Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἕνας ἀκόμα σημαντικὸς ἐορτολογικὸς σταθμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ πιστοὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ καλοῦνται νὰ τιμήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου ὥστε νὰ ἀντλήσουν δύναμη καὶ χάρη ἀπὸ αὐτόν. Ἡ μεγάλη αὐτὴ Δεσποτικὴ ἑορτὴ δίνει ἐπίσης τὴν εὐκαιρία σὲ ὅλους μας νὰ...σκεφτοῦμε ὁρισμένες βασικὲς ἀρχὲς καὶ ἀλήθειες τῆς πίστης μας, οἱ ὁποῖες εἶναι συνυφασμένες μὲ τὴ θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία διασώζει, μόνη Αὐτή, ἀνόθευτη τὴν βιβλικὴ καὶ πατερικὴ διδασκαλία, ἀποδίδει τὴν προσήκουσα τιμὴ στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν ὄργανο καὶ σύμβολο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποικίλη ἑτεροδοξία, ἡ ὁποία, εἴτε ἀδιαφορεῖ νὰ ἀποδώσει τιμὴ στὸ Σταυρὸ (Προτεσταντισμός), εἴτε πολεμᾶ εὐθέως αὐτόν, ὡς εἰδωλολατρικὸ σύμβολο (Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά). Ἡ Ἐκκλησία μᾶς θέσπισε πολλὲς φορὲς προσκύνησης καὶ τιμῆς τοῦ Σταυροῦ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους, μὲ ἀποκορύφωμα τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως, στὶς 14 Σεπτεμβρίου. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη κορυφαῖο σύμβολο θυσίας καὶ ἁγιασμοῦ, διότι ἡ σημασία τοῦ εἶναι πραγματικὰ τεράστια. Ὁ Σταυρὸς μαζὶ μὲ τὴν Ἀνάσταση λειτουργοῦν ὡς δύο βασικοὶ ἄξονες πάνω στοὺς ὁποίους κινεῖται ἡ ζωὴ τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ Ἀνάσταση ἕπεται τοῦ Σταυροῦ καὶ προϋποθέτει τὸ Σταυρὸ καὶ ὁ Σταυρὸς προμηνύει τὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς Σταυρὸ δὲν γίνεται Ἀνάσταση. Πάνω σὲ αὐτὲς τὶς ἀρχὲς στηρίζεται ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ καὶ ἡ σπουδαία σημασία του γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ μέγας ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τοῦ Σταυροῦ, τονίζει συχνὰ στὶς θεόπνευστες ἐπιστολές του ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καύχηση. «ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχάσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῶ τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γάλ.6,13), διότι «ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις ἠμὶν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Ἃ΄Κόρ.1,17», ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐγενήθη ἐν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τὲ καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις» (Ἃ΄Κόρ.1,30) ὡς ὁ «Ἐσταυρωμένος» (Ἃ΄Κόρ.1,23). Ὁ Κύριος της δόξης «ὑπὸ χειρῶν ἀνόμων» καρφώθηκε ἐπάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ ἐπώδυνο μαρτύριο τῆς σταυρώσεως καὶ νὰ πεθάνει ὡς αἴσχιστος κακοῦργος. Ἀλλὰ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη αὐτὴ κακουργία, ἐξ αἰτίας τῆς ἄμετρης θείας ἀγάπης, λειτούργησε εὐεργετικὰ γιὰ τὸ θεοκτόνο ἀνθρώπινο γένος, «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανε. Πολλῶ οὒν μᾶλλον δικαιοθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δὶ’ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῶ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῶ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τὴ ζωὴ αὐτοῦ» (Ρώμ.5,8-10). Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Ὁ Σταυρὸς πρὶν τὴ μεγάλη σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἔχθιστο φονικὸ ὄργανο ἐκτέλεσης κακούργων. Ὅποιος πέθαινε διὰ τῆς σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «ἐπικατάρατος» (Γάλ.3,1). Ἀφότου ὅμως ὁ σαρκωμένος Θεὸς πέθανε ὡς κακοῦργος πάνω στὸ ἐγκάρσιο ξύλο, αὐτὸ κατέστη πηγὴ ἀπολυτρώσεως. Ἀπὸ μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σὲ ἀκένωτη πηγὴ ζωῆς, ἀπὸ ἀποκρουστικὸ καὶ ἀπαίσιο ὄργανο τῶν δημίων ἔγινε φωτεινὸ σύμβολο καὶ δίαυλος εὐλογιῶν, ἀπὸ ξύλο πόνου καὶ ὠδίνων κατέστη καταφύγιο ἀνάπαυσης καὶ χαρᾶς. Ἡ παράδοξη αὐτὴ καὶ μεγάλη ἀλλαγὴ συντελέσθηκε ἐπειδὴ ἡ ἄμετρη θεία ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία δὲ λειτούργησε ἐκδικητικὰ πρὸς τὴν ἀνθρώπινη ἀγνωμοσύνη καὶ κακουργία. Μέσα στὴν ἀπύθμενη θεία φιλανθρωπία δὲν ὑπάρχει «χῶρος» γιὰ μίσος, θυμὸ καὶ ἐκδίκηση. Ὁ Θεός, ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀγάπη (Ἃ΄Ἰωάν.4,8,) ἀντὶ ἐκδίκησης ἀνταπέδωσε στὸν ἄνθρωπο εὐσπλαχνία καὶ τοῦ δώρισε τὴ λύτρωση ἀπὸ τὰ πικρὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Χάρη λοιπὸν στὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο τῶν ἀνθρώπων μετεβλήθη σὲ πηγὴ ἁγιασμοῦ καὶ ἀπολυτρώσεως. Σύμφωνα μὲ τὴν ὑψηλὴ θεολογία τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἀτιμωτικὸ καὶ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο θανατώσεως τῶν κακούργων ἀνθρώπων, μετεβλήθη, μετὰ τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης μὲ τὸ Θεὸ καὶ πηγὴ ἁγιασμοῦ. Ἡ ἀνθρώπινη κακία ἔδωσε στὸ Θεὸ πόνο καὶ θάνατο διὰ τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ, ἡ θεία ἀνεξικακία καὶ ἄκρα φιλανθρωπία, ἔδωσε, ἀντίθετα, στὸ δήμιό Του ἀγάπη καὶ λύτρωση! Ἡ δύναμη λοιπὸν τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στὴν ἀκένωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται πλέον στὴν ἀνθρωπότητα καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία μέσω τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔχοντας ὑπόψη τοὺς αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀλήθεια, διατύπωσαν τὴν περίφημη θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Τὸ ἱερότατο αὐτὸ σύμβολο εἶναι πιὰ συνυφασμένο μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ἀντλεῖ τὴν ἀνίκητη δύναμή του, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ χάρη. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι εἰδωλολατρία νὰ προσκυνεῖται ἀπὸ τοὺς πιστούς, διότι προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σημαίνει προσκύνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ὁποίου εἶναι τὸ σημεῖο καὶ ἡ ἐνθύμηση τῆς ἀπολυτρωτικῆς Του θυσίας. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πλέον τὴν ἐνοποιὸ δύναμη τῆς ἀνθρωπότητας. Ἂν τὸ ξύλο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ στὴν Ἐδὲμ (Γέν.3ο κέφ.) ἔγινε πρόξενος κακοῦ καὶ ἔχθρας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε σημεῖο ἐπανένωσης τῶν ἀνθρώπων στὸ Σῶμα Τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ δύο ἐγκάρσια ξύλα, ποὺ συνθέτουν τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, συμβολίζουν τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ Θεὸ (κάθετο ξύλο) καὶ τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους (ἐγκάρσιο ξύλο). Φυσικὰ ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων περνᾶ ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὴ σχέση τους μὲ τὸ Θεό. Τὸ ἐγκάρσιο ξύλο παριστᾶ, ἐπίσης, τὰ δύο χέρια τοῦ Ἐσταυρωμένου Λυτρωτῆ μας, τὰ ὁποία εἶναι ἀνοιγμένα γιὰ νὰ ἀγκαλιάσουν ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ θεώρηση ἡ νέα ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη κοινωνία ἔχει διαφορετικὴ ὑφὴ ἀπὸ τὶς προχριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς κοινωνίες. Ἡ ἐνοποιὸς δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἀδελφοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, δημιουργώντας τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀκόμα ἡ φοβερὴ δύναμη κατὰ τῶν ἀντίθεων δυνάμεων. Μέχρι τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὄργανο τοῦ κακοῦ, χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὴν καταστροφὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἀφότου ὁ Θεὸς καταδέχτηκε νὰ καρφωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει πάνω σ’ αὐτὸν μεταβλήθηκε σὲ ὅπλο ἐναντίων ἐκείνων ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦσαν. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν σταυρόν Σου ἠμὶν δέδωκας, φρύττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστὰ καὶ θάνατον κατήργησεν». Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι τὸ θαυμαστὸ φυλακτήριο τῶν πιστῶν. Δὲν ὑπάρχει ἁγιαστικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ νὰ μὴν σταυρώνονται οἱ πιστοί, δὲν ὑπάρχει στιγμὴ προσευχῆς ποὺ νὰ μὴν ποιοῦμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, δὲν ὑπάρχει δύσκολη στιγμὴ ποὺ νὰ μὴν ἁγιάζουμε τὸ σῶμα μας μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ θωρακιζόμαστε ἔτσι κατὰ τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἀντικατέστησε ὅλα τὰ δεισιδαίμονα καὶ ἀναποτελεσματικὰ «φυλακτήρια» τοῦ παρελθόντος. Οἱ πιστοὶ πλέον φέρουν μὲ καμάρι Αὐτὸν ὡς πολύτιμο καὶ ἀποτελεσματικὸ φυλακτήριο κατὰ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ καὶ ὡς ὁμολογία τῆς πίστης τους στὴν μεγάλη ἀπολυτρωτικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ἐδῶ τὴν φανερὴ ἀποστροφή, ἀκόμα καὶ τὴν ἔχθρα πρὸς τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πολλῶν αἱρετικῶν χριστιανικῶν ὁμάδων. Στὸ σύνολό του, λοιπόν, ὁ προτεσταντικὸς κόσμος δὲν ἀποδίδει καμιὰ τιμὴ στὸ Σταυρό. Εἶναι γνωστὸ πὼς οἱ προτεστάντες δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ χρησιμοποιοῦν αὐτὸν μόνο ὡς διακοσμητικὸ στοιχεῖο! Οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ μάλιστα, χειρότερα ἀπὸ αὐτούς, μάχονται μὲ σφοδρότητα τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Δὲν προφέρουν καν τὸ ὄνομα Σταυρὸς καὶ ἀντ’ αὐτοῦ τὸν ἀντικατέστησαν μὲ …πάσαλο, παρ’ ὅλο ποὺ στὴν ἀρχή, τιμοῦσαν τὸν Σταυρὸ καὶ τὸν εἶχαν ὡς μόνιμο λογότυπο στὰ περιοδικά τους! Ἡ κατάσταση τῆς κατάνυξης καὶ τῆς χαρμολύπης ποὺ δημιουργεῖ στὴν ψυχή μας ἡ παρουσία καὶ θέα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς κάνει νὰ ὑπομένουμε μὲ καρτερία καὶ ὑπομονὴ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, δηλαδὴ νὰ ὑπομένουμε τὸν προσωπικό μας σταυρὸ (Μάτθ.16,24), ἐλπίζοντας ἐξάπαντος στὴν ἐπερχόμενη ἀνάσταση, μεταφορικὰ καὶ κυριολεκτικά. Αὐτὴ ἡ ἀκράδαντη πίστη μᾶς δίνει δύναμη καὶ μᾶς κάνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴ ζωὴ μὲ αἰσιοδοξία, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν παποπροτεστατικὴ Δύση, ἡ ὁποία ζητᾶ ἐναγωνίως τὴν εὐδαιμονία χωρὶς τὴ θυσία, δηλαδὴ ζητᾶ τὴν ἀνάσταση χωρὶς τὸ σταυρό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὴ συναντήσει πουθενά. Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας ἔχει ὡς βάση τὴν παύλειο ἀρχὴ «εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῶ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρώμ.6,8-9). Αὐτὸ μας κάνει νὰ ξεχωρίζουμε ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ Δύση, ἡ ὁποία ὄζει ἀπὸ ἀπαισιοδοξία, ἐξαιτίας τοῦ πνευματικοῦ της θανάτου, μὴ ἔχοντας ἐλπίδα ἀναστάσεως, διότι δὲν πιστεύει στὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν ἔχει τὴν ταπεινὴ διάθεση νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, γιὰ νὰ μπορέσει ἔτσι νὰ συναναστηθεῖ μὲ Αὐτόν. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως ὁ ἄνθρωπος νὰ λάβει τὸν θεῖο ἁγιασμὸ μέσω τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ πιστέψει στὸ Λυτρωτὴ Χριστὸ καὶ στὴν σταυρικὴ ἀπολυτρωτική Του Θυσία. Ἐπίσης πρέπει νὰ σταυρώσει καὶ αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὅπως καὶ ὁ Χριστός, νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, ὄχι βέβαια κυριολεκτικὰ ὅπως κάνουν κάποιοι αἱρετικοὶ παπικοί, ποὺ κάθε χρόνο τὴ Μ. Παρασκευὴ σταυρώνονται σὲ ξύλο σταυροῦ, ἀλλὰ πρέπει νὰ σταυρώσει ὁ ἄνθρωπος ὄχι τὸ σαρκίο του, ἀλλὰ τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ κακὸ ἑαυτό του, «ταῖς τοῦ βίου ἠδοναῖς», ὅπως προτρέπει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τῆς Μ. Ἑβδομάδος, «ἴνα καὶ συζήσωμεν αὐτῶ (τῷ Χριστῷ)». Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι μία ἀκόμα εὐκαιρία γιὰ ὅλους μας νὰ σκεφτοῦμε τὶς ἄπειρες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας. Νὰ στρέψουμε τὸ βλέμμα μας στὸ ἐκθαμβωτικὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ προκειμένου νὰ διαλύσουμε τὸ σκοτεινὸ ἔρεβος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ψυχῆς μας. Δὲν ἔχουμε πολλὲς ἐπιλογές, ἢ ἀποδεχόμαστε τὴ λυτρωτικὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ σωζόμαστε, ἢ παραμένουμε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας καὶ φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ χανόμαστε. Ἡ κλήση πρὸς τὴ λύτρωση εἶναι πάντα ἀνοιχτή, φτάνει νὰ πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση καὶ νὰ τὴν ἀποδεχτοῦμε. Ὁ Κύριός μας περιμένει. ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
![](https://i0.wp.com/agiafotini.gr/wp-content/uploads/2024/03/2ee4c7f3185effbee3d063a9c6733bbf_L.jpg?fit=300%2C200&ssl=1)
Συμμετέχοντας στις Ιερές Ακολουθίες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Διανύουμε την ιερότερη περίοδο του εκκλησιαστικού μας έτους. Την Μεγάλη Σαρακοστή. Ένα χρονικό διάστημα που θα μας οδηγήσει στο Πάσχα. Κι ως τότε: Νηστεία, εγκράτεια, αγώνας και μπόλικη προσευχή. Ως την «ἑορτή τῶν ἑορτῶν», τό Πάσχα, οἱ Ἱερές Ἀκολουθίες, οἱ ὁμαδικές αὐτές προσευχές πού τελοῦνται στούς Ὀρθόδοξους Ναούς μας – τουλάχιστον ὅπου ὑπάρχει ἐφημέριος – εἶναι ἀρκετές, εἶναι κατανυκτικές, γλυκές, κουραστικές καί ταυτόχρονα …ξεκούραστες. Κουραστικές για το στόμα από τα πολλά ψαλλόμενα, κουραστικές για τα πόδια από την ορθοστασία, αλλά ξεκούραστες για τη ψυχή και το ανθρώπινο ταλαιπωρημένο πνεύμα. Η κάθε ενορία, με τούτο το Σαρακοστιανό λειτουργικό πρόγραμμα, μεταμορφώνεται σ’ ένα μικρό Μοναστήρι! Κι είναι όμορφη αυτή η εμπειρία. Η κάθε ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι ένα εικοσιτετράωρο γεμάτο προσευχή! «Ἀπό φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτός». Η εκκλησιαστική ημέρα ξεκινά πάντα το απόγευμα. Έτσι οι καμπάνες, τα στόματα αυτά των Ναών που προσκαλούν όσους πιστούς θέλουν στο επίγειο σπίτι του Θεού Πατέρα, χτυπούν ρυθμικά κάθε απόγευμα. Κι ο Ιερεύς και οι λιγοστοί πιστοί συμπροσεύχονται με την Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου. Ένα σύνολο ψαλμών, κατανυκτικών ύμνων και ευχών. Οι παλαιότεροι την ονόμαζαν «Κύριε τῶν δυνάμεων», γιατί ακούγεται τούτος ο υπέροχος ύμνος. Ένας ύμνος που διαδηλώνει προς κάθε κατεύθυνση πως ο Θεός είναι δυνατότερος, ισχυρότερος, βοηθός, σκεπαστής και σωτηρία. Ένας ύμνος που προσκαλεί το Θεό να έλθει κοντά στον άνθρωπο! «Μεθ’ ἠμῶν γενού», έλα μαζί μας… Το λειτουργικό πρωινό ξεκινά με την Ακολουθία του Μεσονυκτικού. Προσευχή που παλαιότερα γινόταν τα μεσάνυχτα. Καθώς απλώνει η νύκτα τη σκοτεινιά της, ο πιστός σκέφτεται το θάνατο, το τέλος της επίγειας ζωής του και καταφεύγει στον Πλάστη του ζητώντας το θείο Του έλεος! Μιλά με το Θεό χωρίς πολλούς ύμνους, τροπάρια και ψαλμωδίες. «Ἐλέησον με», Του λέει και Τον παρακαλεί. Καί καθώς συμμαζεύει ἡ νύχτα τή ψύχρα καί τή μαυρίλα της, συνεχίζουμε τήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. Σάν τίς Μυροφόρες πού μαζί μέ τή Μητέρα τοῦ Ἰησοῦ «ὄρθρου βαθέως» έτρεξαν στον Τάφο του Κυρίου, τρέχουμε κι εμείς στο Ναό. Είναι μία προσευχή που μας θυμίζει πολλά μα, κυρίως τον Άγιο που γιορτάζει τη κάθε μία ημέρα και τους βασικούς στόχους της Μεγάλης Σαρακοστής, τη μετάνοια, τη νηστεία, την εγκράτεια… Λίγο πριν κλείσει ο Όρθρος αρχίζουν οι Ακολουθίες των Ωρών. Η κάθε μία – η Πρώτη, η Τρίτη, η Έκτη και η Ενάτη – μας θυμίζει κάποιο σημαντικό γεγονός από τη ζωή της Εκκλησίας μας. Τη Σταύρωση, το Θάνατο του Ιησού, την Πεντηκοστή… Και, Τετάρτες και Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, έχουμε τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Εσπερινός και Λειτουργία μαζί! Ήθελαν οι παλαιότεροι Χριστιανοί να κοινωνούν τακτικότερα: Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο! Τι να γράψω για τα δειλινά των Παρασκευών, με την Ακολουθία των Χαιρετισμών της Θεοτόκου; Άλλη νότα, άλλο ύφος, άλλα λόγια, άλλα ψαλσίματα. Ελπιδοφόρα, χαρούμενα. Κυριαρχεί Αυτή που βασιλεύει στις καρδιές μας, η Παναγία η Κεχαριτωμένη, όπως Την ονόμασε ο Αρχάγγελος. Πόσες παιδικές θύμισες δεν κουβαλά ο καθένας μας από τα βράδια εκείνα των Χαιρετισμών! Δυστυχώς, τα παιδιά μας σήμερα, πνιγμένα στα φροντιστήρια και στις άλλες εξωσχολικές τους ενασχολήσεις, αύριο θα είναι στεγνά από όλα δαύτα… Ακολουθία – κατά τη γνώμη μου – γλυκύτερη, θεωρώ πως είναι ο Κατανυκτικός Εσπερινός της Κυριακής, ο Εσπερινός της συγνώμης. Θαυμάσια τροπάρια! Μας μεταγγίζουν το θείο έλεος. Μας αρπάζουν τη ψυχή και μας τη μεταφέρουν στο θρόνο του Θεού για να Του πούμε δακρυσμένοι: «Κύριε, μη αποστρέψεις το πρόσωπό Σου, από μένα το παιδί Σου, γιατί θλίβομαι, υποφέρω και πονώ παντοιοτρόπως»… «Κύριε, συγχώρεσε με, γιατί κι εγώ συμφιλιώθηκα με τον αδελφό μου». Τι κρίμα που όλες αυτές τις Ακολουθίες της «Ἁγίας Σαρακοστῆς», τις αγνοούν οι Χριστιανοί μας! Σίγουρα είναι δύσκολο κάποιος να τις παρακολουθήσει όλες. Οι συνθήκες είναι πολύ διαφορετικές, οι εργασίες μας αποπνικτικές, ο χρόνος μας λίγος κι η θέλησή μας μηδαμινή… Όμως, αξίζει τον κόπο. Μία απόφαση χρειάζεται, μία προσπάθεια. «Πίστη» και «πόθος»… Για να καταλάβουμε πως ήρθε Σαρακοστή και πως, έρχεται το Πάσχα. π. Χρήστος Πιτιρίνης