Category: Πάσχα

Τι σημαίνει η Ίνδικτος – Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

  Η Ίνδικτος προέρχεται από τη λατινική λέξη indictio η οποία σημαίνει ορισμός. Ο όρος προήλθε από τη συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν διά θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε ετών το ποσό του ετήσιου φόρου που εισέπρατταν αυτή την εποχή για τη συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκταση καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτίωνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια από τη γέννηση του Χριστού. Από τις αρχές, άλλωστε, του 4ου αιώνα μ.Χ. ο Σεπτέμβριος καθιερώθηκε ως η αρχή του εκκλησιαστικού αλλά και του πολιτικού έτους, επειδή η 1η Σεπτεμβρίου συνέπιπτε με την αρχή της ινδικτιώνος. Ακόμη και σήμερα, άλλωστε, η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία εξακολουθεί να εορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου ως «αρχή της ινδίκτου». Όπως μας πληροφορεί η Μαρίνα Δετοράκη υπεύθυνη του ερευνητικού Εργαστηρίου Παλαιογραφίας και Αρχείου Μικροταινιών του Τμήματος Φιλολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης: «Η λέξη ινδικτιών σημαίνει κατ’ αρχήν τον προσδιορισμό του ετήσιου ποσού που έπρεπε να καταβάλλουν οι Ρωμαίοι πολίτες ως φόρο. Συνεκδοχικά, πήρε τη σημασία της οικονομικής χρονιάς, και όταν οι φόροι ρυθμίζονταν με βάση μια περίοδο περισσοτέρων ετών, ινδικτιών ονομάστηκε το σύνολο αυτών των ετών… Κατέληξε έτσι να σημαίνει ένα θεσμοθετημένο κύκλο 15 ετών, συνεχώς επαναλαμβανόμενο (όπως η εβδομάδα ή ο μήνας), που χρησιμοποιήθηκε για τη χρονολόγηση πράξεων και γεγονότων… που τελικά παγιώθηκε ως το δημοφιλέστερο σύστημα χρονολόγησης για τους Βυζαντινούς, και η 1η Σεπτεμβρίου ως η αρχή του έτους τους». Τι σημαίνει αρχή Ινδίκτου Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στον Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που ήδη έκαναν οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου· την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποίαν εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων «εις οσμήν ευωδίας Κυρίω» (Λευϊτ. 23,18). Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξη τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγη Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώση εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι, αυτήν την ημέρα που η φύσις ετοιμάζεται να διατρέξη ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζουμε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στην Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαϊου ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν (= έτος) Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4,18). Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες «επί το αυτό», αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή και στέλνει άφθονες τις ευλογίες του κάθε εποχή στα κτίσματά του. Ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσωμε, για να γίνωμε μέτοχοι της αιωνιότητός του. (Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Μακαρίου ιερομονάχου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος) Πώς καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως αρχή του εκκλησιαστικού έτους; Τα περισσότερα ημερολόγια στην περιοχή της Ανατολής είχαν ως πρωτοχρονιά την 24η Σεπτεμβρίου, ημέρα της φθινοπωρινής ισημερίας. Επειδή, όμως, στις 23 Σεπτεμβρίου ήταν τα γενέθλια του Αυτοκράτορα της Ρώμης Οκταβιανού, η πρωτοχρονιά μετατέθηκε στις 23 του ίδιου μήνα, ημέρα η οποία καθορίστηκε ως αρχή της Ινδίκτου, της περιόδου, δηλαδή, του ρωμαϊκού διατάγματος για τον φόρο που ίσχυε για δεκαπέντε χρόνια. Έτσι, Ίνδικτος κατέληξε να σημαίνει αργότερα το έτος και αρχή της Ινδίκτου η πρωτοχρονιά. Αυτή την πρωτοχρονιά βρήκε η Εκκλησία και της προσέδωσε χριστιανικό νόημα και περιεχόμενο, αφού τοποθέτησε σε αυτή την εορτή της σύλληψης του Τιμίου Προδρόμου, που αποτελεί και το πρώτο γεγονός της Ευαγγελικής ιστορίας. Το 462 μ.Χ. για πρακτικούς λόγους αλλά και για να συμπίπτει η πρώτη του έτους με την πρώτη του μήνα, η εκκλησιαστική πρωτοχρονιά μετατέθηκε την 1η Σεπτεμβρίου. Η πρωτοχρονιά της 1ης Ιανουαρίου έχει ρωμαϊκή προέλευση και ήρθε στην ορθόδοξη ανατολή κατά τα νεότερα χρόνια. Αξίζει να σημειώσουμε ότι λίγα χρόνια πριν, η Εκκλησία όρισε την 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αφιερωμένη στο φυσικό περιβάλλον. Η Ίνδικτος κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη «Πρέπει να ηξεύρωμεν, αδελφοί, ότι η του Θεού αγία Eκκλησία εορτάζει σήμερον την Iνδικτιώνα, διά τρία αίτια. Πρώτον, επειδή και αυτή είναι αρχή του χρόνου. Διά τούτο και κοντά εις τους παλαιούς Pωμάνους πολλά ετιμάτο αυτή εξ αρχαίων χρόνων. Iνδικτιών δε κατά την ρωμαϊκήν, ήτοι λατινικήν γλώσσαν, θέλει να ειπή ορισμός. Kαι δεύτερον εορτάζει ταύτην η Eκκλησία, επειδή και κατά την σημερινήν ημέραν, επήγεν ο Kύριος ημών Iησούς Xριστός μέσα εις την Συναγωγήν των Iουδαίων, και εδόθη εις αυτόν το Bιβλίον του Προφήτου Hσαΐου, καθώς γράφει ο Eυαγγελιστής Λουκάς (Λουκ. δ΄). Tο οποίον Bιβλίον ανοίξας ο Kύριος, ω του θαύματος! ευθύς εύρε τον τόπον εκείνον, ήτοι την αρχήν του εξηκοστού πρώτου κεφαλαίου του Hσαΐου, εις το οποίον είναι γεγραμμένον διά λόγου του τα λόγια ταύτα: «Πνεύμα Kυρίου επ’ εμέ, ου ένεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, ιάσασθαι τους συντετριμμένους την καρδίαν, κηρύξαι αιχμαλώτοις άφεσιν και τυφλοίς ανάβλεψιν, αποστείλαι τεθραυσμένους εν αφέσει, κηρύξαι ενιαυτόν Kυρίου δεκτόν». Aφ’ ου δε ανέγνωσεν ο Kύριος τα περί αυτού λόγια ταύτα, εσφάλισε το Bιβλίον και το έδωκεν εις τον υπηρέτην. Έπειτα καθίσας, είπεν εις τον λαόν «ότι σήμερον ετελειώθησαν οι λόγοι της Προφητείας ταύτης εις τα εδικά σας αυτία». Όθεν ο λαός ταύτα ακούων, εθαύμαζε διά τα χαριτωμένα λόγια, οπού εύγαινον εκ του στόματός του, ως τούτο γράφει ο αυτός Eυαγγελιστής Λουκάς (αυτόθι). Eίναι δε και τρίτη αιτία, διά την οποίαν η Eκκλησία του Xριστού κάμνει σήμερον ενθύμησιν της Iνδίκτου, και εορτάζει την αρχήν του νέου χρόνου: ήγουν, ίνα διά μέσου της υμνωδίας και ικεσίας, οπού προσφέρομεν εις τον Θεόν εν τη εορτή ταύτη, γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήση τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Kαι ίνα φωτίση τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν, και εις το να ευαρεστήσωμεν

Ράσα και Ιερά άμφια.

Το ράσο, η ιδιαίτερη αυτή ενδυμασία των ορθοδόξων κληρικών, έχει την ιστορία του, μια ιστορία ζυμωμένη με δάκρυα και πόνο, μια ιστορία μακραίωνη. Το ράσο δεν αποτελεί δόγμα της πίστης μας. Η Εκκλησία μας στις μέρες της δοκιμασίας που ζούμε δεν έχει ανάγκη από εξωτερικές μεταρρυθμίσεις, αλλά από εσωτερικές αλλαγές. Έχει ανάγκη από αγίους και εμπνευσμένους κληρικούς, που θα φορέσουν και θα τιμήσουν το ράσο και θα το κάνουν λάβαρο των πιο ωραίων αγώνων για τη θρησκευτική, ηθική και εθνική αναγέννηση του Γένους μας. Δε φταίει το ράσο για τυχόν αστοχίες και σκάνδαλα των σημερινών κληρικών. Αυτά, ακόμα και αν αυτό καταργηθεί, δεν θα εκλείψουν. Η ενδυμασία αυτή από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, χρησιμεύει για να γίνεται διάκριση μεταξύ κληρικών και λαϊκών. Το ράσο αποτελεί ειδική περιβολή, η οποία συντελεί στη διατήρηση σεβασμού προς τους ιερείς. Σε καιρό διωγμών, (όπως ήταν οι διωγμοί των πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού), οι κληρικοί δε φορούσαν ιδιαίτερη ενδυμασία, καθώς διέτρεχαν τον κίνδυνο να συλληφθούν και να θανατωθούν. Κανένας ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να τους διακρίνει από την εξωτερική τους περιβολή. Οι κληρικοί των πρώτων αιώνων ξεχώριζαν από το βίο τους. Το ράσο, όπως προαναφέραμε, ξεχωρίζει τον ιερέα από τους λαϊκούς. Προφυλάσσει τον ιερέα από δημόσιες εκτροπές. Για αυτό οι ιερείς που θέλουν να ζουν κοσμική ζωή και να απολαμβάνουν και αυτοί τις κοσμικές ηδονές, είναι συνήγοροι της κατάργησης του ράσου, του ράσου που δόξασαν αναρίθμητοι ευσεβείς κληρικοί της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Και στους δικούς μας χρόνους σε μη Χριστιανικά κράτη απαγορεύουν την εμφάνιση των κληρικών με την ιδιαίτερη ενδυμασία τους και έτσι οι κληρικοί δε φορούν ράσο. Στην Τουρκία, όπου ο Χριστιανισμός είναι στο περιθώριο, (ύστερα από τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922), απαγορεύθηκε το ράσο, με εξαίρεση τους κληρικούς του Πατριαρχείου και τον Πατριάρχη, στον οποίο επετράπη να φοράει ράσο, όταν βγαίνει έξω από το Πατριαρχείο. Με τον τρόπο αυτό οι Τούρκοι φανέρωναν την άρνησή τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς γνωρίζουν πολύ καλά πως ο κλήρος ήταν εκείνος που διατήρησε 400 χρόνια και δεν άφησε να πεθάνει η εθνική συνείδηση όχι μονάχα της Ελλάδας, αλλά και των υπολοίπων βαλκανικών λαών. Επίσης στην Αμερική, στην Αυστραλία, αλλά και σε άλλες χώρες του κόσμου δε θέλουν τους ρασοφόρους και οι ιερείς συχνά γίνονται αποδέκτες ύβρεων. Ο ιερέας, ο ευλαβής ιερέας όταν πρόκειται να πάει στο ναό για να τελέσει μια ιεροτελεστία, πρέπει να προετοιμάσει τον εαυτό του ψυχολογικά. Πρέπει να αφήσει έξω από το ναό ό,τι ανθρώπινο και κοσμικό, να ξεχάσει τον εαυτό του και τα πάθη του και να θυμηθεί τίνος εκπρόσωπος είναι. Ο ιερέας όταν λειτουργεί πρέπει να είναι και να φαίνεται σαν άγγελος. Κι όπως οι άγγελοι στον ουρανό στέκονται με φόβο και με τρόμο μπροστά στο θρόνο του Θεού, έτσι πρέπει και οι ιερείς να στέκονται μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Αν όλοι οι ιερείς είχαν αυτό τον άγιο φόβο και λειτουργούσαν με ιερή κατάνυξη, όλος ο κόσμος θα άλλαζε. Αυτοί που διαθέτουν καλή προαίρεση αισθάνονται πως κάτι μεγάλο και υψηλό τελείται την ώρα που ο Ιερέας λειτουργεί. Αλλά ο ορθόδοξος ιερέας δε διακρίνεται μόνο από το ράσο. Διακρίνεται και από τα άμφια. Τα άμφια είναι η επίσημη στολή που φοράει ο ιερέας όταν λειτουργεί. Τα άμφια έχουν τη δική τους γλώσσα. Συνοδεύονται από ρητά της Αγίας Γραφής και φωνάζουν στον ιερέα: «Πρόσεξε, απομάκρυνε από πάνω σου καθετί αμαρτωλό και κοσμικό, που είναι σαν ρούχο παλιό και ακάθαρτο. Ντύσου την αρετή, την αγιότητα, που είναι λαμπρή στολή της ψυχής. Ντύσου το Χριστό, κι έτσι φωτεινός και λαμπρός προχώρα στην τέλεση των ιερών μυστηρίων». Πολλά και διάφορα είναι τα άμφια που φορούν οι κληρικοί όταν λειτουργούν. Από τα άμφιά τους, διακρίνονται οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης. Αναφέρουμε εδώ τα κυριότερα. Ο διάκονος διακρίνεται από το άμφιο που λέγεται οράριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που από το ένα άκρο της κρέμεται από τον αριστερό ωμό προς τα πίσω, το δε άλλο άκρο της το κρατάει ο διάκονος με το δεξί του χέρι, όταν εκφωνεί τις δεήσεις. Στην παλιά εποχή πάνω στο οράριο ήταν γραμμένες οι λέξεις: «Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος σαβαώθ». Το οράριο σημαίνει, πως ο διάκονος μιμούμενος τους αγγέλους πρέπει να προσεύχεται συνεχώς. Το οράριο θυμίζει το ρητό του αποστόλου Παύλου: «Ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Άλλο άμφιο του διακόνου είναι τα επιμάνικα. Όπως αναφέρουν οι διδάσκαλοι της Εκκλησίας, τα επιμάνικα, που φορούν και οι διάκονοι και οι ιερείς και οι αρχιερείς σημαίνουν τα δεσμά με τα οποία έδεσαν το Χριστό. Ο κληρικός πρέπει να είναι έτοιμος, χάρη του Ευαγγελίου, να υποστεί το διωγμό, τη φυλακή και το μαρτύριο. Ο ιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Το επιτραχήλιο: Το πετραχήλι είναι το πιο σπουδαίο άμφιο του ιερέα. Χωρίς πετραχήλι καμιά ιεροτελεστία δεν μπορεί να κάνει ο ιερέας. Σημαίνει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πλούσια σαν ποτάμι τρέχει και ποτίζει τις ψυχές δια μέσου των ιερών μυστηρίων. Το πετραχήλι έχει στο κάτω άκρο τα λεγόμενα κρόσια. Σημαίνουν τις ψυχές που ο Θεός έχει εμπιστευτεί στον κάθε ιερέα. Ενώ ο λαϊκός θα δώσει λόγο για την ψυχή του, ο ιερέας θα δώσει λόγο και για τις ψυχές που ανήκουν στην ενορία του. Ο Θεός με το στόμα του προφήτη Ιερεμία λέει: «Θα ζητήσω το αίμα των ανθρώπων εκείνων που εξαιτίας των ιερέων έχουν χαθεί». Άλλο άμφιο του ιερέα είναι η ζώνη. Η ζώνη δεν είναι μόνο για να συγκρατεί την ενδυμασία, αλλά και για να θυμίζει στον ιερέα πως πρέπει να συγκρατεί τις κακές επιθυμίες και να κυριαρχεί στα πάθη του. Ευπρεπής, εύζωνος και ταχύς στην οδό του Κυρίου. Άλλο άμφιο του ιερέα είναι το φελόνιο, το φελόνι, που φοριέται από το λαιμό και θυμίζει την κόκκινη χλαμύδα που έντυσαν τον Ιησού οι στρατιώτες στο πραιτόριο του Πιλάτου για να τον εμπαίξουν. Έτσι και ο ιερέας που βαδίζει στα ίχνη του Χριστού θα εμπαιχθεί από ανθρώπους που αντιστρατεύονται το Χριστό μας. Ο αρχιερέας διακρίνεται από τα εξής άμφια: Ωμοφόριο. Είναι μια πλατειά ταινία, που ρίχνεται πάνω στους ώμους και τα άκρα της καταλήγουν μπροστά στο στήθος και θυμίζει την παραβολή του απολωλότος προβάτου. Άλλο άμφιο του αρχιερέα είναι ο σάκκος. Αντιστοιχεί προς το φελόνι του ιερέως, σημαίνει την κόκκινη χλαμύδα, έχει δε

Έχει ευθύνη η Εκκλησία για το κατάντημα της κοινωνίας;

  Μας ρωτήσατε το εξής: Είμαστε μια χώρα όπου το 90% είναι ορθόδοξοι, δεν είναι μια αποτυχία της εκκλησίας το γεγονός ότι έχει ευθύνες για μια τόσο εγωιστική κοινωνία όπως είναι η ελληνική; 1)Η ερώτησή σας από την αρχή είναι διατυπωμένη λάθος. Λέτε «εκκλησία». Τι είναι εκκλησία για εσάς; Δεν είναι κλήρος και λαός μαζί; Μάλλον με τον όρο «εκκλησία» εννοείται μόνο την διοικούσα εκκλησία, δηλαδή τους αρχιερείς και τους ιερείς και όχι τον λαό. Αυτό είναι λάθος. Ας πάρουμε όμως ως εκκλησία – σύμφωνα με το σκεπτικό σας- μόνο τον κλήρο. Τότε θα λέγαμε ότι σίγουρα υπάρχει κάποιο μέρος ευθύνης και σ’ αυτούς. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι ο κλήρος δεν ήρθε ουρανοκατέβατος, αλλά πηγάζει μέσα από τον πιστό λαό. Ως άνθρωποι λοιπόν οι κληρικοί ίσως κάνουν λάθη. Όμως σίγουρα δεν μπορείς να τους κατηγορήσεις ότι ευθύνονται για το κατάντημα της κοινωνίας. Δεν μπορούμε να μιλούμε με γενικότητες, δεν μπορούμε να κατηγορούμε το σύνολο του κλήρου για κάποια λάθη που έχουν γίνει από ένα μέρος του κλήρου. Όπως έλεγε ένας γέροντας, θέλετε καλούς ιερείς, κάντε τα παιδιά σας. Κατηγορούμε τους ιερείς ότι δεν είναι καλοί, ότι τα χωριά μας σε λίγα χρόνια δεν θα έχουν ιερέα. Ποιος ευθύνεται γι’ αυτό; Η διοικούσα εκκλησία; Φυσικά όχι. Την ευθύνη έχει ο λαός, την ευθύνη έχουν οι γονείς που θέλουν τα παιδιά τους να γίνουν οτιδήποτε άλλο, αλλά όχι ιερείς. Τί υποκρισία; Να κατηγορείς τον εκάστοτε αρχιερέα ότι δεν έστειλε ιερέα στο χωριό τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα (λες και το κάνει επίτηδες) και από τη άλλη ολόκληρο το χωριό εδώ και δεκαετίες να μην έχει ούτε έναν άνθρωπο που να θέλει να διακονήσει ως ιερέας στο χωριό του. Να περνούν οι γενιές των ανθρώπων και ούτε ένας!…ούτε ένας να μην θέλει να γίνει ιερέας. Ενώ από την άλλη όλοι να κατηγορούν την διοικούσα εκκλησία για αδιαφορία. Ποιος είναι τελικά ο αδιάφορος; 2)Έχει μέρος ευθύνης ο κλήρος για την τόσο εγωιστική κοινωνία; Έχει. Όπως έχει ευθύνη ένας δάσκαλος για την αποτυχία του μαθητή του. Όμως τελικά, ποιος ευθύνεται πιο πολύ; Ο δάσκαλος ή ο μαθητής; Μάλλον ο μαθητής για την αδιαφορία του. Μπορεί ο δάσκαλος να έκανε κάποια λάθη, όμως δεν ευθύνεται για την αποτυχία του μαθητή. Εάν υπήρχε ενδιαφέρον από το μαθητή θα άλλαζε διδάσκαλο, θα πήγαινε σε κάποιον άλλο που θα του μετέδιδε καλύτερα τις γνώσεις που επιζητούσε. 3) Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση μιλούμε για μια πνευματική αποτυχία. Ειδικά σε πνευματικά θέματα την ευθύνη τη φέρει κυρίως -αν όχι εξολοκλήρου- ο ίδιος ο άνθρωπος. Σίγουρα παίζουν ρόλο και οι δίπλα του αλλά την ευθύνη των πράξεων, των λόγων, της στάσης ζωής του την επιλέγει ελεύθερα ο ίδιος ο άνθρωπος. Με το σκεπτικό σας θα έπρεπε να κατηγορήσουμε και τον Θεό ότι απέτυχε για την παρακοή των πρωτοπλάστων, το Θείο Βρέφος για την σφαγή των νηπίων από τον μανιώδη Ηρώδη. Θα έπρεπε να κατηγορήσουμε τον Χριστό για τον Ιούδα και τους σταυρωτάς Του, τους Αποστόλους για τους διώκτες τους, τους Μάρτυρες για τους δημίους τους, τους Θεοφόρους Πατέρες για τους αιρεσιάρχες που πλάνεψαν και πλανούν εκατομμύρια ανθρώπων. Όμως κάτι τέτοιο θα είναι αναληθές. 4)Η πνευματική αναγέννηση και πρόοδος στηρίζεται στην ελευθερία, στηρίζεται στο αυτεξούσιο. Είναι πολύ βολικό να βρίσκουμε κουσούρια στους άλλους ώστε να δικαιολογούμε την δική μας ανεπάρκεια. Είναι εύκολο να λέμε «με έκοψε ο καθηγητής» από το να λέμε «κόπηκα γιατί δεν διάβασα». Από την άλλη μεριά λέμε «πέρασα το μάθημα» και όχι «με πέρασε ο καθηγητής». Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι το πρόβλημά μας είναι πολύ μεγάλο. Για όλα τα κακά κατηγορούμε τον Θεό, την Εκκλησία Του, τους ιερείς, τους πολιτικούς, τους άλλους…βάζουμε ταμπέλες σε όλους και όλα, και το κυριότερο βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω. 5) Η πραγματική αποτυχία είναι να αντιμετωπίζεις την αποτυχία του συνόλου ως ευκαιρία για κατάκριση των άλλων και όχι ως αφορμή για αυτοκριτική. Αποτυχία είναι να σηκώνεις τα χέρια σου και να μουτζώνεις, να βρίζεις, να γιουχάρεις τους άλλους χωρίς να σκέφτεσαι τα δικά σου λάθη και σφάλματα. Αποτυχία είναι να θέλουμε να βρούμε παντού και πάντοτε κάποιον Ηρώδη για να κατηγορήσουμε αφήνοντας τον Ηρώδη που κρύβουμε μέσα μας να μεγαλουργεί… Αποτυχία είναι να θεωρούμε Εκκλησία μόνο τους ιερείς και όχι τον εαυτό μου, τον δίπλα μου, την οικογένειά μου… Όταν η μετάνοια και η ταπείνωση έρθει στην ζωή μας, τότε και μόνο τότε θα αντιληφθούμε το κακό που έχουμε προκαλέσει εμείς οι ίδιοι στην κοινωνία παύοντας να κατηγορούμε τους άλλους. Διότι τελικά οι άλλοι είμαστε εμείς κι ας μην θέλουμε να το παραδεχτούμε… αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Χρονολογικό αρχείο

Πρόσφατα άρθρα

Ο αχάριστος είναι πάντα λυπημένος.

  -Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι, ενώ τα έχουν όλα, νιώθουν άγχος και στενοχώρια; -Όταν βλέπετε έναν άνθρωπο να έχει μεγάλο άγχος, στενοχώρια και λύπη, ενώ τίποτε δεν του λείπει, να ξέρετε ότι του λείπει ο Θεός. Όποιος τα έχει όλα, και υλικά αγαθά και υγεία, και, αντί να ευγνωμοσύνη τον Θεό , έχει παράλογες απαιτήσεις και γκρινιάζει, είναι για την κόλαση με τα παπούτσια. Ο άνθρωπος, όταν έχει ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος. Σκέφτεται τι του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα. Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάει την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει …; Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης. -Γέροντα, τι θέλετε να πείτε μ’ αυτό; -Θέλω να πω ότι, αν δεν αναγνωρίζουμε τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και γκρινιάζουμε, έρχονται οι δοκιμασίες και μαζευόμαστε κουβάρι. Όχι, αλήθεια σας λέω, όποιος έχει αυτό το τυπικό , την συνήθεια της γκρίνιας, να ξέρει ότι θα του έρθει σκαμπιλάκι από τον Θεό, για να ξοφλήσει τουλάχιστον λίγο σ’ αυτήν την ζωή. Και αν δεν του έρθει σκαμπιλάκι, αυτό θα είναι χειρότερο, γιατί τότε θα τα πληρώσει όλα μία και καλή στην άλλη ζωή. -Δηλαδή , Γέροντα, η γκρίνια μπορεί να είναι συνήθεια; -Γίνεται συνήθεια, γιατί η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ, όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώσει ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει. Γι’ αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του. Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία, την οποία ήλεγξε ο Χριστός. «Ούχ οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα που», είπε στον λεπρό που επέστρεψε να Τον ευχαριστήσει . Ο Χριστός ζήτησε την ευγνωμοσύνη από τους δέκα λεπρούς όχι για τον εαυτό Του αλλά για τους ίδιους, γιατί η ευγνωμοσύνη εκείνους θα ωφελούσε. Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου

διαβάστε περισσότερα »

Category: Πάσχα

Ἡ Ἀνάσταση ποὺ ἄργησε

  Μεγάλο Σάββατο βράδυ. Ὁ Γέροντας, λαμπροφορεμένος, ὑποδεχόταν τὸν κόσμο καὶ ἔ­παιρνε τὶς λειτουργίες. Εἶχε ἑτοιμάσει τὰ καντή­λια ἀπὸ νωρίς. Ἕτοιμα ὅλα, σβηστά. Ἄρχισε τὸ «Εὐλογητός», πῆρε καιρὸ μέσα στὰ μαῦρα του τὰ ράσα, μὲ τοὺς βοστρύχους τῶν μαλλιῶν καὶ τῶν γενειῶν του νὰ λάμπουν. Σοβαρός-σοβαρός. Ἀνοι­γόκλεινε τὴν πόρτα, παραπατοῦσε ἀλλὰ ἔτρεχε κιόλας, προσκυνοῦσε τὶς Δεσποτικὲς εἰκόνες, τὸν θρόνο, ἔμπαινε στὸ Ἱερό, ἔπαιρνε τὶς λειτουργί­ες, ψέλναμε τὸν Κανόνα «Κύματι θαλάσσης». Δὲν εἶχε ὁ Γέροντας χρόνο κοσμικό, εἶχε χρόνο λει­τουργικό. Μαζευόταν ὁ κόσμος, πολὺς κόσμος. Χριστιανοί, ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὴν γειτονιὰ δρασκέλιζαν τὴν μάντρα, σκύβον­τας ἀπὸ τὸ μικρὸ πορτάκι, ἄρρωστοι, νοσοκόμες, γιατροί. Καθυστεροῦσε ὁ Γέροντας. Σβηστὰ τὰ φῶτα. Ψέλναμε, ξαναψέλναμε, δὲν ἔβγαινε νὰ πῆ τὸ «Δεῦτε, λάβετε φῶς». Ἔφευγα ἀπὸ τὸ ψαλτήρι, νὰ πάω στὸ Ἱερό, μοῦ ἔλεγε: «Ξέρω, ξέρω». Ἀδημο­νία. Οἱ ἄλλες ἐκκλησίες σήμαναν ἤδη Ἀνάσταση, βαρελότα πέφτανε, κι αὐτὸς δὲν ἔβγαινε. «Ξέρω, ξέ­ρω», μοῦ λέει. «Ὅποιος θέλει νὰ φύγῃ, δὲν μπορεῖ. Ἂς τοὺς βάλουμε στὴν ἐκκλησία, τὰ προβατάκια τοῦ Χριστοῦ μας, Βαγγέλη. Μέσα στὴν κιβωτὸ εἶναι μιὰ φορᾶ τὸν χρόνο. Ἂς καθυστερήσουν. Ψάλλε ἐσύ, ψάλλε». «Τὰ εἶπα, Γέροντα, πάλι καὶ πάλι».

διαβάστε περισσότερα »

Τι σημαίνει η ευχή Χριστός Ανέστη; Γιατί τη λέμε 40 μέρες μετά το Πάσχα;

Είναι ένας χαιρετισμός που λέμε καθημερινά για 40 μέρες πρωί και βράδυ μετά την Ανάσταση μέχρι την παραμονή της Αναλήψεως, δηλαδή τότε που γιορτάζουμε την Απόδοση του Πάσχα. Ο χαιρετισμός αυτός αντικαθιστά κάθε άλλο χαιρετισμό (καλημέρα, καλησπέρα, καληνύχτα…).Είναι ένας διάλογος επικοινωνίας και αναγνωρίσεως μεταξύ χριστιανών. Ο ένας ομολογεί την Πίστη του στην Ανάσταση του Χριστού λέγοντας «Χριστός Ανέστη» και ο άλλος, ο αδελφός του εν Κυρίω ανταποκρίνεται και απαντά με την ίδια βεβαιότητα της Πίστεως λέγοντας «Αληθώς Ανέστη».Είναι μια πίστη που αποτελεί «την καρδιά και την ψυχή, την αρχή και όλο το συγκλονιστικό απερινόητο περιεχόμενο της Χριστιανικής μας Πίστεως, της Ορθοδόξου Εκκλησίας και του Ευαγγελίου του Χριστού μας. Κάθε φορά που προφέρουμε το «Χριστός Ανέστη», καταθέτουμε την ύψιστη και ανυπέρβλητη παραδοχή, αυτή που περιλαμβάνει όλα τα σημαίνοντα και σημαινόμενα των ιερών κειμένων της Εκκλησίας μας» (Μερ. Σπυροπούλου).Είναι μια ομολογία του χριστιανού που βγαίνει αβίαστα μέσα από την καρδιά του, από το βίωμά του και την βεβαιότητά του ότι αναστήθηκε ο Χριστός και αυτό το πιστεύει και το ομολογεί και το ανακοινώνει προς κάθε κατεύθυνση. Πιστεύει στην μαρτυρία των αποστόλων, στην εμπειρία της Εκκλησίας και στην ενέργεια του Μυστηρίου της Πίστεως στη ζωή του.Είναι ένα μαρτύριο το «Χριστός Ανέστη», διότι «η πίστη του Χριστιανού δοκιμάζεται με την Ανάσταση του Χριστού σαν το χρυσάφι στο χωνευτήρι. Απ΄ όλο το Ευαγγέλιο η Ανάσταση του Χριστού είναι το πιο απίστευτο πράγμα, ολότελα απαράδεκτο για το λογικό μας και αληθινό μαρτύριο για δαύτο» (Φ. Κόντογλου). Συγχρόνως είναι κι ένα άλλο μαρτύριο μέσα στον κόσμο που δυστυχώς πολύ λίγο πιστεύει στην Ανάσταση και προσπαθεί να πνίξει κάθε φωνή που την ομολογεί.Είναι μια προσευχή – στην πλήρη του μορφή το «Χριστός Ανέστη» – που για 40 μέρες αντικαθιστά την έναρξη και την απόλυση των ακολουθιών της Εκκλησίας, αλλά και των ατομικών μας προσευχών. Συνοδεύεται και από τις άλλες σχετικές προσευχές που εμπεριέχονται στην Εναρκτήρια Ακολουθία τις αναστάσιμες ημέρες του Πεντηκοσταρίου.Είναι μια μαρτυρία στον σύγχρονο κόσμο, τον βαπτισμένο και τον αβάπτιστο. Στον πρώτο να αναζωπυρώσει μέσα του το χάρισμα του αγίου Πνεύματος και να ξαναζωντανέψει την αποσταμένη ελπίδα, να δώσει κουράγιο και δύναμη για μετάνοια και στον άλλο για να τον αναστήσει από τη φθορά του πνευματικού θανάτου και τον ψυχαναγκασμό της ημερομηνίας λήξεως και να τον προσανατολίσει στην όντως ζωή δια του βαπτίσματος.Είναι μια νικητήρια κραυγή, μια διαπίστωση νίκης, ότι ο θάνατος δεν κράτησε στα σπλάγχνα του τον βασιλέα της δόξης «ουκ ήν δυνατόν κρατείσθαι υπό της φθοράς τον Αρχηγόν της Ζωής. «Χριστός αναστάς εκ νεκρών ουκέτι αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει». Νίκησε ο Χριστός τον διάβολο, την αμαρτία, τον κόσμο, τον θάνατο και τον Άδη και ελευθέρωσε «τους απ΄ αιώνος δεσμίους».Είναι μια πολεμική ιαχή, ένα σάλπισμα πνευματικής επίθεσης, για το στράτευμα της Εκκλησίας που δίνει μάχες θεολογικές και πνευματικές κατά της αθεϊας, της πλάνης, των σκοτεινών δυνάμεων, της αιρέσεως και του σχίσματος, της αμαρτίας και του υποκόσμου. Ο Χριστός νίκησε και η «Εκκλησία Του πολεμουμένη νικά». Ζεί ο Χριστός εις τους αιώνες και μεις θα ζήσουμε και θα νικήσουμε με Αυτόν και δι΄ Αυτού. Η νίκη του Πνεύματος είναι δεδομένη. «Εξήλθε νικών και ίνα νικήση».Είναι η ήρεμη δύναμη των αγίων μαρτύρων και των οσίων της Εκκλησίας μας διά μέσου των αιώνων. Η έμπνευσή τους, το στήριγμά τους και το κήρυγμά τους μέσα στην κοιλάδα του κλαυθμώνος και στις συμπληγάδες των διωγμών. Οι δύο αυτές λέξεις με τις πέντε συλλαβές κράτησαν όρθια την ψυχή «των αγίων των καθ΄ εκάστην γενεάν ευαρεστησάντων τω Κυρίω» μέσα στις ανελέητες εποχές των κατακομβών, των καταναγκαστικών έργων και των στρατοπέδων της Σιβηρίας, «της πείνας, των στερήσεων, των κακουχιών και των πάσης φύσεως δοκιμασιών» (Ηλ. Κατσάνος).Είναι η θεολογία μας όχι μόνο για τη θεότητα του Κυρίου και τη μοναδικότητα του θεανδρικού προσώπου Του, διότι μόνος αυτός από μόνος Του, αυτεξουσίως, ανέστησε το νεκρωθέν σώμα του, δηλαδή η θεία φύση Του ανέστησε την ανθρώπινη, αλλά για το μέλλον του ανθρωπίνου σώματος. «Τα σώματά μας προορίζονται για την κοινή Ανάσταση των νεκρών στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Μπορεί τώρα να φθείρονται και να θάπτονται, όχι να καίγονται, αλλά έχουν αιώνια προοπτική. Θα αναστηθούν…Επομένως ας τα σεβόμαστε, ας αποφεύγουμε την αμαρτία που τα φθείρει, ας τα τιμούμε και μετά θάνατον με την ευλογημένη ταφή και όχι με την πολυέξοδη και την ασεβή καύση» (Φιλ. Νικολάου)Είναι ο Εθνικός μας Ύμνος μέσα στην Εκκλησία, ο οποίος λέγει σε θεολογική γλώσσα αυτό που ο ποιητής εννόησε ποιητική αδεία και είπε για την Ανάσταση της Ελευθερίας, που αναδύεται, όπως στο θαυμάσιο όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ, «απ΄ τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά». Πάντοτε οι Ορθόδοξοι Έλληνες στις εκατοντάδες των χρόνων της αισχρής δουλείας μαζί με το «Χριστός Ανέστη» συμπλήρωναν μυστικά ή φανερά και το «Η Ελλάς Ανέστη» και «Η Β. Ήπειρος Ανέστη» και «Η Κύπρος Ανέστη» και «Η Πόλις Ανέστη»…!!!Έτσι εξηγείται – και λίγα είπαμε – γιατί ο θεοφόρος Πατήρ ημών άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ (1759-1833) χαιρετούσε εφόρου ζωής τον κάθε άνθρωπο με τον αιώνιο Χαιρετισμό «Χριστός Ανέστη, χαρά μου»!Τόσα πολλά είναι και σημαίνει το «Χριστός Ανέστη»!!!

διαβάστε περισσότερα »

Ποιός μοῦ βεβαιώνει ἐμένα ὅτι ὁ Χριστὸς Ἀναστήθηκε;

Μοῦ τὸ βεβαιώνει ἡ συνείδησή μου πρὶν ἀπ’ ὅλα. Κατόπιν ὁ νοῦς μου καὶ ἡ βουλήσῃ μου. Πρῶτον, ἡ συνείδησή μου λέει: τόσα πάθη πού ὑπέστη ὁ Χριστὸς γιά τὸ καλὸ καὶ τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων δέν θὰ μπορούσαν νά ἐπιβραβευτοῦν μὲ τίποτε ἄλλο παρὰ μὲ τὴν ἀνάστάση καὶ τὴν ὑπερκόσμια δόξα. Τὰ ἀνείπωτα πάθη τοῦ Δικαίου στεφανώθηκαν μὲ τὴν ἀνείπωτη δόξα. Αὐτό μοῦ δίνει ἰκανοποίηση καὶ ἠρεμία. Δεύτερον, ὁ νοῦς μοῦ λέει: χωρὶς τὴν λαμπρὴ ἀναστάσιμη νίκη ὅλο τὸ ἔργο τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ θὰ παρέμενε στόν τάφο, ὁλόκληρη ἡ ἀποστολὴ Του θὰ ἦταν μάταιη. Τρίτον, ἡ βούληση μοῦ λέει: ἡ ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ μὲ ἔσωσε ἀπὸ τοὺς ταλαντευόμενους δισταγμοὺς ἀνάμεσα στό καλὸ καὶ τὸ κακό, καὶ μὲ θέτει ἀποφασιστικὰ στόν δρόμο τοῦ καλοῦ. Καὶ αὐτό μοῦ φωτίζει τὸν δρόμο καί μοῦ δίνει στήριγμα καὶ δύναμη. Ἐκτὸς ἀπό τίς τρεῖς φωνές, οἱ ὁποῖες ἀπὸ μέσα μου βεβαιώνουν ἐμένα, ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ἀσφαλῶς μάρτυρες, ποὺ τὸ βεβαιώνουν. Εἶναι οἱ ἔνδοξες μυροφόρες γυναῖκες, εἶναι οἱ δώδεκα μεγάλοι ἀπόστολοι, καὶ πέντε ἑκατοντάδες ἄλλων μαρτύρων, ποὺ ὅλοι μετὰ τὴν ἀναστάσή Του Τὸν ἔβλεπαν καὶ Τὸν ἄκουγαν, ὄχι στόν ὕπνο τους ἀλλὰ στήν πραγματικότητα, καὶ ὄχι μόνο γιά ἕνα λεπτὸ ἀλλὰ γιά σαράντα ὁλόκληρες ἡμέρες. Μοῦ τὸ βεβαιώνει ἐκεῖνος ὁ πύρινος Σαῦλος ὁ μεγαλύτερος Ἑβραῖος διώκτης τοῦ χριστιανισμοῦ· μοῦ τὸ μαρτυρεῖ, ὅτι εἶδε ἐκεῖνο τὸ φῶς τοῦ ἀναστηθέντα Κυρίου καταμεσὴς τῆς ἡμέρας, καὶ ὅτι ἄκουσε τή φωνή Του, καὶ ὅτι ὑπάκουσε τὴν ἐντολὴ Του. Αὐτὴν τὴν μαρτυρία ὁ Παῦλος δέν ἤθελε νά τὴν ἀρνηθεῖ οὔτε μετὰ ἀπὸ τριάντα χρόνια, οὔτε ἀκόμα καὶ τὴν ὥρα πού στή Ῥώμη τοῦ Νέρωνα ἡ μάχαιρα ἔπεφτε στό κεφάλι του. Μοῦ τὸ βεβαιώνει καὶ ὁ ἅγιος Προκόπιος, ἀρχηγὸς τοῦ Ῥωμαϊκοῦ στρατοῦ πού ξεκίνησε νά ἀφανίσει τοὺς χριστιανοὺς στίς χῶρες τῆς ἀνατολῆς, καὶ στόν ὁποῖον ἐμφανίστηκε ξαφνικὰ ζωντανὸς ὁ Χριστὸς καὶ τὸν γύρισε μὲ τὸ μέρος Του. Καὶ ἀντὶ νά σφάξει ὁ Προκόπιος τοὺς χριστιανούς, αὐτοβούλως παραδόθηκε γιά νά τὸν σφάξουν στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Μοῦ τὸ βεβαιώνουν ἀκόμα χιλιάδες μαρτύρων τοῦ Χριστοῦ στίς φυλακές, στούς τόπους ἐκτελέσεων μέσω αἰώνων καὶ αἰώνων, ἀπὸ τοὺς μάρτυρες τῶν Ἱεροσολύμων μέχρι τοὺς μάρτυρες τῶν Βαλκανίων, ἕως τίς μέρες μας, ὡς τοὺς νεότερους Μοσχοβῖτες μάρτυρες. Μοῦ τὸ βεβαιώνουν καὶ ὄλες οἱ δίκαιες καὶ ἀγαθὲς ψυχές, τὶς ὁποῖες συχνὰ συναντῶ στή ζωή, καὶ οἱ ὁποῖες χαίρονται ὅταν ἀκοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν. Αὐτὸ ἀνταποκρίνεται στή συνείδησή τους, δονεῖ τὴν ψυχὴ τους, καὶ εὐφραίνει τὴν καρδία τους. Μαρτυρία παίρνω καὶ ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς ἀντιπάλους τοῦ Χριστοῦ. Μόνο καὶ μόνο μὲ τὸ ὅτι αὐτοί, ὡς ἁμαρτωλοὶ καὶ μοχθηροί, ἀπορρίπτουν τὴν ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ ἐγὼ βεβαιώνομαι γιά τὸ ἀντίθετο. Σὲ κάθε δικαστήριο τίθεται θέμα τῆς συμπεριφορᾶς τῶν μαρτύρων, καὶ ὡς ἐκ τούτου σταθμίζουν τὴν ἀξία τῆς μαρτυρίας τους. Ὅταν νηφάλιοι, καθαροὶ καὶ ἅγιοι μάρτυρες ἰσχυρίζονται πώς ξέρουν ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστη, λαμβάνω μὲ εὐχαρίστηση τὴν μαρτυρία τους ὡς ἀληθῆ. Ἀλλὰ ὅταν οἱ ἀκάθαρτοι, ἄδικοι καὶ ἀσυνείδητοι ἀπορρίπτουν τὴν ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ, μ’ αὐτὸ ἐνδυναμώνουν τή μαρτυρίᾳ τῶν πρώτων, καί μοῦ βεβαιώνουν ἀκόμα περισσότερο τὴν ἀλήθεια τῆς Ἀναστάσης τοῦ Κυρίου μου. Ἐφόσον αὐτοὶ ὅσα ἀπορρίπτουν, τὰ ἀπορρίπτουν ἀπὸ κακεντρέχεια καὶ ὄχι ἀπὸ γνώση. Μὲ βεβαιώνουν ἀκόμα ἀρκετοὶ λαοὶ καὶ φυλές, ποὺ μόνο ἡ πίστη στήν Ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν ἄγρια καταστάσῃ στή διαφώτιση, ἀπὸ τή δουλεία στήν ἐλευθερία, ἀπὸ τὸ βοῦρκο τοῦ ἀμοραλισμοῦ καὶ τοῦ σκοταδισμοῦ στό φῶς τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ ἀναστάσῃ τοῦ Σερβικοῦ λαοῦ μου μαρτυρεῖ τὴν Ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμα καὶ ἡ λέξῃ «Ἀναστάσῃ» ἐκ νεκρῶν μοῦ βεβαιώνει τὸ αὐτονόητο. Γιατὶ χωρὶς τὴν Ἀναστάσῃ τοῦ Χριστοῦ δέν θὰ ὑπῆρχε οὔτε κἄν ἡ λέξῃ στίς ἀνθρώπινες γλῶσσες. Ὅταν ὁ Παῦλος πρώτη φορὰ πρόφερε αὐτὴ τή λέξῃ στήν πολιτισμένη Ἀθῆνᾳ, οἱ Ἀθηναῖοι ἐξεπλάγησαν καὶ ἀναστατώθηκαν. Καὶ ἔτσι, τέκνα τοῦ Θεοῦ, σᾶς χαιρετῶ κι ἑγώ. Ἀληθῶς Ἀνέστη ὁ Χριστός. (Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεὸ δέν ἀντέχεται,  Ἐκδ. Ἐν πλῷ, 2008)

διαβάστε περισσότερα »

Χριστὸς ἀνέστη! Αναστάσιμη προσευχή

Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος. Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι,προσκυνήσωμεν ἅγιον, Κύριον,Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον.Τὸν Σταυρόν σου Χριστὲ προσκυνοῦμενκαὶ τὴν ἁγίαν σου Ἀνάστασινὑμνοῦμεν καὶ δοξάζομεν·σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἡμῶν,ἐκτὸς σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν,τὸ ὄνομά σου ὀνομάζομεν.Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί,προσκυνήσωμεν τὴν τοῦ Χριστοῦ ἁγίαν ἀνάστασιν·ἰδοὺ γὰρ ἦλθε διὰ τοῦ Σταυροῦχαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ.Διὰ παντὸς εὐλογοῦντες τὸν Κύριον,ὑμνοῦμεν τὴν ἀνάστασιν αὐτοῦ·Σταυρὸν γὰρ ὑπομείνας δι᾿ ἡμᾶς,θανάτῳ θάνατον ὤλεσεν. Ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τοῦ τάφου καθὼς προεῖπεν, ἔδωκεν ἡμῖν τὴν αἰώνιον ζωὴν καὶ μέγα ἔλεος. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἀναστήθηκε ἀφοῦ κατέβηκε καὶ δίδαξε στοὺς νεκρούς, καταπατώντας μὲ τὸν θάνατό του τὸν θάνατον καὶ σὲ ὅσους βρίσκονταν σὲ τάφους χάρισε ἔτσι τὴν ἀληθινὴ ζωή. Ἀφοῦ εἴδαμε τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ,ἂς προσκυνήσουμε τὸν ἅγιο καὶ Κύριο,τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ ποὺ εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος.Τὴν Σταυρική Σου θυσία Χριστὲ προσκυνοῦμεκαὶ τὴν ἁγία σου Ἀνάστασηὑμνοῦμε καὶ δοξάζουμε·διότι Ἐσὺ εἶσαι ὁ Θεός μας,καὶ Θεὸ ἄλλον ἐκτὸς ἀπὸ Ἐσένα δὲν ἀναγνωρίζουμε κανένα,καὶ μόνο τὸ ὄνομά Σου σημαίνει Θεὸς γιὰ ἑμᾶς.Ἐλᾶτε ὅλοι οἱ πιστοί,ἂς προσκυνήσουμε τὴν ἁγία ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ·ἀφοῦ ἡ ἀνάστασή Του ποὺ ἔγινε μετὰ τὴν Σταυρική Του Θυσία,ἔφερε μεγάλη χαρὰ ποὺ ἀπλώθηκε σὲ ὅλον τὸν κόσμο.Παντοτινὰ θὰ εὐλογοῦμε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου,καὶ παντοτινὰ θὰ ὑμνοῦμε τὴν ἀνάστασή Του.Διότι, ἐπειδὴ ὑπέμεινε Πάθη καὶ Σταυρό ἀπὸ ἑμᾶς γιὰ ἑμᾶς,κατανίκησε κι ἔδιωξε τὸν θάνατο. Μὲ τὴν ἀνάσταση Του ἀπὸ τὸν τάφον ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὅπως εἶχε πεῖ πρὶν τὰ ἅγια πάθη Του, μᾶς χάρισε τὴν ἀληθινὴ αἰώνια ζωή καὶ τὸ μέγα ἔλεος τοῦ Θεοῦ στὶς ταπεινές μας ὑπάρξεις.

διαβάστε περισσότερα »

Γεροντάκης. Πασχάλιοι Ύμνοι.

Στίχ. Ὡς ἐκλείπει καπνός, ἐκλιπέτωσαν, ὡς τήκεται κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρός. Δεῦτε ἀπὸ θέας Γυναῖκες εὐαγγελίστριαι, καὶ τῇ Σιὼν εἴπατε· Δέχου παρ΄ ἡμῶν χαρᾶς εὐαγγέλια, τῆς Ἀναστάσεως Χριστοῦ, τέρπου, χόρευε, καὶ ἀγάλλου Ἱερουσαλήμ, τὸν Βασιλέα Χριστόν, θεασαμένη ἐκ τοῦ μνήματος, ὡς νυμφίον προερχόμενον. Στίχ. Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα, καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ. Πάσχα τὸ τερπνόν, Πάσχα Κυρίου Πάσχα, Πάσχα πανσεβάσμιον ἡμῖν ἀνέτειλε, Πάσχα, ἐν χαρᾷ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, ὦ Πάσχα λύτρον λύπης· καὶ γὰρ ἐκ τάφου σήμερον ὥσπερ ἐκ παστοῦ, ἐκλάμψας Χριστός, τὰ Γύναια χαρᾶς ἔπλησε λέγων· Κηρύξατε Ἀποστόλοις. Δόξα… Καὶ νῦν… Ἀναστάσεως ἡμέρα, καὶ λαμπρυνθῶμεν τῇ πανηγύρει, καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα. Εἴπωμεν ἀδελφοί, καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς· Συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει, καὶ οὕτω βοήσωμεν· Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος. Ζωντανή ηχογράφηση του έτους 2019 από τον Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της Αγίας Φωτεινής Υμηττού. Ψάλλει ο Άρχων Πρωτοψάλτης κ. Γεώργιος Τρ. Γεροντάκης.

διαβάστε περισσότερα »

Πρόσφατα άρθρα

Mείζων εν γεννητοίς γυναικών ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος.

Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος ανήκει στη χωρία των μεγάλων προφητών και ομολογητών της πίστεώς μας. Ο Ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός τον χαρακτήρισε ως το μέγιστο άνθρωπο που φάνηκε στον κόσμο: «αμήν λέγω υμίν, ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ.11,11). Η αγία μας Εκκλησία τον έθεσε σε τιμή μετά τη Θεοτόκο, μάλιστα στην εικονογραφία παριστάνεται μαζί με την Παναγία μας να ικετεύει για τη σωτηρία του κόσμου. Είναι η γνωστή εικονογράφηση της «δεήσεως». Ο μεγάλος αυτός άνδρας πάνω απ’ όλα είναι ο πρόδρομος της εμφανίσεως του Χριστού στον κόσμο, αυτός που άνοιξε το δρόμο να περάσει ο Λυτρωτής μας. Είναι ο μεγάλος αγγελιοφόρος της πιο χαρμόσυνης και ελπιδοφόρας αγγελίας όλων των εποχών: της εν Χριστώ απολυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους. Είναι ο κομιστής και ο διαπρύσιος κήρυκας της μετάνοιας και ο άτεγκτος ελεγκτής της ανομίας και της αμαρτίας. Σύμφωνα με τις αγιογραφικές μαρτυρίες ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος υπήρξε κορυφαίο όργανο της θείας πρόνοιας και του έργου της σωτηρίας του κόσμου, διαδραματίζοντας πρωτεύοντα ρόλο. Μεγάλοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης είχαν προφητεύσει για το πρόσωπό του και τη δράση του. Ο προφήτης Μαλαχίας προανήγγειλε τη βουλή του Θεού για την εμφάνιση του Τιμίου Προδρόμου: «Ιδού εγώ εξαποστέλλω τον άγγελόν μου, και επιβλέψεται οδόν προ προσώπου μου, και έξαίφνης ήξει εις ναόν εαυτού Κύριος, όν υμείς ζητείτε, και ο άγγελος της διαθήκης, όν υμείς θέλετε. Ιδού έρχομαι, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ» (Μαλ.3,1). Η γέννησή του υπήρξε θαυμαστό γεγονός, διότι γεννήθηκε από μητέρα στείρα. Ήταν γιος του ευσεβή ιερέα Ζαχαρία, από την εφημερία Αβιά (Α΄Βασιλ.24,10) και της Ελισάβετ (Λουκ.1,7) η οποία καταγόταν από τον ιερατικό οίκο «Ααρών» (Λουκ.1,5). Ο αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάστηκε στο Ζαχαρία την ώρα που θυμίαζε στο ναό, για να του αναγγείλει τη γέννηση του παιδιού του. Για την καλόπιστη απιστία του έμεινε άλαλος ως τη γέννησή του. Ο Ιωάννης ήταν εκλεγμένος από το Θεό «εκ κοιλίας μητρός», διότι όταν επισκέφτηκε η Θεοτόκος τη συγγενή Της Ελισάβετ, ούσες έγγειοι και οι δύο άγιες γυναίκες, «εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ.1,41). Με την επενέργεια του Αγίου Πνεύματος έγνωσε ο Πρόδρομος, ως βρέφος αγέννητο ακόμη, τον ερχομό του Κυρίου και χάρηκε! Το όνομά του σημαίνει δώρο Θεού (Θεοχάρης για την ακρίβεια), και ήταν επιλογή του ιδίου του Ζαχαρία, διότι πίστευε ακράδαντα ότι το παιδί αυτό ήταν χάρισμα του Θεού, για τον ίδιο και για όλη την ανθρωπότητα. Αυτό αποδεικνύεται από τις προφητικές ρήσεις του αγίου ιερέα, μετά τη «λύση» της γλώσσας του. Μεγάλωσε μέσα σε περιβάλλον ευσέβειας, πίστεως στο Θεό και εναγώνιας αναμονής του Μεσσία. Οι άγιοι γονείς του γέμισαν την ψυχή του με την βεβαία προσμονή του Λυτρωτή του κόσμου. Τον έμαθαν να κλείνει ερμητικά τα αφτιά του στην κοσμική σαπίλα και να αποστρέφεται την αμαρτία, διότι έπρεπε να τους βρει ο Μεσσίας καθαρούς, όσο γινόταν, ώστε να σχηματιστεί ο αρχικός πυρήνας των συνεργατών Του. Σε ηλικία τριάντα ετών αποσύρθηκε στην έρημο της Ιουδαίας για να ζήσει βίο ασκητικό, για την προσωπική του κάθαρση. Αυτό έκαναν και άλλοι ευσεβείς Ιουδαίοι της εποχής του, όπως οι Εσσαίοι, οι οποίοι είχαν δημιουργήσει ολόκληρες κοινότητες ασκητών στην περιοχή της Νεκράς Θαλάσσης. Ο Ιωάννης πιθανότατα δεν ανήκε σε αυτές τις ομάδες, διότι η ιδέα του περί του αναμενόμενου Μεσσία είναι ριζικά διάφορη από εκείνη των Εσσαίων, οι οποίοι περίμεναν δύο Μεσσίες. Ζούσε με προσευχή και νηστεία. Ως ένδυμα είχε τρίχες καμήλας και έτρωγε ακρίδες (βλαστάρια φυτών της ερήμου) και μέλι από αγριομέλισσες. Δεν αρκούνταν μόνο στην προσωπική του άσκηση, αλλά εμπνευσμένος από το Άγιο Πνεύμα, ως «ρήμα Θεού» (Λουκ.3,2), φώναζε με γοερή φωνή πάνω από τους γυμνούς βράχους της ερήμου, για να ακουστεί όσο το δυνατό μακρύτερα: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ.3,3). Κήρυσσε «βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Μαρκ.1,4), και βάπτιζε τα πλήθη στα νερά του Ιορδάνη, «εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών» (Ματθ.3,6), αφού «εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται» (Μάρκ.1,5). Ταυτόχρονα δίδασκε τους πολυάριθμους επισκέπτες του, την ευσέβεια και τη δικαιοσύνη και στηλίτευε την ασέβεια και την αδικία, αλλά και «πολλά μεν ουν έτερα παρακαλών ευηγγελίζετο τον λαόν» (Λουκ.3,18). Η συνάντησή του με το Χριστό και η βάπτισή Του από τον Πρόδρομο υπήρξε η κορυφαία στιγμή για το θεοφόρο άνδρα. Πληρωμένος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος προανάγγειλε την έλευση του Σωτήρα: «ο οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν. Ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματά βαστάσαι. Αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί. Ου το πτύον εν τη χειρί αυτού, και διακαθαριεί την άλωνα αυτού, και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην, το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω» (Ματ.3,11-12). Από μακριά διέκρινε το Χριστό και ομολόγησε: «Ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος εστιν περί ου εγώ είπον» (Ιωάν.1,29). Η ομολογία; Του και η μαρτυρία του υπήρξε καταλυτικός παράγων για τα παραβρισκόμενα πλήθη. Είναι η πρώτη μεγάλη δημόσια αναγνώριση του ερχομού του Μεσσία. Επίσης συγκλονιστικό γεγονός υπήρξε και η τελετή της βαπτίσεως του Κυρίου από τα χέρια του Ιωάννη, την οποία επισφράγισε η φανέρωση της Αγία Τριάδος. Το αξιοσημείωτο στη βάπτιση του Κυρίου είναι η άρνηση του Προδρόμου να βαπτίσει το Χριστό, διότι ο θεοφόρος άνδρας διέγνωσε την απόλυτη αναμαρτησία Του και είχε τη συναίσθηση της τυπικότητας του βαπτίσματος του δικού του, το οποίο ήταν τύπος του αγίου Βαπτίσματος της Εκκλησίας του Χριστού, ως το μόνο που μπορεί να αναγεννήσει τον άνθρωπο. Στόχος του Τιμίου Προδρόμου υπήρξε κυρίως η πολιτική και πνευματική εξουσία της εποχής του, η οποία είχε φτάσει σε έσχατα σημεία κατάπτωσης και ηθικής σήψης. Πυρωμένος από θείο ζήλο, αλλά και αγανάκτηση ο ιερός άνδρας μύδρους κατά των δυναστών του λαού. Ήταν κυριολεκτικά ασυμβίβαστος και ασκούσε κριτική προς κάθε κατεύθυνση, χωρίς να λογαριάζει τις συνέπειες της παρουσίας του. Καταφέρθηκε εναντίον των Φαρισαίων και των Σαδδουκαίων, οι οποίοι στο όνομα του Θεού και της υποκριτικής τους ευσέβειας καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν αφόρητα το λαό. Τους χαρακτήριζε δημόσια ως «γεννήματα εχιδνών» και τους προειδοποιούσε ότι αν δεν μετανοήσουν δε θα ξεφύγουν «από της μελλούσης οργής» (Ματθ.3,8). Με παραστατικότατο τρόπο τους ανάγγειλε πως ήδη, με τον ερχομό του

διαβάστε περισσότερα »

Περισσότερη σημασία δίδεται στο διάβασμα της Φανουρόπιτας, παρά στην Θεία Λειτουργία που τελείται.

Ο Άγιος Φανούριος έζησε επί ρωμαϊκής εποχής. Πολλά στοιχεία για τη ζωή του δεν έχουμε. Πληροφορίες γι’ αυτήν μας δίδει εικόνα που βρέθηκε στο νησί της Ρόδου τον 15ο αιώνα όπου απεικονίζεται ο Άγιος Φανούριος και 12 παραστάσεις από τα διάφορα μαρτύρια που υποβλήθηκε, υποκύπτοντας εν τέλει στον διά πυράς θάνατο εξαιτίας της αντίστασής του στον κόσμο των ειδώλων. Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του  την 27η Αυγούστου. Στη μνήμη του έχει καθιερωθεί  οι πιστοί να προσφέρουν την γνωστή Φανουρόπιτα. Η προσφορά της Φανουρόπιτας  ξεκίνησε με κίνητρα αγνά και ευλαβή στην αρχή. Την έφτιαχναν οι γυναίκες και την πρόσφεραν στους πιστούς με την ευχή “ο Θεός να συγχωρέσει τη μάνα του Αγίου Φανουρίου”, η οποία λέει η παράδοση, ότι ήταν μια πολύ αμαρτωλή γυναίκα και διακρινόταν για την σκληρότητά της προς τους φτωχούς. Στην όλη προσπάθεια που έκανε ο Άγιος γιος της, για να την σώσει από τα δεινά της κολάσεως μεταξύ άλλων αναφέρει η παράδοση, ότι ζήτησε να μην φτιάχνουν κάτι γι’ αυτόν, αλλά μια πίτα για την μητέρα του και να την μοιράζουν στους φτωχούς για συγχώρηση της ψυχής της. Επειδή το όνομα του Αγίου Φανουρίου παραπέμπει στο ρήμα φανερώνω έγινε αιτία να αποδοθούν στον Άγιο ιδιότητες που σχετίζονται με την φανέρωση προσώπων και πραγμάτων. Με την πάροδο του χρόνου οι ιδιότητες αυτές άρχισαν στην λογική του κόσμου, να αποκτούν μαγική δύναμη. Κι έτσι παρατηρείται το φαινόμενο να φτιάχνονται και να προσφέρονται Φανουρόπιτες  για πράγματα απίθανα που πολλές φορές το λιγότερο δημιουργούν θυμηδία. Άνθρωποι που έχουν από χλιαρή έως ανύπαρκτη σχέση με την Εκκλησία, εμφανίζονται προσφέροντες Φανουρόπιτα με αιτήματα απίθανα και σαφέστατα υλιστικά. Μέχρι και για το φανέρωμα γαμπρού ή νύφης προσφέρονται Φανουρόπιτες. Είναι κρίμα και αποτελεί παραλογισμό να απομακρυνόμαστε από την ευσεβή παράδοση, που αφορά στην προσφορά της Φανουρόπιτας  και να της προσδίδουμε μαγικές ιδιότητες. Ο Μεγαλομάρτυρας Φανούριος είναι Άγιος της Εκκλησίας μας και όχι κάποιος μάγος, που μπορεί να βρίσκει απολεσθέντα με τρόπο μαγικό. Θα πρέπει να εξηγήσουμε στον κόσμο ότι, η προσφορά της Φανουρόπιτας γίνεται προς τιμή του Αγίου και αποτελεί ευλογία για εκείνον που την προσφέρει, όπως γίνεται και με τους άρτους. Δεν γνωρίζω κατά πόσο συμβάλουμε κι εμείς οι κληρικοί στην διαιώνιση αυτής της διαστρέβλωσης. Κατά την ημέρα της εορτής του Αγίου από πολλούς, περισσότερη σημασία δίδεται στο διάβασμα της Φανουρόπιτας, παρά στην Θεία Λειτουργία που τελείται, αν τελεσθεί φυσικά στην μνήμη του. Ανακοινώνονται ωράρια ευλογίας της Φανουρόπιτας κατά την διάρκεια της ημέρας, χωρίς να γίνεται αναφορά στην τέλεση Θείας Λειτουργίας. Από την μια η αγωνία των πιστών για το αβέβαιο μέλλον σε συνδυασμό με την αφέλεια κάποιων θρησκόληπτων οι οποίοι διακατέχονται από διάφορες προλήψεις και προκαταλήψεις και από την άλλη τα οποιαδήποτε οφέλη κυρίως υλικά και οικονομικά μπορούν να προκύψουν από την εκμετάλλευση αυτών των τάσεων, δυστυχώς προκαλούν στον κόσμο των Χριστιανών φαινόμενα τα οποία θα τα ζήλευαν και οι πιο ακραιφνείς ειδωλολάτρες. Το άσχημο είναι ότι αυτές τις δοξασίες τις ντύνουν με μανδύα Χριστιανικό και μάλιστα Ορθόδοξο. Έτσι παρατηρείται το φαινόμενο, Ορθόδοξοι να βάζουν δίπλα στον κρεμαστό σταυρό το ζώδιο ή την μπλε χάντρα, μαζί με την εικόνα που τοποθετούν ως φυλαχτό στα μωρά, να συνυπάρχει και το γαλάζιο ματάκι και άλλα παρόμοια. Ορθόδοξοι επίσης επισκέπτονται μέντιουμ, αστρολόγους, χαρτομάντεις, καφεμάντεις, χειρομάντεις και όλους γενικώς τους μελλοντολόγους. Ορθόδοξοι επίσης κάνουν χρήση του φένγκ σούι και άλλων πρακτικών που χρησιμοποιούνται από διάφορες ειδωλολατρικές θρησκείες. Τελευταία έχει γίνει πολύ της μόδας η ύπαρξη ομοιωμάτων του Βούδα σε όλο σχεδόν τον λεγόμενο δυτικό κόσμο και κατά συνέπεια και στους χώρους των Ορθοδόξων. Σε καταστήματα και σπίτια δεσπόζει όλο και κάποιο αγαλματίδιο του Βούδα. Όμως μην πάμε μακριά. Οι μαγικές προλήψεις δίνουν και παίρνουν μεταξύ των Ορθοδόξων. Θεωρούν ως παράγοντες αρνητικών επιδράσεων, αν συμπέσει Τρίτη και 13 του μήνα, τη συνάντηση με μαύρη γάτα, το σπασμένο καθρέφτη, αποτρέπουν γάμους αδελφών την ίδια χρονιά ή δεν κάνουν γάμο σε δίσεκτα χρόνια, οι νεόνυμφοι δεν πάνε σε κηδεία, όσοι πενθούν για μεγάλο διάστημα δεν εκκλησιάζονται και διάφορα άλλα. Η αλήθεια βέβαια είναι, ότι κάποιες φορές κι εμείς οι ιερείς καλλιεργούμε με την συμπεριφορά μας την αντίληψη στον κόσμο ότι είμαστε κάτι σαν «γκουρού» που μπορούμε με τρόπο μαγικό να λύνουμε προβλήματα. Με την ευκαιρία της εορτής του Αγίου Φανουρίου ας μην βοηθούμε με την λάθος στάση μας να δημιουργείται η ψευδαίσθηση, ότι με μια πίτα μπορούμε να δωροδοκήσουμε ή να καλοπιάσουμε ή να εξαναγκάσουμε τον Άγιο, για να βρούμε κάτι χαμένο ή να μας φανερώσει γαμβρό ή νύφη, ζώα, πράγματα, τιμαλφή ή εργασία. Αυτό όχι τιμή δεν περιποιεί στον Άγιο Φανούριο, αλλ’ αντιθέτως αποτελεί ύβρη. Ας ενημερώσουμε σωστά τον κόσμο και ας λιγοστέψουν οι Φανουρόπιτες. Τουλάχιστον αυτές που θα προσφέρονται, να προσφέρονται προς τιμήν του Αγίου, την μεσιτεία του οποίου ας παρακαλέσουμε να έχουμε με την ευκαιρία της εορτής του. Του Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνου Γεράσιμου Φραγκουλάκη Αννόβερο Γερμανίας

διαβάστε περισσότερα »
Χρονολογικό αρχείο

Φόρμα επικοινωνίας

Εορτολόγιο