Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἕνας ἀκόμα σημαντικὸς ἐορτολογικὸς σταθμὸς τῆς Ἐκκλησίας μας. Οἱ πιστοὶ τὴν ἡμέρα αὐτὴ καλοῦνται νὰ τιμήσουν καὶ νὰ προσκυνήσουν τὸν Τίμιο Σταυρὸ τοῦ Κυρίου ὥστε νὰ ἀντλήσουν δύναμη καὶ χάρη ἀπὸ αὐτόν. Ἡ μεγάλη αὐτὴ Δεσποτικὴ ἑορτὴ δίνει ἐπίσης τὴν εὐκαιρία σὲ ὅλους μας νὰ...σκεφτοῦμε ὁρισμένες βασικὲς ἀρχὲς καὶ ἀλήθειες τῆς πίστης μας, οἱ ὁποῖες εἶναι συνυφασμένες μὲ τὴ θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολικὴ Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία διασώζει, μόνη Αὐτή, ἀνόθευτη τὴν βιβλικὴ καὶ πατερικὴ διδασκαλία, ἀποδίδει τὴν προσήκουσα τιμὴ στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν ὄργανο καὶ σύμβολο τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ποικίλη ἑτεροδοξία, ἡ ὁποία, εἴτε ἀδιαφορεῖ νὰ ἀποδώσει τιμὴ στὸ Σταυρὸ (Προτεσταντισμός), εἴτε πολεμᾶ εὐθέως αὐτόν, ὡς εἰδωλολατρικὸ σύμβολο (Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβά). Ἡ Ἐκκλησία μᾶς θέσπισε πολλὲς φορὲς προσκύνησης καὶ τιμῆς τοῦ Σταυροῦ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους, μὲ ἀποκορύφωμα τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως, στὶς 14 Σεπτεμβρίου. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη κορυφαῖο σύμβολο θυσίας καὶ ἁγιασμοῦ, διότι ἡ σημασία τοῦ εἶναι πραγματικὰ τεράστια. Ὁ Σταυρὸς μαζὶ μὲ τὴν Ἀνάσταση λειτουργοῦν ὡς δύο βασικοὶ ἄξονες πάνω στοὺς ὁποίους κινεῖται ἡ ζωὴ τῶν πιστῶν χριστιανῶν. Ἡ Ἀνάσταση ἕπεται τοῦ Σταυροῦ καὶ προϋποθέτει τὸ Σταυρὸ καὶ ὁ Σταυρὸς προμηνύει τὴν Ἀνάσταση. Χωρὶς Σταυρὸ δὲν γίνεται Ἀνάσταση. Πάνω σὲ αὐτὲς τὶς ἀρχὲς στηρίζεται ἡ θεολογία τοῦ Σταυροῦ καὶ ἡ σπουδαία σημασία του γιὰ τὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ μέγας ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος, ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τοῦ Σταυροῦ, τονίζει συχνὰ στὶς θεόπνευστες ἐπιστολές του ὅτι ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι γι’ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καύχηση. «ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχάσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῶ τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Γάλ.6,13), διότι «ὁ λόγος γὰρ ὁ τοῦ σταυροῦ τοῖς μὲν ἀπολλυμένοις μωρία ἐστὶ τοῖς δὲ σωζομένοις ἠμὶν δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Ἃ΄Κόρ.1,17», ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς «ἐγενήθη ἐν σοφία ἀπὸ Θεοῦ, δικαιοσύνη τὲ καὶ ἁγιασμὸς καὶ ἀπολύτρωσις» (Ἃ΄Κόρ.1,30) ὡς ὁ «Ἐσταυρωμένος» (Ἃ΄Κόρ.1,23). Ὁ Κύριος της δόξης «ὑπὸ χειρῶν ἀνόμων» καρφώθηκε ἐπάνω στὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ, γιὰ νὰ ὑποστεῖ τὸ ἐπώδυνο μαρτύριο τῆς σταυρώσεως καὶ νὰ πεθάνει ὡς αἴσχιστος κακοῦργος. Ἀλλὰ ὅμως ἡ ἀνθρώπινη αὐτὴ κακουργία, ἐξ αἰτίας τῆς ἄμετρης θείας ἀγάπης, λειτούργησε εὐεργετικὰ γιὰ τὸ θεοκτόνο ἀνθρώπινο γένος, «συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἠμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἠμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἠμῶν ἀπέθανε. Πολλῶ οὒν μᾶλλον δικαιοθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δὶ’ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῶ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῶ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τὴ ζωὴ αὐτοῦ» (Ρώμ.5,8-10). Ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο! Ὁ Σταυρὸς πρὶν τὴ μεγάλη σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἔχθιστο φονικὸ ὄργανο ἐκτέλεσης κακούργων. Ὅποιος πέθαινε διὰ τῆς σταυρώσεως χαρακτηρίζονταν «ἐπικατάρατος» (Γάλ.3,1). Ἀφότου ὅμως ὁ σαρκωμένος Θεὸς πέθανε ὡς κακοῦργος πάνω στὸ ἐγκάρσιο ξύλο, αὐτὸ κατέστη πηγὴ ἀπολυτρώσεως. Ἀπὸ μέσο θανατώσεως μεταβλήθηκε σὲ ἀκένωτη πηγὴ ζωῆς, ἀπὸ ἀποκρουστικὸ καὶ ἀπαίσιο ὄργανο τῶν δημίων ἔγινε φωτεινὸ σύμβολο καὶ δίαυλος εὐλογιῶν, ἀπὸ ξύλο πόνου καὶ ὠδίνων κατέστη καταφύγιο ἀνάπαυσης καὶ χαρᾶς. Ἡ παράδοξη αὐτὴ καὶ μεγάλη ἀλλαγὴ συντελέσθηκε ἐπειδὴ ἡ ἄμετρη θεία ἀγάπη καὶ εὐσπλαχνία δὲ λειτούργησε ἐκδικητικὰ πρὸς τὴν ἀνθρώπινη ἀγνωμοσύνη καὶ κακουργία. Μέσα στὴν ἀπύθμενη θεία φιλανθρωπία δὲν ὑπάρχει «χῶρος» γιὰ μίσος, θυμὸ καὶ ἐκδίκηση. Ὁ Θεός, ὡς ἡ ἀπόλυτη ἀγάπη (Ἃ΄Ἰωάν.4,8,) ἀντὶ ἐκδίκησης ἀνταπέδωσε στὸν ἄνθρωπο εὐσπλαχνία καὶ τοῦ δώρισε τὴ λύτρωση ἀπὸ τὰ πικρὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ χάρισε τὴν αἰώνια ζωή. Χάρη λοιπὸν στὴν ἄμετρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τὸ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο τῶν ἀνθρώπων μετεβλήθη σὲ πηγὴ ἁγιασμοῦ καὶ ἀπολυτρώσεως. Σύμφωνα μὲ τὴν ὑψηλὴ θεολογία τοῦ οὐρανοβάμονος Παύλου ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ ἀτιμωτικὸ καὶ φρικτὸ φονικὸ ὄργανο θανατώσεως τῶν κακούργων ἀνθρώπων, μετεβλήθη, μετὰ τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Κυρίου, σύμβολο σωτηρίας, μέσο συμφιλίωσης μὲ τὸ Θεὸ καὶ πηγὴ ἁγιασμοῦ. Ἡ ἀνθρώπινη κακία ἔδωσε στὸ Θεὸ πόνο καὶ θάνατο διὰ τοῦ ξύλου τοῦ Σταυροῦ, ἡ θεία ἀνεξικακία καὶ ἄκρα φιλανθρωπία, ἔδωσε, ἀντίθετα, στὸ δήμιό Του ἀγάπη καὶ λύτρωση! Ἡ δύναμη λοιπὸν τοῦ Σταυροῦ ἔγκειται στὴν ἀκένωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία διοχετεύεται πλέον στὴν ἀνθρωπότητα καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ δημιουργία μέσω τοῦ Σταυροῦ. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἔχοντας ὑπόψη τοὺς αὐτὴ τὴ μεγάλη ἀλήθεια, διατύπωσαν τὴν περίφημη θεολογία τοῦ Σταυροῦ. Τὸ ἱερότατο αὐτὸ σύμβολο εἶναι πιὰ συνυφασμένο μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἀπὸ Ἐκεῖνον ἀντλεῖ τὴν ἀνίκητη δύναμή του, τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴ χάρη. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι εἰδωλολατρία νὰ προσκυνεῖται ἀπὸ τοὺς πιστούς, διότι προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, σημαίνει προσκύνηση τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ὁποίου εἶναι τὸ σημεῖο καὶ ἡ ἐνθύμηση τῆς ἀπολυτρωτικῆς Του θυσίας. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ πλέον τὴν ἐνοποιὸ δύναμη τῆς ἀνθρωπότητας. Ἂν τὸ ξύλο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ στὴν Ἐδὲμ (Γέν.3ο κέφ.) ἔγινε πρόξενος κακοῦ καὶ ἔχθρας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τὸ ξύλο τοῦ Σταυροῦ ἔγινε σημεῖο ἐπανένωσης τῶν ἀνθρώπων στὸ Σῶμα Τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὰ δύο ἐγκάρσια ξύλα, ποὺ συνθέτουν τὸ σύμβολο τοῦ Σταυροῦ, συμβολίζουν τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ Θεὸ (κάθετο ξύλο) καὶ τὴν ἕνωση τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους (ἐγκάρσιο ξύλο). Φυσικὰ ἡ ἕνωση τῶν ἀνθρώπων περνᾶ ἀναγκαστικὰ ἀπὸ τὴ σχέση τους μὲ τὸ Θεό. Τὸ ἐγκάρσιο ξύλο παριστᾶ, ἐπίσης, τὰ δύο χέρια τοῦ Ἐσταυρωμένου Λυτρωτῆ μας, τὰ ὁποία εἶναι ἀνοιγμένα γιὰ νὰ ἀγκαλιάσουν ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴ θεώρηση ἡ νέα ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη κοινωνία ἔχει διαφορετικὴ ὑφὴ ἀπὸ τὶς προχριστιανικὲς καὶ ἐξωχριστιανικὲς κοινωνίες. Ἡ ἐνοποιὸς δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἀδελφοποιεῖ τοὺς ἀνθρώπους, δημιουργώντας τὴν κοινωνία τῆς ἀγάπης, τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς εἰρήνης. Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἀκόμα ἡ φοβερὴ δύναμη κατὰ τῶν ἀντίθεων δυνάμεων. Μέχρι τὸ σταυρικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ, ὡς ὄργανο τοῦ κακοῦ, χρησιμοποιοῦνταν γιὰ τὴν καταστροφὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἀφότου ὁ Θεὸς καταδέχτηκε νὰ καρφωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει πάνω σ’ αὐτὸν μεταβλήθηκε σὲ ὅπλο ἐναντίων ἐκείνων ποὺ τὸ χρησιμοποιοῦσαν. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου τὸν σταυρόν Σου ἠμὶν δέδωκας, φρύττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ τὴν δύναμιν, ὅτι νεκροὺς ἀνιστὰ καὶ θάνατον κατήργησεν». Τὸ σύμβολο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι τὸ θαυμαστὸ φυλακτήριο τῶν πιστῶν. Δὲν ὑπάρχει ἁγιαστικὴ πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ νὰ μὴν σταυρώνονται οἱ πιστοί, δὲν ὑπάρχει στιγμὴ προσευχῆς ποὺ νὰ μὴν ποιοῦμε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, δὲν ὑπάρχει δύσκολη στιγμὴ ποὺ νὰ μὴν ἁγιάζουμε τὸ σῶμα μας μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ γιὰ νὰ θωρακιζόμαστε ἔτσι κατὰ τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ. Ὁ Τίμιος Σταυρὸς ἀντικατέστησε ὅλα τὰ δεισιδαίμονα καὶ ἀναποτελεσματικὰ «φυλακτήρια» τοῦ παρελθόντος. Οἱ πιστοὶ πλέον φέρουν μὲ καμάρι Αὐτὸν ὡς πολύτιμο καὶ ἀποτελεσματικὸ φυλακτήριο κατὰ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ καὶ ὡς ὁμολογία τῆς πίστης τους στὴν μεγάλη ἀπολυτρωτικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ. Πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ἐδῶ τὴν φανερὴ ἀποστροφή, ἀκόμα καὶ τὴν ἔχθρα πρὸς τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, πολλῶν αἱρετικῶν χριστιανικῶν ὁμάδων. Στὸ σύνολό του, λοιπόν, ὁ προτεσταντικὸς κόσμος δὲν ἀποδίδει καμιὰ τιμὴ στὸ Σταυρό. Εἶναι γνωστὸ πὼς οἱ προτεστάντες δὲν κάνουν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ χρησιμοποιοῦν αὐτὸν μόνο ὡς διακοσμητικὸ στοιχεῖο! Οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβὰ μάλιστα, χειρότερα ἀπὸ αὐτούς, μάχονται μὲ σφοδρότητα τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Δὲν προφέρουν καν τὸ ὄνομα Σταυρὸς καὶ ἀντ’ αὐτοῦ τὸν ἀντικατέστησαν μὲ …πάσαλο, παρ’ ὅλο ποὺ στὴν ἀρχή, τιμοῦσαν τὸν Σταυρὸ καὶ τὸν εἶχαν ὡς μόνιμο λογότυπο στὰ περιοδικά τους! Ἡ κατάσταση τῆς κατάνυξης καὶ τῆς χαρμολύπης ποὺ δημιουργεῖ στὴν ψυχή μας ἡ παρουσία καὶ θέα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μᾶς κάνει νὰ ὑπομένουμε μὲ καρτερία καὶ ὑπομονὴ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς, δηλαδὴ νὰ ὑπομένουμε τὸν προσωπικό μας σταυρὸ (Μάτθ.16,24), ἐλπίζοντας ἐξάπαντος στὴν ἐπερχόμενη ἀνάσταση, μεταφορικὰ καὶ κυριολεκτικά. Αὐτὴ ἡ ἀκράδαντη πίστη μᾶς δίνει δύναμη καὶ μᾶς κάνει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴ ζωὴ μὲ αἰσιοδοξία, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν παποπροτεστατικὴ Δύση, ἡ ὁποία ζητᾶ ἐναγωνίως τὴν εὐδαιμονία χωρὶς τὴ θυσία, δηλαδὴ ζητᾶ τὴν ἀνάσταση χωρὶς τὸ σταυρό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὴ συναντήσει πουθενά. Ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας ἔχει ὡς βάση τὴν παύλειο ἀρχὴ «εἰ δὲ ἀπεθάνομεν σὺν Χριστῷ, πιστεύομεν ὅτι καὶ συζήσομεν αὐτῶ, εἰδότες ὅτι Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν οὐκέτι ἀποθνήσκει, θάνατος αὐτοῦ οὐκέτι κυριεύει» (Ρώμ.6,8-9). Αὐτὸ μας κάνει νὰ ξεχωρίζουμε ἀπὸ τὴν αἱρετικὴ Δύση, ἡ ὁποία ὄζει ἀπὸ ἀπαισιοδοξία, ἐξαιτίας τοῦ πνευματικοῦ της θανάτου, μὴ ἔχοντας ἐλπίδα ἀναστάσεως, διότι δὲν πιστεύει στὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν ἔχει τὴν ταπεινὴ διάθεση νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, γιὰ νὰ μπορέσει ἔτσι νὰ συναναστηθεῖ μὲ Αὐτόν. Γιὰ νὰ μπορεῖ ὅμως ὁ ἄνθρωπος νὰ λάβει τὸν θεῖο ἁγιασμὸ μέσω τοῦ Σταυροῦ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ πιστέψει στὸ Λυτρωτὴ Χριστὸ καὶ στὴν σταυρικὴ ἀπολυτρωτική Του Θυσία. Ἐπίσης πρέπει νὰ σταυρώσει καὶ αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὅπως καὶ ὁ Χριστός, νὰ συσταυρωθεῖ μαζί Του, ὄχι βέβαια κυριολεκτικὰ ὅπως κάνουν κάποιοι αἱρετικοὶ παπικοί, ποὺ κάθε χρόνο τὴ Μ. Παρασκευὴ σταυρώνονται σὲ ξύλο σταυροῦ, ἀλλὰ πρέπει νὰ σταυρώσει ὁ ἄνθρωπος ὄχι τὸ σαρκίο του, ἀλλὰ τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ κακὸ ἑαυτό του, «ταῖς τοῦ βίου ἠδοναῖς», ὅπως προτρέπει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος τῆς Μ. Ἑβδομάδος, «ἴνα καὶ συζήσωμεν αὐτῶ (τῷ Χριστῷ)». Ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Παγκοσμίου Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι μία ἀκόμα εὐκαιρία γιὰ ὅλους μας νὰ σκεφτοῦμε τὶς ἄπειρες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας. Νὰ στρέψουμε τὸ βλέμμα μας στὸ ἐκθαμβωτικὸ φῶς τοῦ Σταυροῦ προκειμένου νὰ διαλύσουμε τὸ σκοτεινὸ ἔρεβος τῶν ἁμαρτιῶν τῆς ψυχῆς μας. Δὲν ἔχουμε πολλὲς ἐπιλογές, ἢ ἀποδεχόμαστε τὴ λυτρωτικὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ καὶ σωζόμαστε, ἢ παραμένουμε δοῦλοι τῆς ἁμαρτίας καὶ φορεῖς τοῦ κακοῦ καὶ χανόμαστε. Ἡ κλήση πρὸς τὴ λύτρωση εἶναι πάντα ἀνοιχτή, φτάνει νὰ πάρουμε τὴ μεγάλη ἀπόφαση καὶ νὰ τὴν ἀποδεχτοῦμε. Ὁ Κύριός μας περιμένει. ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητοῦ
Η Νηστεία των Χριστουγέννων και το Σαρανταλείτουργο.
Η Νηστεία των Χριστουγέννων και το Σαρανταλείτουργο. (15 Νοεμβρίου έως 24 Δεκεμβρίου). Στὶς 15 Νοεμβρίου ἀρχίζει ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων. Πρόκειται γιὰ μιὰ περίοδο ἔντονης πνευματικῆς ἐργασίας καὶ ψυχοσωματικῆς προετοιμασίας γιὰ τὸν ἑορτασμό τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Ἀπὸ τὶς 15 Νοεμβρίου ἕως τὶς 12 Δεκεμβρίου νηστεύουμε τὸ κρέας, τὰ γαλακτομικά καὶ τὰ αὐγά καὶ τρῶμε ψάρι (ἐκτὸς βεβαίως Τετάρτης καὶ Παρασκευῆς, ποὺ νηστεύουμε αὐστηρά). Μετὰ τὶς 12 Δεκεμβρίου νηστεύουμε καὶ τὸ ψάρι. Ἡ νηστεία ὅμως κατὰ τὴν ὑπόδειξη τοῦ Κυρίου μας ἔχει νόημα, ὅταν συνδυάζεται μὲ προσευχὴ καὶ ἐλεημοσύνη. Γιὰ τὸ λόγο αὐτό, ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν ἔναρξη τῆς νηστείας μᾶς προσκαλεῖ σὲ ἐντονότερη λειτουργικὴ ζωή καὶ ἀγαθοεργία. Ἔτσι, ἡ ἐκκλησιαστικὴ παράδοση προβλέπει γιὰ τὴν περίοδο αὐτὴ τὴν καθημερινὴ τέλεση τῆς θείας λειτουργίας, τὴν τέλεση δηλαδὴ σαρανταλείτουργου. Ἡ τέλεση τοῦ σαρανταλείτουργου ἀποτελεῖ πολὺ μεγάλη εὐλογία. Εἶναι μιὰ θαυμάσια εὐκαιρία γιὰ βίωση τὴς μυστηριακῆς καὶ λατρευτικῆς ζωῆς, γιὰ ἐπαφὴ μὲ τὸν πλοῦτο τῆς ὑμνολογίας καὶ τῆς ἀκροάσεως τῶν θείων Γραφῶν, γιὰ συχνότερη θεία κοινωνία, γιὰ συχνότερη συγκρότηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας. Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος μᾶς λέει: «Προσπαθεῖστε μὲ σπουδὴ νὰ ἔρχεσθε ὅλοι μαζί στὴ Σύναξη τῆς Θείας Εὐχαριστίας (Θεία Λειτουργία), γιὰ νὰ εὐχαριστεῖτε τὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν δοξολογεῖτε. Διότι ὅταν συχνά ἔρχεσθε στὴ Σύναξη τῆς Θείας Εὐχαριστίας, συντρίβονται οι δυνάμεις του σατανᾶ καί λύεται κάθε ὀλέθρια ἐνέργεια του». Ἡ δύναμη τῆς Θείας Λειτουργίας δὲν εἶναι μαγική. Εἶναι ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας ἐν Χριστῷ. Ἡ Θεία Λειτουργία μᾶς μαθαίνει νὰ συγχωροῦμε, νὰ ἀγαποῦμε καὶ νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε προσφέρουμε τὰ Δῶρα μας στὸ Θεό, τὸν Ἄρτο καὶ τὸν Οἶνο, προσευχόμενοι γιὰ ζῶντες καὶ κεκοιμημένους ἀδελφούς μας. Ἡ μνημόνευση τῶν ὀνομάτων τῶν ζώντων καὶ κεκοιμημένων προσώπων εἶναι ἔργο πολὺ σημαντικὸ καὶ ἱερό, ποὺ θεσμοθετήθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ ἐπιτελεῖται ἀδιάλειπτα μέσα στοὺς αἰῶνες. Το Ιερό Σαρανταλείτουργο Το Ιερό Σαρανταλείτουργο, κατά την διάρκεια της νηστείας των Χριστουγέννων, υπέρ υγείας ζώντων και υπέρ αναπαύσεως των κεκοιμημένων αδελφών μας. Και ό μακαριστός π. Παΐσιος, σχετικά με την ανάγκη προσευχής για τούς κεκοιμημένους, έλεγε: «…να αφήνετε μέρος τής προσευχής σας για τούς κεκοιμημένους. Οι πεθαμένοι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα για τούς εαυτούς τους. Οι ζωντανοί μπορούν… Να πηγαίνετε στην εκκλησία λειτουργία, δηλαδή πρόσφορο, και να δίνετε το όνομα τού κεκοιμημένου, να μνημονευθή από τον ιερέα στην προσκομιδή. Επίσης, να κάνετε μνημόσυνα και τρισάγια. Σκέτο το τρισάγιο, χωρίς Θεία Λειτουργία, είναι ελάχιστο. Το μέγιστο, πού μπορούμε να κάνουμε για κάποιον, είναι το Σαράντα Λείτουργο. Καλό θα είναι να συνοδευθεί και με ελεημοσύνη. Αν έχεις ένα νεκρό, ό όποιος έχει παρρησία στον Θεό, και τού ανάψεις ένα κερί, αυτός έχει υποχρέωση να προσευχηθεί για σένα στον Θεό. Αν πάλι, έχεις ένα νεκρό, ό όποιος νομίζεις ότι δεν έχει παρρησία στον Θεό, τότε, όταν τού ανάβεις ένα αγνό κερί, είναι σαν να δίνεις ένα αναψυκτικό σε κάποιον πού καίγεται από δίψα. 15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΟΝ ΑΡΧΕΤΑΙ Η ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΘΗΜΕΡΟΣ ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ.