Παρακολουθήσαμε τήν συζήτηση στή Βουλή καί ἀκούσαμε τά ὃσα ἐλέχθησαν. Ἐκφράζομε τήν βαθυτάτην ὀδύνη μας διά τε τήν ἐπιχειρηματολογίαν καί βεβαίως διά τό ἀποτέλεσμα, ἀφοῦ ἡ θεσμοθέτηση αὐτοῦ τοῦ Νομοσχεδίου, ἒγινε, σύν τοῖς ἂλλοις, ἐρήμην τοῦ Λαοῦ καί βεβαίως ἐρήμην τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνο ὃμως, τό ὁποῖο μᾶς θλίβει ὃλως ἰδιαιτέρως, εἶναι τό ὃτι, κάποιοι, στήν Ἑλλάδα, δέν ἐκφράζουν ἁπλῶς γνώμη, ἀλλά «ἀπαιτοῦν» ἀπό τήν Ἐκκλησία νά σιωπήσῃ. Νά μήν ἒχῃ λόγο στά θέματα πού ἀφοροῦν στό Λαό μας, στήν κοινωνία. Μᾶς εἶπαν μέ θράσος ὃτι δέν νομοθετεῖ ἡ Ἐκκλησία καί ὃτι πρέπει νά περιορισθῇ, στά τοῦ οἲκου της. Καί βέβαια γνωρίζομε καί σεβόμεθα μέ εὐλάβεια τούς διακριτούς ρόλους, ὃμως οὐδείς ἒχει τό δικαίωμα νά μᾶς φιμώσῃ, ὡς Ἓλληνες πολίτες καί ὡς ἓνα Θεοΐδρυτο θεσμό, πού ὀρθοτομεῖ τόν λόγον τῆς ἀληθείας καί βεβαίως σέβεται τούς νόμους τοῦ Κράτους, ὡς ὑπαγορεύει τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος, τό ὁποῖον φέρει ὡς «ἐπικεφαλίδα» τό, «εἰς τό Ὂνομα τῆς Ἁγίας καί Ὀμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος» καί προστατεύει τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησία, τά Δόγματα, τούς Ἱερούς Κανόνας, τήν οἰκογένεια, τήν μητρότητα, τήν πατρότητα κ.λ.π. Τό Ἀποκορύφωμα, ὁ λόγος τοῦ Πρωθυπουργοῦ, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στήν Ἐκκλησία, μεταξύ τῶν ἂλλων, εἶπε: «Τά τοῦ Καίσαρος τῷ καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ» καί προχώρησε, «γιά νά τό πῶ μέ ἂλλα λόγια ἢ παπᾶς παπᾶς, ἢ ζευγάς ζευγάς». Μέ ἂλλα λόγια, μᾶς εἶπε: «ὃτι δέν ἒχετε τό δικαίωμα νά μιλᾶτε γιατί εἶσθε παπάδες…» Τί κρῖμα γιά ἂλλη μιά φορά ἀπαξιώνεται ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία στάθηκε καί στέκεται ἡ κολώνα, ὁ στῦλος ὁ ἀκλόνητος αὐτοῦ τοῦ Λαοῦ. Καί τό ἁγιογραφικόν χωρίον τό ὁποῖον ἐχρησιμοποίησατε κ. Πρωθυπουργέ, ἀλλά καί ἡ λαϊκή ρήσις, ἒχουν μεγάλο βάθος καί βαθυτάτην ἑρμηνείαν. Ἂν οἱ Ἱερεῖς, κ. Πρωθυπουργέ, ἦτο μόνο Παπάδες καί περιορίζονταν μόνο στίς ἱερές Ἀκολουθίες, ὃπερ εἶναι καί τό πρώτιστο καθῆκον τους καί δέν ἒδιναν τό αἷμα μας γι’ αὐτόν τόν τόπο καί τόν Λαό, δέν θά εἲσασταν ἐσεῖς σήμερα σ’ αὐτή τή θέση, οὒτε ἡ Ἑλλάδα, βεβαίως, θά ἢταν ἐλεύθερη. Ἡ ἱστορία, παρακαλῶ μελετεῖστε την εἰς βάθος, δέν ἐπικυρώνει τήν ρῆσιν σας, ἡ ὁποία στηρίζεται σέ παροιμία τοῦ Λαοῦ, τήν ὁποία δυστυχῶς δέν ἑρμηνεύετε σωστά καί τήν ὁποία χρησιμοποιήσατε διά νά ἀπαξιώσετε τόν ρόλο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν ἦταν ὁ Παπᾶς περιορισμένος στούς τέσσερις τοίχους τοῦ Ναοῦ, ἐπί τόσες ἑκατονταετίες, δέν θά εἶχε διασωθεῖ οὒτε ὁ Ἑλληνικός πολιτισμός, οὒτε ἡ γλῶσσα, οὒτε ἡ ἐλευθερία μας. Καλό θά ἦτο νά κάνετε μιάν ἐπίσκεψη σέ ὀρεινά χωριά τῆς Ἑλλάδος γιά νά διαπιστώσετε ὃτι οἱ ἣρωες Παπάδες μας, κρατᾶνε ἀπό τό ἓνα χέρι τῆς καμπάνας τό σχοινί καί ἀπό τό ἂλλο τό ἀλέτρι γιά νά καλλιεργήσουν τήν γῆ πού ρήμαξε, ἓνεκα τῆς καταστροφικῆς πολιτικῆς, ἀνέκαθεν, γιά τήν ὓπαιθρο τῆς Ἑλλάδος. Καί ὁ πατέρας μου ἦτο καί Παπάς καί ζευγάς γιά νά μᾶς μεγαλώσῃ, σέ δύσκολες ἐποχές. Πάντως, οὐδείς ἀνέμενε, ἀπό τά δικά σας χείλη, τοιοῦτον λόγον περί τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Λειτουργῶν της. Μήπως γνωρίζετε κύριε Πρωθυπουργέ, τί προσφέρει ὁ Παπᾶς, πού εὐτυχῶς δέν κάθεται σέ κάποιον καναπέ, ὣστε νά πηγαίνῃ μόνο στήν Λειτουργία; Ρίξτε μιά ματιά, στό κοινωνικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας, τήν προσφορά της στόν Λαό πού παίνεται ἀπό τήν ἀνεργία, τήν ἀνέχεια, τήν ἐγκατάλειψη τῆς ὑπαίθρου, τήν ὑπογεννητικότητα, τό μεταναστευτικό, τήν παραβατικότητα, τήν ἐνδοοικογενειακή σχολική βία καί τόσα ἂλλα. Εὒκολα μπορεῖτε νά διαπιστώσετε μέσα ἀπό τά ἢδη λειτουργοῦντα πλεῖστα ὃσα Ἱδρύματα τῆς Ἐκκλησίας τήν προσφορά της, ὃπως λέμε ἐμεῖς, μετά τήν Ἁγία Τράπεζα, στήν κοινωνία. Τό κάνομε, καί δέν θά σταματήσωμε νά τό κάνωμε, γιατί δώσαμε ὑπόσχεση ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὃτι θά ὑπηρετοῦμε τό θέλημά Του, θά λειτουργοῦμε καί θά διακονοῦμε μέχρι τελευταίας ρανίδος τοῦ αἳματός μας, ἂν χρειασθῇ, αὐτόν τόν Λαό, ὁ ὁποῖος πολλάκις ἀπαξιώθηκε καί περισσότερες φορές ἀγνοήθηκε. Εὐτυχῶς κύριε Πρωθυπουργέ, πού σταθήκαμε ὡς Ἱερεῖς ἀπό ἑκατοντάδων ἐτῶν καί στεκόμαστε, στό ὓψος τῶν περιστάσεων, τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί τῆς Διακονίας τοῦ Λαοῦ. Καί σᾶς διαβεβαιοῦμε ὃτι οὒτε τώρα, οὒτε στό μέλλον θά ἀλλάξωμε, οὒτε νερό στό κρασί μας, θά ρίξωμε, ὑπερασπιζόμενοι τά ἱερά καί τά ὃσια τοῦ τόπου μας καί τοῦ Λαοῦ μας καί κηρύττοντας τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, τήν ὁποία τό Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος ὑπερασπίζεται. Σᾶς διαβεβαιοῦμε ἐπίσης ὃτι εἲμαστε καί ἒτσι θά παραμείνωμε: «Καί Παπάδες καί ζευγάδες». Ἂ, καί μη λησμονεῖτε κ. Πρωθυπουργέ. 1) Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δέ δίδωσι χάριν (Ἰακ, 4,6) καί 2) Κριτής καί ἀφέντης εἶναι ὁ Θεός καί δραγουμάνος του ὁ Λαός.