Τί είναι ο Μεγάλος Κανόνας που ψάλλεται σήμερα; Γιατί ονομάστηκε έτσι;

Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες. Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων προστίθενται δυο νέες μεγάλες ακολουθίες: Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος.

Πότε ψάλλεται ο Μεγάλος Κανόνας;

Ο Μεγάλος Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε’ εβδομάδας. Στις ενορίες , ωστόσο, ψάλλεται και ανεξάρτητα από τον όρθρο, ως μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου.

Γιατί ονομάζεται «Μεγάλος»;

Ο Μεγάλος Κανόνας στην μορφή του έχει μια χαρακτηριστική ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία του συνίσταται στο ότι συγκρινόμενος προς τους άλλους ομοίους του κανόνες, είναι «μέγας». Μέγας στην απόλυτη του έννοια. Μεγαλύτερος δεν μπορούσε να υπάρξει· και τούτο γιατί ο ποιητής θέλησε να συνθέσει όχι τρία ή τέσσερα τροπάρια για την κάθε ωδή, όπως συνήθως έχουν οι άλλοι κανόνες, αλλά πολύ περισσότερα: τόσα, όσα είναι και όλοι οι στίχοι των ωδών, έτσι ώστε στον καθένα στίχο να αντιστοιχεί και να παρεμβάλλεται κατά την ψαλμωδία από ένα τροπάριο. 250 είναι οι στίχοι των ωδών, 250 και τα τροπάρια του Μ. Κανόνα, ενώ οι συνήθης κανόνες έχουν γύρω στα 30. Σήμερα τα τροπάρια του Μ. Κανόνα είναι κατά 30 περίπου περισσότερα από τα αρχικά. Μεταγενέστεροι υμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια για την οσία Μαρία την Αιγυπτία και για τον ίδιο τον Ανδρέα.

Ποιός είναι  ο ποιητής – δημιουργός του Μεγάλου Κανόνα;

Τον Μεγάλο Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσόλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Αν και το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα έγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για είκοσι χρόνια και ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές θέσεις και τέλος γύρω στο 711 ή 712 εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Στη Κρήτη συμμετέχει στις ταλαιπωρίες του ποιμνίου του που οφείλονταν στις Αραβικές επιδρομές. Εμψυχώνει το λαό στις θλίψεις και προσεύχεται για τη σωτηρία του. Με τις προσευχές του σταματά τη μεγάλη ανομβρία και σταματά τη μάστιγα της πείνας. Ιδρύει μεγάλο «Ξενώνα» στον οποίο περιθάλπονται οι γέροντες και οι άρρωστοι, φιλοξενούνται οι ξένοι και οι φτωχοί διακονώντας ο ίδιος. «Με τα χέρια του υπηρετούσε τους ασθενείς και τους έπλενε τα πόδια και το κεφάλι, καθάριζε τις πληγές τους και τα τραύματα τους. Σ’ αυτό το σημείο τον οδηγούσε η αγάπη του πρός τον Θεό και τον πλησίον» σημειώνει ο βιογράφος του.

Ο άγιος Ανδρέα ο Κρήτης είχε μεγάλη ευλάβεια και ιδιαίτερη αγάπη του πρός την Παναγία. Αφιέρωσε πλήθος ύμνων και εγκωμιαστικών λόγων στις εορτές της. Έκτισε δε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν της Θεοτόκου που τον ονόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δε για την επισκευή των παλαιών και παραμελημένων ναών τους οποίους «ευπρεπώς κατεκόσμησε».

Πέθανε στις 4 Ιουλίου 740 στην Ερεσό της Λέσβου, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη μετά από ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, είτε και εξόριστος εκεί – ήταν υποστηρικτής των αγίων εικόνων. Στην παραλία της Ερεσού τιμάται μέχρι σήμερα ο τάφος του, μια μεγάλη σαρκοφάγο, που βρίσκεται πίσω από το άγιο βήμα της ερειπωμένης βασιλικής της Αγίας μάρτυρος Αναστασίας, όπου κατά τους βιογράφους του είχε ταφεί. Η καθιέρωση του ως Αγίου έγινε πολύ νωρίς.

Ο Ανδρέας ήταν λόγιος κληρικός, εκκλησιαστικός ρήτορας και υμνογράφος. Η φιλολογική και υμνογραφική του παραγωγή είναι αξιόλογη Οι λόγοι του είναι κυρίως εγκωμιαστικοί. Σώζονται ομιλίες στις Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές και σε διαφόρους αγίους. Στις ομιλίες του φαίνεται η ρητορική του τέχνη, η άριστη γνώση της αττικής γλώσσας, η βαθιά γνώση της βίβλου, ιδιαίτερα της Π.Δ που ερμηνεύει αλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ως ο καλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Βυζαντινής εποχής.

Τα χαρακτηριστικά των λόγων του είναι η «έντεχνος ρητορική επεξεργασία και τα υψηλά θεολογικά νοήματα». Το υμνογραφικό του έργο είναι πλουσιότερο των ρητορικών του λόγων. Εφεύρε το είδος των Κανόνων που ψάλλονται μέχρι σήμερα και διακρίνονται για την σαφήνεια και το διδακτικό τους χαρακτήρα. Το σπουδαιότερο όμως υμνογραφικό του έργο είναι ο Μ. Κανόνας. Τον έγραψε, όπως φαίνεται από διάφορες ενδείξεις, περί το τέλος της ζωής του, κατά δε την μαρτυρία ενός συναξαρίου, στην Ερεσό, λίγο πριν πεθάνει. Αν η πληροφορία αυτή είναι αληθινή, ο Μ. Κανόνας είναι το κύκνειο άσμα του υμνογράφου μας.

Για να καταλάβουμε την ποιητική του δομή πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκβαση. Το έργο αυτό ανήκει στο ποιητικό είδος των κανόνων, που κατά πολλούς έχει την αρχή του σ’ αυτόν τον ίδιο τον Ανδρέα. Είναι δε οι κανόνες ένα σύστημα τροπαρίων, που γράφονταν για ένα ορισμένο λειτουργικό σκοπό: να διακοσμήσουν τη ψαλμωδία των 9 ωδών του Ψαλτηρίου, που στιχολογούνταν στον όρθρο. Όλος ο κανόνας ψάλλεται σε ένα ήχο. Κάθε όμως ωδή παρουσιάζει μια μικρή παραλλαγή στη ψαλμωδία κατά τρόπο, που να διατηρείται μεν η μουσική ενότητα στον όλο κανόνα, αφού όλος ψάλλεται στον ίδιο ήχο, αλλά και να σπάει και η μονοτονία με τις παραλλαγές στην ψαλμωδία που παρουσιάζει κάθε μια ωδή.

Ποιο είναι το περιεχόμενο του Μεγάλου Κανόνα;

Ο Μεγάλος Κανόνας παρουσιάζει το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους που κατάστρεψε τη δυνατότητα της κοινωνίας του με τον Θεό. Στον Μεγάλο Κανόνα ο ποιητής θεωρεί και βιώνει το γεγονός της πτώσεως προσωπικά. Με την καθημερινή αμαρτία του ταυτίζεται με τον πρωτόπλαστο Αδάμ του οποίου γίνεται μιμητής. Η ψυχή του ακολουθεί τη πορεία της Εύας. «Αλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες την πρώτη Εύα; Κοίταξες πονηρά και πληγώθηκες πικρά». Ο άγιος αναφέρεται στην ύπαρξη που κληρονομήσαμε μετά τη πτώση που συνδέεται με τη φθορά και το θάνατο. Με τους πρωτόπλαστους έχουμε οντολογική αλληλεγύη. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και η ομολογία της σφραγίζει ολόκληρο τον Μ. Κανόνα.

Είναι ένα κύκνειο άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος, ένας μακρύς θρηνητικός μονόλογος, είναι ο Αδαμιαίος θρήνος. Ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του. Αισθάνεται ότι οι ημέρες του είναι πια λίγες, ο βίος του έχει περάσει. Αναλογίζεται τον θάνατο και την κρίση του δίκαιου κριτή, που τον αναμένει. Και έρχεται να κάνει μια αναδρομή, μια ανασκόπηση του πνευματικού του κόσμου. Κάθεται να συζητήσει με τη ψυχή του. Ο απολογισμός όμως δεν είναι ενθαρρυντικός. Ο βαρύς κλοιός της αμαρτίας στον συμπνίγει. Η συνείδηση τον ελέγχει. Και ο ποιητής θρηνεί διαρκώς για την άβυσσο των κακών τους πράξεων. Στον θρήνο αυτό συμπλέκεται η αναδρομή στην Αγία Γραφή.

Αυτό κυρίως δίνει την μεγάλη έκταση στο ποίημα. Ο σύνδεσμος όμως του θρήνου με την Γραφή είναι πολύ φυσικός. Σαν άνθρωπος του Θεού ο ποιητής, ανοίγει το βιβλίο του Θεού για να αξιολογήσει τα πεπραγμένα του. Εξετάζει ένα προς ένα τα παραδείγματα του ιερού βιβλίου. Στις οκτώ πρώτες ωδές παίρνει τα παραδείγματα του από τη Παλαιά Διαθήκη.

Στη εννάτη ωδή από την Καινή Διαθήκη. Το αποτέλεσμα της συγκρίσεως είναι κάθε φορά τρομερό και αιτία νέων θρήνων. Έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις όλων των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως και τις καλές πράξεις των αγίων. Δεν του μένει παρά η μετάνοια, η συντριβή και η καταφυγή στο έλεος του Θεού. Και εδώ ανοίγει η αισιόδοξη προοπτική του ποιητή. Βρήκε την πόρτα του παραδείσου, την μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δεν έχει να παρουσιάσει· προσφέρει όμως στον Θεό τη συντετριμμένη του καρδιά και την πνευματική του φτώχια.

Τα βιβλικά παραδείγματα του Δαυίδ,του προφήτη Ιερεμία, των βασιλέων Μανασσή και Εζεκία από την Π. Δ και του Πέτρου, της Μάρθας και της Μαρίας, της Χαναναίας, του τελώνη, της πόρνης και του ληστή τον ενθαρρύνουν. Πολλές φορές επανέρχεται χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μετάνοιας της πόρνης και παρακαλεί τον Κύριο να δεχθεί τα δικά του δάκρυα όπως δέχθηκε και τα δικά της και να του συγχωρήσει τις αμαρτίες του. Ο κριτής θα ευσπλαχνισθεί και αυτόν, που αμάρτησε πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους. Ψάλλεται σε ήχο πλ. του β’. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστής του πένθους και της συντριβής.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Τρέξε όσο πιο γρήγορα γίνεται στον πνευματικό σου.

Αν βλέπεις με το νου σου δαιμόνια (λογισμούς κακίας, πονηρίας, εμπάθειας, αισχρότητας), ταπεινώσου και προσπάθησε να μη βλέπεις και τρέξε όσο πιο γρήγορα γίνεται στον πνευματικό σου γέροντα, στον οποίο παραδόθηκες. Πες του τα όλα, και τότε ο Κύριος θα σε ελεήσει και θα σωθείς από την πλάνη. Αν, όμως, νομίζεις ότι εσύ γνωρίζεις περισσότερα για την πνευματική ζωή από τον πνευματικό και πάψεις να του λες τι σου συμβαίνει, εξαιτίας αυτής της υπερηφανείας, θα παραχωρηθεί αναπόφευκτα κάποιος πειρασμός, για να σε συνετίσει. Πέφτουμε στην πλάνη, όταν νομίζουμε ότι είμαστε πιο φρόνιμοι και έμπειροι από τους άλλους, ακόμη και από τον πνευματικό μας πατέρα. Έτσι σκέφτηκα κι εγώ με την απειρία μου και γι’ αυτό υπέφερα. Κι ευχαριστώ από την καρδιά μου τον Θεό, γιατί με τον τρόπο αυτό με ταπείνωσε και με νουθέτησε και δεν απέσυρε το έλεός Του από μένα. Και τώρα σκέφτομαι ότι, χωρίς εξομολόγηση στον πνευματικό δεν είναι δυνατόν να απαλλαγούμε από την πλάνη, γιατί στον πνευματικό έδωσε ο Θεός τη χάρη του δεσμείν και λύειν. Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης  

διαβάστε περισσότερα »

Τους πονείς τους φτωχούς;

  Αργά τα άνοιξε τα μάτια του ο πλούσιος! Τότε που είδε στην αγκαλιά του Αβραάμ τον Λάζαρο! Τον άνθρωπο, που δεν καταδεχόταν ούτε να του ρίξει μια ματιά, όταν τον εύρισκε να περιμένει έξω από την πόρτα του! Και τότε το κατάλαβε καλά, τι σημαίνει εκείνο, που λίγο πριν ποτέ δεν θέλησε να το καταλάβει. Στην κόλαση βρέθηκε υποχρεωμένος, θέλοντας και μη, να κάμει έναν απολογισμό. Εκεί, αναγκάσθηκε να ψάξει να ιδεί, τι του είχε γίνει αφορμή να χάσει, η κακή του εκείνη διάθεση, που δεν τον άφηνε να ιδεί στο πρόσωπο του φτωχού Λαζάρου τον «πλησίον» του: δηλ. έναν συνάνθρωπο, που έπρεπε να τον περιμένει ότι μπορούσε κάποτε να βρεθεί και ο ίδιος στην θέση του και είχε γι’ αυτό χρέος να τον συμπονάει. Ας ρίξουμε μια ματιά στην άθλια κατάσταση, που είχε βρεθεί τότε ο πλούσιος. Τώρα είχε φθάσει στο άκρο αντίθετο! Τότε είχε μεγάλη αφθονία. Τότε γλεντούσε, όσο πιο καλά μπορούσε. Τώρα τα είχε χάσει όλα. Και όσο πιο πολύ σκεπτόταν την μεγάλη αντίθεση, τόσο πιο πολύ τον έτσουζε. Και γι’ αυτό είπε: «Πατέρα, Αβραάμ, λυπήσου με. Και στείλε τον Λάζαρο, να «βουτήξει» έστω και ένα δάχτυλό του σε νερό, να μου δροσίσει λίγο την γλώσσα γιατί υποφέρω πολύ μέσα σε αυτές τις φλόγες» (Λουκ. 16,24). Από τα λόγια αυτά, ασφαλώς δεν πρέπει να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι αρκεί μια σταγόνα νερό, για να ανακουφίσει και να δροσίσει. Τα λόγια αυτά μας λένε μόνο, ότι εκείνοι που έχουν πολλές αμαρτίες, εκεί θα υποφέρουν πολύ, εκεί θα ταλαιπωρηθούν πολύ, από την φοβερή εκείνη φωτιά, από την αίσθηση του βάρους της αμαρτίας τους. Από τα λόγια αυτά του πλουσίου, μαθαίνουμε μόνο ότι: Στην τελική κρίση του Κυρίου η ποινή θα είναι κάτι το ανάλογο με την εσωτερική μας αθλιότητα. Ο πλούσιος, σπρωγμένος από την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόταν, αναγκάστηκε να ζητήσει μια σταγόνα νερό! Εδώ στην γη, σπρωγμένος από την φιλαργυρία και ασπλαχνία του, είχε καταντήσει να μη δίνει ούτε μια σταγόνα νερό! Άραγε μπορούσε ποτέ, να βρεθεί γι’ αυτόν κατάσταση πιο δίκαιη, μέχρι τις τελευταίες της λεπτομέρειες και ταυτόχρονα πιο οδυνηρή; Ζητάει μια σταγόνα νερό! Ποιος; Εκείνος, που στον φτωχό δεν έδινε ούτε ψίχουλο ψωμί. Τον έκαμε ο Θεός, να ποθήσει σταγόνα νερό! Για να τον κάμει να καταλάβει, τι φοβερό πράγμα είναι η φτώχεια. Και πόσο χρειάζεται να είμαστε πονετικοί στην φτώχεια. Απόδοση: Αρχιμ. Α.Μ. Από το περιοδικό Λυχνία, της Ι. Μητρ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, τεύχος Νοεμβρίου 2004

διαβάστε περισσότερα »

Η προσευχή της Μεγάλης Τεσσαροκοστής.

Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, πνεύμα αργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, και αργολογίας μη μοι δώς. Πνεύμα δε σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης χάρισαί μοι τώ σώ δούλω. Ναι, Κύριε Βασιλεύ,δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα,καί μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου, ότι ευλογητός εί εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.» Ερμηνευτική απόδοση “Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου, μην επιτρέψεις να με κυριεύσει το πνεύμα της αργίας, τής περιέργειας, της φιλαρχίας, και της αργολογίας. Χάρισε Εσύ σε μένα, τον τιποτένιο δούλο Σου, πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης. Ναι, Κύριε, και Βασιλιά μου, δός μου το χάρισμα να βλέπω μόνο τις δικές μου αμαρτίες και τα λάθη και να μη κατακρίνω τον αδελφό μου. Για Σένα που είσαι άξιος κάθε τιμής και δοξολογίας στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.” Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ Ανάμεσα σ’ όλες τις προσευχές και τους ύμνους της Μεγάλης Σαρακοστής μία σύντομη προσευχή μπορεί να ονομαστεί η προσευχή της Μεγάλης Σαρακοστής. Η Παράδοση την αποδίδει σ’ έναν από τους μεγάλους δασκάλους της πνευματικής ζωής, τον άγιο Εφραίμ το Σύρο… Τούτη η προσευχή λέγεται δύο φορές στο τέλος κάθε ακολουθίας της Μεγάλης Σαρακοστής από τη Δευτέρα ως την Παρασκευή (δεν τη λέμε το Σάββατο και την Κυριακή, όπως θα δούμε και ποιο κάτω, γιατί οι ακολουθίες αυτές τις δύο μέρες δεν έχουν το τυπικό της Σαρακοστής). Την πρώτη φορά λέγοντας την προσευχή κάνουμε μία μετάνοια σε κάθε αίτηση. Έπειτα κάνουμε δώδεκα μετάνοιες λέγοντας: «ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Ολόκληρη η προσευχή επαναλαμβάνεται με μία τελική μετάνοια στο τέλος της προσευχής. Γιατί αυτή η σύντομη και απλή προσευχή κατέχει μία τόσο σημαντική θέση στην όλη λατρεία της Μεγάλης Σαρακοστής; Διότι απαριθμεί, μ’ ένα μοναδικό τρόπο, όλα τα αρνητικά και τα θετικά στοιχεία της μετανοίας και αποτελεί, θα λέγαμε, ένα «κανόνα ελέγχου» του προσωπικού μας αγώνα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Αυτός ο αγώνας σκοπεύει πρώτα απ’ όλα στην απελευθέρωσή μας από μερικές βασικές πνευματικές ασθένειες που διαμορφώνουν τη ζωή μας και μας κάνουν πραγματικά ανίσχυρους ακόμα και για να κάνουμε αρχή στροφής στον Θεό. Η βασική ασθένεια είναι η αργία. Είναι η παράξενη εκείνη τεμπελιά και η παθητικότητα ολόκληρης της ύπαρξής μας που πάντα μας σπρώχνει προς τα «κάτω» μάλλον, παρά προς τα «πάνω» και που διαρκώς μας πείθει ότι δεν είναι δυνατό ν’ αλλάξουμε και επομένως δεν χρειάζεται να επιθυμούμε την αλλαγή. Είναι ένας βαθιά ριζωμένος κυνισμός που σε κάθε πνευματική πρόκληση απαντάει με το «γιατί;» και καταντάει τη ζωή μας μία απέραντη πνευματική φθορά. Αυτή είναι η ρίζα όλης της αμαρτίας γιατί δηλητηριάζει κάθε πνευματική ενεργητικότητα στην ποιο βαθιά της πηγή. Το αποτέλεσμα της «αργίας», είναι η λιποψυχία. Είναι μία κατάσταση δειλίας που όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας τη θεώρησαν ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο της ψυχής. Η λιποψυχία, η αποθάρρυνση, είναι η ανικανότητα του ανθρώπου να βλέπει καθετί καλό η θετικό! Είναι η αναγωγή των πάντων στον αρνητισμό και στην απαισιοδοξία. Είναι στ’ αλήθεια μία δαιμονική δύναμη μέσα μας, γιατί ο Σατανάς είναι βασικά ένας ψεύτης. Ψιθυρίζει ψευτιές στον άνθρωπο για τον Θεό και για τον κόσμο· γεμίζει τη ζωή με σκοτάδι και αρνητισμό. Η λιποψυχία είναι η αυτοκτονία της ψυχής, γιατί όταν ο άνθρωπος κατέχεται απ’ αυτή είναι εντελώς ανίκανος να δει το φως και να τα επιθυμήσει. Πνεύμα φιλαρχίας! φαίνεται παράξενο πως η αργία και η λιποψυχία είναι ακριβώς εκείνα που γεμίζουν τη ζωή μας με τον πόθο της φιλαρχίας. Μολύνοντας όλη μας την τοποθέτηση απέναντι στη ζωή, κάνοντάς την άδεια και χωρίς νόημα, μας σπρώχνουν ν’ αναζητήσουμε αντιστάθμισμα σε μία ριζικά λανθασμένη στάση απέναντι στα άλλα πρόσωπα. Αν η ζωή μου δεν είναι προσανατολισμένη προς τον Θεό, αν δεν σκοπεύει σε αιώνιες αξίες, αναπόφευκτα θα γίνει εγωιστική και εγωκεντρική, πράγμα που σημαίνει ότι όλοι οι άλλοι γίνονται τα μέσα για τη δική μου ικανοποίηση. Αν ο Θεός δεν είναι ο «Κύριος και Δεσπότης της ζωής μου», τότε το εγώ μου γίνεται ο κύριος και δεσπότης μου, γίνεται το απόλυτο κέντρο του κόσμου μου και αρχίζω να εκτιμώ καθετί με βάση τις δικές μου ανάγκες, τις δικές μου ιδέες, τις δικές μου επιθυμίες και τις δικές μου κρίσεις. Έτσι η επιθυμία της φιλαρχίας γίνεται η βασική μου αμαρτία στις σχέσεις με τις άλλες υπάρξεις, γίνεται μία αναζήτηση υποταγής τους σε μένα. Δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να εκφράζεται η φιλαρχία μου σαν έντονη ανάγκη να διατάζω και να κηδεμονεύω τους «άλλους». Μπορεί επίσης να εκφράζεται και σαν αδιαφορία, περιφρόνηση, έλλειψη ενδιαφέροντος, φροντίδας και σεβασμού. Και είναι ακριβώς η «αργία», μαζί με τη «λιποψυχία» που απευθύνονται αυτή τη φορά προς τους άλλους. Έτσι συμπληρώνεται η πνευματική αυτοκτονία με την πνευματική δολοφονία. Τέλος είναι η αργολογία. Απ’ όλα γενικά τα δημιουργήματα μόνον ο άνθρωπος προικίστηκε με το χάρισμα του λόγου. Όλοι οι Πατέρες βλέπουν σ’ αυτό το χάρισμα την ακριβή «σφραγίδα» της Θείας εικόνας στον άνθρωπο, γιατί ο ίδιος ο Θεός αποκαλύφτηκε σαν Λόγος (Ιωάν. 1,1). Αλλά όντας ο λόγος το ύψιστο δώρο, είναι και ο ισχυρότερος κίνδυνος. Όπως είναι η κυρίαρχη έκφραση του ανθρώπου, το μέσο για την προσωπική του πλήρωση, για τον ίδιο λόγο, είναι και το μέσο για την πτώση του, για την αυτοκαταστροφή του, για την προδοσία και την αμαρτία. Ο λόγος σώζει και ο λόγος σκοτώνει, ο λόγος εμπνέει και ο λόγος δηλητηριάζει. Ο λόγος είναι το μέσο της Αλήθειας αλλά είναι και μέσο για το δαιμονικό ψέμα. Έχοντας μία βασικά θετική δύναμη ο λόγος, έχει ταυτόχρονα και μία τρομακτικά αρνητική. Ο λόγος, δηλαδή, δημιουργεί θετικά η αρνητικά. Όταν αποσπάται από τη Θεία καταγωγή και το Θείο σκοπό του γίνεται αργολογία. Ενισχύει την αργία, τη λιποψυχία και τη φιλαρχία και μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση. Γίνεται η κυρίαρχη δύναμη της αμαρτίας. Αυτά τα τέσσερα σημεία είναι οι αρνητικοί «στόχοι» της μετανοίας. Είναι τα εμπόδια που πρέπει να μετακινηθούν. Αλλά μόνον ο Θεός μπορεί να τα μετακινήσει. Ακριβώς γι’ αυτό και το πρώτο μέρος της προσευχής αυτής είναι μία κραυγή από τα βάθη της καρδίας του αβοήθητου ανθρώπου. Στη συνέχεια η προσευχή κινείται στους θετικούς σκοπούς της μετανοίας που πάλι είναι τέσσερις. Σωφροσύνη! Αν δεν περιορίσουμε – πράγμα που συχνά και πολύ λαθεμένα γίνεται – την έννοια

διαβάστε περισσότερα »

Μπορεί να σωθεί ένας αιρετικός;

Ένας νέος καταλαμβανόμενος από τη σκέψη, ότι και οι αιρετικοί με τα καλά έργα θα σωθούν, πήγε μετά την απόλυση της θείας Λειτουργίας στο κελί του λεγόμενου Διδασκάλου και τον ρώτησε: «Πανοσιότατε πατέρα, σήμερα μεγάλη εντύπωση μου προξένησε ο λόγος σας, αλλά επειδή ακόμα με διστάζει ο λογισμός μου, γι’ αυτό θα σας κάνω την εξής ερώτηση. Αν δύο σώφρονες και ανεπτυγμένοι άνθρωποι, ο ένας είναι τέκνο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και ο άλλος υποτάσσεται στις αιρέσεις που υπάρχουν, αν αυτοί -λέω- κάνουν έργα θεοφιλή και θεάρεστα, είναι ελεήμονες, αμνησίκακοι, σώφρονες, περιφρουρούν τη δικαιοσύνη και κάθε άλλη αρετή, αυτοί όταν πεθάνουν, θα σωθούν εξίσου;». Σε απάντηση ο Διδάσκαλος, βγάζοντας από το πορτοφόλι του ένα χαρτονόμισμα αξίας εκατό φράγκων, είπε: «Αυτό το χαρτί τι αξίζει;». Ο νέος απάντησε: «Εκατό φράγκα». Τότε του παρουσιάζει και ένα άλλο χαρτί επίχρυσο, το οποίο συνήθως χρησιμοποιούν σε διαφημίσεις, και του λέει: «Αυτό πόσο αξίζει;». Ο νέος τότε είπε: «Αυτό το χαρτί δεν αξίζει ούτε δύο λεπτά». «Και πώς -του είπε ο Διδάσκαλος- δεν αξίζει, ενώ είναι παρόμοιο με το άλλο και μάλιστα φαίνεται πιο ωραίο;». Τότε ο νέος του λέει: «Το πρώτο έχει την αξία του, γιατί έχει τη βασιλική σφραγίδα, ενώ το δεύτερο είναι άχρηστο, γιατί του λείπει αυτή η σφραγίδα». «Να, παιδί μου -του είπε ο Διδάσκαλος- με αυτό το παράδειγμα λύθηκε η απορία σου. Καθώς το πρώτο χαρτί ανήκει στον ορθόδοξο Χριστιανό, του οποίου τα θεάρεστα έργα είναι επικυρωμένα με τη βασιλική σφραγίδα του Χριστού και θα καταταγούν στο βασιλικό ταμείο, ενώ το άλλο χαρτί μη έχοντας αυτή τη σφραγίδα θα αποβληθεί έξω». Αφού άκουσε αυτά ο νέος και συγκινήθηκε πολύ, έπεσε στα πόδια εκείνου του πνευματικού πατέρα και με δάκρυα εξέφρασε τις ευχαριστίες του, διότι τον απάλλαξε από την εσφαλμένη εκείνη άποψη. (Γράφτηκε στα Κατουνάκια του Αγίου Όρους, στις 6 Οκτωβρίου 1910, από τον ελάχιστο Δανιήλ Μοναχό Κατουνακιώτη)

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο