ΣΗΜΕΙΟΝ ΑΝΤΙΛΕΓΟΜΕΝΟΝ «Ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». (Λουκ. β΄ 34) Μὲ συγκίνησιν πολλὴν ὁ δίκαιος Συμεὼν κρατεῖ εἰς τὰς ἀγκάλας του τὸ θεῖον βρέφος. Η καρδία του εἶναι πλημμύρισμένη ἀπὸ ἀγαλλίασιν. Ἔχει ἐστραμμένον τὸ βλέμμα πρὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὰ χείλη του κινοῦνται εὐλαβικά, διὰ νὰ προφέρουν θερμὴν εὐχήν, τὴν ὁποίαν ἡ μακαρία ἐκείνη στιγμὴ ἔφερεν εἰς τὸ στόμα του· «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα…» Ο τρισευτυχισμένος ἐκεῖνος πρεσβύτης στρέφεται κατόπιν πρὸς τὴν Παναγίαν, διὰ νὰ τῆς εἴπῃ βαρυσημάντους λόγους. Μὲ σοβαρότητα, ἡ ὁποία χαρακτηρίζει προφήτην φωτισμένον ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀποκαλύπτοντα τὰς βουλὰς τοῦ Ὑψίστου, λέγει: «ἰδού οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Λόγοι ἀληθῶς προφητικοί, τοὺς ὁποίους ἡ Παναγία ἀκούει, ὄχι ἁπλῶς μὲ συγκίνησιν, ἀλλὰ μὲ δέος. Διότι προφητεύουν γεγονότα θλιβερὰ καὶ δυσάρεστα, ἐφ’ ὅσον μάλιστα συνεχίζονται μὲ τὴν διαβεβοίωσιν: «καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία», τ.ἔ. καὶ τὴν ἰδικήν σου μητρικὴν καρδίαν θὰ διατρυπήσῃ δίστομος μάχαιρα. Αἱ τελευταῖαι λέξεις τῆς προφητείας αὐτῆς ἀναφέρονται εἰς τὸ πάθος τοῦ Κυρίου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θὰ ἐσπαράσσετο ἡ μητρικὴ καρδία. Τὰ προηγούμενα ὅμως προφητικὰ λόγια «ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» εἶχον καὶ ἔχουν τὴν πραγματοποίησίν πᾶσαν ἐποχήν. 1. «Σημεῖον ἀντιλεγόμενον». ᾿Αφ᾿ ὅπου ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἔγινε τὸ σοβαρώτερον σημεῖον τῆς ἀντιλογίας τῶν ἀνθρώπων. Ἡ προσωπικότης Του καὶ ἡ διδασκαλία Του ὑψώνονται ὡς στήλη φωτεινὴ ποὺ ἑλκύει ὁπωσδήποτε τὴν προσοχὴν ὅλων, ἀλλὰ καὶ καλεῖ ὅλους νὰ λάβουν θέσιν ἀπέναντί της. ᾿Αναλόγως δὲ πρὸς τὴν στάσιν ποὺ παίρνουν ἀπέναντι τοῦ Χριστοῦ, χωρίζονται πάντοτε εἰς δύο παρατάξεις οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ὅλη ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος κινεῖται περὶ ἄξονα τὸν Χριστόν. Τὸ βαθύτερον νόημα τῶν ἱστορικῶν γεγονότων κάθε ἐποχῆς δὲν εἶναι -ὅπως ἠθέλησαν αὐθαιρέτως νὰ ὑποστηρίξουν μερικοὶ- ἐπαύγασμα ὑλικῶν (καὶ δὴ οικονομικῶν) παραγόντων, ἀλλ᾽ εἶναι ἔκφρασις, καὶ ἐκδήλωσις τῆς στάσεως ποὺ λαμβάνουν ἑκάστοτε οἱ λαοὶ ἀπέναντι τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Νόμου Του. Αὐτὸς εἶναι τὸ «ἀντιλεγόμενον σημεῖον». ῎Αλλοι Τὸν δέχονται καὶ ἄλλοι Τὸν ἀρνοῦνται. ῎Αλλοι τάσσονται ὑπὸ τὴν σημαίαν Του, πιστοὶ στρατιῶται τῆς βασιλείας Του, καὶ ἄλλοι πολεμοῦν τὰ ἰδανικά ποὺ Ἐκεῖνος ἔγραψε μὲ τὸ Αἷμα τῆς θυσίας Του. Καὶ ἡ μετὰ Χριστὸν Ἱστορία, διὰ μέσου ποικίλων γεγονότων, δεικνύει τὴν κίνησιν καὶ τὴν πορείαν ποὺ ἀκολουθεῖ ἡ καμπύλη τῆς χριστιανικότητος ἢ μὴ τῆς ζωῆς τῶν ἀτόμων καὶ τῶν κοινωνιῶν. Πράγματι! ῎Ατομα καὶ οἰκογένειαι ποὺ Τὸν δέχονται καὶ συμμορφώνονται πρὸς τὸ θέλημά Του έχουν μίαν ἐξέλιξιν «εἰς ἀνάστασιν» τ. ἔ. ἐξέλιξη εὐτυχῆ, παρ’ ὅλας τὰς τυχὸν δοκιμασίας των. Αντιθέτως, ἐκεῖνοι ποὺ παίρνουν ἠρνητικὴν στάσιν καὶ δὲν δέχονται ὑποταγὴν εἰς τὸ θεῖόν Του θέλημα, ἐξελίσσονται κατὰ τρόπον ποὺ ὁδηγεῖ «εἰς πτῶσιν», δηλ. ἐπακολουθεῖ εἰς αὐτοὺς κατάπτωσις καὶ καταστροφή· «σύντριμμα καὶ ταλαιπωρία ἐν ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν, καὶ ὁδὸν εἰρήνης οὐκ ἔγνωσαν» (Ρωμ. γ 16-17), διότι τὸ εἶπε πρὸ αἰώνων πολλῶν ὁ προφήτης «οι μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ τοῦ Θεοῦ ἀπολοῦνται». (Ψαλμ. β΄ 27) Καὶ κοινωνίαι ὁλόκληροι ὁδηγοῦνται «εἰς ἀνάστασιν» ἢ «εἰς πτῶσιν», ἀναλόγως τῆς ἐπικρατήσεως εἰς αὐτὰς χριστιανικοῦ ἢ ἀντιχριστιανικοῦ πνεύματος. Ὑπάρχει καὶ τοῦ πολιτισμοῦ πτῶσις καὶ ἀνάστασις (ἄνοδος), ἀναλόγως πρὸς τὸ κλῖμα καὶ τὰ ρεύματα ποὺ ἐπικρατοῦν. Μὲ τὴν χριστιανικὴν πνοὴν προάγεται ὁ πολιτισμός· καὶ χωρὶς αὐτὴν φθάνει γρήγορα εἰς τὴν παρακμὴν καὶ τὴν δύσιν του. Εἶναι ἀδιάψευστος ἡ προφητεία, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς «κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν… καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». 2. Ἤδη ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Κυρίου ἐτέθη αὐτὸ τὸ δίλημμα εἰς τοὺς ἀνθρώπους· καὶ παρουσιάζετο ἡ Προσωπικότης Του καὶ τὸ κήρυγμά Του ὡς «σημεῖον ἀντίλεγόμενον» ὑπὸ διπλῆν ἔννοιαν. Πρῶτον μὲν πολλοὶ διηρωτῶντο: «Τίς ἄρα οὗτός ἐστιν;» (Μάρκ. δ΄ 41). Μήπως ἄλλωστε καὶ ὁ Κύριος δὲν ἠρώτησε τοὺς μαθητάς Του διὰ νὰ ἀκουσθῇ ἡ ἀπήχησις τῆς κοινῆς γνώμης, «τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι;» (Ματθ. ιστ΄ 13). Καὶ ἡ ἀπάντησις, ἐκ μέρους τῶν μαθητῶν, ἦτο: «οἱ μὲν Ἰωάννην τόν Βαπτιστήν, ἄλλοι δὲ Ἠλίαν, ἕτεροι δὲ Ἱερεμίαν ἢ ἕνα τῶν προφητῶν». Αλλὰ καὶ πάλιν ἐρωτᾷ ὁ Κύριος: «Ὑμεῖς δὲ τίνα μὲ λέγετε εἶναι;» Καί, ἐξ ὀνόματός των, ὁ Πέτρος ἐκφράζει τὸ ἀληθὲς φρόνημα περὶ τοῦ Χριστοῦ, καὶ πανηγυρικῶς ὁμολογεῖ: «σύ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος». (αὐτ. 14-16). Έκτοτε, διὰ μέσου τῶν αἰώνων και τῶν γενεῶν, ὅλοι οἱ σοβαρῶς σκεπτόμενοι ἄνθρωποι ἀντιμετωπίζουν τὸ ἐρώτημα τοῦτο: «τίς ἄρα οὗτός ἐστιν»; Ποῖος εἶναι λοιπὸν Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος παρουσιάζεται ὡς θεία μορφή, ὡς προσωπικότης ἀγιωτάτη καὶ ὡς διδάσκαλος ὑψηλοτάτων ἀληθειῶν; ῎Αλλοι μὲν εὐλαβῶς ὑποκλίνονται ἐνώπιον τῆς ἁγίας Του προσωπικότητος καὶ εὐλαβῶς ὑπακούουν εἰς τὸ θεῖόν Του θέλημα. Καὶ σοφοὶ τοῦ κόσμου καὶ ἁπλοϊκοὶ τοῦ λαοῦ. Ὑπὸ τὴν σημαίαν τοῦ Κυρίου καὶ ἐπὶ τῶν γραμμῶν τοῦ Εὐαγγελίου Του συναντῶνται ὅσοι ὁμολογοῦν πίστιν καὶ ἀφοσίωσιν εἰς Αὐτόν, λατρεύοντες τὴν θεότητα Του. ῎Αλλοι ὅμως ἔχουν τὰς ἐπιφυλάξεις των. Τὸν θεωροῦν ἁπλῶς ὡς μίαν ὑπέροχον φυσιογνωμίαν, ἀλλὰ προβάλλουν τὰς ἀμφιβολίας τῶν ἐν σχέσει πρὸς τὴν Θεότητά Του. Δὲν εἶναι ὅμως ὁ Κύριος μόνον ἐπὶ τοῦ πεδίου τῆς πίστεως «σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ ηθικολογικοῦ πεδίου. Διὰ τοῦτο κυρίως «σχίσμα ἐγένετο ἐν τῷ ὄχλῳ δι’ αὐτόν» (Ἰω. ζ’. 43) Διότι ὁ Κύριος δὲν προβάλλει μόνον ὡς διδάσκαλος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ἀπαίτησιν τῆς συμμορφώσεως τῆς ζωῆς μας σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλίαν Του. Διχάζονται λοιπὸν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ἄλλοι μέν, κατανοοῦντες ὅτι ἡ διδασκαλία αὐτὴ εἶναι ἡ ὑψίστη ἠθικὴ διδασκαλία, τὴν ἀποδέχονται καὶ συμμορφώνονται πρὸς αὐτὴν· ἄλλοι ὅμως ἐπαναλαμβάνουν «σκληρὸς ἐστιν οὗτος ο λόγος τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;» (Ἰω. στ΄ 60). Σκληραὶ δηλ. αἱ ἀπαιτήσεις τῆς διδασκαλίας αὐτῆς· ποῖος μπορεῖ νὰ τὴν ἀκούῃ καὶ νὰ τὴν ἀποδέχεται; Στρέφουν λοιπὸν τὰ νῶτα καὶ ἐγκαταλείπουν τὴν γραμμὴν τοῦ Κυρίου, καθ᾿ ὅν χρόνο, ἄλλοι, συνετώτεροι καὶ μὲ εἰλικρινεστέραν διάθεσιν, ἐπαναλαμβάνουν διὰ μέσου τῶν αἰώνων: «Κύριε, πρὸς τίνα ἀπέλευσόμεθα; ρήματα ζωῆς αἰωνίου ἔχεις». (αὐτ. 68) Ποῦ ἀλλοῦ νὰ καταφύγωμεν ἐκτὸς ἀπὸ Σένα; Σὺ δίδεις τὴν ὀρθὴν κατεύθυνσιν τοῦ βίου καὶ ἐξασφάλισιν ζωῆς αἰωνίου. 3. Ἐνῷ ὅμως ὁ Κύριος, κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον, παρουσιάζεται ὡς «σημεῖον ἀντιλεγόμενον» καὶ «κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν», ἀναλόγως τῆς στάσεως ἑνὸς ἑκάστου, μένει πραγματικότης ἀνεπίδεκτος ἀμφισβητήσεως, ὅτι