Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἕνας ἀκόμα σημαντικὸς ἐορτολογικὸς σταθμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ πιστοὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ καλοῦνται νὰ τιμήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου ὥστε νὰ ἀντλήσουν δύναμη καὶ χάρη ἀπὸ αὐτόν. Ἡ μεγάλη αὐτὴ Δεσποτικὴ ἑορτὴ δίνει ἐπίσης τὴν εὐκαιρία σὲ ὅλους μας νὰ...σκεφτοῦμε ὁρισμένες βασικὲς ἀρχὲς καὶ ἀλήθειες τῆς πίστης μας, οἱ ὁποῖες εἶναι συνυφασμένες μὲ τὴ θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία διασώζει, μόνη Αὐτή, ἀνόθευτη τὴν βιβλικὴ καὶ πατερικὴ διδασκαλία, ἀποδίδει τὴν προσήκουσα τιμὴ στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν ὄργανο καὶ σύμβολο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποικίλη ἑτεροδοξία, ἡ ὁποία, εἴτε ἀδιαφορεῖ νὰ ἀποδώσει τιμὴ στὸ Σταυρὸ (Προτεσταντισμός), εἴτε πολεμᾶ εὐθέως αὐτόν, ὡς εἰδωλολατρικὸ σύμβολο (Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά). Ἡ Ἐκκλησία μᾶς θέσπισε πολλὲς φορὲς προσκύνησης καὶ τιμῆς τοῦ Σταυροῦ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους, μὲ ἀποκορύφωμα τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως, στὶς 14 Σεπτεμβρίου. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη κορυφαῖο σύμβολο θυσίας καὶ ἁγιασμοῦ, διότι ἡ σημασία τοῦ εἶναι πραγματικὰ τεράστια. Ὁ Σταυρὸς μαζὶ μὲ τὴν Ἀνάσταση λειτουργοῦν ὡς δύο βασικοὶ ἄξονες πάνω στοὺς ὁποίους κινεῖται ἡ ζωὴ τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ Ἀνάσταση ἕπεται τοῦ Σταυροῦ καὶ προϋποθέτει τὸ Σταυρὸ καὶ ὁ Σταυρὸς προμηνύει τὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς Σταυρὸ δὲν γίνεται Ἀνάσταση. Πάνω σὲ αὐτὲς τὶς ἀρχὲς στηρίζεται ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ καὶ ἡ σπουδαία σημασία του γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ μέγας ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τοῦ Σταυροῦ, τονίζει συχνὰ στὶς θεόπνευστες ἐπιστολές του ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καύχηση. «ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχάσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῶ τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γάλ.6,13), διότι «ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις ἠμὶν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Ἃ΄Κόρ.1,17», ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐγενήθη ἐν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τὲ καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις» (Ἃ΄Κόρ.1,30) ὡς ὁ «Ἐσταυρωμένος» (Ἃ΄Κόρ.1,23). Ὁ Κύριος της δόξης «ὑπὸ χειρῶν ἀνόμων» καρφώθηκε ἐπάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ ἐπώδυνο μαρτύριο τῆς σταυρώσεως καὶ νὰ πεθάνει ὡς αἴσχιστος κακοῦργος. Ἀλλὰ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη αὐτὴ κακουργία, ἐξ αἰτίας τῆς ἄμετρης θείας ἀγάπης, λειτούργησε εὐεργετικὰ γιὰ τὸ θεοκτόνο ἀνθρώπινο γένος, «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανε. Πολλῶ οὒν μᾶλλον δικαιοθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δὶ’ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῶ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῶ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τὴ ζωὴ αὐτοῦ» (Ρώμ.5,8-10). Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Ὁ Σταυρὸς πρὶν τὴ μεγάλη σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἔχθιστο φονικὸ ὄργανο ἐκτέλεσης κακούργων. Ὅποιος πέθαινε διὰ τῆς σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «ἐπικατάρατος» (Γάλ.3,1). Ἀφότου ὅμως ὁ σαρκωμένος Θεὸς πέθανε ὡς κακοῦργος πάνω στὸ ἐγκάρσιο ξύλο, αὐτὸ κατέστη πηγὴ ἀπολυτρώσεως. Ἀπὸ μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σὲ ἀκένωτη πηγὴ ζωῆς, ἀπὸ ἀποκρουστικὸ καὶ ἀπαίσιο ὄργανο τῶν δημίων ἔγινε φωτεινὸ σύμβολο καὶ δίαυλος εὐλογιῶν, ἀπὸ ξύλο πόνου καὶ ὠδίνων κατέστη καταφύγιο ἀνάπαυσης καὶ χαρᾶς. Ἡ παράδοξη αὐτὴ καὶ μεγάλη ἀλλαγὴ συντελέσθηκε ἐπειδὴ ἡ ἄμετρη θεία ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία δὲ λειτούργησε ἐκδικητικὰ πρὸς τὴν ἀνθρώπινη ἀγνωμοσύνη καὶ κακουργία. Μέσα στὴν ἀπύθμενη θεία φιλανθρωπία δὲν ὑπάρχει «χῶρος» γιὰ μίσος, θυμὸ καὶ ἐκδίκηση. Ὁ Θεός, ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀγάπη (Ἃ΄Ἰωάν.4,8,) ἀντὶ ἐκδίκησης ἀνταπέδωσε στὸν ἄνθρωπο εὐσπλαχνία καὶ τοῦ δώρισε τὴ λύτρωση ἀπὸ τὰ πικρὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Χάρη λοιπὸν στὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο τῶν ἀνθρώπων μετεβλήθη σὲ πηγὴ ἁγιασμοῦ καὶ ἀπολυτρώσεως. Σύμφωνα μὲ τὴν ὑψηλὴ θεολογία τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἀτιμωτικὸ καὶ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο θανατώσεως τῶν κακούργων ἀνθρώπων, μετεβλήθη, μετὰ τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης μὲ τὸ Θεὸ καὶ πηγὴ ἁγιασμοῦ. Ἡ ἀνθρώπινη κακία ἔδωσε στὸ Θεὸ πόνο καὶ θάνατο διὰ τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ, ἡ θεία ἀνεξικακία καὶ ἄκρα φιλανθρωπία, ἔδωσε, ἀντίθετα, στὸ δήμιό Του ἀγάπη καὶ λύτρωση! Ἡ δύναμη λοιπὸν τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στὴν ἀκένωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται πλέον στὴν ἀνθρωπότητα καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία μέσω τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔχοντας ὑπόψη τοὺς αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀλήθεια, διατύπωσαν τὴν περίφημη θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Τὸ ἱερότατο αὐτὸ σύμβολο εἶναι πιὰ συνυφασμένο μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ἀντλεῖ τὴν ἀνίκητη δύναμή του, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ χάρη. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι εἰδωλολατρία νὰ προσκυνεῖται ἀπὸ τοὺς πιστούς, διότι προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σημαίνει προσκύνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ὁποίου εἶναι τὸ σημεῖο καὶ ἡ ἐνθύμηση τῆς ἀπολυτρωτικῆς Του θυσίας. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πλέον τὴν ἐνοποιὸ δύναμη τῆς ἀνθρωπότητας. Ἂν τὸ ξύλο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ στὴν Ἐδὲμ (Γέν.3ο κέφ.) ἔγινε πρόξενος κακοῦ καὶ ἔχθρας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε σημεῖο ἐπανένωσης τῶν ἀνθρώπων στὸ Σῶμα Τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ δύο ἐγκάρσια ξύλα, ποὺ συνθέτουν τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, συμβολίζουν τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ Θεὸ (κάθετο ξύλο) καὶ τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους (ἐγκάρσιο ξύλο). Φυσικὰ ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων περνᾶ ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὴ σχέση τους μὲ τὸ Θεό. Τὸ ἐγκάρσιο ξύλο παριστᾶ, ἐπίσης, τὰ δύο χέρια τοῦ Ἐσταυρωμένου Λυτρωτῆ μας, τὰ ὁποία εἶναι ἀνοιγμένα γιὰ νὰ ἀγκαλιάσουν ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ θεώρηση ἡ νέα ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη κοινωνία ἔχει διαφορετικὴ ὑφὴ ἀπὸ τὶς προχριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς κοινωνίες. Ἡ ἐνοποιὸς δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἀδελφοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, δημιουργώντας τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀκόμα ἡ φοβερὴ δύναμη κατὰ τῶν ἀντίθεων δυνάμεων. Μέχρι τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὄργανο τοῦ κακοῦ, χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὴν καταστροφὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἀφότου ὁ Θεὸς καταδέχτηκε νὰ καρφωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει πάνω σ’ αὐτὸν μεταβλήθηκε σὲ ὅπλο ἐναντίων ἐκείνων ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦσαν. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν σταυρόν Σου ἠμὶν δέδωκας, φρύττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστὰ καὶ θάνατον κατήργησεν». Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι τὸ θαυμαστὸ φυλακτήριο τῶν πιστῶν. Δὲν ὑπάρχει ἁγιαστικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ νὰ μὴν σταυρώνονται οἱ πιστοί, δὲν ὑπάρχει στιγμὴ προσευχῆς ποὺ νὰ μὴν ποιοῦμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, δὲν ὑπάρχει δύσκολη στιγμὴ ποὺ νὰ μὴν ἁγιάζουμε τὸ σῶμα μας μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ θωρακιζόμαστε ἔτσι κατὰ τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἀντικατέστησε ὅλα τὰ δεισιδαίμονα καὶ ἀναποτελεσματικὰ «φυλακτήρια» τοῦ παρελθόντος. Οἱ πιστοὶ πλέον φέρουν μὲ καμάρι Αὐτὸν ὡς πολύτιμο καὶ ἀποτελεσματικὸ φυλακτήριο κατὰ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ καὶ ὡς ὁμολογία τῆς πίστης τους στὴν μεγάλη ἀπολυτρωτικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ἐδῶ τὴν φανερὴ ἀποστροφή, ἀκόμα καὶ τὴν ἔχθρα πρὸς τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πολλῶν αἱρετικῶν χριστιανικῶν ὁμάδων. Στὸ σύνολό του, λοιπόν, ὁ προτεσταντικὸς κόσμος δὲν ἀποδίδει καμιὰ τιμὴ στὸ Σταυρό. Εἶναι γνωστὸ πὼς οἱ προτεστάντες δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ χρησιμοποιοῦν αὐτὸν μόνο ὡς διακοσμητικὸ στοιχεῖο! Οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ μάλιστα, χειρότερα ἀπὸ αὐτούς, μάχονται μὲ σφοδρότητα τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Δὲν προφέρουν καν τὸ ὄνομα Σταυρὸς καὶ ἀντ’ αὐτοῦ τὸν ἀντικατέστησαν μὲ …πάσαλο, παρ’ ὅλο ποὺ στὴν ἀρχή, τιμοῦσαν τὸν Σταυρὸ καὶ τὸν εἶχαν ὡς μόνιμο λογότυπο στὰ περιοδικά τους! Ἡ κατάσταση τῆς κατάνυξης καὶ τῆς χαρμολύπης ποὺ δημιουργεῖ στὴν ψυχή μας ἡ παρουσία καὶ θέα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς κάνει νὰ ὑπομένουμε μὲ καρτερία καὶ ὑπομονὴ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, δηλαδὴ νὰ ὑπομένουμε τὸν προσωπικό μας σταυρὸ (Μάτθ.16,24), ἐλπίζοντας ἐξάπαντος στὴν ἐπερχόμενη ἀνάσταση, μεταφορικὰ καὶ κυριολεκτικά. Αὐτὴ ἡ ἀκράδαντη πίστη μᾶς δίνει δύναμη καὶ μᾶς κάνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴ ζωὴ μὲ αἰσιοδοξία, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν παποπροτεστατικὴ Δύση, ἡ ὁποία ζητᾶ ἐναγωνίως τὴν εὐδαιμονία χωρὶς τὴ θυσία, δηλαδὴ ζητᾶ τὴν ἀνάσταση χωρὶς τὸ σταυρό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὴ συναντήσει πουθενά. Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας ἔχει ὡς βάση τὴν παύλειο ἀρχὴ «εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῶ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρώμ.6,8-9). Αὐτὸ μας κάνει νὰ ξεχωρίζουμε ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ Δύση, ἡ ὁποία ὄζει ἀπὸ ἀπαισιοδοξία, ἐξαιτίας τοῦ πνευματικοῦ της θανάτου, μὴ ἔχοντας ἐλπίδα ἀναστάσεως, διότι δὲν πιστεύει στὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν ἔχει τὴν ταπεινὴ διάθεση νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, γιὰ νὰ μπορέσει ἔτσι νὰ συναναστηθεῖ μὲ Αὐτόν. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως ὁ ἄνθρωπος νὰ λάβει τὸν θεῖο ἁγιασμὸ μέσω τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ πιστέψει στὸ Λυτρωτὴ Χριστὸ καὶ στὴν σταυρικὴ ἀπολυτρωτική Του Θυσία. Ἐπίσης πρέπει νὰ σταυρώσει καὶ αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὅπως καὶ ὁ Χριστός, νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, ὄχι βέβαια κυριολεκτικὰ ὅπως κάνουν κάποιοι αἱρετικοὶ παπικοί, ποὺ κάθε χρόνο τὴ Μ. Παρασκευὴ σταυρώνονται σὲ ξύλο σταυροῦ, ἀλλὰ πρέπει νὰ σταυρώσει ὁ ἄνθρωπος ὄχι τὸ σαρκίο του, ἀλλὰ τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ κακὸ ἑαυτό του, «ταῖς τοῦ βίου ἠδοναῖς», ὅπως προτρέπει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τῆς Μ. Ἑβδομάδος, «ἴνα καὶ συζήσωμεν αὐτῶ (τῷ Χριστῷ)». Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι μία ἀκόμα εὐκαιρία γιὰ ὅλους μας νὰ σκεφτοῦμε τὶς ἄπειρες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας. Νὰ στρέψουμε τὸ βλέμμα μας στὸ ἐκθαμβωτικὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ προκειμένου νὰ διαλύσουμε τὸ σκοτεινὸ ἔρεβος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ψυχῆς μας. Δὲν ἔχουμε πολλὲς ἐπιλογές, ἢ ἀποδεχόμαστε τὴ λυτρωτικὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ σωζόμαστε, ἢ παραμένουμε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας καὶ φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ χανόμαστε. Ἡ κλήση πρὸς τὴ λύτρωση εἶναι πάντα ἀνοιχτή, φτάνει νὰ πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση καὶ νὰ τὴν ἀποδεχτοῦμε. Ὁ Κύριός μας περιμένει. ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ

Θα μας δοθεί ό,τι πρέπει και όταν πρέπει.
