Τί είναι ο Μεγάλος Κανόνας που ψάλλεται σήμερα; Γιατί ονομάστηκε έτσι;

Η Πέμπτη εβδομάδα των Νηστειών είναι το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής. Οι ακολουθίες είναι μακρότερες και εκλεκτότερες. Στη συνήθη ακολουθία των λοιπών εβδομάδων προστίθενται δυο νέες μεγάλες ακολουθίες: Την Πέμπτη ο Μεγάλος Κανόνας και το Σάββατο ο Ακάθιστος Ύμνος.

Πότε ψάλλεται ο Μεγάλος Κανόνας;

Ο Μεγάλος Κανόνας ψάλλεται τμηματικά στα απόδειπνα των τεσσάρων πρώτων ημερών της Α’ Εβδομάδας των Νηστειών και ολόκληρος στην ακολουθία του Όρθρου της Πέμπτης της Ε’ εβδομάδας. Στις ενορίες , ωστόσο, ψάλλεται και ανεξάρτητα από τον όρθρο, ως μικρή αγρυπνία, το βράδυ της Τετάρτης μαζί με την ακολουθία του αποδείπνου.

Γιατί ονομάζεται «Μεγάλος»;

Ο Μεγάλος Κανόνας στην μορφή του έχει μια χαρακτηριστική ιδιορρυθμία. Η ιδιορρυθμία του συνίσταται στο ότι συγκρινόμενος προς τους άλλους ομοίους του κανόνες, είναι «μέγας». Μέγας στην απόλυτη του έννοια. Μεγαλύτερος δεν μπορούσε να υπάρξει· και τούτο γιατί ο ποιητής θέλησε να συνθέσει όχι τρία ή τέσσερα τροπάρια για την κάθε ωδή, όπως συνήθως έχουν οι άλλοι κανόνες, αλλά πολύ περισσότερα: τόσα, όσα είναι και όλοι οι στίχοι των ωδών, έτσι ώστε στον καθένα στίχο να αντιστοιχεί και να παρεμβάλλεται κατά την ψαλμωδία από ένα τροπάριο. 250 είναι οι στίχοι των ωδών, 250 και τα τροπάρια του Μ. Κανόνα, ενώ οι συνήθης κανόνες έχουν γύρω στα 30. Σήμερα τα τροπάρια του Μ. Κανόνα είναι κατά 30 περίπου περισσότερα από τα αρχικά. Μεταγενέστεροι υμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια για την οσία Μαρία την Αιγυπτία και για τον ίδιο τον Ανδρέα.

Ποιός είναι  ο ποιητής – δημιουργός του Μεγάλου Κανόνα;

Τον Μεγάλο Κανόνα συνέθεσε ο άγιος Ανδρέας ο Ιεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στη Δαμασκό το 660 μ. Χ. από ευσεβείς γονείς. Σε ηλικία δεκαπέντε ετών η αγάπη του τον φέρνει στα Ιεροσόλυμα όπου οι γονείς του τον αφιερώνουν στον Ναό της Αναστάσεως. Στα Ιεροσόλυμα απόκτησε μεγάλη παιδεία, την «θύραθεν» και τη θεολογική. Αν και το έργο του έγινε στην Κωνσταντινούπολη και την Κρήτη φέρει τον τίτλο του «Ιεροσολυμίτη» επειδή πέρασε από την αγία πόλη. Μοναχός της Μονής του Αγίου Σάββα στα Ιεροσόλυμα έγινε γραμματέας του Πατριάρχη Θεόδωρου. Το 685 ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για εκκλησιαστική αποστολή. Εκεί παρέμεινε για είκοσι χρόνια και ανέλαβε διάφορες εκκλησιαστικές θέσεις και τέλος γύρω στο 711 ή 712 εκλέγεται αρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Στη Κρήτη συμμετέχει στις ταλαιπωρίες του ποιμνίου του που οφείλονταν στις Αραβικές επιδρομές. Εμψυχώνει το λαό στις θλίψεις και προσεύχεται για τη σωτηρία του. Με τις προσευχές του σταματά τη μεγάλη ανομβρία και σταματά τη μάστιγα της πείνας. Ιδρύει μεγάλο «Ξενώνα» στον οποίο περιθάλπονται οι γέροντες και οι άρρωστοι, φιλοξενούνται οι ξένοι και οι φτωχοί διακονώντας ο ίδιος. «Με τα χέρια του υπηρετούσε τους ασθενείς και τους έπλενε τα πόδια και το κεφάλι, καθάριζε τις πληγές τους και τα τραύματα τους. Σ’ αυτό το σημείο τον οδηγούσε η αγάπη του πρός τον Θεό και τον πλησίον» σημειώνει ο βιογράφος του.

Ο άγιος Ανδρέα ο Κρήτης είχε μεγάλη ευλάβεια και ιδιαίτερη αγάπη του πρός την Παναγία. Αφιέρωσε πλήθος ύμνων και εγκωμιαστικών λόγων στις εορτές της. Έκτισε δε μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν της Θεοτόκου που τον ονόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δε για την επισκευή των παλαιών και παραμελημένων ναών τους οποίους «ευπρεπώς κατεκόσμησε».

Πέθανε στις 4 Ιουλίου 740 στην Ερεσό της Λέσβου, είτε επιστρέφοντας στην Κρήτη μετά από ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, είτε και εξόριστος εκεί – ήταν υποστηρικτής των αγίων εικόνων. Στην παραλία της Ερεσού τιμάται μέχρι σήμερα ο τάφος του, μια μεγάλη σαρκοφάγο, που βρίσκεται πίσω από το άγιο βήμα της ερειπωμένης βασιλικής της Αγίας μάρτυρος Αναστασίας, όπου κατά τους βιογράφους του είχε ταφεί. Η καθιέρωση του ως Αγίου έγινε πολύ νωρίς.

Ο Ανδρέας ήταν λόγιος κληρικός, εκκλησιαστικός ρήτορας και υμνογράφος. Η φιλολογική και υμνογραφική του παραγωγή είναι αξιόλογη Οι λόγοι του είναι κυρίως εγκωμιαστικοί. Σώζονται ομιλίες στις Θεομητορικές και Δεσποτικές εορτές και σε διαφόρους αγίους. Στις ομιλίες του φαίνεται η ρητορική του τέχνη, η άριστη γνώση της αττικής γλώσσας, η βαθιά γνώση της βίβλου, ιδιαίτερα της Π.Δ που ερμηνεύει αλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ως ο καλύτερος εκκλησιαστικός ρήτορας της Βυζαντινής εποχής.

Τα χαρακτηριστικά των λόγων του είναι η «έντεχνος ρητορική επεξεργασία και τα υψηλά θεολογικά νοήματα». Το υμνογραφικό του έργο είναι πλουσιότερο των ρητορικών του λόγων. Εφεύρε το είδος των Κανόνων που ψάλλονται μέχρι σήμερα και διακρίνονται για την σαφήνεια και το διδακτικό τους χαρακτήρα. Το σπουδαιότερο όμως υμνογραφικό του έργο είναι ο Μ. Κανόνας. Τον έγραψε, όπως φαίνεται από διάφορες ενδείξεις, περί το τέλος της ζωής του, κατά δε την μαρτυρία ενός συναξαρίου, στην Ερεσό, λίγο πριν πεθάνει. Αν η πληροφορία αυτή είναι αληθινή, ο Μ. Κανόνας είναι το κύκνειο άσμα του υμνογράφου μας.

Για να καταλάβουμε την ποιητική του δομή πρέπει να κάνουμε μια μικρή παρέκβαση. Το έργο αυτό ανήκει στο ποιητικό είδος των κανόνων, που κατά πολλούς έχει την αρχή του σ’ αυτόν τον ίδιο τον Ανδρέα. Είναι δε οι κανόνες ένα σύστημα τροπαρίων, που γράφονταν για ένα ορισμένο λειτουργικό σκοπό: να διακοσμήσουν τη ψαλμωδία των 9 ωδών του Ψαλτηρίου, που στιχολογούνταν στον όρθρο. Όλος ο κανόνας ψάλλεται σε ένα ήχο. Κάθε όμως ωδή παρουσιάζει μια μικρή παραλλαγή στη ψαλμωδία κατά τρόπο, που να διατηρείται μεν η μουσική ενότητα στον όλο κανόνα, αφού όλος ψάλλεται στον ίδιο ήχο, αλλά και να σπάει και η μονοτονία με τις παραλλαγές στην ψαλμωδία που παρουσιάζει κάθε μια ωδή.

Ποιο είναι το περιεχόμενο του Μεγάλου Κανόνα;

Ο Μεγάλος Κανόνας παρουσιάζει το τραγικό γεγονός της πτώσεως του ανθρωπίνου γένους που κατάστρεψε τη δυνατότητα της κοινωνίας του με τον Θεό. Στον Μεγάλο Κανόνα ο ποιητής θεωρεί και βιώνει το γεγονός της πτώσεως προσωπικά. Με την καθημερινή αμαρτία του ταυτίζεται με τον πρωτόπλαστο Αδάμ του οποίου γίνεται μιμητής. Η ψυχή του ακολουθεί τη πορεία της Εύας. «Αλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες την πρώτη Εύα; Κοίταξες πονηρά και πληγώθηκες πικρά». Ο άγιος αναφέρεται στην ύπαρξη που κληρονομήσαμε μετά τη πτώση που συνδέεται με τη φθορά και το θάνατο. Με τους πρωτόπλαστους έχουμε οντολογική αλληλεγύη. Η συναίσθηση της αμαρτωλότητας και η ομολογία της σφραγίζει ολόκληρο τον Μ. Κανόνα.

Είναι ένα κύκνειο άσμα, ένας θρήνος προθανάτιος, ένας μακρύς θρηνητικός μονόλογος, είναι ο Αδαμιαίος θρήνος. Ο ποιητής βρίσκεται στο τέλος της ζωής του. Αισθάνεται ότι οι ημέρες του είναι πια λίγες, ο βίος του έχει περάσει. Αναλογίζεται τον θάνατο και την κρίση του δίκαιου κριτή, που τον αναμένει. Και έρχεται να κάνει μια αναδρομή, μια ανασκόπηση του πνευματικού του κόσμου. Κάθεται να συζητήσει με τη ψυχή του. Ο απολογισμός όμως δεν είναι ενθαρρυντικός. Ο βαρύς κλοιός της αμαρτίας στον συμπνίγει. Η συνείδηση τον ελέγχει. Και ο ποιητής θρηνεί διαρκώς για την άβυσσο των κακών τους πράξεων. Στον θρήνο αυτό συμπλέκεται η αναδρομή στην Αγία Γραφή.

Αυτό κυρίως δίνει την μεγάλη έκταση στο ποίημα. Ο σύνδεσμος όμως του θρήνου με την Γραφή είναι πολύ φυσικός. Σαν άνθρωπος του Θεού ο ποιητής, ανοίγει το βιβλίο του Θεού για να αξιολογήσει τα πεπραγμένα του. Εξετάζει ένα προς ένα τα παραδείγματα του ιερού βιβλίου. Στις οκτώ πρώτες ωδές παίρνει τα παραδείγματα του από τη Παλαιά Διαθήκη.

Στη εννάτη ωδή από την Καινή Διαθήκη. Το αποτέλεσμα της συγκρίσεως είναι κάθε φορά τρομερό και αιτία νέων θρήνων. Έχει μιμηθεί όλες τις κακές πράξεις όλων των ηρώων της ιεράς ιστορίας, όχι όμως και τις καλές πράξεις των αγίων. Δεν του μένει παρά η μετάνοια, η συντριβή και η καταφυγή στο έλεος του Θεού. Και εδώ ανοίγει η αισιόδοξη προοπτική του ποιητή. Βρήκε την πόρτα του παραδείσου, την μετάνοια. Καρπούς μετανοίας δεν έχει να παρουσιάσει· προσφέρει όμως στον Θεό τη συντετριμμένη του καρδιά και την πνευματική του φτώχια.

Τα βιβλικά παραδείγματα του Δαυίδ,του προφήτη Ιερεμία, των βασιλέων Μανασσή και Εζεκία από την Π. Δ και του Πέτρου, της Μάρθας και της Μαρίας, της Χαναναίας, του τελώνη, της πόρνης και του ληστή τον ενθαρρύνουν. Πολλές φορές επανέρχεται χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της μετάνοιας της πόρνης και παρακαλεί τον Κύριο να δεχθεί τα δικά του δάκρυα όπως δέχθηκε και τα δικά της και να του συγχωρήσει τις αμαρτίες του. Ο κριτής θα ευσπλαχνισθεί και αυτόν, που αμάρτησε πιο πολύ από όλους τους ανθρώπους. Ψάλλεται σε ήχο πλ. του β’. Είναι ήχος γλυκός, κατανυκτικός και εκφραστής του πένθους και της συντριβής.

αν σας άρεσε το άρθρό κοινοποιήστε το:

Πρόσφατα άρθρα

Συμμετέχοντας στις Ιερές Ακολουθίες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

  Διανύουμε την ιερότερη περίοδο του εκκλησιαστικού μας έτους. Την Μεγάλη Σαρακοστή. Ένα χρονικό διάστημα που θα μας οδηγήσει στο Πάσχα. Κι ως τότε: Νηστεία, εγκράτεια, αγώνας και μπόλικη προσευχή. Ως την «ἑορτή τῶν ἑορτῶν», τό Πάσχα, οἱ Ἱερές Ἀκολουθίες, οἱ ὁμαδικές αὐτές προσευχές πού τελοῦνται στούς Ὀρθόδοξους Ναούς μας – τουλάχιστον ὅπου ὑπάρχει ἐφημέριος – εἶναι ἀρκετές, εἶναι κατανυκτικές, γλυκές, κουραστικές καί ταυτόχρονα …ξεκούραστες. Κουραστικές για το στόμα από τα πολλά ψαλλόμενα, κουραστικές για τα πόδια από την ορθοστασία, αλλά ξεκούραστες για τη ψυχή και το ανθρώπινο ταλαιπωρημένο πνεύμα. Η κάθε ενορία, με τούτο το Σαρακοστιανό λειτουργικό πρόγραμμα, μεταμορφώνεται σ’ ένα μικρό Μοναστήρι! Κι είναι όμορφη αυτή η εμπειρία. Η κάθε ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι ένα εικοσιτετράωρο γεμάτο προσευχή! «Ἀπό φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτός». Η εκκλησιαστική ημέρα ξεκινά πάντα το απόγευμα. Έτσι οι καμπάνες, τα στόματα αυτά των Ναών που προσκαλούν όσους πιστούς θέλουν στο επίγειο σπίτι του Θεού Πατέρα, χτυπούν ρυθμικά κάθε απόγευμα. Κι ο Ιερεύς και οι λιγοστοί πιστοί συμπροσεύχονται με την Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου. Ένα σύνολο ψαλμών, κατανυκτικών ύμνων και ευχών. Οι παλαιότεροι την ονόμαζαν «Κύριε τῶν δυνάμεων», γιατί ακούγεται τούτος ο υπέροχος ύμνος. Ένας ύμνος που διαδηλώνει προς κάθε κατεύθυνση πως ο Θεός είναι δυνατότερος, ισχυρότερος, βοηθός, σκεπαστής και σωτηρία. Ένας ύμνος που προσκαλεί το Θεό να έλθει κοντά στον άνθρωπο! «Μεθ’ ἠμῶν γενού», έλα μαζί μας… Το λειτουργικό πρωινό ξεκινά με την Ακολουθία του Μεσονυκτικού. Προσευχή που παλαιότερα γινόταν τα μεσάνυχτα. Καθώς απλώνει η νύκτα τη σκοτεινιά της, ο πιστός σκέφτεται το θάνατο, το τέλος της επίγειας ζωής του και καταφεύγει στον Πλάστη του ζητώντας το θείο Του έλεος! Μιλά με το Θεό χωρίς πολλούς ύμνους, τροπάρια και ψαλμωδίες. «Ἐλέησον με», Του λέει και Τον παρακαλεί. Καί καθώς συμμαζεύει ἡ νύχτα τή ψύχρα καί τή μαυρίλα της, συνεχίζουμε τήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Σάν τίς Μυροφόρες πού μαζί μέ τή Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ «ὄρθρου βαθέως» έτρεξαν στον Τάφο του Κυρίου, τρέχουμε κι εμείς στο Ναό. Είναι μία προσευχή που μας θυμίζει πολλά μα, κυρίως τον Άγιο που γιορτάζει τη κάθε μία ημέρα και τους βασικούς στόχους της Μεγάλης Σαρακοστής, τη μετάνοια, τη νηστεία, την εγκράτεια… Λίγο πριν κλείσει ο Όρθρος αρχίζουν οι Ακολουθίες των Ωρών. Η κάθε μία – η Πρώτη, η Τρίτη, η Έκτη και η Ενάτη – μας θυμίζει κάποιο σημαντικό γεγονός από τη ζωή της Εκκλησίας μας. Τη Σταύρωση, το Θάνατο του Ιησού, την Πεντηκοστή… Και, Τετάρτες και Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, έχουμε τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Εσπερινός και Λειτουργία μαζί! Ήθελαν οι παλαιότεροι Χριστιανοί να κοινωνούν τακτικότερα: Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο! Τι να γράψω για τα δειλινά των Παρασκευών, με την Ακολουθία των Χαιρετισμών της Θεοτόκου; Άλλη νότα, άλλο ύφος, άλλα λόγια, άλλα ψαλσίματα. Ελπιδοφόρα, χαρούμενα. Κυριαρχεί Αυτή που βασιλεύει στις καρδιές μας, η Παναγία η Κεχαριτωμένη, όπως Την ονόμασε ο Αρχάγγελος. Πόσες παιδικές θύμισες δεν κουβαλά ο καθένας μας από τα βράδια εκείνα των Χαιρετισμών! Δυστυχώς, τα παιδιά μας σήμερα, πνιγμένα στα φροντιστήρια και στις άλλες εξωσχολικές τους ενασχολήσεις, αύριο θα είναι στεγνά από όλα δαύτα… Ακολουθία – κατά τη γνώμη μου –  γλυκύτερη, θεωρώ πως είναι ο Κατανυκτικός Εσπερινός της Κυριακής, ο Εσπερινός της συγνώμης. Θαυμάσια τροπάρια! Μας μεταγγίζουν το θείο έλεος. Μας αρπάζουν τη ψυχή και μας τη μεταφέρουν στο θρόνο του Θεού για να Του πούμε δακρυσμένοι: «Κύριε, μη αποστρέψεις το πρόσωπό Σου, από μένα το παιδί Σου, γιατί θλίβομαι, υποφέρω και πονώ παντοιοτρόπως»… «Κύριε, συγχώρεσε με, γιατί κι εγώ συμφιλιώθηκα με τον αδελφό μου». Τι κρίμα που όλες αυτές τις Ακολουθίες της «Ἁγίας Σαρακοστῆς», τις αγνοούν οι Χριστιανοί μας! Σίγουρα είναι δύσκολο κάποιος να τις παρακολουθήσει όλες. Οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές, οι εργασίες μας αποπνικτικές, ο χρόνος μας λίγος κι η θέλησή μας μηδαμινή… Όμως, αξίζει τον κόπο. Μία απόφαση χρειάζεται, μία προσπάθεια. «Πίστη» και «πόθος»… Για να καταλάβουμε πως ήρθε Σαρακοστή και πως, έρχεται το Πάσχα. π. Χρήστος Πιτιρίνης

διαβάστε περισσότερα »

Ο Ψάλτης και ο διάβολος.

Ο μοναχός Προκόπιος από το κελί «Εισόδια της Θεοτόκου», Αγία Άννα το ερημητήριο, είχε μεγάλη επιθυμία να μάθει μουσική, για να δοξάσει τον Θεό όπως οι άλλοι μοναχοί. Επειδή όμως ήταν λίγο ψεύτικος, οι γονείς του απέφευγαν να του μάθουν μουσική. Ο μοναχός Προκόπιος είχε το χάρισμα από τον Θεό να λέει ακατάπαυστα την προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό», και στο αριστερό του χέρι κρατούσε πάντα το κομποσχοίνι, το οποίο δεν αποχωριζόταν ποτέ. Μια μέρα, λυπημένος γιατί δεν έβρισκε κανέναν να του διδάξει μουσική και ανησυχώντας υπερβολικά γι’ αυτό, σταμάτησε να λέει την προσευχή. Περπατώντας στην έρημο, ξαφνικά εμφανίστηκε μπροστά του ένας ευσεβής γέρος, άγνωστος στον μοναχό, ο οποίος του είπε: – Αδελφέ Προκόπιε, γιατί είσαι τόσο λυπημένος; Τι σε νοιάζει; Τότε ο μοναχός Προκόπιος του απάντησε: – Τι φταίει, Γκερόντα, θέλω κι εγώ να μάθω λίγη μουσική και δεν βρίσκω κανέναν να με μάθει, γιατί οι Γονείς μου λένε ότι είμαι λίγο ψεύτικος. Ο γέρος του είπε: – Μα γι’ αυτό στενοχωριέσαι, καημένη; Θα σου διδάξω μουσική και θα σε κάνω το καλύτερο ψαλτήρι του Αγίου Όρους. Θα τραγουδήσεις σαν το πιο όμορφο αηδόνι, αλλά θέλω κι εγώ κάτι από σένα. – Δηλαδή, τι θέλεις από μένα;, τον ρώτησε ο μοναχός Προκόπιος. Θέλεις να σε πληρώσω; Θα σου δώσω όσα ζητήσεις. Τότε εκείνος ο γέρος του απάντησε: – Η πληρωμή που θα μου δώσετε είναι να πετάξεις από τα χέρια σας αυτό που ονομάζετε κομποσχοίνι και να σταματήσεις να λές αυτή την προσευχή. Και για αυτό θα σας διδάξω ό,τι θέλετε. Μόλις το άκουσε αυτό, ο μοναχός Προκόπιος κατάλαβε ότι αυτός που του εμφανίστηκε δεν ήταν μοναχός, αλλά ο πολύ πανούργος διάβολος, που ήθελε να τον κάνει να σταματήσει να προσεύχεται. Αμέσως έκανε το σημείο του Σταυρού και είπε: «Πήγαινε πίσω μου, πονηρέ σατανά! Δεν χρειάζομαι τη μουσική σου, ούτε τα κόλπα σου, ούτε τα υπάρχοντά σου ». Και αμέσως ο διάβολος εξαφανίστηκε. ______________________________ Από αυτό μαθαίνουμε πόσο φοβάται ο διάβολος το κομποσχοίνι για τον οποίο καλά λένε οι Πατέρες ότι είναι το όπλο του χριστιανού ενάντια στον διάβολο, και της Προσευχής του Ιησού, που καίει τον πονηρό. Ενώ δεν φοβούνται τόσο πολύ και προσέχουν τους ψαλμούς, γιατί ξεχωρίζουν εύκολα από την προσευχή τραγουδώντας και πέφτουν σε εγωισμό και υπερηφάνεια.

διαβάστε περισσότερα »

Για να φτάσει κάποιος στο σημείο να ματιάζει, πρέπει να έχει κάνει πλήθος μεγάλων αμαρτημάτων.

  Γεννιέται ένα παιδί και παρατηρούμε την ανοησία πολλών, να κρεμάνε στο χέρι και στα ρούχα του παιδιού «φυλαχτά», για να μην το ματιάξουν. Τί πιο γελοίο υπάρχει απ’ αυτό, από το να εμπιστεύονται την ασφάλεια του παιδιού σε κλωστές και νήματα και σε άλλα παρόμοια «φυλαχτά» και όχι στον Κύριο; Δεν θα έπρεπε να κρεμάνε «φυλαχτά», παρά μόνο το σταυρό, που κατακεραύνωσε τον διάβολο. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) Πρώτος βαθμός μαγείας, της πιο μικρής που μπορεί να υποστεί ένας Ορθόδοξος, είναι η βασκανία, το μάτιασμα. Το μάτιασμα, είναι το μαύρο φως του διαβόλου που σκοτώνει τον άνθρωπο. Το φως αυτό είναι σαν ακτίνες Χ και περνούν από τα μάτια αυτού που βασκαίνει, στα μάτια αυτού που βασκαίνεται. Αυτοί που ματιάζουν, έχουν άπειρο μίσος, είναι πολύ κακοί άνθρωποι, στους οποίους υπάρχουν δαιμόνια στον εγκέφαλο και μέσω των ματιών τους, τα δαιμόνια διαχέουν το μαύρο φως του διαβόλου στα μάτια αυτών που βασκαίνουν. Για να φτάσει κάποιος στο σημείο να ματιάζει, πρέπει να έχει κάνει πλήθος μεγάλων αμαρτημάτων. Αυτός που ματιάζεται, έχει ένα μόνο πρόβλημα: Έχει τουλάχιστον μία ανεξομολόγητη αμαρτία, η οποία τον κάνει ευάλωτο στο μάτιασμα. Επομένως κάνοντας κανείς καθαρή εξομολόγηση, κανένας στον κόσμο δεν μπορεί να τον ματιάσει. (Γέροντας Εφραίμ Σκήτης Αγίου Ανδρέα) Η βασκανία είναι μια μορφή δαιμονισμού, αλλά πάρα πολύ μικρή, διότι ο δαίμονας της βασκανίας είναι νάνος, πάρα πολύ μικρός σε σχέση με τα άλλα δαιμόνια. (Γέροντας Εφραίμ Σκήτης Αγίου Ανδρέα) Όταν τα παιδιά τα μικρά συμβεί να ματιαστούν, θα παίρνετε λίγο βαμβάκι, θα το βουτάτε στο κανδήλι που έχετε στις εικόνες σας και θα αλείφετε το παιδί στο μέτωπο και το πρόσωπο σταυροειδώς και θα λέτε τα εξής τροπάρια: «Σταυρός ο φύλαξ πάσης της Οικουμένης, Σταυρός η ωραιότης της Εκκλησίας, Σταυρός βασιλέων το κραταίωμα, Σταυρός πιστών το στήριγμα, Σταυρός Αγγέλων η δόξα καί των δαιμόνων το τραύμα. Εξηγόρασας ημάς εκ της κατάρας του νόμου τω Σταυρώ προσηλωθείς και τη λόγχη κεντηθείς την αθανασίαν επήγασας ημίν Σωτήρ ημών Δόξα Σοι.» Μπορείτε και με ένα Σταυρό μικρό να τα σταυρώνετε και να λέγετε τα ανωτέρω τροπάρια. Όταν υπάρχει Ιερεύς να τα σταυρώνει εκείνος και να λέει την ευχή της βασκανίας. Ο πατέρας ή η μητέρα, επειδή είναι πρόσωπα ιερά και έχουν εξουσία στα παιδιά τους, μπορούν να «σταυρώνουν» τα παιδιά τους και μόνο τα παιδιά τους. Το ίδιο ισχύει και για τον παππού ή τη γιαγιά σε σχέση με τα εγγονάκια τους. (Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος) Ο άνθρωπος που τον πιάνει το «μάτι» και ματιάζεται είναι άοπλος, γιατί δεν έχει Χριστό πάνω του και δεν ζει τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας. Μοιάζει με έναν αδύναμο οργανισμό, που με την παραμικρή αφορμή αρρωσταίνει, γιατί δεν έχει τα ανάλογα αντισώματα. (Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας) Η Εκκλησία λύνει τα μάγια κατά της ψυχής και του σώματος, ενώ οι μάγοι και οι μάγισσες λύνουν τα μάγια του σώματος, όχι όμως και της ψυχής και έτσι παραμένει σκλαβωμένη η ψυχή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το μάτιασμα, η βασκανία, που η Εκκλησία την παραδέχεται και έχει ευχές για να «λύσει» το μάτιασμα. Όταν όμως οι άνθρωποι δεν καταφεύγουν στην Εκκλησία, δια των ιερέων Της, αλλά πάνε στην κυρία «Κατίνα» που ξεματιάζει και που είναι όργανο του σατανά, ο σατανάς αποσύρεται. Έτσι η κυρία Κατίνα γίνεται «αγία» στα μάτια του κόσμου και αυτός που θεραπεύτηκε από αυτήν, την βλέπει σαν σωτήρας της. Είναι τέχνασμα του σατανά. Ο σατανάς είναι αυτός που προκάλεσε το όλο ζήτημα του ματιάσματος και αυτός είναι πάλι που αποσύρεται. Και οι άνθρωποι πηγαίνοντας στον διάβολο (στην κυρία Κατίνα) και όχι στην Εκκλησία, χαίρεται, γιατί συλλαμβάνει την ψυχή κάνοντας καλά το σώμα. (Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας) Βλέπουμε πολλές κατεξοχήν γυναίκες να «ξεματιάζουν» και να υποκαθιστούν έτσι την Εκκλησία, που έχει ειδική ευχή για την βασκανία. Πίσω από αυτήν την ενέργεια του «ξεματιάσματος» κρύβεται ο διάβολος. Μα το «Πάτερ ημών…» λέει η κυρία Κατίνα και «ξεματιάζει» που είναι το κακό, λένε πολλοί. Κανένα αγκρίστρι δεν πιάνει ψάρι, χωρίς δόλωμα. «Πάτερ ημών» θέλει ο διάβολος να του βάλεις, μα είναι δικό του το αγκίστρι. Και φεύγει ο διάβολος από τον ματιασμένο από σκοπού, για να φανεί στον άλλον, ότι η Εκκλησία δεν έχει δύναμη, «να η κυρία Κατίνα την έχει την δύναμη», αλλά και η κυρία Κατίνα, που είναι όργανο του σατανά, χωρίς να το καταλαβαίνει, να πιστέψει ότι είναι κάποια. Μ’ αυτόν τον πονηρό τρόπο, ο διάβολος λύνει τα μάγια του σώματος εκείνου που «ματιάστηκε», αλλά παράλληλα σκλαβώνει την ψυχή του. (Δημήτριος Παναγόπουλος Ιεροκήρυκας)  

διαβάστε περισσότερα »

Η νυχτερινή προσευχή καθαρίζει την σκουριά των αμαρτιών μας.

Η προσευχή της Εκκλησίας έχει τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε και αν ακόμη είμαστε πιο άφωνοι και από τις πέτρες, θα μπορούσε να κάνει τη γλώσσα μας πιο ελαφρά από το φτερό. Διότι, όπως ο ζέφυρος (άνεμος) όταν φυσάει στα πανιά του πλοίου το κάνει να τρέχει πιο γρήγορα από το βέλος, έτσι και η προσευχή της Εκκλησίας όταν πέσει στη γλώσσα αυτού που τη λέει, κινεί τον λόγο δυνατότερο από τον ζέφυρο. Πόση τιμή δεν έχει το πράγμα, να είναι κάποιος άνθρωπος και να συνομιλεί με τον Θεό, όλοι το γνωρίζουν, αλλά να δείξουν με λόγια το μέγεθός της δεν μπορούν οι πολλοί, διότι αυτή η τιμή ξεπερνά και των Αγγέλων τη μεγαλοπρέπεια. Αυτό το γνωρίζουν οι ίδιοι οι Άγγελοι, αφού φαίνονται πως έφερναν τις δεήσεις των Προφητών στον Θεό, τους ύμνους και τις λατρείες στον Δεσπότη με φόβο πολύ, έχοντας και τα πόδια σκεπασμένα από τη μεγάλη ευλάβεια. Αλλά αν εκείνοι που πετούν και δεν ησυχάζουν καθόλου δείχνουν τον φόβο που έχουν, τούτο μου φαίνεται ότι το κάνουν για να εκπαιδεύουν εμάς στον καιρό της προσευχής, για να λησμονούμε την ανθρώπινη φύση. Και με την προθυμία και τον φόβο που έχουμε, να μην βλέπουμε, ούτε να φανταζόμαστε κανένα πράγμα τούτου του κόσμου, αλλά να μας φαίνεται πως είμαστε μεταξύ των Αγγέλων και προσφέρουμε τη λατρεία που προσφέρουν κι εκείνοι. Διότι όλα τα άλλα, τα δικά μας, είναι πολύ χωρισμένα από τα δικά τους· και η φύση και ο τρόπος ζωής και η σοφία και η φροντίδα και ό,τι άλλο· η προσευχή όμως είναι κοινό έργο των Αγγέλων και των ανθρώπων. Αυτή η προσευχή σε ξεχωρίζει από τα άλογα ζώα, αυτή η προσευχή σε κάνει σύντροφο των Αγγέλων· αυτή μπορεί γρήγορα να σε ανεβάσει στη δική τους πολιτεία, στη ζωή, στη δίαιτα, και την τιμή και τη συγγένεια, και τη σύνεση και τη σοφία, και να σε κάνει να φροντίζεις όλη σου τη ζωή να βρίσκεσαι σε προσευχές και στη λατρεία του Θεού. «O Πέτρος» λέει «ήταν στη φυλακή· η εκκλησία προσευχόταν αδιάκοπα στον Θεό γι’ αυτόν» (Πράξ. 12, 5). Ακούτε πώς τους αισθάνονταν τους δασκάλους τους; Δεν επαναστάτησαν, δεν θορυβήθηκαν, αλλά κατέφυγαν στην προσευχή, την πραγματικά άμαχη σύμμαχο… Άρα τίποτε δεν είναι καλύτερο από τη μέτρια θλίψη. Ανυμνούσαν τον Θεό με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, αγόρια, κορίτσια, και είχαν γίνει με τη θλίψη πιο καθαροί από τον ουρανό. Ενώ τώρα, αν δούμε μικρό κίνδυνο, πέφτουμε σε αδράνεια. Τίποτε δεν ήταν λαμπρότερο από εκείνη την Εκκλησία. Ας τους μιμηθούμε αυτούς, ας τους ζηλέψουμε. Η νύχτα δεν έγινε για να κοιμόμαστε συνεχώς και να βρισκόμαστε σε αργία. Και αυτό το μαρτυρούν οι χειροτέχνες, οι αμαξηλάτες, οι έμποροι, η Εκκλησία του Θεού, που ξυπνά μέσα στη νύχτα. Σήκω και εσύ και κοίταξε τον χορό των άστρων, τη βαθιά σιγή, την πολλή ησυχία. Τότε η ψυχή είναι καθαρότερη· είναι πιο ελαφρά και πιο λεπτή, πετά πιο ελεύθερη· αυτό το σκοτάδι, η σιγή η πολλή, είναι ικανά να προκαλέσουν κατάνυξη. Και αν δεις τον ουρανό και τα στίγματα των άστρων σαν να είναι άπειρα μάτια, θα αισθανθείς κάθε γλυκύτητα, φέρνοντας αμέσως στον νου σου τον Δημιουργό. Αν σκεφτείς ότι αυτοί που στη διάρκεια της ημέρας κραυγάζουν, γελούν, σκιρτούν, πηδούν, πλεονεκτούν, απειλούν ότι θα προκαλέσουν χιλιάδες κακά, αυτοί τώρα δεν διαφέρουν σε τίποτε από τους νεκρούς, θα κατηγορήσεις όλη την ανθρώπινη αυθάδεια. Ήρθε ο ύπνος να ελέγξει τη φύση· είναι εικόνα του θανάτου, εικόνα της συντέλειας. Αν σκύψεις στο στενό, δεν θα ακούσεις φωνή· αν δεις στο σπίτι, θα τους δεις όλους ξαπλωμένους κάτω, σαν σε τάφο. Όλα αυτά είναι αρκετά για να διεγείρουν την ψυχή και να της προκαλέσουν την έννοια της συντέλειας. Γονάτισε, στέναξε, παρακάλεσε τον Κύριό σου να δείξει ευσπλαχνία· κάμπτεται ευκολότερα στις νυχτερινές προσευχές, όταν εσύ κάνεις την ώρα της αναπαύσεως ώρα θρήνων. Θυμήσου τον βασιλέα Δαυίδ τι έλεγε: «Κουράστηκα από τον στεναγμό μου, κάθε νύχτα λούζω το κρεβάτι μου, και βρέχω το στρώμα μου με τα δάκρυά μου» (Ψαλ. 6, 6). Όσο και να ζεις μέσα στις ανέσεις, πάντως όχι περισσότερο από εκείνον, όσο και να είσαι πλούσιος, δεν είσαι πλουσιότερος από τον Δαυίδ. Και πάλι ο ίδιος λέει: «Τα μεσάνυχτα σηκωνόμουν…» (Ψαλ. 118, 62). Τότε ούτε η κενοδοξία μας ενοχλεί, διότι πώς να μας ενοχλήσει όταν όλοι κοιμούνται και δεν βλέπουν; Τότε δεν μας επιτίθεται η ραθυμία και το χασμουρητό· πώς να μας επιτεθεί, όταν η ψυχή έχει τόσες αφορμές να διεγείρεται; Μετά δε από τέτοιες αγρυπνίες και ο ύπνος είναι γλυκός και αποκαλύψεις θαυμαστές συμβαίνουν. Όπου είναι ο Χριστός στη μέση, εκεί υπάρχει και πλήθος πολύ· όπου είναι ο Χριστός, απαραιτήτως βρίσκονται και Άγγελοι και Αρχάγγελοι και άλλες νοερές Δυνάμεις. Άρα δεν είστε μόνοι, αφού έχετε τον Κύριο των όλων. Αλλά κουράστηκα, λέει, την ημέρα πολύ και δεν μπορώ. Αυτά είναι δικαιολογίες και προφάσεις, επειδή όσο και να κουραστείς δεν θα κοπιάσεις όσο ο σιδηρουργός, που χτυπά τόσο βαρύ σφυρί από πολύ ψηλά πάνω στα πυρωμένα σίδερα και δέχεται όλη την κάπνα στο σώμα του, και όμως το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας το καταναλώνει έτσι. Κάνε, λοιπόν, και εσύ πνευματικό σιδηρουργείο που θα κατασκευάσει όχι χύτρες και καζάνια, αλλά την ψυχή σου, που είναι πολύ πιο πολύτιμη από τον σιδηρουργό και τον χρυσοχόο. Αυτήν που πάλιωσε από τις αμαρτίες, βάλε τη μέσα στο χωνευτήρι της εξομολογήσεως. Χτύπησε το βαρύ σφυρί από πολύ ψηλά, δηλαδή τους λόγους της κατακρίσεως του εαυτού σου. Άναψε τη φωτιά του Πνεύματος. Έχεις πολύ μεγαλύτερη τέχνη. Δεν συναρμολογείς σκεύη χρυσά, αλλά την πολυτιμότερη απ’ όλα τα χρυσάφια ψυχή. Άναψε την ψυχή με τη προσευχή. Πίστεψέ με, δεν έχει τόσο την ικανότητα να καθαρίζει τη σκουριά η φωτιά, όσο η νυχτερινή προσευχή τη σκουριά των αμαρτιών μας. Ας ντραπούμε, αν όχι κανέναν άλλον, τους νυχτερινούς φύλακες. Εκείνοι περιέρχονται τους δρόμους για τον ανθρώπινο νόμο, φωνάζοντας δυνατά μέσα στην παγωνιά και περπατώντας μέσα από τα στενά, και πολλές φορές βρέχονται και παγώνουν για σένα και τη σωτηρία σου και για τη φύλαξη των χρημάτων σου. Εκείνος για τα χρήματα σου παίρνει τόσα προνοητικά μέτρα, ενώ εσύ ούτε για τη δική σου ψυχή; Και

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο