- Γέροντα, ποιά εἶναι ἡ σωστή θέση ποὺ πρέπει νά πάρει ὁ μοναχός στήν σημερινή δύσκολη κατάσταση; - Κατ' ἀρχάς, προσευχή, ὀρθή ζωή, παράδειγμα, καί ὅταν χρειασθεί καί ὅπου χρειασθεί, νά μιλήσει. - Δηλαδή, πρέπει ὁ μοναχός νά μιλήσει, ὅταν δοθεί ἀφορμή; - Μά, φυσικά! Ἄν δέν μιλήσει ὁ μοναχός, ποιός θά μιλήσει; Ὁ μοναχός δέν ἔχει τί νά φοβηθεί. Οἱ ἄλλοι φοβοῦνται, μήπως τούς πετάξουν ἀπό τίς θέσεις τους. Ἐμεῖς οἱ ἀφιερωμένοι στόν Θεό, ἄν δέν τραβήξουμε μπροστά, ποιός θά τραβήξει; Ὅ λογισμός μοῦ λέει πὼς δέν θά ἀφήσει ὁ Θεός. Δέν θά ἀφήσει! Θά ξεκαθαρίσει αὐτή ἡ κατάσταση. Τώρα εἶναι σάν νά ὑπάρχει ἕνα μεγάλο δίχτυ ποὺ ἔχει κλείσει μέσα τά ψάρια καί εἶναι σάπιο. Πάει μιά ἀπό ἐδῶ-μιά ἀπό ἐκεῖ καί θά σπάσει στό τέλος. Καί δὲν θά σπάσει, γιατί τά ψάρια εἶναι μεγάλα, ἄλλα γιατί ἔχει σαπίσει τό δίχτυ. - Γέροντα, τά ψάρια εἶναι οἱ Χριστιανοί; - Ναί, οἱ Χριστιανοί, καί οἱ ἄλλοι εἶναι τά χέλια, τά φίδια. Ἀλλά καί ἐμεῖς θά δώσουμε λόγο στόν Θεό γι' αὐτήν τήν κατάσταση. Ἐγὼ τώρα τά λέω ἔξω ἀπό τά δόντια. Δέν κρατιέμαι ἄλλο! - Δηλαδή, Γέροντα, τί πρέπει νά κάνουμε; - Πρῶτα νά κάνουμε δουλειά στόν ἑαυτό μας. Γιατί ὡς μοναχός σκοπό ἔχω νά διαλύσω τό ἀνθρώπινο δικό μου πνεῦμα, νά φτιάξω πρῶτα τόν ἑαυτό μου, γιά νά γίνω ἄνθρωπος πνευματικός, γιατί ἀλλιῶς δέν ἔχει νόημα ἡ ζωή μου ὡς μοναχοῦ. Ὕστερα νά μιλήσουμε μέ τρόπο, ὅταν χρειάζεται, καί ὁ Θεός θά βοηθήσει νά φέρουμε θετικά ἀποτελέσματα. - Γέροντα, μερικοί ὅμως λένε καλύτερα σιωπή καί προσευχή. - Δέν μπορεῖς νά ἀδιαφορήσεις, Ὅταν ὅλα καίγονται γύρω σου. Πρέπει νά σβήσεις τήν φωτιά. Ὁ πόνος δέν σ' ἀφήνει νά σιωπήσεις. Βέβαια, τό κυριώτερο εἶναι νά προσπαθεί κανείς νά ζει πνευματικά, ὅσο μπορεῖ. Καὶ ἄν χρειασθεί νά πάρει σέ ἕνα σοβαρό ζήτημα κάποια θέση, θά πάρει τήν θέση ποὺ θά ἐπιτρέψει ὁ Θεός. Νά ζείτε ταπεινά, ἁπλά, πνευματικά, ὥστε σέ μιά δύσκολη στιγμή, νά μήν ἀναγκασθῆτε νά κάνετε συμβιβασμούς. Ὕστερα νά κοιτάξετε νά ἔρχωνται γιά μοναχές νέες ποὺ νά ἔχουν προϋποθέσεις γιά τόν Μοναχισμό, γιά νά μποροῦν νά γίνουν σωστές μοναχές. Ὅταν γίνει κανείς καλός μοναχός, ξέρει μετά μέχρι ποῦ χρειάζεται νά ἀσχοληθεί μέ ἕνα θέμα. Τί πρέπει νά κάνει καί τί δέν πρέπει, πῶς νά ἐνεργήσει. Ἄν δέν γίνει σωστός μοναχός, ὅλα στραβά πᾶνε. Τό καταλάβατε; Ἄν γίνετε σωστές μοναχές, θά ἐνεργείτε μέ σύνεση. Ἄν δέν γίνετε σωστές μοναχές, ἄν μιά τήν στείλεις κάπου, θά πρέπει νά τῆς πεις «νά πεις αὐτό μέχρι ἐκεῖ, ἐκεῖνο μέχρι ἐκεῖ», γιατί ἀλλιῶς μπορεῖ νά πει ἀνοησίες. Ἀλλὰ αὐτό εἶναι κατάσταση ὑπανάπτυκτη. Ποῦ νά τά βγάλεις πέρα μετά; Γι' αὐτό ὅσες ἔχουν προϋποθέσεις γιά τόν Μοναχισμό, νά δουλευτοῦν, γιά νά γίνουν σωστές μοναχές καί νά ξέρουν μέχρι ποῦ πρέπει νά ποῦν, τί πρέπει νά ποῦν νά ξέρουν τί πρέπει νά κάνουν σέ μιά δύσκολη στιγμή. Καί θά κινοῦνται μέσα στήν ὑπακοή, γιατί θά συμφωνεί τό δικό τους πνεῦμα μέ τό πνεῦμα τῆς Γερόντισσας. Σέ μιά ἀνάγκη, ἕνα νεῦμα νά τίς κάνει ἤ Γερόντισσα, θά καταλαβαίνουν, γιατί θά ἐργάζονται στήν ἴδια συχνότητα. Ἀλλιῶς δέν γίνεται χωριό. Ἄν δέν μάθετε νά κινῆσθε ἔτσι, μπορεῖ νά μπει καί κάποιος ἄλλος στήν ἴδια συχνότητα, νά λέει ἄλλα πράγματα, νά μήν τό καταλάβετε καί νά κάνει μεγάλο κακό. ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β΄ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
![](https://i0.wp.com/agiafotini.gr/wp-content/uploads/2024/07/cyprus9-3.webp?fit=300%2C243&ssl=1)
Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις.
Είπα σε κάποιους γιατρούς, που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει». Η αναισθησία του διαβόλου είναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά η στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιεί, χωρίς να αντιδράσουν. Ο διάβολος, όταν θέλει να πολεμήσει έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνει τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο και μετά πηγαίνει ο ίδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει. Αλλά προηγείται ο «αναισθησιολόγος». Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «ὑβρισθῆναι, χλευασθῆναι κ.λπ.», και τελικά, ο πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε και αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σας έχω πει παραδείγματα; Παλιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν, λοιπόν, μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ένα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντηρήσει την οικογένεια του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάει στα Γιάννενα, να πάρει δάνειο, για να αγοράσει ένα άλογο, να οργώνει τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβει με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε. Τον έβλεπε ο ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!». Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ο Εβραίος να κατεβάζει τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Παρ’ το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω πιο φθηνό». Έφευγε από τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα. -του έλεγε ο Εβραίος- Θα σου το δώσω πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ο καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο. Σου λέει: «Τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε…». Έδωσε λοιπόν τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο. Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνει; Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί, έπαιρνε όσο του χρειαζόταν. Τελικά, γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Άλλα τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνει να σκάβει με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώσει το δάνειο! Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβει με την τσάπα! Άλλα για να χαζεύει στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε; Έτσι κάνει και ο διάβολος, σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από εδώ, σε τραβάει από εκεί, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξεις. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.