Να μην εκβιάζουμε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύουμε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύουμε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνουμε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρουμε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένουμε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσουμε αυτό που θέλουμε, αλλά να τ’ αφήνουμε στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσουμε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει. Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ’ μου τούτο, εκείνο …». Είναι αρκετό να λέμε, «Κύριε Ιησού ελέησόν με». Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από μας και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν’ ανταποκριθούμε σ’ αυτή την αγάπη με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον το πιο ασφαλές για εμάς και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός δεν γίνεται τίποτα. Όταν έχουμε με τον Χριστό σχέση απολύτου εμπιστοσύνης, είμαστε ευτυχισμένοι, έχουμε χαρά. Έχουμε τη χαρά του Παραδείσου. Αυτό είναι το μυστικό. … «ότι ευρίσκεται τοις μη πειράζουσιν Αυτόν, εμφανίζεται δε τοις μη απιστούσιν Αυτώ». Έτσι ν’ αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Το απλό και απαλό είναι ένας αγιότατος τρόπος της πνευματικής ζωής, αλλά δεν είναι δυνατό να το μάθεις έτσι απ’ έξω. Πρέπει μυστικά να μπει μέσα σου, ώστε η ψυχή σου να ενστερνίζεται τον τρόπο αυτόν με την χάρι του Θεού. … Όταν το θέλεις όταν εκβιάζεις το θείον δεν έρχεται. Θα έλθει «εν ημέρα ή ου προσδοκάς και εν ώρα ή ου γινώσκεις». Εδώ υπάρχει το μυστήριο· δεν μπορώ να σας το εξηγήσω. Όταν χάνετε τη θεία χάρι να μην κάνετε τίποτα. Να συνεχίζετε τη ζωή σας και τον αγώνα σας απλά, απαλά, ώσπου χωρίς αγωνία να έλθει πάλι η αγάπη και ο έρωτας και η λαχτάρα στον Χριστό. Και τότε όλα πάνε καλά. Και τότε η χάρις σας γεμίζει και χαιρόσαστε. Ένα μυστικό είναι η ακολουθίες. Να επιδίδεσθε σε αυτές και η χάρις του Θεού μυστικά θα έλθει. Να προσεύχεσθε στον Θεό με ανοικτά τα χέρια. Αυτό είναι το μυστικό των αγίων. Μόλις άνοιγαν τα χέρια τους, τους επεσκέπτετο η θεία χάρις. Οι Πατέρες της Εκκλησίας χρησιμοποιούν ως πιο αποτελεσματική τη μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Το κλειδί για την πνευματική ζωή είναι η ευχή. Την ευχή δεν μπορεί κανείς να τη διδάξει, ούτε τα βιβλία, ούτε ο γέροντας, ούτε κανείς. Ο μόνος διδάσκαλος είναι η θεία χάρις. Αν σας πω ότι το μέλι είναι γλυκό είναι ρευστό είναι έτσι κι έτσι, δεν θα καταλάβετε, αν δεν το γευθείτε. Το ίδιο και στην προσευχή, αν σας πω, «είναι έτσι, νιώθεις έτσι» κ.λπ. δεν θα καταλάβετε, ούτε θα προευχηθείτε, «ει μη εν Αγίω Πνεύματι». Μόνο το Πνεύμα το Άγιον μόνο η χάρις του Θεού μπορεί να εμπνεύσει την ευχή. Μόλις ακούσετε προσβλητικό λόγο, λυπάσθε και μόλις σας πουν καλό λόγο, χαίρεσθε και λάμπετε; Μ’ αυτό δείχνετε ότι δεν είστε έτοιμοι, δεν έχετε τις προϋποθέσεις. Για να έλθει η θεία χάρις, πρέπει ν’ αποκτήσετε τις προϋποθέσεις, την αγάπη και την ταπείνωση, διαφορετικά δημιουργείται αντίδραση. Για να μπείτε σ’ αυτή τη «φόρμα», θα ξεκινήσετε απ’ την υπακοή. Πρέπει πρώτα να δοθείτε στην υπακοή, για να έλθει η ταπείνωση. Βλέποντας την ταπείνωση, ο Κύριος στέλνει τη θεία χάρι κι έπειτα έρχεται μόνη, αβίαστα η προσευχή. Αν δεν κάνετε υπακοή και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή δεν έρχεται και υπάρχει φόβος πλάνης. Να ετοιμάζεσθε σιγά σιγά απαλά απαλά και να κάνετε την ευχή μέσα στο νου. Ό,τι είναι στο νου, είναι και στην καρδιά. Από το βιβλίο «Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου – Βίος και Λογος»