Day: 19 Σεπτεμβρίου, 2023

Ο εορτασμός της μνήμης των Εθνοϊερομαρτύρων Μητροπολιτών της Μικρασιατικής Καταστροφής στον Ιερό Ναό μας. (Φωτο)

Την Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού τιμήθηκε στον Ιερό Ναό μας η μνήμη των Αγίων της Μικράς Ασίας, που θυσιάστηκαν υπέρ πίστεως και πατρίδος, κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, του Περίβλεπτου Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου και των λοιπών Ιεραρχών, Κληρικών και λαϊκών μαρτύρων της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Ιωνικής γης. Τελέσθηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Σεβ. Ποιμενάρχου μας κ. Δανιήλ. Κατά τη διάρκεια του κοινωνικού, αναγνώσθηκε η Εγκύκλιος του Σεβασμιωτάτου για την 102α επέτειο της Μικρασιάτης Καταστροφής από τον Ιεροκήρυκα π. Καλλίνικο Νικολάου. Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας τελέστηκε Επιμνημόσυνη δέηση υπέρ «πάντων των υπέρ πίστεως και πατρίδος εν τη Μικρά Ασία, Πόντω και Αρμενία κατά την Μικρασιατικήν Εκστρατείαν ηρωϊκώς αγωνισαμένων και μαρτυρικώς σφαγιασθέντων, ολοκαυτωθέντων και οιωδήποτε τρόπω τελειωθέντων πατέρων και αδελφών ημών». Πριν το «Δι΄ ευχών» ο Σεβασμιώτατος απευθυνόμενος στο εκκλησίασμα το παρότρυνε να τιμά και να σέβεται τους Μάρτυρες της εκκλησίας και τούς ήρωες της πατρίδας μας.

Η Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού στον Ιερό Ναό μας. (Φωτο)

Τoν Σταυρόν σου προσκυνοῦμε Δέσποτα και την ἁγίαν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν. Πανηγυρικά και με την συμμετοχή πλήθους πιστών εορτάσαμε και φέτος, Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό μας της Εορτή της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού.

Η σημασία του Τιμίου Σταυρού στη ζωή της Εκκλησίας μας.

Η μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού είναι ένας ακόμα σημαντικός εορτολογικός σταθμός της Εκκλησίας μας. Οι πιστοί την ημέρα αυτή καλούνται να τιμήσουν και να προσκυνήσουν τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου ώστε να αντλήσουν δύναμη και χάρη από αυτόν. Η μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή δίνει επίσης την ευκαιρία σε όλους μας να σκεφτούμε ορισμένες βασικές αρχές και αλήθειες της πίστης μας, οι οποίες είναι συνυφασμένες με τη θεολογία του Σταυρού. Η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησίας μας, η οποία διασώζει, μόνη Αυτή, ανόθευτη την βιβλική και πατερική διδασκαλία, αποδίδει την προσήκουσα τιμή στο Σταυρό του Χριστού, ως το κατ’ εξοχήν όργανο και σύμβολο της απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Σε αντίθεση με την ποικίλη ετεροδοξία, η οποία, είτε αδιαφορεί να αποδώσει τιμή στο Σταυρό (Προτεσταντισμός), είτε πολεμά ευθέως αυτόν, ως ειδωλολατρικό σύμβολο (Mάρτυρες του Ιεχωβά). Η Εκκλησία μας θέσπισε πολλές φορές προσκύνησης και τιμής του Σταυρού καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με αποκορύφωμα τη μεγάλη εορτή της Παγκοσμίου Υψώσεως, στις 14 Σεπτεμβρίου. Ο Σταυρός του Κυρίου αποτελεί για τη χριστιανική πίστη κορυφαίο σύμβολο θυσίας και αγιασμού, διότι η σημασία του είναι πραγματικά τεράστια. Ο Σταυρός μαζί με την Ανάσταση λειτουργούν ως δυο βασικοί άξονες πάνω στους οποίους κινείται η ζωή των πιστών χριστιανών. Η Ανάσταση έπεται του Σταυρού και προϋποθέτει το Σταυρό και ο Σταυρός προμηνύει την Ανάσταση. Χωρίς Σταυρό δεν γίνεται Ανάσταση. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίζεται η θεολογία του Σταυρού και η σπουδαία σημασία του για τη ζωή της Εκκλησίας. Ο μέγας απόστολος των Εθνών Παύλος, ο κατ’ εξοχήν θεολόγος του Σταυρού, τονίζει συχνά στις θεόπνευστες επιστολές του ότι ο Σταυρός του Χριστού είναι γι’ αυτόν και για την Εκκλησία καύχηση. «εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι ει μη εν τω σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» (Γαλ.6,13), διότι «ο λόγος γαρ ο του σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία εστί τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού εστι» (Α΄Κορ.1,17», επειδή ο Ιησούς Χριστός «εγενήθη εν σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις» (Α΄Κορ.1,30) ως ο «Εσταυρωμένος» (Α΄Κορ.1,23). Ο Κύριος της δόξης «υπό χειρών ανόμων» καρφώθηκε επάνω στο ξύλο του Σταυρού, για να υποστεί το επώδυνο μαρτύριο της σταυρώσεως και να πεθάνει ως αίσχιστος κακούργος. Αλλά όμως η ανθρώπινη αυτή κακουργία, εξ αιτίας της άμετρης θείας αγάπης, λειτούργησε ευεργετικά για το θεοκτόνο ανθρώπινο γένος, «συνίστησι δε την εαυτού αγάπην εις ημάς ο Θεός, ότι αμαρτωλών όντων ημών Χριστός υπέρ ημών απέθανε. Πολλώ ουν μάλλον δικαιοθέντες νυν εν τω αίματι αυτού σωθησόμεθα δι’ αυτού από της οργής. Ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού» (Ρωμ.5,8-10). Ο σταυρικός θάνατος του Χριστού είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο! Ο Σταυρός πριν τη μεγάλη σταυρική θυσία του Χριστού ήταν έχθιστο φονικό όργανο εκτέλεσης κακούργων. Όποιος πέθαινε δια της σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «επικατάρατος» (Γαλ.3,1). Αφότου όμως ο σαρκωμένος Θεός πέθανε ως κακούργος πάνω στο εγκάρσιο ξύλο, αυτό κατέστη πηγή απολυτρώσεως. Από μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σε ακένωτη πηγή ζωής, από αποκρουστικό και απαίσιο όργανο των δημίων έγινε φωτεινό σύμβολο και δίαυλος ευλογιών, από ξύλο πόνου και ωδίνων κατέστη καταφύγιο ανάπαυσης και χαράς. Η παράδοξη αυτή και μεγάλη αλλαγή συντελέσθηκε επειδή η άμετρη θεία αγάπη και ευσπλαχνία δε λειτούργησε εκδικητικά προς την ανθρώπινη αγνωμοσύνη και κακουργία. Μέσα στην απύθμενη θεία φιλανθρωπία δεν υπάρχει «χώρος» για μίσος, θυμό και εκδίκηση. Ο Θεός, ως η απόλυτη αγάπη (Α΄Ιωάν.4,8,) αντί εκδίκησης ανταπέδωσε στον άνθρωπο ευσπλαχνία και του δώρισε τη λύτρωση από τα πικρά δεσμά της αμαρτίας και του κακού και του χάρισε την αιώνια ζωή. Χάρη λοιπόν στην άμετρη αγάπη του Θεού, το φρικτό φονικό όργανο των ανθρώπων μετεβλήθη σε πηγή αγιασμού και απολυτρώσεως. Σύμφωνα με την υψηλή θεολογία του ουρανοβάμονος Παύλου ο Σταυρός του Χριστού από ατιμωτικό και φρικτό φονικό όργανο θανατώσεως των κακούργων ανθρώπων, μετεβλήθη, μετά το σταυρικό θάνατο του Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης με το Θεό και πηγή αγιασμού. Η ανθρώπινη κακία έδωσε στο Θεό πόνο και θάνατο δια του ξύλου του Σταυρού, η θεία ανεξικακία και άκρα φιλανθρωπία, έδωσε, αντίθετα, στο δήμιό Του αγάπη και λύτρωση! Η δύναμη λοιπόν του Σταυρού έγκειται στην ακένωτη αγάπη του Θεού, η οποία διοχετεύεται πλέον στην ανθρωπότητα και σε ολόκληρη τη δημιουργία μέσω του Σταυρού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχοντας υπόψη τους αυτή τη μεγάλη αλήθεια, διατύπωσαν την περίφημη θεολογία του Σταυρού. Το ιερότατο αυτό σύμβολο είναι πια συνυφασμένο με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από Εκείνον αντλεί την ανίκητη δύναμή του, τον αγιασμό και τη χάρη. Γι’ αυτό και δεν είναι ειδωλολατρία να προσκυνείται από τους πιστούς, διότι προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, σημαίνει προσκύνηση του ιδίου του Χριστού, του Οποίου είναι το σημείο και η ενθύμηση της απολυτρωτικής Του θυσίας. Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί πλέον την ενοποιό δύναμη της ανθρωπότητας. Αν το ξύλο της γνώσεως του καλού και του κακού στην Εδέμ (Γεν.3ο κεφ.) έγινε πρόξενος κακού και έχθρας του ανθρωπίνου γένους, το ξύλο του Σταυρού έγινε σημείο επανένωσης των ανθρώπων στο Σώμα Του Κυρίου Ιησού Χριστού. Τα δύο εγκάρσια ξύλα, που συνθέτουν το σύμβολο του Σταυρού, συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό (κάθετο ξύλο) και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους (εγκάρσιο ξύλο). Φυσικά η ένωση των ανθρώπων περνά αναγκαστικά από τη σχέση τους με το Θεό. Το εγκάρσιο ξύλο παριστά, επίσης, τα δύο χέρια του Εσταυρωμένου Λυτρωτή μας, τα οποία είναι ανοιγμένα για να αγκαλιάσουν ολόκληρη την ανθρωπότητα. Μέσα σε αυτή τη θεώρηση η νέα εν Χριστώ ανθρώπινη κοινωνία έχει διαφορετική υφή από τις προχριστιανικές και εξωχριστιανικές κοινωνίες. Η ενοποιός δύναμη του Σταυρού του Χριστού αδελφοποιεί τους ανθρώπους, δημιουργώντας την κοινωνία της αγάπης, της αδελφοσύνης, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού είναι ακόμα η φοβερή δύναμη κατά των αντίθεων δυνάμεων. Μέχρι το σταυρικό θάνατο του Χριστού, ως όργανο του κακού, χρησιμοποιούνταν για την καταστροφή και το θάνατο. Αφότου ο Θεός καταδέχτηκε να καρφωθεί και να πεθάνει πάνω σ’ αυτόν μεταβλήθηκε σε όπλο εναντίων εκείνων που το χρησιμοποιούσαν. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρύττει γαρ και τρέμει μη

Χρονολογικό αρχείο

Πρόσφατα άρθρα

Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού.

  Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει την παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Η γιορτή είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Συγχρόνως όμως αναφέρεται στη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου, γι΄ αυτό και τιμάται με αυστηρή νηστεία, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία, είναι το ίδιο που διαβάζεται και τη Μεγ. Παρασκευή. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ήταν ημέρα γενικής αργίας, αλλά μετά τον πόλεμο οι εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ από έξη έγιναν πέντε, η εορτή του Σταυρού είναι εργάσιμη ημέρα. Το 326, ένα χρόνο μετά την πρώτη οικουμενική Σύνοδο, η αγία Ελένη πήγε στα Ιεροσόλυμα, να προσκυνήσει τους αγίους τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό, για τις νίκες και τις θριαμβευτικές επιτυχίες του παιδιού της και πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Τότε έκτισε διάφορους ναούς, όπως στο όρος των Ελαιών και στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Με διαταγή του Κωνσταντίνου ανέλαβε να κτίσει μεγάλο ναό στο λόφο του Γολγοθά, εκεί που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Εκεί, πριν από διακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Αδριανός, για να εμποδίσει τους χριστιανούς να προσκυνούν τον άγιο τόπο, είχε αναγείρει ναό αφιερωμένο στην Αφροδίτη. Η άγια Ελένη κατεδάφισε τον ειδωλολατρικό ναό, ξεκαθάρισε τον τόπο, εξακρίβωσε τη θέση που σταυρώθηκε ο Κύριος και βρήκε τον τίμιο Σταυρό. Η είδηση ότι βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός διαδόθηκε σ’ όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο. Έτρεξαν λοιπόν όλοι, και μάλιστα οι πιστοί της Παλαιστίνης, για να προσκυνήσουν το τίμιο ξύλο. Όταν τελείωσε ο ναός της Αναστάσεως, που έκτισε η αγία Ελένη πάνω στο λόφο του Γολγοθά, στις 14 Σεπτεμβρίου του 336 έγιναν επίσημα και με κάθε λαμπρότητα τα εγκαίνια. Τότε ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Μακάριος, επειδή το πλήθος του λαού ήταν πολύ, για να δουν όλοι και να προσκυνήσουν, ανέβηκε στον άμβωνα, που ήταν στη μέση του ναού και ύψωσε τον τίμιο Σταυρό. Οι πιστοί προσκυνούσαν, κάνοντας το σταυρό τους κι έλεγαν «Κύριε, ελέησον». Αυτή λοιπόν την ύψωση του τιμίου Σταυρού γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία και υψώνει τον τίμιο Σταυρό στη μέση του ναού. Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η αγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηρά­κλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Εκεί, πάλι στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον…», Η ανεύρεση του τιμίου Σταύρου από την αγία Ελένη και η δεύτερη ύψωσή του στον άμβωνα από τον Πατριάρχη Ζαχαρία συνοδεύονται με δύο θαύματα. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας. Η αγία Ελένη βρήκε τρεις σταυρούς· οι άλλοι δύο ήσαν των δύο ληστών. Γεννήθηκε λοιπόν απορία ποιός ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Εκεί κοντά βέβαια βρέθηκε η επιγραφή του Πιλάτου «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά ο Πατριάρχης Μακάριος άγγιξε την ετοιμοθάνατη γυναίκα με το τίμιο Ξύλο κι η άρρωστη αμέσως έγινε καλά. Το δεύτερο θαύμα είναι ότι, ανεβαίνοντας με το τίμιο Ξύλο προς το Γολγοθά, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος σταμάτησε και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Τότε ο Πατριάρχης Ζα­χαρίας του είπε κι έβγαλε το βασιλικό στέμμα και τα υποδήματά του. Κι αμέσως ξεκίνησε. Η Εκκλησία, τιμά και προσκυνεί τιμητικά τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα άμφια της υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο τον τίμιο Σταυρό του Κυρίου, που είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκ­κλησίας και πιστών το στήριγμα». Από τότε που η αγία Ελένη βρήκε τον τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα, είναι μεγάλο απόκτημα και θησαυρός για κάθε πόλη και μοναστήρι, που μπορεί να έχει ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίμιο Ξύλο. «Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού… ελεήσαι και σώσαι ημάς». Αμήν. Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης +Διονυσίου, «Εικόνες έμψυχοι»

διαβάστε περισσότερα »

Day: 19 Σεπτεμβρίου, 2023

Ἡ σημασία τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴ ζωὴ τῶν πιστῶν!

Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἕνας ἀκόμα σημαντικὸς ἐορτολογικὸς σταθμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ πιστοὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ καλοῦνται νὰ τιμήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου ὥστε νὰ ἀντλήσουν δύναμη καὶ χάρη ἀπὸ αὐτόν. Ἡ μεγάλη αὐτὴ Δεσποτικὴ ἑορτὴ δίνει ἐπίσης τὴν εὐκαιρία σὲ ὅλους μας νὰ…σκεφτοῦμε ὁρισμένες βασικὲς ἀρχὲς καὶ ἀλήθειες τῆς πίστης μας, οἱ ὁποῖες εἶναι συνυφασμένες μὲ τὴ θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία διασώζει, μόνη Αὐτή, ἀνόθευτη τὴν βιβλικὴ καὶ πατερικὴ διδασκαλία, ἀποδίδει τὴν προσήκουσα τιμὴ στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν ὄργανο καὶ σύμβολο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποικίλη ἑτεροδοξία, ἡ ὁποία, εἴτε ἀδιαφορεῖ νὰ ἀποδώσει τιμὴ στὸ Σταυρὸ (Προτεσταντισμός), εἴτε πολεμᾶ εὐθέως αὐτόν, ὡς εἰδωλολατρικὸ σύμβολο (Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά). Ἡ Ἐκκλησία μᾶς θέσπισε πολλὲς φορὲς προσκύνησης καὶ τιμῆς τοῦ Σταυροῦ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους, μὲ ἀποκορύφωμα τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως, στὶς 14 Σεπτεμβρίου. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη κορυφαῖο σύμβολο θυσίας καὶ ἁγιασμοῦ, διότι ἡ σημασία τοῦ εἶναι πραγματικὰ τεράστια. Ὁ Σταυρὸς μαζὶ μὲ τὴν Ἀνάσταση λειτουργοῦν ὡς δύο βασικοὶ ἄξονες πάνω στοὺς ὁποίους κινεῖται ἡ ζωὴ τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ Ἀνάσταση ἕπεται τοῦ Σταυροῦ καὶ προϋποθέτει τὸ Σταυρὸ καὶ ὁ Σταυρὸς προμηνύει τὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς Σταυρὸ δὲν γίνεται Ἀνάσταση. Πάνω σὲ αὐτὲς τὶς ἀρχὲς στηρίζεται ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ καὶ ἡ σπουδαία σημασία του γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.  Ὁ μέγας ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τοῦ Σταυροῦ, τονίζει συχνὰ στὶς θεόπνευστες ἐπιστολές του ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καύχηση. «ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχάσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῶ τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γάλ.6,13), διότι «ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις ἠμὶν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Ἃ΄Κόρ.1,17», ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐγενήθη ἐν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τὲ καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις» (Ἃ΄Κόρ.1,30) ὡς ὁ «Ἐσταυρωμένος» (Ἃ΄Κόρ.1,23). Ὁ Κύριος της δόξης «ὑπὸ χειρῶν ἀνόμων» καρφώθηκε ἐπάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ ἐπώδυνο μαρτύριο τῆς σταυρώσεως καὶ νὰ πεθάνει ὡς αἴσχιστος κακοῦργος. Ἀλλὰ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη αὐτὴ κακουργία, ἐξ αἰτίας τῆς ἄμετρης θείας ἀγάπης, λειτούργησε εὐεργετικὰ γιὰ τὸ θεοκτόνο ἀνθρώπινο γένος, «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανε. Πολλῶ οὒν μᾶλλον δικαιοθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δὶ’ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῶ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῶ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τὴ ζωὴ αὐτοῦ» (Ρώμ.5,8-10). Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο!  Ὁ Σταυρὸς πρὶν τὴ μεγάλη σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἔχθιστο φονικὸ ὄργανο ἐκτέλεσης κακούργων. Ὅποιος πέθαινε διὰ τῆς σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «ἐπικατάρατος» (Γάλ.3,1). Ἀφότου ὅμως ὁ σαρκωμένος Θεὸς πέθανε ὡς κακοῦργος πάνω στὸ ἐγκάρσιο ξύλο, αὐτὸ κατέστη πηγὴ ἀπολυτρώσεως. Ἀπὸ μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σὲ ἀκένωτη πηγὴ ζωῆς, ἀπὸ ἀποκρουστικὸ καὶ ἀπαίσιο ὄργανο τῶν δημίων ἔγινε φωτεινὸ σύμβολο καὶ δίαυλος εὐλογιῶν, ἀπὸ ξύλο πόνου καὶ ὠδίνων κατέστη καταφύγιο ἀνάπαυσης καὶ χαρᾶς. Ἡ παράδοξη αὐτὴ καὶ μεγάλη ἀλλαγὴ συντελέσθηκε ἐπειδὴ ἡ ἄμετρη θεία ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία δὲ λειτούργησε ἐκδικητικὰ πρὸς τὴν ἀνθρώπινη ἀγνωμοσύνη καὶ κακουργία. Μέσα στὴν ἀπύθμενη θεία φιλανθρωπία δὲν ὑπάρχει «χῶρος» γιὰ μίσος, θυμὸ καὶ ἐκδίκηση. Ὁ Θεός, ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀγάπη (Ἃ΄Ἰωάν.4,8,) ἀντὶ ἐκδίκησης ἀνταπέδωσε στὸν ἄνθρωπο εὐσπλαχνία καὶ τοῦ δώρισε τὴ λύτρωση ἀπὸ τὰ πικρὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Χάρη λοιπὸν στὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο τῶν ἀνθρώπων μετεβλήθη σὲ πηγὴ ἁγιασμοῦ καὶ ἀπολυτρώσεως. Σύμφωνα μὲ τὴν ὑψηλὴ θεολογία τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἀτιμωτικὸ καὶ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο θανατώσεως τῶν κακούργων ἀνθρώπων, μετεβλήθη, μετὰ τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης μὲ τὸ Θεὸ καὶ πηγὴ ἁγιασμοῦ. Ἡ ἀνθρώπινη κακία ἔδωσε στὸ Θεὸ πόνο καὶ θάνατο διὰ τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ, ἡ θεία ἀνεξικακία καὶ ἄκρα φιλανθρωπία, ἔδωσε, ἀντίθετα, στὸ δήμιό Του ἀγάπη καὶ λύτρωση! Ἡ δύναμη λοιπὸν τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στὴν ἀκένωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται πλέον στὴν ἀνθρωπότητα καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία μέσω τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔχοντας ὑπόψη τοὺς αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀλήθεια, διατύπωσαν τὴν περίφημη θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Τὸ ἱερότατο αὐτὸ σύμβολο εἶναι πιὰ συνυφασμένο μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ἀντλεῖ τὴν ἀνίκητη δύναμή του, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ χάρη. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι εἰδωλολατρία νὰ προσκυνεῖται ἀπὸ τοὺς πιστούς, διότι προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σημαίνει προσκύνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ὁποίου εἶναι τὸ σημεῖο καὶ ἡ ἐνθύμηση τῆς ἀπολυτρωτικῆς Του θυσίας. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πλέον τὴν ἐνοποιὸ δύναμη τῆς ἀνθρωπότητας. Ἂν τὸ ξύλο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ στὴν Ἐδὲμ (Γέν.3ο κέφ.) ἔγινε πρόξενος κακοῦ καὶ ἔχθρας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε σημεῖο ἐπανένωσης τῶν ἀνθρώπων στὸ Σῶμα Τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ δύο ἐγκάρσια ξύλα, ποὺ συνθέτουν τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, συμβολίζουν τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ Θεὸ (κάθετο ξύλο) καὶ τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους (ἐγκάρσιο ξύλο). Φυσικὰ ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων περνᾶ ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὴ σχέση τους μὲ τὸ Θεό. Τὸ ἐγκάρσιο ξύλο παριστᾶ, ἐπίσης, τὰ δύο χέρια τοῦ Ἐσταυρωμένου Λυτρωτῆ μας, τὰ ὁποία εἶναι ἀνοιγμένα γιὰ νὰ ἀγκαλιάσουν ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ θεώρηση ἡ νέα ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη κοινωνία ἔχει διαφορετικὴ ὑφὴ ἀπὸ τὶς προχριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς κοινωνίες. Ἡ ἐνοποιὸς δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἀδελφοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, δημιουργώντας τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς εἰρήνης.  Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀκόμα ἡ φοβερὴ δύναμη κατὰ τῶν ἀντίθεων δυνάμεων. Μέχρι τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὄργανο τοῦ κακοῦ, χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὴν καταστροφὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἀφότου ὁ Θεὸς καταδέχτηκε νὰ καρφωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει πάνω σ’ αὐτὸν μεταβλήθηκε σὲ ὅπλο ἐναντίων ἐκείνων ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦσαν. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν σταυρόν Σου ἠμὶν δέδωκας, φρύττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν

διαβάστε περισσότερα »

“Δεν είναι η εποχή του Απόστολου Παύλου σήμερα που εθεωρείτο η ομοφυλοφιλία αμαρτία”

  Η μεγαλύτερη πλάνη του διαβόλου… Υπάρχει λύπη για τον αδερφό μας που πλανήθηκε. Ως χριστιανοί δεν μισούμε το πρόσωπο αλλά την αμαρτία. Την αμαρτία από την οποία υποφέρουμε όλοι και αν δεν μετανοήσουμε, θα χάσουμε τον παράδεισο… Εδώ όμως πέρα από την λύπη για τον αδερφό που πλανήθηκε, τίθεται σοβαρό ζήτημα συνεχούς πλάνης χιλιάδων ανθρώπων από τα λεγόμενά του. “Είναι η ταυτότητά μου, αυτό που είμαι” λέει ο Κονάνος. “Την δίνει ο Θεός” λέει ο μητροπολίτης Ιωνίας. “Δεν είναι η εποχή του Απόστολου Παύλου σήμερα που εθεωρείτο η ομοφυλοφιλία αμαρτία” λέει άλλος, ο π. Βασίλειος Θερμός. Αποκαλεί τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια “οικογένεια” ο αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος… Κι έτσι η ομοφυλοφιλία, πέρα από την καθημερινή προπαγάνδα μέσα από όλους τους κοινωνικούς φορείς, σιγά-σιγά έχει μπει στην ζωή μας κι έχει γίνει αποδεκτή από μεγάλο μέρος της (υποτιθέμενης) εκκλησίας. Η μεγαλύτερη πλάνη του διαβόλου, είναι ότι μας πείθει σιγά σιγά ότι ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΑΜΑΡΤΊΑ αλλά ΤΑΥΤΌΤΗΤΑ. Οπότε δεν είναι πάθος για το οποίο πρέπει να αγωνιστείς με την βοήθεια του Θεού να το νικήσεις. Ίσα ίσα είναι η φύση σου που πρέπει να αποδεχθείς για να είσαι ”ευτυχισμένος”… Καταλαβαίνουμε ότι αυτό το σκεπτικό οδηγεί τους ανθρώπους σε ακόμα μεγαλύτερη πλάνη, ότι δηλαδή ο Θεός της Αγάπης σε αγαπά όπως είσαι, ότι όλοι σώζονται φτάνει να αγαπούν και να είναι ”καλοί άνθρωποι”. (…) Και η μεγίστη πλάνη ότι όσοι λένε αντίθετα από αυτά είναι ”κακόψυχοι”… (Και οι άγιοι δηλαδή). Θ. Σ.

διαβάστε περισσότερα »

Τὰ ὅπλα τοῦ Χριστιανοῦ στὸν πνευματικό ἀγώνα.

Ὅπως στεκόταν στὸν παράδεισο (Γέν. 3:24), ἔτσι στέκεται καὶ τώρα ἀπειλητικὸς ἀπέναντι στὸν ἄνθρωπο ὁ θανάσιμος ἐχθρός του, τὸ πεσμένο «Χερουβείμ», μὲ τὸ περιστρεφόμενο πύρινο ξίφος. Ἀδιάκοπα καὶ ἀδιάλλακτα πολεμάει τὸ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, προσπαθώντας νὰ τὸ παρασύρει στὴν παράβαση τῶν ἐντολῶν Του καὶ σὲ ὄλεθρο μεγαλύτερο ἀπὸ ἐκεῖνον τῶν προπατόρων μας. Δυστυχῶς, μὲ κάθε ἐπιτυχία του ὁ ἐχθρὸς ἐνθαρρύνεται καὶ γίνεται πιὸ ἐπιθετικός. Τὸ περιστρεφόμενο πύρινο ξίφος ποὺ ἔχει στὸ χέρι του ὁ ἄρχοντας τοῦ ἀέρα, εἶναι, σύμφωνα μὲ τὴν ἑρμηνεία τοῦ ὁσίου Μακαρίου του Μεγάλου, ἡ δυνατότητα τῶν δαιμόνων νὰ περιστρέφουν τὴ διάνοια καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, σαλεύοντας καὶ φλογίζοντάς τες μὲ ποικίλα πάθη. Ὁ ἀπόστολος κάνει λόγο γιὰ «τὰ φλογισμένα βέλη τοῦ πονηροῦ» (Ἐφ. 6:16), ἐνῶ ὁ προφήτης παρομοιάζει… τὴν ἐπενέργεια τοῦ διαβόλου στὴν ψυχὴ μὲ «τὴ φωτιὰ ποὺ καίει τ’ ἀγκάθια» (Ψαλμ. 117:12). Ὁ ὅσιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος γράφει: «Ἀπὸ τότε ποὺ ἔκανε τὸν ἄνθρωπο νὰ ἐξοριστεῖ, ἐξαιτίας τῆς παρακοῆς του, ἀπὸ τὸν παράδεισο καὶ τὸν Θεό, ὁ διάβολος μὲ τοὺς δαίμονες ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ σαλεύει νοητὰ μέρα καὶ νύχτα τὸ λογιστικὸ κάθε ἀνθρώπου, ἄλλου λίγο, ἄλλου πολὺ καὶ ἄλλου πιὸ πολύ. Καὶ τὸ λογιστικὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὀχυρωθεῖ διαφορετικά, παρὰ μὲ τὴν ἀκατάπαυστη μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ἄν, δηλαδή, μὲ τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ ἐντυπωθεῖ στὴν καρδιὰ ἡ θεία μνήμη, θὰ στερεώσει καὶ θὰ κάνει ἀκλόνητο τὸ λογιστικό. Σ’ αὐτὸν τὸν σκοπὸ ὁδηγεῖ ὁ νοητὸς ἀγώνας, στὸν ὁποῖο κάθε χριστιανὸς ἀποδύθηκε νὰ ἀγωνιστεῖ μέσα στὸ στάδιο τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ• ἀλλιῶς θ’ ἀγωνιστεῖ μάταια». Ἡ ἐντολὴ ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸν Θεό, ἀφορᾶ ὄχι μόνο τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια, ἀλλὰ κυρίως τὴν πηγὴ καὶ τὴν αἰτία τους, τοὺς λογισμούς. Γι’ αὐτὸ ὁ ἐχθρὸς πολεμάει πρώτιστα τὸν νοῦ. Ἄν, λοιπόν, ὁ νοῦς, ποὺ ἡγεμονεύει στὶς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου, δὲν συγκατατεθεῖ στὴν ἁμαρτία, δὲν μποροῦν νὰ γεννηθοῦν οὔτε λόγια οὔτε ἔργα ἁμαρτωλά. Τὸ ὅπλο τοῦ ἐχθροῦ εἶναι ἡ σκέψη καὶ ἡ φαντασίωση τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ παλεύει ἐναντίον τῶν πονηρῶν ἐναερίων πνευμάτων μέσα στὸν χῶρο τοῦ νοῦ. Ἐκεῖ θὰ νικήσει ἢ θὰ νικηθεῖ. Ἐκεῖ θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ τελώνια ἢ θὰ ὑποταχθεῖ σ’ αὐτά. Ἐκεῖ θὰ ἀποφασιστεῖ ἡ αἰώνια κατάστασή του. Ὁ ἴδιος θὰ διαλέξει ἐλεύθερα εἴτε τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ τοῦ χαρίστηκε πρῶτα ἀπὸ τὸν Πλάστη κι ἔπειτα ἀπὸ τὸν Λυτρωτή του, εἴτε τὸν αἰώνιο θάνατο, ποὺ προαναγγέλθηκε ἤδη στὸν παράδεισο ἀπὸ τὸν δίκαιο Θεὸ ὡς συνέπεια τῆς παραβάσεως τῆς εὐεργετικῆς ἐντολῆς Του. Σ’ αὐτὴ τὴ μεγάλη καὶ πολὺ κρίσιμη πάλη μᾶς καλεῖ ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέει: «Ντυθεῖτε μὲ τὴν πανοπλία ποὺ δίνει ὁ Θεός, γιὰ νὰ μπορέσετε ν’ ἀντιμετωπίσετε τὰ τεχνάσματα τοῦ διαβόλου. Γιατί δὲν ἔχουμε νὰ παλέψουμε μὲ ἀνθρώπους ἀλλὰ μὲ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες, δηλαδὴ μὲ τοὺς κυρίαρχούς του σκοτεινοῦ τούτου κόσμου, τὰ πονηρὰ πνεύματα, ποὺ βρίσκονται ἀνάμεσα στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανὸ» (Ἐφ. 6:11-12). Ὁ ἴδιος ἀπόστολος ἀναφέρει καὶ τὸν χῶρο αὐτῆς τῆς φοβερῆς πάλης καὶ τὸ εἶδος τῶν ὅπλων ποὺ πρέπει νὰ χρησιμοποιηθοῦν: «Τὰ ὅπλα μὲ τὰ ὁποῖα πολεμᾶμε ἐμεῖς δὲν εἶναι κοσμικά, ἀλλὰ ἔχουν τὴ δύναμη ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γκρεμίζουν ὀχυρὰ (πνευματικά). Μ’ αὐτά, δηλαδή, ἀνατρέπουμε λογισμοὺς καὶ καθετὶ ποὺ ὀρθώνεται μὲ ἀλαζονεία ἐναντίον τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ. Μ’ αὐτὰ αἰχμαλωτίζουμε κάθε σκέψη καὶ τὴν κάνουμε νὰ ὑπακούει στὸν Χριστὸ» (Β’ Κορ. 10:4-5). Ὅπως βλέπουμε, ὁ ἀπόστολος μᾶς προτρέπει νὰ αἰχμαλωτίζουμε ὄχι μόνο τοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμούς, ποὺ φανερά τοὺς ἀποστρέφεται ὁ Κύριος, ἀλλὰ ὅλες τὶς σκέψεις, κάνοντάς τες νὰ ὑπακοῦνε σ’ Ἐκεῖνον. Γιατί ὁ πονηρὸς ἐχθρός μας, ἔμπειρος καθὼς εἶναι στὸν νοερὸ πόλεμο, δὲν ὑποβάλλει ἐξαρχῆς στὸν ἄνθρωπο λογισμοὺς ξεκάθαρα ἁμαρτωλούς. Ἀντιπαραθέτει στὸν πνευματικὸ λογισμό, δηλαδὴ στὴν εὐαγγελικὴ διδασκαλία, τὸν μεταπτωτικὸ ἀνθρώπινο λογισμό, τὸν σαρκικὸ καὶ ψυχικό, ποὺ τὸν παρουσιάζει ὡς ὀρθὸ καὶ ὑγιῆ, ὡς σοφὸ καὶ ἐπιβεβλημένο. Μ’ αὐτὸν προσπαθεῖ νὰ ἀναιρέσει τὸν λογισμὸ τῆς ὑπακοῆς στὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος συνιστᾶ τὴν ἀποφασιστικὴ καὶ πλήρη αὐταπάρνηση, ὅταν μᾶς καλεῖ νὰ ντυθοῦμε μὲ τὴν πανοπλία ποὺ δίνει ὁ Θεός, καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ πάρουμε στὰ χέρια κάποιο ὅπλο. Δὲν ἀρκεῖ, δηλαδή, μόνο ἡ νηστεία, οὔτε μόνο ἡ προσευχή, οὔτε μόνο ἡ ἐλεημοσύνη, οὔτε μόνο ἡ ἁγνεία. Ἡ πανοπλία τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖται ἀπ’ ὅλες τὶς εὐαγγελικὲς ἐντολές. Ὅποιος παραβεῖ ἔστω καὶ μία μόνο ἀπ’ αὐτές, θεωρεῖται παραβάτης ὅλου τοῦ θείου νόμου (Ἰακ. 2:10) καὶ «θὰ κηρυχθεῖ ἐλάχιστος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 5:19), θὰ ριχθεῖ, δηλαδή, στὴ γέεννα, σύμφωνα μὲ ἑρμηνεία τοῦ μακαρίου Θεοφυλάκτου. «Γι’ αὐτὸ τηροῦσα ὅλες τὶς ἐντολές Σου, μισώντας κάθε ἄδικη πράξη» (Ψαλμ. 118:128). «Γι’ αὐτὸ φορέστε τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ μπορέσετε ν’ ἀντισταθεῖτε τὴν ὥρα τῆς σατανικῆς ἐπιθέσεως. Λάβετε κάθε ἀπαραίτητο μέτρο γιὰ νὰ μείνετε ὥς τὸ τέλος σταθεροὶ στὶς θέσεις σας» (Ἐφ. 6:13). Μόνο ὅποιος φοράει τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ μπορεῖ ν’ ἀντισταθεῖ τὴν ὥρα τῆς σατανικῆς ἐπιθέσεως. Μόνο ὅποιος τηρεῖ ὅλες ἀνεξαίρετα τὶς ἐντολὲς μπορεῖ νὰ νικήσει τὸν ἐχθρό. Τὶς ὧρες τῶν σατανικῶν ἐπιθέσεων ἀναδεικνύονται καὶ ἀποδεικνύονται οἱ ἀνδρεῖοι στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, πού, νικώντας, μεταβαίνουν ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο στὴν ἀνάσταση καὶ τὴν αἰώνια ζωὴ τῆς ψυχῆς. Τὴν πανοπλία τοῦ Θεοῦ τὴ φοροῦν οἱ ἅγιοί Του. Ὁ κανόνας τῆς ζωῆς τῶν ἁγίων εἶναι τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ λόγος τους –ὁ λόγος καὶ τῶν χειλιῶν καὶ τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς τους– εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μ’ αὐτὴ τὴν πνευματικὴ μάχαιρα (Ἔφ. 6:17) συντρίβουν τὰ περιστρεφόμενα πύρινα ξίφη τῶν ἐχθρῶν –τους δαιμονικοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς δαιμονικὲς φαντασίες– κι ἔτσι αὐτὰ δὲν μποροῦν νὰ διαπεράσουν τὶς ψυχές τους. Μὲ συνεχῆ ἐγρήγορση καὶ νήψη ἐπιτηροῦν τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τους ὅλοι οἱ ἀληθινοὶ δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Φωτισμένοι ἀπὸ τὴ θεία χάρη, ἀντιλαμβάνονται ἤδη ἀπὸ μακριά τοὺς νοητοὺς κλέφτες καὶ φονιάδες, ὅταν αὐτοὶ τοὺς πλησιάζουν, καὶ βλέπουν μέσα τους σὰν σὲ καθρέφτη τὰ μαῦρα πρόσωπα τῶν νοητῶν αἰθιόπων. Διακόπτοντας ἀπὸ τούτη τὴ ζωὴ κάθε κοινωνία μὲ τοὺς δαίμονες, στεροῦν ἀπ’ αὐτοὺς κάθε δικαίωμα ἢ ἐξουσία πάνω στὶς ψυχές τους. Ἔτσι, ὅταν χωρίζονται ἀπὸ τὰ σώματά τους, περνοῦν ἀνεμπόδιστα τὶς ἐξουσίες τοῦ ἀέρα, τὶς νικημένες ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρετή τους. Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchaninov, Ἐπίσκοπος Καυκάσου καί Μαύρης Θάλασσας

διαβάστε περισσότερα »

Πρόσφατα άρθρα

Πῶς βρέθηκε καὶ ὑψώθηκε ὁ Τίμιος Σταυρὸς;

Δύο φορὲς τὸν χρόνο ἑορτάζει πανηγυρικὰ ἡ Ἐκκλησία μας τὸν Τίμιον Σταυρόν. Μία γιὰ τὴν ἀνεύρεσή του τὴν 6ην Μαρτίου τοῦ 326 μ.Χ. καὶ μία κατὰ τὴν Ὕψωσή του τὴν 14ην Σεπτεμβρίου, στὰ ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Τὸ σημαντικόν, καὶ ὄχι πολὺ γνωστόν, στὸν διπλὸν αὐτὸν ἑορτασμὸν εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἀποκαλύπτεται ἄλλο ἕνα μέγα μυστήριον τῆς ἀπερίγραπτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα κατὰ τὴν θεία λατρεία, ποὺ ἑνώνει τὴν γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐκφράζει ἐπιγραμματικὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἐκπεσμένου ἀνθρώπου, τὸν ὁποῖον παίρνει ἀπὸ τὴν Κόλαση τῆς πτώσεώς του καὶ τὸν θρονιάζει πάλι μέσα στὸ Παράδεισο τῆς αἰώνιας ἀγάπης. Πιὸ συγκεκριμένα, παίρνει μὲ τὴν σταυρική του θυσία τὸν προδότη Ἰούδα τὸν Ἰσκαριώτη, ποὺ ἀντιπροσωπεύει ὅλην τὴν προδοσία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ τὴν ἀμέτρητη ἀγνωμοσύνη του ἔναντι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ ὁδηγεῖ σὲ ἄλλον Ἰούδα, ἐπίσης Ἑβραῖον, ποὺ ἔγινε ὁδηγὸς στὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ φανερώνει τὴν μεταστροφὴ καὶ τὴν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν πορεία του στὴν ἁγιότητα. Ὅπως ἀκριβῶς ἔγινε καὶ μὲ τὸν δεύτερον αὐτὸν Ἰούδα, ποὺ πίστεψε, μετανόησε καὶ ἔγινε Χριστιανὸς μὲ τὸ ὄνομα Κυριακός. Ἀργότερα ἔγινε κληρικὸς καὶ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, μετὰ τὸν Πατριάρχην Μακάριον, καὶ ἀφοῦ μαρτύρησε, μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του Ἄννα, μπῆκε στὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ ἐτήσια μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 28ην Ὀκτωβρίου. Τὸ «Συναξάρι» τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀναφέρει: «Τῇ αὐτῇ ἡμερᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Κυριακοῦ τοῦ φανερώσαντος τὸν Τίμιον Σταυρόν, ἐπὶ τῆς Βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου καὶ Ἑλένης τῆς αὐτοῦ μητρός». Καὶ γιὰ τὴν μητέρα του Ἄννα, ποὺ γιορτάζει τὴν ἴδια μέρα: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ μήτηρ τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ Ἄννα, λαμπάσι φλεχθεῖσα καὶ ξεσθεῖσα ἐτελειώθη». Καὶ λίγα γιὰ τὸν βίον του: «Ὁ Ἅγιος Κυριακός, πρώην Ἰούδας, μετὰ τὴν φανέρωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπίστευσε, ἐβαπτίσθη Χριστιανὸς καὶ ἔγινε, ὅπως προαναφέραμε, Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ ἔζησε ὡς τὶς ἡμέρες τοῦ εἰδωλολάτρη αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Αὐτὸς ὅταν ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα, μετὰ τὴν ἐκστρατεία του κατὰ τῶν Περσῶν, ἔμαθε γιὰ τὸν Ἅγιον Κυριακὸν τί ἦταν καὶ τί ἔγινε καὶ τὸν διέταξε αὐστηρὰ νὰ θυσιάση στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, ἀρνήθηκε ἀποφασιστικὰ καὶ ἤλεγξε μὲ τόλμην τὴν εἰδωλολατρία τοῦ Ἰουλιανοῦ. Τότε ἐκεῖνος διέταξε νὰ τοῦ κόψουν τὸ δεξί του χέρι, διότι καθὼς εἶπε: «Πολλὲς ἐπιστολὲς ἔχει γράψει τὸ χέρι αὐτό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀπομακρυνθοῦν πολλοὶ ἀπὸ τὰ εἴδωλα τοῦ Δωδεκαθέου». Ὕστερα διέταξε νὰ ρίξουν λιωμένο μολύβι μέσα στὸ στόμα τοῦ Ἁγίου, ποὺ ὁμολογοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Χριστὸν καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔβαλαν οἱ δήμιοι μπρούμυτα σὲ πυρακτωμένη σιδερένια κλίνη, ποὺ ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ ὄργανα βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν. Ὅταν ἦλθε ἡ μητέρα του, ποὺ εἶχε γίνει καὶ αὐτὴ πιστὴ Χριστιανή, στὸν τόπον τοῦ μαρτυρίου τοῦ παιδιοῦ της, ὁ Ἰουλιανὸς διέταξε νὰ τὴν κρεμάσουν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ νὰ σκίζουν τὸ κορμί της μὲ σιδερένια νύχια, ποὺ ἦταν κι αὐτὸ ἄλλο ἕνα ἐργαλεῖο βασανισμοῦ τῶν Χριστιανῶν, καὶ ἀφοῦ τὴν ἔκαιγαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριον. Ὕστερα ἔρριξαν τὸν Ἅγιον Κυριακόν, σὲ ἕνα μεγάλο καμίνι, τὸν ἐθανάτωσαν μὲ ξίφος, κόβοντας τὸ κεφάλι του». Ἡ ἀνεύρεση καὶ ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ εἶναι ἡ σημαία τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔγινε μὲ τρόπον θαυμαστὸν καὶ ὑπερθαύμαστον ἀπὸ τὴν Ἁγίαν Ἑλένην τὴν Ἰσαπόστολον, ποὺ εἶχε μεταβῆ γιὰ προσκύνηση στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ μὲ τὴν ρητὴν ἐντολὴν τοῦ γιοῦ της αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου νὰ βρῆ τὸν Τίμιον Σταυρόν, τὸν ὁποῖον εἶχαν ἐξαφανίσει οἱ ἀντίχριστοι Ἑβραῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες. Εἶχαν ρίξει καὶ τοὺς τρεῖς σταυροὺς σὲ ἕναν βαθὺ λάκκον καὶ τὸν σκέπασαν μὲ χώματα καὶ πέτρες καὶ πολλὰ σκουπίδια. Ἐκεῖ ἔμεινε ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριακόσια χρόνια. Ὅταν ἡ Ἁγία Ἑλένη μὲ τοὺς συνοδοὺς της ἄρχισε τὶς ἔρευνες, μία νεαρὴ Ἑβραιοπούλα ὁδήγησε τὴν Βασιλομήτορα στὸν Ἰούδα, ποὺ ἔμενε στὰ Ἱεροσόλυμα, διότι ἐκεῖνος ἐγνώριζε ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους τὴν τοποθεσία, ὅπου εἶχαν ρίξει τοὺς τρεῖς σταυρούς. Ἐκεῖ μάλιστα φύτρωνε κάθε χρόνον μόνο του καὶ τὸ εὐωδιαστὸ «βασιλικὸ χόρτο», αὐτό, ποὺ λέγεται καὶ σήμερα βασιλικός. Πῆγε, λοιπόν, ἡ Ἁγ. Ἑλένη στὴν τοποθεσία αὐτὴ καὶ πρὶν δώση ἐντολὴ νὰ ἀρχίσουν οἱ ἀνασκαφές, γονάτισε καὶ προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Χριστόν. Μόλις ὅμως σηκώθηκε στὰ πόδια της καὶ πρὶν νὰ πεῖ μία λέξη, ἔγινε μέγας σεισμός, μόνον στὸ σημεῖον αὐτό, καὶ τὸ ἔδαφος σχίστηκε σὲ μεγάλο βάθος. Τότε ἄρχισαν ἀμέσως οἱ ἀνασκαφὲς καὶ σὲ λίγη ὥρα βρέθηκαν καὶ οἱ τρεῖς σταυροί, πρὸς γενικὴν κατάπληξιν ὅλων τῶν παρισταμένων. Ὅλοι ἔκλαιγαν ἀπὸ χαρὰ καὶ ἄλλοι δόξαζαν τὸν Θεὸν καὶ προσεύχονταν. Ἡ στιγμὴ ἦταν μοναδικὴ καὶ πανίερη. Καθάρισαν τοὺς τρεῖς σταυροὺς ἀπὸ τὰ χώματα, μολονότι, βρέθηκαν σὲ ἕνα κοίλωμα τῆς γῆς καὶ ἦταν καλὰ προστατευμένοι. Δὲν ἤξεραν ὅμως ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἦταν ὁ Σταυρὸς ἐπάνω στὸν ὅποιον σταυρώθηκε ὁ Χριστός. Ἐκεῖ κοντὰ βρισκόταν σὲ μία καλύβα μία ἑτοιμοθάνατη γυναίκα, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ χρόνια ἀσθένεια. Ἡ Ἄγ. Ἑλένη σκέφθηκε ἀμέσως ὅτι ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρὸς θὰ θεράπευε ἀμέσως τὴν γυναίκα, ἐὰν τῆς ἔβαζαν πάνω της τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου. Ἔτσι ἔβαλαν διαδοχικά τοὺς δύο πρώτους σταυρούς, ἀλλὰ χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Μόλις ὅμως ἔβαλαν στὸ σῶμα της τὸν τρίτον Σταυρόν, ἡ ἑτοιμοθάνατη γυναίκα ἔγινε ἀμέσως καλὰ καὶ σηκώθηκε στὰ πόδια της. Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ πραγματικὸς Τίμιος Σταυρός. Καὶ ὅπως γράφει καὶ ὁ Εὐθύμιος Ζυγαβηνὸς στὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου ὑπῆρχε καὶ ἡ μικρὴ σανίδα μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ι.Ν.Β.Ι.» (Ἰησοῦς Ναζωραῖος Βασιλεὺς Ἰουδαίων), ποὺ εἶχε βάλει ὁ Πόντιος Πιλάτος. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἡ Ἄγ. Ἑλένη, ἔχτισε (στὸν Γολγοθὰ τὸν Ναὸν τῆς Ἀναστάσεως καὶ στὴν συνέχεια τὸν Ναὸν τῆς Γεννήσεως στὸ Σπήλαιον τῆς Βηθλεὲμ καὶ τὸν Ναὸν τοῦ Ὅρους τῶν Ἐλαίων. Καὶ ὅταν ὁ Πατριάρχης Μακάριος ἔστησε τὸν Τίμιον Σταυρὸν στὸν ναὸν τοῦ Πατριαρχείου γιὰ προσκύνηση ἀπὸ τὸν πιστὸν λαόν, ἦταν ἡ 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 326 καὶ γι’ αὐτὸ καθιερώθηκε ἀπὸ τότε νὰ ἑορτάζεται τὸ γεγονὸς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τὴν ἡμέραν αὐτήν. Τὴν ἴδιαν ἡμέρα ἑορτάζεται καὶ ἡ δεύτερη Ὕψωση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἡράκλειον (628 μ.Χ.), ὅταν ἐνίκησε τοὺς Πέρσες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν κλέψει τὸν Τίμιον Σταυρὸν ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα. Σήμερα τὸ μεγαλύτερον τεμάχιον τοῦ Τιμίου Σταυροῦ

διαβάστε περισσότερα »

Τι σημαίνει η Ίνδικτος – Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

  Η Ίνδικτος προέρχεται από τη λατινική λέξη indictio η οποία σημαίνει ορισμός. Ο όρος προήλθε από τη συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν διά θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε ετών το ποσό του ετήσιου φόρου που εισέπρατταν αυτή την εποχή για τη συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκταση καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτίωνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια από τη γέννηση του Χριστού. Από τις αρχές, άλλωστε, του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Σεπτέμβριος καθιερώθηκε ως η αρχή του εκκλησιαστικού αλλά και του πολιτικού έτους, επειδή η 1η Σεπτεμβρίου συνέπιπτε με την αρχή της ινδικτιώνος. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να εορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου ως «αρχή της ινδίκτου». Όπως μας πληροφορεί η Μαρίνα Δετοράκη υπεύθυνη του ερευνητικού Εργαστηρίου Παλαιογραφίας και Αρχείου Μικροταινιών του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης: «Η λέξη ινδικτιών σημαίνει κατ’ αρχήν τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού που έπρεπε να καταβάλλουν οι Ρωμαίοι πολίτες ως φόρο. Συνεκδοχικά, πήρε τη σημασία της οικονομικής χρονιάς, και όταν οι φόροι ρυθμίζονταν με βάση μια περίοδο περισσοτέρων ετών, ινδικτιών ονομάστηκε το σύνολο αυτών των ετών… Κατέληξε έτσι να σημαίνει ένα θεσμοθετημένο κύκλο 15 ετών, συνεχώς επαναλαμβανόμενο (όπως η εβδομάδα ή ο μήνας), που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση πράξεων και γεγονότων… που τελικά παγιώθηκε ως το δημοφιλέστερο σύστημα χρονολόγησης για τους Βυζαντινούς, και η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή του έτους τους». Τι σημαίνει αρχή Ινδίκτου Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων «εις οσμήν ευωδίας Κυρίω» (Λευϊτ. 23,18). Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγη Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώση εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι, αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξη ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18). Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες «επί το αυτό», αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του. (Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Μακαρίου ιερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος) Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους; Τα περισσότερα ημερολόγια στην περιοχή της Ανατολής είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας. Επειδή, όμως, στις 23 Σεπτεμβρίου ήταν τα γενέθλια του Αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 του ίδιου μήνα, ημέρα η οποία καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, της περιόδου, δηλαδή, του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για δεκαπέντε χρόνια. Έτσι, Ίνδικτος κατέληξε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου η πρωτοχρονιά. Αυτή την πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της προσέδωσε χριστιανικό νόημα και περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σε αυτή την εορτή της σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής ιστορίας. Το 462 μ.Χ. για πρακτικούς λόγους αλλά και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μήνα, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου. Η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην ορθόδοξη ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια. Αξίζει να σημειώσουμε ότι λίγα χρόνια πριν, η Εκκλησία όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον. Η Ίνδικτος κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι). Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο