπιστρέψαντα νεώτερο ἀδελφό του, και μάλιστα ὅτι ἐθυσίασε τόν μόσχο τον σιτευτόν. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα φαίνεται καθαρῶς ὅτι ἡ ἐπίθεσίς του ἐστρέφετο ἐμμέσως μέν πρός τόν μικρό του αδελφό, ἀμέσως δέ πρός τόν πατέρα του.

Σέ ἐκεῖνον ἐπέρριψε τήν εὐθύνη πού ὁ μικρός ξαναευρίσκετο στο σπίτι. Δηλαδή ἐκείνη τήν στιγμή ὁ μεγάλος υἱός ἐφανέρωσεν ἀκριβῶς τό μίσος που ἔτρεφαν οι Γραμματείς και Φαρισαίοι στον Ἰησοῦ Χριστό, ἐπειδή εδέχετο την μετάνοια των ἁμαρτωλῶν και τους ὡδήγει στην οδό τῆς σωτηρίας.

Διεμαρτύρετο προς τον πατέρα του σαν δίκαιος, απαριθμῶν τα καλά του στοιχεία, ότι δηλαδή «ουδέποτε έντολήν του παρέβη καί ὅτι οὐδέποτε διεσκέδασε με τους φίλους του κλπ. Καί μόνον αὐτή ἡ διαμαρτυρία προς τον πατέρα του δειχνύει ὅτι δέν ἦτο κατά αλήθειαν δίκαιος, ἀλλά καί ὅτι δέν προσεπάθει νά γίνη δίκαιος, καθότι αυτοί πού ζοῦν ἐπί τῆς γῆς ἀγωνίζονται για να αναγνωρισθοῦν δίκαιοι ὄχι στην γῆ ἀπό τούς ἀνθρώπους αλλά στον οὐρανό ἀπό τόν Θεό.

Ποιός πραγματικός δίκαιος καυχάται και διατυμπανίζει ὅτι ὑπηρέτησε πολλά ἔτη τον Θεό, Ποιός ἀληθῆς δίκαιος ἐξελέγχει και καταδικάζει ἕνα ἁμαρττωλό; Δεν ἦτο λοιπόν δίκαιος, διότι ὁ δίκαιος δέν ἀντιδρά στην σωτηρία ἑνός ἁμαρτωλοῦ καί μάλιστα ὅταν αὐτός ὁ ἁμαρτωλός εἶναι ὁ ἀδελφός του. Ὁ δίκαιος χαίρεται μαζί μέ τούς ἀγγέλους, καθότι «χαρά ἔσται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. 15,7).

Δεν ὑπάρχει καμμία αμφιβολία ὅτι ὁ μικρός υἱός ἦταν ἄσωτος· ἀλλά εἶχε κοινωνική ασωτεία. Δέν ἐχρησιμοποίησε το μυαλό του για κάτι δημιουργικό· εὗρεν ἕτοιμη περιουσία καί, ἀντί νά τήν αὐξήση, τήν ἐσκόρπισε στους πέντε ἀνέμους. Δέν έχρησιμοποίησε την ικμάδα τῆς νεότητός του  για να οἰκοδομήση στην Κοινωνία μία προσωπικότητα ἐπαινετή καί ἀξιοσέβαστη, ἀλλά τήν ἔρριψε στον βούρκο τῆς ἀθλιότητος καί τοῦ εὐτελισμοῦ. Ὅμως συνῆλθε, μετένόησε καί ἐπέστρεψε· εὗρε δηλαδή τόν ἑαυτόν του, ἔστω καί ὀλίγον καθυστερημένα. Είχε λοιπόν κοινωνική ἀσωτεία, ἀλλά μέ τήν μετάνοιά του ήλευθερώθη.

Αντιθέτως, ὁ μεγάλος υἱός είχε ψυχική ασωτεία. Εἰχεν ὕπουλο εὐσεβισμό, ἐπικίνδυνο εγωισμό καί ἄκρατο μίσος ἔναντι τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἀνθρώπων που Τον ήκολούθουν καί πού δέν ἀνῆκαν στην φαρισαϊκή τάξιν. Είχε ψυχική διαστροφή γι’ αὐτό καί δέν ἐλύγισε στα παρακάλια τοῦ πατρός του να χαρή γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του.

Αὐτή ἡ ἀσωτεία εἶναι ὅ,τι ἐπικινδυνότερο υπάρχει στόν ἄνθρωπο, διότι εἶναι ἀσωτεία χωρίς γυρισμό, χωρἷς ἐπιστροφή. Ὁ μικρός υἱός ἀσώτευσε κοινωνικῶς, ἀλλά μετενόησε καί ἐσώθη· ὁ μεγάλος υἱός εἶχε τήν ἀσωτεία φωλιασμένη στην ψυχή του· δέν μετενόησε, γι’ αυτό και ἐχάθη. Γι’ αὐτό καί ἡ Εὐαγγελική περικοπή τελειώνει με την ἀπογοητευτική παρατήρησιν τοῦ πατρός του πρός αὐτόν, ὅτι ἔπρεπε νά εὐχαριστηθῆ καί νά χαρῆ γιά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀδελφοῦ του. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε ψυχρός καί ἀμετανόητος. Ἄρα, το βάθος τοῦ νοήματος τῆς ἀσωτείας ἐγγίζει τόν μεγάλο αδελφό, ὁ ὁποῖος μέ τήν φαρισαϊκή συμπεριφορά του ἔχασε την σωτηρία παρέμεινε ἄσωτος.

Ας προσευχώμεθα λοιπόν, καί ἡ ἁγία μας Εκκλησία ᾶς εὔχεται να μᾶς προστατεύη ὁ Θεός καί ἀπό τίς δύο ἀσωτείες: Ἀπό τήν πρώτη, ἐκ τοῦ φόβου μήπως δεν μετανοήσωμε και χαθοῦμε μέσα στον συναγελασμό μας μέ ἀθλίους ἀνθρώπους. Καί ἀπό τήν δευτέρα, ἐκ τοῦ φόβου μήπως περιπέσωμε στην φαρισαϊκή καί ὑποκριτική ἀσωτεία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ὕπουλη ἀπομάκρυνσις ἀπό τοῦ Θεοῦ καί ἡ βεβαία ἀπώλεια τῆς σωτηρίας μας.

Χαράλαμπος Σωτηρόπουλος Θεολόγος και Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (Λουκ. ιε´ 11-32) 
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολήν ταύτην· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. Καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. 
Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲἐ λθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ᾿Αναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου· οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. 
῎Ετι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου. Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. Καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. 
῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ, ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει, καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ᾿Ωργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ῾Ο οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ῾Ο δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ῾Ο δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Ο εορτασμός της μνήμης των Εθνοϊερομαρτύρων Μητροπολιτών της Μικρασιατικής Καταστροφής στον Ιερό Ναό μας. (Φωτο)

Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού τιμήθηκε στον Ιερό Ναό μας η μνήμη των Αγίων της Μικράς Ασίας, που θυσιάστηκαν υπέρ πίστεως και πατρίδος, κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, του Περίβλεπτου Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου και των λοιπών Ιεραρχών, Κληρικών και λαϊκών μαρτύρων της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ιωνικής γης. Τελέσθηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Σεβ. Ποιμενάρχου μας κ. Δανιήλ. Κατά τη διάρκεια του κοινωνικού, αναγνώσθηκε η Εγκύκλιος του Σεβασμιωτάτου για την 102α επέτειο της Μικρασιάτης Καταστροφής από τον Ιεροκήρυκα π. Καλλίνικο Νικολάου. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας τελέστηκε Επιμνημόσυνη δέηση υπέρ «πάντων των υπέρ πίστεως και πατρίδος εν τη Μικρά Ασία, Πόντω και Αρμενία κατά την Μικρασιατικήν Εκστρατείαν ηρωϊκώς αγωνισαμένων και μαρτυρικώς σφαγιασθέντων, ολοκαυτωθέντων και οιωδήποτε τρόπω τελειωθέντων πατέρων και αδελφών ημών». Πριν το «Δι΄ ευχών» ο Σεβασμιώτατος απευθυνόμενος στο εκκλησίασμα το παρότρυνε να τιμά και να σέβεται τους Μάρτυρες της εκκλησίας και τούς ήρωες της πατρίδας μας.

διαβάστε περισσότερα »

Η Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στον Ιερό Ναό μας. (Φωτο)

Τoν Σταυρόν σου προσκυνοῦμε Δέσποτα και την ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν. Πανηγυρικά και με την συμμετοχή πλήθους πιστών εορτάσαμε και φέτος, Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό μας της Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού.

διαβάστε περισσότερα »

Η σημασία του Τιμίου Σταυρού στη ζωή της Εκκλησίας μας.

Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας. Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν. Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού. Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησίας μας, η οποία διασώζει, μόνη Αυτή, ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου. Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας. Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6,13), διότι «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι» (Α΄Κορ.1,17», επειδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (Α΄Κορ.1,30) ως ο «Εσταυρωμένος» (Α΄Κορ.1,23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως αίσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5,8-10). Ο σταυρικός θάνατος του Χριστού είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο! Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3,1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς. Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄Ιωάν.4,8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή. Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως. Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμονος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια, διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας. Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν.3ο κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη

διαβάστε περισσότερα »

Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.

  Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει την παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Η γιορτή είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Συγχρόνως όμως αναφέρεται στη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου, γι΄ αυτό και τιμάται με αυστηρή νηστεία, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία, είναι το ίδιο που διαβάζεται και τη Μεγ. Παρασκευή. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ήταν ημέρα γενικής αργίας, αλλά μετά τον πόλεμο οι εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ από έξη έγιναν πέντε, η εορτή του Σταυρού είναι εργάσιμη ημέρα. Το 326, ένα χρόνο μετά την πρώτη οικουμενική Σύνοδο, η αγία Ελένη πήγε στα Ιεροσόλυμα, να προσκυνήσει τους αγίους τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό, για τις νίκες και τις θριαμβευτικές επιτυχίες του παιδιού της και πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Τότε έκτισε διάφορους ναούς, όπως στο όρος των Ελαιών και στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Με διαταγή του Κωνσταντίνου ανέλαβε να κτίσει μεγάλο ναό στο λόφο του Γολγοθά, εκεί που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Εκεί, πριν από διακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Αδριανός, για να εμποδίσει τους χριστιανούς να προσκυνούν τον άγιο τόπο, είχε αναγείρει ναό αφιερωμένο στην Αφροδίτη. Η άγια Ελένη κατεδάφισε τον ειδωλολατρικό ναό, ξεκαθάρισε τον τόπο, εξακρίβωσε τη θέση που σταυρώθηκε ο Κύριος και βρήκε τον τίμιο Σταυρό. Η είδηση ότι βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός διαδόθηκε σ’ όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο. Έτρεξαν λοιπόν όλοι, και μάλιστα οι πιστοί της Παλαιστίνης, για να προσκυνήσουν το τίμιο ξύλο. Όταν τελείωσε ο ναός της Αναστάσεως, που έκτισε η αγία Ελένη πάνω στο λόφο του Γολγοθά, στις 14 Σεπτεμβρίου του 336 έγιναν επίσημα και με κάθε λαμπρότητα τα εγκαίνια. Τότε ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Μακάριος, επειδή το πλήθος του λαού ήταν πολύ, για να δουν όλοι και να προσκυνήσουν, ανέβηκε στον άμβωνα, που ήταν στη μέση του ναού και ύψωσε τον τίμιο Σταυρό. Οι πιστοί προσκυνούσαν, κάνοντας το σταυρό τους κι έλεγαν «Κύριε, ελέησον». Αυτή λοιπόν την ύψωση του τιμίου Σταυρού γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία και υψώνει τον τίμιο Σταυρό στη μέση του ναού. Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η αγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηρά­κλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Εκεί, πάλι στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον…», Η ανεύρεση του τιμίου Σταύρου από την αγία Ελένη και η δεύτερη ύψωσή του στον άμβωνα από τον Πατριάρχη Ζαχαρία συνοδεύονται με δύο θαύματα. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας. Η αγία Ελένη βρήκε τρεις σταυρούς· οι άλλοι δύο ήσαν των δύο ληστών. Γεννήθηκε λοιπόν απορία ποιός ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Εκεί κοντά βέβαια βρέθηκε η επιγραφή του Πιλάτου «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά ο Πατριάρχης Μακάριος άγγιξε την ετοιμοθάνατη γυναίκα με το τίμιο Ξύλο κι η άρρωστη αμέσως έγινε καλά. Το δεύτερο θαύμα είναι ότι, ανεβαίνοντας με το τίμιο Ξύλο προς το Γολγοθά, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος σταμάτησε και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Τότε ο Πατριάρχης Ζα­χαρίας του είπε κι έβγαλε το βασιλικό στέμμα και τα υποδήματά του. Κι αμέσως ξεκίνησε. Η Εκκλησία, τιμά και προσκυνεί τιμητικά τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα άμφια της υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο τον τίμιο Σταυρό του Κυρίου, που είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκ­κλησίας και πιστών το στήριγμα». Από τότε που η αγία Ελένη βρήκε τον τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα, είναι μεγάλο απόκτημα και θησαυρός για κάθε πόλη και μοναστήρι, που μπορεί να έχει ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίμιο Ξύλο. «Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού… ελεήσαι και σώσαι ημάς». Αμήν. Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης +Διονυσίου, «Εικόνες έμψυχοι»

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο